Τι πλέον θέλεις;
Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.
Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.
Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.
Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.
Τι πλέον θέλεις;
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ετικέτες 3
Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014
Αγραφα Ευρυτανίας Το Μοναστήρι της Παναγίας Τροβάτου
Είναι γεγονός πως το χωριό μας, το Τροβάτο Ευρυτανίας, είναι ελάχιστα γνωστό. Θα κυριολεκτούσαμε, αν λέγαμε, πως την όποια αναφορά του σ' αυτό την οφείλει στο ιστορικό μοναστήρι της κοίμησης της Θεοτόκου ή της Παναγίας, όπως μας είναι γνωστό.
Ο σημερινός επισκέπτης αντικρίζει ένα επισκευασμένο μοναστήρι. Οι αιώνες που πέρασαν από τότε που κτίστηκε, αλλά και η έλλειψη φροντίδας γι' αυτό το είχαν καταστήσει ετοιμόρροπο. Τα τελευταία χρόνια επισκευάστηκε με τη φροντίδα των χωριανών και του παπα-Πέτρου, αλλά χωρίς ν' αποφευχθεί η αλλοίωση της φυσιογνωμίας του.
ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ
Δεν έχουμε, δυστυχώς, σαφείς πληροφορίες ούτε άλλα στοιχεία από τα οποία θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε με βεβαιότητα στην ακριβή και αδιαμφισβήτητη χρονολογία ίδρυσής του. Εικάζουμε πως χτίστηκε την τελευταία δεκαετία του 16ου αιώνα και πάντως πριν το 1600 από το λογιότατο ιερομόναχο Αντώνιο, ο οποίος καταγόταν από το Τροβάτο. Το μοναστήρι του οποίου σήμερα σώζεται το καθολικό, είναι μονόχωρος ναός, τρίκογχος με δίρριχτη στέγη, χωρίς τρούλο. Ο Αντώνιος μάς είναι γνωστός, γιατί υπήρξε διδάσκαλος του Ευγένιου Αιτωλού, ο οποίος έφτασε στο μοναστήρι αυτό περί το 1612. Αυτή είναι και η παλιότερη πληροφορία που έχουμε για το μοναστήρι, το οποίο, βέβαια, το 1612 είχε πια αποκτήσει σημαντική φήμη.
Την ίδρυση του μοναστηριού θα πρέπει να τη δούμε ως αποτέλεσμα της προσπάθειας που είχε καταβάλει το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στο β' ήμισυ του 16ου αιώνα για τη διάδοση και διδασκαλία των ιερών γραμμάτων.
Αποτέλεσμα της προσπάθειας αυτής ήταν και η Σύνοδος που έγινε στο Μετόχι του Αγίου Τάφου, το 1593, από τον Πατριάρχη Κωνσταντινούπολης Ιερεμία Β'. Σ' αυτή τη Σύνοδο τονίσθηκε η ιερή υποχρέωση της εκκλησίας για συνεχή καλλιέργεια της Πίστης και της Παιδείας. Ειδικότερα όρισε "Εκαστον Επίσκοπον εν τη εαυτού παροικία φροντίδα και δαπάνην την δυναμένην ποιείν, ώστε τα θεία και ιερά γράμματα διδάσκεσθαι, βοηθείν δε κατά δύναμιν τοις εθέλουσι διδάσκειν και μαθείν προαιρουμένοις, εάν των επιτηδείων χρείαν έχωσιν". Μετά τη Σύνοδο αυτή και με την έντονη προτροπή του Πατριαρχείου υπήρξε μια δραστηριοποίηση και ένας οργασμός σ' όλη τη χώρα σχετικά με την ίδρυση μονών και τη διατήρηση των ιερών γραμμάτων και της χριστιανικής πίστης. Η ανέγερση μοναστηριών ήταν, φυσικά, κυρίαρχη επιδίωξη γιατί μέσα σ' αυτά θα διατηρούνταν η παράδοση της Φυλής μας και θα συντελούσαν στη διατήρηση και διάδοση της χριστιανικής πίστης.
Πρώτος μοναχός και οικιστής αναμφισβήτητα ήταν ο λογιότατος Αντώνιος που καταγόταν, όπως προανέφερα, από το Τροβάτο. Το μοναστήρι αυτό εξαρχής είχε πολύτιμη και πολύπλευρη προσφορά. Πέρα από την αυτονόητη θρησκευτική του προσφορά, επιτέλεσε και σημαντικό κοινωνικό έργο. Αποτέλεσε καταφυγή για τους αδύνατους και δεινοπαθούντες, καταφύγιο για τους διωκόμενους και κατατρεγμένους από τους Τούρκους Έλληνες, αλλά και σκέπη για όσους ήθελαν ν' απαλύνουν την ψυχή τους. Εκεί, ακόμη, προσέτρεχαν και οι κάτοικοι της περιοχής Τροβάτου και των περιχώρων κάθε φορά που ήθελαν ν' αντλήσουν δύναμη, ελπίδα και αισιοδοξία, αλλά και κάθε φορά που ήθελαν να καθησυχάσουν την ένοχη συνείδησή, γιατί αισθάνονταν τον έλεγχό της, για τυχόν παρεκτροπές στην καθημερινή τους ζωή.
Η Μονή, παράλληλα με τη θρησκευτική και κοινωνική της προσφορά, από τα πρώτα ακόμη χρόνια της ίδρυσής της, λειτουργούσε και ως σχολείο κοινών γραμμάτων αλλά και ευρύτερης παιδείας και διέθετε πλήθος χειρόγραφων βιβλίων, την τύχη των οποίων δε γνωρίζουμε σήμερα. Και σ' αυτή τη Μονή-Σχολείο, που ήταν και η πρώτη πνευματική εστία, το πρώτο πνευματικό κέντρο όχι μόνο για το Τροβάτο, αλλά και την ευρύτερη περιοχή των Αγράφων την περίοδο αυτή, φοιτούσε μεγάλος αριθμός μαθητών, όχι μόνο από το Τροβάτο αλλά και από τα Βραγγιανά και το Βελισδόνι, καθώς και παιδιά άλλων οικογενειών από ημιορεινές και πεδινές περιοχές, που είχαν συρρεύσει στην περιοχή για ν' αποφύγουν τα δεινά της τουρκοκρατίας.
Για τον Αντώνιο δεν ξέρουμε ούτε πού σπούδασε ούτε τι σπούδασε. Παλαιότερη πληροφορία γι' αυτόν έχουμε από τον Αναστάσιο Γόρδιο το Βραγγιανίτη (1654-1729), αγαπημένο μαθητή και συνεχιστή του έργου του Ευγένιου Γιαννούλη. Ο Αναστάσιος Γόρδιος αναφέρει ότι ο Αντώνιος "ο εκ Τροβάτου" ήταν ο πρώτος αξιόλογος διδάσκαλος του Γιαννούλη. Ειδικότερα, στη βιογραφία του Ευγένιου Γιαννούλη, ο Γόρδιος αναφέρει ότι, όταν ο σοφός δάσκαλος του ήταν 15 ετών, επειδή η μητρυιά του "χαλαπώς προς αυτόν εφέρετο" έφυγε κρυφά από το πατρικό του σπίτι και πήγε στη μονή Βλοχού, για ν' ακολουθήσει το μοναχικό βίο. Από τη μονή Βλοχού τον παρέλαβε ο ιερομόναχος Αρσένιος, ο εξ Αγράφων, και μαζί έφτασαν στη μονή της Παναγίας Τροβάτου. Στη μονή αυτή βρήκε ο Ευγένιος δυο αξιόλογους ιερομόναχους. τον Αντώνιο από το Τροβάτο και τον Βαρθολομαίο από κάποιο χωριό Αισώπου Νίκη του Αιτωλικού. Οι δυο ιερομόναχοι είχαν μεγάλη φήμη τόσο για την πνευματική τους καλλιέργεια, όσο και για την καλοσύνη τους. Ο Ευγένιος, φιλομαθής όπως ήταν, κοντά στον Αντώνιο έμαθε τα πρώτα γράμματα, την εκκλησιαστική τάξη και τη βυζαντινή μουσική.
Ο Γιαννούλης παρέμεινε στη μονή της Παναγίας Τροβάτου από το 1612 ως το τέλος του 1618. Το 1616 πήγε στο μοναστήρι της Τατάρνας για λίγο, χειροτονήθηκε διάκονος και επανήλθε στη μονή της Παναγίας. Το 1618 ταξίδεψε με τον Αρσένιο στο Άγιον όρος και το 1619 επανήλθε αμέσως στη μονή της Παναγίας Τροβάτου, μετά την πληροφόρησή του ότι ο Αρσένιος σφάχτηκε από Άραβες πειρατές, και το ίδιο έτος μαζί με τον Αντώνιο και το Βαρθολομαίο έφυγαν για το θεοβάδιστον όρος Σινά και τους Αγίους Τόπους. Στα τέλη του 1622 ή αρχές του 1623 ο Γιαννούλης επανήλθε στο μοναστήρι. Το 1624 έφυγε για σπουδές στη Σχολή των Ελληνικών Γραμμάτων στα Τρίκαλα και περί το τέλος του 1625 επανήλθε στη μονή κοντά στους αγαπημένους του δασκάλους. Έφυγε ύστερα, με την ενθάρρυνση του Αντωνίου και Βαρθολομαίου, για σπουδές στην Κεφαλλονιά, κοντά στον πολύ Παΐσιο Μεταξά, πιθανότατα το 1628 και από εκεί συνέχισε την υπόλοιπη λαμπρή σταδιοδρομία του.
Ο Ευγένιος Γιαννούλης έφυγε από τη μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου Τροβάτου σε ηλικία άνω των τριάντα ετών, ενώ είχε πρωτοέλθει στη μονή σε ηλικία δεκαπέντε ετών. Επομένως, ο Ευγένιος Γιαννούλης στη μονή Τροβάτου "γράμμασι επαιδεύετο" και εκεί πέρασε εκείνα τα χρόνια της ζωής του που ήταν τα προσφορότερα για αφομοίωση και μάθηση* εκείνα τα χρόνια της ζωής του που οι προσλαμβάνουσες ικανότητες για μάθηση βρίσκονταν στην καλύτερή τους ώρα, στην κορύφωσή τους. Αυτός είναι και ο λόγος που μπορούμε να υποστηρίξουμε με βεβαιότητα ότι στη μονή της Κοίμησης της Θεοτόκου Τροβάτου ο Ευγένιος Γιαννούλης απέκτησε το ουσιαστικό πνευματικό του υπόβαθρο και ότι στη μονή αυτή διαμόρφωσε το χαρακτήρα του και σφυρηλάτησε την προσωπικότητά του.
Για τον Αντώνιο γνωρίζουμε ακόμη πως με δαπάνη του αγιογραφήθηκε ο ναός. Σήμερα σώζονται λίγες τοιχογραφίες. Ιδιαίτερα οι τοιχογραφίες του βόρειου τοίχου έχουν καταστραφεί από την άστοχη ανθρώπινη παρέμβαση. Έχουν αποξεστεί οι περισσότερες αγιογραφίες του βόρειου τοίχου και το μέρος έχει καλυφτεί με τσιμέντο. Η αγιογράφηση ήταν βυζαντινότροπη και οι τοιχογραφίες είχαν ως θέματα: α} Τη γέννηση της Θεοτόκου, β} Τον Ιησού δωδεκαετή στο ναό, γ) Την είσοδο στα Ιεροσόλυμα, δ} Την κοίμηση της Θεοτόκου, ε) Το Μυστικό Δείπνο, στ) την Πεντηκοστή, ζ) την Άκρα Ταπείνωση η) τον Άγιο Ιγνάτιο το Θεοφόρο, θ) τον Άγιο Ιάκωβο, ι) τον Άγιο Ιωάννη το Χρυσόστομο, ια) τον Άγιο Βασίλειο τον Ουρανοφάντορα κ.ά.π.
Η αγιογράφηση ήταν έργο των αγιογράφων Ιωάννου και ετέρου Ιωάννου, μεταξύ των οποίων πρέπει να υπάρχει σχέση διδασκάλου και μαθητή, και έγινε το 1644, όπως πληροφορεί η κτητορική επιγραφή του ναού που υπάρχει πάνω από την δυτική είσοδο του ναού. Έχει δε ως εξής:
[ΙΣΤΟΡ]ΗΘΗ Ο ΘΕΙΟΣ ΟΥΤΟΣ Κ(ΑΙ) ΠΑΝΣΕΠΤΟΣ ΝΑΟΣ ΤΗΣ ΥΠΕΡΑΓΙ(ΑΣ) ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΙ ΑΕΙΠΑΡΘΕΝΟΥ ΜΑΡΙ(ΑΣ) [ΔΙΑ] ΔΑΠΑΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΝΔΡΟΜΗΣ ΤΟΥ ΠΑΝΟΣΙΩΤΑΤΟΥ [ΚΑΙ] ΛΟΓΙΩΤΑΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΔΑΣΚΑΛΟΥ ΚΥΡΟΥ ΑΝΤΩΝΙΟΥ ΙΕΡ(ΟΜΟΝΑ)ΧΟΥ [ΠΑΤ]ΡΙΑΡΧΟΥΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΑΓΙΩΤΑΤΟΥ Κ(ΑΙ) ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ ΚΥΡΟΥ ΠΑΡΘΕΝΙΟΥ ΑΡΧΙΕΡΑΤΕΥΟΝΤΟΣ ΤΟΥ ΠΑΝΙΕΡΩΤΑΤΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΦΑΝΑΡΙΟΥ Κ(ΑΙ) ΝΕΟΧΩΡΙΟΥ ΚΥΡΟΥ ΕΥΘΥΜ(ΙΟΥ) Σεπ/μβρίου κε. Δια χειρός ημών Ιωάννου κ(αι) ετέρου Ιωάννου έτη από θεογονίας ΄αχμδ.
Το μοναστήρι συνέχισε τη δημιουργική του δράση όλο το 17ο αιώνα. Οπωσδήποτε πρέπει να συμπεράνουμε πως άρχισε να περιορίζεται η προσέλευση των μοναχών και να περιορίζεται, επομένως, και η φήμη του μοναστηριού, όταν άρχισε ν' αναπτύσσεται το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής στα Βραγγιανά, και πολύ περισσότερο, όταν εγκαταστάθηκε σ' αυτό ο Ευγένιος Γιαννούλης, το 1662, και ιδρύθηκε η μεγάλη Σχολή, "Το Ελληνομουσείον των Αγράφων" στο οποίο δίδαξε ο Γιαννούλης μέχρι το 1673. Η φήμη της Σχολής αυτής των Βραγγιανών ήταν τόσο διαδεδομένη, ώστε η προσέλευση μαθητών ήταν εντυπωσιακά μεγάλη. Η φήμη της μάλιστα συνεχίστηκε και μετά το θάνατο του Γόρδιου το 1729 και ως τα Ορλωφικά.
Είναι φυσικό η φήμη της μονής της Παναγίας Τροβάτου να επισκιαστεί από την ακτινοβολία του " Ελληνομουσείου των Αγράφων". Εξάλλου η απόσταση μεταξύ των δύο μονών δεν ήταν μεγάλη και ήταν επόμενο η υπερβολική ανάπτυξη της μιας να επηρεάσει αρνητικά τη δραστηριότητα της άλλης.
Η προσφορά του μοναστηριού δεν πρέπει να περιοριστεί μόνο στον πρωταρχικό ρόλο που έπαιξε στη διαμόρφωση της προσωπικότητας ενός από τους μεγαλύτερους και σοφότερους διδασκάλους, του Ευγένιου Γιαννούλη, ο οποίος τόσα πρόσφερε στο υπόδουλο έθνος, αλλά επιβάλλεται να τονιστεί ιδιαίτερα η προσφορά του μοναστηριού της Παναγίας στους κατοίκους της περιοχής σε εκείνους τους δύσκολους χρόνους της δουλείας του Έθνους. Αποτέλεσε καταφύγιο πιστών και κιβωτό για τη διάσωση και διάδοση της χριστιανικής πίστης. Ακόμα υπήρξε ο θεματοφύλακας των παραδόσεων του έθνους μας και θέρμαινε την ελπίδα της απελευθέρωσης της πατρίδας στους ορεσίβιους κατοίκους της περιοχής. Οι ίδιοι, βέβαια, δε ζούσαν την έντονη καταπίεση των Τούρκων, γιατί δεν πατούσε εύκολα Τούρκος εκεί, αλλά η υπόλοιπη Ελλάδα στέναζε κάτω από τον τούρκικο ζυγό.
Στο χώρο αυτό κάθε 15η Αυγούστου, στη γιορτή της Παναγίας, αντάμωναν οι Τροβατιανοί, αλλά και άλλοι κάτοικοι των γύρω περιοχών και εκεί ζωντάνευαν τα όνειρα για Λευτεριά και Ανεξαρτησία. Η μονή ήταν το λίκνο που γαλήνευε τις ψυχές των κατοίκων και τους γαλουχούσε με τις υψηλές αξίες της Φυλής μας. Και όταν ήρθε η πολυπόθητη Λευτεριά, μα και σήμερα ακόμη, το μοναστήρι συνέχισε και συνεχίζει να αποτελεί τόπο προσκυνήματος και ανταμώματος των Τροβατιανών κάθε 15η Αυγούστου που γιορτάζει η Μεγαλόχαρη.
Η μονή αυτή "ένθα τον ασκητικόν δίαυλον ιερά και θαυμασία τις διήνυε ξυνωρίς Αντώνιος και Βαρθολομαίος", που φιλοξένησε τον περίφημο Ευγένιο Γιαννούλη, αλλά και που θέρμαινε τις ψυχές των προγόνων μας, πρέπει ν' αποτελεί για μας όχι μόνο τόπο προσκυνήματος, αλλά και τόπο μνήμης και εθνικής αναβάπτισης.
Σήμερα το μοναστήρι της Παναγίας, το ζωντανό και εύγλωττο αυτό μνημείο της Ιστορίας μας, χρήζει ιδιαίτερης μέριμνας και επιβάλλεται να καταβληθεί κάθε δυνατή προσπάθεια ν' αποκαλυφτεί, ν' αποκατασταθεί και να συντηρηθεί η ιστόρηση (αγιογράφηση) του ναού, και να ληφθούν μέτρα, ώστε να διατηρηθεί εφεξής αναλλοίωτο τόσο από την άστοχη ανθρώπινη επέμβαση, όσο και από τον πανδομάτορα χρόνο* το οφείλουμε στην Ιστορία μας* το οφείλουμε στις επερχόμενες γενιές.
Ιδιαίτερα το Υπουργείο Πολιτισμού, μέσω των υπηρεσιών του, οφείλει να αναλάβει, με γενναία χρηματοδότηση και επιστημονική συνδρομή, τη συντήρηση και ανάδειξη του μοναστηριού.
( του Παναγιώτη Β. Σαλαγιάννη, φιλολόγου ) psalagiannis@yahoo.gr
( Από το υπό έκδοση βιβλίο του Παναγιώτη Β. Σαλαγιάννη: " Το Τροβάτο Αγράφων " )
πηγή
Έάν προσέχετε,θά δικαιούσθε την θεία επέμβαση σε κάθε επίθεση του εχθρού
Σήμερα είναι καιρός νά ετοιμασθούν οι ψυχές, γιατί, άν συμβή κάτι, δέν ξέρω τί θά γίνη. Είθε νά μην έπιτρέψη ό Θεός νά έρθουν δύσκολες μέρες, αλλά άν έρθουν, μέ έναν μικρό σεισμό, μέ ένα τράνταγμα, θά σωριάσουν ολόκληρες αδελφότητες, ολόκληρα μοναστήρια, γιατί ό καθένας θά πάη νά σώση τόν εαυτό του και θά τραβήξη τήν πορεία του.
Χρειάζεται πολλή προσοχή, γιά νά μη μας εγκατάλειψη ό Θεός. Οί ψυχές νά έχουν κάτι πνευματικό. Αυτό σας τιμάει. Θά γίνη μεγάλο τράνταγμα.
Τόσα σας λέω, τόσο σκληρά έχω μιλήσει! Έμενα κάτι νά μου έλεγαν, θά προβληματιζόμουν, θά σκεφτόμουν γιατί μού το είπαν, τί ήθελαν. Γιά νά μήν πω βράδυα, ένα βράδυ δέν θά κοιμόμουν.
Άν δέν έβλεπα τά δύσκολα χρόνια πού έρχονται, δέν θά ανησυχούσα τόσο. Άλλα αυτό πού βλέπω είναι ότι αργότερα θά δυσκολευθήτε πολύ. Δέν μέ καταλαβαίνετε. Τότε θά μέ καταλάβετε.
- Άν βρεθή, Γέροντα, μόνος του κανείς σέ δύσκολα χρόνια, τί θά κάνη; - Αρχισε τώρα νά κάνης πρώτα υπακοή, νά απόκτησης διάκριση, και τότε θά δούμε. Γι' αυτό είπαμε νά κόψουμε τά κουσούρια πρώτα. Άν έχη κανείς κουσούρια, δέν θά τά βγάλη πέρα. Άν τώρα γκρινιάζη γιά όλα και νομίζη ότι αυτός είναι λεβεντόπαιδο και όλοι οί άλλοι εϊναι χάλια, τότε ...; Κοιτάξτε νά διορθωθήτε, γιά νά δικαιούσθε τήν θεία βοήθεια.
Νά στηριχθήτε ακόμη περισσότερο στον Θεό. Θά έχουμε πιό δύσκολα χρόνια. Ακόμη είναι άγουρα τά φρούτα· δέν ωρίμασαν. Όταν εσείς θά είστε ώριμες πνευματικά, ξέρετε τί θά είστε; Όχυρό. Όχι μόνο γιά έδώ, αλλά θά μπορήτε νά βοηθάτε και πιό πέρα. Γιατί, διαφορετικά, θά έχετε και εσεΐς ανάγκη από ανθρώπινη βοήθεια και προστασία. Και ξέρετε τί κακό είναι ένα μοναστήρι, με ένα σωρό αδελφές, νά έχη ανάγκη από λαϊκούς;
Σήμερα ό μοναχός πρέπει νά ζήση πνευματικά, γιά νά είναι έτοιμος νά ξεπεράση μιά δυσκολία. Νά έτοιμασθή, γιά νά μην τον στενοχωρήση ή στέρηση, γιατί μετά μπορεί νά φθάση στην άρνηση. Θά έρθη εποχή πού θά ξεραθούν τά ποτάμια, όλοι θά διψάσουν, όλοι θά υποφέρουν. Γιά μας τους μοναχούς δεν είναι τόσο φοβερό· εμείς και νά διψάσουμε, πρέπει νά διψάσουμε, γιατί εμείς ξεκινήσαμε γιά κακουχία. «Ο,τι δέν έκανα εκουσίως ως καλόγερος, θά πώ, το κάνω τώρα ακουσίως, γιά νά καταλάβω τί θά πή καλόγερος. Σ' ευχαριστώ, Θεέ μου». Αλλά ό καημένος ό κόσμος! Όταν φθάνουν οι άνθρωποι στο σημείο νά εφευρίσκουν βόμβες πού νά σκοτώνωνται οι άνθρωποι και νά μήν καταστρέφωνται τά κτίρια, τί νά πώ; Όταν είπε ό Χριστός «μιά ψυχή αξίζει όσο ό κόσμος όλος», και αυτοί έχουν τά κτίρια πιο πολύ από όλο τον κόσμο, αυτό είναι φοβερό!
- Γέροντα, νιώθω αγωνία, φόβο, γιά ό,τι μας περιμένει.
- Αυτός ό φόβος μας βοηθάει νά γαντζωθούμε στον Χριστό. Όχι ότι πρέπει νά χαίρεται κανείς γι' αυτήν την κατάσταση πού περιμένουμε, άλλα νά χαίρεται, γιατί θά άγωνισθή γιά τον Χριστό. Δηλαδή δέν θά περάσουμε μιά κατοχή ενός Χίτλερ ή ενός Μουσολίνι, άλλα θά δώσουμε εξετάσεις γιά τον Χριστό.
Δέν είναι ότι θά έχουμε εμείς πολυβόλα, ατομικές βόμβες ανώτερες, και θά νικήσουμε. Τώρα ό αγώνας θά είναι πνευματικός. Θά παλέψουμε μέ τον ίδιο τον διάβολο. Ό διάβολος όμως δέν έχει καμμιά εξουσία, αν δέν του δώσουμε εμείς εξουσία.
Τί νά φοβηθούμε; Αν ήταν Χίτλερ ή Μουσολίνι, ήταν άλλο. Νά μήν υπάρχη φόβος. Νά χαιρώμαστε πού ή μάχη είναι πνευματική. Έάν ζήτε μοναχικά, πατερικά, και προσέχετε, θά δικαιούσθε την θεία επέμβαση σε κάθε επίθεση του εχθρού. Άν υπάρχουν άνθρωποι προσευχής, ταπεινοί, πού έχουν πόνο και αγάπη, είναι κεφάλαια πνευματικά, είναι «βάσεις» πνευματικές. Δυό-τρείς ψυχές νά υπάρχουν σε ένα μοναστήρι πού νά σκέφτωνται τον πόνο των άλλων και νά προσεύχωνται, είναι πνευματικό οχυρό. Καθηλώνουν τά πάντα.
γέροντας Παϊσιος
Τετάρτη 12 Μαρτίου 2014
Fast-food και Σαρακοστή
Τετάρτη βράδυ, νωρίς. Μετά από μια πολύωρη συζήτηση για επαγγελματικά θέματα, ο φίλος – συνεργάτης μου έχει τη φαεινή ιδέα: «Πάμε να τσιμπήσουμε κάτι εδώ δίπλα στα…»;
«Πού, άνθρωπέ μου;», τον ρωτάω. «Τι να φάμε;». Ξέρω ότι νηστεύει, όπως κι εγώ.
«Μην ανησυχείς, έχουν και νηστίσιμα», απαντά γελώντας.
Ακολουθώ χωρίς ιδιαίτερη όρεξη. Μπαίνουμε στο ταχυφαγείο (fast-food
στην βαρβαρική) κι ο φίλος μου απτόητος παραγγέλνει ένα από τα
νηστίσιμα πιάτα που φαίνεται να ξέρει καλά. Γαρίδες με πατάτες, όλα
τηγανιτά. Ζητώ μια πατάτες σκέτη για μένα.
Ο κόσμος είναι πολύς στα ταμεία. Αναγκαστικά, πρέπει να περιμένουμε
αρκετή ώρα για να έρθει η παραγγελία μας. Ο φίλος πάει να πιάσει
τραπέζι κι έτσι στέκομαι μόνος εκεί, ανάμεσα στους αγνώστους και τους
άδειους δίσκους που περιμένουν να γεμίσουν «με αυτές τις βρωμιές», όπως
λέει και μια θεία μου τα «ετοιματζίδικα».
Θες η έμφυτη ανθρώπινη περιέργεια, θες η προσπάθεια να περάσει
ευκολότερα η ώρα της αναμονής, «στήνω αυτί» κι ακούω τις παραγγελίες των
διπλανών. Είμαι ήδη προκατειλημμένος, αφού μουρμουρίζω μέσα μου πως
ημέρες Μεγάλης Τεσσαρακοστής και τα φαστφουντάδικα είναι γεμάτα, από
νεολαία κυρίως που ήρθε να…χλαπακιάσει κρέας, το δίχως άλλο!
«Νηστίσιμα έχετε;», ακούγεται μια φωνή, σπάζοντας τις
ευσεβιστικές σκέψεις μου. Γυρνάω και κοιτάζω σαν κεραυνοβολημένος.
Περιμένω να δω κανέναν…παππού που βρέθηκε τυχαία εδώ, αλλά νά’ σου μια
κοπελίτσα με το αγόρι της δίπλα να παραγγέλνουν! Τι; Γαρίδες και
καλαμαράκια τηγανιτά με σκέτη σαλάτα μαρούλι, άλλη μία επιλογή του
νηστίσιμου μενού του μαγαζιού.
Περιεργάζομαι το νεαρό ζευγάρι. Δεν φαίνεται του…Κατηχητικού, ούτε
συντηρητικό. Το αντίθετο θα έλεγα. «Ε καλά, έτυχε. Σε τόσο κόσμο δεν θα
υπάρχουν κάποιοι που νηστεύουν, ακόμα και νεαροί;», καθησυχάζω τις
σκέψεις μου που απειλούν να γκρεμίσουν τα στερεότυπα των «καλών
Χριστιανών» και των «απίστων» που έχω πλάσει.
Εν τω μεταξύ, δυο άδειοι δίσκοι γεμίζουν με φαγητά. «Ωραία, να
τελειώνουμε σιγά – σιγά με τις άλλες παραγγελίες να έρθει και η σειρά
μας», σκεφτομαι ανακουφισμένος.
Βλέπω το περιεχόμενο των δίσκων: Σκέτη σαλάτα μαρούλι και γαρίδες
με καλαμαράκια! «Καλά, κιόλας έφεραν την παραγγελία των νεαρών που ήρθαν
μετά από μας;», αγανακτώ. Έλα όμως που σηκώνται ένας άλλος νεαρός και παραλαμβάνει την παραγγελία, γελαστός – γελαστός!
«Μπα;», απορώ. «Βρέθηκε και δεύτερος που νηστεύει;», χλευάζω με
ειρωνική διάθεση όχι για τη νηστεία, αλλά λες και μου πήραν
κάποιον…τίτλο ευσεβείας.
Έρχονται σιγά – σιγά και οι άλλες παραγγελίες που προηγούνταν της
δικής μας. Με χαρά παρατηρώ τα μπιφτέκια και τα σάντουιτς που
αποδεικνύουν ότι…τυχαίες περιπτώσεις ήταν τα προηγούμενα νηστίσιμα.
Δυστυχώς (!!!) όμως, αυτό δεν κρατάει πολύ. Να ξανά οι γαρίδες, να τα
καλαμαράκια, να οι σκέτες σαλάτες! Δίπλα μου, ένας νεαρός με
σκουλαρίκι και γεμάτος τατουάζ ζητάει πατάτες…ξερές, μιλώντας φωναχτά
στο κινητό! Παραδίπλα, μια κοπελίτσα ζητά να μάθει αν η «Σαλάτα του
Καίσαρα» είναι…νηστίσιμη!
«Μήπως ήρθαν μαζεμένα τα Κατηχητικά;», σκέφτομαι μισογελώντας, αυτή
τη φορά όχι από χαιρεκακία, αλλά από ικανοποίηση. Γιατί, μα τον Θεό,
δεν είναι φυσιολογικό να είναι περισσότερες οι νηστίσιμες παραγγελίες
από τις αρτύσιμες, σε ένα φαστφουντάδικο στο κέντρο της Αθήνας με μέσο
όρο ηλικίας πελατών τα 25 (και πολύ λέω)…!
Μιας και η δική μου παραγγελία αργεί εκνευριστικά, αποφασίζω να
κάνω το…δημοσιογραφικό μου καθήκον. Πιάνω έναν υπάλληλο που ετοιμάζει τα
πακέτα για delivery και τον ρωτάω:
«Βλέπω έχετε πολλά νηστίσιμα εδώ…Μα τα παίρνει τόσος κόσμος;»
«Δεν μπορείς να φανταστείς τι γίνεται», μου απαντά. «Κι αυτά που
ετοιμάζομαι να πάω τώρα τέτοια είναι. Τουλάχιστον οι μισοί, μπορεί και
παραπάνω, τρώνε νηστίσιμα από την Καθαρά Δευτέρα».
Ευχαριστώντας τον για τις πληροφορίες, αισθάνομαι μια μικρή χαρά
που όλο και μεγαλώνει. Χαίρομαι, όχι βέβαια γιατί επιτέλους – μετά από
ένα εικοσάλεπτο αναμονής – κατέφθασε η παραγγελία και την πάω στο
τραπέζι που έχει πιάσει ο φίλος μου, αλλά γιατί σε ένα μέρος που ποτέ
δεν περίμενα, βρήκα ανθρώπους να αγωνίζονται για τον Χριστό!
Κοιτάζω γύρω μου προσπαθώντας να φτιάξω ένα καλούπι των θαμώνων του ταχυφαγείου: Νέοι
και νέες, από 15 μέχρι 25 συνήθως και κάποιοι τριαντάρηδες σαν εμάς.
Μοντέρνα ντυμένοι, με ενοχλητική οικειότητα μεταξύ των ζευγαριών,
μεγαλόφωνες συζητήσεις, τρανταχτά γέλια, «καφρίλες» που συνηθίζονται σε
αυτές τις ηλικίες. Μπα, δεν θα έλεγα ότι βρίσκομαι σε…Κατηχητικό ή Εκκλησία.
Κι όμως, κοιτώντας τα τραπέζια αυτών των παιδιών, βλέπω
αραδιασμένες τις γαρίδες, τα καλαμαράκια και τις σκέτες σαλάτες.
Περίεργη εικόνα! Εντελώς ξένη με την εποχή μας, εποχή υλισμού, υπερκατανάλωσης και άκρατης αθεΐας.
Σκέφτομαι πως οι άνθρωποι αυτοί, ήρθαν να φάνε μακριά από το
σπίτι τους μαζί με άλλους συνομήλικούς τους. Κανείς δεν τους αναγκάζει
να μην πάρουν κρέας, τυριά και άλλα αρτύσιμα. Δεν υπάρχει εδώ ο
«οπισθοδρομικός» Ιερέας που «κάνει προσηλυτισμό», ούτε οι «αυστηροί
γονείς» που «επιβάλουν στα παιδιά» τις δικές τους συνήθειες, όπως θά’
λεγε κάποιος (αντιδραστικός).
Μόνοι τους, παρέες – παρέες δείχνουν να διασκεδάζουν με αυτές τις
μικρές γαρίδες και τα (κατεψυγμένα) τηγανιτά καλαμαράκια που τρώνε, αντί
για τα γεμάτα λίπος, μπέηκον και τυρί σάντουιτς που καταβροχθίζουν οι
διπλανοί τους.
Θεωρώ αυτή την στάση τους πολύ γενναία, θά’ λεγα ομολογία. Δεν
είναι καθόλου εύκολο να νηστέψει κανείς, ειδικά στη σημερινή εποχή,
ειδικά σε αυτές τις ηλικίες, ειδικά μέσα σε ένα φαστφουντάδικο! Θέλει
δύναμη ψυχής και σώματος,μια μικρή «επανάσταση» απέναντι στο υλιστικό κατεστημένο και την άθεη νοοτροπία που δηλητηριάζουν καθημερινά τη νεολαία.
Κι αναρωτιέμαι: Ποιος τους βοηθάει στον αγώνα τους; Η Εκκλησία, θα
απαντήσουν πολλοί. Σύμφωνοι, υπάρχουν Ιερωμένοι δίπλα στη νεολαία και
σίγουρα θα παροτρύνουν στη νηστεία και σε άλλα θεάρεστα έργα. Όμως, η
πικρή αλήθεια είναι πως εμείς οι Πιστοί, Κλήρος και Λαός, είμαστε
συνήθως απόμακροι, αδιάφοροι, ακόμα και εχθρικοί απέναντι σε αυτά τα
παιδιά που στερούνται για χάρη του Χριστού!
Κλεισμένοι μέσα στο «καβούκι» μας, επαναπαυμένοι στις δάφνες της
δικής μας νηστείας, δεν ενδιαφερόμαστε να δώσουμε κουράγιο και ώθηση
ειδικά στους νέους, να συμμετέχουν στην Ορθόδοξη Ζωή. Μάλιστα, σίγουρα
κάποιοι «ευσεβείς Χριστιανοί» θα μου επιτεθούν γι’ αυτό το κείμενο,
με…επιχειρήματα όπως «τι δουλειά έχει κάποιος που νηστεύει να τρέχει στα
fast-food;» και άλλα παρόμοια.
Θά’ λεγα πώς, όσο βαρύ κι αν ακούγεται, συχνά θυμίζουμε τους Φαρισαίους που κατακεραύνωσε ο Χριστός λέγοντάς τουςΟυαί
υμίν, γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί, ότι κλείετε την βασιλείαν των
ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων· υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε, ουδέ τους
εισερχομένους αφίετε εισελθείν.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να μην στεκόμαστε σαν «μπάστακες»,
παριστάνοντας τους Πιστούς Νηστευτές. Πιθανόν να είμαστε, αλλά καλά θα
κάνουμε να δούμε πώς θα βοηθήσουμε και κάποιον άλλον, πιο αδύναμο, να
νηστεύσει και να αγωνιστεί κι αυτός. Και μπορούμε να το κάνουμε,
δείχνοντας ενδιαφέρον για τους νεότερους αλλά και τους μεγαλύτερους που
θέλουν να ζήσουν εν Χριστώ μα κανείς δεν τους παρακίνησε ή τους είπε πώς
θα κάνουν κάτι τέτοιο.
Ας πούμε εμείς μια καλή κουβέντα, έναν λόγο πραγματικά χριστιανικό επιτέλους! Ακόμα και σε κάποιο ταχυφαγείο…!
