Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τετάρτη 19 Μαρτίου 2014

῾Η μνημόνευση τῶν ὀνομάτων στήν Προσκομιδή. ΑΠΟΚΑΛΥΨΕΙΣ ΕΜΠΕΙΡΙΩΝ Γέροντος Ἰακώβου

 

gerontas-iakobos
–Τά σα­ραν­τα­λε­ί­τουρ­γα παι­διά μου ἔ­χου­νε με­γά­λη ἀ­ξί­α γιά τίς ψυ­χές τῶν ἀν­θρώ­πων. Γιά το­ύς ζῶν­τες καί το­ύς τε­θνε­ῶ­τας.
Ἄν εἴ­χα­τε ἀ­κο­ύ­σει, πρό ἐ­τῶν, ἕ­να κα­ρά­βι πού βυ­θί­στη­κε ἐ­δῶ στήν Κρή­τη τό »Ἡράκλειο»…
Λοι­πόν, μί­α γυ­ναῖ­κα μέ πῆ­ρε. Πῆ­ρε τη­λέ­φω­νο, καί λέ­ει:
-Πάτερ, οἱ συγ­γε­νεῖς μας πνί­γη­καν στό κα­ρά­βι.
– Τήν ρώτησα: Δέν θά κά­νης μνη­μό­συ­νο στόν ἄν­δρα σου, στούς συγ­γε­νεῖς σας;
– Μπά… δέν χρει­ά­ζον­ται τά μνη­μό­συ­να, λέ­ει. Ἐ­γώ ἔ­δω­σα 5.000 στό Ὀρ­φα­νο­τρο­φεῖ­ο τῆς Χαλ­κί­δος. Τό ἴ­διο εἶ­ναι. Πάτερ μου, ἐ­σύ τί λές γι᾿ αὐ­τό;
– Λέω, ἄ­κου­σε παι­δί μου νά σοῦ πῶ, ἐ­φό­σον μέ ρω­τᾶ­τε. Ἄλ­λο, παι­δί μου, ἡ προ­σευ­χή και ἄλ­λο ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη. Ἄλ­λο, μέ συγ­χω­ρεῖ­τε, ἡ προ­σευ­χή πού κά­νου­με μέ τό μνη­μό­συ­νο. Δι­ό­τι, ἔ­τσι τά βρή­κα­με. Ἔ­τσι εἶ­ναι. Καί ἀ­πό το­ύς Ἀ­πο­στο­λι­κο­ύς χρό­νους, ἀλ­λά, καί ἀ­πό τίς ἡ­μέ­ρες πού ἦ­ταν ὁ Μωϋσῆς, ὁ Προ­φή­της τῆς Π. Δι­α­θή­κης. Ὅ­ταν ἀ­πέ­θα­νε, λέ­ει, δί­ναν ἐ­λε­η­μο­σύ­νες καί κἄ­ναν μνη­μό­συ­να… καί αὐ­τά δί­ναν τό­τε. Γιά τήν ψυ­χή τοῦ Μω­ϋ­σῆ καί το­ύς Ἁ­γί­ους τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας μας. Αὐ­τά παι­διά μου, εἶ­ναι ἐξ ἀ­μνη­μο­νε­ύ­των χρό­νων. Εἶ­ναι αἰ­ῶ­νες ὁ­λό­κλη­ροι, δεν μπο­ρεῖ κά­ποι­ος να κόψη αὐ­τά τά πράγ­μα­τα.
Γι᾿ αὐ­τό τῆς εἶ­πα καί ᾿γώ ἔ­τσι. Καί ἡ ἐ­λε­η­μο­σύ­νη πι­ά­νει τήν ψυ­χή τοῦ ἀν­θρώ­που. Ἀλ­λά, ἄλ­λο τό μνη­μό­συ­νο, ἡ προ­σευ­χή. Δι­ό­τι βγά­ζουν με­ρί­δα στήν Ἁ­γί­α Πρό­θε­ση καί τίς με­ρί­δες αὐ­τές τίς μεταφέρουν Ἄγγελοι στόν οὐρανό.
