Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Κυριακή 15 Ιουλίου 2012

Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά...η ένταση.



374596_264367166946011_100001181899833_692396_523408566_n.jpg



Να μην γίνεται η ευχή (το Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με) αγγαρεία. Η πίεση μπορεί να φέρει μια αντίδραση μέσα μας, να κάνει κακό. Έχουν αρρωστήσει πολλοί με την ευχή, γιατί την έκαναν με πίεση. Και γίνεται, βέβαια, κι όταν το κάνεις αγγαρεία. αλλά δεν είναι υγιές.
Δεν είναι ανάγκη να συγκεντρωθείτε ιδιαίτερα για να πείτε την ευχή. Δεν χρειάζεται καμιά προσπάθεια όταν έχεις θείο έρωτα. Όπου βρίσκεσθε, σε σκαμνί, σε καρέκλα, σε αυτοκίνητο, παντού, στον δρόμο, στο σχολείο, στο γραφείο, στη δουλειά μπορείτε να λέτε την ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με», απαλά, χωρίς πίεση, χωρίς σφίξιμο.
Σημασία στην προσευχή έχει όχι η χρονική διάρκεια αλλά η ένταση. Να προσεύχεσθε έστω και πέντε λεπτά, αλλά δοσμένα στο Θεό με αγάπη και λαχτάρα. Μπορεί ένας μια ολόκληρη νύχτα να προσεύχεται κι αυτή η προσευχή των πέντε λεπτών να είναι ανώτερη. Μυστήριο είναι αυτό βέβαια, αλλά έτσι είναι.

Άγιος Πορφύριος

Σάββατο 14 Ιουλίου 2012

Νέο θαύμα του γέροντα Παϊσίου στην Ι.Μονή Σουρωτής




«Σε καιρούς πλέον που οι άνθρωποι, ακόμη και Χριστιανοί, αποψυχούν από φόβου και προσδοκίας των επερχομένων τη οικουμένη, (Λουκ. 21,26) και μία βαθιά αγωνία και απελπισία συνταράσσει τις ψυχές τους, μόλις πριν δύο μέρες περνώντας από την Κόνιτσα και συζητώντας με συγγενείς του γέροντος  Παϊσίου έμαθα για ένα πρόσφατο και συγκλονιστικό θαύμα που έλαβε χώρα στην Ι.Μονή Σουρωτής από τον γέροντα Παΐσιο.
Ίσως μου ξεφεύγουν πολλές λεπτομέρειες αλλά θα παραμείνω με λίγα λόγια στην ουσία των πραγμάτων ως εξής.
Πρίν λίγο καιρό  ασθένησε σοβαρά  ένα μικρό παιδί στην βόρεια Ελλάδα. Οι ειδήμονες γιατροί αμέσως έστειλαν την οικογένεια και το παιδί στο διαβαλκανικό  κέντρο στην Θεσσαλονίκη για να γίνουν οι απαραίτητες εξετάσεις. 
Φθάνοντας (πριν 15 ημέρες περίπου) λοιπόν απελπισμένοι οι γονείς στην Θεσσαλονίκη για να επισκεφθούν την επόμενη μέρα το αναφερόμενο κέντρο σκέφθηκαν να περάσουν την παραμονή το απόγευμα από την Ι.Μονή Σουρωτής προκειμένου να προσκυνήσουν τα Ιερά Λείψανα του Οσίου Αρσενίου και  τον τάφο του π.Παϊσίου.
Όμως εκείνη την ημέρα, μάλλον Τετάρτη, το  Μοναστήρι  μένει πλέον κλειστό για περισσότερη προσευχή, και έτσι η δοκιμαζόμενη οικογένεια βρήκε κλειστή την θύρα. Δεν πέρασαν λίγα δευτερόλεπτα και ένας ηλικιωμένος μοναχός με την μαγκουρίτσα του κατέβαινε από  πάνω από τα δέντρα του πάρκιν της Μονής.
- Για σας ευλογημένα! τους χαιρέτισε. Γιατί δεν μπαίνετε μέσα στο μοναστήρι;
- Μα είναι η πόρτα κλειστή.
- Όχι βρε παιδιά, ανοιχτά είναι! άντε ανοίχτε.
Και τούτη την φορά το πόμολο γύρισε και εισήλθαν έκπληκτοι και χαρούμενοι  στην αυλή της Μονής.
Ύστερα από λίγα δευτερόλεπτα και αφού ανέβαιναν στα σκαλοπάτια κάτω από το κωδονοστάσι, τους  συνάντησε με απορία μία Μοναχή όπου και τους ρώτησε με έκπληξη :  καλά  πως μπήκατε  μέσα; Δεν είναι κλειστά;
- Όχι! Ένας  μοναχός μας άνοιξε και μας είπε να έρθουμε εδώ!
- Ποιος Μοναχός; ρώτησε η καλόγρια.
- Ένας ηλικιωμένος.
Τότε δείχνοντάς τους η ευλαβής μοναχή την φωτογραφία του π.Παϊσίου έμειναν με το στόμα ανοικτό διαπιστώνοντας πως αυτός ο μοναχός ήταν που πριν λίγο τους προσήγαγε με βεβαιότητα μέσα στο ησυχαστήριο, όπως κάποιος βάζει τους καλεσμένους του στο δικό του σπίτι.
Την επομένη ημέρα και αφού έγιναν οι σχετικές εξετάσεις στο διαβαλκανικό διαβεβαίωσαν οι γιατροί πως το παιδάκι είναι τελείως καθαρό και υγιή από κάθε αρρώστια!!!
"ΘΑΥΜΑΣΤΟΣ Ο ΘΕΟΣ ΕΝ ΤΟΙΣ ΑΓΙΟΙΣ ΑΥΤΟΥ"»

Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Ο ληστής που έγινε μοναχός


x_d58f26cb.jpg
Σε έναν κόσμο υπό τους νόμους της φθοράς, δεν είναι όλοι σε θέση να ενεργήσουν κατά τους νόμους της αγάπης και της ειρήνης του Κυρίου, που είναι ο σωστός τρόπος.

Διηγήθηκε ο Γέροντας Πορφύριος: «Ήταν κάποτε ένα μοναστήρι στο βουνό, όπου οι μοναχοί ζούσαν ειρηνικά.
Μια μέρα έκαναν επιδρομή ληστές, μπήκαν μέσα στο Ναό της Μονής αγριωποί και ο αρχηγός τους ζήτησε τον Ηγούμενο. Ένας μοναχός τον ειδοποίησε και εκείνος, που βρισκόταν μέσα στο Ιερό, παρακάλεσε τον αρχιληστή να περιμένει λίγο, ώσπου να τελειώσει μια εργασία του. Γονάτισε μπροστά στην Αγία Τράπεζα και άρχισε θερμή προσευχή στο Χριστό, να τους γλιτώσει από αυτόν τον κίνδυνο.
Ο αρχιληστής, στο διάστημα αυτό περιεργαζόταν τις τοιχογραφίες του Ναού. Άγριος όπως ήταν, τράβηξε την προσοχή του η εικόνα της μελλούσης κρίσεως και ιδιαίτερα του φοβερού δράκοντα, που έβγαζε φωτιές από το στόμα του και κατάπινε τους κολασμένους. Εκείνη τη στιγμή βγήκε από το Ιερό ο Ηγούμενος. Ο αρχιληστής, μόλις τον είδε, του είπε απότομα: «Θα μου δώσεις αμέσως όλους τους θησαυρούς του Μοναστηριού, γιατί αλλιώς θα σας σφάξουμε. Αλλά πρώτα θέλω να μου εξηγήσεις τι παριστάνει αυτή η ζωγραφιά».

Ο Ηγούμενος, που εξακολουθούσε να προσεύχεται κρυφά, του εξήγησε, ότι από τη μια μεριά είναι ο Χριστός, που παίρνει μαζί Του στον Παράδεισο τους δικαίους και από την άλλη ο διάβολος-δράκοντας, που καταπίνει στην κόλαση τους αμαρτωλούς». «Ποιοι είναι αυτοί οι αμαρτωλοί;» ξαναρώτησε ο αρχιληστής. Ο Ηγούμενος του απάντησε: «Είναι αυτοί που κλέβουν, που σκοτώνουν, που βρίζουν, που ατιμάζουν, αυτοί που κάνουν κάθε κακό». «Δηλαδή, ρώτησε ανήσυχος, κι εγώ στην κόλαση θα πάω;» «Όπως φαίνεται, του λέει ο Ηγούμενος, για εκεί προορίζεσαι». «Και δεν υπάρχει τρόπος να γλυτώσω την κόλαση;» ρώτησε. «Υπάρχει», του απαντά ο Ηγούμενος. «Αν μετανοήσεις για όλες σου τις αμαρτίες, εξομολογηθείς, κοινωνήσεις και αγωνιστείς να αποφεύγεις το κακό και να κάνεις το καλό».

«Πού μπορώ να το κάνω αυτό;» «Εδώ στο Μοναστήρι». Τότε ο αρχιληστής στρέφεται ξαφνικά στους ληστές που τον ακολουθούσαν και τους λέει: «Εγώ θα μείνω εδώ.» Έφυγαν οι ληστές και ο αρχιληστής εξομολογήθηκε στον Ηγούμενο, που τον έκανε δόκιμο μοναχό. Του έβαλε και κανόνα, να μην κάνει τίποτα χωρίς να ρωτάει ένα γέροντα μοναχό, κοντά στον οποίο θα έκανε το διακόνημά του.

Μια μέρα τον έστειλε μαζί με τον συνοδό μοναχό, να κόψουν ξύλα από το βουνό και να τα φέρουν στο Μοναστήρι για το χειμώνα. Ξεκίνησαν, με το ζώο τους, έφτασαν στο βουνό, έκοψαν και φόρτωσαν τα ξύλα, αλλά πριν προλάβουν να ξεκινήσουν, εμφανίστηκαν μπροστά τους ληστές, τους πήραν τα ζώα και τους ξυλοκόπησαν. Ο αρχιληστής-μοναχός οργίστηκε, αλλά πριν κάνει οποιαδήποτε κίνηση, ρώτησε τον συνοδό του: «Τι λένε τα βιβλία να κάνουμε τώρα;»
Ο συνοδός του απάντησε: «Τίποτα, ο νόμος του Χριστού λέει, ότι αν κάποιος σε χαστουκίσει, εσύ να γυρίσεις και το άλλο μάγουλο». Έφυγαν οι ληστές με τα κλεμμένα, έφυγαν και οι μοναχοί δαρμένοι και με άδεια χέρια. Όταν τους είδε ο Ηγούμενος λυπήθηκε, αλλά δεν είπε τίποτα. Έπειτα από μερικές μέρες, τους ξαναέστειλε στο βουνό για ξύλα με άλλο ζώο, αλλά επαναλήφθηκαν περίπου τα ίδια.
Ο Ηγούμενος ήταν πολύ σκεπτικός, δεν ήξερε τι να κάνει. Επειδή όμως έκανε πολύ κρύο, με κόπο βρήκε τρίτο ζώο και τους ξαναέστειλε στο βουνό. Τη στιγμή που ετοιμάζονταν να επιστρέψουν με το φορτωμένο ζώο, παρουσιάζονται πάλι οι ίδιοι ληστές, τους παίρνουν το ζώο και αρχίζουν πάλι να τους δέρνουν. Η αγανάκτηση του αρχιληστή-μοναχού κορυφώθηκε, όμως ρώτησε πάλι το συνοδό του: «Βρες γρήγορα, τι λένε οι Γραφές να κάνουμε». Ο συνοδός του είπε πάλι: «Τίποτα, ο νόμος του Χριστού λέει υπομονή και αγάπη στους εχθρούς».

Ο αρχιληστής-μοναχός δεν ικανοποιήθηκε και του λέει: «Για θυμήσου καλά, δεν υπάρχουν άλλες Γραφές να λένε κάτι άλλο;» Ο συνοδός του του απαντά: «Ε, υπάρχει και η Παλαιά Διαθήκη, με το νόμο του Μωυσή». «Και τι λέει αυτός ο νόμος;» «Λέει οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος». «Αυτός είναι καλός νόμος!!», φώναξε ο αρχιληστής-μοναχός και δίνει μια γροθιά σε ένα ληστή και τον ξαπλώνει κάτω. Οι άλλοι ληστές τον κοίταξαν ξαφνιασμένοι.
Τότε αυτός άνοιξε το ράσο του και φάνηκε το δασύτριχο στήθος του. «Ξέρετε ωρέ, ποιος είμαι εγώ;», λέει στους τρομαγμένους ληστές. «Είμαι ο τάδε ξακουστός αρχιληστής, που έγινα καλόγερος. Αν δεν θέλετε να σας λιανίσω όλους, αφήστε αυτό το φορτωμένο ζώο και τσακιστείτε να μας φέρετε φορτωμένα και τα άλλα δύο τα κλεμμένα.» Οι ληστές συμμορφώθηκαν με την εντολή του. Έτσι οι δύο μοναχοί επέστρεψαν θριαμβευτικά στο Μοναστήρι, με τρία φορτωμένα ζώα. Μόλις τους είδε ο Ηγούμενος, σταυροκοπήθηκε απορημένος και δόξασε το Χριστό. Τότε ο αρχιληστής-μοναχός του λέει: «Μη δοξάζεις το Χριστό, άγιε Ηγούμενε, αλλά δόξαζε το Μωυσή. Με το νόμο του Μωυσή τα φέραμε πίσω όλα τα κλεμμένα, γιατί αν πηγαίναμε ακόμα με το νόμο του Χριστού, και αδειανοί θα γυρίζαμε και δαρμένοι».

