Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα όσιος Δαβίδ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα όσιος Δαβίδ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 11 Ιουνίου 2014

Απο τις τελευταίες συνομιλίες του μακαριστού Γέροντος Κυρίλλου, Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας

 π. ΚυριλλοςΣταυροαναστάσιμη υπήρξε η ζωή του μακαριστού Γέροντος Κυρίλλου με την ολόθερμη αγάπη στον Εσταυρωμένο και Αναστημένο Ιησού. Πορευόταν τον προσωπικό του Γολγοθά και προσδοκούσε τη χαρά της Αναστάσεως.
Στις δύο επόμενες σύντομες συνομιλίες του Γέροντος, τις τελευταίες ημέρες της επίγειας βιοτής του, εμφαίνονται οι αρετές που τον περικοσμούσαν και το αισιόδοξο μήνυμα που έβγαινε από τα χείλη του:


Νοσηλευτές του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών:


- Γέροντα, δεν βλέπουμε να παραπονιέσαι για τίποτε! Δεν διψάς, δεν πεινάς, δεν πονάς; Από πού αντλείς αυτή τη δύναμη; Ποιος σου δίνει αυτή τη δύναμη;

- Η Παναγία μας!
- Γέροντα, όλοι μας εδώ στο Νοσοκομείο σας έχουμε αγαπήσει!
- Και εγώ σας αγαπώ. Όλο τον κόσμο αγαπώ μηδενός εξαιρουμένου!

Επισκέπτες στο Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών:

- Γέροντα, η πατρίδα μας βιώνει σήμερα μεγάλη κρίση. Τι βλέπετε, θα την ξεπεράσουμε;
- Θα την ξεπεράσουμε, αν μετανοήσουμε! Ο Θεός μας τα έδωσε όλα και εμείς του γυρίσαμε την πλάτη.

Επισκέπτες:
- Γέροντα, τι θα απογίνουμε;
- Θα βάλει ο Θεός το χέρι Του.
- Θα μας βοηθήσει ο Θεός, τέτοιοι που είμαστε
- Θα βάλει ο Θεός το χέρι Του.
- Στις Πράξεις των Αποστόλων αναφέρεται ότι τα χρονικά όρια επιβιώσεως των εθνών ορίζονται από τον Κύριο. Μήπως τα όρια του δικού μας έθνους πλησιάζουν στο τέλος τους;
- Υπάρχει ακόμη πίστη. Υπάρχει ευσέβεια. Η μετάνοια θα μας σώσει.
Ενώ η υγεία του έφθινε και έφθασε πολλές φορές ως την πόρτα του θανάτου, όταν τον ρωτούσαμε πως είναι, αυτός απαντούσε: «Δόξα τω Θεώ, καλά». Τις δε τελευταίες ημέρες έλεγε: «Δόξα τω Θεώ, πολύ καλά».

Όταν οι επισκέπτες τον ρωτούσαν: «Γιατί γέροντα εσείς που είσθε άνθρωπος αφοσιωμένος στο Θεό υποφέρετε τόσο»; Αυτός απαντούσε: «Εγώ με τον Θεό δεν τσακώνομαι».
Πηγή: «Εις Μνημόσυνον Αιώνιον», έκδ. Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ του Γέροντος
themata-orthodoxias.blogspot.gr;

πηγή


Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

πατήρ Κύριλλος Γεραντώνης...Δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι








...Άξιος διάδοχος του προκατόχου του, Οσίου Γέροντος π. Ιακώβου, στην θέση του Ηγουμένου και Πνευματικού Πατρός της Ιεράς Μονής του Οσίου Δαυίδ του Γέροντος, επί είκοσι και πλέον έτη, στήριξε και καθοδήγησε τόσο τους πατέρες της Μονής, όσο και πλήθος άλλων ανθρώπων, που συνέρρεαν από κάθε γωνιά της Ελλάδος και όχι μόνον, σε δύσκολες ώρες λύπης, ασθένειας, πόνου και απόγνωσης.
Ήθελε να μοιράζεται την ευλογία του Αγίου Δαυίδ με όλους, γι’ αυτό, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, που αντιμετώπιζε εξαιτίας της επιβαρυμένης, λόγω μακροχρόνιων προβλημάτων, υγείας του, συνόδευε με μεγάλη χαρά την Αγία Κάρα του Οσίου Δαυίδ, όπου οι πιστοί χριστιανοί καλούσαν τον Άγιο για βοήθεια και ευλογία.
Αναμφισβήτητα, ο μακαριστός Γέροντας δεν ζούσε για τον εαυτό του άλλα για τον Θεό και τους ανθρώπους, που Εκείνος του εμπιστεύτηκε. Γι’ αυτό δεν επέτρεπε στον εαυτό του ξεκούραση, αλλά αναλώθηκε στην διακονία του Θεού και του ανθρώπου. Ακόμη και στο κρεβάτι του πόνου, όταν νοσηλευόταν στα διάφορα νοσοκομεία, ενώ ψηνόταν στον πυρετό, δεν σταμάτησε την εξομολόγηση και την ακρόαση των προβλημάτων των ανθρώπων και τους καθοδηγούσε με τις φωτισμένες του νουθεσίες.
Κανείς δεν ξέρει πόσο υπέφερε από τα προβλήματα υγείας και τις ποικίλες επώδυνες ιατρικές πράξεις και επεμβάσεις, κατά τα δύο τελευταία μαρτυρικά χρόνια, γιατί όχι μόνο δεν διαμαρτυρήθηκε ποτέ, άλλα ούτε με κάποια σύσπαση του προσώπου του επέτρεπε να φανεί ότι πονούσε. Δεχόταν όλες τις δοκιμασίες αγόγγυστα και με ιώβειο υπομονή, γιατί, όπως χαρακτηριστικά έλεγε: «εγώ με τον Θεό δεν τσακώνομαι». Στην ερώτηση μάλιστα «πως είστε, Γέροντα;», απαντούσε μέχρι τις τελευταίες στιγμές: «Δόξα τω Θεώ καλά, πολύ καλά».
Έχοντας σε όλη την διάρκεια της επίγειας πορείας του ισχυρούς αρωγούς και οδοδείκτες τον Άγιο Δαυίδ, τον Μακαριστό Γέροντα π. Ιάκωβο και την «Γλυκιά του Μανούλα», όπως συνήθιζε να προσφωνεί την Παναγία μας, πέτυχε μία άμεση και ειλικρινή, αξιοζήλευτη και αξιομίμητη σχέση με τους Αγίους και τον Θεό.
Φιλόθεος, λοιπόν, και φιλάγιος, φιλόπονος και φιλακόλουθος, φιλάδελφος και φιλεύσπλαχνος, εφάρμοσε πιστά και με συνέπεια το Ευαγγέλιο της αγάπης σε όλη του την ζωή και πολύ περισσότερο τα χρόνια, που εγκαταβίωσε στην αγιοτρόφο Μονή του Οσίου Δαυίδ. «Ταπεινός τη καρδία» φρονούσε τα υψηλά, τα οποία και έβλεπε με τα μάτια της αγνής, παιδιόθεν, ψυχής του, όπως ο ίδιος πολλές φορές μας αποκάλυπτε.
Σε όσους είχαμε την ιδιαίτερη ευλογία να τον αναστραφούμε και να μαθητεύσουμε κοντά του, ο άγιος Γέροντας, αποτελεί φωτεινό παράδειγμα στον αγώνα για την σωτηρία της ψυχής μας. Το κενό που άφησε τεράστιο. Η αίσθηση από την απουσία του οδυνηρή.
Μεγάλη μας όμως παρηγοριά το ότι η προς όλους αγάπη του μας συνοδεύει πάντα. «Η των πραγμάτων αλήθεια» αποδεικνύει ότι οι υπέρ ημών πρεσβείες του προς τον Κύριον της Δόξης, Εκείνον, που τόσο πολύ σ’ όλη του τη ζωή αγάπησε, είναι συνεχείς και αδιάλειπτες.
Ευσεβής πόθος μας ήταν, στο Ετήσιο Μνημόσυνο του Μακαριστού Γέροντος μας, να προσφερθεί στους πιστούς, ως ευλογία, ένα εκτενές περί αυτού πόνημα, αλλά τούτο δεν κατέστη δυνατό. Ευχαριστούμε πάντως και δοξάζουμε τον Θεό, που μας αξίωσε να εκδώσουμε, έστω και αυτό, το μικρό τεύχος προς δόξαν Αυτού, εις ένδειξη τιμής, σεβασμού και αγάπης προς το ιερό πρόσωπο του Μακαριστού Γέροντος μας, και προς ωφέλεια των πιστών.
Ελπίζουμε, ευχόμαστε και προσευχόμαστε ο Χορηγός όλων των αγαθών Παντοκράτωρ Κύριος μας, με τις πρεσβείες της Καλής μας Παναγίας και του Οσίου και Θεοφόρου Πατρός ημών Δαυίδ του Γέροντος του θαυματουργού, και τις ευχές των μακαριστών αγίων Γερόντων Ιακώβου και Κυρίλλου να μας βοηθήσει να προβούμε και στη νέα έκδοση.
Στην έκδοση αυτή που ήδη ετοιμάζεται και η οποία ελλείψει χρόνου έχει καθυστερήσει, καταγράφεται κατά πλάτος ο πολύτιμος πνευματικός θησαυρός της ενάρετης ζωής, των θείων εμπειριών αλλά και των ισχυρών δοκιμασιών του Γέροντος καθώς και των θεοσόφων διδαχών του.
Θα συμπεριληφθούν επίσης και οι μαρτυρίες πολλών άλλων ακόμη αδελφών μας που είχαν την καλωσύνη να τις καταθέσουν στην Ιερά Μονή μας για το πρόσωπο του Γέροντος, ώστε και δί’ αυτών να δοξασθεί το Πανάγιο Όνομα του Θεού και να προστεθεί πίστη στους ανθρώπους.
Θερμότατα ευχαριστούμε τον Σεβασμιώτατο Ποιμενάρχη μας κ.κ. Χρυσόστομο διά την παροχή της σχετικής ευλογίας και διά την προς ημάς εν γένει πατρική στοργή, στήριξη και αγάπη του.
Ευχαριστίες, επίσης, εκφράζουμε και προς τις αδελφές του τυπογραφείου «Μέλισσα», για την πολύτιμη βοήθειά τους αλλά και προς όλους τους πνευματικούς αδελφούς που συνέβαλαν στην έκδοση του παρόντος.
Η ευχή του Αγίου Γέροντος να μας σκεπάζει.
Ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ του Γέροντος
Αρχιμανδρίτης Γαβριήλ και οι συν εμοί εν Χριστώ αδελφοί



1

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

῾Η μνημόνευση τῶν ὀνομάτων στήν Προσκομιδή. ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ Γέροντος Ἰακώβου

 

gerontas-iakobos
–Τά σα­ραν­τα­λε­ί­τουρ­γα παι­διά μου ἔ­χου­νε με­γά­λη ἀ­ξί­α γιά τίς ψυ­χές τῶν ἀν­θρώ­πων. Γιά το­ύς ζῶν­τες καί το­ύς τε­θνε­ῶ­τας.
Ἄν εἴ­χα­τε ἀ­κο­ύ­σει, πρό ἐ­τῶν, ἕ­να κα­ρά­βι πού βυ­θί­στη­κε ἐ­δῶ στήν Κρή­τη τό »Ἡράκλειο»…
Λοι­πόν, μί­α γυ­ναῖ­κα μέ πῆ­ρε. Πῆ­ρε τη­λέ­φω­νο, καί λέ­ει:
-Πάτερ, οἱ συγ­γε­νεῖς μας πνί­γη­καν στό κα­ρά­βι.
– Τήν ρώτησα: Δέν θά κά­νης μνη­μό­συ­νο στόν ἄν­δρα σου, στούς συγ­γε­νεῖς σας;
– Μπά… δέν χρει­ά­ζον­ται τά μνη­μό­συ­να, λέ­ει. Ἐ­γώ ἔ­δω­σα 5.000 στό Ὀρ­φα­νο­τρο­φεῖ­ο τῆς Χαλ­κί­δος. Τό ἴ­διο εἶ­ναι. Πάτερ μου, ἐ­σύ τί λές γι᾿ αὐ­τό;
– Λέω, ἄ­κου­σε παι­δί μου νά σοῦ πῶ, ἐ­φό­σον μέ ρω­τᾶ­τε. Ἄλ­λο, παι­δί μου, ἡ προ­σευ­χή και ἄλ­λο ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη. Ἄλ­λο, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, ἡ προ­σευ­χή πού κά­νου­με μέ τό μνη­μό­συ­νο. Δι­ό­τι, ἔ­τσι τά βρή­κα­με. Ἔ­τσι εἶ­ναι. Καί ἀ­πό το­ύς Ἀ­πο­στο­λι­κο­ύς χρό­νους, ἀλ­λά, καί ἀ­πό τίς ἡ­μέ­ρες πού ἦ­ταν ὁ Μωϋσῆς, ὁ Προ­φή­της τῆς Π. Δι­α­θή­κης. Ὅ­ταν ἀ­πέ­θα­νε, λέ­ει, δί­ναν ἐ­λε­η­μο­σύ­νες καί κἄ­ναν μνη­μό­συ­να… καί αὐ­τά δί­ναν τό­τε. Γιά τήν ψυ­χή τοῦ Μω­ϋ­σῆ καί το­ύς Ἁ­γί­ους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας. Αὐ­τά παι­διά μου, εἶ­ναι ἐξ ἀ­μνη­μο­νε­ύ­των χρό­νων. Εἶ­ναι αἰ­ῶ­νες ὁ­λό­κλη­ροι, δεν μπο­ρεῖ κά­ποι­ος να κόψη αὐ­τά τά πράγ­μα­τα.
Γι᾿ αὐ­τό τῆς εἶ­πα καί ᾿γώ ἔ­τσι. Καί ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη πι­ά­νει τήν ψυ­χή τοῦ ἀν­θρώ­που. Ἀλ­λά, ἄλ­λο τό μνη­μό­συ­νο, ἡ προ­σευ­χή. Δι­ό­τι βγά­ζουν με­ρί­δα στήν Ἁ­γί­α Πρό­θε­ση καί τίς με­ρί­δες αὐ­τές τίς μεταφέρουν Ἄγγελοι στόν οὐρανό.
– Ἐμεῖς ἐδῶ ση­κω­νό­μα­στε τή νύ­χτα γιά νά μνη­μο­νε­ύ­σου­με αὐ­τά τά ὀ­νό­μα­τα. Ἔχου­με χι­λι­ά­δες ὀ­νό­μα­τα, πε­ρί­που 20-30 χι­λι­ά­δες ὀ­νό­μα­τα. Εἶ­ναι εὐ­ερ­γέ­ται τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ πρίν 38 χρό­νια πού ἦρ­θα στό Μο­να­στή­ρι. Ἄλ­λος μέ ἔ­δω­σε αὐ­τό τό πο­τη­ρά­κι, ἄλ­λος αὐ­τό τό φλυ­τζα­νά­κι, αὐ­τό τό νάϋλον, ἄλ­λος τή λάμ­πα, ἄλ­λος μία εἰ­κο­νί­τσα, ἄλ­λος ἕ­να κα­δρά­κι, ἄλ­λος ἐ­κεῖ­νον τόν μπου­φέ, ἄλ­λος ἕ­να ρο­λό­ϊ, καί ἔ­χω τά ὀ­νό­μα­τά τους ἀ­πό τό 1952 πού χει­ρο­το­νή­θη­κα ἱ­ε­ρέ­ας τοῦ Ὑ­ψί­στου καί τά μνη­μο­νε­ύ­ω. Αὐ­τοί φύ­γαν ἀπ᾿ τή ζωή, οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι.
Τά σα­ραν­τα­λε­ί­τουρ­γα παι­διά μου βοηθοῦν πολύ. Ἔχει με­γά­λη ἀ­ξί­α ἡ με­ρί­δα πού μοι­ρά­ζει ὁ ἱ­ε­ρέ­ας καί δι­α­βά­ζου­με αὐ­τά τά ὀ­νό­μα­τα. Τά πα­ίρ­νει κά­θε πρωΐ Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου, δι­ό­τι τήν ὥ­ρα πού ἀρ­χί­ζει ἡ προ­σκο­μι­δή κα­τε­βα­ί­νουν Ἄγ­γε­λοι Κυ­ρί­ου. Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος ἔ­βλε­πε τήν ὥρα πού ἄρ­χι­ζε ἡ προ­σκο­μι­δή, ἀπ᾿ τή σκε­πή ἀ­πά­νω τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, νά πε­τᾶ­νε λευ­κο­φό­ρα παλ­λη­κά­ρια, Ἄγ­γε­λοι Κυ­ρί­ου. Καί σέ κά­θε Χρι­στια­νό στε­κό­ταν Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου, ὁ φύ­λα­κας τοῦ ἀν­θρώ­που, τῆς ζω­ῆς του. Καί μέ­σα τό Ἱ­ε­ρό γε­μᾶ­το Ἄγ­γε­λοι καί ἔ­παιρ­ναν τήν ἀ­να­φο­ρά αὐ­τή, τήν πᾶ­νε στόν θρό­νο τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­τσι παι­διά μου εἶ­ναι αὐ­τά, για­τί <ἐν τῷ Ἅ­δη οὐκ ἔ­στι με­τά­­νοια>, τά ᾿λε­γε ἕ­νας Πα­τρι­άρ­χης.
Πρέ­πει νά εἴ­μα­στε ὅ­λοι ἅ­γιοι, ἔ­λα ὅ­μως πού εἴ­μα­στε καί ἄν­θρω­ποι. Ἐ­μεῖς ἔ­χου­με ἀ­νάγ­κη ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, δι­ό­τι ὁ ἱ­ε­ρέ­ας εἶ­ναι ἀ­νώ­τε­ρος καί ἀ­πό τόν Βα­σι­λέ­α.

(Ἀπομαγνητοφωνημένη συζήτηση)

Επιμέλεια. ΡΩΜΝΙΟΣ
fdathanasiou.wordpress.com

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Γέροντας Κύριλλος: Ήταν άνθρωπος της αγάπης και της κατά Θεόν οικονομίας

p. kirillos.jpg

Η πρόνοια και η αγάπη του Θεού, έφερε στο δρόμο της ζωής μου τον Γέροντα Κύριλλο πριν από 11 έτη περίπου. Είχα την ευλογία να γνωρίσω έναν αληθινό άνθρωπο του Θεού. Πολλές φορές, όταν τον συναντούσα, μου ήταν αρκετό να τον βλέπω και να παίρνω την ευχή του, τίποτα άλλο. Αυτό και μόνο μου έδινε δύναμη να συνεχίζω. Αισθάνδηκα την ποιότητα της πνευματικής του ζωής που εκφράζεται ως πνευματική ενέργεια, και πνευματική σχέση, την απλότητα και το ανεπιτήδευτο των λόγων του, που χαρίζει ανάπαυση στην καρδιά, την Χάρη του Αγίου Πνεύματος που χαρίτωσε την ύπαρξή του.
Ο Γέροντας Κύριλλος είχε την δική του ιδιαιτερότητα και χάρη. Αυτό που τον διέκρινε, κατά την άποψή μου, είναι η ανυπόκριτη και χωρίς προϋποθέσεις αγάπη του, η καρδιακή του οδύνη για την ανθρωπότητα και η φιλανθρωπία του. Ήταν άνθρωπος της αγάπης και της κατά Θεόν οικονομίας. Για όλους μας ενδιαφερόταν και προσευχόταν και για όλους μας είχε έναν λόγο παραμυθίας να πεί. Όσο αυστηρός ήταν με τον εαυτό του, τόσο επιεικής ήταν με τους άλλους.
Εβίωσα εμπειρικά ότι ο Θεός τον χαρίτωσε με διάφορα χαρίσματα, μεταξύ των οποίων το διορατικό, το προορατικό και άλλα. Αλλά αυτό που μένει χαραγμένο στην καρδιά μου είναι το χάρισμα της αγίας ταπείνωσης. Είχε την ταπεινή πεποίθηση ότι είναι ο πιο αμαρτωλός άνθρωπος του κόσμου. Αυτό το ζούσε και το έδειχνε με το παράδειγμα του και τα λόγια του. Θυμάμαι την φορά εκείνη που μπροστά στην Αγία Τράπεζα μου είπε με άκρα ταπείνωση: «Αν ο Θεός αποφασίσει να με κολάσει, θά σκύψω το κεφάλι και θά φύγω. Ούτε στα μάτια δεν θά Τον κοιτάξω ... όχι να Του ζητήσω τον λόγο». Κι άλλες φορές πάλι, όταν του έλεγα κάτι απ' την αμαρτωλότητά μου στην εξομολόγηση μου έλεγε: «Εγώ είμαι ο αμαρτωλός». Ακόμη ηχεί στα αυτιά μου η "καρδιακή" συντριβή με την οποία πρόφερε την μονολόγιστη ευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με».
Στα τελευταία δύο χρόνια της ζωής του είδα το Γέροντα να δοκιμάζεται από πολλές και διαφορετικές ασθένειες, που καταπόνησαν το σώμα του, αλλά η αγωνιστική του διάθεση και το γεμάτο πίστη φρόνημά του δεν κάμφθηκαν. Θυμάμαι στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός» που μου είπε: «Διάβασα κάπου, ότι ακόμα και οι πιο Άγιοι, λίγο πριν το τέλος της ζωής τους, πρέπει να ταλαιπωρηθούν με την υγεία τους, δοκιμαζόμενοι στην πίστη και την υπομονή τους».
Τον βλέπαμε ότι πονούσε, ψηνόταν στον πυρετό, είχε εξουθενωθεί σωματικά, αλλά δεν παραπονιόταν. Παρά μόνο δόξαζε τον Θεό. «Τί κάνεις, Γέροντα;». «Δόξα τω Θεώ, είμαι πολύ καλά». Άλλες φορές πάλι έλεγε: «τι να κάνουμε, με τον Θεό να τα βάλουμε; Δόξα τω Θεώ». Οι γιατροί τον τρυπούσαν, ήμουν αυτόπτης μάρτυς υπέφερε, όμως από τα χείλη του δεν έβγαινε ο παραμικρός στεναγμός. Την ώρα που ο γιατρός είχε ιδρώσει, γιατί επί μία ώρα τον τρυπούσε για να βρεί φλέβα να περάσει τους ορούς, ο Γέροντας ενώ πονούσε, τα χέρια του είχαν μελανιάσει αψηφούσε το μαρτύριο του πόνου και νοιαζόταν να νουθετήσει πνευματικά τον γιατρό. Τον παρότρυνε να κοιτάξει πρώτα στην εικόνα του Χριστού και να προσευχηθεί ... Τέτοιο μεγαλείο ψυχής!
Βγήκε από την εντατική που βρισκόταν για εβδομάδες διασωληνωμένος σε καταστολή κι έλεγε: «Είχα μία μικρή ταλαιπωρία μόνο. Δόξα τω Θεώ». Υπεβλήθη σε επώδυνες ιατρικές εξετάσεις, πράξεις κι επεμβάσεις, υπέφερε ... κι όμως, ο λόγος του μία ατελείωτη δοξολογία στο Θεό την ώρα του μαρτυρίου του. Είχε αφεθεί ολοκληρωτικά και με εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού!
Στο σημείο αυτό επιτρέψατέ μου να σας αναφέρω, προς Δόξαν Θεού, ορισμένα βιώματά μου:
1. «Οδηγούσα για την Ιερά Μονή του Οσίου Δαυίδ. Με αφορμή κάποιες γιγαντοαφίσες και μαγαζιά που προσφέρουν αμαρτωλή διασκέδαση, άρχισα να στενοχωριέμαι. Συλλογιζόμουν ότι η Αθήνα είναι γεμάτη από τέτοια μαγαζιά και ότι πολλές ψυχές βυθίζονται και ταλαιπωρούνται σε τέτοιες απολαύσεις. Ότι η Αθήνα έχει γίνει μία αμαρτωλή πόλη. Η στενοχώρια μου είχε γίνει μεγάλη και όλο το ταξίδι κύλησε έτσι.
Όταν έφτασα στο μοναστήρι, είδα το Γέροντα να κάθεται στη γνωστή καρεκλίτσα του έξω από το κελλί του. Είπα να πάρω πρώτα την ευχή του Γέροντα πριν προσκυνήσω τους Αγίους. Πλησιάζοντας και πριν μιλήσω ακόμα, ακούω τον Γέροντα να μου λέει:
"Λοιπόν, Γιώργο, τι κάνει η Αθήνα;".
Ήθελα να απαντήσω ότι η Αθήνα αμαρτάνει, αλλά δεν απάντησα και παρέμεινα σκεπτικός ... Οπότε ο Γέροντας, με σιγανή και λυπημένη φωνή μου λέει:
«Η Αθήνα αμαρτάνει, έ; ... Αμαρτάνει ...».
2. «Κάποια άλλη φορά ο Εσπερινός είχε ξεκινήσει και ο Γέροντας δεν είχε προσέλθει στο Καθολικό της Μονής. Ο Γέροντας ήταν εξαιρετικά φιλακόλουθος και για να μην προσέλθει σκέφτηκα ότι θά έπρεπε να υπήρχε λόγος ανωτέρας βίας. Καθώς έβλεπα το Γέροντα να μην έρχεται, μου ήρθε ο λογισμός ότι έπαθε υπογλυκαιμικό σόκ και δεν είναι καλά. Το γεγονός ότι δεν προσήρχετο στον Εσπερινό ούτε ο π. Γαβριήλ, που τον διακονούσε και είχε γίνει ο «προσωπικός» του ιατρός όλα αυτά τα χρόνια, ερχόταν ως επιβεβαίωση του λογισμού. Τότε άρχισα να στενοχωριέμαι και να έχω αγωνία για την κατάσταση της υγείας του Γέροντα.
Προς το τέλος του Εσπερινού, έκανε την εμφάνιση του ο Γέροντας στο Ναό. Ένιωσα ανακούφιση, που τον είδα να περπατάει και δόξασα το Θεό. Ο Γέροντας, αφού προσκύνησε τις εικόνες και την Τιμία Κάρα του Οσίου Δαυίδ, αντί να συνεχίσει προς το Ιερό του Ναού, γύρισε πίσω, προς το μέρος που καθόμουν και χωρίς να του πώ τίποτα, είπε χαμογελώντας:
«Καλά είμαι, δεν έχω τίποτα. Απλά είχα μία εξομολόγηση στον Άγιο Χαράλαμπο, γι' αυτό άργησα να έρθω», και εξακολουθώντας να χαμογελάει συνέχισε και μπήκε στο Ιερό του Ναού, αφήνοντάς με άναυδο».
3. «Ήταν, όταν πρόσφατα είχα παντρευτεί με τη Μαρία. Η Μαρία, μέχρι να παντρευτούμε, είχε άλλον Πνευματικό. Μετά τον γάμο μας αποφασίσαμε να έχουμε ως κοινό Πνευματικό τον Γέροντα Κύριλλο. Της είχα μιλήσει σχετικά και της είχα αναφέρει διάφορες προσωπικές εμπειρίες για το διορατικό και το προορατικό χάρισμα, δωρεά του Θεού στο Γέροντα.
Ένα απόγευμα, μετά τον Εσπερινό, η Μαρία ζήτησε να μιλήσει στον Γέροντα για κάποια θέματα που την απασχολούσαν. Εγώ απομακρύνθηκα για να μην τους ενοχλώ και περίμενα πότε θά τελειώσουν. Είχα πει στή Μαρία, ότι, όταν τελειώσει, ήθελα να ρωτήσω το Γέροντα για ένα κομποσκοίνι, που μου είχε δώσει, αλλά είχε κοπεί και δεν ήξερα τι να κάνω. Το κομποσκοίνι το είχα στη τσέπη μου. Καθώς η Μαρία του μιλούσε, από ό,τι μου είπε εκ των υστέρων, άρχισε να έχει λογισμούς, « ...αυτός ούτε βλέπει, ούτε ακούει ... τι διορατικό και τι προορατικό χάρισμα λένε ότι έχει;». Εκείνη τη στιγμή των λογισμών της, ο Γέροντας με φώναξε από μακριά. Πλησίασα και τότε ο Γέροντας με ρώτησε; «Γιώργο τι έγινε το κομποσκοίνι σου; Κόπηκε από την πολλή προσευχή;», αφήνοντας τη Μαρία έκπληκτη κι εμένα να διερωτώμαι που το ήξερε, ότι κόπηκε το κομποσκοίνι μου».
4. «Σε μία πολύ δύσκολη επαγγελματικά περίοδο για μένα, ο Γέροντας προείδε ότι θά βρω δουλειά, σε πολύ καλή θέση, σε τρεις μήνες. Στα αυτιά μου ακουγόταν δύσκολο να συμβεί κάτι τέτοιο, καθότι βρισκόμασταν στις αρχές του καλοκαιριού, μία περίοδο κατά την οποία οι εταιρείες σπάνια ξεκινούν διαδικασίες πρόσληψης.
Θυμάμαι ότι, παρά το γεγονός ότι δεν υπήρχαν ανοίγματα στην αγορά, εν τούτοις βρέδηκα να εξετάζω πέντε ή έξι προτάσεις ταυτόχρονα, κάνοντας συνεντεύξεις ακόμα και την εβδομάδα του Δεκαπενταύγουστου. Στους τρεις μήνες, ακριβώς, ανήμερα του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου 2001), μετά τη Θεία Λειτουργία, έλαβα κλήση στο κινητό μου, να προσέλθω να υπογράψω Συμβόλαιο με τη νέα μου εταιρεία».
5. «Ο Γέροντας προείδε και περιέγραψε τη γυναίκα που θά παντρευόμουν πολύ πριν την γνωρίσω. Μάλιστα μου αποκάλυψε κάτι πολύ προσωπικό της, που μόνο η ίδια το γνώριζε».
 6. «Ο Γέροντας στο Νοσοκομείο «Ευαγγελισμός», που τον επισκεπτόμουν έλαμπε! Στο Γενικό Κρατικό Αθηνών και στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Λάρισας ευωδίαζε! Η ίδια εθωδία που αναδυόταν κατά κύματα την ώρα της εξοδίου Ακολουθίας του!
Δόξα Σοι Χριστέ ο Θεός, η ελπίς ημών, Κύριε, Δόξα Σοι!».
Γιώργος Γαβράς, Οικονομολόγος, Τραπεζικός, κάτοικος Αθηνών

πηγή
 pemptousia.gr

Κυριακή 1 Απριλίου 2012

Ο π. Ιάκωβος Τσαλίκης. π. Κυρίλλου,Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ

 

p. kirillos.jpg27039_103398766357993_100000636091088_101030_2219054_n.jpg










Ο γέροντας γεννήθηκε στις 5 Νοεμβρίου 1920 από ευσεβείς γονείς. Την Θεο­δώρα από το Λιβίσι της Μικράς Ασίας και τον Σταύρο από την Ρόδο. Η οικογένεια της μητέρας του ήταν γνω­στοί στο Πατριαρχείο, ευερ­γέτες των σχολείων της Μάκρης και με σπουδαία εκκλη­σιαστική παράδοση. Στις αρ­χές του 1922 «Τούρκοι πιάσανε τον πατέρα του ο οποί­ος οδηγήθηκε στα βάθη της Ασίας. Μετά την καταστρο­φή η οικογένεια του ακολού­θησε τον σκληρό δρόμο της προσφυγιάς. Το καράβι τους μετέφερε στην Ιτέα και από εκεί πήγαν στην Άμφισσα Ε­κεί για καλή τους τύχη το 1925 βρήκαν τον πατέρα του μικρού Ιακώβου και μαζί πλέ­ον η οικογένεια μετακινήθη­κε στο χωριό Φαράκλα της Εύβοιας.


Ο μικρός Ιάκωβος ή­ταν επτά χρονών και είχε μά­θει απέξω την θεία Λειτουρ­γία χωρίς να γνωρίζει γράμ­ματα. Το 1927 πήγε σχολείο και διακρίθηκε για τις επιδό­σεις του. Η αγάπη του για την εκκλησία ήταν έκδηλη. Την ί­δια χρονιά εμφανίσθηκε μπροστά του η Αγία Παρασκευή και του φανέρωσε το λαμπρό εκκλησιαστικό του μέλλον ενώ συχνά διάβαζε ευχές, προσευχόταν και θε­ράπευε συγχωριανούς του. Το 1933 τελείωσε το δημοτικό αλλά οι οικονομικές δυσκολίες της οικογένειας του δεν του επέτρεψαν να συνεχίσει στο γυμνάσιο. Ακολούθησε τον πατέρα του στην δουλειά του.

Ο μητροπολίτης Χαλκίδος εντυπωσιασμένος από το ψάλσιμο του τον χειροθέτησε αναγνώστη. Από το 1938 και μετά η ζωή του ήταν καθαρά ασκητική. Έτρωγε λί­γο, κοιμόταν ελάχιστα, προ­σευχόταν συνεχώς και δού­λευε σκληρά. Τα βάσανα και οι κακουχίες της κατοχής τα­λαιπώρησαν τους άτυχους πρόσφυγες. Τον Ιούλιο του 1942 πέθανε η μητέρα του προλέγοντας του ότι θα γίνει ιερέας.

Το 1947 ο Ιάκωβος πήγε στρατιώτης. Τα πειράγ­ματα των συναδέλφων του που του είχαν βγάλει το παρατσούκλι ο «πάτερ Ιάκω­βος» αλλά και ο χλευασμός τους δεν τον πτοούσαν. Ο δι­οικητής του τον εκτιμούσε ι­διαίτερα και ήταν από τους λίγους που κατάλαβε το λαμπρό μέλλον που θα είχε το νεαρό προσφυγόπουλο. Με­τά την απόλυση του από το στρατό (1949) ο Ιάκωβος σε ηλικία 29 χρονών χάνει και τον πατέρα του. Ο αγώνας του τώρα για να αποκατα­στήσει την αδελφή γίνεται εντονότερος, χωρίς όμως να παραμελεί αυτό το οποίο πο­θεί από τα παιδικά του χρό­νια. Να γίνει μοναχός.

Έχοντας εκπληρώσει την επιθυμία της μητέρας του, να παντρέψει την αδελφή του το Νοέμβριο του 1952 προ­σέρχεται στο μοναστήρι του Οσίου Δαβίδ στις Ροβιές, για να εκπληρώσει και την δική του επιθυμία Σε ηλικία 32 ε­τών πλέον ο Ιάκωβος γίνεται δόκιμος μοναχός και στις 19 Δεκεμβρίου 1952 στην Χαλ­κίδα ο Μητροπολίτης Γρηγόριος τον χειροτόνησε ιερέα. Έτσι συνέχισε η ζωή του α­σκητή Ιάκωβου, εργασία στο μοναστήρι, προσευχή στο ασκητήριο του Οσίου Δαβίδ, οι θεοπτίες και θαύματα τα ο­ποία με τον καιρό πλήθαιναν. Ο βαθμός άσκησης του ήλθε σε υψηλά πνευματικά επίπε­δα και πολλές φορές οι δαί­μονες τον έδειραν βάναυσα. Ο ίδιος έβλεπε και συνομι­λούσε συχνά με τους οσίους Δαβίδ και Ιωάννη Ρώσο, ενώ το προορατικό του χάρισμα ήταν σπουδαίο. Τον Αύγου­στο του 1963 με θαυμαστό τρόπο ταΐσε με δυόμισι οκά­δες μανέστρα, 75 εργάτες με πλουσιοπάροχες μερίδες και περίσσεψε και μισή κα­τσαρόλα.!

Στις 25 Ιουνίου 1975 ο γέροντας Ιάκωβος ανέλαβε το πηδάλιο της μονής της μετανοίας του. Από την λιτοδίαιτη και ασκητική ζωή η υγεία του άρχισε να κλονίζεται. Οι φλέβες του ποδιών του ήταν σάπιες, έκανε εγ­χείριση Βουβωνοκήλης, σκω­ληκοειδίτιδας, προστάτη, καρδιάς και σύμφωνα με τις μαρτυρίες του καθηγητή Κρεμαστινού που του έβαλε τον βηματοδότη «..η θεία δύνα­μη κρατούσε τον παππού..».

Από το 1990 και μετά ο γέ­ροντας δεν είχε πλέον δυ­νάμεις και οι κρίσεις στην υ­γεία του αυξήθηκαν. Τον Σεπτέμβριο του 1991 μετά από μικροεμφράγματα νοσηλεύθηκε στο Γενικό Κρατικό. Ε­πιστρέφοντας στην μονή έ­παθε φλεγμονή η οποία εξε­λίχτηκε σε πνευμονία Ο ίδιος είχε διαισθανθεί το τέλος του. Το πρωί της 21ης Νοεμ­βρίου 1991 πήγε στην ακο­λουθία, έψαλε και κοινώνη­σε. Μετά εξομολόγησε μερικούς πιστούς και έκανε τον γύρο της μονής εσωτερικά και εξωτερικά. Το μεσημέρι εξομολόγησε μία πνευματι­κή του κόρη, ενώ τον υποτα­κτικό του Ιλαρίωνα, τον οποίον εκείνη την μέρα θα χει­ροτονούσε σε ιεροδιάκονο ο μητροπολίτης Χαλκίδος. Μό­λις ήλθαν οι πατέρες ο γέ­ροντας προσπάθησε να σηκωθεί, αλλά ζαλίστηκε. Η αναπνοή του βάρυνε, ο σφυγ­μός του εξασθένησε και από τα χείλη του βγήκε ένα μικρό φύσημα. Ο γέροντας είχε πά­ρει πλέον τον δρόμο για την μακαρία ζωή.

Οι λαϊκοί που ειδοποιήθηκαν γη την κηδεία του ήταν ελάχιστοι. Τα τηλέ­φωνα πήραν φωτιά ο ένας στον άλλο μετέδιδαν το θλι­βερό γεγονός. Την επόμενη μέρα χιλιάδες κόσμου κατέ­κλυσαν το μοναστήρι, κληρι­κοί όλων των βαθμίδων, πνευματικοπαίδια του γέροντα από όλη την Ελλάδα, ήλθαν να δώσουν τον τελευταίο α­σπασμό. Η αυλή της μονής ή­ταν κατάμεστη. Η νεκρώσι­μος ακολουθία εψάλη στο ύ­παιθρο και μετά από τους επικήδειους λόγους, ο πρώην Κεφαλληνίας Προκόπιος εί­πε να υψώσουν το φέρετρο ψηλά να δουν οι πιστοί τον Όσιο γέροντα. Μόλις εφάνη το ιερό λείψανο με μία φωνή οι χιλιάδες των πιστών κραύ­γασαν « Άγιος, Άγιος». Σήμερα 10 χρόνια ακριβώς με­τά από εκείνη την ημέρα που γράφονται οι γραμμές αυτές, έχει γίνει πλέον πεποίθηση σε όλη την Ελλάδα ότι ο γέ­ροντας Ιάκωβος με τα δεκά­δες μετά θάνατον του θαύ­ματα, έχει καταταγεί στην χο­ρεία των Αγίων. Μένει να το αντιληφθούν και οι εκκλη­σιαστικοί μας ταγοί και να του δώσουν και αυτοί την θέση που του αρμόζει και επί­σημα στην ιεραρχία της Ορ­θόδοξης Εκκλησίας.

Εμείς αιτούμεθα από τον γέροντα Όσιο Ιάκωβο να μας προστα­τεύει και να πρεσβεύει υπέρ ημών στον Κύριο και Θεό μας.


Πηγή: www.zoiforos.gr

του Αρχιμανδρίτη π. Κυρίλλου,
Καθηγουμένου Ιεράς Μονής Οσίου Δαυίδ Ευβοίας
Από το περιοδικό «ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ»