Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χριστιανοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα χριστιανοί. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2024

Όλες οι αρετές και όλα τα πάθη καλλιεργούνται. Εξαρτάται από το τί εργασία θα κάνη ο άνθρωπος.



-Γέροντα, μπορεί κάποιος να είναι εκ φύσεως ενάρετος; 

-Μπορεί κάποιος από την φύση του να είναι, ας υποθέσουμε ,απλός, φιλήσυχος, πράος. Αυτά όμως είναι φυσικά χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός και πρέπει να τα καλλιεργήση, για να τα αυξήση. Με τον αγώνα που θα κάνη θα λάβη τα πνευματικά χαρίσματα, τα χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος.

-Γέροντα, η σύνεση είναι χάρισμα από τον Θεό ή είναι αρετή που αποκτιέται σιγά-σιγά με την πνευματική εργασία που κάνει κανείς;

-Κοίταξε να σου πω: Η σύνεση είναι χάρισμα, αλλά ας πούμε ότι εσύ δεν έχεις αυτό το χάρισμα έχεις όμως κάποιο άλλο. Καλλιεργώντας το χάρισμα που έχεις, καλλιεργείς κοντά σ' αυτό και την σύνεση και άλλες αρετές, κι έτσι αναπληρώνεις τις αρετές που σου λείπουν. Όταν κανείς αγωνίζεται λ.χ. στην εγκράτεια, συγχρόνως καλλιεργεί την σιωπή, την προσοχή, την προσευχή, την σύνεση κ.λπ.

Όλες οι αρετές και όλα τα πάθη καλλιεργούνται. Εξαρτάται από το τί εργασία θα κάνη ο άνθρωπος.

Αν καλλιεργήση τα πάθη, αναπτύσσονται τα πάθη και πνίγουν τις αρετές. Αν καλλιεργήση και τα δύο, αναπτύσσονται και τα δύο, και βγαίνει ένα μπερδεμένο πράγμα. Για να το καταλάβετε αυτό, σκεφθήτε έναν κήπο που έχει μέσα και λουλούδια και αγριόχορτα. Αν καλλιεργηθούν τα αγριόχορτα, θα αναπτυχθούν και θα πνίξουν τα λουλούδια. Αν καλλιεργηθούν τα λουλούδια, θα αναπτυχθούν και θα πνίξουν τα αγριόχορτα. Αν καλλιεργηθούν όλα μαζί, δεν θα ξεχωρίζης τα λουλούδια από τα αγριόχορτα.

Για να προκόψη ο άνθρωπος, πρέπει να αναγνωρίση τα πάθη που έχει και να καταβάλη προσπάθεια για να τα κόψη. Επίσης, να γνωρίση τα χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός και να τα καλλιεργήση. Αν τα καλλιεργήση ταπεινά, σύντομα θα πλουτίση πνευματικά. Αν δουλέψη κανείς πνευματικά, γίνεται καλός αν αδιαφορήση, γίνεται κακός.

Έχω δει ψυχές που, ενώ το χωράφι τους ήταν γόνιμο, το άφησαν ακαλλιέργητο και γέμισε παλιούρια και πουρνάρια. Και άλλες ψυχές που το χωράφι τους ήταν γεμάτο παλιούρια και πουρνάρια, τα ξερρίζωσαν, το έσκαψαν και έγινε εύφορο. Τί μας ωφελεί ,αν ο Θεός μας έδωσε καλό χωράφι κι εμείς το αφήσαμε κι έγινε ρουμάνι; Όταν στο χωράφι μας μπορεί να ευδοκιμήση το ζαχαροκάλαμο, αλλά εμείς είμαστε ευχαριστημένοι και με τα καλέμια και δεν φροντίζουμε να τα ξερριζώσουμε και να καλλιεργήσουμε τα ζαχαροκάλαμα, τί να μας κάνη ο Θεός; Τα καλάμια μόνον καλάθια γίνονται ζάχαρη δεν βγάζουν ...;

Ο Θεός θα ζητήση λόγο από τον καθέναν μας ,εάν διπλασίασε το χάρισμα που του έδωσε. Εάν σε κάποιον έδωσε πέντε χαρίσματα , πρέπει να τα κάνη δέκα το εννιά δεν είναι γι' αυτόν άριστα. Γι' αυτό, όσο μπορεί κανείς, να αγωνίζεται ταπεινά και με διάκριση για το άριστα, γιατί ο Θεός θα ζητήση λόγο εάν το ένα τάλαντο το έκανε δύο, ένα τα δύο τα έκανε τέσσερα, εάν τα πέντε τα έκανε δέκα.

Επομένως όλα, εάν διπλασιαστούν, είναι για τον Θεό το άριστα. Και εάν κάποιος ,από φιλότιμο και όχι από εγωισμό, το ένα τάλαντο το κάνη δέκα, αυτό συγκινεί όχι μόνο τον θεό αλλά ακόμη και ανθρώπους που έχουν γρανιτένια καρδιά.

Από το βιβλίο: «ΠΑΘΗ ΚΑΙ ΑΡΕΤΕΣ» ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Ε΄


Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2024

Ο Θεός ζητάει μόνο θερμότητα καρδιάς και αγνότητα ψυχής.


Ας μην παραλείπουμε να συμμετέχου­με στο πασχάλιο δείπνο της ευχαριστιακής συνάξεως, που γίνεται τακτικά στο ναό, αλλά και σε κάθε εκκλη­σιαστική ακολουθία, αν είναι δυνατόν.
"Μα έχω τόσες φροντίδες και ασχολίες!", θα μου πεις. Γι' αυτό ακρι­βώς έλα στο ναό, για να ελκύσεις με την εδώ παρουσία σου την εύνοια του Θεού, κι έτσι να φύγεις ασφαλισμένος· για να Τον έχεις βοηθό στις υποθέσεις σου, κι έτσι να γίνεις ακατανίκητος από τους δαίμονες και τους μοχθηρούς ανθρώπους. Γιατί, συμμετέχοντας στη θεία λειτουργία και στην κοινή λατρεία, θα ενισχυ­θείς από τον παντοδύναμο Θεό, θα πάρεις τα δικά Του όπλα, κι έτσι ούτε ο διάβολος ούτε οι άνθρωποι θα μπορέσουν να σε βλάψουν.
Και μη μου πεις, ότι, καθώς είσαι συνέχεια απα­σχολημένος με τα προβλήματα της ζωής, δεν μπορείς να τρέχεις κάθε τόσο στην εκκλησία ούτε να προσεύ­χεσαι όλη μέρα. Στην εκκλησία, έστω, δεν μπορείς να πηγαίνεις.

Όπου κι αν βρίσκεσαι, όμως, μπορείς να στήσεις το θυσιαστήριό σου. Ούτε ο τόπος ούτε η ώρα σε εμποδίζουν. Κι αν δεν γονατίσεις, κι αν δεν κλά­ψεις, κι αν δεν υψώσεις τα χέρια σου στον ουρανό, η προσευχή σου θα είναι τέλεια, εφόσον θα έχεις διά­νοια θερμή.
Εσύ που βαδίζεις στο δρόμο, εσύ που βρίσκεσαι στην αγορά, εσύ που ταξιδεύεις στη θά­λασσα, εσύ που κάθεσαι στο εργαστήριό σου, εσύ που μαγειρεύεις στο σπίτι σου, εσύ που καλλιεργείς το χω­ράφι σου κι εσύ που σε κάποιαν άλλη εργασία κατα­γίνεσαι, όταν δεν μπορείτε να έρθετε στην εκκλησία, κάντε, εκεί που είστε, προσευχή εκτενή και προσεκτι­κή.
Ο Θεός δεν νοιάζεται για τον τόπο. Ζητάει μόνο θερμότητα καρδιάς και αγνότητα ψυχής. Να, και ο απόστολος Παύλος προσευχήθηκε όχι σε ναό όρθιος ή γονατιστός, αλλά μέσα σε φυλακή πεσμένος ανάσκελα, καθώς τα πόδια του ήταν σφιγμένα στην ξυλοπέδη.
Επειδή, όμως, προσευχήθηκε με θέρμη, αν και πε­σμένος, και τη φυλακή έσεισε και τα θεμέλια σάλεψε και το δεσμοφύλακα τράβηξε στην αληθινή πίστη μα­ζί με όλη την οικογένειά του (Πράξ. 16:25-35).

+ Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Δευτέρα 25 Νοεμβρίου 2024

Γιὰ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση. Αγιος Πορφύριος





Πρὸ ἐτῶν, ὅταν ὁ Γέροντας ὑπηρετοῦσε ἀκόμη στὴν Πολυκλινικὴ Ἀθηνῶν, μιὰ μέρα, καθὼς περπατοῦσε στὴν περιοχὴ τῆς Ὁμόνοιας μαζὶ μὲ δύο δικές του κοπέλες, πνευματικά του παιδιά, εἶδε ἀπὸ ἀπέναντι νὰ ἔρχεται μιὰ νεαρὴ μὲ προκλητικὴ ἐμφάνιση. Φοροῦσε τὸ γνωστὸ “σοῦπερ μίνι”, ποὺ ἦταν μόδα. Μόλις τὴν ἀντίκρισαν, λέει ὁ Γέροντας:

- Τι λέτε; Τί σκέπτεσθε; Τήν κατακρίνετε αὐτὴ τὴν κοπέλα;

- Ὄχι, Γέροντα, ἀπάντησαν αὐτές, γνωρίζοντας τὶς θέσεις του.

- Καλά κάνετε καὶ δὲν τὴν κατακρίνετε, είπε ὁ Γέροντας. Νά μὴν κρίνετε τοὺς ἀνθρώπους ἀπὸ τὴν ἐξωτερικὴ ἐμφάνιση. Αὐτὴ ἡ κοπέλα ποὺ βλέπετε ἔχει θαυμάσια ψυχή! Ἔχει δυναμισμὸ ψυχῆς. Αὐτὸ ποὺ κάνει τώρα, δηλαδὴ ποὺ προκαλεῖ, ὀφείλεται στὴ δύναμη τῆς ψυχῆς της. Φαντασθεῖτε τί θὰ γίνει ἂν αὐτὴ ἡ κοπέλα γνωρίσει τὸν Χριστό, ἐὰν μάθει ὅλα ὅσα ἐσεῖς ξέρετε. Τότε ἀσφαλῶς θὰ φθάσει πολὺ ψηλά!

Αὐτὸς ἦταν ὁ τρόπος τῆς συμβουλευτικῆς καὶ τῆς παιδαγωγικῆς τοῦ πατρὸς Πορφυρίου. Καθοδηγοῦσε τοὺς ἀδελφοὺς βιωματικὰ καὶ ἐποπτικά.

Ἦρθαν στὸν Γέροντα μὲ ἄσεμνη ἐμφάνιση

Μιὰ ἡμέρα, ποὺ πῆγα στὸν Γέροντα, συνάντησα ἐκεῖ κάποιες κοπέλες, ποὺ εἶχαν πάει κι αὐτὲς νὰ τὸν δοῦν. Ἦταν, ὅμως, ἄσεμνα ντυμένες. Κουβέντιαζε, λοιπόν, μαζί τους ὁ Γέρων Πορφύριος γιὰ διάφορα πνευματικὰ θέματα, ἀλλὰ δὲν τοὺς ἔκανε καμία παρατήρηση γιὰ τὴν ἐμφάνισή τους. Ἐγώ, ὁμολογουμένως, ἀγανάκτησα ἐσωτερικὰ μ’ αὐτὲς τὶς κοπέλες, ποὺ πῆγαν σ’ ἕνα τέτοιο ἅγιο Γέροντα ντυμένες κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ἀλλὰ σκανδαλίσθηκα καὶ ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ γέρων Πορφύριος δὲν τοὺς ἔκανε παρατήρηση.

Ὅταν ἔφυγαν οἱ κοπέλες, χαμογελώντας μοῦ εἶπε: “Κύριε τάδε, ἐγὼ δὲν εἶμαι αὐστηρός, ὅπως εἶσαι ἐσύ”. Βέβαια, ἀμέσως κατάλαβα ὅτι εἶχε συλλάβει τὴ σκέψη μου καὶ τὸν σκανδαλισμό μου. Ὅμως, τὸν ρώτησα: “Γιατί τὸ λέτε αὐτό, Γέροντα;”. Μοῦ εἶπε τότε: “Ἦρθαν αὐτὲς οἱ κοπέλες ἐδῶ μ’ αὐτὴ τὴν ἐμφάνιση καὶ δὲν τοὺς ἔκανα παρατήρηση. Ἐγὼ ἔχω μιὰ ἄλλη τακτική. Διότι, ἀκόμη κι ὰν τοὺς μιλοῦσα γιὰ τὴν ἐμφάνισή τους, ἀφοῦ δὲν ἔχουν πίστη στὸν Χριστό, δὲ θὰ συμμορφώνονταν. Προσπαθῶ πρῶτα νὰ τὶς φέρω στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καί, τότε, μόνες τους θὰ καταλάβουν τὸ λάθος τους καὶ θὰ διορθωθοῦν”.

Ἀνθολόγιο Συμβουλῶν Γέροντος Πορφυρίου

Πέμπτη 21 Νοεμβρίου 2024

Όσο μεγάλος είσαι, τόσο να ταπεινώνεσαι. Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου

  


Να σου πω πόσο μεγάλο καλό είναι η ταπεινοφροσύνη και πόσο κακό η υπερηφάνεια; Ένας αμαρτωλός νίκησε ένα δίκαιο, ο τελώνης τον Φαρισαίο, και τα λόγια νίκησαν τα έργα.Πώς νίκησαν τα λόγια; Ο τελώνης λέγει: «Ο Θεός, λυπήσου με τον αμαρτωλό» (Λουκ. 18,13). Ο Φαρισαίος λέγει: «Δεν είμαι όπως ακριβώς οι άλλοι άνθρωποι…». Αλλά τι: «Νηστεύω δυο φορές την εβδομάδα, δίνω στο ναό το ένα δέκατο από όλα τα εισοδήματά μου» (Λουκ. 18, 11-12). Ο Φαρισαίος παρουσίασε έργα δικαιοσύνης, ο τελώνης είπε λόγια ταπεινοφροσύνης και τα λόγια νίκησαν τα έργα και ο τόσο μεγάλος θησαυρός εξανεμίσθηκε και η τόσο μεγάλη φτώχεια μεταβλήθηκε σε πλούτο.

Ήρθαν δύο πλοία που είχαν φορτίο, μπήκαν και τα δύο στο λιμάνι, αλλά ο τελώνης άρραξε καλά στο λιμάνι, ενώ ο Φαρισαίος έπαθε ναυάγιο.

Είσαι δίκαιος; Να μην ταπεινώνεις τον αδελφό σου. Έχεις άφθονα κατορθώματα; Να μη χλευάζεις τον πλησίον σου και μειώνεις το εγκώμιό σου. Και να προσέχεις τα λόγιά σου, αγαπητέ μου.

Περισσότερο οφείλει ο δίκαιος να φοβάται την υπερηφάνεια, παρά ο αμαρτωλός. Αυτό το είπα και χθες, το λέω και σήμερα για εκείνους που έλειπαν χθες. Διότι ο αμαρτωλός αναγκαστικά έχει τη συνείδησή του ταπεινή, ενώ ο δίκαιος καυχιέται για τα κατορθώματά του. Όπως, ακριβώς, και στα πλοία, εκείνα που έχουν άδειο πλοίο, δεν φοβούνται την επίθεση των πειρατών, διότι δεν έρχονται να διαρρήξουν το πλοίο που δεν έχει τίποτα, ενώ εκείνοι που έχουν πλοίο που δεν έχει τίποτα, ενώ εκείνοι που έχουν πλοίο γεμάτο με φορτίο, φοβούνται τους πειρατές. Διότι ο πειρατής πηγαίνει εκεί που υπάρχει χρυσάφι, όπου υπάρχει ασήμι, όπου υπάρχουν πολύτιμα πετράδια. Έτσι και ο διάβολος, δεν απειλεί εύκολα τον αμαρτωλό, αλλά τον δίκαιο, όπου υπάρχει πλούτος πολύς. Επειδή πολλές φορές η υπερηφάνεια προέρχεται από την εχθρότητα του διαβόλου, είναι απαραίτητο να είμαστε προσεκτικοί.

Όσο μεγάλος είσαι, τόσο πιο πολύ να ταπεινώνεις τον εαυτό σου. Όταν ανεβείς ψηλά, έχεις ανάγκη να ασφαλισθείς να μη πέσεις. Γι’ αυτό και ο Κύριος μας λέγει: «Όταν κάνετε όλα όσα διαταχθήκατε να λέτε ότι είμαστε άχρηστοι δούλοι» (Λουκ. 17, 18). Γιατί υπερηφανεύεσαι αφού είσαι άνθρωπος, συγγενής της γης, ομοούσιος με τη στάχτη, και στη φύση και στη γνώμη και στη προαίρεση των πραγμάτων; Σήμερα είσαι πλούσιος, αύριο φτωχός, σήμερα υγιής, αύριον άρρωστος, σήμερα χαρούμενος, αύριο λυπημένος, σήμερα σε δόξα, αύριο σε ατιμία, σήμερα νέος, αύριο γέρος. Μήπως στέκεται τίποτα από τα ανθρώπινα σταθερό; Δεν μιμείται το δρόμο των ρευμάτων των ποταμών; Μόλις, δηλαδή, φαίνεται μάς εγκαταλείπει πιο γρήγορα και από τη σκιά. Γιατί, λοιπόν, υπερηφανεύεσαι άνθρωπε, ο καπνός, η ματαιότητα; Διότι ο άνθρωπος είναι όμοιος με τη ματαιότητα. Οι μέρες του είναι σαν του χορταριού. Ξηραίνεται το χορτάρι και πέφτει το άνθος του. Αυτά τα λέω, όχι για να ξευτελίσω την ουσία, αλλά να χαλιναγωγήσω την υπερηφάνεια. Διότι πράγματι ο άνθρωπος είναι κάτι μεγάλο και μάλιστα ο σπλαχνικός άνθρωπος.

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος

Τρίτη 19 Νοεμβρίου 2024

Λες, με βρήκαν συμφορές!

 


Λες. Με βρήκαν συμφορές. Εγώ όμως θα σου πω – μάλλον ο Κύριος ο ίδιος λέει.

Ταπεινώσου και θα δεις πως όλες οι συμφορές σου θα μετατραπούν σε ανάπαυση, έτσι που συ ο ίδιος έκπληκτος θα λες. Γιατί λοιπόν πριν βασανιζόμουν και στεναχωριόμουν τόσο;

Τώρα, όμως χαίρεσαι, γιατί έχεις ταπεινωθεί και ήρθε η χάρη του Θεού. Τώρα και αν ακόμη μείνεις μόνο εσύ φτωχός στον κόσμο, δεν θα σε εγκαταλείψει η χαρά, γιατί δέχτηκες στην ψυχή σου την ειρήνη εκείνη, για την οποία λέει ο Κύριος<< Ειρήν την Εμήν διδωμι Υμίν>>.

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024

Η ωφέλεια της νηστείας. Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

 


Πολλοί χριστιανοί, αγνοώντας τη μεγάλη ωφέλεια της νηστείας, την τηρούν με δυσφορία ή και την αθετούν. Και όμως, τη νηστεία πρέπει να τη δεχόμαστε με χαρά, όχι με βαρυγγώμια ή φόβο. Γιατί δεν είναι σ’ εμάς φοβερή, αλλά στους δαίμονες. Φέρτε την μπροστά σ’ έναν δαιμονισμένο, και θα παγώσει από το φόβο, θα μείνει ακίνητος σαν πέτρα, θα δεθεί με δεσμά αόρατα, όταν μάλιστα δει να τη συνοδεύει η αδελφή της και αχώριστη συντρόφισσά της, η προσευχή.

Γι’ αυτό και ο Χριστός είπε: «Το δαιμονικό γένος δεν βγαίνει από τον άνθρωπο, στον οποίο έχει μπει, παρά μόνο με προσευχή και νηστεία» (Ματθ. 17:21) Αφού λοιπόν, η νηστεία διώχνει μακριά τους εχθρούς της σωτηρίας μας και είναι τόσο φοβερή στους δυνάστες της ζωής μας, πρέπει να την αγαπάμε και όχι να τη φοβόμαστε. Αν κάτι πρέπει να φοβόμαστε, αυτό είναι η πολυφαγία, προπαντός όταν συνδυάζεται με τη μέθη. Γιατί αυτή μας δένει πισθάγκωνα και μας σκλαβώνει στα τυραννικά πάθη, ενώ η νηστεία, απεναντίας, μας απαλλάσσει από την τυραννία των παθών και μας χαρίζει την πνευματική ελευθερία. Όταν, λοιπόν, και εναντίον των εχθρών μας πολεμάει κι από τη δουλεία μας λυτρώνει και στην ελευθερία μας ξαναφέρνει, ποιάν άλλη απόδειξη της αγάπης της χρειαζόμαστε;

Δεν είναι μόνο οι μοναχοί που έχουν σ’ όλη τους την ισάγγελη ζωή σύντροφο τη νηστεία, μα και πολλοί κοσμικοί χριστιανοί, που με τα φτερά της έχουν ανέβει κι αυτοί σε ύψη ουράνιας φιλοσοφίας.

Σας θυμίζω πως οι δύο κορυφαίοι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής και ο Ηλίας, μολονότι και από άλλες αρετές είχαν πολλή παρρησία στον Θεό, όποτε ήθελαν να μιλήσουν μαζί Του, στη νηστεία κατέφευγαν. Αυτή τους οδηγούσε κοντά στον Κύριο…

…“Τη φοβόμαστε” θα πεις, “γιατί φθείρει και εξασθενίζει το σώμα”. Θα μπορούσα να σου απαντήσω ότι τόσο ο εξωτερικός άνθρωπος, δηλαδή το σώμα, φθείρεται, τόσο ο εσωτερικός, δηλαδή η ψυχή, μέρα με τη μέρα ανανεώνεται (πρβλ. Β΄ Κορ. 4:16). Από το άλλο μέρος, όμως, αν θελήσεις να εξετάσεις καλά το πράγμα, θα διαπιστώσεις πως η νηστεία περιφρουρεί και τη σωματική υγεία. Κι αν δεν πιστεύεις στα λόγια μου, ρώτησε τους γιατρούς, και καλύτερα θα σου τα πουν αυτοί, που ονομάζουν την ολιγοφαγία μητέρα της υγείας, ενώ απεναντίας, λένε πως από την πολυφαγία προέρχονται πάρα πολλές αρρώστιες, οι οποίες, σαν αυλάκια νερού που πηγάζουν από μολυσμένη πηγή, καταστρέφουν το σώμα.

Ας μη φοβώμαστε, λοιπόν, τη νηστεία, που από τόσα κακά μας απαλλάσσει. Αυτό δεν το λέω χωρίς λόγο. Βλέπω πολλούς ανθρώπους να ρίχνονται ασυγκράτητα στο φαγητό και το πιοτό τόσο πριν όσο μετά τη νηστεία, καταστρέφοντας την ωφέλειά της. ‘Έτσι, δηλαδή, γίνεται στην ψυχή ό,τι και σ’ ένα άρρωστο σώμα, που, μόλις αρχίσει να συνέρχεται και κάνει να σηκωθεί από το κρεβάτι, του δίνει κάποιος μια δυνατή κλωτσιά και το ρίχνει κάτω χειρότερα. Κάτι τέτοιο λοιπόν, γίνεται και στην ψυχή μας, όταν πριν ή μετά τη νηστεία επισκιάσουμε τη νηφαλιότητα, που χαρίζει αυτή, με το σκοτισμό, που φέρνει η κραιπάλη. Αλλά και όταν νηστεύουμε, δεν φτάνει η αποχή από ορισμένες τροφές, για να ωφεληθούμε ψυχικά. Υπάρχει κίνδυνος, τηρώντας τις νηστείες της Εκκλησίας, να μην κερδίσουμε τίποτα. Πώς; Όταν μένουμε μακριά από τα φαγητά, δεν μένουμε όμως μακριά από την αμαρτία∙ όταν δεν τρώμε κρέατα, τρώμε όμως το βιός των φτωχών∙ όταν δεν μεθάμε με κρασί, μεθάμε όμως με την πονηρή επιθυμία∙ όταν περνάμε τη μέρα νηστικοί, βλέποντας όμως αισχρά θεάματα. Έτσι η νηστεία μας είναι ανώφελη. Γι’ αυτό ας τη συνδυάσουμε με τον πόλεμο εναντίον των παθών, με την εγκράτεια από κάθε αμάρτημα, με την προσευχή και τον πνευματικό αγώνα. Έτσι μόνο θα έχει καρπούς και θα είναι μια θυσία ευάρεστη στο Θεό.

(Από το βιβλίο : «ΘΕΜΑΤΑ ΖΩΗΣ Β΄- ΑΠΟ ΤΙΣ ΟΜΙΛΙΕΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ», ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ, ΩΡΩΠΟΣ)

 

Σάββατο 25 Φεβρουαρίου 2023

Μεγάλη Τεσσαρακοστή!῾Ιερὸ "Τριήμερο". π. Σαράντης Σαράντος

 



Μέ αὐτὴν τὴν ὀνομασία χαρακτηρίζονται οἱ τρεῖς πρῶτες ἡμέρες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς. Τρεῖς ἡμέρες ἀπόλυτης νηστείας, χωρίς καθόλου φαγητό καί χωρίς νερό (εἰ δυνατόν). ᾿Από πολύ παλιά τόσο στούς ἱερεῖς καί μοναχούς ὅσο καί στούς λοιπούς ᾿Ορθοδόξους χριστιανούς γινόταν αὐτό τό προσκλητήριο: Νά ξεκινήσουν θεληματικά τήν πνευματική τους ἄθληση  μ᾿  αὐτόν τόν δυναμικό τρόπο, τό ἱερό Τριήμερο. Μέσα σ᾿ αὐτές τίς τρεῖς ἡμέρες μέ τή στέρηση τῆς τροφῆς αἰσθάνεται ἀναμφισβήτητα ὁ ἄνθρωπος σαφή ἀτονία. 

῾Ο σωματικός τόνος μετριάζεται, τά πόδια κόβονται, ἡ γλώσσα ἀδυνατεῖ νά ὑπερλειτουργεῖ. Τό αἴσθημα τῆς πείνας ἐντείνεται. ῾Η δίψα κορυφώνεται. Στενοχωρεῖται ἀκραῖα ἡ ἀνθρώπινη φύση. Γι᾿  αὐτό προϋπόθεση γιά τήν ἄσκηση αὐτή εἶναι ἡ ἐλεύθερη θέληση (ὄχι ἐξωτερική πειθαναγκαστική ἐπιβολή) καί ἡ εὐχή τοῦ πνευματικοῦ, δηλαδή ἡ χαρισματική εὐλογία τῆς ᾿Εκκλησίας τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ. Καί...μιά δεύτερη ἀπαραίτητη προϋπόθεση: Δέν πρέπει ὁ νηστεύων νά ἀσχοληθεῖ μέ κανένα θέμα λυπηρό ἤ συνταρακτικό.  Δέν ἐπιτρέπεται νά ἀφήσει καμμιά ἀνθρωποκτόνο μέριμνα νά τόν συγκλονίσει. 

Οἱ ἀκροβάτες δέν εἶναι δυνατό νά ἀσχοληθοῦν μέ τίποτε ἄλλο κατά τίς κρίσιμες στιγμές τῆς ἀκροβασίας τους, παρά μόνο μέ τό πῶς θά τελειώσουν τή συγκεκριμένη ἀκροβασία τους. ῎Ετσι καί ὁ χριστιανός πού "κάνει τριήμερο". Κάνει μιά πνευματική ἀκροβασία. ῎Οχι βέβαια ἐπικίνδυνη. Κανείς δέν ἀρρώστησε ἀπό τή νηστεία. (Οἱ γιατροί ἄλλωστε συνιστοῦν κατά καιρούς διαστήματα ἀποτοξινώσεως). ῾Η χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἁπτή καί ἄφθονη τίς ἡμέρες αὐτές. Εἶναι πάντως μιά ὁριακή κατάσταση γιά τόν ψυχοσωματικό ὀργανισμό. ῎Αν, λοιπόν, ὁ νηστεύων δέν προσέξει καί ἀφεθεῖ σέ ἔντονα λυπηρές ἤ ταραχώδεις προκλήσεις, τότε καί ψυχικά δέν θά ὠφεληθεῖ, ἀλλά καί σωματικά θά καταρρεύσει.

 Μιά παλιά λαϊκή παροιμία λέγει: "Σάν συλλογιέται ὁ παπᾶς τό Τριήμερο, μαύρη Τουρνή (Τυρινή) τοῦ πάει. Μ᾿ ἄλλα λόγια: Λίγες μέρες πιό πρίν, δηλαδή τήν Τυρινή ἑβδομάδα, ὅταν ὁ παπᾶς ἀναλογίζεται τό Τριήμερο πού ἔχει νά κάνει, μαύρη Τυρινή κάνει. ῎Εχει δυσκολία τό τριήμερο. ῎Εχει στένωση. ῎Εχει ...πένθος.  ῎Ετσι ὅμως ἔρχεται ὁ ἄνθρωπος "εἰς ἑαυτόν". ᾿Αρχίζει ἀμέσως, αὐτόματα θά λέγαμε, νά βλέπει τόν ἑαυτό του ὑπαρξιακά καί πνευματικά ὅσο ποτέ ἄλλοτε. Πρέπει νά τό τονίσουμε αὐτό. Βλέπει ὁ χριστιανός τίς ἐλλείψεις του, τήν πνευματική του φτώχεια, τά πάθη του, τίς ἀδυναμίες του, τή γύμνια του ἀπό κάθε ἀρετή. 

Ξεπερνάει κάθε στενή ἠθικιστική ἀξιολόγηση τοῦ ἑαυτοῦ του καί περνάει μέ ρεαλισμό στήν ταπείνωση. Βλέπει, ἴσως γιά πρώτη φορά, κάθε φορά πού κάνει τριήμερο τήν ξεραΐλα του, τό ἄμορφο χάος ἐντός του, τήν ἄβυσσο τοῦ "εἶναι" του. ῞Υστερά ἀρχίζει φυσικά νά ὁδηγεῖται στήν ἀνάγκη νά ἐργασθεῖ πνευματικά γιά τήν ἀνοικοδόμηση τοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου. Μά πιό πολύ αἰσθάνεται τήν ἀνάγκη νά ἀφεθεῖ στό Σωτήρα Χριστό γιά νά τόν ποδηγετήσει στά μυστικά καί ὑπέροχα Μυστήρια τῆς ἐν Χριστῷ πνευματικῆς ζωῆς. Τό ἱερό τριήμερο σέ συνδυασμό μέ τίς ἱερές ἀκολουθίες αὐτῶν τῶν ἡμερῶν περνάει πιό εὔκολα ἀπ᾿  ὅτι ἀρχικά φαίνεται. 

Μέ αὐτή τή γερή πνευματική βάση, τό ἱερό Τριήμερο, προχωράει ἐνθουσιαστικά ὅλη ἡ Μ. Τεσσαρακοστή. Γλυκύτατος καρπός ὅλων αὐτῶν εἶναι ἡ μεγαλειώδης συναίσθηση τῆς λαμπροφόρου ἡμέρας τῆς ᾿Αναστάσεως. Τό ἀναστάσιμο μυστικό θεοπανηγύρι μέσα στήν ὀρθόδοξη καρδιά.

+ π. Σαράντης Σαράντος

Πέμπτη 1 Απριλίου 2021

Παράδειγμα μετανοίας…Οσία Μαρία η Αιγυπτία!

 

 

Εγεννήθηκε στην Αίγυπτο το 345μ.Χ., πολύ δε νωρίς άνθησε και ακτινοβόλησε θαυμασία η φυσική της ωραιότης. Αλλ’ η ανατροφή της δεν υπήρξε ικανή να διορθώση και να χαλιναγωγήση την εκτάκτως θερμήν και φλογεράν κράσιν της.

Μάταια οι γονείς της την συμβούλευσαν, και ανωφελώς οι ιερείς την ενουθέτησαν. Άκουεν αλλά για να παρακούη.

    Κατά τους βιογράφους της, από δωδεκαετούς ηλικίας, την είχε κατακυριευμένην η μανία της ηδονής. Αδιάφορη προς τους καλλωπισμούς, μη δίνωντας καμμίαν προσοχήν εις τα χρήματα και τις παρόμοιες επιδείξεις, στις οποίες αρέσκονται οι πολυθέλγητροι και περιζήτητοι από τον διεφθαρμένο πλουσιόκοσμο συνεργάτες, αυτή ήθελε μόνον να ευχαριστή τα καίοντα σαρκικά πάθη της. Γι’ αυτό αντί να την κυνηγούν, κυνηγούσε.

    Επί 17 ολόκληρα έτη διέρρευσε μ’ αυτό τον τρόπο η ζωή της, χωρίς φόβον Θεού, χωρίς ντροπήν ανθρώπων. Αλλ’ η θεία πρόνοια και στοργή δεν απεσύρθη απ’;αυτήν.

    Παρ’ όλον το μέγεθος της ενοχής της υπήρχε κάποια γι’; αυτήν ελαφρυντικότητα  αυτή ακριβώς η υπερβολή της σαρκικής μανίας της, η οποία φαίνόταν ότι την παρέσυρεν ασυνειδήτως και την έσπρωχνεν ακατασχέτως προς την αμαρτίαν. Εις τρόπον ώστε απέβαινε μάλλον όχι εργάτις της αναισχυντίας της τόσης, αλλά θύμα αυτής και έρμαιον του βδελυρού εκείνου και εξευτελιστικού πάθους, το οποίον την κατετυράννει ως μυστηριώδης και ακαταμάχητος νόσος του φυσικού και ηθικού οργανισμού της.

    Ποίος ήθελε την απαλλάξει ;

Περί το έτος 375, τριακοντούτις πλέον περίπου, αλλά με ακμαίαν ακόμη την καλλονήν και ακεραίους τους αμαρτωλούς της οίστρους, απεφάσισε να μεταβή εις Ιεροσόλυμα κατά Σεπτέμβριον μήνα, ότε εορτάζεται η ύψωσις του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού.

