Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Πέμπτη 5 Φεβρουαρίου 2015

Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ-ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ




Αυτό κάνει ο ουράνιος Πατέρας, όταν ο άνθρωπος ο αμαρτωλός επιστρέψει κοντά Του. Τον καθαρίζει, τον πλένει, του δίνει την πρώτη στολή του βαπτίσματος, του δίνει την υιοθεσία και τον αξιώνει της Βασιλείας Του. Όλα δωρεάν. Όταν επέστρεψε ο άσωτος, δεν του ζήτησε λογαριασμό ούτε τον επέπληξε ούτε του ζήτησε ευθύνες. Αρκεί που επέστρεψε αυτό Του έφθανε του Πατέρα.

Έτσι και εδώ κάθε αμαρτωλός που θα επιστρέψει, κανένας λόγος από τον Ουράνιο Πατέρα. Μόνο να  πεί ήμαρτον, να αφήσει τα αμαρτήματά του με ταπείνωση, να καταλάβει τα λάθη του και από κει και πέρα τα πάντα είναι λυμένα.

Και όμως ο αμαρτωλός άνθρωπος δεν το κάνει αυτό. Δεν επιστρέφει, δεν ταπεινώνεται. Κρατά τον εγωισμό του. Τι σπουδαίο είναι να φθάσει μέχρι το εξομολογητήριο! Δύο βήματα είναι. Από κει και πέρα όλα τελειώνουν.
Και όμως τον κρατά μακρυά ο εγωισμός. Και όταν θα φθάσει στην ώρα του θανάτου και δει την πραγματικότητα, θα μετανοήσει, θα μεταμεληθεί, αλλά θα είναι αργά. Γι' αυτό ο Θεός τιμωρεί τον άνθρωπο που δεν θέλει να ταπεινώσει λίγο τη σκέψη του.
Για τον Εωσφόρο, αυτό το μεγάλο τάγμα, αυτό που ήταν στην πρώτη θέση των αγγελικών ταγμάτων, ποια ήταν η αιτία της καταστροφής; Ποιά η αιτία της κατάρρευσης, της μετατροπής από αγγέλους σε δαίμονες;

Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός. Από κει έγινε το ολίσθημα, τόσο των αγγέλων, όσο και των προπατόρων μας. Και των προπατόρων μας η πτώση έγινε από υπερηφάνεια κι' εγωισμό. Διότι ο Θεός προτού ανακοινώσει την καταδικαστική απόφαση, πλησίασε τον άνθρωπο, τον Αδάμ και του είπε: «Αδάμ, γιατί το έκαμες αυτό;»
Ο Αδάμ δεν ζήτησε συγγνώμη, δεν είπε: Ήμαρτον Θεέ μου, έσφαλα. Εάν το έκανε αυτό, δεν θα εκδιώκετο από τον Παράδεισο και ούτε εμείς θα είχαμε υποστεί όλη αυτή την εξορία και την ταλαιπωρία την σημερινή. Με το να μη πει ήμαρτον, έγινε όλος αυτός ο συρφετός των κακών. Έτσι και τώρα ο άνθρωπος δεν λέει ήμαρτον, και μένει στα κακά του. Μόλις όμως το πει, ο Θεός απλώνει την αγκαλιά της συγγνώμης και τον παίρνει μέσα.

Γέρων Εφραίμ, Προηγούμενος Ι.Μονής Φιλόθεου

Τετάρτη 4 Φεβρουαρίου 2015

Πρέπει να αναλάβεις τον σταυρό σου και να ακολουθήσεις τον Χριστό





Ο Στάρετς Ζαχαρίας διηγήθηκε ένα περιστατικό, συγκινητικό για το βαθύ περιεχόμενό του, που συνέβη σε κάποιον νέο, τελείως άπειρο από ψεύδος και πονηριά και που διακρινόταν από την παιδική του ηλικία για την αγάπη του προς την αλήθεια.
Εδώ φαίνεται η ψυχή ενός καθαρού και τίμιου, αλλά αγράμματου ανθρώπου με πίστη μικρού παιδιού, ακλόνητη και απλή, που είχε καρδιά και θέληση καθαρή και που αγωνιζόταν για τον Θεό, μια ψυχή που τον έκανε πράγματι λίγο μόνο παρακάτω από τους αγγέλους. Όντως είχε γίνει σοφός, ικανός να βλέπει και τα ουράνια και τα επίγεια.

Το γεγονός αυτό έλαβε χώρα στην Ρωσία, στα απόμερα βάθη της χώρας, σε απόσταση μερικών εκατοντάδων μιλίων από το πιο κοντινό χωριό. Εκεί ζούσε ένας χωριάτης, ορφανός, τελείως αγράμματος, εργατικός όμως. Πάντοτε εργαζόταν και δεν πέρασε ούτε στιγμή με οκνηρία. Η ψυχή του ήταν καθαρή σαν κρύσταλλο. Σε κάθε υπόθεση πάντοτε υπήκουε στην συνείδησή του. Η συνείδησή του ήταν ευθεία, όχι όμως ασθενής, μα πραγματικά ευθεία, ευαίσθητη και αυστηρή. Με τον απλό τρόπο του δεν την κατεπάτησε ποτέ με την παρακοή και έτσι πάντοτε άκουγε την φωνή της. Εάν ένας άνθρωπος παρακούει την συνείδησή του μια φορά, δυο φορές ή και περισσότερο, τότε δεν την ακούει πια.

Ο απλοϊκός αυτός άνθρωπος τηρούσε τις νηστείες και τρεφόταν με το ελάχιστο. Ήταν πάντοτε χαρούμενος και γεμάτο ενθουσιασμό για τη ζωή. Δεν κατέκρινε κανένα ποτέ, θεωρώντας τον εαυτό του χειρότερο και κατώτερο από κάθε άλλον. Μια ημέρα, άκουσε από ένα προσκυνητή πως για να σωθεί κανείς πρέπει να αναλάβει τον σταυρό του και να ακολουθήσει τον Χριστό. Ο απλοϊκός μας άνθρωπος δεν είχε πάει ποτέ σαν μεγάλος στην εκκλησία, αφού ήταν πολύ μακριά από το χωριουδάκι που ζούσε. Είχε βαπτισθεί σαν μωρό, μα δεν το θυμόταν καθόλου.

«Πρέπει να αναλάβεις τον σταυρό σου και να ακολουθήσεις τον Χριστό». Αυτά τα λόγια ο απλοϊκός μας άνθρωπος τα εννοούσε στην κυριολεξία.

Παρήγγειλε ένα τεράστιο ξύλινο σταυρό και αποφάσισε να τον πάρει και να ακολουθήσει τον Χριστό. Η καθαρή ψυχή του ποθούσε τον Θεό, η καρδιά του διψούσε την σωτηρία, αλλά πώς να Τον ακολουθεί; Και πού; Σε ποιό δρόμο; Πού ήταν ο Χριστός; Να ο σταυρός, αλλά πού να τον πάει;

Ο απλοϊκός άνθρωπος άφησε όλα τα λίγα υπάρχοντά του και τη δουλειά του, σήκωσε τον σταυρό του πάνω στους ώμους του και ξεκίνησε. Βάδιζε, όπως λέει η παροιμία, ακολουθώντας τη μύτη του. Βάδιζε, βάδιζε για πάρα πολλή ώρα και επιτέλους, μέσα σ’ ένα πυκνό δάσος, συνάντησε ένα ανδρικό μοναστήρι. Χτύπησε την πόρτα.

- «Ποιός είσαι εσύ;», ρώτησε με απορία ο πορτάρης και «πού πας με τον σταυρό σου;»

- «Να εδώ είμαι, βαστάζοντας τον σταυρό μου, αλλά δεν ξέρω πώς να φτάσω στον Χριστό, δεν θα μου δείξεις τον δρόμο;»

- «Πω, πω, βρήκαμε έναν παλαβό. Θα πάω να τα πω στον ηγούμενο».

Πήγε ο μοναχός και τα είπε στον ηγούμενο, ο οποίος έμεινε κατάπληκτος και διέταξε να του φέρουν τον απλοϊκό.

- «Μα δεν έρχεται, επιμένει να μη αφήσει τον σταυρό του και έτσι δεν μπορεί να μπει στο κελλί σας με τον σταυρό, είναι πολύ μεγάλος».

Ο ηγούμενος, λοιπόν, πήγε ο ίδιος στον απλοϊκό. Κουβέντιασε μαζί του και είδε ότι είναι ένας άνθρωπος του Θεού.

- «Λοιπόν εάν θέλεις θα σε βοηθήσουμε να φτάσεις στον Χριστό. Κι εμείς σ’ Αυτόν πηγαίνουμε».

- «Τότε που είναι οι σταυροί σας;», απόρησε ο ξένος, «ξέρετε, ότι ο Κύριος δεν θα σας δεχθεί χωρίς ένα σταυρό».

- «Είναι μέσα μας. Εμείς τους βαστάμε μέσα μας», είπε ο ηγούμενος.

- «Μα πώς γίνεται αυτό;», ρώτησε με έκπληξη ο ξένος.

- «Εσύ ο ίδιος θα δεις πως. Αλλά προς το παρόν θα σου δώσω την ευχή μου να μείνεις εδώ και θα έχεις ένα διακόνημα, να καθαρίζεις μέσα στην εκκλησία. Πάρε τον σταυρό σου και φέρε τον κάτω εκεί, στην εκκλησία».

Ο απλοϊκός άνθρωπος μπήκε μέσα στην εκκλησία με πολύ φόβο και άρχισε να καθαρίζει. Σήκωσε το κεφάλι του και πάγωσε. Εκεί ψηλά επάνω του, επάνω από το Ιερό, είχε φτιαχτεί ένας μεγάλος ξύλινος σταυρό και επάνω του εικονιζόταν, σε φυσικό μέγεθος, ο Εσταυρωμένος Κύριος. Ο απλοϊκός μας δεν είχε δει ποτέ τέτοιο πράγμα. Τον κοίταζε και τον ξανακοίταζε. Καρφιά ήταν βαλμένα μέσα στα χέρια και στα πόδια, απ’ όπου ανέβλυζε αίμα. Στο στήθος του, επίσης, ήταν αίμα και τραύμα. Και το κεφάλι του ήταν λουσμένο στο αίμα, το δε πρόσωπό του πρησμένο και χτυπημένο. Ποιός ήταν; Ποιός ήταν αυτός; «Άνθρωπε, ποιός είσαι; Και εσύ βάσταξες τον σταυρό σου και δεν χωρίσθηκες από αυτόν; Αλλά πώς γίνεται να είσαι κρεμασμένος στον σταυρό σου;»

Αίμα έσταξε στην καρδιά του απλοϊκού. Ένοιωσε τόση αγάπη και οίκτο γι’ αυτόν που έπασχε, που του φαινόταν πως θα έδιδε και την ζωή του, εάν μονάχα θα μπορούσε να εξυπηρετήσει τον πάσχοντα και να τον βοηθήσει.

- «Αλλά πώς μπορείς να κρέμεσαι εκεί συνέχεια χωρίς τροφή; Έλα κάτω, κατέβα από τον σταυρό σου και θα σου δώσω εγώ να φας».

Γονατιστός, ο απλοϊκός άνθρωπος ύψωσε τα χέρια του και προσευχήθηκε….Προσευχήθηκε χωρίς να σταματήσει. «Κατέβα, έλα σε μένα. Δίδαξόν με πώς και πού να βαστώ τον σταυρό μου, μήπως πρέπει κι εγώ να σταυρωθώ επάνω του;».

Έτσι προσευχόταν στον Εσταυρωμένο για μερικές ημέρες και νύχτες, με όλη του την καρδιά. Και έπεσε κάτω μπροστά Του και έγινε μούσκεμα από τα δικά του τα δάκρυα. Και ο Εσταυρωμένος ακούοντας τις προσευχές, υψωμένες προς Αυτόν από τα βάθη μιας καρδιάς, κατέβηκε από τον σταυρό και δίδαξε τον απλοϊκό πώς να βαστά τον σταυρό του για να έλθει στην Βασιλεία των Ουρανών. Κανείς δεν μπορεί να σωθεί χωρίς το σταυρό του.

