Τι πλέον θέλεις;
Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.
Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.
Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.
Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.
Τι πλέον θέλεις;
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ετικέτες 3
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ιερέας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ιερέας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014
Οι ιερείς και οι γονείς
-Οἱ γονεῖς μας, ὁ πατέρας μας καί ἡ μητέρα μας, εἶναι ἱερά πρόσωπα γιά μᾶς. Ἔχουν ἀπό τό Θεό μεγάλη χάρη καί εὐλογία. Μά πιό μεγάλη ἀπό αὐτούς χάρη καί εὐλογία ἔχουν οἱ ἱερεῖς μας.
- Ἡ διαφορά ἀνάμεσα στούς ἱερεῖς καί στούς γονεῖς μας εἶναι πολύ μεγάλη. Εἶναι τόσο μεγάλη, ὅσο μεγάλη εἶναι ἡ διαφορά ἀνάμεσα στήν παροῦσα ζωή καί στήν αἰώνια.
- Οἱ γονεῖς, γεννοῦν παιδιά, γιά τήν παροῦσα ζωή· οἱ ἱερεῖς, γιά τήν ἄλλη.
Οἱ γονεῖς, δέν μποροῦν, οὔτε νά σώσουν τά παιδιά τους, οὔτε νά τά προφυλάξουν· οὔτε ἀπό ἀρρώστειες· οὔτε ἀπό τόν θάνατο! - Οἱ ἱερεῖς, μποροῦν. Καί σώζουν. Ψυχές ἄρρωστες. Ἀπό τό χεῖλος τῆς ἀπωλείας! Κάνουν καί σταματάει τό κατρακύλισμα: μέ τά λόγια τους· μέ τίς συμβουλές τους· καί μέ τίς εὐχές τους.
-Οἱ γονεῖς, ἄν τά παιδιά τους πρόσβαλαν κανέναν μεγάλον, δέν μποροῦν νά τά προστατεύσουν!
- Οἱ ἱερεῖς, μᾶς βγάζουν ἀσπροπρόσωπους, ἀκόμη καί ἄν ἐναντίον μας ἔχει ὀργισθῆ ὁ ἴδιος ὁ Θεός. Γιατί ὁ Θεός ἔχει δεσμευθῆ νά τούς ἀκούει.
Αγ.Ιωάννης Χρυσόστομος (Περί Ἱερωσύνης, Λόγ. Γ, 6)
Πέμπτη 6 Μαρτίου 2014
Εξομολόγηση...να δένουμε το τραύμα της ψυχής μας
- Γέροντα, όταν στον αγώνα μου έχω πτώσεις, πανικοβάλλομαι.
- Μη φοβάσαι. Αγώνας είναι και θα έχουμε και τραύματα. Με την εξομολόγηση αυτά θεραπεύονται. Βλέπεις, οι στρατιώτες στον πόλεμο, όταν τραυματίζωνται επάνω στην μάχη, τρέχουν αμέσως στον γιατρό, δένουν το τραύμα τους και συνεχίζουν να πολεμούν φιλότιμα. Εν τω μεταξύ αποκτούν και πείρα από τον τραυματισμό και προφυλάγονται καλύτερα, ώστε να μην ξανατραυματισθούν. Έτσι και εμείς, όταν τραυματιζώμαστε πάνω στον αγώνα μας, δεν πρέπει να δειλιάζουμε, αλλά να τρέχουμε στον γιατρό - στον πνευματικό -, να του δείχνουμε το τραύμα μας, να θεραπευώμαστε πνευματικά, και πάλι να συνεχίζουμε «τον καλόν αγώνα»[3]. Κακό είναι, όταν δεν ψάχνουμε να βρούμε τους φοβερούς εχθρούς της ψυχής, τα πάθη, και δεν αγωνιζώμαστε, για να τους εξοντώσουμε.
- Γέροντα, μερικοί από φιλότιμο δεν πάνε να εξομολογηθούν. «Αφού μπορεί να ξανακάνω το ίδιο σφάλμα, λένε, για ποιο λόγο να πάω να το εξομολογηθώ; για να κοροϊδεύω τον παπά;».
- Αυτό δεν είναι σωστό! Είναι σαν να λέη ένας στρατιώτης, όταν τραυματίζεται: «Αφού ο πόλεμος δεν τέλειωσε και μπορεί πάλι να τραυματισθώ, γιατί να δέσω το τραύμα μου;». Αλλά, αν δεν το δέση, θα πάθη αιμορραγία και θα πεθάνη. Μπορεί από φιλότιμο να μην πηγαίνουν να εξομολογηθούν, τελικά όμως αχρηστεύονται. Ο διάβολος, βλέπεις, εκμεταλλεύεται και τα χαρίσματα. Αν δεν καθαρίζουμε με την εξομολόγηση την ψυχή μας, όταν πέφτουμε και λερωνώμαστε, με τον λογισμό ότι πάλι θα πέσουμε και θα λερωθούμε, προσθέτουμε λάσπες πάνω στις παλιές λάσπες και είναι δύσκολο μετά να καθαρίσουν.
γέροντας Παίσιος
Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2014
Νύχτα Τσικνοπέμπτης....!
«Πώς αγριεύουν έτσι οι άνθρωποι; Πώς μεμιάς αφήνονται έρμαια στις ροπές καί στίς τάσεις τής φθαρτής ανθρώπινης τους φύσης; Πώς κατάντησε απόψε αυτή η ήσυχη επαρχιακή πόλη; Θαρρείς καί δέν τήν κατοικούν άνθρωποι αλλά ανθρωπόμορφα τέρατα πού άλλος μέ κεφάλι γαιδάρου, άλλος λιονταριού, άλλος πιθήκου τρέχουν νά προλάβουν νά γλεντήσουν, νά μεθύσουν, νά άμαρτήσουν όσο γίνεται περισσότερο. Γιατί απόψε είναι Τσικνοπέμπτη καί γέμισε ή πόλη μασκαράδες. Απόψε κάθε λογικός άνθρωπος δέν ξεμυτίζει από τό σπίτι του».
Αυτά σκεφτότανε ό παπα-Θανάσης, καθώς έμπαινε ατό σπίτι του γυρνώντας από τό ναό.
- 'Α, παπαδιά μου, τό κακό παράγινε! Ο Θεός νά μας συγχωρέσει, είπε στή γυναίκα του, μόλις μπήκε μέσα.Εκείνη τόν κοίταξε μέ κατανόηση.
- Ο Θεός νά μας φυλάει, είπε καί άρχισε νά ετοιμάζει τό βραδινό φαγητό.
Στό σπίτι του παπα-Θανάση, περασμένα πιά τά μεσάνυχτα, επικρατεί ησυχία. Τά παιδιά καί ή παπαδιά είχαν ήδη κοιμηθεί κι ό παπα-Θανάσης ετοιμαζότανε καί κείνος νά πάει γιά ύπνο,όταν ακούστηκε τό κουδούνι τής πόρτας. Τινάχτηκε μέσα στόν ύπνο της η παπαδιά καί βρέθηκε δίπλα στόν παπα-Θανάση.
- Μην ανοίγεις τέτοια νύχτα, πάτερ μου! τόν παρακάλεσε φοβισμένη.
- Γιατί φοβάσαι; τήν καθησύχασε εκείνος. Είναι η πρώτη φορά πού μάς κτυποϋν τέτοια ώρα τήν πόρτα; Αφού τό ξέρεις τό σπίτι του Ιερέα διανυκτερεύει κάθε βράδυ.
- Ναι, μά απόψε...
Της χαμογέλασε ό παπα-Θανάσης καί άνοιξε τήν πόρτα.
- Πάτερ μου, μέ συγχωρείτε πού ήρθα τέτοια ώρα, όμως ή μάνα μου πεθαίνει καί ζητά νά έξομολογηθεί καί νά κοινωνήσει.
'Ο άνθρωπος πού στεκόταν μπροστά του, παρόλο πού ήταν άντρας, έτρεμε ολόκληρος κι άφηνε τά δάκρυά του δίχως ντροπή νά τρέχουν.
- Πήγαινε εσύ κοντά της, παιδί μου, καί γώ πάω ώς τήν εκκλησία νά πάρω τή θεία Κοινωνία καί έρχομαι αμέσως.
'Έφυγε ό άντρας αφήνοντας στόν παπα-Θανάση τή διεύθυνσή του.
- Που θά πας, πάτερ μου, μόνος σου τέτοια ώρα, μιά τέτοια νύχτα; Δέ φοβάσαι; Γ ιατί δέν τόν κρατούσες νά πάτε συντροφιά;»
Ή παπαδιά μιλούσε καί κείνος τήν κοίταζε αυστηρά.
- Μόνος είπες, παπαδιά, μόνος; Κι ό Κύριος πού θά κουβαλάω στά χέρια μου;'Ά, παπαδιά μου, κάτι σ' έχει πιάσει απόψε καί δέ μιλάς γνωστικά.
Ντύθηκε ό παπα-Θανάσης καί βγήκε στό δρόμο. Ξέχασε πώς ήταν νύχτα Τσικνοπέμπτης. Δέν τόν άπασχολούσαν καθόλου οί μασκαράδες πού έβλεπε γύρω του.Ένα μόνο τόν απασχολούσε, νά προλάβει νά δώσει τό «φάρμακο τής αθανασίας» στην ετοιμοθάνατη.
Πήρε με δέος στά χέρια του τό Σώμα καί τό Αίμα του Χρίστου καί ξαναβγήκε στό δρόμο. Δέν κοιτούσε ούτε δεξιά ούτε αριστερά. Μόνο έτρεχε νά προλάβει.Σέ μιά στροφή του δρόμου ακούσε γέλια καί φωνές. Κάποιος φώναξε κοροϊδευτικά: «Τήν ευχή σου Δέσποτα!», μά δέν γύρισε νά κοιτάξει. Καί τότε, δέν κατάλαβε πως, βρέθηκε κυκλωμένος από μιά παρέα μασκαράδων, πού προσπαθούσαν νά τόν σταματήσουν.
- Συνάδελφε, που πάμε;
Ένας νεαρός μασκαρεμένος σέ παπά, μέ χνώτο πού μύριζε ποτό, στεκόταν μπροστά του κρατώντας στό χέρι ένα σταυρό. Τα'χασε ό παπα-Θανάσης καί πριν προλάβει νά πει τίποτα, δέχτηκε τήν επίθεση όλου του τσούρμου. Άλλος τόν τραβούσε άπό τά ράσα κι άλλος του έβγαζε τό καλυμμαύχι.
'Ο παπα-Θανάσης έσφιξε στό στήθος του τ' άχραντα Μυστήρια καί προσπάθησε νά τούς μιλήσει, μά κανένας δέν άκουγε. Κάποιος τότε του τράβηξε τή γενειάδα καί -σάν νά τόν κτύπησε ηλεκτρικό ρεϋμα- άρχισε νά φωνάζει;
- Είναι αληθινός, ρέ, είναι αληθινός!
Ή παρέα κοκκάλωσε στή θέση της κι ό παπα- Θανάσης, μέ τό πρόσωπο μουσκεμένο από τόν ιδρώτα της αγωνίας καί τά δάκρυα του, τούς κοίταξε χωρίς νά μιλα.
- Συγγνώμη, πάτερ! είπε εκείνος που του τράβηξε τή γενειάδα. Νομίζαμε πώς ήσασταν ψεύτικος σάν κι αύτόν καί...
- Σας είδαμε καί τέτοια ώρα έξω καί ήμασταν σίγουροι πώς ήσασταν μασκαρεμένος. Συγχωρέστε μας! είπε ένας άλλος.
- Πάω νά κοινωνήσω μιά ετοιμοθάνατη, παιδιά μου.'Ο θάνατος δέν έχει ώρες κατάλληλες καί ακατάλληλες κι εγώ τρέχω νά τόν προλάβω. Καί σύ, παιδί μου, βγάλε τά ράσα τά τιμημένα. Μην αμαρτάνεις άλλο ρεζιλεύοντάς τα. Είναι πολύ ιερό τό ράσο, γιά νά μασκαρεύεσαι μ' αυτό. Τραβάτε στά σπίτια σας, παιδιά μου, κι ό Θεός νά σας συγχωρέσει.
Άνοιξε τό βήμα του ό παπα-Θανάσης, γιά νά κερδίσει τό χαμένο χρόνο.Ήταν πικραμένος ώς τά κατάβαθά του. Τόσο πολύ, λοιπόν, χάλασαν σι άνθρωποι, ώστε μασκαρεύονται καί Ιερείς;
- Πάτερ, Πάτερ!
Ή φωνή πού έφτασε στά αυτιά του ήταν γεμάτη αγωνία. Σταμάτησε καί περίμενε. Ένας νεαρός κατακόκκινος από τήν τρεχάλα καί τήν ντροπή έφτασε κοντά του λαχανιασμένος.
- Πάτερ! Είμαι κείνος πού ντύθηκε παπάς. Τό έκανα εντελώς απερίσκεπτα, πάτερ και... καί θέλω νά 'ρθω μαζί σας στό σπίτι της έτοιμοθάνατης. Δέν... δέν θέλω νά σας πάρουν κι άλλοι γιά ψεύτικο...
Ό παπα-Θανάσης του έκανε νόημα νά τόν ακολουθήσει. Στά χέρια του ό νεαρός κρατούσε τό σταυρό πού είχε μαζί του. Μπήκαν στό σπίτι τής ετοιμοθάνατης σιωπηλοί.
- Χαίρομαι, πάτερ, πού βρήκατε καί παπαδάκι καί δέν ήρθατε μόνος, είπε ό αντρας πού τόν είχε καλέσει.
Ό νεαρός ξανακοκκίνησε καί κοίταξε μέ αγωνία τόν παπα-Θανάση.
Ναι, ό Θεός μου τόν έστειλε, είπε εκείνος καί τά λόγια του καρφώθηκαν στήν καρδιά του νεαρού.
- Πάτερ, δέν θά σας εγκαταλείψω ποτέ, έλεγε ό νεαρός λίγη ώρα αργότερα, όταν ό παπα-Θανάσης κλείδωνε τό ναό, αφήνοντας ξανά μεσα τό Σώμα καί τό Αίμα του Χριστού, θά γίνω ό βοηθός σας, τό παπαδάκι σας.'Ίσως έτσι μέ συγχωρήσει ό θεός γιά τήν ιεροσυλία πού έκανα.
-'Αμποτε, παιδί μου, νά τό φορέσεις τό ράσο κι αληθινά, είπε ό παπα-Θανάσης καί τόν ευλόγησε με τά δυό του χέρια, εκείνα πού πριν από λίγο κρατούσαν τόν Ίδιο τόν Κύριο. Καί παράξενο ό παπα-Θανάσης είχε τή σιγουριά πώς αύτό θά γινόταν κάποια μέρα! Καί ακόμα πιό παράξενο τήν ίδια σιγουριά ένιωθε μέσα του κι ό νεαρός.
inagiounikolaoutouneou.gr
πηγή
xristianos
Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2014
Ο ιερέας και το αλκοτέστ!
Ιερέας ο ένας λαϊκός ο άλλος ( φίλοι και κουμπάροι ) επέστρεφαν από το Άγιο Όρος.
Δάφνη, Σταυρονικήτα, Διονυσίου η σύντομη διαδρομή ...για να γεμίσουν οι μπαταρίες.