    Τι έκαμε την Αιγυπτίαν να παρακολουθήση τους δι’εκεί προσκυνητάς ;

Κατά τινα των βιογράφων της, περιπατούσα προς την θάλασσαν, όπου ειλκύοντο οι ζητούντες αναψυχήν κατά την θερμήν εκείνην-εν Αιγύπτω μάλιστα- εποχήν, είδε πολύν όχλον Λιβύων και Αιγυπτίων, οι οποίοι εσπευδαν προς την παραλίαν. Ηρώτησε λοιπόν εκ περιεργείας και της είπαν ότι τα σμήνη εκείνα ητοιμάζοντο δια τα Ιεροσόλυμα, όπου μετ’; ολίγας ημέρας θα εωρτάζετο η ύψωσις του τιμίου Σταυρού. Η πληροφορία αυτή ήρκεσε να διεγείρη εις την ψυχήν της Μαρίας τον πόθον του να συνακολουθήση.

    Ωφείλετο τούτο εις φωνήν ευσεβείας, η οποία ανεδόθη από τα σύσκια βάθη της ψυχής της εν στιγμή σαρκικού κόρου και εκκρούσεως πνευματικού τινος σπινυήρος  Ή προήρχετο από την πλάνητα ακαταστασίαν της διεφθαρμένης γυναικός, η οποία επόθησεν απλώς να ίδη νέους τόπους και να συνάψη νέας γνωριμίας ;

Οι βιογράφοι της αποκλίνουν μάλλον προς την δευτέραν γνώμην. Αλλ’; εγώ νομίζω ότι εις την καρδίαν της εταίρας εκείνης είχεν ήδη αρχίσει μυστηριωδώς η σωτήριος μεταβολή. Διότι μάταια οι φιλόσαρκοι ζητούν να σβύσουν τους φλογερούς της ψυχής πόθους εις την απόλαυσιν ισχυρών, αλλά ματαίων και ευτελών ηδονών. Και τότε, εάν η ψυχή δεν εσάπισε αρχίζει να ακούη και τας εξ ουρανού φωνάς, που πρίν έσβυναν μέσα εις τας αενάους και θορυβώδεις ανακινήσεις του σαρκικού βορβόρου.

    Η Μαρία η Αιγυπτία εισήρχετο ήδη εις τοιαύτην περίοδον. Ήτο το παγιδευμένον πτηνόν, το οποίον ήρχιζε ν’;ανακινή προς την απαλλαγήν τας πτέρυγάς του, η ψυχή η όζουσα, εντός της οποίας ανέτελλεν ο πόθος νέας ζωής, καθαράς και ευώδους. Εντός των οδών και των καταγωγίων της Αλεξανδρείας είχε λησμονήσει και Ιεροσόλυμα και Σταυρόν και τον Λυτρωτήν, τον χύσαντα το αίμα του υπέρ της σωτηρίας των ανθρώπων. Τι είχεν όμως κερδήσει; Η υπερβολή της αμαρτίας της την είχε περιβάλει και με υπερβολήν αίσχους.

Τον εξευτελισμόν αυτόν τον αντελαμβάνετο ήδη. Η ηθική όρασις, με την οποίαν ο Δημιουργός οπλίζει τας ψυχάς, δεν είχεν υποστή τελείαν την καταστροφήν εντός της. Βαρύς καταρράκτης, πρωίμως παγιωθείς, την έκαμε τυφλήν. Αλλά τώρα η νόσος ήρχισε να διαλύεται, και η Αιγυπτία αθυμούσε, βλέπουσα, έστω και παροδικώς και αμυδρώς προς το παρόν, τη αθλίαν ποιότητά της.

Αυτή ήτο η ψυχολογική της κατάστασις, όταν, παρά την θάλασσαν της Αλεξανδρείας, είδε τους δια τα Ιεροσόλυμα προσκυνητάς και ήκουσεν ότι όλοι εκείνοι οι συρρέοντες δι’ απόπλουν άνθρωποι, άνδρες, γυναίκες και παιδιά, εκινούντο από τον πόθον του να παρασταθούν εις την πανήγυριν της υψώσεως του τιμίου Σταυρού. Η Αιγυπτία, εις το άκουσμα τούτο, ανεμνήσθη. Ανεμνήσθη την πολύ μικράν ηλικίαν της, όταν εζούσε πλησίον των γονέων της εις την κωμόπολίν των την ήσυχον, την οποίαν προ τόσου καιρού είχεν αυτή εγκαταλείψει. Τότε, παιδίσκη ακόμη αδίαφθορος, επήγαινεν εις την εκκλησίαν και είχεν ακούσει περί της ευρέσεως του τιμίου Σταυρού, χάριν του οποίου μία ένδοξος μητέρα του κραταιοτέρου αυτοκράτορος, έκαμε το ταξείδιον εις Ιεροσόλυμα, εθεώρησε δε την ανακάλυψίν του ως το ευτυχέστερον της ζωής της γεγονός. Η ανάμνησις εκείνη, ασθενώς εις την ψυχήν της επανακάμψασα, επέμενεν ουχ ήττον. Και η ευσπλαγχνία του Θεού παρενέβη αμέσως. Η Αιγυπτία, υπό μυστικήν ώθησιν, απεφάσισε την εις Ιεροσόλυμα μετάβασιν, χωρίς και αυτή να γνωρίζη ποίαν επιρροήν έμελλε να εξασκήση τούτο δια παντός εις την ζωήν της την έπειτα.

    Εισελθούσα εις εν από τα πλοία, τα έτοιμα δια το ιερόν εκείνο ταξίδιον, άφηνε μετ’; ολίγον την πόλιν της Αλεξανδρείας, μάρτυρα του ελεεινού της βίου, της εσχάτης καταπτώσεως και καταισχύνης της. Και ευτυχώς δεν έμελλε να την επανιδή πλέον ποτέ.

    Φθάσασα εις Ιεροσόλυμα, δεν είχε αποθέσει ακόμη τον παλαιόν άνθρωπον, τα ένστικτα της σαρκικότητος διετήρουν ακόμη το κράτος των επί της ψυχής και των πράξεών της. Η πάλη όμως είχεν εισδύσει εντός της. Εάν η αμαρτία την παρέσυρεν, αλλά δεν την έτερπε πλέον και δεν την ηυχαρίστει ως πριν. Ωλίσθαινε, παρεσύρετο, κατέπιπτεν, αλλά και υπέφερεν. Εν αυτή ετελείτο ο ηθικοσαρκικός εκείνος αγών, ο οποίος διαδραματίζεται εντός του ταλαιπώρου ανθρώπου, του μη γνωρίσαντος ακόμη τον Λυτρωτήν Ιησούν, και το οποίον τόσον δυνατά εχρωμάτισεν ο απόστολος Παύλος. Η Αιγυπτία έκαμνε το κακόν, και όμως ετύπτετο απ’ αυτό. Ενώ δε πάλιν την ετυράνει, η δύναμις της παλαιάς συνηθείας και της μακράς εξοικειώσεως την έρριπτεν εις τα ολεθρίας και μιαράς αγκάλας του.

    Εν τοιαύτη καταστάσει της αξιοθρηνήτου γυναικός ανέτειλεν η ημέρα της 13ης Σεπτεμβρίου. Από βαθέως όρθρου των προσκυνητών τα πλήθη συνέρρεον εις την εκκλησίαν. Μαρία η Αιγυπτία, ασυνείθιστος εις εκκλησιαστικάς συνάξεις, έφθασεν αργότερα και ηναγκάσθη δια τούτο να μείνη εις τα προαύλια του ναού. Ότε όμως ήλθεν η ώρα της υψώσεως, οι έξω ιστάμενοι με σφοδράς και ακατασχέτους ωθήσεις εισώρμων εις τα εντός. Αλλά, πράγμα παράδοξον! Η Αιγυπτία αμαρτωλή έως μεν την θύραν εφέρετο μαζί με τους άλλους, πέραν όμως αυτής εστάθη αδύνατον να προχωρήση. Παρ’; όλην την ορμήν των κατόπιν ερχομένων, παρ’; όλας τας ιδικάς της προσπαθείας, έμενεν εκεί κρατουμένη από μυστηριώδη δύναμιν, η οποία δεν την άφηνε να εισέλθη. Ως να ήτο στήλη άσειστος και αμετακίνητος, τα κύματα του πλήθους ηδυνάτουν να την ωθήσουν προς τα πρόσω, αυτή δε η ιδία, μετά επανειλημμένας ματαίας αποπείρας, είδεν ότι μυστική αλλά εμφανής εκ της ενεργείας της χειρ, ανωτέρα των ανθρωπίνων δυνάμεων, την συνεκράτει και την παρημπόδιζεν από την είσοδον.

    Δια να βεβαιωθή καλώς έκαμε και στροφήν εις τα οπίσω. Η ελευθερία των κινήσεων της ήτο πλήρης. Από τον ναόν ηδύνατο να εξέλθη και μόνον το να εισέλθη της ήτο απηγορευμένον.