Ο Κύριος απεκάλυψε στον απλοϊκό το μυστήριο του Τριαδικού Θεού, το μυστήριο της αγάπης της Αγίας Τριάδος, του Πατρός, του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. «Εγώ είμαι ο Υιός του Ουρανίου Πατρός και έχω λυτρώσει το ανθρώπινο γένος με τον Σταυρό μου. Κανείς δεν θα μπορέσει να εισέλθει στην Βασιλεία των Ουρανών χωρίς τον σταυρό του. Κανείς δεν θα δεχθεί την Χάριν του Αγίου Πνεύματος στην καρδιά του χωρίς τον σταυρό του Γολγοθά και να πλέξεις γύρω του, σαν τριαντάφυλλα, τα έργα της αγάπης».

Ο απλοϊκός τα άκουγε όλα και δέχθηκε το Άγιο Πνεύμα στην καρδιά του και ο Κύριος του απεκάλυψε πώς εντός ολίγων ημερών θα αναχωρήσει για την Βασιλεία των Ουρανών. Ο απλοϊκός μετά χαράς άρχισε να ετοιμάζεται για τον θάνατο, προσευχόμενος ακαταπαύστως και ευχαριστώντας τον Θεό για όλα. Επίσης απεκάλυψε στον ηγούμενο την ώρα του τέλους του. Ο ηγούμενος έχυσε λίγα δάκρυα και τον παρεκάλεσε να πει μερικές προσευχές στον Κύριο και γι’ αυτόν. Με όλη του την καθαρή καρδιά ο απλοϊκός άρχισε να μεσιτεύει προς τον Σωτήρα για τον ηγούμενο.

- «Πάρε και αυτόν στην Βασιλεία των Ουρανών, απόλυσέ τον από την πρόσκαιρη τούτη ζωή».

- «Αλλά, γιατί πρέπει να πάρω και αυτόν; Δεν είναι ακόμα έτοιμος».

- «Ω! Πάρε τον, χάριν της αγάπης που μου έδειξε, όταν μου έδωσε διπλή μερίδα ψωμί και που το μισό έφερα σε Σένα. Κάμε αγάπη σ’ αυτόν, χάριν της αγάπης που έκαμε σε μένα. Πάρε τον στην Βασιλεία των Ουρανών. Ω Κύριε, Θεέ μας, είσαι ο Σωτήρ μας, που σταυρώθηκες για χάρη μας, επάκουσον της προσευχής μου. Μη τον στερήσεις της ανεκφράστου Σου Χάριτος και χαράς».

Ο Κύριος άκουσε τις προσευχές του απλοϊκού και του απεκάλυψε την ώρα του θανάτου του ηγουμένου και ο απλοϊκός του είπε την ώρα του τέλους του. Ο ηγούμενος άρχισε να ετοιμάζεται για την μετάθεσή του στην αιωνιότητα.

Στην ορισμένη ημέρα και ώρα, ο απλοϊκός εξεδήμησε προς τον Κύριο και μετά από δυο εβδομάδες, στην ορισμένη ημέρα και ώρα, εκοιμήθη και ο ηγούμενος.

  «Ο Στάρετς Ζαχαρίας»
ahdoni.blogspot.gr

ΕΣΤΙΑ ΠΑΤΕΡΙΚΩΝ ΜΕΛΕΤΩΝ Κοπή βασιλόπιτας 2015

Τρίτη 3 Φεβρουαρίου 2015

Μη φοβάστε. Περάσαμε σαν έθνος τόσες μπόρες και δεν χαθήκαμε




Υπάρχει μια μερίδα Χριστιανών, στους οποίους αναπαύεται ο Θεός. Υπάρχουν ακόμη οι άνθρωποι του Θεού, οι άνθρωποι της προσευχής, και ο Καλός Θεός μας ανέχεται, και πάλι θα οικονομήσει τα πράγματα. Αυτοί οι άνθρωποι της προσευχής μας δίνουν ελπίδα…

 Μη φοβάστε. Περάσαμε σαν έθνος τόσες μπόρες και δεν χαθήκαμε, και θα φοβηθούμε την θύελλα που πάει να ξεσπάσει;

 Ούτε και τώρα θα χαθούμε.

 Ο Θεός μας αγαπά. Ο άνθρωπος έχει μέσα του κρυμμένη δύναμη για ώρα ανάγκης. Θα είναι λίγα τα δύσκολα χρόνια. Μια μπόρα θα είναι.

 Δεν σας τα λέω αυτά για να φοβηθήτε, αλλά για να ξέρετε πού βρισκόμαστε…

 Για μάς είναι μια μεγάλη ευκαιρία, είναι πανηγύρι οι δυσκολίες, το μαρτύριο.

 Να είστε με τον Χριστό, να ζείτε σύμφωνα με τις Εντολές Του και να προσεύχεστε, για να έχετε θείες δυνάμεις και να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε τις δυσκολίες.

 Να αφήσετε τα πάθη, για να έρθει η Θεία Χάρις.

 Αυτό που θα βοηθήσει πολύ είναι να μπει μέσα μας η καλή ανησυχία: πού βρισκόμαστε, τί θα συναντήσουμε, για να λάβουμε τα μέτρα μας και να ετοιμαστούμε.

 Η ζωή μας να είναι πιο μετρημένη. Να ζούμε πιο πνευματικά.

 Να είμαστε πιο αγαπημένοι.

 Να βοηθούμε τους πονεμένους, τους φτωχούς με αγάπη, με πόνο, με καλωσύνη. Να προσευχόμαστε να βγουν καλοί άνθρωποι»…


Αγίου Παϊσίου  του Αγιορείτου

Δευτέρα 2 Φεβρουαρίου 2015

Η εορτή της Υπαπαντής, είναι η παραδοσιακή γιορτή κάθε μητέρας. Χρόνια πολλά!

93k30klkl.jpg
                      
                  Χρόνια  πολλά  σ' όλες  τις  μητέρες, στις μητέρες  που  σαν  λαμπάδες  αναμμένες,  λιώνουν  κυριολεκτικά, προκειμένου να μεγαλώσουν  και  να  διαπαιδαγωγήσουν  τα  παιδιά  τους  σε  αυτές  τις  δύσκολες  εποχές.

Παράδειγμά  τους  και  σκέπη  τους  ας  είναι  η  μεγάλη μάννα,  η Παναγιά   μας.



Υπαπαντή θά πεί προϋπάντηση, (από τό ρήμα υπαπαντών, υπ>ό + απαντώ) καί έχει σχέση μέ δυό περιστατικά, πού βρίσκουν τήν εκπλήρωσή τους τήν μέρα αυτή. Τό πρώτο ήταν η νομική υποχρέωση. Κάθε Εβραίος πατέρας είχε τήν υποχρέωση από τόν Μωσαϊκό Νόμο νά προβεί στόν εξαγιασμό καί αφιέρωση τού πρωτοτόκου αρσενικού του παιδιού. Από τό βιβλίο τής Εξόδου (13, 1, 12-13) πληροφορούμαστε, ότι ο Θεός, μετά τήν θανάτωση τών πρωτοτόκων παιδιών τών Αιγυπτίων, διέταξε τούς Εβραίους νά αφιερώνουν σ' Αυτόν, "πάν άρσεν διανοίγον μήτραν".
Αλλά καί όταν στήθηκε η Σκηνή τού Μαρτυρίου καί ανέλαβαν τήν ιερατική υπηρεσία της οι Λευίτες (Αριθμ. 3, 11), πάλι ο Θεός δίνει εντολή, ώστε νά διατηρηθεί ζωντανή στήν κάθε εβραϊκή καρδιά η έννοια τού δικαιώματός Του πάνω στά πρωτότοκα αγόρια νά εξαγοράζονται (Αριθμ. 18, 15-16) αντί πέντε σίκλων (σίκλος, μονάδα βάρους) από χρυσό ή άργυρο, καί αντιστοιχούσε σέ βάρος 14,5 γραμμάρια.
Ο Νόμος ακόμη όριζε, ότι η γυναίκα πού γεννούσε αρσενικό παιδί ήταν γιά επτά μέρες, μέχρι τήν περιτομή αυστηρά ακάθαρτη, καί παρέμενε ακόμη ακάθαρτη, (όχι αυστηρά) γιά άλλες τριάντα τρείς ημέρες. Στό διάστημα αυτό δέν έπρεπε νά πλησιάσει κάτι πού ήταν ιερό, αλλά ούτε καί τής ήταν επιτρεπτό νά μπεί στό χώρο τού Ναού.
Μετά τήν τεσσαρακοστή μέρα έπρεπε νά προσέλθει στό Ναό καί νά προσφέρει "αμνόν ενιαύσιον άμωμον εις ολοκαύτωμα καί νεοσσόν περιστεράς ή τρυγόνα περί αμαρτίας επί τήν θύραν τής Σκηνής τού Μαρτυρίου πρός τόν ιερέα" (Λευιτ. 12, 7-8). Ο ιερέας μέσα από τήν πράξη τής ιερουργίας προέβαινε σέ εξιλεωτική θυσία γιά τόν καθαρισμό της καί τήν αφιέρωση τού παιδιού της στό Θεό.
Αυτή τήν νομική υποχρέωση έπρεπε νά εκπληρώσει καί η Παναγία, πού μέ τή συνοδεία τού Ιωσήφ, έρχεται στά Ιεροσόλυμα κρατώντας στήν αγκαλιά τό Βρέφος της καί μαζί τούς νεοσσούς γιά τήν θυσία τού καθαρισμού. Τό γεγονός αυτό τό αναφέρει ο ευαγγελιστής Λουκάς (2, 22-25).
Ο ίδιος ευαγγελιστής παράλληλα διασώζει καί ένα άλλο περιστατικό σχετικό μέ τόν δίκαιο Συμεών, πού κατά τήν στιγμή τής εισόδου στόν περίβολο τού Ναού "προϋπάντησε" τήν Παναγία καί τό Βρέφος. Στό Συμεών είχε αποκαλυφθεί από τό 'γιο Πνεύμα, ότι δέν θά πέθαινε μέχρι νά δούν τά μάτια τόν σαρκωθέντα Θεό. "Ήν αυτώ κεχρηματισμένον υπό τού Πνεύματος τού Αγίου μή ιδείν θάνατον πρίν ή ίδη τόν Χριστόν Κυρίου" (Λουκ. 2. 26).
%CA%E1%E8__%EF%E4%FC%ED_%E3%E9%E1_%C9_%CC_%C4%E9%EF%ED%F5%F3%DF%EF%F5.jpg
Η παράδοση αναφέρει σχετικά μέ τό γεγονός αυτό, ότι ο δίκαιος Συμεών αρκετά χρόνια πρίν από τήν γέννηση τού Χριστού, επιστρέφοντας στά Ιεροσόλυμα μαζί μέ άλλους νομοδιδασκάλους από κάποια αποστολή έκαναν συζήτηση πάνω σέ κάποια προφητικά κείμενα.
Μεταξύ αυτών συζητήθηκε καί αυτό, πού αναφέρεται στόν Ησαία: "Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει καί τέξεται Υιόν, καί καλέσεις τό όνομα αυτού Εμμανουήλ" (7, 14). Ο Συμεών, άν καί άνθρωπος μέ πολλή ευλάβεια δυσπίστησε, καί πρόβαλλε αντιρρήσεις γιά τό αδύνατο τής γεννήσεως ανθρώπου μέ παρθενογένεση.
Λέγεται ότι ενώ γίνονταν αυτή η κουβέντα, δέχθηκε από κάποιο αόρατο χέρι ένα ηχηρό ράπισμα, ενώ παράλληλα ακούστηκε μιά φωνή, πού τού έλεγε: "Καί θά δούν τά μάτια σου καί θά αγγίξουν τά χέρια τόν Χριστόν Κυρίου". Παρ' όλα αυτά η δυσπιστία δέν τόν αποχωρίστηκε καί εξακολουθούσε νά έχει τούς ενδοιασμούς του.
Καί ενώ περνούσαν τό ποτάμι πού βρίσκονταν, λέγεται, ότι έβγαλε από τό χέρι του τό δακτυλίδι καί πέταξε στό νερό τού ποταμού καί είπε: "αν αυτό τό δακτυλίδι ξαναβρεθεί στά χέρια μου, τότε πράγματι θά μπορέσουν όλα αυτά νά γίνουν πραγματικότητα".
Η πορεία τής επιστροφής στά Ιεροσόλυμα συνεχίζονταν οπότε καί έφθασαν σέ κάποιο πανδοχείο ζητώντας φαγητό καί διαμονή. Ο πανδοχέας τούς πρόσφερε φαγητό από ψάρια. Καί ενώ έτρωγαν τά ψάρια, σ' εκείνο τού Συμεών βρέθηκε μέ τρόπο θαυμαστό τό δακτυλίδι, πού πρίν είχε πετάξει στά νερά τού ποταμού.
Ο Συμεών γεμάτος θαυμασμό, δοξολόγησε τό Θεό γιά τό θαυμαστό σημάδι πού τού φανέρωσε, καί πεπεισμένος πιά στήν εκπλήρωση τής προφητείας τού Ησαία επιστρέφει στά Ιεροσόλυμα μέ τήν απόφαση τής παραμονής, γιά τό υπόλοιπο τής ζωής του, στόν ιερό χώρο τού Ναού αναμένοντας νά δούν τά μάτια του τήν εκπλήρωση τής προφητείας.
Στήν ηλικία τών εκατό δέκα χρόνων αξιώθηκε νά κρατήσει στήν γηραλέα του αγκαλιά τό Βρέφος Ιησού καί να ζητήσει μετά τήν "απόλυσή" του από τήν ζωή. Είναι αξιοσημείωτα τά όσα είπε δεχόμενος στήν αγκαλιά του τό Βρέφος: "νύν απολύεις τόν δούλον σου, Δέσποτα, κατά τό ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων τών λαών, φώς εις αποκάλυψιν εθνών καί δόξαν λαού σου Ισραήλ".
thiv56_021030 Iviron.jpg

Ο ευαγγελιστής ακόμη διασώζει καί μιά προφητική αποστροφή πρός τήν Παναγία Μητέρα Του, "ιδού ούτος κείται εις πτώσιν καί ανάστασιν πολλών εν τώ Ισραήλ καί εις σημείον αντιλεγόμενον, καί σού δέ αυτής τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως άν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί" (Λου. 2, 32-35).
Ο δίκαιος Συμεών αξιώθηκε καί νά δεί καί νά βαστάσει τόν σαρκωθέντα Θεό. Αξιώθηκε μ' ένα τρόπο θαυμαστό νά προσεγγίσει τό μεγάλο μυστήριο τού Αιωνίου, πού μπήκε στήν διαδικασία τού χρόνου. Νά πιάσει τόν Αχώρητο, πού χώρεσε στήν παρθενική μήτρα, στήν γέρικη αγκαλιά του.
Ο Συμεών δυσπίστησε στήν προφητεία, άν δηλαδή, μπορεί ένα τέτοιο παράτολμο σχέδιο, αυτό τής σαρκώσεως τού Ασάρκου, νά πραγματοποιηθεί. Καί όμως, "όπου βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις" ο Λόγος τού Θεού κινείται από άκρα αγαθότητα καί αυτο-περιορίζεται στά όρια τής κτιστότητός μας, χαρίζοντας τήν δυνατότητα υπέρβασης τών συνεπειών τής εκπτώσεως στήν παρά φύση ζωή, στήν επάνοδο στήν κατά φύση, αλλά καί τήν υπέρ φύση ζωή μας.
Στήν προσπάθεια αυτή, σταυρική πορεία, πού πρέπει νά αναλάβει ο κάθε αδελφός τού Χριστού γίνεται ο Ίδιος "υπογραμμός καί τύπος".