Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελεημοσύνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ελεημοσύνη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 7 Αυγούστου 2015

Λύτρο της ψυχής είναι η ελεημοσύνη, μην προφασίζεσαι φτώχεια!

38.jpg
Λύτρο της ψυχής είναι η ελεημοσύνη. Γι' αυτό, όπως οι νιπτήρες γεμάτοι νερό βρίσκονται μπροστά από την είσοδο του ναού, για να πλύνεις τα χέρια σου, έτσι έξω από το ναό κάθονται και οι φτωχοί, για να πλύνεις τα χέρια της ψυχής. Έπλυνες με το νερό τα σωματικά χέρια;

Πλύνε και τα χέρια της ψυχής με την ελεημοσύνη. Μην προφασίζεσαι φτώχεια. Η χήρα μέσα στην τρανή της φτώχεια φιλοξένησε τον Ηλία. Και η φτώχεια της δεν έγινε εμπόδιο, αλλά με πολλή χαρά τον υποδέχθηκε. Γι' αυτό και απόλαυσε αντάξιους καρπούς και θέρισε τα στάχυα της ελεημοσύνης.


Αλλά ίσως να μου πει ο ακροατής: «Δώσε μου τον Ηλία!». Γιατί ζητάς τον Ηλία; Αντί του Ηλία σου δίνω τον Δεσπότη και συ δεν τον τρέφεις. Εάν εύρισκες τον Ηλία πως θα τον φιλοξενούσες; Απόφαση του Δεσπότη των όλων Χριστού είναι ο λόγος: «όποιος κάμει κάτι καλό σε έναν από αυτούς τους ασήμαντους, σε μένα το έκαμε».


Εάν ο βασιλιάς καλούσε κάποιον σε δείπνο και έλεγε στους παρευρισκόμενους υπηρέτες: «Περιποιηθείτε τον πολύ αυτόν σαν να περιποιείστε εμένα, αυτός όταν βρέθηκα σε φτώχεια με έθρεψε και με φιλοξένησε, αυτός σε δύσκολους καιρούς πολύ με ευεργέτησε», στην περίπτωση αυτή ο καθένας μας δεν θα ξόδευε όλα του χρήματα για 'κείνον που ο βασιλιάς του έδειξε τόση ευγνωμοσύνη; Δεν θα φρόντιζε να τον εξυπηρετήσει και να συνδεθεί μαζί του φιλικά;


Είδατε πόση δύναμη έχει ο λόγος; Κι αν προκειμένου περί βασιλιά, που είναι άνθρωπος, έχει το πράγμα τόσο μεγάλη τιμή, σκέψου το Χριστό εκείνη την ημέρα να σε καλεί εμπρός στους αγγέλους και να λέει: «Αυτός όταν ήμουν στη γη με φιλοξένησε, αυτός με χίλιους δυο τρόπους με ευεργέτησε, αυτός όταν ήμουν ξένος με περιμάζεψε». Σκέψου, λοιπόν, τι θάρρος θα 'χεις εμπρός στους αγγέλους, τι καύχημα εμπρός στους αγίους! Πώς να μην έχει θάρρος παραπάνω από τους αγγέλους, αυτός που έχει το Χριστό μάρτυρα των καλών του έργων;


Μεγάλο πράγμα λοιπόν η ελεημοσύνη, αδελφοί μου! Ας την αγαπήσουμε, μιας και τίποτε δεν είναι ανώτερό της. Είναι ικανή να σβήσει κάθε αμαρτία και από την καταδίκη να μας λυτρώσει. Ενώ εσύ σιωπάς, αυτή σου συμπαραστέκεται και σε υπερασπίζεται. Μάλλον, ενώ εσύ σιωπάς, μύρια στόματα ευχαριστούν για σένα. Τόσο μεγάλα αγαθά πηγάζουν από την ελεημοσύνη, και μεις αμελούμε και αδιαφορούμε.


Δώσε ψωμί, όσο μπορείς. Δεν έχεις ψωμί; Δώσε τουλάχιστον έναν οβολό. Δεν έχεις οβολό; Δώσε ένα ποτήρι δροσερό νερό. Δεν έχεις ούτε αυτό; Πένθησε μαζί με τον θλιμμένο και θα λάβεις μισθό. Γιατί ο μισθός εξαρτάται από τη προαίρεσή σου και όχι από το τι μπόρεσες να κάμεις.


Αγιος ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2015

Η χάρη της ελεημοσύνης

agios dionysios olympou 18.jpg
Κάποτε που βάδιζα με τον άγιο στην πλατεία της πόλεως, βλέπω δεξιά μου έναν άνθρωπο κάτι να ψιθυρίζει. Τον ακολουθούσαν πολλοί φτωχοί ζητώντας του βοήθεια. Κι εκείνος κάνοντας τάχα ότι τους διώχνει, τους έβαζε στο χέρι την ελεημοσύνη του. Έτσι κρυβόταν από τους ανθρώπους. Μόλις το πρόσεξα, σκούντησα τον όσιο και του είπα για την αρετή του ανθρώπου αυτού. Κι εκείνος μού λέει:
- Στα μάτια του Θεού είναι μέγας. Τον ξέρω, γιατί αρκετές φορές βρεθήκαμε μαζί.
Ύστερα από μερικές ημέρες τον ρώτησα σχετικά με αυτή την αρετή και μου διηγήθηκε ένα παράδοξο θαύμα.
- Ήμουνα τότε, μού είπε, μικρό παιδί, δώδεκα χρονών περίπου, και είχα πάει στην εκκλησία του αποστόλου Θωμά να προσευχηθώ. Βρήκα εκεί ένα γέροντα να διδάσκει το λαό. Μεταξύ άλλων, μίλησε και για την ελεημοσύνη. 
Είπε ότι αυτός που δίνει κάτι στους φτωχούς είναι σαν να το καταθέτει στα χέρια του Κυρίου. Όταν το άκουσα αυτό παραξενεύθηκα και κατέκρινα τον άνθρωπο του Θεού ότι ήταν ψεύτης. Γιατί έλεγα μέσα μου: αφού ο Κύριος είναι στους ουρανούς στα δεξιά του Πατέρα του, πώς θα βρεθεί στη γη, για να πάρει αυτά που δίνουμε στους φτωχούς;
Καθώς όμως βάδιζα και συλλογιζόμουν όσα άκουσα, βλέπω κατά σύμπτωση ένα κουρελιάρη φτωχό που πάνω από το κεφάλι του -τι θαύμα!- στεκόταν η μορφή του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού.
Εκεί που προχωρούσε ο φτωχός τον συνάντησε κάποιος ελεήμων και του έδωσε ένα κομμάτι ψωμί. Μόλις λοιπόν άπλωσε το χέρι του ο φιλόπτωχος εκείνος προς το ζητιάνο, άπλωσε και ο Κύριος το χέρι του από την εικόνα, πήρε το ψωμί και τον ευχαρίστησε. Έπειτα το έδωσε στον φτωχό. Ούτε αυτός όμως ούτε κι ο ελεήμων κατάλαβαν τίποτε.
Θαύμασα και πίστεψα. Από τότε ήξερα ότι όποιος δίνει στους αδελφούς ό,τι έχουν ανάγκη, το βάζει πραγματικά στα χέρια του Χριστού. Αυτή την εικόνα του Χριστού τη βλέπω να στέκεται πάνω απ' όλους τους φτωχούς και γι' αυτό με δέος ασκώ όσο μπορώ, την αρετή της ελεημοσύνης που τόσο ευχαριστεί τον Κύριο.
Νήφων Κωνσταντιανής

xfd.gr


Πέμπτη 19 Ιουνίου 2014

Αληθινή ιστορία: Τί κάνω τώρα Θεέ μου;





Ετούτη είναι μια αληθινή ιστορία, που μας την αφηγήθηκε κάποιος που την έζησε από κοντά.
Ο άντρας και η γυναίκα ήταν πρόσφυγες από την Σμύρνη.
Ο παππούς που μας είπε γι αυτούς, τους γνώρισε στην Αθήνα.
Ήταν μόνοι, κατάμονοι, δίχως συγγενείς όπως οι περισσότεροι από τους ξεσπιτωμένους της Ανατολής. Ούτε παιδιά είχαν.
Δυο απλοί και πονεμένοι άνθρωποι που ποτέ δεν έδειξαν τον πόνο τους. Μόνο την ελπίδα τους στον Κύριο που ξημερώνει τις μέρες έβλεπες και την φτώχεια τους που δεν γινόταν να κρυφτεί.
Σε ένα ημιυπόγειο ο άντρας είχε ένα μικρομάγαζο και πουλούσε ελιές. Πάνω απ' αυτό, ένα τετράγωνο δωμάτιο ήταν η ...οικία τους. Σπίτι να το κάνει ο Θεός: Σε μιαν άκρη τα σιδερένια τρίποδα με τις ξύλινες τάβλες και αυτό ήταν το κρεββάτι, παραδίπλα ένα κουτσό τραπέζι, δύο μπακιρένια κύπελλα για να πίνουν νερό, μια γκαζιέρα, μια καρβουνισμένη κατσαρόλα και λίγα ρούχα σκεπασμένα με ένα σεντόνι.
Το "οίκημα" νοικιασμένο.
Πόσες ελιές θα μπορούσε να πουλήσει ο χριστιανός για να καζαντίσουν;
Έπειτα ήταν και οι φτωχότεροι απ' αυτούς και οι ανήμποροι που δεν έπρεπε να μείνουν νηστικοί....Οι πένητες συνέδραμαν τους φτωχούς και αμφότεροι έλεγαν "δόξα τω Θεώ", γιατί έτσι είναι γραμμένο στις Γραφές και το ζευγάρι ήξερε καλά τα μαθηματικά του Θεού, την αριθμητική των δύο χιτώνων.
Τα χρόνια πέρασαν, το "μαγαζί" έκλεισε, τα χρόνια εκείνα συντάξεις δεν υπήρχαν, οι φτωχούληδες του Θεού άρχισαν να ζητιανεύουν στις γωνίες.
Μετά ούτε αυτό, καθώς γέρασαν πολύ και αρρώστησαν. Αν κάποιος τους έδινε ένα κομμάτι ψωμί έτρωγαν, αν όχι έπεφταν για ύπνο νηστικοί.
"Έχει ο Θεός" έλεγαν και πάλι "έχει ο Θεός" είπαν και όταν τα ταπεινά τους ρούχα έγιναν κουρέλια, όταν τα μπακιρένια κύπελλα πρασίνισαν από την πολυκαιρία, όταν δεν είχαν να πληρώσουν το νοίκι. Αχ αυτό το νοίκι...χρόνια το είχαν απλήρωτο. Φώναζε ο ιδιοκτήτης αλλά μετά "ξεχνούσε" το χαμόσπιτο και αυτοί συνέχιζαν την χαμοζωή τους, μη λείποντας από την εκκλησία και χαμογελώντας με εμπιστοσύνη σε όλες τις εικόνες του ναού.
Τόσοι άγιοι που βασανίστηκαν, ένας Αφέντης που σταυρώθηκε, η Μάνα που κάηκε η καρδιά Της και τούτοι που δεν έπαθαν τίποτε, θα σκιαχτούν;
Σκιάχτηκαν ωστόσο την ημέρα που ο ιδιοκτήτης τους είπε να φύγουν γιατί ήθελε να το γκρεμίσει το σπίτι. Θα έκανε πολυκατοικία.
Να φύγουν και να πάνε πού;
Εδώ αγαπήθηκαν, ευλογήθηκαν, χόρτασαν, πείνασαν, έκλαψαν, ήλπισαν, εδώ ήταν το σβηστό -πια- καντηλάκι τους, έδώ τα κουρέλια τους, εδώ τα σκουριασμένα από την αχρησία κουταλοπήρουνά τους.
Αυτή η πόρτα έκλεινε έξω τις βροχές, τα χιόνια, τους καιρούς και από μέσα ζούσαν το εύκρατον της δωρισμένης ελπίδας.
Τώρα;
"Τί να κάνω τώρα Θεέ μου ;" ύψωσε τα χέρια προς το ταβάνι με τους ξεχαρβαλωμένους τσατμάδες, ο γέρος.
Την άλλη μέρα ήρθε ο δικαστικός κλητήρας, με τα χαρτιά της έξωσης.
-"Πρέπει να φύγετε".
-"Πού να πάμε ;"
Ο άνθρωπος κοίταξε ένα γύρω το αχούρι, που υποδυόταν το σπίτι.....Κοίταξε και τους σκελετωμένους γέρους.
"Έχω ένα δωμάτιο που περισσεύει" είπε σιγανά.
"Δεν έχουμε λεφτά" είπε ντροπαλά ο γέρος.
"Πάμε" είπε ο κλητήρας και καθώς δεν είχαν και τίποτε να μετακομίσουν, έφυγαν αμέσως.
Τους πήρε με το αυτοκίνητο, τους πήγε στο δικό του σπίτι, η γυναίκα του τους έπλυνε, τους έντυσε, τους τάισε, παιδιά δεν είχαν και τούτοι, το δωμάτιο ήταν φωτεινό, καθαρό, με κουρτίνες που τους άρεσε να τις πάνε πέρα δώθε (καθώς στο χαμόσπιτο δεν είχαν κουρτίνες...).
Έπεσαν στα πατώματα οι γέροι να ευχαριστούν, να κλαίνε, να ευλογούν, να εύχονται, να δοξάζουν.
"Θα έχουμε κι μεις συντροφιά" είπε η γυναίκα του κλητήρα. Αυτό μόνον....
Τώρα πια οι γέροι έπρεπε να συνηθίσουν την μυρωδιά του φρέσκου ψωμιού που έρχεται ζεστό από τον φούρνο, το πώς ευωδιάζει το φαγητό που βράζει καθώς και το πώς απαντάει ο Χριστός στους δικούς Του, όταν Τον ρωτάνε "Τί να κάνω τώρα Θεέ μου ;"
 
Αναδημοσίευση από: Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου Έγκωμης


πηγή

Σάββατο 17 Μαΐου 2014

Σκόρπισε,λοιπόν,για να μη ζημιωθείς

399044-as.jpg
Όταν είπε· «Κάνετε φίλους για τον εαυτό σας», δε σταμάτησε μέχρις εδώ, αλλά πρόσθεσε· «από τον άδικο μαμμωνά» (Λουκ. 16,9), για να είναι δικό σου το κατόρθωμα. Και εδώ δεν εννοεί τίποτε άλλο, παρά την ελεημοσύνη.

Το περίεργο είναι ότι δεν ομιλεί καθαρά για την περίπτωση, που δεν θα αδικήσουμε. Διότι λέει περίπου τα εξής: Απέκτησες άδικα κέρδη; Ξόδεψέ τα καλά. Συγκέντρωσες χρήματα από αδικίες; Σκόρπισέ τα δίκαια.
Τί αρετή, όμως, είναι αυτή, να δίνεις από τα άδικα κέρδη; Ο Θεός, που είναι φιλάνθρωπος, φθάνει και σε αυτό το σημείο της επιεικείας ακόμη. Κι αν κάνουμε έτσι, μας υπόσχεται πολλά αγαθά. Αλλ' εμείς έχουμε σκληρυνθεί τόσο πολύ, ώστε να μην ελεούμε, ούτε και από τα άδικα κέρδη μας, αλλά ενώ αρπάζουμε πάρα πολλά, νομίζουμε ότι τα ξοφλήσαμε όλα, αν δώσουμε ένα μικρό μέρος.
Δεν άκουσες τον Παύλο, που λέει· «Αυτός που σπέρνει με φειδώ, με φειδώ και θα θερίσει;» (Β΄ Κορ. 9,6). Γιατί, λοιπόν, λυπάσαι να δώσεις; Μήπως είναι έξοδο; Μήπως είναι δαπάνη; Εισόδημα είναι και κερδοσκοπική ενέργεια. Και όπου έχουμε κερδοσκοπικές ενέργειες, εκεί έχουμε και περισσεύματα. Όπου έχουμε σπορά, εκεί έχουμε και συγκομιδή.
Εσύ, αν πρόκειται να σπείρεις γόνιμο και παχύ χωράφι, που μπορεί να φιλοξενήσει πολύ σπόρο, θα διέθετες όσα είχες και θα δανειζόσουν και από άλλους, γιατί θα έκρινες σαν ζημία στη περίπτωση αυτή την οικονομία. Όταν, όμως, πρόκειται να σπείρεις τον ουρανό, που δεν επηρεάζεται από τις ανώμαλες καιρικές συνθήκες, και που είναι σίγουρο ότι θα σου επιστρέψει πολύ περισσότερα από όσα θα σπείρεις, διστάζεις και οπισθοχωρείς και δε σκέπτεσαι ότι μπορεί να ζημιωθείς με την οικονομία και να κερδίσεις με τη σπατάλη!

Σκόρπισε, λοιπόν, για να μη ζημιωθείς. Μη κάνεις οικονομία, για να κάνεις οικονομία. Δώσε, για να κρατήσεις. Ξόδεψε, για να κερδίσεις. Και αν χρειαστείς να τα φυλάξεις, μη τα φυλάξεις εσύ. Διότι θα τα χάσεις, οπωσδήποτε. Να τα εμπιστευθείς στο Θεό. Διότι από εκείνον δεν θα τα κλέψει κανένας. Μη τα διαχειρίζεσαι εσύ. Διότι δε γνωρίζεις να κερδίζεις.

Δάνεισέ τα σ' εκείνον, που δίνει τόκο μεγαλύτερο από το κεφάλαιο. Δάνεισέ τα εκεί, που δεν υπάρχει φθόνος, ούτε κατηγορία, ούτε σκευωρία, ούτε φόβος. Δάνεισέ τα σ' εκείνον, που δεν τα χρειάζεται και θα τα χρησιμοποιήσει για σένα. Σ' εκείνον, που τρέφει όλους και πεινά, για να μην πεινάσεις εσύ. Σ' εκείνον που ζητιανεύει, για να πλουτίσεις εσύ. Δάνεισέ τα σ' εκείνον, από όπου δεν μπορεί να οδηγηθείς στο θάνατο, αλλά θα κερδίσεις τη ζωή, αντί για το θάνατο. Διότι, οι τόκοι αυτών των χρημάτων, θα σου χαρίσουν τη βασιλεία των ουρανών, ενώ οι άλλοι θα έχουν ως αποτέλεσμα την αιώνια κόλαση. Οι δεύτεροι είναι αποτέλεσμα φιλαργυρίας, οι πρώτοι σωστής εκτιμήσεως των πραγμάτων. Οι δεύτεροι απανθρωπιάς, οι πρώτοι φιλανθρωπίας.

Ποιά δικαιολογία θα έχουμε, λοιπόν, αν αγωνιζόμαστε για εκείνα τα ανήθικα και τιποτένια και πρόσκαιρα και αίτια μεγάλης πυρκαγιάς για τον εαυτό μας, ενώ μπορούμε να κερδίσουμε περισσότερα και χωρίς κινδύνους και στον κατάλληλο καιρό και με πολλή ελευθερία και χωρίς επικρίσεις και φόβους και κινδύνους;


Αγ.Ιωάννης Χρυσόστομος

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2014

Τίποτε δέν εἶναι τόσο δυνατό στό νά σβήνει τή φωτιά τῶν ἁμαρτημάτων, ὅσο η ελεημοσύνη





“Παρ’ ὅλο πού ἡ παρθενία, ἡ νηστεία καί τό νά κοιμᾶται κανείς στό χῶμα ἔχουν πιό δύσκολο κόπο ἀπό τήν ἐλεημοσύνη, ὅμως τίποτε δέν εἶναι τόσο δυνατό στό νά σβήνει τή φωτιά τῶν ἁμαρτημάτων, ὅσο αὐτή. Αὐτή εἶναι ἀνώτερη ἀπ’ ὅλα, στήνει τούς ἐραστές της κοντά στόν ἴδιο τό βασιλιᾶ. Καί πολύ σωστά. Γιατί ἡ παρθενία, ἡ νηστεία καί τό νά κοιμᾶται κανείς στό χῶμα σταματάει μόνο γύρω ἀπ’ αὐτόν πού τήν ἀσκεῖ καί δέν σώνει κανέναν ἄλλο, ἡ ἐλεημοσύνη ὅμως ἁπλώνεται σέ ὅλους καί ἀγκαλιάζει τά μέλη τοῦ Χριστοῦ. Ἄλλωστε τά κατορθώματα ἐκεῖνα πού ἁπλώνονται σέ πολλούς εἶναι πολύ μεγαλύτερα ἀπ’ αὐτά πού σταματοῦν γύρω ἀπό ἕναν.
Ἡ ἐλεημοσύνη εἶναι ἡ μητέρα τῆς ἀγάπης, τῆς ἀγάπης πού χαρακτηρίζει τό χριστιανισμό, πού εἶναι μεγαλύτερη ἀπ’ ὅλα τά θαύματα, μέ τά ὁποῖα φαίνονται οἱ μαθηταί τοῦ Χριστοῦ. Αὐτή εἶναι φάρμακο γιά τά δικά μας ἁμαρτήματα, σαπούνι γιά τήν ἀκαθαρσία τῆς ψυχῆς μας, σκάλα στηριγμένη στόν οὐρανό, αὐτή συνδέει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Θέλετε νά μάθετε πόσο μεγάλο ἀγαθό εἶναι αὐτή; Στήν ἐποχή τῶν ἀποστόλων ὅλοι πουλοῦσαν τά ὑπάρχοντά τους καί ἔφερναν σ’ αὐτούς τά χρήματα, τά ὁποῖα καί μοιράζονταν... “Ὅλοι εἶχαν μιά καρδιά καί μιά ψυχή” καί ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ ἦταν ἐπάνω σέ ὅλους αὐτούς καί ζοῦσαν μέ πολύ ὄφελος.”
“Γιατί βέβαια αὐτό κυρίως σημαίνει νά περιφρονεῖς τά χρήματα, αὐτό σημαίνει νά θρέψεις ἀληθινά τό Χριστό, ὅταν δέν τό κάνεις αὐτό μέ ἀλαζονεία καί ἐγωϊσμό, ὅταν δίνεις σάν νά εὐεργετεῖς τόν ἑαυτό σου περισσότερο παρά ἐκεῖνον πού τά παίρνει. Γιατί ἄν θεωρεῖς ὅτι δίνεις μᾶλλον παρά παίρνεις, μή δίνεις.
Γι’ αὐτό θαυμάζουμε καί τόν Ἀβραάμ, ὄχι μόνον γιατί θυσίασε μοσχάρι οὔτε γιατί ζύμωσε ἀλεύρι, ἀλλά γιατί μέ πολλή εὐχαρίστηση καί ταπεινοφροσύνη ὑποδεχόταν τούς ξένους, τρέχοντας κοντά του, ἐξυπηρετώντας τους, ἀποκαλώντας τους κυρίους, νομίζοντας πώς βρῆκε θησαυρό ἀπείρων ἀγαθῶν, ἄν κάποτε ἔβλεπε νά πλησιάζει ξένος. Ἔτσι λοιπόν γίνεται διπλή ἡ ἐλεημοσύνη, ὅταν καί δίνουμε καί δίνοντας τά προσφέρουμε μέ προθυμία. Γιατί λέγει “Ἱλαρόν γάρ δότην ἀγαπᾶ ὁ Θεός”. Γιατί καί ἄν ἀκόμη ἄπειρα τάλαντα προσφέρεις μέ ἀλαζονείς καί ἐγωϊσμό καί ματαιοδοξία, ἔχασες τά πάντα, ὅπως ἀκριβῶς ἐκεῖνος ὁ Φαρισαῖος πού πρόσφερε τό ἕνα δέκατο ἀπό τά ὑπάρχοντά του, ἐπειδή ὑπερηφανευόταν καί φούσκωνε ἀπό ὑπερηφάνεια γι’ αὐτό, ἀφοῦ τά ἔχασε ὅλα, ἔτσι κατέβηκε ἀπό τό ναό.”

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Σάββατο 15 Μαρτίου 2014

O Θεός δεν πρόκειται να αφήσει τέτοια ελεημοσύνη δίχως μετάνοια


lonelyness.jpg





«Θέλω να σας μιλήσω πάτερ για κάτι σοβαρό».
Η κοπέλα στεκόταν στην είσοδο του ιερατικού γραφείου, περιμένοντας την άδεια για να προχωρήσει. Δεν είχε παρουσιαστικό «θρησκευόμενου» ανθρώπου. Φορούσε κολλητό παντελόνι και ήταν βαμμένη έντονα.
Ο ηλικιωμένος ιερέας την κοίταξε με καλοσύνη. «Παρακαλώ. Ό,τι θέλετε!».
Η κοπέλα προχώρησε και κάθισε μπροστά στο γραφείο του ιερέα.
«Θέλω τη συμβουλή σας», είπε κοφτά και με αποφασιστικότητα. «Η μητέρα μου είναι στα τελευταία της. Έζησε μεγάλο μέρος της ζωή της δουλεύοντας τη νύχτα σε άσχημα μέρη ... Ξέρω ... Ίσως να σας σκανδαλίζω λίγο ...». Δίστασε κοιτάζοντας τον ιερέα εξεταστικά αλλά με ειλικρίνεια στα μάτια της.
«Παρακαλώ, συνεχίστε».
«Η μητέρα μου με τα χρήματα που κέρδιζε κατάφερε να μεγαλώσει εμένα και τον αδερφό μου χωρίς να χρειαστεί να μας δώσει σε ξένα χέρια. Πατέρα δε γνωρίσαμε ...
Αλλά δε μεγάλωσε μονάχα εμάς. Τα μισά της χρήματα και παραπάνω τα έδινε πάντα σε ελεημοσύνες. Πολλά παιδιά μεγάλωσαν χάρη σ' αυτή. Κάποια μάλιστα σπούδασαν κιόλας χάρη στη μητέρα μου. Σε όλη της τη ζωή, η ελεημοσύνη ήταν πρώτιστο καθήκον ... Τώρα πεθαίνει. Με δυσκολία επικοινωνεί. Θα ήθελα να εξομολογηθεί και να κοινωνήσει αλλά δεν ξέρω πώς να της το πω ... Καταλαβαίνετε ... δεν είχε ποτέ ιδιαίτερη σχέση με την Εκκλησία ... Δεν ήταν τελείως αδιάφορη αλλά ... καταλαβαίνετε ...».
Ο ιερέας είχε το βλέμμα χαμηλωμένο και άκουγε με κατανόηση.
«Μη στενοχωριέστε», της είπε. «Κάνατε αυτό που έπρεπε. Τώρα θα κάνουμε και οι δυο προσευχή για τη μητέρα σας. Κι ο Θεός θα δείξει τον τρόπο. Πάντως όπως και να 'χει, να θυμάστε ότι ο Θεός δεν πρόκειται να αφήσει τέτοια ελεημοσύνη δίχως μετάνοια ...».
Πέρασαν μέρες. Ο Ιερέας δεν είχε κανένα νέο από εκείνη την κοπέλα. Κι έξαφνα ένα πρωί είδε την αναγγελία θανάτου της μητέρας κολλημένη σε μια κολώνα, Πήρε απόφαση και πήγε στην κηδεία.
Στο τέλος της ακολουθίας τον πλησίασε η κοπέλα. Τον χαιρέτησε ευγενικά και τον ευχαρίστησε που ήρθε να τους συλλυπηθεί. Ήταν πολύ καταβεβλημένη.
«Στενοχωριέμαι πολύ για την ψυχή της μητέρας μου, πάτερ», του είπε.
«Να μη στενοχωριέστε. Σας είπα: αφού η μητέρα σας έδειξε στη ζωή της τέτοια ελεημοσύνη, ο Θεός αποκλείεται να την άφησε χωρίς μετάνοια και συγχώρηση. Αυτό μονάχα μπορώ να σας πω εγώ. Τα υπόλοιπα τα ξέρει μονάχα Εκείνος ...».
Τους πλησίασε ένας νεαρός.
«Πάτερ, να σας γνωρίσω τον αδερφό μου». Ακολούθησαν συστάσεις. «Ο πάτερ από δω είναι στην αγία Φωτεινή ... ξέρεις ... λίγο πιο πάνω από το σπίτι της μαμάς ...», είπε στον αδερφό. «Πάντως, πάτερ, δε σας το κρύβω πως λυπάμαι που έφυγε έτσι», ξαναστράφηκε στον ιερέα. «Ίσως έπρεπε να ήμαστε πιο επίμονοι. Δεν ξέρω ... καταλαβαίνω τι μου λέτε αλλά δεν έχω τόση πίστη για να παρηγορηθώ από αυτό ...».
«Τι συνέβη;», παρενέβη ο αδερφός.
«Να, είχα πάει πριν αρκετές μέρες στον πάτερ να του ζητήσω να έρθει να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τη μαμά αλλά διστάσαμε κάπως ... δεν ξέραμε πώς θα το πάρει εκείνη ... και να που τώρα δεν προλάβαμε ...».
Ο αδερφός έδειξε να ξαφνιάζεται. Χαμογέλασε και είπε:
«Μη στενοχωριέσαι, προλάβαμε ... Προχθές τo βράδυ που έλειπες, η μαμά σαν να ξύπνησε αίφνης από το λήθαργό της, γύρισε προς το μέρος μου και -λες και δεν ήταν άρρωστη- μου είπε: «Πήγαινε γρήγορα στον άγιο Δημήτριο και φέρε εδώ τον παπά» ... Αρχικώς απόρησα. Δεν ήθελα να της χαλάσω το χατήρι αλλά δεν περίμενα και να βρω κανέναν εκείνη την ώρα στην Εκκλησία ... Εντούτοις ο παπάς ήταν εκεί. Του εξήγησα και ήρθε χωρίς καθυστέρηση ... Πού να φανταστώ ότι εσύ είχες έρθει σε επικοινωνία με τον ιερέα της αγίας Φωτεινής ... Συγγνώμη που δε σου είπα τίποτα αλλά με την κηδεία και τις μέριμνες το παρέλειψα ... ή μάλλον για να είμαι ειλικρινής, δεν ήξερα πώς θα το πάρεις κιόλας ... Δε μου είχες πει ότι θα πας σε παπά ... Πάντως κοινώνησε ...».

Ο ιερέας χαμογέλασε. Τους χαιρέτησε ευγενικά και αποχώρησε. «Δεν αφήνει ο Θεός την ελεημοσύνη ασυνόδευτη από μετάνοια», έλεγε και ξανάλεγε μέσα του με συγκίνηση ...
Απόσπασμα από το Μικρό Γεροντικό Πόλεων «Όσο μπορείς», του Βασίλη Αργυριάδη

πηγή



Τετάρτη 5 Μαρτίου 2014

Ελεημοσύνη...αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα...

 167604_1767523234375_1796076_n.jpg

"Παρ' όλο που η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα έχουν πιο δύσκολο κόπο από την ελεημοσύνη, όμως τίποτε δεν είναι τόσο δυνατό στο να σβήνει τη φωτιά των αμαρτημάτων, όσο αυτή. Αυτή είναι ανώτερη απ' όλα, στήνει τους εραστές της κοντά στον ίδιο το βασιλιά. Και πολύ σωστά. Γιατί η παρθενία, η νηστεία και το να κοιμάται κανείς στο χώμα σταματάει μόνο γύρω απ' αυτόν που την ασκεί και δεν σώνει κανέναν άλλο, η ελεημοσύνη όμως απλώνεται σε όλους και αγκαλιάζει τα μέλη του Χριστού. Άλλωστε τα κατορθώματα εκείνα που απλώνονται σε πολλούς είναι πολύ μεγαλύτερα απ' αυτά που σταματούν γύρω από έναν.
Η ελεημοσύνη είναι η μητέρα της αγάπης, της αγάπης που χαρακτηρίζει το χριστιανισμό, που είναι μεγαλύτερη απ' όλα τα θαύματα, με τα οποία φαίνονται οι μαθηταί του Χριστού. Αυτή είναι φάρμακο για τα δικά μας αμαρτήματα, σαπούνι για την ακαθαρσία της ψυχής μας, σκάλα στηριγμένη στον ουρανό, αυτή συνδέει το σώμα του Χριστού. Θέλετε να μάθετε πόσο μεγάλο αγαθό είναι αυτή; Στην εποχή των αποστόλων όλοι πουλούσαν τα υπάρχοντά τους και έφερναν σ' αυτούς τα χρήματα, τα οποία και μοιράζονταν... "Όλοι είχαν μια καρδιά και μια ψυχή" και η χάρη του Θεού ήταν επάνω σε όλους αυτούς και ζούσαν με πολύ όφελος."
"Γιατί βέβαια αυτό κυρίως σημαίνει να περιφρονείς τα χρήματα, αυτό σημαίνει να θρέψεις αληθινά το Χριστό, όταν δεν το κάνεις αυτό με αλαζονεία και εγωϊσμό, όταν δίνεις σαν να ευεργετείς τον εαυτό σου περισσότερο παρά εκείνον που τα παίρνει. Γιατί αν θεωρείς ότι δίνεις μάλλον παρά παίρνεις, μη δίνεις.

Γι' αυτό θαυμάζουμε και τον Αβραάμ, όχι μόνον γιατί θυσίασε μοσχάρι ούτε γιατί ζύμωσε αλεύρι, αλλά γιατί με πολλή ευχαρίστηση και ταπεινοφροσύνη υποδεχόταν τους ξένους, τρέχοντας κοντά του, εξυπηρετώντας τους, αποκαλώντας τους κυρίους, νομίζοντας πως βρήκε θησαυρό απείρων αγαθών, αν κάποτε έβλεπε να πλησιάζει ξένος.

Έτσι λοιπόν γίνεται διπλή η ελεημοσύνη, όταν και δίνουμε και δίνοντας τα προσφέρουμε με προθυμία. Γιατί λέγει "Ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο Θεός". Γιατί και αν ακόμη άπειρα τάλαντα προσφέρεις με αλαζονείς και εγωϊσμό και ματαιοδοξία, έχασες τα πάντα, όπως ακριβώς εκείνος ο Φαρισαίος που πρόσφερε το ένα δέκατο από τα υπάρχοντά του, επειδή υπερηφανευόταν και φούσκωνε από υπερηφάνεια γι' αυτό, αφού τα έχασε όλα, έτσι κατέβηκε από το ναό."

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τρίτη 18 Οκτωβρίου 2011

Ό Θεός είναι εύσπλαγχνος. Ναι. Μά είναι καί δίκαιος..Αγίου Κοσμά του Αιτωλού.

2kosmas01.jpg
Ακουσε, παιδί μου, να σου ειπώ. Ή τελεία αγάπη είναι να πούλησης όλα σου τά πράματα, νά τά δώσης ελεημοσύνη καί νά πηγαίνης καί εσύ νά εύρης κανένα αύθεντη νά πουληθής σκλάβος. Καί όσα πάρης, νά τά δώσης. Νά μη κράτησης ένα άσπρο. Ή μπορείς να το κάμης αυτό να γένης τέλειος; Βαρύ σου φαίνεται ...;

Δέν ημπορείς να το κάμης αυτό; Κάμε άλλο: Μη πουληθής εσύ σκλάβος. Μόνο πούλησε τα πράματά σου. Δώσε τα όλα ελεημοσύνη. Το κάμνεις; Ακόμη βαρύ σού φαίνεται και αυτό.

Ας έλθωμε παρακάτω. Δεν ημπορείς να δώσης όλα σου τα πράγματα. Δώσε τα μισά. Δώσε από τα τρία ένα. Δώσε από τα πέντε ένα. Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.

Κάμε άλλο. Δώσε από τα δέκα ένα. Τό κάμνεις; Ακόμη βαρύ σου φαίνεται.

Κάμε άλλο. Μη κάμης ελεημοσύνη. Μη πουληθής σκλάβος. Άς έλθωμε παρακάτω: Μη πάρης τό ψωμί του άδελφού σου, μη πάρης τό έξωφόρι του. Μη τόν κατατρέχεις. ΜΗ ΤΟΝ ΤΡΩΣ ΜΕ ΤΗΝ ΓΛΩΣΣΑ ΣΟΥ. Μήτε καί αυτό τό κάμνεις;

Ας έλθωμε παρακάτου. Κάμε άλλο: Τόν εύρήκες τόν αδελφό σου μέσα είς την λάσπην καί δέν θέλεις νά τόν έβγάλης. Καλά. Δέν θέλεις νά του κάμης καλό. Μη του κάμης κακό. 'Αφησέ τονε.

Πώς θέλομεν νά σωθούμεν, αδελφοί μου, τo ένα μας φαίνεται βαρύ, το άλλο βαρύ. Που να πάμε παρακάτου. Δέν έχομε νά κατεβούμεν.
Ό Θεός είναι εύσπλαγχνος. Ναι.
Μά είναι καί δίκαιος. Έχει καί ράβδον σιδηράν. Λοιπόν άν θέλωμεν νά σωθούμεν πρέπει νά έχωμεν την άγάπην εις τόν Θεόν καί είς τους αδελφούς μας».


Αγίου Κοσμά του Αιτωλού