    Έμεινε λοιπόν εις την θύραν, και από την θέσιν εκείνην είδε μετ’; ολίγων να υψώνεται το τίμιον ξύλον, επί του οποίου είχε τελεσθή το μαρτύριον και η θυσία του Ιησού. Εις την θέσιν του η ψυχή της εσείσθη. Όλη των ιερωμένων και του λαού η συγκίνησης ως να διεχύθη και κατεπότισε και κατεπλημμύρισε την δυστυχή καρδίαν της, την ασυνείθιστον εις τοιαύτα άγια ρεύματα. Και ενώ εξηκολούθει να βλέπει τον ανυψωμένον σταυρόν, κάτωθι του οποίου επί του Γολγοθά εμπεπηγμένου είχον ακουσθή οι σπαρακτικοί στόνοι της Παρθένου, καυστική αλλά και σωτηρία κατάνυξις κατεκέντα την Αιγυπτίαν αμαρτωλήν και μεταστροφή ηθική ετελείτο εις τα εσώτατα της ψυχής της. 

     Εις τοιαύτην ηθικήν μεταβολήν άφησε την θύραν και απεσύρθη εις μίαν γωνίαν της αυτλής του ναού. Εκεί χείμαρρος δακρύων εξέρρευσεν ελευθέρως από τους οφθαλμούς της, κλαυθμοί αντήχησαν και στεναγμοί διάπυροι από τα βάθη της καρδίας της ανεδόθησαν. Και αποταθείσα προς την Παναγίαν Θεοτόκον, της οποίας η εικών ήτο τοποθετημένη υπεράνω του τόπου, εις τον οποίον ίστατο : «Παρθένε Δέσποινα, είπε, Συ η οποία εγγένησες τον ενανθρωπήσαντα Θεόν Λόγον, ειξεύρω ότι δεν είναι ευπρεπές ουδέ δίκαιον, ώστε εγώ, η τόσον ρυπαρά, η τόσον πανάσωτος, να ατενίζω την εικόνα Σου της αειπαρθένου, Σου της αγνής, Σου της με σώμα και ψυχήν καθαράν και αμόλυντον. Καλώς ειξεύρω ότι δίκαιον είναι η ακάθαρτος εγώ να είμαι μισητή και βδελυκτή ενώπιον της ιδικής Σου καθαρότητος. Πλην, επειδή, καθώς ήκουσα, δια τούτο έχει γίνει άνθρωπος ο Θεός, τον οποίον ε΄γεννησες, δια να καλέση τους αμαρτωλούς εις μετάνοιαν, βοήθησόν εμέ την ταλαίπωρον, η οποία, μόνη και έρημος εις τον κόσμον τούτον από κάθε αληθινήν συμπάθειαν, δεν έχω κανένα να με συντρέξη. Κάμε ώστε να συγχωρηθή και εις εμέ η εις την εκκλησίαν είσοδος. Μη με στερήσης εις το να προσκυνήσω μετά των άλλων χριστιανών το τίμιον αυτό ξύλον, επί του οποίου κατά σάρκα καθηλώθεις ο Θεός, τον οποίον εγέννησες, το ίδιον του αίμα έδωκεν υπέρ εμού εις λύτρωσιν από των αμαρτιών μου. Κάμε, ω Δέσποινα, ώστε να ανοιγή και εις εμέ η θύρα της θείας του Σταυρού προσκυνήσεως, και εις τον εκ Σου γεννηθέντα δίδω Σε εγγυητήν αξιόχρεων, ότιδεν θα ατιμάσω πλέον το σώμα μου τούτο δι’; οιανδήποτε αισχρότητος αλλ’; εάν αξιωθώ να προσκυνήσω τον Σταυρόν του Υιού Σου, αποτάσσομαι ευθύς από τον κόσμον και από όλα τα εν τω κόσμω, και αμέσως είμαι έτοιμος να υπάγω όπου Συ ως εγγυήτρια της σωτηρίας μου θα μου υποδείξης και με καθοδηγήσης».

    Τους λόγους τούτους η Μαρία η Αιγυπτία είχεν είπη με τόσην θερμότητα πίστεως, ώστε μυστική και οιονεί επίσημος τις πληροφορία εξήγγειλεν εις αυτήν, ότι η εγκάρδιος της δέησης εισηκούσθη και ότι η θύρα του ναού δεν είχε πλεόν δι’ αυτήν δεσμούς και εμπόδια. Και πράγματι. Σπεύσασα ανεμίχθη και πάλιν με τα πλήθη των συνωθουμένων δια να εισέλθουν και την φοράν αυτήν ο πόθος της εξεπληρώθη. Εισήλθεν εις τον ναόν! κλονουμένη όμως από την σφοδράν συγκίνησιν και φρίσσουσα εν τη συναισθήσει της ενοχής της και του ανεξαντλήτου πελάγους της ευσπλαγχνίας. Αφού δε επροσκύνησε τον Τίμιον Σταυρόν με κατάνυξιν ανέκφραστον, εξήλθεν από τον ναόν και μεταβάσα προς την εικόνα της Θεομ΄τορος, αυτήν εκείνην, ενώπιον της οποίας προ ολίγου απηύθεινε την εισακουσθείσαν δέησιν, εγονάτισε και είπε : «Συ μεν, ω φιλάγαθε Δέσποινα, ευηρεστήθης να επιδείξης και δι’; εμέ όλην σου την φιλανθρωπίαν. Συ δεν εβδελύχθης εμού της αναξίας την δέησιν, χάρις εις την μεσιτείαν Σου είδα δόξαν, από την οποίαν δίκαια αποκλειόμεθα οι της ασώτου ζωής. Δόξα εις τον Θεόν, όστις,με τας ιδικάς σου φιλοστόργους πρεσβείας, δέχεται των αμαρτωλών την ματάνοιαν. Διότι εγώ, η υποδουλωθείσα εις την αμαρτίαν, τι ηδυνάμην να διανοηθώ μόνη και να είπω υπέρ της σωτηρίας μου ; Καιρός λοιπόν είναι, Δέσποινα, να εκτελέσω ό,τι υπέρ εμού ηγγυήθης. Τώρα όπου εγκρίνεις οδήγησέ με? το θέλημά σου είναι δι’; εμέ προσταγή? τώρα ικετεύω να μου γίνης της σωτηρίας διδάσκαλος, χειραγωγούσα με προς την οδόν, που φέρει εις την μετάνοιαν».

    Η Μαρία η Αιγυπτία απήυθυνε την δέησιν αυτήν με όλην την θερμότητα ψυχής συντετριμμένης και ταπεινωμένης, αμέσως δε της εδόθη η απόδειξις, ότι η επίκλησις της δεν αντήχησε μάταια. Ακόμη δεν είχε τελειώσει την φλογεράν και συγκινητικήν ικεσίαν της, και ήκουσε φωνήν, ο οποία, αν και εφαίνετο ότι ήρχετο από μακράν, ήτο όμως πολύ καθαρά και απέπνεε μητρικωτάτην συμπάθειαν. Τι δε έλεγεν η φωνή αύτη : «Εάν τον Ιορδάνην περάσης, καλήν θα εύρης ανάπαυσιν».

    Εις την μυστηριώδη, αλλά και σαφή αυτήν παράκλησιν η Αιγυπτία κατελήφθη από αγίαν φρικίασιν. Ούτω λοιπόν ! Αυτή η απόβλητος του βορβόρου η γυνή, η κατασπιλώσασα και μολύνασα ολόκληρον τον εαυτό της, δεν απεδιώκετο και δεν απεβάλλετο, αλλ’; εύρισκε σπλάγχνα συμπαθητικά και πρόθυμα. 

Πλήρης τότε συκγινήσεως και δακρύων έκραξε : «Δέσποινα, Δέσποινα, μη εγκαταλίπης με». Συγχρόνως δε εξήλθεν από την αυλή του ναού και εβάδιζε ταχέως.

    Κατά την οδηγίαν της φωνής, την οποία ήκουσεν, απεφάσισε να διευθυνθή πέραν του Ιορδάνου. Ηγνόει όμως εντελώς την οδόν. Τί λοιπόν να πράξη ; Αρτοποιός, από τον οποίον ηγόρασε τρεις άρτους, της έδειξε την πύλην της πόλεως. Από αποστάσεως εις απόστασιν ερωτώσα, έφθασε τέλος περί την δύσιν του ηλίου εις τον ναόν Ιωάννου του Βαπτιστού, ο οποίος έκειτο πλησίον του Ιορδάνου. Εισήλθε. Και εις το ημίφως της ώρας εκείνης, μόνη εντός της εκκλησίας εν μέσω τόσων ιερών αντικειμένων, τα οποία διήγειρον και διεθέρμαινον την ευσέβειαν, κατεκυριεύθη από κατάνυξιν. Γονατίσασα, προσηυχήθη θερμά, και διάβροχος εκ των φλογερών δακρύων, εξέχυσε προς τον Θεόν την ψυχήν της όλην, εθρήνησε δια τον πριν αμαρτωλόν βίον της και εδεήθη όπως η θεία χάρις, λούουσα αυτήν από του ρύπου της, την κρατήση του λοιπού επί του δρόμου της μετανοίας και της αρετής. Όταν εξήλθε, ευρέθη προς την όχθη του Ιορδάνου. Τα ύδατα εκείνα τα οποία περιέλουσάν ποτε το σώμα του Λυτρωτού, διεφαίνοντο εις τον ρουν των μετέχοντα μυστηριώδους τινός φύσεως. Κύψασα κατέβρεξε το πρόσωπον και τας χείρας της, και ησθάνθη ότι άρρητος δρόσος εισήλθε και κατεπότισε την ψυχήν της.

     Εζήτησε ακολούθως πνευματικόν περίφημον δια την σύνεσιν, την πείραν και την χριστιανικήν του αγαθότητα. Ο σεβάσμιος εκείνος γέρων, εις την ειλικρινή της Αιγυπτίας εξομολόγησιν, είδεν όλην την συντριβήν της καρδίας της και της μετανοίας της την θέρμην, διέκρινε δε ότι η προς το Θεόν γνώμη της ήτο πλέον οριστική και αμετάτρεπτος. Και ως γνήσιος λειτουργός Εκείνου, όστις έδωκεν εις εν θέρμόν δάκρυ την θαυμασίαν δύναμιν να εξαλείφη τας μάλλον υπερμεγέθεις και χρονίους κηλίδας αμαρτιών, αφούτην παρηγόρησε και την ενίσχυσεν εις την νέαν οδόν της, της επέτρεψε να κοινωνήση των Αχράντων μυστηρίων.

    Την νύκτα εκείνην διήλθεν η μετανοούσα γυνή εν υπαίθρω, προσευχομένη υπό τα άστρα και καθιστώσα θερμοτέραν πάντοτε την φωνήν των δεήσεων της. Το πρωί εκοινώνησε μετά φόβου και τρόμου και ησθάνθη εν τη ψυχή της την φαιδράν αυγήν νέας ζωής ελευθέρας από τας ακάνθας και τα δεσμά του κόσμου. Η δε φωνή, ότι ώφειλενα διέλθη τον Ιορδάνην, την έφερε και πάλιν παρά την όχθην του ποταμού.

    Εκεί μια λέμβος εσάλευεν επί των υδάτων ο λεμβούχος, αγαθός άνθρωπος, την μετέφερεν αντικρύ. Εκείνη δε επροχώρησε τότε προς τα βαθύτατα της ερήμου του Ιορδάνου, όπου απεφάσισε να διανύση το υπόλοιπον της ζωής της. Κατά την αυτόθι διατριβήν της την συνήντησέ ποτε φάσμα πλέον του άλλοτε κάλλους και της νεότητος, ανήρ ευσεβέστατος, ο αββάς Ζωσιμάς, όστις και διηγήθη έπειτα την συγκινητικήν ιστορίαν της.

Η ερημική διαμονή Μαρίας της Αιγυπτίας δεν διέρρευσεν άνευ πνευματικών ενοχλήσεων και θυελλωδών πειρασμών. Η θέλησις και ο πόυος της ήσαν εξ ολοκλήρου προς την ευσέβειαν, αλλάτο παρελθόν με τας μακράς και βαρείας συνηθείας του δεν άφινε τόσον έυκολα ενταλώς την θέσιν του. Πολλάκις, εν μέσω της προσευχής της και της αγίας ανυψώσεως της ψυχής της, ο δαίμων της απωλείας την περιέβαλλε πανταχόθεν μα τας σαγήνας του και εζήτει να την παρασύρη εις το καταστρεπτικόν βάραθρόν του. Αι πολυτελείς τράπεζαι, εις τας οποίας παρεκάθητο άλλοτε, οι γλυκείς οίνοι, τους οποίους κατά κόρον ερρόφα, άσματα και χοροί και λοιπαί παρόμοιοι σκηναί της κοσμικής μέθης και εξάψεως, αναπαρίσταντο εις την φαντασίαν της και διέφλεγαν τη καρδίαν της με λυσσώδη προσπάθειαν να επανακτήσουν το επ’; αυτής κράτος των. Η σφοδρότης της εφόδου εγίνετο ενίοτε ανωτέρα των δυνάμεων της ταλαιπώρου αμαρτωλής. Και τότε την καταλάμβανε φόβος ως τον άνθρωπον, ο οποίος, μόλις κατορθώσας να ανασυρθή από απύθμενον βάραθρον γεμάτον σκορπίους και φίδια, απειλείτε να επαναπέση και πάλιν εις αυτό. Και τότε ανεκραύγαζε και εδάκρυζε και καθικεύτευε και το στήθος της έτυπτε και τον Λυτρωτήν επεκαλείτο και προς την παναγίαν Μητέρα του εδέετο, όπως την βοηθήση να μείνει πιστή εις την υπόσχεσιν του να σταθή έξω της πνοής της αμαρτίας. Και πίπτουσα προς το έδαφος, έμενεν εκεί επαναλαμβάνουσα τας ικεσίας και τας δεήσεις της, η θύελλα παρήρχετο και διέλαμπε το γλυκύ φως της ψυχικής γαλήνης και ασφαλείας.

    Η πάλη αυτή διήρκεσε δέκα επτά ολόκληρα έτη. Τόσα δηλαδή όσα υπήρξαν και τα έτη του αμαρτωλού της βίου. Τοιουτοτρόπως η δοκιμασία της έλαβε τέλος. Η αθλήτρια απεδείχθη αξία στεφάνου. Η άλλοτε ασθενής και χρησιμεύουσα εις καταπάτημα του Πονηρού, υπό την βοήθειαν τώρα και την χειραγψγίαν του Πνεύματος του αγίου, ησκήθη και ενισχύθη και τον κατεπάλαισε και κατέστη απρόσιτος εις τας επιθέσεις του, συντρίψασα δια του Ιησού Χριστού την επ’; αυτής άλλοτε πανίσχυρον δύναμίν του.

    Έκτοτε λογισμοί της πόθοι της, θελήματά της, όλαι τέλος πάντων αι δυνάμεις της, νοητικαί, ηθικαί, σωματικαί, κεκαθαρμέναι πλέον και ηγιασμέναι, εδόθησαν αποκλειστικώς εις την νέαν κατά Χριστόν ζωήν. Έγεινεν όλη φως και αγιασμός και πτήσις ουράνιος και διηνεκής και ολόψυχος προσήλωσις προς την ζωήν του Ευαγγελίου, προς τας εντολάς του και τας επαγγελίας του.

    Υπέρ τα τριάκοντα ακόμη έτη διήλθεν η Αιγυπτίαν, εις την έρημον με την νέαν αυτήν της ζωής φάσιν, εντελώς αποχωρισθείσα από το θλιβερόν της νεότητος παρελθόν, κατασκευάσασα εντός της την νέαν πνευματικήν και ηθικήν κτίσιν, την οποίαν ο Χριστός δίδει, εις όσους τον πιστεύσουν και τον καταστήσουν βασιλέα της καρδίας και του βίου των.

    Όταν ο αββάς Ζωσιμάς συνήντησε Μαρίαν την Αιγυπτίαν, είχε αύτη τεσσαράκοντα επτά ετών διαμονήν εις την έρημον. Έκπληκτος ο γέρων εκείνος ήκουσε την διήγησίν της και εδόξασε τον Θεόν, όστις γνωρίζει να κατορθώνη τα τοιαύτα θαυμάσια. Ότε δε ο Ζωσιμάς έμελλα να απέλθη, η οσία γυνή της ερήμου τον παρεκάλεσε θερμώς να μη ειπή εις κανένα τίποτε, έως ότου ο Θεός την ελευθερώση από την γην. Τον καθικέτευε δε όπως κατά την μεγάλην εβδομάδα του επομένου έτους, και ωρισμένως κατά την αγίαν εσπέραν του Δείπνου του μυστικού, λάβη από το Μοναστήριον του το ζωοποιόν Σώμα και Αίμα του Χριστού και το φέρη προς αυτήν δια να κοινωνήση. Και ώρισεν ότι θέλει τον περιμένει προς τα κατοικούμενα μέρη του Ιορδάνου.

    Ο αββάς Ζωσιμάς επέστρεψεν εις το μοναστήριόν του, χωρίς να ειπή τίποτε παρί της Αιγυπτίας. Όταν δε αι ημέραι των νηστειών ήλθον και έφθασεν η εσπέρα του Δείπνου του μυστικού, θέσας εις εν μικρόν ποτήριον το άχραντον Σώμα και το τίμιον Αίμα του Σωτήρος Χριστού, προς την νύκτα πλέον, μετέβη παρά την όχθην του Ιορδάνου και προσηλώσας τους οφθαλμούς του προς το αντίπεραν μέρος, περιέμενε της Αιγυπτίας την εμφάνισιν. Ήτο δε πλήρης οδύνης και θλίψεως, διότι δεν υπήρχε πλοιάριον, όπως αυτός διέλθη προς το πέραν ή εκείνη δυνηθή να φθάση προς αυτόν. Αλλ’; η ταραχή του κατηυνάσθη, όταν η οσία εκείνη εφάνη εις το αντίκρυ μέρος του ποταμού. Το βλέμμα του αββά ιλαρύνθη, αλλά μόνον προς στιγμήν. Ματαίως περιέφερε τους οφθαλμούς του άνω και κάτω του ποταμού? τα ύδατα ήσαν έρημα. Κανέν πλοιάριον, καμμία λέμβος. Ο αββάς τότε εστέναξε και σηκώσας τους οφθαλμούς του προς τον ουρανόν επεκαλείτο τον Θεόν, όπως δώση διέξοδον εις την αμηχανίαν εκείνην.

     Εξαίφνης, υπό το λαμπρόν φως της πανσελήνου, είδε την Αιγυπτίαν οιονεί να σφραγίζη τον ποταμόν με το σημείον του τιμίου σταυρού και ευθύς κατόπιν να προχωρή η ιδία δια του ποταμού, βαδίζουσα ελευθέρως επί της επιφανείας των υδάτων.

    Ο αββάς έμεινεν έκπληκτος. Ότε δε η οσία ήλθε πλησίον του, ηθέλησε να κάμη μετάνοιαν εμπρός της. Αλλ’; εκείνη τον ημπόδισε. «Συ, του είπε, θα κάμης εις εμέ μετάνοιαν, εν ω ιερεύς είσαι και θεία μυστήρια βαστάζεις ; » Ο αββάς εκρατήθη, προσέφερε δε την θείαν κοινωνίαν εις Αιγυπτίαν. Και εκείνη τότε στενάξασα και δακρύσασα είπε : «Νυν απολύεις την δούλη σου Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου.»

Έπειτα λέγει προς τον Γέροντα : «Συγχώρησέν μου, αββά, να σου καθυποβάλω ακόμη ένα τελευταίον μου πόθον. Τώρα μεν πήγαινε εις το μοναστήριόν σου βοηθούμενος και φυλαττόμενος από την χάριν του Θεού. Το δε ερχόμενον έτος έλα πάλιν εις τον ερημικόνεκείνον χείμαρον, όπου με συνήντησες πέρυσι. Έλα, χωρίς άλλο εν ονόματι του Κυρίου μας, και θα με ιδής καθώς θέλει ο Κύριος.» Ακολούθως είπε πάλιν προς τον αββάν : «Να εύχεσαι υπέρ εμού και να μνημονεύης εμέ την ταλαίπωρον και αθλίαν.»

    Ο γέρων Ζωσιμάς δεν έβλεπε πότε να παρέλθη η προσδιορισθείσα του έτους προθεσμία. Ότε δε αύτη διέρρευσεν, επέρασε τον Ιορδάνην, εισήλθεν εις την έρημον και ανεζήτει την οσίαν ανά τον τόπο του χειμάρρου. Αλλά μολονότι επί πολύ ανεζήτησε, δεν είδε να φανή πουθενά καμμία μορφή. Τότε εστέναξε πικρώς και ανατείνας τους οφθαλμούς εδεήθη και έλεγε : «δείξον μοι, Δέσποτα, τον θησαυρόν, δείξον μοι, δέομαι, τον εν σώματι άγγελον, του οποίου ο κόσμος δεν είναι επάξιος.» Επροχώρησε κατόπιν, ζητών τώρα να ανεύρη κατά γης την οσίαν, ίσως ανεπαύετό που, αλλά θέαμα λυπηρόν προσέβαλε τους οφθαλμούς του. Προς το ανατολικόν μέρος του χειμάρρου σώμά τι εφάνη κατακείμενον. Ο Ζωσιμάς έσπευσε με παλμούς ανησύχους. Φευ ! ήτο η Αιγυπτία, αλλά νεκρά πλέον.

    Ο Ζωσιμάς εδάκρυσε και εδόθη εις κλαυθμούς. Ησπάσθη το μακάριον λείψανον, προσηυχήθη γονατίσας παρ’αυτό, εδεήθη υπέρ της ψυχής της μεταστάσης, καθικέτευσεν ώστε εκείνη να μεσιτεύση υπέρ αυτού του ευρισκομένου ακόμη επί του πολυμόχθου σταδίου της γης. Και κατόπιν έθεψεν της Αιγυπτίας το σώμα μη φέρον κανέν άλλο εντάφιον, παρά μόνο το παμπάλαιον φόρεμά της με ένα σταυρόν επί του στήθους. Ήτο δε τότε το έτος 421 μετά Χριστόν.

    Τοιούτος υπήρξεν ο βίος της οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας. Γυνή της αμαρτίας και του βορβόρου, απελούσθη δια των δακρύων της μετανοίας και ηγιάσθη δια της πίστεως και του αίματος του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Αυτός από την υπερβολήν της ατιμίας την έφερεν εις υπερβολήν δόξης και τιμής. Και η οσία Μαρία μένει δια των αιώνων περιφανές και αθάνατον παράδειγμα της δυνάμεως της μετανοίας, και του ότι η γυνή, πτώμα ηθικόν μακράν του Χριστού, δι αυτού καθαίρεται και λαμπρύνεται και καθίστατο η πρών άσωτος αγνοτέρα από την χιόνα των ορέν και παρθενικωτέρα από τα κρίνα των αγρών.

Η Οσία εορτάζεται από την εκκλησία μας την 1η Απριλίου.

Δευτέρα 30 Δεκεμβρίου 2019

Να ξεχνάς την σωματική σου αρρώστια, να την αποδέχεσαι σαν κανόνα. Άγιος Πορφύριος







Να παρακαλάς το Θεό να συγχωρήσει τις αμαρτίες σου. Κι ο Θεός, επειδή θα τον παρακαλάς πονεμένος και ταπεινωμένος, θα σου συγχωρήσει τις αμαρτίες σου και θα σε κάνει καλά και στο σώμα.
Όταν προσεύχεσαι, να ξεχνάς την σωματική σου αρρώστια, να την αποδέχεσαι σαν κανόνα, σαν επιτίμιο, για την άφεση των αμαρτιών σου. Για τα παραπέρα μην ανησυχείς, άφησέ τα στο Θεό κι ο Θεός ξέρει τη δουλειά Του.
Οι ασθένειες μας βγάζουν σε καλό, όταν τις υπομένουμε αγόγγυστα, παρακαλώντας το Θεό να μας συγχωρήσει τις αμαρτίες και δοξάζοντας το όνομά Του.
Η μεγάλη λύπη και η στενοχώρια δεν είναι από το Θεό, είναι παγίδα του διαβόλου. Να γεμίσεις την ψυχή σου με Χριστό, με θείο έρωτα, με χαρά.
Η χαρά του Χριστού θα σε γιατρέψει. Ο Θεός φροντίζει ακόμη και για τις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής μας.
Δεν αδιαφορεί για μας, δεν είμαστε μόνοι στον κόσμο. Ο Θεός μας αγαπάει πολύ, μας έχει στο νου Του κάθε στιγμή και μας προστατεύει.
Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό και να μή φοβούμαστε τίποτε.


Άγιος Πορφύριος

Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

Να εύχεσθε να γίνει το θέλημα του Θεού, αυτό είναι το πιο συμφέρον. Άγιος Πορφύριος




Να ζητάμε να γίνει το θέλημα του Θεού. αυτό είναι το πιο συμφέρον, το πιο ασφαλές για μας και για όσους προσευχόμαστε. Ο Χριστός θα μας τα δώσει όλα πλούσια. Όταν υπάρχει έστω και λίγος εγωισμός, δεν γίνεται τίποτα.
Όταν ο Θεός δεν μας δίδει κάτι που επίμονα ζητάμε, έχει το λόγο Του. Έχει κι ο Θεός τα «μυστικά» Του.
Αν δεν κάνετε υπακοή (σε ιερέα-πνευματικό) και δεν έχετε ταπείνωση, η ευχή  (δηλ. το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) δεν έρχεται και υπάρχει και φόβος πλάνης.
Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μια αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση.
Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία. αλλά δεν είναι υγιές.
Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα.
Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.
Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μια ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.
Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή. Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ...;». Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά.
  1. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία. να μη ακέπτεσαι τον ύπνο. Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι. Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ...» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.
Άγιος Πορφύριος