Αληθινή Ιστορία – Γράφει ο Δημήτρης Σωτηρόπουλος
Μερικοὶ γονεῖς κατευθύνουν τὰ παιδιά τους πρὸς τὸ δικό τους ἐπάγγελμα, καὶ μάλιστα πολλὲς φορὲς γίνονται πιεστικοί.
-Γέροντα, μερικοὶ γονεῖς κατευθύνουν τὰ παιδιά τους πρὸς τὸ δικό τους ἐπάγγελμα, καὶ μάλιστα πολλὲς φορὲς γίνονται πιεστικοί.
-Ὄχι, δὲν κάνουν καλά. Δὲν πρέπει νὰ πιέζουν τὰ παιδιὰ τους νὰ κάνουν αὐτὸ ποὺ ἀναπαύει τοὺς ἴδιους, ἄν αὐτὸ δὲν ἀναπαύη καὶ ἐκεῖνα. Γνώρισα ἕναν νέο ποὺ ἤθελε νὰ σπουδάση θεολογία καὶ νὰ γίνη ἱερέας. Ἡ μανα του ὅμως δὲν τὸν ἄφηνε· τὸν πίεζε νὰ πάη ἰατρική.
Τὸ παιδὶ εἶχε μάθει βυζαντινή μουσικὴ καὶ ἔψελνε. Εἶχε κάνει μόνος τους καὶ ἕνα ὄργανο μουσικὸ καὶ εὕρισκε τοὺς ἤχους. Ἤξερε τὰ μουσικὰ ἀπ’ ἔξω. Εἶχε χάρισμα. Ἔφτιαχνε τορπάρια, ἀκολουθίες... Μόλις τελείωσε τὸ γυμνάσιο, ἔδωσε ἐξετάσεις καὶ πέρασε Θεολογικὴ Σχολή. Ἡ μάνα του ἔπαθε νευρικὸ κλονισμὸ ἀπὸ τὴν στενοχώρια της.
Ἐρχόταν ὕστερα καὶ μὲ παρακαλοῦσε: «Κάνε προσευχή, Πάτερ, νὰ γίνω καλά, καὶ ἄς κάνη ὅ,τι θέλη τὸ παιδί μου». Μόλις ἔγινε καλὰ, πάλι δὲν τὸν ἄφηνε νὰ κάνη αὐτὸ ποὺ ἤθελε. Ὕστερα καὶ αὐτὸς τὰ παράτησε ὅλα, καὶ χαραμίστηκε.
Ἐγὼ λέω στοὺς νέους ποὺ βλέπω νὰ προβληματίζονται ποιὰ ἐπιστήμη νὰ ἀκολουθήσουν: «Δέστε ποιὰ ἐπιστήμη σᾶς ἀρέσει, ὥστε νὰ κάνετε αὐτὸ ποὺ εἶναι στὴν φύση σας». Ἄν δὲν εἶναι στὴ φύση τους αὐτὸ ποὺ σκέφτονται νὰ κάνουν, προσπαθῶ νὰ τοὺς κάνω νὰ δώσουν τὴν καρδιά τους σ’ αὐτὸ ποὺ εἶναι στὴν φύση τους, γιὰ νὰ βοηθηθοῦν.
Τοὺ βοηθάω δηλαδὴ νὰ ἀκολουθήσουν τὴν ἐπιστήμη ποὺ θέλουν καὶ νὰ κάνουν τὸ ἐπάγγελμα ποὺ εἶναι ἀνάλογο μὲ τὶς δυνάμεις τους, φθάνει νὰ τὸ κάνουν κατὰ Θεόν. Ἔχει κλίση κάποιος στὴν μουσική; Νὰ γίνη μουσικὸς ἤ καλὸς ἱεροψάλτης, ποὺ θὰ βοηθάη μὲ τὴν ζωὴ του καὶ μὲ τὴν ψαλτική του ὅσους θὰ τὸν ἀκοῦν, ὥστε νὰ ἀγαπήσουν τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν προσευχή.
Ἔχει κλίση στὴν ζωγραφική; Νὰ γίνη ζωγράφος ἤ ἁγιογράφος καὶ νὰ κάνη μὲ εὐλάβεια εἰκόνες, ποὺ θὰ κάνουν θαύματα. Ἔχει κλίση σὲ κάποια ἐπιστήμη; Νὰ ἀφοσιωθῆ σ’ αὐτὴν καὶ νὰ ἐργασθῆ μὲ φιλότιμο.
Καὶ νὰ δῆτε, φαίνεται ἀπὸ μικρὸς κανεὶς τί κλίση ἔχει. Μιὰ φορὰ στὸ μοναστήρι στὸ Στόμιο εἶχε ἔρθει κάποιος μὲ δυὸ ἀνηψάκια του. Τὸ ἕνα, ἕξι-ἐπτὰ χρονῶν, κάθησε κοντά μας καὶ συνέχεια μὰς ἔκανε διάφορες ἐρωτήσεις.
Τὸ ρωτάω: «Τὶ θὰ γίνης, ὅταν μεγαλώσης;». «Δικηγόρος!», μοῦ λέει. Τὸ ἄλλο τὸ χάσαμε. Ρωτάω τὸν θεῖο του: «Ποῦ πῆγε τὸ ἄλλο παιδί; μήπως πέση σὲ κανέναν γκρεμό». Βγαίνουμε ἔξω νὰ τὸ βροῦμε καὶ ἀκοῦμε κάτι χτυπήματα στὸ μαραγκούδικο.
Πᾶμε μέσα, καὶ τὶ νὰ δοῦμε; Τὸ σανίδι ποὺ εἶναι στὸν μπάγκο, ὅπου πλανίζουμε καὶ εἶναι πολὺ λείο, τὸ εἶχε κάνει μὲ τὸ σκεπάρνι χάλια! «Τὶ θὰ γίνης ὅταν μεγαλώσης;» τὸ ρωτάω. «Ἐπιπλοποιός!», μοῦ λέει. «Νὰ γίνης, τοῦ λέω. Χαλάλι ποῦ χάλασε τὸ σανιδι! Δὲν πειράζει!».
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
Αλλο πλούσιος, άλλο άρπαγας.
Όπως
ο άνθρωπος είναι μηδαμινός, λιγόχρονος και θνητός, έτσι είναι και ο
πλούτος. Ή μάλλον ο πλούτος είναι περισσότερο μηδαμινός. Γιατί πολύ
συχνά δεν πεθαίνει μαζί με τον άνθρωπο, αλλά χάνεται πριν απ' αυτόν.
Ο καθένας σας γνωρίζει τόσα και τόσα παραδείγματα πλουσίων που κατάντησαν φτωχοί. Αυτοί εξακολουθούν να ζουν, μα η περιουσία τους χάθηκε. Και μακάρι να χανόταν μόνο η περιουσία, γιατί συνήθως παρασύρει στην απώλεια και τον κάτοχό της. Δεν θα είχε, λοιπόν, άδικο κανείς, αν αποκαλούσε τον πλούτο υπηρέτη αχάριστο, υπηρέτη δολοφόνο, που θανατώνει τον κύριό του.
Αυτά τα λέω και δεν θα πάψω να τα λέω, κι ας με κατηγορούν πολλοί. "Όλο με τους πλουσίους τα βάζεις", διαμαρτύρονται. Πράγματι, όχι όμως με όλους, αλλά μόνο μ' εκείνους που κάνουν κακή χρήση του πλούτου τους. Δεν χτυπάω τον πλούσιο, αλλά τον άρπαγα. Αλλο πλούσιος, άλλο άρπαγας. Να ξεχωρίζουμε τα πράγματα, για να μη δημιουργείται σύγχυση ή παρανόηση.
Είσαι πλούσιος; Δεν σε εμποδίζω. Αρπάζεις; Σε αποδοκιμάζω. Έχεις τα κτήματά σου; Να τα χαίρεσαι. Παίρνεις τα ξένα; Δεν μπορώ να σωπάσω. Θέλεις να με πετροβολήσεις; Είμαι έτοιμος και το αίμα μου να χύσω, φτάνει να σε σταματήσω από την αμαρτία. Δεν νοιάζομαι για το μίσος, δεν τρομάζω από την πολεμική. Για ένα πράγμα μόνο νοιάζομαι, για την προκοπή εκείνων που με ακούνε.
Και οι φτωχοί και οι πλούσιοι παιδιά μου είναι. Όποιος θέλει, ας με πετροβολήσει. Όποιος θέλει, ας με μισεί. Όποιος θέλει, ας σχεδιάζει τη θανάτωσή μου.
Οι επιβουλές εναντίον της ζωής μου είναι για μένα υποθήκες στεφανιών, οι πληγές είναι για μένα βραβεία. Δεν φοβάμαι την επιβουλή. Ένα πράγμα μόνο φοβάμαι: την αμαρτία. Ας μη βρεθεί κανείς να με ελέγξει για κάποιο αμάρτημα, κι ας με πολεμάει ο κόσμος όλος.
Προδότης, λοιπόν, είναι ο πλούτος, προδότης και δραπέτης και φονιάς. Εκεί που δεν το περιμένεις, σου φεύγει και σε εγκαταλείπει και σε καταστρέφει. Θέλεις να τον κρατήσεις πραγματικά; Μην τον κρύψεις, αλλά μοίρασέ τον στους φτωχούς. Θηρίο είναι ό πλούτος. Αν κρατιέται, φεύγει. Αν σκορπίζεται, μένει. Σκόρπισέ τον, για να μείνει. Μην τον κρύψεις, για να μη σου φύγει
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ο καθένας σας γνωρίζει τόσα και τόσα παραδείγματα πλουσίων που κατάντησαν φτωχοί. Αυτοί εξακολουθούν να ζουν, μα η περιουσία τους χάθηκε. Και μακάρι να χανόταν μόνο η περιουσία, γιατί συνήθως παρασύρει στην απώλεια και τον κάτοχό της. Δεν θα είχε, λοιπόν, άδικο κανείς, αν αποκαλούσε τον πλούτο υπηρέτη αχάριστο, υπηρέτη δολοφόνο, που θανατώνει τον κύριό του.
Αυτά τα λέω και δεν θα πάψω να τα λέω, κι ας με κατηγορούν πολλοί. "Όλο με τους πλουσίους τα βάζεις", διαμαρτύρονται. Πράγματι, όχι όμως με όλους, αλλά μόνο μ' εκείνους που κάνουν κακή χρήση του πλούτου τους. Δεν χτυπάω τον πλούσιο, αλλά τον άρπαγα. Αλλο πλούσιος, άλλο άρπαγας. Να ξεχωρίζουμε τα πράγματα, για να μη δημιουργείται σύγχυση ή παρανόηση.
Είσαι πλούσιος; Δεν σε εμποδίζω. Αρπάζεις; Σε αποδοκιμάζω. Έχεις τα κτήματά σου; Να τα χαίρεσαι. Παίρνεις τα ξένα; Δεν μπορώ να σωπάσω. Θέλεις να με πετροβολήσεις; Είμαι έτοιμος και το αίμα μου να χύσω, φτάνει να σε σταματήσω από την αμαρτία. Δεν νοιάζομαι για το μίσος, δεν τρομάζω από την πολεμική. Για ένα πράγμα μόνο νοιάζομαι, για την προκοπή εκείνων που με ακούνε.
Και οι φτωχοί και οι πλούσιοι παιδιά μου είναι. Όποιος θέλει, ας με πετροβολήσει. Όποιος θέλει, ας με μισεί. Όποιος θέλει, ας σχεδιάζει τη θανάτωσή μου.
Οι επιβουλές εναντίον της ζωής μου είναι για μένα υποθήκες στεφανιών, οι πληγές είναι για μένα βραβεία. Δεν φοβάμαι την επιβουλή. Ένα πράγμα μόνο φοβάμαι: την αμαρτία. Ας μη βρεθεί κανείς να με ελέγξει για κάποιο αμάρτημα, κι ας με πολεμάει ο κόσμος όλος.
Προδότης, λοιπόν, είναι ο πλούτος, προδότης και δραπέτης και φονιάς. Εκεί που δεν το περιμένεις, σου φεύγει και σε εγκαταλείπει και σε καταστρέφει. Θέλεις να τον κρατήσεις πραγματικά; Μην τον κρύψεις, αλλά μοίρασέ τον στους φτωχούς. Θηρίο είναι ό πλούτος. Αν κρατιέται, φεύγει. Αν σκορπίζεται, μένει. Σκόρπισέ τον, για να μείνει. Μην τον κρύψεις, για να μη σου φύγει
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)