– Ἐμεῖς ἐδῶ ση­κω­νό­μα­στε τή νύ­χτα γιά νά μνη­μο­νε­ύ­σου­με αὐ­τά τά ὀ­νό­μα­τα. Ἔχου­με χι­λι­ά­δες ὀ­νό­μα­τα, πε­ρί­που 20-30 χι­λι­ά­δες ὀ­νό­μα­τα. Εἶ­ναι εὐ­ερ­γέ­ται τοῦ Μο­να­στη­ριοῦ πρίν 38 χρό­νια πού ἦρ­θα στό Μο­να­στή­ρι. Ἄλ­λος μέ ἔ­δω­σε αὐ­τό τό πο­τη­ρά­κι, ἄλ­λος αὐ­τό τό φλυ­τζα­νά­κι, αὐ­τό τό νάϋλον, ἄλ­λος τή λάμ­πα, ἄλ­λος μία εἰ­κο­νί­τσα, ἄλ­λος ἕ­να κα­δρά­κι, ἄλ­λος ἐ­κεῖ­νον τόν μπου­φέ, ἄλ­λος ἕ­να ρο­λό­ϊ, καί ἔ­χω τά ὀ­νό­μα­τά τους ἀ­πό τό 1952 πού χει­ρο­το­νή­θη­κα ἱ­ε­ρέ­ας τοῦ Ὑ­ψί­στου καί τά μνη­μο­νε­ύ­ω. Αὐ­τοί φύ­γαν ἀπ᾿ τή ζωή, οἱ πε­ρισ­σό­τε­ροι.
Τά σα­ραν­τα­λε­ί­τουρ­γα παι­διά μου βοηθοῦν πολύ. Ἔχει με­γά­λη ἀ­ξί­α ἡ με­ρί­δα πού μοι­ρά­ζει ὁ ἱ­ε­ρέ­ας καί δι­α­βά­ζου­με αὐ­τά τά ὀ­νό­μα­τα. Τά πα­ίρ­νει κά­θε πρωΐ Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου, δι­ό­τι τήν ὥ­ρα πού ἀρ­χί­ζει ἡ προ­σκο­μι­δή κα­τε­βα­ί­νουν Ἄγ­γε­λοι Κυ­ρί­ου. Ὁ ἅ­γιος Ἰ­ω­άν­νης ὁ Χρυ­σό­στο­μος ἔ­βλε­πε τήν ὥρα πού ἄρ­χι­ζε ἡ προ­σκο­μι­δή, ἀπ᾿ τή σκε­πή ἀ­πά­νω τῆς Ἐκ­κλη­σί­ας, νά πε­τᾶ­νε λευ­κο­φό­ρα παλ­λη­κά­ρια, Ἄγ­γε­λοι Κυ­ρί­ου. Καί σέ κά­θε Χρι­στια­νό στε­κό­ταν Ἄγ­γε­λος Κυ­ρί­ου, ὁ φύ­λα­κας τοῦ ἀν­θρώ­που, τῆς ζω­ῆς του. Καί μέ­σα τό Ἱ­ε­ρό γε­μᾶ­το Ἄγ­γε­λοι καί ἔ­παιρ­ναν τήν ἀ­να­φο­ρά αὐ­τή, τήν πᾶ­νε στόν θρό­νο τοῦ Θε­οῦ. Ἔ­τσι παι­διά μου εἶ­ναι αὐ­τά, για­τί <ἐν τῷ Ἅ­δη οὐκ ἔ­στι με­τά­­νοια>, τά ᾿λε­γε ἕ­νας Πα­τρι­άρ­χης.
Πρέ­πει νά εἴ­μα­στε ὅ­λοι ἅ­γιοι, ἔ­λα ὅ­μως πού εἴ­μα­στε καί ἄν­θρω­ποι. Ἐ­μεῖς ἔ­χου­με ἀ­νάγ­κη ἀ­πό τήν Ἐκ­κλη­σί­α, δι­ό­τι ὁ ἱ­ε­ρέ­ας εἶ­ναι ἀ­νώ­τε­ρος καί ἀ­πό τόν Βα­σι­λέ­α.

(Ἀπομαγνητοφωνημένη συζήτηση)

Επιμέλεια. ΡΩΜΝΙΟΣ
fdathanasiou.wordpress.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου