Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα υπομονή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα υπομονή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2019

Στο Άγιον Όρος εύχονται «καλές υπομονές!» Οι υπομονετικοί συνήθως κερδίζουν





Πολύ απουσιάζει στους βιαστικούς καιρούς μας η αρετή της υπομονής. Οι υπομονετικοί συνήθως κερδίζουν. Η ανυπομονησία είναι πηγή αρκετών σοβαρών προβλημάτων.
 Η υπομονή στις δυσκολίες της ζωής δίνει πνευματική ωρίμανση. Η υπομονή φανερώνει ανδρεία, γενναία και σοφή ψυχή. Οι ανυπόμονοι φοβούνται, δειλιάζουν και χάνουν. Οι ασθενείς, οι τραυματίες, οι ανάπηροι, οι άνεργοι, οι φτωχοί, έχουν μεγάλη την ανάγκη της υπομονής. Δίχως αυτή εύκολα απελπίζονται.
Συχνά λέμε να κάνουν οι άλλοι υπομονή. Δεν είναι πάντοτε τόσο εύκολο. Στο Άγιον Όρος εύχονται «καλές υπομονές!».Συνηθισμένη έκφραση η υπομονή, αλλά δυσκολοκατόρθωτη. Θέλει κόπο, μόχθο, γνώση, ταπείνωση, ανεκτικότητα, επιμέλεια και καλλιέργεια. Η ανυπομονησία συνήθως προέρχεται από τον εγωισμό. Δεν μπορεί κάποιος να αγαπά αληθινά και να μην υπομένει πάντοτε. Όποιος υπομένει, ελπίζει κι έτσι ελευθερώνεται από πικρές περιπέτειες. Οι ελπιδοφόροι είναι αισιόδοξοι, καρτερικοί και θαρραλέοι. Θέτουμε ασφυκτικούς χρόνους στους συνανθρώπους μας, τους θέτουμε αυστηρούς όρους και στεναχωρούμεθα που δεν ανταποκρίνονται. Πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μας αν ήμασταν πιο καρτερικοί.
Ακόμη και στην πνευματική ζωή μερικές φορές υπάρχει μία προπέτεια. Ο Δίκαιος Ιώβ είναι κλασικό παράδειγμα μεγάλης υπομονής. Τους ανυπόμονους δεν τους εμπιστεύεται ο Θεός. Οι άνθρωποι θέλουν γρήγορες και άμοχθες κατακτήσεις. Τα αγαθά όμως αποκτιούνται με κόπο. Μέσα από τη σωματική ασθένεια μπορεί να έλθει η ψυχική υγεία. Είναι πολλές οι ευκαιρίες στη ζωή που από το πικρό μπορεί να προέλθει το καλό. Τα εμπόδια της ζωής θέλουν να μας αναστήσουν από την οκνηρία, την αμέλεια και τη χαύνωση. Οι ανυπόμονοι δεν έχουν χάρη πνευματική, αφού χαρακτηρίζονται από λύπη, θλίψη, στενοχώρια, κατάθλιψη, μελαγχολία και απογοήτευση.
 Σε ένα λαβύρινθο αντιξοοτήτων, σκανδάλων, κοσμικοτήτων, ηδονών, πλεονεξιών και πλανών, ο άνθρωπος παρασύρεται. Όποιος έχει ταπείνωση και υπομονή αντιστέκεται και κερδίζει. Η υπομονή θα τον συνδράμει σε πολλά καλά. Δεν θα λυγίσει στις συμφορές, δεν θα οδηγηθεί στο διαζύγιο, θα περιορίσει το στόμα του, δεν θα τυραννιέται από τα διάφορα αντίξοα γεγονότα της ζωής. Είναι μεγάλη υπόθεση να υπομένει κανείς τα πικρά συμβάντα της ζωής ατάραχα και αδιαμαρτύρητα. Οι πολλές προκλήσεις, περιέργειες, παραξενιές και δυσκολίες δεν αφήνουν κανέναν να υπομείνει. Η σφοδρή επιθυμία όσων έχουν οι άλλοι και λείπουν στους ίδιους τους κάνει να ανυπομονούν.
Στις διαπροσωπικές σχέσεις χρειάζεται οπωσδήποτε μεγάλη υπομονή. Θα πρέπει να παίρνουμε και τη θέση του άλλου, να ακούμε τον πόνο του, να βλέπουμε την δυσκολία του, να του μιλάμε με επιείκεια και καλοσύνη. Δεν μπορούμε να στεκόμαστε απέναντι του άλλου μόνο με παρατηρήσεις. Υπομονή θα πρέπει να κάνουμε και στον εαυτό μας, να τον γνωρίσουμε, να τον αποδεχθούμε, όποιος κι αν είναι. Η υπομονή δεν προέρχεται μόνο από την ελπίδα, αλλά και από την αγάπη. Αγάπη προς Θεό και άνθρωπο. Αγάπη θυσιαστική. Αυτός που υπομένει τον άλλο είναι ανεκτικός, πράος, καλοσυνάτος, αζηλόφθονος, χαμογελαστός και ειρηνικός.
Η υπομονή έχει πολλά καλά να προσφέρει στην δύσκολη σύγχρονη ζωή. Είμαστε υποχρεωμένοι να υπομένουμε την αταξία των καιρών, τα προβλήματα των άλλων, τις δυσκολίες του εαυτού μας. Μακάριοι οι υπομένοντες έως τέλους.

+ Μοναχός Μωυσής, Αγιορείτης
Πηγή: christianvivliografia.wordpress.com

Τετάρτη 1 Ιουλίου 2015

Πρέπει να προσευχόμαστε με πίστη για κάθε ζήτημα και να κάνουμε υπομονή, και ο Θεός θα μιλήσει



- Γέροντα, μένει ψυχρή η καρδιά μου στην προσευχή.

-Είναι γιατί ο νους δεν δίνει τηλεγράφημα στην καρδιά. Ύστερα στην προσευχή χρειάζεται να εργασθεί κανείς· δεν μπορεί από την μια στιγμή στην άλλη να φθάσει σε κατάσταση, ώστε να μη φεύγει καθόλου ο νους του. Θέλει υπομονή. Βλέπεις, άλλος χτυπάει την πόρτα, ξαναχτυπάει, περιμένει, και μετά ανοίγει η πόρτα. Εσύ θες να χτυπήσεις μια και να μπεις μέσα. Δεν γίνεται έτσι.

Στην προσευχή χρειάζεται επιμονή. «Και παρεβιάσαντο αυτον» (Λουκ. 24, 25), λέει το Ευαγγέλιο για τους δύο Μαθητές που συνάντησαν τον Χριστό στον δρόμο προς Εμμαούς. Έμεινε ο Χριστός μαζί τους, γιατί είχαν μια συγγένεια με τον Χριστό και το δικαιούνταν. Είχαν ταπείνωση, απλότητα, καλοσύνη, θάρρος με την καλή έννοια, όλες τις προϋποθέσεις, γι' αυτό και ο Χριστός έμεινε μαζί τους.

Πρέπει να προσευχόμαστε με πίστη για κάθε ζήτημα και να κάνουμε υπομονή, και ο Θεός θα μιλήσει. Γιατί, όταν ο άνθρωπος προσεύχεται με πίστη, υποχρεώνει τον Θεό κατά κάποιο τρόπο για την πίστη του αυτή να του εκπληρώσει το αίτημά του. Γι' αυτό, όταν ζητούμε κάτι από τον Θεό, να μη «διακρινώμεθα» και θα εισακουσθούμε. «Να έχετε πίστη χωρίς να διακριθείτε» (Ματθ. 21, 21), είπε ο Κύριος. Ο Θεός ξέρει να μας δώσει αυτό που ζητούμε, ώστε να μη βλαφτούμε πνευματικά.

Μερικές φορές ζητούμε κάτι από τον Θεό, αλλά δεν κάνουμε υπομονή και ανησυχούμε. Αν δεν είχαμε δυνατό Θεό, τότε να ανησυχούσαμε. Αλλά αφού έχουμε Θεό Παντοδύναμο και έχει πάρα πολλή αγάπη, τόση που μας τρέφει και με το Αίμα Του, δεν δικαιολογούμαστε να ανησυχούμε.

Μερικές φορές δεν αφήνουμε ένα δύσκολο θέμα μας στα χέρια του Θεού, αλλά ενεργούμε ανθρώπινα. Όταν ζητούμε κάτι από τον Θεό και κλονίζεται η πίστη μας και θέλουμε να ενεργήσουμε ανθρωπίνως στα δυσκολοκατόρθωτα, χωρίς να περιμένουμε την απάντηση στο αίτημά μας από τον Θεό, είναι σαν να κάνουμε αίτηση στον βασιλέα Θεό και την παίρνουμε πίσω, την ώρα που Εκείνος απλώνει το χέρι Του, για να ενεργήσει.

Τον παρακαλούμε πάλι, αλλά και πάλι κλονίζεται η πίστη μας και ανησυχούμε και επαναλαμβάνουμε το ίδιο. Έτσι διαιωνίζεται η ταλαιπωρία μας. Κάνουμε δηλαδή σαν εκείνον που κάνει μια αίτηση στο Υπουργείο και ύστερα από λίγο μετανιώνει και την αποσύρει. Ξαναμετανιώνει, την υποβάλλει· μετά από λίγο πάλι την αποσύρει. Η αίτηση όμως πρέπει να μείνει, για να παίρνει την σειρά της.


Άγιος Παΐσιος ο Αγειορίτης

Σάββατο 21 Φεβρουαρίου 2015

Κρυμμένες οι υποσχέσεις του Θεού!



Πρέπει να γνωρίζεις ότι μέσα στις θλίψεις και στα παθήματα, στην υπομονή και στην πίστη, είναι κρυμμένες οι υποσχέσεις του Θεού, όπως επίσης και η δόξα και η απόκτηση των ουρανίων αγαθών.
Γιατί και το σιτάρι, που σπέρνεται στη γη, είναι ανάγκη πρώτα να δοθεί στη σήψη και στην ατιμία, φαινομενικά, και έτσι να απολαύσουμε την ομορφιά και τον πολλαπλάσιο καρπό του. Aν όμως δεν περνούσε από τη σήψη εκείνη και τη φαινομενική ατιμία, δεν θά έβγαζε καρπό. Αυτό λέει και ο Aπόστολος: «Πρέπει να περάσουμε πολλές θλίψεις για να μπούμε στη βασιλεία του Θεού».
Kαι ο Kύριος λέει: «Mε την υπομονή σας, θα σώσετε τις ψυχές σας», καί: «στον κόσμο θα έχετε θλίψεις».
O Iησούς, είναι η μοναδική ελπίδα μας. H ελπίδα του κόσμου ολοκλήρου.

Αγιος Μακάριος


Κυριακή 9 Νοεμβρίου 2014

Ο Άγιος της υπομονής, της αγάπης, της ανεξικακίας, της άκρας ταπείνωσης...Ο Αγιος Νεκτάριος



Σήμερα η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του εν Αγίοις πατρός ημών Νεκταρίου, Επισκόπου Πενταπόλεως, του Θαυματουργού.
Μεγάλη μέρα ανέτειλεν ο Κύριος, ο Θεός μας, για να υμνήσουμε και τιμήσουμε με ύμνους και ήχους εξαίσιους, εν Εκκλησίαις και μη, και συγγραφές παντοίες, τον Άγιο του καιρού μας.
Τον «εν εσχάτοις χρόνοις φανέντα» (αφού ανακηρύχθηκε Άγιος μόλις το έτος 1961) Νεκτάριο, τον ταπεινό Αρχιερέα, τον ασκητικό κληρικό, με την άφθαστη όμως ιεροπρέπεια και το υπέροχο ιερατικό ήθος, τον φιλομόναχο και φιλέρημο αθλητή του Κυρίου, τον ανεξίκακο, τον υπερβολικά αφιλοχρήματο, τον γεμάτο απεριόριστη καλοσύνη, τον ελεήμονα και φιλάνθρωπο, τον παιδαγωγό, τον πνευματικό Πατέρα, τον χαρίζοντα και «αναβλύζοντα ιάσεις παντοδαπάς τοις ευλαβώς κραυγάζουσι» το Άγιον όνομά Του.
Ο Άγιος Νεκτάριος δαπάνησε ολόκληρη την εν τη γη βιωτή του, ευαρεστώντας τον Κύριο της Δόξης, τον Άγιο Θρόνο, έχοντας ως πρότυπο και οδηγό στις παντοειδείς καθημερινές του μέριμνες και ασχολίες το Χριστό, προσευχόμενος αδιαλείπτως και υποτάσσοντας το θέλημά του υπό το Θείο θέλημα.
Αγωνιζόταν να μιμηθεί τον Χριστό, δια των αρετών και των ευεργετημάτων του Αγίου Πνεύματος και κάθε του προσευχή ήταν μια μυστηριακή ένωση με το Θείο, δια της εναποθέσεως σ’ αυτό της άδολης, καθαρής και συντετριμμένης καρδίας του.
«Προσέξωμεν [έγραφε σε μια επιστολή, από 25 Νοε’ 1904] μη χάριν της ζωής, θυσιάσωμεν τον σκοπόν της ζωής και απολέσωμεν την αιώνιον ζωήν. Σκοπός της ζωής είναι, ίνα τελειωθώμεν και αποβώμεν άγιοι και αναδειχθώμεν τέκνα Θεού και κληρονόμοι της Βασιλείας των Ουρανών […] Μη ένεκα φροντίδων και μεριμνών του βίου αμελήσωμεν του σκοπού της ζωής».
Ο Άγιος Νεκτάριος έζησε μια ζωή προτύπως ασκητική, μια ζωή πλήρη κόπου, και μόχθου, και ιδρώτος και αγώνων, αλλά και πικριών και συκοφαντιών και διωγμών. 


Ο Θείος Πατήρ, όμως, είχε υπέρ εαυτού τον Θεό και βίωνε και ενδυναμούτο από τα παραγγέλματα του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, στόμα Χριστού: «εί ο Θεός υπέρ ημών, τίς καθ’ ημών;» (Ρωμ.8,31) και «τίς ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στεναχωρία ή διωγμός ή λιμός […]» (Ρωμ.8,35).
Τα πάντα συνεπώς ανέμενε, χάριν του Τριαδικού Θεού, εις όν είχε εναποθέσει τις ελπίδες του, τη μέριμνά του, τη ζωή του.
Ο Άγιος Νεκτάριος, «ζών εν σαρκί άγγελος», ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένος στην αγάπη του Θεού, επιθυμών να είναι παραστάτης του Χριστού, παραστάτης του Σταυρού Του και γι’ αυτό και η δική του ζωή του ήταν ένας Σταυρός, τον οποίο όμως υπέμενε με χαρά και αγαλλίαση, ευχαριστώντας τον Κύριον. Κακοπαθώντας «ως καλός στρατιώτης Ιησού Χριστού» (Β΄ Τιμ. 2,3).
Ο τιμώμενος Άγιος προέβαλε ένα νέο τρόπο ζωής, που διαπνεόταν από το πνεύμα της μετανοίας, της αγάπης, της άκρας ταπείνωσης, της πνευματικής άσκησης, συνεχόμενος εν παντί χρόνω με το του Αποστόλου Παύλου: «Ζώ δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί ο Χριστός» (Γαλ. 2,20).
Πριν ένα μήνα (10 Οκτ’ 2014), η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος, επισκεφθείς την γενέτειρα του Αγίου Νεκταρίου, την Σηλυβρία της Ανατολ. Θράκης, τόνισε ότι «ο ευλογημένος βλαστός» αυτής είναι «ένα αγιασμένο πρόσωπο, εγνωσμένης αγάπης, βαθείας ειρήνης και μεγάλης ταπείνωσης, χαρίσματα τα οποία καλλιεργούσε και έτρεφε απέναντι σε κάθε άνθρωπο».
Ο Άγιος Νεκτάριος είναι αυτός που δέχθηκε, στο Πατριαρχείο Αλεξανδρείας, με άκρα ταπείνωση, στην αρχή το οφίκιο του Αρχιμανδρίτη και αμέσως μετά το αξίωμα του Αρχιερέως, του Επισκόπου Πενταπόλεως, λέγων: «Κύριε γιατί με ανύψωσες εις τοσούτον μέγα αξίωμα […] Εκ νεαράς ηλικίας Σου εζήτησα να γίνω απλός εργάτης του Θείου Λόγου Σου […]».
Είναι αυτός που χωρίς γνώση των εναντίον του κατηγοριών, άνευ απολογίας, άνευ δικαστηρίου και χωρίς απόφαση Συνόδου, συνεπώς μάλλον εκκλησιαστικά παράνομα, αποπέμπεται, εκδιώκεται από το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και σιωπά! Υποτάσσεται και κύπτει τον αυχένα, χάριν της ενότητας της Εκκλησίας, στις βουλές του Πατριάρχου, πρώην προστάτη του, Σωφρονίου. 

Ουδεμία λέξη προφέρει το άγιο στόμα του, για τις τόσες συκοφαντίες που ακούστηκαν σε βάρος του, ότι δηλαδή «εκίνησε την πτέρναν» κατά του ευεργέτου του Πατριάρχου, γενόμενος «δούλος πονηρός» και ραδιούργος επιδιώκων να καταλάβει το θρόνο του Πατριάρχη, συνοδευόμενες (οι συκοφαντίες) και με υπαινιγμούς για οικονομικές απολαβές και ηθικές παρεκτροπές του Οσίου και Δικαίου και Αγίου αυτού Αρχιερέως.
Αλλ’ «έστι δίκης οφθαλμός» για όσους συκοφάντησαν δεινώς τον Άγιο Πατέρα: Κανένας απ’ αυτούς ή άλλος δικός τους κληρικός δεν έγινε Πατριάρχης και άμα τη αναρρήσει στο Θρόνο του Πατριάρχου Φωτίου, εκδιώχτηκαν απ’ αυτόν από την Αίγυπτο και μάλιστα τινές εξ αυτών συνοδεία αστυνομικών οργάνων! Μόλις δε το 1998 (!!!) επί Πατριάρχου Αλεξανδρείας Πέτρου Ζ΄, η περί αυτόν Πατριαρχική Σύνοδος «διασκεψάνη, εν φόβω Θεού, και της εικόνος του Αγίου ευρισκομένης εν τη Συνοδική Αιθούση, απεφήνατο δια την αποκατάστασιν της διασαλευθείσης κανονικής τάξεως και εξετήσατο την συγχώρησιν παρά του Αγίου Πατρός ημών Νεκταρίου δια τον διωγμόν και την αδικωτάτην κατ’ αυτού μήνιν, επηρεία του πονηρού».
Ο Άγιος Νεκτάριος είναι αυτός ζει στην Αθήνα, «φυτοζωών» ως λέγει σε μια επιστολή του προς τον Πατριάρχη Σωφρόνιο, μόνος, έρημος, κατατρεγμένος, επιζητών οποιαδήποτε θέση για να κηρύξει το Λόγο του Ευαγγελίου.
Ο Θεοφόρος Πατέρας μας, μετά από πολλές πολλές παρακλήσεις και αμέτρητες ικεσίες, διορίζεται ένας απλός ιεροκήρυκας, αρχικά στην Ι.Μ. Χαλκίδας και αργότερα στην Ι.Μ. Φθιωτιδοφωκίδας, παρόλο που κατέχει το αξίωμα του Αρχιερέως. Αλλά, και στην Χαλκίδα τον συνοδεύουν οι εξ Αλεξανδρείας συκοφαντίες, οι οποίες υποδαυλίζονται από τους εκεί εκκλησιαστικούς κύκλους.
Έτσι, διαπράττονται αποδοκιμασίες σε βάρος του Ιεροκήρυκα-Επισκόπου-Αγίου εντός του Ι.Ναού καθ’ ην ώρα κηρύττει τον Θείο Λόγο, ο Μητροπολίτης Χαλκίδας Χριστόφορος, επιδεικνύει μικρόψυχη και εντελώς απαράδεκτη συμπεριφορά προς τον Άγιο, μη επιτρέπων σε αυτόν να ιερουργεί (!), ο αρχιμανδρίτης της Μητρόπολης Χρύσανθος κατηγορεί ασύστολα και ευθέως τον Άγιο, όχι μόνο στα γραφεία και στους εκκλησιαστικούς κύκλους αλλά και σε έντυπα, και τέλος, η τριμελής Επισκοπική Επιτροπή Χαλκίδας, που διοικεί τη Μητρόπολη μετά το θάνατο του Μητροπολίτη, σε ένα κατάπτυστο κείμενο επιστολής που αποστέλλει στον Άγιο Νεκτάριο (διασώζεται με αριθμ. πρωτ. 276/2 Ιουλίου 1892), με εντελώς ανοίκειο, αγενές και θρασύτατο ύφος «διατάττει» αυτόν να μην τελεί ιεροτελεστίες άνευ αδείας της, χρησιμοποιώντας μάλιστα εκφράσεις όπως «σας διατάττει η επιτροπή», «ποιεί υμίν κατάδηλον η επιτροπή» παρεμβάλλοντας δε λέξεις και στον ενικό αριθμό: «μετέβης και εκήρυξες», «προβαίνεις» κλπ θλιβερά. Και οι «διατάσσοντες», οι αποτελούντες την Επισκοπική Επιτροπή, είναι τρείς ιερείς (!!!), που φέρουν δηλαδή τον βαθμό του Ιερέως (οι δύο εξ αυτών απόφοιτοι του Δημοτικού) και απευθύνονται με τέτοιο τρόπο σε Άγιο Αρχιερέα !!! 

Αλλά οι πικρίες δεν σταματούν. Έχει αναλάβει ήδη Διευθυντής της Ριζαρείου Εκκλησιαστικής Σχολής, και επειδή οι ψίθυροι, τα «βέλη» από μερικούς Συνοδικούς Μητροπολίτες και οι ενοχλήσεις από τη Διοίκηση συνεχίζονται για «το Πατριαρχικόν εκείνον ζήτημα», αποφασίζει ο Άγιος Νεκτάριος να στείλει επιστολές τόσο στον νέο Πατριάρχη Αλεξανδρείας Φώτιο όσο και στον Οικουμενικό Πατριάρχη Ιωακείμ Γ΄, «προς διακανόνησιν της θέσεώς του ως Αρχιερέως […] και επίγνωσιν της Εκκλησιαστικής Αρχής εξ ής εξαρτώμαι και εις ήν υπάγομαι ως Αρχιερεύς».
Διότι, έγραφε, «ως έχουσι τα κατ’ εμέ, ευρίσκομαι απολελυμένος και εις ουδεμίαν των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών ανήκων, διότι και εν Ελλάδι μετά δεκατεσσάρων ετών συνεχή υπηρεσίαν εν των Κράτει ως υπαλλήλου θεωρούμαι υπό της εν Ελλάδι Διοικούσης Ιεράς Συνόδου ως παρεπιδημών Αρχιερεύς».
Το τεθέν ζήτημα όμως δεν ελύθη και ματαίως αναμένει απαντήσεις και λύσεις ο Άγιος, και συνεχίζει να ευρίσκεται ο Άγιος Πατέρας, Αρχιερέας «όσιος, άκακος, αμίαντος», «όλως απολελυμένος» μη ανήκων εις ουδεμίαν Εκκλησίαν και να παρατηρεί ο ίδιος με παράπονο: «Το εις τα εκκλησιαστικά χρονικά άγνωστον τοιούτον γεγονός, το είναι Αρχιερέαν τινά όλως απολελυμένον και εις ουδεμίαν Εκκλησίαν ανήκοντα […]». Δεν βρέθηκε μια Εκκλησία να εγγράψει στις δέλτους της και στους επίσημους Κώδικες της έναν τέτοιο Άγιο Αρχιερέα!
Σιγά και κλαίει, όταν ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητος, τον ψέγει με δριμύ κατηγορώ, με επίσημο έγγραφο (αριθμ. πρωτ. 1363/30 Σεπτ’ 1914) διάστικτο από Κανονικό Δίκαιο, και ολόκληρα χωρία από Κανόνες Οικουμενικών Συνόδων, περί των προϋποθέσεων ίδρυσης μονών, ότι «άνευ βουλής και γνώμης του οικείου Αρχιερέως» ίδρυσε Μονήν στη νήσο Αίγινα, και ας είναι ο ίδιος, ο Μητροπολίτης Αθηνών, που είχε παράσχει στον Άγιο Νεκτάριο την προφορική του συγκατάθεση για την ίδρυση της μονής.
Διαβάζει και ξαναδιαβάζει το έγγραφο ο Άγιος Νεκτάριος και μονολογεί: «Ο Θεός να σε συγχωρέσει αδελφέ. Δεν γνωρίζεις λοιπόν τίποτε δια την ίδρυσιν του ιερού τούτου έργου, τίποτε απολύτως […]». Απολογείται δε με υπόμνημα ενώπιον του Αρχιεπισκόπου, ενώ οι φήμες για επέμβαση του τελευταίου προς διάλυση της μονής οργιάζουν και προσεύχεται στον πανεπόπτη Πατέρα: «διό ευδοκώ εν ασθενείαις, εν ύβρεσιν, εν ανάγκαις, εν διωγμοίς, εν στεναχωρίαις, υπέρ Χριστού» (Β΄ Κορ. 12,10).
Δεν περνά πολύς καιρός, και αντιμετωπίζει νέα δοκιμασία. Όταν δηλαδή αφικνείται στην Αίγινα ο εισαγγελέας Πειραιώς, για να ερευνήσει εκ του σύνεγγυς την καταγγελία της «κερούς» (μιας γυναίκας που διέβαλε τον Άγιο Νεκτάριο στη Σύνοδο και στις Εισαγγελικές αρχές για … ηθικά παραπτώματα στη Μονή της Αίγινας).
Όταν δηλαδή το ανοίκειο και βέβηλο χέρι του (συναδέλφου, φευ!) εισαγγελέα Πειραιώς, με πρωτοφανή βαναυσότητα και χωρίς να σεβαστεί τα επισκοπικό του αξίωμα, τον «ταρακουνά» από το αγιασμένο ράσο του για να του αποκαλύψει που κρύβει τα κατά την καταγγελία της «κερούς» εξώγαμα και που είναι το «χαρέμι» του. 

Και ο Άγιος δεν κοίταζε τον εισαγγελέα, παρά είχε στραμμένο το βλέμμα του στον ουρανό και προσευχόταν εσωτερικά, κάπως έτσι: «Ευλογητός ο Θεός και πατήρ του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, ο πατήρ των οικτιρμών και Θεός πάσης παρακλήσεως, ο παρακαλών ημάς εν πάση τη θλίψει ημών» (Β΄ Κορ. 1, 3-4).
Για εξέταση της ίδιας καταγγελίας, καταφθάνει στην Αίγινα ο εν τω μεταξύ ανελθών στο θρόνο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών Μελέτιος, ο οποίος, οξύθυμος ων, με τη σειρά του, φέρθηκε με περισσή σκληρότητα στον Άγιο Νεκτάριο.
Μόλις χρειάζεται δε να ειπωθεί ότι η καταγγελία κατέρρευσε, ως ψευδής και ανυπόστατη, και η καταγγέλλουσα «κερού», Ειρήνη Φραγκούδη, καταδικάστηκε αυτεπαγγέλτως για ψευδή καταμήνυση και συκοφαντική δυσφήμηση.
Ως επίλογος, στις λίγες αυτές γραμμές, πρέπει να τεθούν τα λόγια ενός ανθρώπου που έζησε από πολύ κοντά τον Άγιο Νεκτάριο, και γράφτηκαν τούτα σε πολύ πρώιμη ηλικία, ότε ο άνθρωπος αυτός, που δεν είναι άλλος από τον Κωστή Σακκόπουλο, ήταν σπουδαστής στην Ριζάρειο Εκκλησιαστική Σχολή, με Διευθυντή τον Άγιο Πενταπόλεως:
«Τί το ιδιάζον, τί το ακτινοβολούν άραγε κρύβει εις την απλήν και πλήρη ταπεινώσεως εμφάνισίν του; Τον βλέπεις να ζη εντός του κόσμου, να υπάρχη, να συνδιαλέγεται με τον κόσμον και όμως αισθάνεσαι ότι δεν είναι άνθρωπος του κόσμου, ότι δεν έχει ουδεμίαν επαφήν και σχέσιν με τα επιδιώξεις, τας προσδοκίας και τα όνειρα των συνήθως ατόμων άτινα μας περιβάλλουν. Προσεύχεται άνευ υπερβολής νυχθημερόν, προσεύχεται υπέρ της του κόσμου σωτηρίας και ονειροπολεί μετά δέους την ανέσπερον Βασιλείαν του Θεού. Και γνωρίζει όσον ουδείς τα μυστικάς αυτής διόδους. Διότι ανεξίκακος ών, αγαπά τους πάντας και αφοπλίζει τους πονηρούς με το αθώον βλέμμα […] Είναι άνθρωπος αλλά διαβιεί αγγελικώς […]».

Πηγή
 Παναγιώτη Σ. Παναγιωτόπουλου, Αντεισαγγελέως  Εφετών Αθηνών 
| Romfea.gr

Κυριακή 31 Αυγούστου 2014

Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα



Αχ, τι να σας πω τώρα. Να σας πω και αυτό, καίτοι αυτό είναι ένα απόρρητο της ζωής μου, αλλά για την αγάπη σας, να πούμε, γιατί κι εσείς ανηψάκια μου είσαστε, θα σας το πω.
Το έκζεμα το οποίο έχω, αυτήν την πληγή που έχω στο ποδάρι, τό 'χω από δεκαπέντε χρονών. Δοκίμασα διάφορα φάρμακα, τίποτε. Τώρα που πέρασε η ηλικία, τότες περισσότερο επιδεινώθη το πράγμα. Καθήμενος στο κρεβάτι, το ονομάζω το "κρεβάτι του πόνου" εγώ.
Διότι να καθίσω όπως καθόσαστε εσείς, δεν μπορώ. Θα καθίσω λίγο, δεν μπορώ, κατεβαίνουν τα αίματα και πονάει περισσότερο η πληγή, ενώ έτσι, τρόπον τινά, αν βάλεις κι ένα μαξιλάρι και σηκώσεις λιγάκι το ποδάρι πιο ψηλά, κατεβαίνουν κάτω τα αίματα και ελαφρώνεται ο πόνος. Ε, τη νύχτα προσπαθώ έτσι να ελαφρώσω τον πόνο.
Αλλά καθήμενος εδώ μου δημιουργήθηκε και κύστη κόκκυγος. Όταν το σκέπτεσθε αυτό, είναι το πλέον φρικωδέστερο, να πούμε. Διότι είναι... πολύ πόνο!
Πώς να καθίσεις , βρε παιδί μου; Πώς να καθίσεις; Στο κρεβάτι κάθεσαι, Θα καθίσεις λίγο έτσι, θα καθίσεις λιγάκι δεξιά, λιγάκι αριστερά. Υπομονή· γυρίζεις δεξιά. Δεξιά ο γλουτός εκεί σε πονάει, μετά από μισή ώρα σε πονάει, σε τσούζει, σε προειδοποιεί ότι θ' ανοίξει πληγή.

Γυρίζεις αριστερά. Πάλι μισή ώρα που κάθεσαι αριστερά, πάλι σε τσούζει, σε πονάει, σε ειδοποιεί ότι θ' ανοίξει πληγή. Μα εδώ θ' ανοίξει πληγή, δεξιά θ' ανοίξει πληγή, αριστερά θ' ανοίξει πληγή, έτσι ανάσκελα που κάθεσαι πάλι πληγή προμηνύει· ε, τότες εγώ πώς να καθίσω; Δοκίμασα να καθίσω μπρούμυτα, μα μπρούμητα μπορείς να καθήσεις;
Υπομονή, υπομονή, υπομονή, υπομονή, εωσότου μια φορά δεν άντεξα κι έπεσα σε απόγνωση! Μόνο που το σκέπτεσαι, η απόγνωση είναι φρίκη, είναι γεύση κολάσεως, γεύση γεένης, να πούμε. Σαν να έχω τώρα τούτα εδώ, πώς να περπατήσω, να πηδήξω να βγω απ' έξω, πώς να το κάνω να φύγω, πώς να βγω; Με κράτησε έξι έως εφτά λεπτά.
Μέσα στον πόνο, μέσα στην απόγνωση, μέσα στην απελπισία που βρισκόμουνα, στη συνοδεία μου δεν έλεγα τίποτες. Μια λεπτή φωνή άκουσα, σαν αύρα λεπτή, να πούμε, ότι: «Έτσι σε θέλει ο Θεός». Με αυτό έτσι σαν να πήρα μια βαθιά αναπνοή· ε, νάναι ευλογημένο, αφού με θέλει ο Θεός, νά 'ναι ευλογημένο· μα δώσ' μου και υπομονή, γιατί δεν αντέχω εγώ τώρα.
Τι να κάνω, να βγω έξω να κάνω εγχείρηση; Όλοι σου λένε, εγχείρηση να κάνεις, εγχείρηση να κάνεις. Πώς να βγω όμως; Εδώ θα μπω στο αυτοκίνητο, θα πάω, αλλά και στο αυτοκίνητο δεν σε τραντάζει; Σηκώνομαι απελπισμένος έτσι και πηγαίνω στο καντηλάκι της Παναγίας, και το καντηλάκι της Παναγίας κι αυτό θαυματουργό είναι· πήρα λίγο βαμβάκι κι έρχομαι στο δωμάτιο, αλοίβω το μέρος που είναι η κύστη κόκκυγος και δεξιά και αριστερά τους γλουτούς την πρώτη μέρα. Τη δεύτερη μέρα πάλι, την τρίτη μέρα άφαντα γινήκαν όλα. Εθαυματούργησε η Παναγία! Τώρα κάθομαι ώρες ολόκληρες, δεν με πονάει ούτε γλουτός ούτε κύστη κόκκυγος.
Και είναι σαν μια βεβαίωση, να πούμε, αυτά τα βιβλία του Γέροντος Ιωσήφ που λεν -και το πρώτο και το δικό σας και του Φιλοθεΐτη- υπομονή στας θλίψεις. Υπομονή. Σ' όλο το βιβλίο αναπτύσσεται, να πούμε, το ρητό «υπομονή στας θλίψεις». Και το παίρνει ο Γέροντάς σας και ο άλλος ο Ηγούμενος και το αναπτύσσει σε διάφορες λεπτομέρειες.
Ναι, αλλά η Σκέπη της Παναγίας πάντα υπάρχει, αλλά δεν τη βλέπουμε. Τότες τη βλέπουμε, όταν πρόκειται να πέσουμε μέσα στο χάος, στην άβυσσο.
Όταν πρόκειται να πέσουμε, τότες βλέπουμε τη Σκέπη της Παναγίας που μας απαλλάσσει από το να πέσουμε σ' αυτήν την καταβόθρα, να πούμε.
Και όχι μόνο αυτό, αλλά το κυριότερο όταν εσταμάτησε, την τρίτη μέρα που έφυγαν οι πόνοι όλοι, μια χαρά κυκλοφόρησε μέσα μου, σαν μια πληροφορία ότι ο Θεός από την πολλή Του αγάπη, την άμετρο αγάπη Του, την φανέρωσε στο να μου δώσει την πληγή κάτω στο ποδάρι.
Και δεν χόρταινα να ευχαριστώ, να δοξάζω, να υμνολογώ, να ευγνωμονώ τον Θεό που μού 'δωσε την πληγή. Ως δείγμα της αγάπης Του μου 'δωσε την πληγή αυτή στο ποδάρι. Δεν χόρταινα, μέρα-νύχτα χαιρόμουνα και δοξολογούσα: «Η αγάπη Σου η μεγάλη σ' αυτό φανερώθηκε· μα πώς να Σε δοξολογήσω, μα πώς να Σ' ευχαριστήσω, μα πώς να πω.
Η αγάπη Σου εμένα τον ελεεινό, την βρώμα, ο Θεός ο άπειρος, το Αιώνιον, το Ατελεύτητον, εμένα αγάπησες; Μα τι είδες σε μένανε; Δοξάζω την Δόξα, δοξάζω το Ελεήμον, το Οικτίρμον», έλεγα, τώρα δεν μπορώ να πω τέτοια ώρα, δεν μπορώ να πω όπως έλεγα τότες. Τρεις μέρες, μετά από τρεις μέρες σταμάτησε.
Γι' αυτό καλά είναι οι θλίψεις, καλά είναι τα βάσανα, καλά είναι οι στενοχώριες, ξέρει ο Θεός γιατί τις δίνει. Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθημέν Σου», λέει (Ησ. 26,16). Με τις θλίψεις πλησιάζουμε. Ο Θεός μας αφαιρεί τις θλίψεις; «Ο φεύγων πειρασμόν επωφελή, φεύγει ζωήν αιώνιον», λέει. Έτσι είναι.
Γι' αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται, να μην έρχεται σε απόγνωση για τη μια αποτυχία. Διότι δεν γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού.
Όταν το γνωρίσεις το θέλημα του Θεού, κάνεις υπομονή, αλλά το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό, είναι και πικρό! «Το ποτήριον, ου μη πίω αυτό;» λέει. «Δεν θα το πιω το ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θα το πιω το ποτήρι», και τον ονόμασε και σατανά, «ύπαγε οπίσω μου, σατανά, το ποτήριον ο δέδωκε ο Πατήρ, ου μη πίω αυτό;» (Ιω. 18,11). Έτσι είναι. Ναι, αλλά διά μέσου του Σταυρού ήρθε η Ανάστασις. «Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»· διά μέσου του Σταυρού.
Και ο άγιος Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ όχι στον πρότερό του βίο, που ήταν ελεήμων. οικτίρμων, που ήταν φιλόξενος, που ήταν της προσευχής άνθρωπος, όχι. Την υπομονή που έκανε στη μεγάλη δοκιμασία που του παρεχώρησε ο Θεός, στον πειρασμό, στην ασθένειά του.
Η ασθένεια αυτή έκζεμα ήταν, όλο το σώμα του τό 'ξυνε κι έβγαζε ιχώρα, πύον έβγαζε. Εκεί επαινεί περισσότερο ο άγιος Χρυσόστομος τον Ιώβ. Αλλά «την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε» (Ιακ. 5,11).
Εγώ σας έχω πει ότι κάποτε με πλησίασε μια Γερόντισσα εκεί και λέει:
-Θέλω να εξομολογηθώ.
-Μα εγώ δεν εξομολογώ τους καλογήρους, θα εξομολογήσω καλογριές;
-Όχι, θέλω να πω τον λογισμό μου, λέει.
-Ε, πες τον λογισμό σου.
Αφού είπε κι εκείνη τα βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θα σου πει, δεν θα σου πει χαρές- λέει: «Είδα σαν ένα όραμα, ότι πάνω σ' ένα βουναλάκι καθόντουσαν οι Πατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ. Και λέω:
-Οι Πατριάρχαι είσαστε;
-Ναι, λένε, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.
-Νά 'ρθω κι εγώ εκεί;
-Έλα.
-Από πού νά 'ρθω;
-Να, από ΄κει, απ' τον δρόμο.
-Δεν βλέπω κανέναν δρόμο.
-Εκεί είναι, ψάξε να τον βρεις.
-Μα, δεν βλέπω δρόμο.
-Ψαξε, βρε ευλογημένη, ψάξε και θα τον βρεις.
-Μα, αυτός ο δρόμος είναι δεκαπέντε πόντους, πώς θα περάσω; Όλο αγριοπούρναρα και αγκάθια. Θα σχίσω τα φορέματά μου, θα ματώσω τα ποδάρια μου.
-Α, κι εμείς από 'κει περάσαμε και ήρθαμε εδώ πάνω.»
Το πράγμα θέλει να πει ότι διά μέσου των θλίψεων, δια μέσου των στενοχωριών, διά μέσου του αίματος, ο άνθρωπος θ' ανέβει στον ουρανό. Με αμεριμνία και με άνεση, με αυτοκίνητο δεν πάμε, πάτερ, στον Παράδεισο. Θα δώσεις αίμα, να πάρεις πνεύμα.
Έξω αυτή η Γερόντισσα, να πούμε, δεν αναφέρω τ' όνομά της. Καρκίνο, εγχειρήσεις, τούτο, εκείνο, αυτό κι όμως προσευχομένη είδε την Παναγία στο θρόνο της. «Περάστε οι όσιοι», λέει. Όλοι οι όσιοι πέρασαν μπροστά σαν παρέλαση, στην Παναγία. «Περάστε οι μεγαλομάρτυρες».
Αυτή καθότανε εκεί, Γερόντισσα ήταν, Ηγουμένη. Και στο τέλος πήγε, έβαλε μετάνοια φίλησε το χέρι της Παναγίας, ήταν ένα βελούδο! Και η Παναγία της είπε: «Υπομονή, υπομονή, υπομονή», και ξύπνησε, να πούμε. Δηλαδή αν θέλεις να είσαι μαθήτρια και μαθητής του Χριστού, θ' ανέβεις κι εσύ απάνω στο Σταυρό.
Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό. Υπομονή να χαρίσει. Αν κάνεις υπομονή θά 'χεις και λιγάκι μισθό, αν θά 'χεις απαλλαγή, δεν έχεις τίποτες, μισθό δεν έχεις.
Εγώ είχα μια ξαδέρφη, η οποία έπαθε το μυαλό της και υπέφερε, να πούμε. Περίπου μετά από είκοσι χρόνια πέθανε. Πιστεύσατέ με, την είδα μέσα στα τάγματα των αγγέλων· μαζί με τους αγγέλους υμνολογούσε την Αγία Τριάδα! Ακούτε; Λίγη υπομονή που έκανε στη λύπη, στη θλίψη. Δεν μπορούσε, είχε έτσι σαν μια παραλυσία και δεν μπορούσε ούτε τον εαυτό της να περιποιηθεί. Και εν τούτοις όμως την υπομονή που έκανε σ' αυτόν τον πειρασμό, που τον έδωσε ο Θεός βέβαια, και που την αξίωσε ο Θεός! Μέσα στα αγγελικά τάγματα, μέσα κι αυτή. Βρε, Βασιλική, λέω, τέτοια δόξα ηξιώθη! Υμνολογούσε μαζί με τους αγγέλους την Αγία Τριάδα.


Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης

 πηγή
hristospanagia3

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Στίς θλίψεις και στα παθήματα, στην υπομονή και στην πίστη, είναι κρυμμένες οι υποσχέσεις του Θεού.



1_i_m__metamorfosi_toy_Sotiros.jpg
Πρέπει να γνωρίζεις ότι μέσα στίς θλίψεις και στα παθήματα, στην υπομονή και στην πίστη, είναι κρυμμένες οι υποσχέσεις του Θεού, όπως επίσης και η δόξα και η απόκτηση των ουρανίων αγαθών.
Γιατί και το σιτάρι, που σπέρνεται στη γή, είναι ανάγκη πρώτα να δοθεί στη σήψη και στην ατιμία, φαινομενικά, και έτσι να απολαύσουμε την ομορφιά και τον πολλαπλάσιο καρπό του. Aν όμως δεν περνούσε από τη σήψη εκείνη και τη φαινομενική ατιμία, δεν θα έβγαζε καρπό. Αυτό λέει και ο Απόστολος: «Πρέπει να περάσουμε πολλές θλίψεις για να μπούμε στη βασιλεία του Θεού».
Kαι ο Kύριος λέει: «Mε την υπομονή σας, θα σώσετε τις ψυχές σας», και: «στόν κόσμο θα έχετε θλίψεις».
O Ιησούς, είναι η μοναδική ελπίδα μας. H ελπίδα του κόσμου ολοκλήρου.

Άγιος Μακάριος


Σάββατο 31 Μαΐου 2014

Την πίκρα μου τη μοιραζόμουν με το Θεό, γι’ αυτό και άντεχα

image010.jpg





Μια πολύ γλυκιά κυρία, μου διηγήθηκε τα παρακάτω:
-Τον άνδρα μου τον παντρεύτηκα με προξενιό. Όμως χωρίς να το ξέρω, εκείνος αγαπούσε και είχε χρόνια δεσμό με μια κοπέλα, που οι δικοί του δεν την ήθελαν, αλλά αυτός δεν έπαψε ποτέ να την αγαπά.

Παντρευτήκαμε. Η μέρα του γάμου ήταν πολύ όμορφη.
Όμως οι όμορφες μέρες ήταν μόνο τρεις. Από την τέταρτη μέρα και επί δέκα επτά χρόνια η ζωή μου δίπλα του ήταν μια κόλαση. Όταν τον ρώτησα γιατί μου φερόταν τόσο άσχημα, μου αποκάλυψε πως αγαπούσε άλλη γυναίκα κι όχι εμένα. Έπεσα από τα σύννεφα!

-Τότε γιατί με παντρεύτηκες;
-Γιατί με πίεσαν οι γονείς μου. Εκείνη, βλέπεις, δεν την ήθελαν.
-Και εγώ τι φταίω να μου φέρεσαι έτσι;
-Σήκω και φύγε, άμα δεν σου αρέσει.
-Που να πάω; Ντρέπομαι τα αδέλφια μου και τον κόσμο.
-Ε! Τότε κάτσε εδώ και βούλωστο.
Αυτή ήταν η απάντησή του. Μαζί κοιμόμασταν, όταν τσακωνόταν με την άλλη. Ωστόσο έμεινα έγκυος!
Μόλις του το είπα, έγινε θηρίο έτοιμο να με κατασπαράξει! Μου ζήτησε να το ρίξω. Εγώ όμως, δεν το κάνα. Για κανέναν και για τίποτε δεν θα σκότωνα το παιδί μου. Μ' αυτόν τον τρόπο γέννησα τρία κορίτσια.

-Εργάζεστε;

-Ναι! Έχω δικό μου κομμωτήριο. Ποτέ όμως οι πελάτισσές μου δεν με είδαν κλαμένη ή πικραμένη. Ούτε και τα παιδιά μου. Την πίκρα μου την έκρυβα βαθιά μες' στην ψυχή μου, τη μοιραζόμουν μόνο με τον Θεό. Ξέρεις τι σημαίνει να κοιμάσαι με τον άνδρα σου, όποτε τσακώνεται με τη φιλενάδα του;
-Δεν το έχω ζήσει, όμως μπορώ να σε καταλάβω. Καλά, αυτή δεν βρήκε κάποιον να παντρευτεί, να κάνει οικογένεια;

-Παντρεύτηκε, έχει και δύο παιδιά. Αλλά με τον άνδρα μου δεν χώρισαν ποτέ.
-Ο άνδρας της δεν το έχει καταλάβει;
-Δεν ξέρω.
-Τα παιδιά σας δεν έχουν καταλάβει τίποτε;
-Όχι! Πάντα τον δικαιολογούσα, τον κάλυπτα. Αλλά και ποτέ δεν μαλώσαμε. Γιατί ποτέ δεν τον ρώτησα ούτε πού ήταν ούτε γιατί άργησε ούτε αν ήταν με αυτήν. Τίποτα! Όποια ώρα κι αν ερχόταν, αν ήταν μπροστά τα παιδιά, του έλεγα: Καλώς τον Δημητράκη! Και ετοίμαζα το τραπέζι για να φάει.
-Πώς το άντεχες αυτό;
-Δεν μπορούσα να κάνω κι αλλιώς. Έπρεπε να δώσω το καλό παράδειγμα στα παιδιά μου. Ήθελα να μάθουν την αξία του σεβασμού, την αξία της αγάπης, την αξία της υπομονής.
-Και, δόξα τω Θεώ, εσύ διαθέτεις πολλή υπομονή.
Εδώ χαμογέλασε. Συνέχισα:
-Τα παιδιά σου, ποιος σου τα κρατούσε, τις ώρες που εσύ εργαζόσουν;
-Η μητέρα μου. Και ξέρεις πώς τους περνούσα τα μηνύματα για οτιδήποτε ήθελα να αποφύγουν;
-Πώς;
-Τους τα έγραφα σε κασέτα. Από τον καιρό που ήταν μωρά, έγραφα κάθε μέρα κάτι στην κασέτα, την έδινα στη μητέρα μου και της έλεγα να τους βάζει να την ακούνε. Έτσι δεν ένιωθαν πολύ την απουσία μου.

Αυτό γινόταν επί δεκαεπτά χρόνια. Ό,τι μήνυμα ήθελα να τους περάσω, το παρουσίαζα πως το είχα ακούσει στο κομμωτήριο. Για τα ναρκωτικά, ας πούμε, τους έλεγα πως είχε έρθει μία πελάτισσα στο μαγαζί, που ήταν πολύ πικραμένη, γιατί το παιδί της είχε μπλέξει με κάποιους φίλους, που τον παρέσυραν στα ναρκωτικά ... ή άλλοτε πως γνώρισα κάποιο κορίτσι, που έμπλεξε με κάποιο αγόρι και έμεινε έγκυος και από την ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη τής προέκυψαν πολλά δυσεπίλυτα προβλήματα.

Όταν μεγάλωσαν, δεν πήγαιναν στη γιαγιά τους, αλλά προτιμούσαν να καθίσουν σπίτι να διαβάσουν. Τους έλεγα πως, όταν έρθει ο πατερούλης, έπρεπε να του σερβίρουν το φαγητό, να τον περιποιούνται, αφού εκείνος αγωνίζεται για μας, γιατί μας αγαπάει πολύ. Έτσι, κάθε μέρα γυρίζοντας από το σχολείο, θα έβαζαν πρώτα να ακούσουν το μήνυμα της μαμάς.
-Συγγνώμη. Όλα αυτά πώς τα άντεχες;
-Σου είπα: Την πίκρα μου τη μοιραζόμουν με το Θεό, γι' αυτό και άντεχα. Αν συζητούσα με κάποια φίλη τα προβλήματά μου, σίγουρα θα είχα χωρίσει. Άκου τη συνέχεια, για να δεις την κατάληξη.
-Είμαι όλη αφτιά! Ακούω.

-Λοιπόν! Επί δεκαεπτά χρόνια, διακοπές πήγαινα μόνη με τα παιδιά μου. Εκείνος δεν ήρθε ποτέ, με όσα παρακάλια κι αν του έκαναν τα παιδιά. Μια χρονιά, γυρνώντας από τις διακοπές μας, βρήκα μια κασέτα στο κομοδίνο μου, που έγραφε πάνω «Σ' αγαπώ». Παραξενεύτηκα! Τι κασέτα ήταν αυτή; Σκέφθηκα πως θα ήταν για τη φιλενάδα του. Όταν το βράδυ κοιμήθηκαν τα παιδιά, έβαλα να την ακούσω.
Εδώ γέλασε.


