Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

῾Η μνημόνευση τῶν ὀνομάτων στήν Προσκομιδή. ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ Γέροντος Ἰακώβου

 

gerontas-iakobos
–Τά σα­ραν­τα­λε­ί­τουρ­γα παι­διά μου ἔ­χου­νε με­γά­λη ἀ­ξί­α γιά τίς ψυ­χές τῶν ἀν­θρώ­πων. Γιά το­ύς ζῶν­τες καί το­ύς τε­θνε­ῶ­τας.
Ἄν εἴ­χα­τε ἀ­κο­ύ­σει, πρό ἐ­τῶν, ἕ­να κα­ρά­βι πού βυ­θί­στη­κε ἐ­δῶ στήν Κρή­τη τό »Ἡράκλειο»…
Λοι­πόν, μί­α γυ­ναῖ­κα μέ πῆ­ρε. Πῆ­ρε τη­λέ­φω­νο, καί λέ­ει:
-Πάτερ, οἱ συγ­γε­νεῖς μας πνί­γη­καν στό κα­ρά­βι.
– Τήν ρώτησα: Δέν θά κά­νης μνη­μό­συ­νο στόν ἄν­δρα σου, στούς συγ­γε­νεῖς σας;
– Μπά… δέν χρει­ά­ζον­ται τά μνη­μό­συ­να, λέ­ει. Ἐ­γώ ἔ­δω­σα 5.000 στό Ὀρ­φα­νο­τρο­φεῖ­ο τῆς Χαλ­κί­δος. Τό ἴ­διο εἶ­ναι. Πάτερ μου, ἐ­σύ τί λές γι᾿ αὐ­τό;
– Λέω, ἄ­κου­σε παι­δί μου νά σοῦ πῶ, ἐ­φό­σον μέ ρω­τᾶ­τε. Ἄλ­λο, παι­δί μου, ἡ προ­σευ­χή και ἄλ­λο ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη. Ἄλ­λο, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, ἡ προ­σευ­χή πού κά­νου­με μέ τό μνη­μό­συ­νο. Δι­ό­τι, ἔ­τσι τά βρή­κα­με. Ἔ­τσι εἶ­ναι. Καί ἀ­πό το­ύς Ἀ­πο­στο­λι­κο­ύς χρό­νους, ἀλ­λά, καί ἀ­πό τίς ἡ­μέ­ρες πού ἦ­ταν ὁ Μωϋσῆς, ὁ Προ­φή­της τῆς Π. Δι­α­θή­κης. Ὅ­ταν ἀ­πέ­θα­νε, λέ­ει, δί­ναν ἐ­λε­η­μο­σύ­νες καί κἄ­ναν μνη­μό­συ­να… καί αὐ­τά δί­ναν τό­τε. Γιά τήν ψυ­χή τοῦ Μω­ϋ­σῆ καί το­ύς Ἁ­γί­ους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας. Αὐ­τά παι­διά μου, εἶ­ναι ἐξ ἀ­μνη­μο­νε­ύ­των χρό­νων. Εἶ­ναι αἰ­ῶ­νες ὁ­λό­κλη­ροι, δεν μπο­ρεῖ κά­ποι­ος να κόψη αὐ­τά τά πράγ­μα­τα.
Γι᾿ αὐ­τό τῆς εἶ­πα καί ᾿γώ ἔ­τσι. Καί ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη πι­ά­νει τήν ψυ­χή τοῦ ἀν­θρώ­που. Ἀλ­λά, ἄλ­λο τό μνη­μό­συ­νο, ἡ προ­σευ­χή. Δι­ό­τι βγά­ζουν με­ρί­δα στήν Ἁ­γί­α Πρό­θε­ση καί τίς με­ρί­δες αὐ­τές τίς μεταφέρουν Ἄγγελοι στόν οὐρανό.
– Ἐμεῖς ἐδῶ ση­κω­νό­μα­στε τή νύ­χτα γιά νά μνη­μο­νε­ύ­σου­με αὐ­τά τά ὀ­νό­μα­τα. Ἔχου­με χι­λι­ά­δες ὀ­νό­μα­τα, πε­ρί­που 20-30 χι­λι­ά­δες ὀ­νό­μα­τα. Εἶ­ναι εὐ­ερ­γέ­ται τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ πρίν 38 χρό­νια πού ἦρ­θα στό Μο­να­στή­ρι. Ἄλ­λος μέ ἔ­δω­σε αὐ­τό τό πο­τη­ρά­κι, ἄλ­λος αὐ­τό τό φλυ­τζα­νά­κι, αὐ­τό τό νάϋλον, ἄλ­λος τή λάμ­πα, ἄλ­λος μία εἰ­κο­νί­τσα, ἄλ­λος ἕ­να κα­δρά­κι, ἄλ­λος ἐ­κεῖ­νον τόν μπου­φέ, ἄλ­λος ἕ­να ρο­λό­ϊ, καί ἔ­χω τά ὀ­νό­μα­τά τους ἀ­πό τό 1952 πού χει­ρο­το­νή­θη­κα ἱ­ε­ρέ­ας τοῦ Ὑ­ψί­στου καί τά μνη­μο­νε­ύ­ω. Αὐ­τοί φύ­γαν ἀπ᾿ τή ζωή, οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι.
Τά σα­ραν­τα­λε­ί­τουρ­γα παι­διά μου βοηθοῦν πολύ. Ἔχει με­γά­λη ἀ­ξί­α ἡ με­ρί­δα πού μοι­ρά­ζει ὁ ἱ­ε­ρέ­ας καί δι­α­βά­ζου­με αὐ­τά τά ὀ­νό­μα­τα. Τά πα­ίρ­νει κά­θε πρωΐ Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου, δι­ό­τι τήν ὥ­ρα πού ἀρ­χί­ζει ἡ προ­σκο­μι­δή κα­τε­βα­ί­νουν Ἄγ­γε­λοι Κυ­ρί­ου. Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος ἔ­βλε­πε τήν ὥρα πού ἄρ­χι­ζε ἡ προ­σκο­μι­δή, ἀπ᾿ τή σκε­πή ἀ­πά­νω τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, νά πε­τᾶ­νε λευ­κο­φό­ρα παλ­λη­κά­ρια, Ἄγ­γε­λοι Κυ­ρί­ου. Καί σέ κά­θε Χρι­στια­νό στε­κό­ταν Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου, ὁ φύ­λα­κας τοῦ ἀν­θρώ­που, τῆς ζω­ῆς του. Καί μέ­σα τό Ἱ­ε­ρό γε­μᾶ­το Ἄγ­γε­λοι καί ἔ­παιρ­ναν τήν ἀ­να­φο­ρά αὐ­τή, τήν πᾶ­νε στόν θρό­νο τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­τσι παι­διά μου εἶ­ναι αὐ­τά, για­τί <ἐν τῷ Ἅ­δη οὐκ ἔ­στι με­τά­­νοια>, τά ᾿λε­γε ἕ­νας Πα­τρι­άρ­χης.
Πρέ­πει νά εἴ­μα­στε ὅ­λοι ἅ­γιοι, ἔ­λα ὅ­μως πού εἴ­μα­στε καί ἄν­θρω­ποι. Ἐ­μεῖς ἔ­χου­με ἀ­νάγ­κη ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, δι­ό­τι ὁ ἱ­ε­ρέ­ας εἶ­ναι ἀ­νώ­τε­ρος καί ἀ­πό τόν Βα­σι­λέ­α.

(Ἀπομαγνητοφωνημένη συζήτηση)

Επιμέλεια. ΡΩΜΝΙΟΣ
fdathanasiou.wordpress.com

Πλούσιοι και φτωχοί στην πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων

1958091_1479929258901200_2036905247_n.jpg
Ήταν τόση η προθυμία με την οποία έδιναν (οσοι είχαν περιουσίες), ώστε δεν υπήρχε ούτε ένας φτωχός (στην πρώτη χριστιανική κοινότητα των Ιεροσολύμων).
Δεν έδιναν δηλ. μέρος από την περιουσία τους, κρατώντας την υπόλοιπη για τον εαυτό τους, αλλά με το αίσθημα πως ήταν δικά τους τα δώριζαν. Την ανωμαλία της άνισης κατανομής αγαθών την είχαν εξαφανίσει από ανάμεσά τους και ζούσαν με μεγάλη αφθονία αγαθών. Ούτε τολμούσαν δηλ. να δίνουν οι ίδιοι απ' ευθείας στα χέρια των φτωχών ούτε  αισθανόταν περήφανοι που έδιναν, αλλά μπροστά στα πόδια (των Αποστόλων) έφερναν (τα χρήματα από την πώληση των περιουσιών τους) κι αυτούς άφηναν να διαχειριστούν, ώστε η κατανάλωση να γίνεται από αγαθά που ανήκαν πια σε ολόκληρη την κοινότητα και όχι από δικά τους.
Αυτός ο τρόπος ,εκτός των άλλων, τους βοηθούσε και στο να μην υπερηφανεύονται. Αν και σήμερα γινόταν το ίδιο θα ζούσαμε πιο ευτυχισμένοι και οι πλούσιοι και οι φτωχοί. Μάλιστα όχι τόσο στους φτωχούς, όσο στους πλούσιους θα έφερνε τούτο τη χαρά και την ευτυχία.

Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

-->-->-->

Ὁ δάσκαλος ὅμως δέ διδάσκει μόνο μέ λόγια, ἀλλά καί μέ ἔργα, γιατί αὐτή εἶναι ἡ ἄριστη διδασκαλία τοῦ δασκάλου.



 
“Ὁ δάσκαλος ὅμως δέ διδάσκει μόνο μέ λόγια, ἀλλά καί μέ ἔργα, γιατί αὐτή εἶναι ἡ ἄριστη διδασκαλία τοῦ δασκάλου. Γιατί καί ὁ κυβερνήτης, ὅταν βάζει δίπλα του τό μαθητή, τοῦ δείχνει βέβαια πώς νά κρατάει τό τιμόνι, ἀλλά προσθέτει καί λόγια στήν πράξη, καί δέ λέγει μόνο, οὔτε ἐργάζεται μόνο. Τό ἴδιο καί ὁ οἰκοδόμος, ἀφοῦ τοποθετήσει δίπλα του ἐκεῖνον πού θέλει νά μάθει πῶς χτίζεται ὁ τοῖχος, τοῦ δείχνει βέβαια μέ τήν πράξη, τοῦ δείχνει ὅμως καί μέ λόγια. Τό ἴδιο κάνει καί ὁ ὑφαντής καί κεντητής καί χρυσοχόος καί χαλκουργός, καί κάθε τέχνη ἔχει τό δάσκαλό της καί μέ λόγια καί μέ ἔργα. Ἐπειδή λοιπόν καί ὁ Χριστός ἦρθε νά μᾶς διδάξει κάθε ἀρετή, γι’ αὐτό καί λέγει νά κάνουμε καί τά κάμνει ὁ ἴδιος. Γιατί λέγει “ὅποιος ἔκαμε καί δίδαξε, αὐτός θά ὀνομασθεῖ μεγάλος στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν” (Ματθ. ε΄ 19).
Πρόσεχε ὅμως, πρόσταξε νά εἴμαστε ταπεινόφρονες καί πρᾶοι καί τά δίδαξε αὐτά μέ τά λόγια, Βλέπε πῶς τά διδάσκει αὐτά καί μέ τίς πράξεις. Γιατί λέγοντας, “μακάριοι εἶναι οἱ ταπεινόφρονες, μακάριοι οἱ πρᾶοι” (Ματθ. ε΄ 3-5), δείχνει πῶς πρέπει νά κατορθώνουμε αὐτά. Πῶς λοιπόν δίδαξε; Πῆρε μιά ποδιά καί ζώσθηκε μ’ αὐτή, καί ἔπλυνε τά πόδια τῶν μαθητῶν του (Ἰωάν. ιγ΄ 4-5). Τί εἶναι ἴσο μέ τήν ταπεινοφροσύνη αὐτή; Γιατί δέν τή διδάσκει πιά μόνο μέ τά λόγια, ἀλλά καί μέ τά ἔργα. Ἐπίσης τήν πραότητα καί τήν ἀνεξικακία τά διδάσκει μέ τά ἔργα. Πῶς; Δέχθηκε ράπισμα ἀπό τό δοῦλο τοῦ ἀρχιερέα καί λέγει “ἄν εἶπα κάτι κακό, πές ποιό ἦταν αὐτό, ἄν ὅμως μίλησα συνετά, γιατί μέ δέρνεις;” (Ἰωάν. ιη΄ 23). Πρόσταξε νά προσευχόμαστε γιά τούς ἐχθρούς μας. Καί αὐτό πάλι τό διδάσκει μέ τά ἔργα, γιατί ὅταν ἀνέβηκε πάνω στό σταυρό λέγει “Πατέρα, συγχώρησέ τους, γιατί δέν ξέρουν τί κάνουν” (Λουκ. κγ΄ 34). Ὅπως λοιπόν ἔδωσε ἐντολή νά προσευχόμαστε, ἔτσι καί ὁ ἴδιος προσεύχεται, γιά νά διδάξει ἐσένα νά προσεύχεσαι, γιατί καί ὁ ἴδιος δέν παύει νά συγχωρεῖ.
Ἐπίσης διέταξε νά εὐεργετοῦμε ὅσους μᾶς μισοῦν καί νά ὠφελοῦμε ὅσους μᾶς βλάπτουν... Ἔλεγε πάλι στούς μαθητές του “μή πάρετε στό ζωνάρι σας χρυσό ἤ ἀσημένιο ἤ χάλκινο νόμισμα” (Ματθ. ι΄ 9), μέ σκοπό νά τούς προετοιμάσει στήν ἀκτημοσύνη.
Κατά τόν ἴδιο τρόπο τούς ἐδίδαξε πάλι καί νά προσεύχονται... Ἀλλ’ ὄχι μόνο νά προσεύχονται, ἀλλά ἔπρεπε νά μάθουν καί πῶς πρέπει νά προσεύχονται. Γι’ αὐτό λοιπόν τούς παρέδωσε καί προσευχή πού ἔχει ὡς ἐξῆς· “Πάτερ ἡμῶν ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς...” (Ματθ. στ΄ 9-13).
Ἐπειδή λοιπόν διέταξε νά προσεύχονται “μή εἰσενέγκῃς ἡμᾶς εἰς πειρασμόν”, αὐτό ἀκριβῶς τό ἴδιο τούς διδάσκει μέ τήν πράξη, λέγοντας “Πάτερ, εἰ δυνατόν, παρελθέτῳ ἀπ’ ἐμοῦ τό ποτήριον τοῦτο”, διδάσκοντας ὅλους τούς πιστούς νά μήν ὁρμοῦν στούς κινδύνους, οὔτε νά χάνουν τό θάρρος τους, ἀλλά νά τούς ὑπομένουν ὅταν ἐπέρχονται καί νά δείχνουν κάθε ἀνδρεία, ὅμως νά μήν τρέχουν ἀπό πρίν, οὔτε νά ὁρμοῦν πρῶτοι στά δεινά. Γιατί; Γιά νά τούς διδάξει τήν ταπεινοφροσύνη καί νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τίς κατηγορίες τῆς ματαιοδοξίας. Γι’ αὐτό ἀκριβῶς καί ἐδῶ ὅταν ἔλεγε αὐτά “ἀπομακρύνθηκε”, λέγει, “καί προσευχήθηκε” καί ὕστερα ἀπό τήν προσευχή λέγει στούς μαθητές τά ἐξῆς: “δέν μπορέσατε οὔτε μία ὥρα νά μείνετε ξάγρυπνοι μαζί μου; Μένετε ξάγρυπνοι καί προσεύχεστε, γιά νά μήν πέσετε σέ πειρασμό” (Ματθ. κστ΄ 40, 41). Βλέπεις ὅτι δέν προσεύχεται μόνο ἀλλά καί συμβουλεύει; “Τό πνεῦμα εἶναι πρόθυμο”, λέγει, “ἀλλά ἡ σάρκα ἀδύναμη”. Καί αὐτό τό ἔλεγε γιά νά διώξει τήν ὑπερηφάνεια ἀπό τήν ψυχή τους, νά τούς ἀπαλλάξει ἀπό τήν ἀλαζονεία, νά τούς κάνει προσεκτικούς, καί νά τούς καταστήσει μετριόφρονες.”

Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


Για ποιό λόγο, άνθρωπέ μου, ο πλούτος σου φαίνε­ται σπουδαίο πράγμα


1002601_167496876774026_1331870453_n.jpg


Αν δεις κάποιον να γίνεται πλούσιος χωρίς να το αξίζει, μην τον καλοτυχίσεις, μην τον ζηλέψεις, μην τα βάλεις με τη θεία πρόνοια, μη νομίσεις ότι γίνεται τίποτα στον κόσμο τούτο τυχαία και άσκοπα. Θυμήσου την παραβολή του πλουσίου και του Λαζάρου. O πλούσιος είχε φτάσει στην κο­ρύφωση του πλούτου και των απολαύσεων, ενώ συ­νάμα ήταν σκληρός και απάνθρωπος, πιο άγριος κι από τα σκυλιά. Τα σκυλιά σπλαχνίζονταν το Λάζαρο κι έγλειφαν τις πληγές, που σκέπαζαν το σώμα του, ενώ ο πλούσιος ούτε τα ψίχουλα του τραπεζιού του δεν έδινε στον φτωχό. Ο πλούσιος είχε περισσότερα απ' όσα του χρειάζονταν. Ο Λάζαρος δεν είχε ούτε τα απόλυτα αναγκαία, ούτε την απαραίτητη καθημε­ρινή του τροφή. Και μολονότι πάλευε συνέχεια με την πείνα και την αρρώστια, δεν αγανάκτησε, δεν βλα­στήμησε το Θεό, δεν παραπονέθηκε ενάντια στη θεία πρόνοια.

Δεν είναι, λοιπόν, αδικαιολόγητο, ενώ είσαι απαλ­λαγμένος από τέτοιες συμφορές, να βλαστημάς το Θεό, όταν άλλοι άνθρωποι, που δοκιμάζονται σκληρά από διάφορα βάσανα, δοξάζουν τον Κύριο ακατάπαυστα; Στο κάτω-κάτω, όποιος υποφέρει, κι αν ξεστομίσει καμιά βαρειά κουβέντα πάνω στον πόνο του, είναι άξιος κάποιας συγγνώμης. Όποιος, όμως, χωρίς να υποφέρει, βλαστημάει το Θεό και χάνει την ψυχή του, ποιάς συγγνώμης είναι άξιος;

Για ποιό λόγο, άνθρωπέ μου, ο πλούτος σου φαίνε­ται σπουδαίο πράγμα; Αναμφίβολα γιατί σου αρέ­σουν οι σπάταλες απολαύσεις, γιατί ευχαριστιέσαι όταν σε θαυμάζουν ή σε ζηλεύουν οι άλλοι, γιατί μπο­ρείς με τα χρήματά σου να κάνεις κακό στους εχθρούς σου και, τέλος, γιατί όλοι σε φοβούνται για τη δύναμη που σου δίνει ο πλούτος. Ναι, γι' αυτές τις τέσσερις αιτίες κυνηγάς τα λεφτά, για την ηδονή, την κολα­κεία, την εκδίκηση και το φόβο. Αλλη αιτία δεν υπάρχει. Γιατί, συνήθως, ο πλούτος ούτε πιο σοφό κά­νει τον άνθρωπο ούτε πιο συνετό ούτε πιο καλό ούτε πιο φιλάνθρωπο. Καμιάν αρετή δεν μπορεί να φυτέψει μέσα στην ψυχή μας ο πλούτος. Απεναντίας μάλιστα, αν βρει μερικές αρετές, τις ξεριζώνει, για να φυτέψει μέσα μας τις αντίστοιχες κακίες.


Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τρίτη 18 Μαρτίου 2014

Μὴν κατακρίνεις, ἀκόμη κι ἂν βλέπεις













Νὰ προσέχεις τὴν κατάκριση, μοῦ λέει μιὰ ...ἄλλη μέρα ὁ Γέροντας, καὶ μοῦ εἶπε τὸ ἑξῆς περιστατικό, γιὰ νὰ ἀποφεύγω κάθε συζήτηση γι’ αὐτή, ὅσο δίκαιο καὶ ἂν νομίζω πὼς ἔχω.

-Εἶχε πάει μιὰ μέρα μιὰ γυναίκα σὲ ἕναν παπᾶ γιὰ νὰ ἐξομολογηθεῖ. Ἦταν ἀπὸ κάποιο χωριὸ ποὺ φοροῦν καὶ μεσοφόρια. Τὰ ξέρεις;.

- Τὰ ξέρω, τοῦ λέω.

- Λοιπόν, ἀφοῦ ἐξομολογήθηκε, σηκώθηκε νὰ φύγει. Ὅμως δὲν ἔκανε πέρα, ἂν δὲν τοῦ ἄφηνε κάτι γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσει καὶ ἐπειδὴ ἔτσι αἰσθανόταν καλύτερα. Προσπάθησε λοιπὸν νὰ σηκώσει τὸ πάνω φόρεμα γιὰ νὰ βγάλει ἀπὸ τὸ μεσοφόρεμα κάτι χρήματα ποὺ εἶχε, ἀλλὰ μαζὶ μὲ τὸ πανωφόρι πιάνει καὶ τὸ μεσοφόρι μαζὶ κατὰ λάθος, τὸ σηκώνει ψηλά, καὶ τῆς φανῆκαν τὰ πόδια της.
Τὴ στιγμὴ αὐτὴ μπῆκε κάποιος μέσα καὶ εἶδε τὴ στάση τῆς γυναίκας καὶ πῆγε καὶ κατήγγειλε τὸν παπᾶ γιὰ ἄσεμνες πράξεις καὶ τὸν τιμώρησαν μάλιστα μὲ τρεῖς μῆνες ἀργία. Σὲ ὅλο αὐτὸ τὸ διάστημα τῆς ἀργίας του ὁ παπᾶς αὐτὸς εὐχαριστοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ γι’ αὐτὴ τὴ δοκιμασία ποὺ τοῦ ἔδωσε. Τὸ χάρηκε πάρα πολύ!

Εἶδες, ὅμως, τί ἕπαθε ὁ ἀδελφός μας, παιδί μου; Ἐνῶ εἶδε κάτι τὸ ἄσεμνο, καὶ κατέκρινε τὸν παπᾶ, δὲν ἦταν ἔτσι ὅπως τοῦ τὸ παρουσίασε ὁ πονηρός. Γι’ αὐτὸ σοῦ λέω, πρόσεχε πολύ, πρόσεχε!

- Ναί, Παππούλη μου, τοῦ εἶπα, θὰ προσέχω…

Αγιος Πορφύριος