Στο λεωφορείο της επιστροφής ανάμεσα στα σχόλια των ημερών για το όρος...
Ιερέας: Να σου πω κάτι, δεν θα το πιστέψεις.
Λαϊκός: Πες μου, τι είναι;
Ιερέας; Μια
φορά είχα πάει σε μια αγρυπνία σ' ένα γνωστό μου στη Θήβα.
Ήμαστε πολλοί παπάδες γιατί γιόρταζε η Εκκλησία, αλλά και ο
κόσμος έφθανε μέχρι το δρόμο. Στην ώρα της Θείας κοινωνίας
ετοιμάσαμε τέσσερα Άγια ποτήρια για να μην καθυστερούμε
τον κόσμο, άλλωστε είχε περάσει η ώρα.
Εγώ κάπως καθυστέρησα, με φώναξε ο Δεσπότης κάτι να μου πει και άργησα να βγω στον κόσμο για να τους κοινωνήσω.
Βγαίνοντας τελικά ίσα που πρόλαβα και κοινώνησα πέντε- έξι.
Το
ποτήρι ήταν γεμάτο μέχρι πάνω και έτσι το κατέλυσα μόνος.
Χαιρέτισα τους πατέρες και έφυγα γρήγορα, είχα άλλωστε και
διαδρομή μέχρι την Αθήνα.
Ιερέας: Ακούς ή κοιμήθηκες;
Λαϊκός: Έλα, συνέχισε.
Ιερέας: Βγαίνοντας από την Θήβα να σου κι' ένα περιπολικό της τροχαίας να μου κάνει σήμα να σταματήσω.
Αστυνομικοί: Καλησπέρα πάτερ, πως κι΄από δω;
Ιερέας: Επιστρέφω στην Αθήνα.
Αστυνομικοί: Γυρνάνε και οι παπάδες την νύχτα;
Ιερέας: Βρε ευλογημένε σε αγρυπνία ήμουν με τον π. Ν στην Εκκλησία σας που γιορτάζει.
Αστυνομικοί: Μια και σε σταματήσαμε, να κάνουμε ένα αλκοτέστ.
Ιερέας: Οπως νομίζετε παιδιά.
Ετοίμαζαν
οι Αστυνομικοί το αλκοτέστ, σβούρα το μυαλό του παπά - γεμάτο
το Άγιο ποτήρι, το κατέλυσα μόνος μου ...λες ; μπα όχι... έχει
ο Θεός.
Αστυνομικοί: Φύσα παπά.
Ιερέας : Ορίστε φύσηξα, πάρτο.
Αστυνομικοί: Αρνητικό, δεν μου λες παπά δεν πίνεις καθόλου κρασί, ο δείκτης είναι κάτω από τα φυσιολογικά, άντε στο καλό.
Ιερέας: Καληνύχτα παιδιά.
Ξεμάκρυνε
ο παπάς, σαν άνθρωπος ίσως κάποιο δευτερόλεπτο παλαντζάρισε η
ψυχή του, μα σαν ιερεύς χάιδεψε λίγο το στήθος του, ένα
χαμόγελο φάνηκε στα χείλη του και ένα "Δόξα Σοι ο Θεός"
έσκισε τον Ουρανό και έφτασε στο θρόνο του Θεού.
Ιερέας: Κατάλαβες ή κοιμάσαι τόση ώρα;
Λαϊκός: Κατάλαβα πάτερ...κατάλαβα!
Είχε
γυρίσει ο λαϊκός προς το παράθυρο, και ένα δάκρυ χαράς και
ευγνωμοσύνης για τον Θεό γλίστρησε απ' τα μάτια, ένοιωθε τώρα μες
τα κατάβαθα της ψυχής η πίστη μέσα του να μην είχε
κολληθεί απλως,αλλά πακτώθηκε, έγινε... ένα!
χ.
Υ.Γ
Το πιο πάνω είναι αληθινό γεγονός.
Σάββατο 20 Οκτωβρίου 2012
Ἡ Πρεσβυτέρα καί ἡ μεγάλη ἀποστολή της
῞Ενας ἀπό τούς ἁγίους τῆς ᾿Εκκλησίας μας εἶπε: "῎Αν στό δρόμο μου συναντήσω ἕναν ἄγγελο καί ἕναν ἱερέα, θά σκύψω νά φιλήσω τό χέρι τοῦ ἱερέως πρῶτα καί ὕστερα
θά προσκυνήσω τόν
ἄγγελο". Αὐτή ἡ σκέψη πράγματι κρύβει τήν μεγαλύτερη ἀλήθεια γιατί ὁ
ἱερεύς εἶναι ἡ ὁρατή παρουσία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο μας, εἶναι ὁ
Χριστός σαρκωμένος, ὁ Λυτρωτής, ὁ θριαμβευτής Κύριος ἀνάμεσά μας.
᾿Εμεῖς οἱ πρεσβυτέρες δέν συναντᾶμε στό δρόμο μας τόν ἱερέα. Οὔτε μόνον στήν ᾿Εκκλησία. Γιά μᾶς ὁ ἱερεύς εἶναι ὁ σύζυγός μας. Ζοῦμε τήν πιό πλούσια εὐλογία, τήν πιό χαρισματική ζωή, κι ἄς τό ἔχουμε συνηθίσει λιγώτερο ἤ περισσότερο.
᾿Εμεῖς οἱ πρεσβυτέρες εἴμαστε ἕνα μέλος τῆς ὑπάρξεως τοῦ συζύγου μας-ἱερέως, ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν του καὶ σάρξ ἐκ τῆς σαρκὸς του.
῾Ο Κύριος μέ τό μέγα μυστήριο τοῦ γάμου μᾶς ἕνωσε μυστηριακά μέ τόν ἱερέα σέ μιά ἁγία, τελεία, δυνατή ἑνότητα. Μαζί μέ τόν ἱερέα ζοῦμε, συζητοῦμε, ἀντιμετωπίζουμε ἀρκετές ποιμαντικές μέριμνες. Μά τό κυριώτερο, δεχόμαστε τήν θεία χάρι, ἀκατάπαυστα, πού ἄφθονα δίδεται στήν κτίσι ὁλόκληρη γιά νά τήν μεταμορφώσῃ καί νά τήν θεώσῃ.
῾Ο γάμος ὁ δικός μας εἶναι, θά λέγαμε, εἰς τό ἔπακρον καί συνεχῶς θεανθρώπινος, ἀφοῦ ὁ σύζυγός μας καί ἐμεῖς φέρνουμε τόν Χριστό μέσα μας, ἐφ᾿ ὅσον εἴμαστε Χριστοφόροι. ῾Ο γάμος μας ἀκόμα εἰκονίζει τήν ἁγία Τριάδα: ὁ Κύριος, ὁ πρεσβύτερος καί ἡ πρεσβυτέρα. Νά τό πιό ἁπλό, ἀλλά συνάμα καί τό πιό παντοδύναμο καί πανευφρόσυνο γεγονός γιά μᾶς, πού καταξιώνει τήν φτωχή καί πεπερασμένη μας ψυχή, τήν μικρή μας ζωή.
᾿Αφοῦ λοιπόν ὁ σύζυγός μας ἱερεύς μετέχει στό θαῦμα τῆς ἱερωσύνης τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί σύ καί ἐγώ, ἀδελφή πρεσβυτέρα, συμμετέχουμε στήν ἱερωσύνη τοῦ Κυρίου μας; μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου. ᾿Ασύγκριτη ἡ τιμή αὐτή γιά μᾶς ἀπό τίς ὁποῖες ἔρρευσαν τά φαῦλα. ῾Η μητέρα μας ἡ Εὔα ἔφερε τήν ἀπώλεια στόν βασιλέα ὅλης τῆς κτίσεως τόν ᾿Αδάμ, τόν σύζυγό της. ᾿Εμεῖς οἱ πρεσβυτέρες συμμέτοχες στήν ἱερωσύνη τοῦ συζύγου μας καί στό σταυρό τοῦ παπᾶ μας, ἀγωνιζόμαστε νά γίνουμε ἅγιες, πανάγιες, μέ τήν ἄσκησι, τήν προσευχή, τήν σιωπή, τά ἄλλα μυστήρια, καί τήν λατρεία, μέ τήν εὐλογημένη τεκνογονία, τό πιό ἀσφαλές μέσον σωτηρίας. ῎Ετσι ἐλπίζουμε θείᾳ χάριτι καί κρείττω.
῾Ο σύζυγός μας δέν εἶναι ὁ Γιῶργος ἤ ὁ Γιάννης, ἀλλά ὁ πατήρ Γεώργιος ἤ ὁ πατήρ ᾿Ιωάννης. ᾿Αποτελεῖ μετά ἀπό τόν ἐπίσκοπό μας τό κέντρον τῶν πιστῶν, τόν ποιμένα τῶν λογικῶν προβάτων, τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τῆς ᾿Εκκλησίας μας, πού πορεύεται στήν σωτηρία, στήν λύτρωσι. Αὐτός, ὁ σύζυγός μας εἶναι ἕνας ἄνθρωπος τραγικός, ὄχι μέ τήν κοσμική ἔννοια βέβαια. Εἶναι δηλαδή ὁ πιό χαρούμενος ἄνθρωπος, ὅταν λειτουργῇ, ὅταν ἁγιάζῃ τόν περιούσιο λαό τοῦ Θεοῦ μέ τά μυστήρια καί μέ τόν θεῖο λόγο πού ἔχει τήν δύναμι νά ἀναστήσῃ τίς νεκρές ψυχές.
῾Ο ἱερεύς-σύζυγός μας εἶναι καί ὁ πιό θλιμμένος ἄνθρωπος γιατί ἀναλογίζεται, βλέπει, ζῇ καί αἰσθάνεται συνέχεια πόσο μικρός εἶναι μπροστά στόν ἄπειρο Κύριο τῆς δόξης, πόσο φτωχός μπροστά στόν Πλούσιο ἐν ἐλέει, καί οἰκτιρμοῖς, πόσο "γῆ καί σποδός" μπροστά στή θεία μεγαλειότητα, στήν ἄρρητη σοφία καί ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ.
Πόσες φορές δέν τόν βλέπουμε νά γυρίζῃ στό σπίτι πονεμένος κατάκαρδα γιά τά συντρίμματα τῶν ψυχῶν πού συνήντησε τήν ἡμέρα, γιά τήν ἁμαρτία καί τήν ψυχρότητα πού πιέζει τίς ταλαίπωρες ὑπάρξεις, τίς δέσμιες μέσα στόν δύστυχο "προοδευμένο" πολιτισμό μας.
῾Ο ἱερεύς μας ἀκόμη μοιάζει μέ τόν θεόπτη Μωϋσῆ πού ἀνεβασμένος στό ὄρος Σινᾶ ἄκουγε τίς βροντές, ἐτυφλώνετο ἀπό τίς ἀστραπές τῆς θείας μεγαλειότητος καί ἐκρύβετο μέσα στό σύννεφο τῆς θείας παρουσίας. Ποτέ δέν εἶδε ὅμως τό θεῖο πρόσωπο. Γιατί "οὐδεὶς ὄψεται τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται", λέγει Κύριος Παντοκράτωρ. Καί ὁ ἱερεύς σύζυγός μας ἀτενίζει καί ἀγγίζει φρικωδεστέραν θυσίαν καί θαῦμα, ἀσυγκρίτως ἐκπληκτικόν, καθώς λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
῾Ωστόσο τά μάτια τῆς ψυχῆς του βλέπουν μέρος τῆς θείας δόξης. ῾Η καρδιά του κλείνει μέρος τῆς ἀπείρου ᾿Αγάπης καί ὁ νοῦς του ἀγωνίζεται νά χωρέσῃ μιά σταγόνα ἀπό τή θεία σοφία.
Δίπλα σ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, ἤ, ἄς τό ποῦμε καλύτερα, πλάϊ στόν ἱερέα της τί πρέπει νά αἰσθάνεται ἡ πρεσβυτέρα; Πῶς πρέπει νά ζῇ;
῾Η γυναῖκα γενικά δίπλα στον ἄνδρα παίζει βασικό ρόλο. Εἶναι προωρισμένη νά γίνεται ὁ ἀρχιτέκτων τῆς συζυγικῆς γαλήνης, νά σφογγίζῃ τόν ἱδρῶτα τοῦ προσώπου τοῦ ἀνδρός της, νά κάμῃ ἀνάλαφρη ἀπό τόν ἀγῶνα καί τήν ἀγωνία καί τόν μόχθο, τή ζωή του. Εἶναι τό μικρό λυχνάρι πού φωτίζει τό διάβα τῶν ἀνθρώπων πού ἀγαπᾷ. ῾Η μητέρα καί σύζυγος γίνεται ἡ σιωπηλή θυσία πού ἐπάνω της θά ἀκουμβήσουν καί θά ριζώσουν τά ἀγαπητά της πρόσωπα, γιά νά στερεώσουν καί νά ἐπιτύχουν στή ζωή.
Μπορεῖ βέβαια ἡ ἱστορία νά διαστίζεται ἀπό ὀνόματα ἀνδρῶν, πίσω ὅμως ἀπό αὐτούς κάποια γυναῖκα, κάποια μητέρα ἔπαιξε τόν ρόλο της, ἔγινε ὁ σμιλευτής του. Μοιάζει ἡ γυναῖκα μέ τό ὑπόγειο καί ἀθόρυβο ἐκεῖνο ρυάκι πού ἐνῶ δέν φαίνεται, μεταβάλλει τόν τόπο σέ ζωογόνο, δροσερό. ᾿Εκεῖ ἀκριβῶς πού φυτρώνουν οἱ μεγάλες βελανιδιές, οἱ μεγάλοι ἄνδρες.
῎Ετσι λοιπόν ἡ πρεσβυτέρα θά εἶναι ἡ τέλεια νοικοκυρά, ἡ ἀφωσιωμένη σύζυγος, ἡ καλή μητέρα, ἀλλά ὁ νοῦς της καί ἡ καρδιά της πρέπει νά συν-αρπάζωνται ἀπό τό ἱλαρόν Φῶς τῆς θείας ἁγίας δόξης.
Καί τά ὅπλα τῆς πρεσβυτέρας;
῾Η πίστις. Νά τό πρῶτο της ὅπλο. Ξέρουμε πώς μποροῦμε μέ ἕνα καί μόνο κόκκο σιναπιοῦ πίστεως νά μετακινήσουμε ὄρη. ῾Ο ἅγιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητής θέλησε νά δείξῃ τήν τεράστια δύναμι αὐτοῦ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου γιά τήν προσευχή. Μέ τήν προσευχή του πράγματι ἐκίνησε ὁλόκληρο βουνό. Κι ὅμως δέν εἶναι μεγάλο κατόρθωμα, γιατί μέσα μας ὑπάρχουν μεγαλύτερα βουνά.
Πῶς νά τά βγάλουμε πέρα π.χ. μέ τό λίγο μισθό τοῦ συζύγου μας ἱερέως καί νά ἀνταποκριθοῦμε στίς ἀνάγκες τῆς μεγάλης μας οἰκογενείας; Νά τό βουνό. Πίστις τυφλή, ἤ σωστότερα ζωντανή στόν Κύριό μας θά φέρῃ τό πιό αἴσιο, τό πιό συμφέρον ἀποτέλεσμα.
᾿Αλλοίμονο ἐπίσης ἄν ἡ πρεσβυτέρα, ὁ ἄνθρωπος αὐτός τῆς χάριτος, δέν καλλιεργεῖ μέσα της τήν ἐλπίδα τῆς μελλούσης ζωῆς κοντά στόν Κύριο μετά τῆς Θεοτόκου καί τῶν ἁγίων μας. ῾Η πρεσβυτέρα εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού λιώνει μέ τήν ἁγία ἐλπίδα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί διαδίδει τήν ἐλπίδα αὐτή στίς ψυχές πού τήν πλησιάζουν. Καί αὐτή ἡ ἐλπίδα ἀνάβει μέσα της καί γύρω της τήν ἀγάπη πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Τήν ἀγάπη στά παιδιά της, στόν ἱερέα της, στήν ἐνορία τοῦ ἱερέως της, σέ κάθε ψυχή, σέ κάθε παιδί τοῦ Θεοῦ πού θά χτυπήσῃ τήν πόρτα της. ῾Η ἀγάπη της ἡ πρώτη, ἡ μοναδική, δηλαδή ἡ ξεχωριστή, ἡ βαθύτερη εἶναι ὁ Χριστός, πού ἐσαρκώθη, ἐσταυρώθη καί ἀνεστήθη γιά μᾶς, γιά νά βροῦμε τόν γλυκύτατο παράδεισο ἀνοικτό, γιά νά γίνουμε παιδιά τοῦ Θεοῦ καί πάλι.
Αὐτήν τήν ἀγάπη εἶχαν ὅλες οἱ χριστιανές μητέρες καί γι᾿ αὐτό ἀνέδειξαν ἁγίους στήν ᾿Εκκλησία μας. ῾Η ἁγία Μόνικα, ἡ μητέρα τοῦ πρώην ἁμαρτωλοῦ καί ἀτίθασου Αὐγουστίνου, τέτοια ἀγάπη εἶχε στόν Κύριο. ῞Υψωνε τήν καρδιά της σέ προσευχή χρόνια ὁλόκληρα ἕως ὅτου ἔδωσε ὁ Κύριος τήν σωτηρία στό παιδί της καί τόν ἀνέδειξε ἅγιον Αὐγουστῖνο. ῾Η ᾿Ανθοῦσα, ἡ Νόνα καί ἡ ᾿Εμμέλεια γι᾿ αὐτό ἔβγαλαν ἅγια παιδιά, τούς ἁγίους τρεῖς ῾Ιεράρχας.
Φλογερή ἀγάπη στόν Χριστό μέ ἀσίγαστη προσευχή, νά ἡ καρδιά τῆς ἁγίας μητέρας πού ζῇ τόν Χριστό, ἐν Χριστῷ. Δικαιολογημένα καί ὁ εἰδωλολάτρης Λιβάνιος τίς ἐθαύμαζε: "Βαβαί, οἷαι παρὰ χριστιανοῖς γυναῖκες εἰσίν!" ἔλεγε. Τέτοιες ἦσαν καί οἱ μητέρες πολλῶν ἄλλων ἁγίων.
῞Οσο μάλιστα θά φουντώνῃ μέσα της ἡ θεία ἁγάπη, τόσο πιό ταπεινή θά γίνεται ἡ πρεσβυτέρα. ῎Αν ὁ ἅγιος ᾿Ισαάκ ὁ Σῦρος, ὁ πρύτανις τῶν μυστικῶν πατέρων, ἐθεωροῦσε τόν ἑαυτόν του κατώτερον "πάσης τῆς κτίσεως", πιά γνώμη θά ἔχει γιά τόν ἑαυτό της ἡ παπαδιά; Τό πολυτιμώτερο στολίδι της εἶναι ἡ βαθειά, ἡ ἄκρα ταπεινοφροσύνη.
᾿Αθόρυβη, σιωπηλή, χωρίς νά ἀπαιτεῖ ποτέ διακρίσεις, ἤ ἀνέσεις ζῇ μυστικά στήν καρδιά της τόν οὐράνιο Νυμφίο, τόν Χριστό. Μέ ὑπομονή ἀντιμετωπίζει τά ποικίλα προβλήματα τῆς οίκογενείας της. Προσπαθεῖ νά ἀνακουφίζῃ τόν ἱερέα της μέ τήν ὑπακοή της καί νά προσφέρῃ ἀνάπαυσι καί ἠρεμία στήν εὐαίσθητη ἱερατική ψυχή πού ἀγωνίζεται νά ἁρπάξῃ τίς ψυχές ἀπό τοῦτο τόν κόσμο καί νά τίς φέρη κοντά στό Θεό, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
῾Η πρεσβυτέρα θέλει νά συμμορφώνῃ τόν ἑαυτό της σύμφωνα μέ τόν γυναικεῖο χαρακτῆρα, ὅπως ὁ θεῖος Παῦλος τόν θέλει: "῾Ωσαύτως γυναῖκας σεμνάς, μὴ διαβόλους, νηφαλίους, πιστὰς ἐν πᾶσι", γράφει στήν ἐπιστολή του πρός Τιμόθεον. Χαίρεται ἐπίσης ἡ πρεσβυτέρα ὅταν διαβάζη στήν πρώτη ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Πέτρου: "ὁμοίως γυναῖκες ὑποτασσόμεναι τοῖς ἰδίοις ἀνδράσι, ἵνα καὶ εἴ τινες ἀπειθοῦσι τῷ λόγῳ, διὰ τῆς τῶν γυναικῶν ἀναστροφῆς ἄνευ λόγου κερδηθήσονται, ἐποπτεύσαντες τὴν ἐν φόβῳ ἁγνὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν".
Μέ ἄλλα λόγια ἡ σιωπή τῆς συνετῆς καί σεμνῆς γυναίκας μπορεῖ νά μαλακώση τόν σκληρό ἀνδρικό χαρακτῆρα. Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος ᾿Απόστολος Πέτρος: "ὧν ἔστω οὐχ ὁ ἔξωθεν ἐμπλοκῆς τριχῶν καὶ περιθέσεως χρυσίων ἤ ἐνδύσεως ἱματίων κόσμος, ἀλλ᾿ ὁ κρυπτὸς τῆς καρδίας ἄνθρωπος ἐν τῷ ἀφθάρτῳ τοῦ πρᾳέως καὶ ἡσυχίου πνεύματος, ὃ ἐστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές".
῎Οχι λοιπόν ἡ ἐξωτερική πολυτέλεια, τά ποικίλα χτενίσματα, ἀλλά ὁ κρυπτός τῆς καρδιᾶς, ὁ μυστικός ἄνθρωπος ἀποδεικνύει τήν ἀξία τῆς γυναῖκας. Πόσο σύμφωνα δέν εἶναι ὅλα αὐτά μέ τήν ὑψηλή ζωή πού καθημερινῶς ἀξιώνεται νά βλέπη διά τοῦ ἱερέως της ἡ πρεσβυτέρα;
῾Η ἁγία Ναταλία, τήν μνήμη τῆς ὁποίας ἑορτάζουμε στίς 26 Αὐγούστου, μέ τίς ἱερές προσλαλιές της, τίς νουθεσίες της, τίς ἀκούραστες προσευχές της, σάν ἄλλη, Νέα Εὔα, ἔφερε τόν σύζυγό της ᾿Ανδριανό κοντά στόν Χριστό. ῾Η ᾿Εκκλησία μας καί τούς δύο τούς τιμᾶ ὡς ῾Αγίους. Νά τί κατόρθωσε ἡ σύζυγος διά τῆς Χάριτος! Καί πόσες ἄλλες γυναῖκες δέν κατόρθωσαν νά ὁδηγήσουν ὅλη τους τήν οἰκογένεια στόν Παράδεισο!
Δέν θά ζηλέψη καί ἡ πρεσβυτέρα αὐτά τά ἅγια φωτεινά παραδείγματα;
Καί εἶναι γεγονός ὅτι πρεσβυτέρες ἅγιες στήριξαν μετρίους κληρικούς. ᾿Ενῶ τό ἔργο λαμπρῶν πρεσβυτέρων ἐναυάγησε, τοὐλάχιστο ἔτσι ἐφάνη, ὅταν οἱ πρεσβυτέρες εἶχαν τό νοῦ τους... μακράν τοῦ Χριστοῦ... στίς ἀνέσεις, στίς διασκεδάσεις τοῦ κόσμου τούτου, "τοῦ ὁποίου τὸ σχῆμα παράγεται καὶ ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ". ῎Ετσι ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κρονστάνδης π.χ. ἅγιος τῶν τελευταίων χρόνων στή Ρωσία, ἐπρόκοψε καί ἁγίασε καί ἐπειδή εἶχε καλή πρεσβυτέρα.
῾Ο Virgil Georgiou, Ρουμάνος λογοτέχνης, πού ἔγινε ἱερεύς καί ζῇ στό Παρίσι, μᾶς ἀποθεώνει τόν πατέρα του ἱερέα π. Κωνσταντῖνο στό βιβλίο του "᾿Από τήν 25η ὥρα στήν αἰωνία ὥρα". Νά ὅμως καί λίγες περίφημες γραμμές γιά τή μαμά -πρεσβυτέρα: "῾Η μητέρα μου ἦταν φτιασμένη ἀτόφια ἀπό αὐστηρή πάστα. Καί ἐπειδή ἡ ζωή δέν εἶναι δυνατή στήν κατάσταση αὐτή τῆς ἀπόλυτης καθαρότητος, ἡ μητέρα μου κατέφευγε στόν κόσμο τῆς προσευχῆς καί τῆς ποιήσεως. ῾Υψωνόταν στόν οὐρανό μέ τήν κλίμακα τῆς πίστεως, μιᾶς πίστεως καθαρῆς καί τελείας σάν τήν μεταξένια κλωστή. ῾Η μητέρα μου ἔγραφε προσευχές, ἀκαθίστους ὕμνους καί ἱκεσίες μέ φλογερή καί οὐράνια ὀμορφιά. ῾Η καρδιά της ἦταν θυσιαστήριον «ἐν ᾧ καὶ ἐξ οὗ εὐχαὶ καθαραὶ προσφέρονται τῷ πανυψίστῳ Θεῷ». Τίς χειμωνιάτικες νύχτες, ὅταν τό χιόνι μεταμόρφωνε τά βουνά μας σέ μιά κόλασι λευκῶν φλογῶν, ἡ μητέρα μου ἔβαζε ἀναμμένες λάμπες σέ ὅλα τά παράθυρα μέ τή σκέψι μήπως ὑπάρχουν κάποιοι δυστυχισμένοι ταξιδιῶτες πού τούς βρῆκε στό δρόμο ὁ ἄσχημος καιρός. Καί ὅλη τή νύχτα ἔγραφε γι᾿ αὐτούς περίφημες προσευχές, γιά νά τούς σώση ἀπό τόν θάνατο. Προσευχόταν ἐπίσης κάποιες ἄνοιξες γιά τά μπουμπούκια καί τά ἄνθη τῆς κερασιᾶς πού ἄνοιγαν πολύ ἐνωρίς καί ἔπεφταν κάτω παγωμένα σάν παιδιά πού γεννήθηκαν και πέθαναν πρόωρα".
᾿Αλήθεια, πόσο πλατειά θά πρέπει νά εἶναι ἡ καρδιά τῆς πρεσβυτέρας! Ναί, ἀπέραντη γιά νά ἀγκαλιάζη τούς ἐνορίτες τοῦ συζύγου της - τά παιδιά του - τό ἐν Χριστῷ ποίμνιό του μέ ὅλους τούς καϋμούς τους. Καί νά προσεύχεται μέ θέρμη γι᾿ αὐτούς πού ἔχουν πλέον ἀναφαίρετα δεθῆ μέ τόν ποιμένα καί πατέρα τους ἱερέα.
Νά εἶναι γι᾿ αὐτούς ἡ "μητερούλα", ὅπως λέγουν οἱ Ρῶσσοι τήν πρεσβυτέρα, γιά νά συμπληρώνη τό ἁγιαστικό τοῦ ἱερέως ἔργον μέ τῆς καλωσύνης της τή δροσιά.
᾿Αφάνταστη καί ἀνυπολόγιστη εἶναι ἡ θλῖψις τοῦ ἱερέως νά βλέπη τήν πρεσβυτέρα του ἀσύμφωνη καί ψυχρή, μέ σβησμένη τήν φλόγα τῆς πίστεώς της νά ἀκολουθῆ τή ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου.
᾿Ενῶ ἡ πρεσβυτέρα πού ζῆ μέσα στήν ᾿Εκκλησία μας μέ τά ἅγια μυστήρια, τήν ᾿Εξομολόγηση καί τήν Θεία Εὐχαριστία, ζεῖ ἀπό αὐτήν τήν ζωή τήν γλυκιά μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή της. ῾Ο Χριστός γίνεται ἡ πνοή της, ἡ εὐτυχία της. ῞Οταν μελετᾶ τήν ῾Αγία Γραφή ἤ τούς βίους τῶν ῾Αγίων ἤ τά θαύματα τῆς κυρίας Θεοτόκου μαγεύεται κυριολεκτικά καί ζεῖ στόν γνήσιο καί ὁλοφώτεινο χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
῾Η καλή πρεσβυτέρα ξέρει νά σηκώνη τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἀδιάκοπα καί νά δροσίζεται ἀπό τή χάρι πού φέρει ὀ σύζυγός της ἱερεύς. ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης παρηγορεῖ θαυμάσια καί οἰκοδομεῖ τίς ψυχές μας λέγοντας ὅτι σ᾿ ὅλη μας τή ζωή θά ἀκολουθοῦμε ὄπισθεν τόν Κύριο. Αὐτή ἡ ἀκολουθία εἶναι ἡ πιό τιμητική. ᾿Οπίσω Του.
Μόνο στήν ἄλλη ζωή θά δοῦμε τόν Κύριο ἐνώπιοι ᾿Ενωπίῳ, ὅταν θά ἔχη ἐλαφρυνθῆ ἡ ὕπαρξίς μας ἀπό τό βάρος τοῦ φθαρτοῦ τούτου σώματος, ὅταν ἡ ψυχή μας θά ἔχει ἑνωθῆ μέ τό ἄφθαρτο καί καθαρισμένο σῶμα μας κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. ῞Οταν θά ἠχήση ἡ σάλπιγξ καί ὅταν οἱ νεκροί "ἐγερθήσονται πρῶτον".
Στό ἁγιολόγιο τῆς ἁγίας ᾿Εκκλησίας μας ὑπάρχει ἡ ῾Οσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Μεγάλη ἁμαρτωλή πρίν μετανοήση. ῞Οταν ὅμως τήν ἐπισκέπτεται ἡ θεία Χάρις καί κρούη τήν θύρα τῆς ψυχῆς της, ἀδίστακτα προσφέρει ὅλα της τά κάλλη στόν οὐράνιο Νυμφίο Χριστό, ὅλη της τήν μετάνοια σ᾿ Αὐτόν, ὅλα της τά δάκρυα γιά νά ξεπλύνη τίς χρόνιες ἁμαρτίες της. Μόνιμος "ἐραστής της" ὁ Χριστός πλέον. ῎Αλλου εἴδους ἡ ἀγάπη αὐτή. Ζέουσα, ἁπλῆ, βαθειά, γλυκειά. ᾿Αξιοζήλευτη ἡ ἀγάπη αὐτή πρός τόν Κύριο τῆς ῾Αγίας καί γιά τήν πρεσβυτέρα.
῾Ο ἐπίλογός μας ἀφιερώνεται στήν Κυρία Θεοτόκο, τήν "ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ", ἡ ὁποία συμμετέχει στήν ἱερωσύνη τοῦ Κυρίου μας διά τῆς μητρότητός της. Αὐτή ἔδωσε τήν ἁγνή σάρκα της καί τό ζωογόνο αἷμα της ἐκ τοῦ ὁποίου "ἐποιήθη καὶ ὑφάνθη" ὅπως λέγει ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἡ πανακήρατος σάρξ τοῦ Κυρίου μας. Καί ἐμεῖς συμμετέχουμε στήν ἱερωσύνη τοῦ Κυρίου μας διά τοῦ γάμου μας μέ τόν λειτουργό τοῦ ῾Υψίστου. Μακάρι δι᾿ εὐχῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ἡ ψυχή μας νά γίνεται Θεοτόκος καί νά ζῆ μέσα της ὁ Χριστός.
῎Αν ζοῦμε πάντοτε "ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ" μέ τά Μυστήρια, μέ τήν ἁγία παράδοσι τῆς ᾿Εκκλησίας μας, θά καταλαβαίνουμε ὅλο καί πιό πολύ "σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις", "Χάριτι Θεοῦ", "Τὶ τὸ πλάτος καὶ μῆκος καὶ βάθος καὶ ὕψος" τῆς θείας ἀγάπης, τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Τότε θά ζοῦμε καί θά ἀκτινοβολοῦμε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ γύρω μας. Θά πιστεύουμε, θά ἐλπίζουμε καί θά νοσταλγοῦμε δυνατά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τότε, φυσικά, ἄν καί θά αἰσθανώμαστε "ὅτι ἀχρεῖοι δοῦλοί ἐσμεν", ὡστόσο θά ἀναμένουμε "τὸν τῆς δικαιοσύνης στέφανον", "ἀμέτρῳ ἐλέει" καί "ἀφάτῳ φιλανθρωπίᾳ" τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί θά ἐπιποθοῦμε νά ζήσουμε στούς θείους γάμους τῆς ψυχῆς μας μέ τόν "Ποθούμενον Νυμφίον" πρᾶγμα τό ὁποῖον εἶναι δῶρο τῆς ἁγίας καί Προσκυνητῆς Τριάδος.
Μακάρι ὁ Κύριος νά μᾶς ἀξιώσῃ. Σωθείημεν...σωθείημεν. ᾿Αμήν.
᾿Εμεῖς οἱ πρεσβυτέρες δέν συναντᾶμε στό δρόμο μας τόν ἱερέα. Οὔτε μόνον στήν ᾿Εκκλησία. Γιά μᾶς ὁ ἱερεύς εἶναι ὁ σύζυγός μας. Ζοῦμε τήν πιό πλούσια εὐλογία, τήν πιό χαρισματική ζωή, κι ἄς τό ἔχουμε συνηθίσει λιγώτερο ἤ περισσότερο.
᾿Εμεῖς οἱ πρεσβυτέρες εἴμαστε ἕνα μέλος τῆς ὑπάρξεως τοῦ συζύγου μας-ἱερέως, ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστῶν του καὶ σάρξ ἐκ τῆς σαρκὸς του.
῾Ο Κύριος μέ τό μέγα μυστήριο τοῦ γάμου μᾶς ἕνωσε μυστηριακά μέ τόν ἱερέα σέ μιά ἁγία, τελεία, δυνατή ἑνότητα. Μαζί μέ τόν ἱερέα ζοῦμε, συζητοῦμε, ἀντιμετωπίζουμε ἀρκετές ποιμαντικές μέριμνες. Μά τό κυριώτερο, δεχόμαστε τήν θεία χάρι, ἀκατάπαυστα, πού ἄφθονα δίδεται στήν κτίσι ὁλόκληρη γιά νά τήν μεταμορφώσῃ καί νά τήν θεώσῃ.
῾Ο γάμος ὁ δικός μας εἶναι, θά λέγαμε, εἰς τό ἔπακρον καί συνεχῶς θεανθρώπινος, ἀφοῦ ὁ σύζυγός μας καί ἐμεῖς φέρνουμε τόν Χριστό μέσα μας, ἐφ᾿ ὅσον εἴμαστε Χριστοφόροι. ῾Ο γάμος μας ἀκόμα εἰκονίζει τήν ἁγία Τριάδα: ὁ Κύριος, ὁ πρεσβύτερος καί ἡ πρεσβυτέρα. Νά τό πιό ἁπλό, ἀλλά συνάμα καί τό πιό παντοδύναμο καί πανευφρόσυνο γεγονός γιά μᾶς, πού καταξιώνει τήν φτωχή καί πεπερασμένη μας ψυχή, τήν μικρή μας ζωή.
᾿Αφοῦ λοιπόν ὁ σύζυγός μας ἱερεύς μετέχει στό θαῦμα τῆς ἱερωσύνης τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καί σύ καί ἐγώ, ἀδελφή πρεσβυτέρα, συμμετέχουμε στήν ἱερωσύνη τοῦ Κυρίου μας; μέ τό μυστήριο τοῦ γάμου. ᾿Ασύγκριτη ἡ τιμή αὐτή γιά μᾶς ἀπό τίς ὁποῖες ἔρρευσαν τά φαῦλα. ῾Η μητέρα μας ἡ Εὔα ἔφερε τήν ἀπώλεια στόν βασιλέα ὅλης τῆς κτίσεως τόν ᾿Αδάμ, τόν σύζυγό της. ᾿Εμεῖς οἱ πρεσβυτέρες συμμέτοχες στήν ἱερωσύνη τοῦ συζύγου μας καί στό σταυρό τοῦ παπᾶ μας, ἀγωνιζόμαστε νά γίνουμε ἅγιες, πανάγιες, μέ τήν ἄσκησι, τήν προσευχή, τήν σιωπή, τά ἄλλα μυστήρια, καί τήν λατρεία, μέ τήν εὐλογημένη τεκνογονία, τό πιό ἀσφαλές μέσον σωτηρίας. ῎Ετσι ἐλπίζουμε θείᾳ χάριτι καί κρείττω.
῾Ο σύζυγός μας δέν εἶναι ὁ Γιῶργος ἤ ὁ Γιάννης, ἀλλά ὁ πατήρ Γεώργιος ἤ ὁ πατήρ ᾿Ιωάννης. ᾿Αποτελεῖ μετά ἀπό τόν ἐπίσκοπό μας τό κέντρον τῶν πιστῶν, τόν ποιμένα τῶν λογικῶν προβάτων, τοῦ ἐκλεκτοῦ λαοῦ τῆς ᾿Εκκλησίας μας, πού πορεύεται στήν σωτηρία, στήν λύτρωσι. Αὐτός, ὁ σύζυγός μας εἶναι ἕνας ἄνθρωπος τραγικός, ὄχι μέ τήν κοσμική ἔννοια βέβαια. Εἶναι δηλαδή ὁ πιό χαρούμενος ἄνθρωπος, ὅταν λειτουργῇ, ὅταν ἁγιάζῃ τόν περιούσιο λαό τοῦ Θεοῦ μέ τά μυστήρια καί μέ τόν θεῖο λόγο πού ἔχει τήν δύναμι νά ἀναστήσῃ τίς νεκρές ψυχές.
῾Ο ἱερεύς-σύζυγός μας εἶναι καί ὁ πιό θλιμμένος ἄνθρωπος γιατί ἀναλογίζεται, βλέπει, ζῇ καί αἰσθάνεται συνέχεια πόσο μικρός εἶναι μπροστά στόν ἄπειρο Κύριο τῆς δόξης, πόσο φτωχός μπροστά στόν Πλούσιο ἐν ἐλέει, καί οἰκτιρμοῖς, πόσο "γῆ καί σποδός" μπροστά στή θεία μεγαλειότητα, στήν ἄρρητη σοφία καί ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας ᾿Ιησοῦ.
Πόσες φορές δέν τόν βλέπουμε νά γυρίζῃ στό σπίτι πονεμένος κατάκαρδα γιά τά συντρίμματα τῶν ψυχῶν πού συνήντησε τήν ἡμέρα, γιά τήν ἁμαρτία καί τήν ψυχρότητα πού πιέζει τίς ταλαίπωρες ὑπάρξεις, τίς δέσμιες μέσα στόν δύστυχο "προοδευμένο" πολιτισμό μας.
῾Ο ἱερεύς μας ἀκόμη μοιάζει μέ τόν θεόπτη Μωϋσῆ πού ἀνεβασμένος στό ὄρος Σινᾶ ἄκουγε τίς βροντές, ἐτυφλώνετο ἀπό τίς ἀστραπές τῆς θείας μεγαλειότητος καί ἐκρύβετο μέσα στό σύννεφο τῆς θείας παρουσίας. Ποτέ δέν εἶδε ὅμως τό θεῖο πρόσωπο. Γιατί "οὐδεὶς ὄψεται τὸ πρόσωπόν μου καὶ ζήσεται", λέγει Κύριος Παντοκράτωρ. Καί ὁ ἱερεύς σύζυγός μας ἀτενίζει καί ἀγγίζει φρικωδεστέραν θυσίαν καί θαῦμα, ἀσυγκρίτως ἐκπληκτικόν, καθώς λέγει ὁ ἱερός Χρυσόστομος.
῾Ωστόσο τά μάτια τῆς ψυχῆς του βλέπουν μέρος τῆς θείας δόξης. ῾Η καρδιά του κλείνει μέρος τῆς ἀπείρου ᾿Αγάπης καί ὁ νοῦς του ἀγωνίζεται νά χωρέσῃ μιά σταγόνα ἀπό τή θεία σοφία.
Δίπλα σ᾿ αὐτόν τόν ἄνθρωπο, ἤ, ἄς τό ποῦμε καλύτερα, πλάϊ στόν ἱερέα της τί πρέπει νά αἰσθάνεται ἡ πρεσβυτέρα; Πῶς πρέπει νά ζῇ;
῾Η γυναῖκα γενικά δίπλα στον ἄνδρα παίζει βασικό ρόλο. Εἶναι προωρισμένη νά γίνεται ὁ ἀρχιτέκτων τῆς συζυγικῆς γαλήνης, νά σφογγίζῃ τόν ἱδρῶτα τοῦ προσώπου τοῦ ἀνδρός της, νά κάμῃ ἀνάλαφρη ἀπό τόν ἀγῶνα καί τήν ἀγωνία καί τόν μόχθο, τή ζωή του. Εἶναι τό μικρό λυχνάρι πού φωτίζει τό διάβα τῶν ἀνθρώπων πού ἀγαπᾷ. ῾Η μητέρα καί σύζυγος γίνεται ἡ σιωπηλή θυσία πού ἐπάνω της θά ἀκουμβήσουν καί θά ριζώσουν τά ἀγαπητά της πρόσωπα, γιά νά στερεώσουν καί νά ἐπιτύχουν στή ζωή.
Μπορεῖ βέβαια ἡ ἱστορία νά διαστίζεται ἀπό ὀνόματα ἀνδρῶν, πίσω ὅμως ἀπό αὐτούς κάποια γυναῖκα, κάποια μητέρα ἔπαιξε τόν ρόλο της, ἔγινε ὁ σμιλευτής του. Μοιάζει ἡ γυναῖκα μέ τό ὑπόγειο καί ἀθόρυβο ἐκεῖνο ρυάκι πού ἐνῶ δέν φαίνεται, μεταβάλλει τόν τόπο σέ ζωογόνο, δροσερό. ᾿Εκεῖ ἀκριβῶς πού φυτρώνουν οἱ μεγάλες βελανιδιές, οἱ μεγάλοι ἄνδρες.
῎Ετσι λοιπόν ἡ πρεσβυτέρα θά εἶναι ἡ τέλεια νοικοκυρά, ἡ ἀφωσιωμένη σύζυγος, ἡ καλή μητέρα, ἀλλά ὁ νοῦς της καί ἡ καρδιά της πρέπει νά συν-αρπάζωνται ἀπό τό ἱλαρόν Φῶς τῆς θείας ἁγίας δόξης.
Καί τά ὅπλα τῆς πρεσβυτέρας;
῾Η πίστις. Νά τό πρῶτο της ὅπλο. Ξέρουμε πώς μποροῦμε μέ ἕνα καί μόνο κόκκο σιναπιοῦ πίστεως νά μετακινήσουμε ὄρη. ῾Ο ἅγιος Μᾶρκος ὁ ἀσκητής θέλησε νά δείξῃ τήν τεράστια δύναμι αὐτοῦ τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου γιά τήν προσευχή. Μέ τήν προσευχή του πράγματι ἐκίνησε ὁλόκληρο βουνό. Κι ὅμως δέν εἶναι μεγάλο κατόρθωμα, γιατί μέσα μας ὑπάρχουν μεγαλύτερα βουνά.
Πῶς νά τά βγάλουμε πέρα π.χ. μέ τό λίγο μισθό τοῦ συζύγου μας ἱερέως καί νά ἀνταποκριθοῦμε στίς ἀνάγκες τῆς μεγάλης μας οἰκογενείας; Νά τό βουνό. Πίστις τυφλή, ἤ σωστότερα ζωντανή στόν Κύριό μας θά φέρῃ τό πιό αἴσιο, τό πιό συμφέρον ἀποτέλεσμα.
᾿Αλλοίμονο ἐπίσης ἄν ἡ πρεσβυτέρα, ὁ ἄνθρωπος αὐτός τῆς χάριτος, δέν καλλιεργεῖ μέσα της τήν ἐλπίδα τῆς μελλούσης ζωῆς κοντά στόν Κύριο μετά τῆς Θεοτόκου καί τῶν ἁγίων μας. ῾Η πρεσβυτέρα εἶναι ὁ ἄνθρωπος πού λιώνει μέ τήν ἁγία ἐλπίδα τῆς Βασιλείας τῶν οὐρανῶν καί διαδίδει τήν ἐλπίδα αὐτή στίς ψυχές πού τήν πλησιάζουν. Καί αὐτή ἡ ἐλπίδα ἀνάβει μέσα της καί γύρω της τήν ἀγάπη πού εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Τήν ἀγάπη στά παιδιά της, στόν ἱερέα της, στήν ἐνορία τοῦ ἱερέως της, σέ κάθε ψυχή, σέ κάθε παιδί τοῦ Θεοῦ πού θά χτυπήσῃ τήν πόρτα της. ῾Η ἀγάπη της ἡ πρώτη, ἡ μοναδική, δηλαδή ἡ ξεχωριστή, ἡ βαθύτερη εἶναι ὁ Χριστός, πού ἐσαρκώθη, ἐσταυρώθη καί ἀνεστήθη γιά μᾶς, γιά νά βροῦμε τόν γλυκύτατο παράδεισο ἀνοικτό, γιά νά γίνουμε παιδιά τοῦ Θεοῦ καί πάλι.
Αὐτήν τήν ἀγάπη εἶχαν ὅλες οἱ χριστιανές μητέρες καί γι᾿ αὐτό ἀνέδειξαν ἁγίους στήν ᾿Εκκλησία μας. ῾Η ἁγία Μόνικα, ἡ μητέρα τοῦ πρώην ἁμαρτωλοῦ καί ἀτίθασου Αὐγουστίνου, τέτοια ἀγάπη εἶχε στόν Κύριο. ῞Υψωνε τήν καρδιά της σέ προσευχή χρόνια ὁλόκληρα ἕως ὅτου ἔδωσε ὁ Κύριος τήν σωτηρία στό παιδί της καί τόν ἀνέδειξε ἅγιον Αὐγουστῖνο. ῾Η ᾿Ανθοῦσα, ἡ Νόνα καί ἡ ᾿Εμμέλεια γι᾿ αὐτό ἔβγαλαν ἅγια παιδιά, τούς ἁγίους τρεῖς ῾Ιεράρχας.
Φλογερή ἀγάπη στόν Χριστό μέ ἀσίγαστη προσευχή, νά ἡ καρδιά τῆς ἁγίας μητέρας πού ζῇ τόν Χριστό, ἐν Χριστῷ. Δικαιολογημένα καί ὁ εἰδωλολάτρης Λιβάνιος τίς ἐθαύμαζε: "Βαβαί, οἷαι παρὰ χριστιανοῖς γυναῖκες εἰσίν!" ἔλεγε. Τέτοιες ἦσαν καί οἱ μητέρες πολλῶν ἄλλων ἁγίων.
῞Οσο μάλιστα θά φουντώνῃ μέσα της ἡ θεία ἁγάπη, τόσο πιό ταπεινή θά γίνεται ἡ πρεσβυτέρα. ῎Αν ὁ ἅγιος ᾿Ισαάκ ὁ Σῦρος, ὁ πρύτανις τῶν μυστικῶν πατέρων, ἐθεωροῦσε τόν ἑαυτόν του κατώτερον "πάσης τῆς κτίσεως", πιά γνώμη θά ἔχει γιά τόν ἑαυτό της ἡ παπαδιά; Τό πολυτιμώτερο στολίδι της εἶναι ἡ βαθειά, ἡ ἄκρα ταπεινοφροσύνη.
᾿Αθόρυβη, σιωπηλή, χωρίς νά ἀπαιτεῖ ποτέ διακρίσεις, ἤ ἀνέσεις ζῇ μυστικά στήν καρδιά της τόν οὐράνιο Νυμφίο, τόν Χριστό. Μέ ὑπομονή ἀντιμετωπίζει τά ποικίλα προβλήματα τῆς οίκογενείας της. Προσπαθεῖ νά ἀνακουφίζῃ τόν ἱερέα της μέ τήν ὑπακοή της καί νά προσφέρῃ ἀνάπαυσι καί ἠρεμία στήν εὐαίσθητη ἱερατική ψυχή πού ἀγωνίζεται νά ἁρπάξῃ τίς ψυχές ἀπό τοῦτο τόν κόσμο καί νά τίς φέρη κοντά στό Θεό, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος.
῾Η πρεσβυτέρα θέλει νά συμμορφώνῃ τόν ἑαυτό της σύμφωνα μέ τόν γυναικεῖο χαρακτῆρα, ὅπως ὁ θεῖος Παῦλος τόν θέλει: "῾Ωσαύτως γυναῖκας σεμνάς, μὴ διαβόλους, νηφαλίους, πιστὰς ἐν πᾶσι", γράφει στήν ἐπιστολή του πρός Τιμόθεον. Χαίρεται ἐπίσης ἡ πρεσβυτέρα ὅταν διαβάζη στήν πρώτη ἐπιστολή τοῦ ἀποστόλου Πέτρου: "ὁμοίως γυναῖκες ὑποτασσόμεναι τοῖς ἰδίοις ἀνδράσι, ἵνα καὶ εἴ τινες ἀπειθοῦσι τῷ λόγῳ, διὰ τῆς τῶν γυναικῶν ἀναστροφῆς ἄνευ λόγου κερδηθήσονται, ἐποπτεύσαντες τὴν ἐν φόβῳ ἁγνὴν ἀναστροφὴν ὑμῶν".
Μέ ἄλλα λόγια ἡ σιωπή τῆς συνετῆς καί σεμνῆς γυναίκας μπορεῖ νά μαλακώση τόν σκληρό ἀνδρικό χαρακτῆρα. Καί συνεχίζει ὁ ἅγιος ᾿Απόστολος Πέτρος: "ὧν ἔστω οὐχ ὁ ἔξωθεν ἐμπλοκῆς τριχῶν καὶ περιθέσεως χρυσίων ἤ ἐνδύσεως ἱματίων κόσμος, ἀλλ᾿ ὁ κρυπτὸς τῆς καρδίας ἄνθρωπος ἐν τῷ ἀφθάρτῳ τοῦ πρᾳέως καὶ ἡσυχίου πνεύματος, ὃ ἐστιν ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ πολυτελές".
῎Οχι λοιπόν ἡ ἐξωτερική πολυτέλεια, τά ποικίλα χτενίσματα, ἀλλά ὁ κρυπτός τῆς καρδιᾶς, ὁ μυστικός ἄνθρωπος ἀποδεικνύει τήν ἀξία τῆς γυναῖκας. Πόσο σύμφωνα δέν εἶναι ὅλα αὐτά μέ τήν ὑψηλή ζωή πού καθημερινῶς ἀξιώνεται νά βλέπη διά τοῦ ἱερέως της ἡ πρεσβυτέρα;
῾Η ἁγία Ναταλία, τήν μνήμη τῆς ὁποίας ἑορτάζουμε στίς 26 Αὐγούστου, μέ τίς ἱερές προσλαλιές της, τίς νουθεσίες της, τίς ἀκούραστες προσευχές της, σάν ἄλλη, Νέα Εὔα, ἔφερε τόν σύζυγό της ᾿Ανδριανό κοντά στόν Χριστό. ῾Η ᾿Εκκλησία μας καί τούς δύο τούς τιμᾶ ὡς ῾Αγίους. Νά τί κατόρθωσε ἡ σύζυγος διά τῆς Χάριτος! Καί πόσες ἄλλες γυναῖκες δέν κατόρθωσαν νά ὁδηγήσουν ὅλη τους τήν οἰκογένεια στόν Παράδεισο!
Δέν θά ζηλέψη καί ἡ πρεσβυτέρα αὐτά τά ἅγια φωτεινά παραδείγματα;
Καί εἶναι γεγονός ὅτι πρεσβυτέρες ἅγιες στήριξαν μετρίους κληρικούς. ᾿Ενῶ τό ἔργο λαμπρῶν πρεσβυτέρων ἐναυάγησε, τοὐλάχιστο ἔτσι ἐφάνη, ὅταν οἱ πρεσβυτέρες εἶχαν τό νοῦ τους... μακράν τοῦ Χριστοῦ... στίς ἀνέσεις, στίς διασκεδάσεις τοῦ κόσμου τούτου, "τοῦ ὁποίου τὸ σχῆμα παράγεται καὶ ἡ ἐπιθυμία αὐτοῦ". ῎Ετσι ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης τῆς Κρονστάνδης π.χ. ἅγιος τῶν τελευταίων χρόνων στή Ρωσία, ἐπρόκοψε καί ἁγίασε καί ἐπειδή εἶχε καλή πρεσβυτέρα.
῾Ο Virgil Georgiou, Ρουμάνος λογοτέχνης, πού ἔγινε ἱερεύς καί ζῇ στό Παρίσι, μᾶς ἀποθεώνει τόν πατέρα του ἱερέα π. Κωνσταντῖνο στό βιβλίο του "᾿Από τήν 25η ὥρα στήν αἰωνία ὥρα". Νά ὅμως καί λίγες περίφημες γραμμές γιά τή μαμά -πρεσβυτέρα: "῾Η μητέρα μου ἦταν φτιασμένη ἀτόφια ἀπό αὐστηρή πάστα. Καί ἐπειδή ἡ ζωή δέν εἶναι δυνατή στήν κατάσταση αὐτή τῆς ἀπόλυτης καθαρότητος, ἡ μητέρα μου κατέφευγε στόν κόσμο τῆς προσευχῆς καί τῆς ποιήσεως. ῾Υψωνόταν στόν οὐρανό μέ τήν κλίμακα τῆς πίστεως, μιᾶς πίστεως καθαρῆς καί τελείας σάν τήν μεταξένια κλωστή. ῾Η μητέρα μου ἔγραφε προσευχές, ἀκαθίστους ὕμνους καί ἱκεσίες μέ φλογερή καί οὐράνια ὀμορφιά. ῾Η καρδιά της ἦταν θυσιαστήριον «ἐν ᾧ καὶ ἐξ οὗ εὐχαὶ καθαραὶ προσφέρονται τῷ πανυψίστῳ Θεῷ». Τίς χειμωνιάτικες νύχτες, ὅταν τό χιόνι μεταμόρφωνε τά βουνά μας σέ μιά κόλασι λευκῶν φλογῶν, ἡ μητέρα μου ἔβαζε ἀναμμένες λάμπες σέ ὅλα τά παράθυρα μέ τή σκέψι μήπως ὑπάρχουν κάποιοι δυστυχισμένοι ταξιδιῶτες πού τούς βρῆκε στό δρόμο ὁ ἄσχημος καιρός. Καί ὅλη τή νύχτα ἔγραφε γι᾿ αὐτούς περίφημες προσευχές, γιά νά τούς σώση ἀπό τόν θάνατο. Προσευχόταν ἐπίσης κάποιες ἄνοιξες γιά τά μπουμπούκια καί τά ἄνθη τῆς κερασιᾶς πού ἄνοιγαν πολύ ἐνωρίς καί ἔπεφταν κάτω παγωμένα σάν παιδιά πού γεννήθηκαν και πέθαναν πρόωρα".
᾿Αλήθεια, πόσο πλατειά θά πρέπει νά εἶναι ἡ καρδιά τῆς πρεσβυτέρας! Ναί, ἀπέραντη γιά νά ἀγκαλιάζη τούς ἐνορίτες τοῦ συζύγου της - τά παιδιά του - τό ἐν Χριστῷ ποίμνιό του μέ ὅλους τούς καϋμούς τους. Καί νά προσεύχεται μέ θέρμη γι᾿ αὐτούς πού ἔχουν πλέον ἀναφαίρετα δεθῆ μέ τόν ποιμένα καί πατέρα τους ἱερέα.
Νά εἶναι γι᾿ αὐτούς ἡ "μητερούλα", ὅπως λέγουν οἱ Ρῶσσοι τήν πρεσβυτέρα, γιά νά συμπληρώνη τό ἁγιαστικό τοῦ ἱερέως ἔργον μέ τῆς καλωσύνης της τή δροσιά.
᾿Αφάνταστη καί ἀνυπολόγιστη εἶναι ἡ θλῖψις τοῦ ἱερέως νά βλέπη τήν πρεσβυτέρα του ἀσύμφωνη καί ψυχρή, μέ σβησμένη τήν φλόγα τῆς πίστεώς της νά ἀκολουθῆ τή ματαιότητα τοῦ κόσμου τούτου.
᾿Ενῶ ἡ πρεσβυτέρα πού ζῆ μέσα στήν ᾿Εκκλησία μας μέ τά ἅγια μυστήρια, τήν ᾿Εξομολόγηση καί τήν Θεία Εὐχαριστία, ζεῖ ἀπό αὐτήν τήν ζωή τήν γλυκιά μακαριότητα τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ στήν ψυχή της. ῾Ο Χριστός γίνεται ἡ πνοή της, ἡ εὐτυχία της. ῞Οταν μελετᾶ τήν ῾Αγία Γραφή ἤ τούς βίους τῶν ῾Αγίων ἤ τά θαύματα τῆς κυρίας Θεοτόκου μαγεύεται κυριολεκτικά καί ζεῖ στόν γνήσιο καί ὁλοφώτεινο χῶρο τῆς ᾿Εκκλησίας μας.
῾Η καλή πρεσβυτέρα ξέρει νά σηκώνη τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ ἀδιάκοπα καί νά δροσίζεται ἀπό τή χάρι πού φέρει ὀ σύζυγός της ἱερεύς. ῾Ο ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης παρηγορεῖ θαυμάσια καί οἰκοδομεῖ τίς ψυχές μας λέγοντας ὅτι σ᾿ ὅλη μας τή ζωή θά ἀκολουθοῦμε ὄπισθεν τόν Κύριο. Αὐτή ἡ ἀκολουθία εἶναι ἡ πιό τιμητική. ᾿Οπίσω Του.
Μόνο στήν ἄλλη ζωή θά δοῦμε τόν Κύριο ἐνώπιοι ᾿Ενωπίῳ, ὅταν θά ἔχη ἐλαφρυνθῆ ἡ ὕπαρξίς μας ἀπό τό βάρος τοῦ φθαρτοῦ τούτου σώματος, ὅταν ἡ ψυχή μας θά ἔχει ἑνωθῆ μέ τό ἄφθαρτο καί καθαρισμένο σῶμα μας κατά τή Δευτέρα Παρουσία τοῦ Κυρίου. ῞Οταν θά ἠχήση ἡ σάλπιγξ καί ὅταν οἱ νεκροί "ἐγερθήσονται πρῶτον".
Στό ἁγιολόγιο τῆς ἁγίας ᾿Εκκλησίας μας ὑπάρχει ἡ ῾Οσία Μαρία ἡ Αἰγυπτία. Μεγάλη ἁμαρτωλή πρίν μετανοήση. ῞Οταν ὅμως τήν ἐπισκέπτεται ἡ θεία Χάρις καί κρούη τήν θύρα τῆς ψυχῆς της, ἀδίστακτα προσφέρει ὅλα της τά κάλλη στόν οὐράνιο Νυμφίο Χριστό, ὅλη της τήν μετάνοια σ᾿ Αὐτόν, ὅλα της τά δάκρυα γιά νά ξεπλύνη τίς χρόνιες ἁμαρτίες της. Μόνιμος "ἐραστής της" ὁ Χριστός πλέον. ῎Αλλου εἴδους ἡ ἀγάπη αὐτή. Ζέουσα, ἁπλῆ, βαθειά, γλυκειά. ᾿Αξιοζήλευτη ἡ ἀγάπη αὐτή πρός τόν Κύριο τῆς ῾Αγίας καί γιά τήν πρεσβυτέρα.
῾Ο ἐπίλογός μας ἀφιερώνεται στήν Κυρία Θεοτόκο, τήν "ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ", ἡ ὁποία συμμετέχει στήν ἱερωσύνη τοῦ Κυρίου μας διά τῆς μητρότητός της. Αὐτή ἔδωσε τήν ἁγνή σάρκα της καί τό ζωογόνο αἷμα της ἐκ τοῦ ὁποίου "ἐποιήθη καὶ ὑφάνθη" ὅπως λέγει ὁ ἅγιος ᾿Ιωάννης ὁ Δαμασκηνός, ἡ πανακήρατος σάρξ τοῦ Κυρίου μας. Καί ἐμεῖς συμμετέχουμε στήν ἱερωσύνη τοῦ Κυρίου μας διά τοῦ γάμου μας μέ τόν λειτουργό τοῦ ῾Υψίστου. Μακάρι δι᾿ εὐχῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου ἡ ψυχή μας νά γίνεται Θεοτόκος καί νά ζῆ μέσα της ὁ Χριστός.
῎Αν ζοῦμε πάντοτε "ἐν τῇ ᾿Εκκλησίᾳ" μέ τά Μυστήρια, μέ τήν ἁγία παράδοσι τῆς ᾿Εκκλησίας μας, θά καταλαβαίνουμε ὅλο καί πιό πολύ "σὺν πᾶσι τοῖς ἁγίοις", "Χάριτι Θεοῦ", "Τὶ τὸ πλάτος καὶ μῆκος καὶ βάθος καὶ ὕψος" τῆς θείας ἀγάπης, τῶν Μυστηρίων τοῦ Θεοῦ. Τότε θά ζοῦμε καί θά ἀκτινοβολοῦμε τό φῶς τοῦ Χριστοῦ γύρω μας. Θά πιστεύουμε, θά ἐλπίζουμε καί θά νοσταλγοῦμε δυνατά τήν Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τότε, φυσικά, ἄν καί θά αἰσθανώμαστε "ὅτι ἀχρεῖοι δοῦλοί ἐσμεν", ὡστόσο θά ἀναμένουμε "τὸν τῆς δικαιοσύνης στέφανον", "ἀμέτρῳ ἐλέει" καί "ἀφάτῳ φιλανθρωπίᾳ" τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καί θά ἐπιποθοῦμε νά ζήσουμε στούς θείους γάμους τῆς ψυχῆς μας μέ τόν "Ποθούμενον Νυμφίον" πρᾶγμα τό ὁποῖον εἶναι δῶρο τῆς ἁγίας καί Προσκυνητῆς Τριάδος.
Μακάρι ὁ Κύριος νά μᾶς ἀξιώσῃ. Σωθείημεν...σωθείημεν. ᾿Αμήν.
† Πρεσβυτέρας Θεοδώρας Καλύβα-Σαράντου *
* ῾Η μακαριστή πρεσβυτέρα † Θεοδώρα Καλύβα-Σαράντου μετέστη εἰς τήν ἄλλη ζωή - 27-9-1977 - ὕστερα ἀπό τραγικό θάνατο πού εἶχε σέ κάποιο αὐτοκινητιστικό δυστύχημα. ῞Οσοι τήν εἶχαν γνωρίσει βεβαιώνουν ὅτι ἦταν μιά ἐκλεκτή ψυχή, μέ ἔντονη πνευματική ζωή.
῞Οταν ἐκοιμήθη ἄφησε τόν ἱερέα Σαράντη Σαράντο ἐν χηρείᾳ μέ τέσσερα ἀνήλικα παιδιά μικρῆς ἡλικίας. Στό ἄρθρο της τό ὁποῖο δημοσιεύθηκε στό περιοδικό "᾿Ενορία" στίς 1-12-1972 - δείχνει πῶς μπορεῖ σήμερα μιά πρεσβυτέρα νά σταθεῖ στό πλευρό τοῦ συζύγου της ἱερέως καί ταυτόχρονα νά διακονήσει τήν οἰκογένειά της καί τήν εὐρύτερη οἰκογένεια τῆς ἐνορίας. Τέλος, ἀναφέρουμε ὅτι ἦταν Θεολόγος καθηγήτρια, διορισμένη στή Μέση ᾿Εκπαίδευση. ῎Ας εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη της.
* ῾Η μακαριστή πρεσβυτέρα † Θεοδώρα Καλύβα-Σαράντου μετέστη εἰς τήν ἄλλη ζωή - 27-9-1977 - ὕστερα ἀπό τραγικό θάνατο πού εἶχε σέ κάποιο αὐτοκινητιστικό δυστύχημα. ῞Οσοι τήν εἶχαν γνωρίσει βεβαιώνουν ὅτι ἦταν μιά ἐκλεκτή ψυχή, μέ ἔντονη πνευματική ζωή.
῞Οταν ἐκοιμήθη ἄφησε τόν ἱερέα Σαράντη Σαράντο ἐν χηρείᾳ μέ τέσσερα ἀνήλικα παιδιά μικρῆς ἡλικίας. Στό ἄρθρο της τό ὁποῖο δημοσιεύθηκε στό περιοδικό "᾿Ενορία" στίς 1-12-1972 - δείχνει πῶς μπορεῖ σήμερα μιά πρεσβυτέρα νά σταθεῖ στό πλευρό τοῦ συζύγου της ἱερέως καί ταυτόχρονα νά διακονήσει τήν οἰκογένειά της καί τήν εὐρύτερη οἰκογένεια τῆς ἐνορίας. Τέλος, ἀναφέρουμε ὅτι ἦταν Θεολόγος καθηγήτρια, διορισμένη στή Μέση ᾿Εκπαίδευση. ῎Ας εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη της.
Πέμπτη 30 Αυγούστου 2012
Η πρακτική της Αγάπης π. Ανδρέας Κονάνος
Είχε πάει μία κυρία νά ἐξομολογηθεῖ σέ ἕναν πνευματικό, καί αὐτή εἶχε πολύ περιποιηθεῖ τόν ἑαυτό της, εἶχε βαφτεῖ, εἶχε πάρα πολύ φροντίσει τόν ἑαυτό της, ἀλλά ἡ ψυχή τῆς διψοῦσε ἀκόμα καί δέν ἐνοίωθε εὐτυχισμένη. Καί τῆς λέει ὁ πνευματικός μέ πολύ ἀγάπη. Δέν τήν μάλωσε γιά αὐτό πού ἔβλεπε, γιατί αὐτός ἔβλεπε πιό βαθιά.
Καί τῆς λέει, γιατί βάφεσαι τόσο πολύ; Καί ἀπαντάει αὐτή μέ εἰλικρίνεια, γιατί λέει πάτερ θέλω νά φαίνομαι ὡραία, θέλω νά φαίνομαι ὄμορφη. Εἶναι κακό πάτερ; Καί τῆς λέει ὁ πνευματικός της καθόλου κακό, πολύ καλό. Ἄν ἤξερες ὅμως τῆς λέει, πόσο ὡραία εἶσαι; Ἐγώ σέ βλέπω πανέμορφη.
Ἔχεις χαρίσματα, ἔχεις στήν ψυχή σου μία ὡραιότητα πού δέν τήν ἔχεις καταλάβει. Ἄν τήν καταλάβεις, δέν θά χρειαστεῖ νά ἔχεις ἀγωνία γιά νά γίνεις ὄμορφη, γιατί εἶσαι ἤδη ὄμορφη! Δηλαδή αὐτό πού πᾶμε νά πετύχουμε στήν Ἐκκλησία, εἶναι ἤδη μές στήν καρδιά μας, μές στόν πυρήνα τῆς ὑπάρξεώς μας. Ὑπάρχει! Πιό δηλαδή; Ἡ χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού τήν ἔχουμε ἤδη μέσα μας. Νά τό καταλάβουμε, νά τό φανερώσουμε στή ζωή μας καί νά τό ζήσουμε στή σχέση μας.
Τρίτη 7 Αυγούστου 2012
Θέλετε καλούς ιερείς; Γεννήστε τους!!! π. Αρσένιος Μπόκα.
Πιστεύω
ότι δεν πρέπει να ξαναθυμίσω τους λόγους για τους οποίους μερικές φορές
δεν είμαστε ευχαριστημένοι από κάποιους ιερείς και το πώς αντιδρούμε,
είτε πιστεύουμε, είτε όχι, όταν ακούμε για την πτώση κάποιου ιερέα.
Μπορεί ν' αλλάξει αυτό. Τι πρέπει να κάνουμε;
Για όλα αυτά τα ερωτήματα απαντάει με λόγο "κοφτερό" ο π. Αρσένιος Μπόκα.
«Δια
της φωνής του δούλου Του (του ιερέα), ο Θεός σε συγχωρεί, επειδή κάτω
από το πετραχήλι και μπροστά στο Αγ. Βήμα, εξομολογείσαι. Δε ζητάει από
εσένα τις αρετές που πρέπει να έχει ο ιερέας. Από εσένα ζητάει μετάνοια
στην καρδιά και θέληση να διορθωθείς.
Είστε δυσαρεστημένοι με τους ιερείς σας;
Εσείς
άραγε τι κάνατε για τους ιερείς για να είστε ευχαριστημένοι; Ζητήσατε
από το Θεό ένα τουλάχιστον παιδί για να το αφιερώσετε σ'Αυτόν; Νομίζετε
ότι φταίνε μόνο οι ιερείς; Μα είναι παιδιά σας! Όπως τους γεννήσατε έτσι
τους έχετε. Γιατί ρίχνετε το φταίξιμο μόνο σ' εκείνους;
Χρειάζεστε καλύτερους ιερείς; Γεννήστε τους! Όλος ο λαός είναι υπεύθυνος. Ο λαός έχει τους ορμηνευτές που του αξίζουν.
Επαναλαμβάνω: Χρειάζεστε καλύτερους ιερείς; Γεννήστε τους!
Μη
σκοτώνετε τα παιδιά σας, επειδή δεν ξέρετε τι θα γίνει αυτό το παιδί
και θα δώσετε λογαριασμό στο Θεό. Γεννήστε τα παιδιά σας με τη σκέψη ότι
θα γίνουν λειτουργοί του Θεού.
Να
τι λέει η Αγία Γραφή -(αναρωτιέται ο προφήτης): " ...;και ουκ άλλος
εποίησε, και υπόλειμμα πνεύματος αυτού, και είπατε τι άλλο αλλ' η
σπέρμα ζητεί ο Θεός; και φυλάξασθε εν τω πνεύματι υμών, και γυναίκα
νεότητός σου μη εγκαταλίπης ..." (Μαλαχίας, 2, 15).
Αυτή
είναι η απαίτηση του Θεού από το γάμο και τέτοιους καρπούς πρέπει να
έχετε ως στόχο, ρίχνοντας το φταίξιμο στους καρπούς σας (τα παιδιά σας -
ιερείς). Η θεραπεία της παραλυσίας του έθνους μας από εδώ αρχίζει! Έτσι
θ' άρχισει η συγχώρεση!
Μην κάνετε σκέψεις δολοφονικές (σ.σ. εννοεί την έκτρωση) ενάντια στα παιδιά σας!
Ήμουν στην εκκλησία Ντραγκανέσκου. Ο π. Αρσένιος αγιογραφούσε επάνω και εγώ ήμουν κάτω κοντά στη σκαλωσιά. Λέγει κάποια στιγμή:
-Είναι
αλήθεια ότι οι ιερείς είναι άπληστοι;» Εγώ δεν είπα τίποτα. Ο π.
Αρσένιος με ρώτησε δεύτερη και τρίτη φορά: «Είναι αλήθεια ότι οι ιερείς
είναι άπληστοι». Πάλι δεν έβγαλα μιλιά. Τότε έσκυψε να δει εάν είμαι
κοντά στη σκαλωσιά και μου λέει: «Καλά εσύ δεν ακούς τι σε ρωτάω;» Τότε
εγώ απάντησα
-Μα πάτερ, τώρα δεν είπα τίποτα για τους ιερείς».
-Ναι
τώρα δεν συζητήσαμε τίποτα, αλλά όταν είσαι με άλλους και μιλάτε για
τους ιερείς μόνο άσχημα πράγματα λέτε. Λέτε ότι είναι άπληστοι. Να τι
συμβουλή σου δίνω εγώ: «μην κατακρίνετε τους ιερείς, επειδή είναι
λειτουργοί του Θεού και δεν έχετε εσείς το δικαίωμα να τους δικάσετε».
Όταν
γύρισα σπίτι μου άνοιξα την Αγ. Γραφή ακριβώς στο σημείο που λέει:
''Ποιός είσαι εσύ άνθρωπε για να κρίνεις τον δούλο του άλλου;'' Ακριβώς
όπως μου είπε ο π. Αρσένιος! Από τότε δεν έκρινα κανέναν, κυρίως τους
ιερείς, επειδή ο Θεός είναι ο μόνος που μπορεί να τους κρίνει (μαρτυρία
Matei Biliboaca, Savastirni).
Πήγαινα
στο λύκειο όταν γνώρισα τον π. Αρσένιο. Μας πήγαινε στο δάσος και
έρχονταν και φοιτητές μεταξύ των οποίων και πολλά κορίτσια τα οποία
σήμερα είναι ηγουμένες σε μοναστήρια. Ζούσαμε πολύ όμορφα. Ο π. Αρσένιος
ρώτησε μια γυναίκα όταν ήρθε στο μοναστήρι.
- Μαρία, γιατί δεν εκκλησιάζεσαι στο χωριό σου;
-Να πάτερ, ο ιερέας μας καπνίζει, πίνει λίγο, δεν είναι σαν εσάς.
-Έχεις παιδιά, έχεις παντρεμένα κορίτσια; Να πας να τους πεις να γεννήσουν παιδιά και αυτά να γίνουν ιερείς όπως τους θέλετε εσείς!
- Μαρία, γιατί δεν εκκλησιάζεσαι στο χωριό σου;
-Να πάτερ, ο ιερέας μας καπνίζει, πίνει λίγο, δεν είναι σαν εσάς.
-Έχεις παιδιά, έχεις παντρεμένα κορίτσια; Να πας να τους πεις να γεννήσουν παιδιά και αυτά να γίνουν ιερείς όπως τους θέλετε εσείς!
πηγή
Πέμπτη 17 Μαρτίου 2011
Ιερέας σε ψυχιατρείο!
Χωριστήκαμε σέ δυό ομάδες, βάλαμε τίς ιατρικές μας μπλούζες καί μέ τόν υπεύθυνο γιατρό προχωρήσαμε στό κρεβάτι τού πρώτου ασθενούς. Τόν φώναξε ο υπεύθυνος από τήν παρέα του, ήρθε ένας μικρός μαγκάκος από τήν Λάρισα ομιλητικός αλλά μαγκάκος.
Δέν θυμάμαι τίποτα από τό πρώτο αυτό μάθημα ούτε γιατί ήταν μέσα ο ασθενής ούτε τί φάρμακα έπαιρνε, απλώς στήν ρύμη τών λόγων τού είπε. «Έχουμε καί τόν παπά νά μάς βοηθά καί περνάμε καλά καί ενώ έπρεπε νά φύγουμε σέ τρείς μήνες επισπεύσαμε τό πρόγραμμα χάρις σ' αυτόν καί θά φύγω σέ 1,5 μήνα». Τότε μέ τάραξε ο λογισμός μου, ένας καθολικός παπάς μέ τό κουστουμάκι του βοήθησε αυτόν εδώ; Αδύνατον, ένας καθολικός παπάς!!!!
Στήν πρώτη μας αυτή συνάντηση ουδέν έπραξα, παρ' όλο τόν φυσικό μου κοινωνικό χαρακτήρα. Έφυγα, όταν τελείωσε ο υποχρεωτικός μου χρόνος τής παρουσίας. Στήν δεύτερη επίσκεψη τήν επόμενη εβδομάδα πάλι τά ίδια, άλλος ασθενής καί νέα αποκάλυψη: «ευτυχώς πού έχουμε τόν παπά καί μας βοηθά, ειδικά τά βράδια πού μένουμε μέ τούς εαυτούς μας, μάς παρηγορεί, μάς εμψυχώνει. Είναι δικός μας παπάς, ορθόδοξος!».
Ένα κρύο ρεύμα μέ διαπέρασε, γκρεμίστηκαν όλα, ο ευσεβισμός μου δέν μπορούσε νά δεχτή ότι ένας παπάς ορθόδοξος ήταν μέθυσος, είχε ανάγκη αποτοξίνωσης καί βρισκόταν πίσω από τά σίδερα μέ άλλους παρανόμους, μέθυσους καί ναρκομανείς. Ούτε κάν σέ κάποιο ιδιωτικό κέντρο αποτοξίνωσης. Η ιδέα πού είχα γιά άσπιλη Εκκλησία, καί οφειλόταν στήν νεότητά μου, ξεθώριασε απότομα.
Τόν πλησίασα, στεκόταν όρθιος καί συνομιλούσε μέ έναν άλλο ασθενή, πού έτρεμαν τά χέρια του. Συνομιλούσε απλά γιά τό τίποτα, ο άλλος τόν άκουγε, τού έλεγε γιά τά προβλήματά του, τού μιλούσε γρήγορα, ο παπάς άκουγε μέ μία απέραντη στοργή κοιτάζοντας τόν. Είχε πρόσωπο καθαρό, μάτια γαλάζια-θάλασσα, ηλικία 55 χρονών περίπου, χέρια άσπρα, δάκτυλα μακριά, τέλος πάντων, όλα πάνω του είχαν κάτι τό αρχοντικό. Τού απάντησε σιγά μέ μιά προφορά μέ αγγλική ηχώ.
Ήταν ξένος. Παπάς ορθόδοξος, ξένος. Μόλις τελείωσε μέ τόν άρρωστο στράφηκε σέ μένα καί μέ ρώτησε: «Χάου αρ γιού;». Έμαθα ότι ήταν 'Έλληνας πού γεννήθηκε στό εξωτερικό, οι γονείς του είχαν φύγει γιά τήν πέρα από τόν Ατλαντικό Αμερική. Τόν έστελναν όμως οι γονείς του στούς παππούδες του στήν Κατερίνη, έτσι είχε μάθει καλά ελληνικά καί είχε ένα σύνδεσμο μέ τήν παράδοση τής χώρας μας. Ένιωθα ήδη άνετα σάν νά τόν γνώριζα από χρόνια, είχαν φύγει όλοι οι ενδοιασμοί μου. «Τί θέλετε από μένα;», μέ ρώτησε. «Θέλω νά μάθω γιατί βρίσκεστε σέ αυτό τό χώρο καί θεραπεύεστε, τέλος πάντων νά σάς γνωρίσω». «Ελάτε στό δωμάτιό μου».
Ναί, μέσα σέ αυτό τό χάλι υπήρχε ένα μικρό δωματιάκι, στενό δωματιάκι μέ ένα κρεβάτι, παράθυρο βορινό, τοίχοι πανύψηλοι, τέσσερα μέτρα ύψος, ένα γραφείο, εικόνες ρωσικές, καντήλι, κομποσκοίνι, θυμιατήρι, πετραχήλι, φάρμακα πάνω στό γραφείο καί βιβλία.
Ήταν ένα μικρό καλογερικό κελί μέσα στή ταραχή εβδομήντα τροφίμων τού ψυχιατρείου. Εκεί άρχισε η αποκάλυψη τής Χάρης τού Θεού. Τό όνομα Νικόλαος, ορθόδοξος ιερέας τής αρχιεπισκοπής τής Αμερικής. Καθηγητής τού Χάρβαρντ στήν έδρα τών Παλαμικών σπουδών καί ποιμαντικής ψυχολογίας. Καθηγητής στό Χάρβαρντ στό μεγαλύτερο πανεπιστημιακό ίδρυμα τής Αμερικής καί τώρα τρόφιμος τής ψυχιατρικής πτέρυγας τού Δαφνίου στό τμήμα αποτοξινώσεως, η διαφορά είναι ιλιγγιώδης.
-Πάτερ; Πώς φτάσατε εδώ;
-Ήμασταν μία παρέα φίλοι πού τελειώσαμε τήν Σχολή τού Τιμίου Σταυρού στήν Βοστόνη. Παντρευτήκαμε, κάναμε παιδιά καί γίναμε Ιερείς. Ο καλύτερος όλων μας πρίν περίπου δέκα χρόνια πέθανε αιφνίδια. Τόν κηδεύσαμε καί γυρίσαμε στά σπίτια μας. Τότε μέ κατέλαβε ένα πνεύμα λύπης καί από τότε άρχισα νά πίνω. Τέλος πάντων, σέ λίγο καιρό ήμουν εξαρτημένος από τό ποτό, εάν δέν έπινα έτρεμα. Δέν μπορούσα νά διευθετήσω τά θέματά μου. Στήν αρχή τό έκρυβα από τήν γυναίκα μου καί τά παιδιά μου, δέν μεθούσα, αλλά έπινα, ήμουν μέ ένα ποτήρι στό χέρι. Πειράχτηκε καί τό ήπαρ μου.
Όλο τό θέμα ήταν μία πρόκληση γιά τήν ιατρική μου γνώση, τίποτα από τά παραπάνω δέν συμβάδιζε μέ τήν νηφαλιότητα τού ανδρός μέ τήν αρχοντιά του καί τήν έλλειψη νευρικότητας. Είχε έρθει η ώρα νά φύγουμε. Τού ζήτησα νά τού φέρω κάτι γιά παρηγοριά τού μέσα σέ αυτούς τούς τοίχους. Ένα βιβλίο τού Ρωμανίδη, μού λέει, τόν είχαμε δάσκαλο τόν Ρωμανίδη. Στήν νέα συνάντησή μας τήν επόμενη εβδομάδα κρατούσα στό χέρι μου τό δεμένο βιβλίο τού Ρωμανίδη «ΡΩΜΑΙΟΙ Ή ΡΩΜΙΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ». Ανέβηκα τρέχοντας τά σκαλιά νά συναντήσω τόν Νικόλαό μου τόν άρρωστό μου, τόν βρήκα στό δωμάτιό του καθισμένο σέ μία μικρή πολυθρόνα καί στό χέρι τού ένα μικρό κομποσκοίνι. Τού έδωσα τό βιβλίο στά χέρια του. Είχε κόκκινο σκληρό εξώφυλλο, τό γύρισε μέ αγάπη, διάβασε τά κεφάλαια. Χάρηκε σάν μικρό παιδί.
-Είμαι εδώ πάνω από τρείς μήνες, βγαίνω σπάνια δέν έχω πού νά πάω, δέν μού έχουν φέρει ένα δώρο. Πόσο χαίρομαι γιά αυτό πού μού έφερες. Αυτός ο άνθρωπος έφερε αέρα ορθοδοξίας, γκρέμισε τό σχολαστικισμό τής γερμανικής ιδεολογίας, έδειξε τόν πλούτο μας!!! Ότι μας έλεγε ο γέρο-Ιωσήφ, αυτός τό έβαλε στά Πανεπιστήμια.
-Ποιός γέρο Ιωσήφ;
-Ο ησυχαστής, ο παππούς, ο σπηλαιώτης. Τόν γνώρισα τό 1960 όταν πήγαινα στό Άγιο Όρος, στή Νέα Σκήτη, μέ δεχόταν στό κελάκι του. Μού έμαθε νά προσεύχομαι μέ τό κομποσκοίνι ώρες καί ώρες, φωτόμορφος, γλυκύς, αυστηρός. Προσοχή έλεγε στό νού, πρώτα προσβολή μετά συζήτηση μέ τόν λογισμό μετά συγκατάθεση!!! Συγκατάθεση, θάνατος, αρχή αμαρτίας, η αμαρτία δόντι ιοβόλο τού θανάτου. Προσοχή όχι συζήτηση μέ τόν λογισμό, νήψη.
Αυτά πού ο γέροντας τά παρέδωσε εμπειρικά, ο Ρωμανίδης τά κατέγραψε τά στήριξε αγιοπατερικά καί τά εξαπέστειλε στά πέρατα τής γής, ώστε νά έχουμε καί εμείς χαρά εκεί στήν Αμερική.
Όταν έγινα Ιερέας, μέ τόν πρώτο μου μισθό έστειλα ένα δώρο στόν γέροντα Ιωσήφ, τού έστειλα ράσα καλογερικά, όχι κάτι τό ακριβό, τά είχα τυλίξει καί σέ ένα γκρί χαρτί, έγραψα τήν διεύθυνση καί τά έστειλα. Μετά από πέντε χρόνια τόν επισκέφθηκα στό κελλί του, όπως καθόταν είδα πίσω του στό περβάζι τό δώρο μου ανέγγιχτο. Αμέσως σκούρυνε τό προσωπό μου. Τού λέω: «Γέροντά σου έστειλα ένα δώρο μέ τά πρώτα μου χρήματα καί εσύ ούτε πού τό άγγιξες!!!».
Μού λέγει: «Π. Νικόλαε, παιδί μου, δέν μού λείπει τίποτα, έχω τόν Χριστό. Δέν μού λείπει τίποτα. Τό δώρο σου τό είδα, έσκισα μία άκρη καί τό είδα. Τό άφησα εδώ χρόνια νά μού λέγει ο λογισμός άνοιξέ το καί νά τόν ξεχνώ αλλά νά σέ θυμάμαι. Θά μπορούσα νά τό έχω δωρίσει σέ τόσους πού έρχονται εδώ αλλά τό άφησα γιά τόν παπά Νικόλα, έλα νά βάλουμε τόν πλάγιο τού δεύτερου ήχου νά παρηγορηθείς».
Μού έμαθε νά προσεύχομαι μέ τό κομποσκοίνι γιά τόν κόσμο γιά τίς αμαρτίες μου καί πάλι έμπονα γιά τόν κόσμο. Όλες τίς ακολουθίες τίς έκανε μέ τό κομποσκοίνι εκτός τής Θείας Λειτουργίας.
-Πάτερ, απορώ πώς εσείς, πού γνωρίσατε ένα τόσο άγιο άνθρωπο, πέσατε σ' αυτό τό πάθος τής οινοποσίας. Η προσευχή δέν σάς προστάτεψε, δέν σάς βοήθησε νά γλιτώσετε από τόν πειρασμό αυτόν;
-Ευάγγελε, μήν ξεχνάς τό «αρκεί σοί η χάρις μου» τού Παύλου.
-Ξέρετε μέ σκανδάλισε στήν αρχή τουλάχιστον τό θέμα σας.
-Σέ σκανδάλισε ή σέ φόβισε γιά τό ευόλισθον τής φύσεώς μας; Είσαι αυτάρκης στήν νομιζόμενή σου καθαρότητα καί φοβάσαι μήπως τήν χάσεις, μήπως κάνεις κάποιο λάθος καί χάσεις τήν καλή γνώμη γιά τόν εαυτό σου καί γιά τούς άλλους. Σέ νοιάζει τί θά πεί ο κόσμος. Αδελφέ μου καί φίλε μου, η νεότητά σου είναι κακός σύμβουλος, όπως καί σέ μένα κάποτε. Η πείρα τού βίου καί η συναντίληψη τής Χάριτος μέ έπεισε ότι όποιος καί άν είμαι ό,τι καί άν κάνω είμαι δεμένος μέ τόν Χριστό καί φωνάζω «ελέησον μέ ο Θεός, ελέησον μέ Κύριε ως οίδας καί ως θέλεις ελέησόν με». Καί λέω μέσα μου «όλοι σώζονται, εγώ κολάζομαι». Ελπίζω στόν Χριστό καί στήν Παναγία. Ελπίζω στό έλεος τού Θεού πού χαρίζει τόν παράδεισο σ' αυτούς πού πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι τού παραδείσου.
Καί πάλι ο αδυσώπητος χρόνος τελείωνε.
-Πάτερ θέλετε νά σάς φέρω κάτι τήν επόμενη συνάντησή μας;
-Ναί, θέλω κάτι επειδή έχω τέσσερα παιδάκια στήν πατρίδα καί τά έχω επιθυμήσει. Φέρε μου σέ παρακαλώ ένα μικρό παιδάκι καί φώναξέ με νά βγώ στό παράθυρο από τά κάγκελα νά τό δώ νά δώ τά ματάκια του νά παρηγορηθώ.
-Βρήκα τόν μικρό μου βαπτισμένο Σωτήριο τόν πήρα αγκαλιά, πέρασα τήν πόρτα καί σταθήκαμε κάτω από τά σίδερα.
-Π. Νικόλαε, π. Νικόλαε, ήρθαμε.
Πρόβαλε η φιγούρα του πίσω από τά σίδερα άπλωσε τά χέρια του από ψηλά, μας κοίταζε, μάς χαμογελούσε, μιλάγαμε από εκεί. Χάρηκε, θυμήθηκε τά δικά του, απλώθηκε η νοσταλγία. Δέν ήταν πίκρα ήταν μία νοσταλγία γιά τόν παράδεισό μας. Μάς ευλόγησε καί αποχωρήσαμε. Ποιός είναι πλούσιος, Λωξάνδρα μου, εν τώ ολίγω αναπαυόμενος, τζόγια μου ...;
-Πάτερ, η Αμερική φημίζεται γιά τά αποτοξινωτικά της κέντρα, πώς ήρθατε σ' αυτές τίς άθλιες συνθήκες.
-Ευάγγελε, πρίν πολλούς μήνες προκηρύχθηκε μιά θέση παλαμικών σπουδών στό πανεπιστήμιο τής Αθήνας. Ήρθα λοιπόν κι εγώ, αφού πήρα τήν άδεια από τό πανεπιστήμιό μου νά βάλω τά χαρτιά μου γι' αυτή τήν έδρα. Οι μήνες περνούν, δέν γινόταν τίποτα. Καθηγητικές ίντριγκες, συνεδριάσεις επί συνεδριάσεων, τίποτα. Τήν έδρα μου στό Χάρβαρντ τήν είχε πρίν από μένα ο π. Γεώργιος Φλωρόφσκι. Αυτός είναι ένας μεγάλος Θεολόγος καί πραγματικός φιλέλληνας καί είναι ο γέροντάς μου.
-Από έκπληξη σέ έκπληξη.
-Γέροντάς σας αυτός ο μέγας;
-Ναί, καί είναι πραγματικά μεγάλος πνευματικός Θεολόγος καί σημειοφόρος άνθρωπος θυσίας. Σπουδαγμένος καί στήν ποιμαντική Ψυχιατρική καί στήν ψυχολογική αντιμετώπιση τών εθισμένων χρηστών σέ ουσίες καί ποτό. Αλλά όλα αυτά τά ασκούσε μέ απέραντη αγάπη καί υπομονή. Γιά νά κατανοήσης τό μέγεθος τού ανδρός θά σού πώ μία ιστορία στήν οποία ήμουν μάρτυρας τής θαυμαστής θεραπείας ενός εφήβου. Μιά οικογένεια έφερε τό παιδί της 18 ετών πού έπασχε από ηβηφρενία. Η κατάσταση ήταν δύσκολη, αθεράπευτη σχεδόν, τόν παρακάλεσαν νά τόν δεχθή νά τόν αναλάβη. Πράγματι, τόν πήρε σέ ένα σπίτι στήν εξοχή πού είχε πολλά στρέμματα, μέ σημύδες ένα μεγάλο αγρόκτημα. Μπήκαν μέσα οι δυό τους, τό αγρίμι καί ο π. Γεώργιος καί έκλεισαν τήν βαριά πόρτα. Μετά τρείς μέρες παρέδωσε τό παιδί υγιές καί σώφρον στούς γονείς. Τό παιδί αυτό σπούδασε καί είναι υγιής έκτοτε καί μάλιστα τώρα είναι καί Επίσκοπος τής Εκκλησίας μας.
-Όταν τόν ρώτησα «π. Γεώργιε, πώς έγινε αυτό;», μού είπε ό,τι πήρε τό παιδί καί τού είπε: «Παιδί μου, εγώ θά καθίσω σ' αυτήν τήν σημύδα. Όλος ο χώρος είναι δικός σου, κάνε ό,τι θέλεις καί όταν θέλης έλα νά μιλάμε». Τρείς μέρες καί τρείς νύχτες έκανε ό,τι ήθελε. Κατέστρεψε τό ψυγείο, τήν βιβλιοθήκη μου, τά λουλούδια καί όποτε ήθελε μέ πλησίαζε καί μιλάγαμε. Εγώ καθόμουν στής σημύδας τόν κορμό καί περίμενα χωρίς νά ταράζομαι γιά ό,τι γινόταν, τρείς μέρες εκεί δέν σηκώθηκα, δέν έφαγα, δέν ήπια νερό. Τήν τρίτη ήμερα ήρθε τό παιδί γαλήνιο, μού φίλησε τό χέρι, μέ σήκωσε, μέ βοήθησε νά περπατήσω, γιατί ήμουν σάν πεθαμένος, ανοίξαμε τήν πόρτα καί τόν παρέδωσα στούς γονείς του. Ιματισμένο καί σωφρονούντα.
-Πάτερ Γεώργιε, καί τρείς ημέρες πώς κάνατε τίς στοιχειώδεις ανάγκες σας;
-Τά έκανα πάνω μου, δέν μετακινήθηκα καθόλου, ήθελα νά δώσω μία θυσία γι' αυτόν στόν Θεό, τήν υπομονή μου, τήν κατάργηση τών συμβατικών καθημερινών πρακτικών. Δέν είναι τίποτα, ο Θεός μού χάρισε υγιή τόν άνθρωπο καί δι' αυτού μού χάρισε καί γεύση τής Βασιλείας Του. Τέτοιος άνθρωπος ήταν αυτός, αληθής Θεολόγος, άνθρωπος τής Λειτουργίας αλλά καί πέρα απ' αυτήν. Πάντα έλεγε: «δίδου ημίν εκτυπώτερον, σού μετασχείν, εν τή ανεσπέρω ημέρα τής βασιλείας σου».
Συζήτηση περί τής ζωής τού Ιερέως
Από τίς συζητήσεις πού είχαμε καταθέτω εδώ μερικά.
-Πρόσεχε, ιερεύ, τόν εαυτό σου, μήν ξεχάσης νά βλέπης τόν Θεό. Ορκίστηκες νά έχης τόν νού σου στήν σωτηρία τόσο τήν δική σου όσο καί τών άλλων. Κάθε καιρός είναι κατάλληλος γιά νά δώσης τό Βάπτισμα καί τήν θεία Κοινωνία, γιατί κάθε καιρός είναι κατάλληλος γιά τόν θάνατο. Νά θυμάσαι ότι ο άνθρωπος μπορεί νά πή όχι στόν Θεό, ο Θεός δέν μπορεί νά πή όχι στόν άνθρωπο. Αυτού τού Θεού είμαστε Ιερείς, πού επιτρέπει στό πλάσμα του νά πή «όχι, νά μήν γίνη τό θέλημά σου» δηλαδή, νά γεννήση τήν κόλαση. Στούς ανθρώπους μπορείς νά πής ότι ο Χριστός κατέβηκε στόν Άδη, εκεί μάς αναμένει, όσο πιό βαθύς είναι ο Άδης σου, τόσο βαθύτερα είναι ο Χριστός. Η οδύνη είναι τό ψωμί πού ο Θεός μοιράζεται μέ τόν άνθρωπο καί πού έχει υποχρέωση ο δούλος του, ο παπάς, νά μοιρασθή κι αυτός μέ τό σύνολό του. Στόν Σταυρό ο Θεός, ενάντια σέ ό,τι είχαμε ποτέ φαντασθή γιά θεό, τάχθηκε μέ τό μέρος τού ανθρώπου. Ο Θεός έγινε άνθρωπος, δηλώνει τήν αγάπη Του, ζητά τήν αγάπη μας καί μάς απαλλάσσει από κάθε οφειλή.
Ο αγώνας μας είναι η προσοχή στήν πνευματική πηγή τού κακού, τό οποίο δέν προέρχεται από τήν φύση, αλλά συντελείται μέσα στό πνεύμα. Αυτός πού είδε τήν αμαρτία του είναι πιό μεγάλος από αυτούς πού γνώρισαν αγγέλους. Τότε, από τήν άβυσσο τών αμαρτιών μου επικαλούμαι τήν άβυσσο τής Χάριτός Σου. Πρόοδος στόν αγιασμό σου, παπά μου, φαίνεται όταν η καρδιά σου ήσυχη διαστέλλεται καί ανθίζει σέ κοσμική ευσπλαχνία, δέν μπορεί νά κρίνη κανέναν, σηκώνει τό κακό όλου τού κόσμου, περνά τήν Γεθσημανή καί καλύπτει τά πάντα μέ τόν μανδύα τής αγάπης. Η αγάπη είναι ο Θεός πού ρίχνει τό βέλος, τόν Μονογενή Του Υιό, αφού έβρεξε τήν ακίδα τού βέλους μέ τό ζωοποιό Πνεύμα. Η ακίδα είναι η πίστη πού όχι μόνο εισάγει τό βέλος αλλά καί τόν τοξότη μαζί της.
Ευάγγελέ μου, άν ποτέ γίνεις Ιερέας νά θυμάσαι ότι αυτό πού σκανδαλίζει τούς άπιστους δέν είναι οι Άγιοι, αλλά τό αναμφισβήτητο γεγονός ότι δέν είμαστε όλοι άγιοι. Η κατάσταση τού κόσμου μοιάζει μέ αυτήν τήν πρό τού Μ. Κωνσταντίνου, καί χειρότερη, γιατί τότε οι άνθρωποι ήσαν ειδωλολάτρες, τώρα είναι άθεοι. Έτσι, αντί η Εκκλησία νά κρίνη τόν κόσμο, η Εκκλησία κρίνεται από τόν κόσμο, γιατί ο κόσμος μπορεί νά τήν κατηγορήση ότι μέσα σέ τόσους αιώνες έχασε τήν ικανότητα τής μαγιάς καί αντανακλά τόν κόσμο καί μάλιστα πιστά. Η Εκκλησία από αρραβωνιαστικιά έγινε θρησκευτική κοινωνία. Τό Ευαγγέλιο εξεγείρει, ανατρέπει όχι τήν δομή τού κόσμου αλλά τήν δομή τού ανθρώπινου πνεύματος. Ο Χριστός εντός. Απόκτησε τήν εσωτερική ειρήνη καί πλήθος ανθρώπων θά βρή τήν ειρήνη δίπλα σου.
Παπά μου, τό νά πλησιάσης τόν σύγχρονο άνθρωπο είναι τέχνη. Τό ουσιώδες είναι νά μεταφερθής στήν θέση του, νά σβήσης τόν εαυτό σου καί νά αφήσης τόν Χριστό νά μιλήση. Όλη σου η Θεολογία πού σέ έμαθαν σωριάζεται σάν θρύψαλα μπροστά σέ έναν εγκληματία, έναν νεκρό, μιά μοναξιά. Όμως η ζωντανή ζεστασιά τής παλάμης σου, μπορεί νά κάνη ανθρώπους σβησμένους, λερωμένους κι άσχημους νά ακτινοβολούν ξαφνικά ακτίνες Φωτός καί νά ανασύρης στήν επιφάνεια αυτό πού κοιμάται. Τήν κοινωνία. Ο Μυστικός Δείπνος, η θεία Κοινωνία, πού ετοιμάζεις είναι μυστήριο εν πορεία, γι' αυτό στεκόμαστε όρθιοι. Καί άν γίνουμε απόβλητοι από τήν κοινωνική ζωή πρέπει νά ωριμάσουμε σάν μία γενιά ομολογητών. ...;
-Πάτερ Νικόλαε, είδα ότι είσαι άνθρωπος τού Θεού. Σέ παρακαλώ πές μου ποιά είναι η μυστική σου εργασία, τί μού κρύβεις;
-Ευάγγελέ μου, ήλθε η ώρα νομίζω νά μάθεις όλα τά κατ' εμέ σάν μία παρακαταθήκη διδασκάλου πρός μαθητή. Δέν είμαι άρρωστος, τουλάχιστον δέν πάσχω από αλκοολισμό!!!! Μεταξύ τών σπουδών μου είναι καί η ψυχολογία τού χρήστη. Αφού ήρθα στήν Αθήνα καί κατέθεσα τά χαρτιά μου καί ο καιρός περνούσε, μέ τό σήμερα-αύριο, μίλησα μέ τόν διευθυντή τής κλινικής πού είναι φίλος μου από τήν Αμερική, τού είπα γιά προγράμματα στήν Αμερική, όπου ο γιατρός ζή μαζί μέ τούς αρρώστους γιά όλο τόν χρόνο τού προγράμματός τους μέ εξαιρετικά αποτελέσματα. Έτσι παρακολουθώ τό πρόγραμμα, χωρίς κανείς νά τό γνωρίζει από τούς συναρρώστους μου. Ζώ έγκλειστος τρείς μήνες περίπου, επιταχύνθηκε τό πρόγραμμα, αλλά κυρίως αυτοί πού έφυγαν αυτό τό διάστημα δέν υποτροπίασαν.
-Μά τί μού λέτε, πουλήσατε τόν εαυτό σας σάν δούλο εδώ μέσα, δέν βλέπετε ούτε κάν παιδιά, υποφέρετε τήν τρέλα τού καθενός!
-Ναί, αλλά έχω τό δωματιάκι μου, τήν προσευχή μου, τήν πίστη μου, έχω τόν καθρέφτη μου, όλους τούς αδελφούς τούς έγκλειστους.
Εκείνο πού μού ξεσχίζει τά σπλάχνα ήταν ότι δέν μπορούσα νά λειτουργώ. Τώρα τελευταία παίρνω κι εγώ, όπως όλοι, μία άδεια καί πηγαίνω εδώ σέ ένα μοναστηράκι νά λειτουργώ καί επανέρχομαι.
-Μά δέν τρελαθήκατε εδώ μέσα, φυλακισμένος αναίτια τόσους μήνες;
-Πιέστηκα, πιέστηκα, ήταν εμπειρία τάφου, αλλά όμως γνώρισα όλους αυτούς τούς φίλους τού Χριστού, τούς ελάχιστους. Αυτούς πού πιστεύουν ότι είναι ανάξιοι τού παραδείσου, τούς συμπαραστάθηκα, τούς άκουσα, τούς έδωσα λίγο νερό, λίγη πίστη καί, κυρίως, επλατύνθηκα κι εγώ καί πάλι δούλος αχρείος είμαι. Αναλογίζομαι τήν ώρα τής εξόδου μου καί ελπίζω στό έλεος τής Εκκλησίας Του καί στό ιδικό Του.
-Πάτερ Νικόλαε, είστε τόσο νέος ούτε πενήντα τριών.
Ήταν Τετάρτη τής πρώτης τών νηστειών πού κάναμε αύτη τήν κουβέντα τής καρδιάς, πού μού χάραξε τήν καρδιά.
-Τήν Παρασκευή θά πάρω άδεια, θά πάω στό μοναστηράκι πού σάς είπα γιά τούς Χαιρετισμούς καί γιά Λειτουργία τήν Κυριακή τής Ορθοδοξίας. Ελάτε κι εσείς νά σάς δούμε. Πάρτε ένα τηλέφωνο τό Σάββατο νά σάς πούμε τήν ώρα τής Λειτουργίας τήν Κυριακή.
Πράγματι, τό Σάββατο τών Αγίων Θεοδώρων τηλεφώνησα.
-Ευλογείτε, πάτερ.
-Ο Κύριος.
-Σάς παρακαλώ, θέλω νά μιλήσω στόν πατέρα Νικόλαο.
-Δέν γίνεται, μού είπε.
-Πότε νά ξαναπάρω γιά τόν π. Νικόλαο, πότε;
-Μόλις πρό ολίγου τελείωσε τήν θεία Λειτουργία, κατέλυσε καί πέθανε μπροστά στήν Αγία Τράπεζα, τήν ώρα πού τήν ασπαζόταν γιά νά βγή από τό Ιερό. Επειδή αργούσε νά βγή, μπήκε ο εκκλησάρης καί τόν βρήκε γονατιστό αλλά χωρίς πνοή. Έχει έρθει η αστυνομία, θά τόν πάνε γιά νεκροτομή, θά τόν στείλουν στήν Αμερική.
-Δέν ξέρω τί λέτε, πάτερ, εγώ προχτές τού μίλησα, τέλος πάντων ήμασταν μαζί. Ήταν μιά χαρά. Δέν μπορεί, δέν είναι αυτός.
-Όχι, αυτός είναι.
Έτσι τό ήθελε ο Θεός. Έτσι ετελειώθη ο Νικόλαος ο άρχων, ο εργάτης τών εντολών τού Χριστού, ο κρυφός, ο φίλος μου, ο ολιγοήμερος, ο γνήσιος ποιμένας πού άφησε τά ενενήντα εννιά γιά τό ένα, πού πουλήθηκε δούλος σάν κι αυτόν τόν Επίσκοπο τού γεροντικού, ο Ιερέας τού 20ου αιώνος τού απατεώνος πού τά μάτια του δέν απατήθηκαν, αλλά είδε καθαρά τήν εικόνα τού κόσμου χωρίς φαντασία. Άς έχουμε τήν ευχή του.-
************
Τό κείμενο «Ιερεύς τις τού 20ού αιώνος» δημοσιεύθηκε στό Περιοδικό τής Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς «Πειραϊκή Εκκλησία» καί κυκλοφόρησε σέ πολλές ιστοσελίδες τού διαδικτύου, άλλοτε αυτοτελές καί άλλοτε εντεταγμένο σέ ένα γενικότερο κείμενο μέ τίτλο «Ενθύμιο Χειροτονίας εις Πρεσβύτερο Π. Ευαγγέλου εξ ιατρών 14/11/2009», τό οποίο αποτελεί τόν χειροτονητήριο λόγο τού Ιερέως ιατρού π. Ευαγγέλου. Όπως ο ίδιος μας πληροφορεί, ο Αρχιερέας Γρηγόριος τού ζήτησε νά αναφέρη στόν λόγο του τήν ιστορία τού π. Νικολάου: «Γράψε, Ευάγγελε, τήν ζωή τού π. Νικολάου, νά τήν μοιράσουμε σάν ενθύμιο τήν ήμερα τής χειροτονίας σου». Καί όπως σημειώνει ο π. Ευάγγελος, «έτσι γιά υπακοή τήν έγραψα εις αποκάλυψη τής μυστικής εργασίας του. Καί διαρκή υπόμνησή μου τού τί είναι Ορθόδοξος παπάς».
|
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)