-Γιατί γελάτε; τη ρώτησα περίεργα.
-Γιατί η κασέτα ήταν γραμμένη από τον άνδρα μου για μένα!
-Τι έλεγε η κασέτα;
-Πριν σου πω τι έλεγε η κασέτα, θα σου πω τι έκανε πριν.
-Τι έκανε;
-Είχε μαλώσει άσχημα με τη φιλενάδα του και χώρισαν. Πήγε σπίτι και κατευθύνθηκε προς το δωμάτιο των παιδιών. Γνώριζε πως τους γράφω κασέτες, πήρε μια στην τύχη και την άκουσε. Κι ύστερα κι άλλες ... Έτσι άκουσε τι έλεγα στα παιδιά και συγκινήθηκε. Πήρε λοιπόν και αυτός μια κασέτα και μου έγραψε:

«Συγχώρεσε με για ότι σου έχω κάνει. Τώρα καταλαβαίνω πόσο πολύ σ' έχω πληγώσει, πόσο πολύ σ' έχω ταπεινώσει. Και εσύ ούτε μία άσχημη κουβέντα δεν είπες ποτέ, πάντα τρυφερή και γλυκιά μαζί μου. Άκουσα μερικές κασέτες σου, που μιλάς στα παιδιά μας. Δεν με κατηγόρησες ποτέ. Μόνο καλά λόγια έβγαιναν από τα χείλη σου. Τώρα κατάλαβα γιατί μ' αγαπούν τόσο πολύ τα παιδιά μας. Σε παρακαλώ, συγχώρεσε με, και σου υπόσχομαι, ότι σου στέρησα όλα αυτά τα χρόνια, να σου τα δώσω απλόχερα από εδώ και πέρα. Θα είσαι η βασίλισσα της καρδιάς μου. Σε παρακαλώ, συγχώρεσε με. Αυτή την ώρα που σου μιλάω, πίστεψέ με πως αισθάνομαι πολλή αγάπη για σένα, μου λείπεις. Σ' αγαπώ».

Ακούγοντάς τα όλα αυτά, ένιωσα όμορφα, δυσκολευόμουν όμως να τα πιστέψω. Στη σκέψη μου ήρθαν, σαν κινηματογραφική ταινία, όσα μου έκανε και όσα μου έλεγε. Έτσι με πήρε ο ύπνος.

Όταν γύρισε το βράδυ, τον άκουσα, μα δεν σηκώθηκα, όπως έκανα πάντα, για να του βάλω φαγητό. Έκανα πως κοιμόμουν. Εκείνος ήρθε και ξάπλωσε δίπλα μου, σιγά-σιγά, για να μη με ξυπνήσει και με πήρε αγκαλιά, για πρώτη φορά στα δεκαεπτά μας χρόνια. Και όχι μια απλή αγκαλιά, αλλά πολύ τρυφερή ... Με φίλησε απαλά στην πλάτη και ψιθύρισε: «Συγχώρεσε με, σ' αγαπώ!»

Από εκείνη την βραδιά η ζωή μου άλλαξε τελείως. Ο Δημήτρης έγινε άλλος άνθρωπος ... Τρυφερός, στοργικός, δεν μου χάλασε ποτέ χατίρι. Με λίγα λόγια γίναμε οικογένεια.

Να ξέρεις πως στη ζωή, όταν αγωνίζεσαι, θα χάνεις μάχες, μα στο τέλος τον πόλεμο εσύ θα τον κερδίσεις.
Και κάτι άλλο: Χωρίς πίστη στον Θεό, δεν έχεις όπλα να παλέψεις!


πηγή
agioritikovima

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2011

Τα επτά στεφάνια.

20597.jpg
Ήταν ένας Γέροντας στη Θηβαϊδα που έμενε σ΄ ένα σπήλαιο και είχε έναν υποτακτικό μαθητευόμενο. Συνήθιζε ο Γέροντας κάθε βράδυ να του δίνει ωφέλιμες συμβουλές και μετά από τη νουθεσία, έκανε προσευχή και τον έστελνε να κοιμηθεί. Κάποτε συνέβη μερικοί ευλαβείς λαϊκοί, επειδή γνώριζαν τη μεγάλη άσκηση του Γέροντα, να τους επισκεφθούν και να προσφέρουν σ΄ αυτούς κάποιο φαγητό να φάνε. Αφού έφυγαν αυτοί, κάθισε πάλι ο Γέροντας το βραδάκι, όπως το συνήθιζε, και νουθετούσε τον αδελφό.
Την ώρα όμως που του μιλούσε, τον πήρε ο ύπνος. Και ο αδελφός έμεινε κοντά του, έως ότου ξυπνήσει και του κάνει την ευχή. Καθώς λοιπόν καθόταν πολλή ώρα και ο Γέροντας δεν ξυπνούσε, ενοχλήθηκε από τους λογισμούς του να πάει να κοιμηθεί χωρίς να του κάνει την απόλυση. Αλλά βίασε τον εαυτό του και αντιστάθηκε στον λογισμό και παρέμεινε. Πάλι όμως ενοχλήθηκε και δεν έφυγε.
Κατά τον ίδιο τρόπο ενοχλήθηκε επτά φορές και αντιστάθηκε στον λογισμό. Αργότερα, αφού είχε προχωρήσει η νύκτα, ξύπνησε ο Γέροντας και τον βρήκε να κάθεται δίπλα του και του λέει:

-Δεν έφυγες μέχρι αυτή την ώρα; Κι εκείνος είπε:

-Όχι, αββά, γιατί δεν μου ΄κανες απόλυση.

-Και γιατί -τον ρωτάει ο Γέροντας- δεν με ξύπνησες;

-Δεν τόλμησα -απαντά ο μαθητής- να σε σκουντήσω για να μη σου διακόψω τον ύπνο.

Σηκώθηκαν ευθύς, άρχισαν τον όρθρο και όταν τελείωσε η ακολουθία, απέλυσε τον αδελφό ο Γέροντας. Και την ώρα που καθόταν μόνος, ήρθε σε έκσταση και βλέπει κάποιον να του δείχνει έναν τόπο λαμπρό στον οποίο υπήρχε ένας θρόνος και επάνω στον θρόνο ήταν τοποθετημένα επτά στεφάνια.

Και ρώτησε αυτόν που του τα έδειχνε:

-Τίνος είναι αυτά;Κι εκείνος είπε:

-Του μαθητή σου. Τον τόπο και τον θρόνο του τα χάρισε ο Θεός για την υπακοή του. Και τα επτά στεφάνια τα κέρδισε αυτή τη νύκτα.

Απόρησε ο Γέροντας γι αυτό που άκουσε και γεμάτος από δέος καλεί τον αδελφό και του λέει:

-Πες μου, τι έκανες τη νύκτα αυτή;

-Συγχώρα με, αββά -απάντησε εκείνος- δεν έκανα τίποτε.

Ο Γέροντας νομίζοντας ότι από ταπεινοφροσύνη δεν ομολογεί, του είπε:

-Δεν θα σ΄ αφήσω να φύγεις, εάν δεν μου πεις τι έκανες ή τι σκέφτηκες τη νύκτα αυτή.

Αλλά ο αδελφός επειδή γνώριζε καλά ότι τίποτε δεν έχει κάνει, δεν είχε τι να πει.

Και λέει στον πατέρα:

-Αββά, δεν έκανα τίποτε, παρά μόνο ότι ενοχλήθηκα από λογισμούς επτά φορές

να φύγω χωρίς να μου κάνεις την απόλυση, αλλά δεν έφυγα.

Όταν τ΄ άκουσε αυτό ο Γέροντας, κατάλαβε ότι κάθε φορά που πάλευε και νικούσε τον λογισμό του, κέρδιζε ένα στεφάνι από τον Θεό. Στον αδελφό βέβαια δεν είπε τίποτε, αλλά τα διηγήθηκε αυτά σε ανθρώπους πνευματικούς χάριν ωφελείας, για να γνωρίζουμε ότι και για λογισμούς πού δεν έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα ο Θεός μας στεφανώνει.

Καλό λοιπόν είναι να βιάζουμε πάντοτε τον εαυτό μας από αγάπη για τον Θεό.

Γιατί η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται και την αρπάζουν αυτοί που αγωνίζονται

Πηγή: Μέγα Γεροντικό Β', Ζ'

Τετάρτη 11 Αυγούστου 2010

Αλλο είναι ή υπομονή και άλλο ή ανοχή

imm002_2.jpg




- Γέροντα, χθες είπατε ότι άλλο είναι ή υπομονή και άλλο ή ανοχή. Τί εννοούσατε;
- Υπομονή δέν είναι το νά ανέχομαι τόν άλλον. Όταν λέω ότι ανέχομαι τόν άλλον, είναι σάν  νά  λέω:  Ό  άλλος  είναι  χάλια,  εγώ  είμαι  καλά,  και  τόν  ανέχομαι. 
Ή  πραγματική υπομονή είναι  νά αισθάνομαι ενοχή  γιά  τήν κατάσταση του  και  νά  τόν πονάω.
Αυτό  έχει πολλή ταπείνωση και αγάπη, και τότε δέχομαι τήν Χάρη του Θεού και βοηθιέται και ό άλλος.
Άν δω, ας υποθέσουμε, κάποιον κουτσό ή κουφό ή ναρκομανή, πρέπει νά σκεφθώ: άν ήμουν εγώ  σε  καλή  πνευματική  κατάσταση,  θά παρακαλούσα  τόν  Θεό  και  θά  τόν  έκανε  καλά, γιατί  ό  Χριστός  είπε: θά σας δώσω δύναμη νά  κάνετε μεγαλύτερα θαύματα από μένα, οπότε έρχεται ό πόνος, ή αγάπη γιά τόν άλλον.
Ενώ, άν πώ: ε, τί νά τόν κάνω, ανάπηρος είναι, ας καθήσω λίγο κοντά του θά εχω άλλωστε και τόν μισθό μου, τότε ανέχομαι τόν άλλον και δικαιολογώ τόν εαυτό μου ότι έκανα τό καθήκον μου.

Πατήρ Παϊσιος

Τρίτη 6 Απριλίου 2010

Τι πρέπει να γίνεται, όταν η ανώτερη λογική θέλησις φαίνεται νικημένη

25254_112232775459211_100000174666109_282883_1060317_n.jpg

Αν καμία φορά σκεφθείς ότι η λογική σου θέλησις δεν μπορεί να αντισταθή ποτέ καθόλου στην παράλογη επιθυμία και στους εχθρούς που σε πολεμούνε, επειδή και δεν αισθάνεσαι να έχης μία προθυμία ζωντανή εναντίον τους"συ όμως, να παραμείνεις, αδελφέ μου, σταθερός και μην εγκαταλείψεις τον πόλεμο, γιατί θα θεωρήσει ως νικητής, εφόσον δεν βλέπεις φανερά νικημένο τον εαυτό σου. Διότι όπως η ανώτερη θέλησή μας δεν έχει ανάγκη από τις κατώτερες επιθυμίες, για να προσβάλλει τις πράξεις της, έτσι αν αυτή η ίδια δεν θέλει, δεν μπορεί να πιεσθεί ποτέ και να νικηθεί από αυτές με όσο σκληρό πόλεμο και αν της κάνουν. Γιατί, ο Θεός χάρισε στη θέληση μας τόση ελευθερία και δύναμη, ώστε και αν όλες οι αισθήσεις, και όλοι οι δαίμονες και όλος ο κόσμος μαζί οπλισθούν εναντίον της και την πολεμούν δυνατά, παρόλα αυτά, μπορεί η θέληση μας με κάθε ελευθερία, να τα περιφρονήσει και να θέλει εκείνο, που θέλει, ή να μη θέλει εκείνο, που δεν θέλει και όσες φορές θέλει και για το σκοπό εκείνο που της αρέσει καλύτερα.
Εάν δε και καμιά φορά οι νοητοί εχθροί και η παράλογή σου επιθυμία, τόσο δυνατά σε πολεμούνε και σε καταπιέζουν, ώστε αποδυναμωμένος, δεν μπορείς να κάνεις εναντίον τους κανένα έργο πνευματικό για να βοηθηθής, σου λέω, να μη δειλιάσης ούτε σε αυτή την περίπτωσι, ούτε να ρίξης στη γη τα άρματα"αλλά χρησιμοποίησε αυτό το όχημα, εναντίον αυτών και λέγε προς τους εχθρούς"«δεν υποχωρώ από τον πόλεμο, δεν θα σάς αφήσω ούτε τώρα απλήγωτους». «Ο Κύριος είναι το φως και η σωτηρία μου, ποιόν θα φοβηθώ; Ο Κύριος το καταφύγιο της ζωής μου, από ποιόν θα πανικοβληθώ;» (Ψαλμ. 26,1). «Εγώ στο όνομά του θα εξουθενώσω τους εχθρούς μου» (Ψαλμ. 43,7)"και αν τώρα δυναμωθής, αλλά πάλι νικηθής, όπως γράφτηκε"«Όσο και αν συνασπίζεσθε, θα συντριβήτε"εξοπλισθήτε όσο θέλετε, πάλι θα συντριβήτε» (Ησ. 8,9).
Οπότε όπως κάνει εκείνος που έχει εναντίον του τον εχθρό και τον καταδυναστεύει"ο οποίος, μη μπορώντας να τον χτυπήση κατευθείαν, τον χτυπά πλάγια και δοκιμάζει να κάνη ένα πήδημα παραπίσω, για να μπορέση να τον πληγώση και κατ ευθείαν έτσι κάνε και συ"μάζεψε τους λογισμούς σου μέσα στον εαυτό σου και σκέψου ότι δεν έχεις καμμία δύναμι και έτσι καταφεύγοντας στο Θεό, που μπορεί τα πάντα, κάλεσέ τον με θερμή ελπίδα και δάκρυα, ενάντια στο πάθος που σε πολεμεί, λέγοντας"«Κύριε, βοήθησέ με"Θεέ μου, Θεέ μου, βοήθησέ με"Ιησού μου, βοήθησέ με"πολέμισε τους πολεμούντάς με"πάρε ασπίδα και όπλο και έλα βοήθησέ με» (Ψαλμ. 34,1). «Θεοτόκε Παρθένε, βοήθησέ με, για να μην αφήσω τον εχθρό να με νικήση».
Εάν δε το πάθος και ο εχθρός σου δίνη χρόνο, μπορείς ακόμη να βοηθήσης την αδυναμία της θελήσεώς σου κατά του πάθους, με τους στοχασμούς και αυτές τις ασκήσεις. Παραδείγματος χάριν, όταν εσύ πέσης σε καμία δυσκολία ή άλλη κάποια τιμωρία και η επιθυμία σου δεν μπορή ή δεν θέλη να την υπομείνη, βοήθησέ την με αυτά.
Α΄. Σκέψου, ότι η δοκιμασία αυτή που υποφέρεις, πρέπει να την πάθης άξια, γιατί εσύ έδωσες την αφορμή και με κάθε δίκαιο χρωστάς να υποφέρης εκείνην την πληγή, που εσύ με τα χέρια σου έδωσες στον εαυτό σου.
Β΄. Εάν εσύ δεν έχης στη δοκιμασία αυτή κανένα φταίξιμο, γύρισε τον λογισμό σου στα πολλά άλλα και μεγάλα σου σφάλματα και σκέψου, Πως γι αυτά δεν σου έδωσε ακόμη ο Θεός την τιμωρίαν που σου αρμόζει, αλλά ούτε εσύ τα σωφρόνισες καθώς πρέπει"οπότε η ευσπλαγχνία του Θεού σε ελέησε και για να μη βασανισθής αιώνια, σου έστειλε την προσωρινή αυτή δοκιμασία"και λοιπόν πρέπει να τη δεχθής με χαρά και ευχαριστία.
Γ. Σκέψου, ότι αν και πρόλαβες και έκανες αρκετό κανόνα για τα αμαρτήματά σου εκείνα με τα οποία λύπησες την μεγαλειότητα του Θεού (το οποίο δεν πρέπει ποτέ να σκεφθής)"σκέψου όμως Πως στην βασιλεία των ουρανών δεν μπαίνει κανείς άλλος, παρά μέσα από την στενή πύλη των δοκιμασιών και των θλίψεων. «Πρέπει να περάσουμε από πολλές θλίψεις για να μπούμε στην Βασιλεία του Θεού» (Πράξ. 14,21).
Δ΄. Ότι αν και συ μπορείς να μπής σε αυτή την βασιλεία μέσα από άλλο δρόμο, δηλαδή μέσα από την αγάπη του Θεού, όμως αυτό δεν πρέπει ούτε καν να το σκεφθής"επειδή και ο Υιος του Θεού με όλους του τους φίλους, μπήκε σε αυτή μέσα από αγκάθια και σταυρούς.
Ε. Σκέψου Πως αυτή η δοκιμασία που υποφέρεις, είναι κατά το θέλημα του Θεού (το οποίο πρέπει να σκέφτεσαι στην αρχή κάθε σου πράξεως και θλίψεως που θα σου συμβαίνη, όπως σου είπα πιο πριν, στο ι΄ και ια΄ κεφάλαιο, δηλαδή το να θέλης να γίνεται σε κάθε σου έργο και σε κάθε άλλο γεγονός το θέλημα του Θεού), ο οποίος για την αγάπη που σου έχει, ευχαριστιέται και χαίρεται να σε βλέπη να υποφέρης ως πιστός του και γενναίος πολεμιστής.
Λοιπόν και συ για να ανταποκριθής σε αυτή του την αγάπη, όσο είναι άδικη και βαριά η δοκιμασία που υποφέρεις, τόσο αγωνίσου να την υπομένης με ευχαριστία. Γιατί κάνοντας έτσι, φαίνεσαι Πως υπομένεις στην πράξι και αγαπάς και σε αυτά ακόμη τα σκληρότατα βασανιστήρια μόνον την θεία του θέλησι, για την οποία και κοντά στην οποία, κάθε τι πικρό φαίνεται γλυκό και κάθε άτακτο έχει τάξι και κανόνα τέλειο.