Μου έκανε εντύπωση αυτή η ιστορία, που μου την διηγήθηκε ο Γέροντας με απαράμιλλη χάρη και προσπαθούσα να την ερμηνεύσω, όταν άρχισε να μου λέει και δεύτερη:

«Ήταν ένα Μοναστήρι, όπου όλοι οι μοναχοί είχαν γεράσει και πεθάνει, εκτός από έναν, που ζούσε εκεί σαν ερημίτης. Ο μοναχός αυτός ήταν τελείως αγράμματος αλλά είχε δυνατή και απλή πίστη. Καθώς έκανε τις ακολουθίες του και τα διακονήματα του, πίστευε ότι ο Χριστός και οι άγιοι είναι ζωντανοί και τον συντροφεύουν, γι' αυτό τους μιλούσε τακτικά, όπως μιλά κανείς σε ζωντανούς ανθρώπους.
Μια μέρα που βγήκε από το Μοναστήρι, μπήκαν σε αυτό ληστές, έκλεψαν ότι βρήκαν, τα φόρτωσαν στα ζώα τους κι' έφυγαν. Όταν επέστρεψε ο μοναχός και είδε γυμνωμένο το Μοναστήρι, ταράχθηκε. Αμέσως έτρεξε στο Ναό, που ήταν αφιερωμένος στον Άγιο Νικόλαο, στάθηκε μπροστά στον προστάτη του Μοναστηριού άγιο και άρχισε να διαμαρτύρεται: «Άγιε μου Νικόλα, τι έγινε εδώ όταν έλειπα; Ήρθαν κακοί άνθρωποι και έκλεψαν το Μοναστήρι κι εσύ τους κοίταζες και δεν μιλούσες; Τι έκανες για να εμποδίσεις τους κλέφτες; Βλέπω ότι δεν έκανε τίποτα. Αμ' τότε δεν σου αξίζει αυτή η θέση που έχεις, αφού δεν προστάτεψες το Μοναστήρι. Θα σε βγάλω απ' εκεί». Κι' αμέσως ξεκολλά την εικόνα του αγίου από το τέμπλο, την βγάζει έξω από το Μοναστήρι, την ακουμπά σε ένα βράχο, επιστρέφει και κλείνει την πόρτα.

Δεν πέρασε μια ώρα και ακούει δυνατά χτυπήματα στην εξώπορτα. Ανοίγει και τι να δει. Οι ληστές με τα ζώα τους φορτωμένα με όλα τα κλεμμένα και να του λένε: Εμείς κλέψαμε το Μοναστήρι και καθώς φεύγαμε, τα ζώα μας περπατούσαν κανονικά, αλλά κάποια στιγμή σταμάτησαν και δεν προχωρούσαν. Τα χτυπούσαμε, τα τραβούσαμε, έμεναν ακίνητα, μόλις όμως γύριζαν πίσω έτρεχαν. Είπαμε, ότι όπως φαίνεται, ο Θεός θέλει πίσω τα κλεμμένα και στα φέραμε.
Ο μοναχός πήρε τα πράγματα και καθώς έφευγαν οι ληστές, ευχαρίστησε το Θεό. Τότε θυμήθηκε την εικόνα του αγίου, πήγε στο βράχο που την είχε ακουμπήσει, την προσκύνησε και είπε: «Τώρα σε παραδέχομαι, Άγιε Νικόλα. Είσαι ο προστάτης του Μοναστηριού». Πήρε θριαμβευτικά την εικόνα του αγίου και την τοποθέτησε στη θέση της.
ΠΗΓΗ: Κ. Γιαννιτσιώτη, "Κοντά στο Γέροντα Πορφύριο"


ΣΗΜ. ΟΟΔΕ: Ποιο λοιπόν είναι το συμπέρασμα από αυτήν την ιστορία; Ο σωστός τρόπος προϋποθέτει την αγιότητα του αγράμματου μοναχού. Δυστυχώς όμως, επειδή δεν υπάρχει αγιότητα σε όλον τον κόσμο, μερικές φορές για μερικούς, είναι ανεκτή και η καταφυγή στον 'Μωσαϊκό Νόμο'

Ο άνθρωπος του Χριστού και τη δυσκολία και τη θλίψη όλα τα κάνει προσευχή




chutes_006_jpg.jpg

Ο άνθρωπος του Χριστού όλα τα κάνει προσευχή.
Και τη δυσκολία και τη θλίψη, τις κάνει προσευχή. Ό,τι και να του τύχει αμέσως αρχίζει: «Κύριε Ιησού Χριστέ ...».
Η προσευχή ωφελεί σε όλα, και στα πιο απλά. Για παράδειγμα, πάσχεις από αυπνία. να μη ακέπτεσαι τον ύπνο.
Να σηκώνεσαι, να βγαίνεις έξω και να έρχεσαι πάλι μέσα στο δωμάτιο, να πέφτεις στο κρεβάτι σαν για πρώτη φορά, χωρίς να σκέπτεσαι αν θα κοιμηθείς ή όχι.
Να συγκεντρώνεσαι, να λες τη δοξολογία και μετά τρεις φορές το «Κύριε Ιησού Χριστέ ...;» κι έτσι θα έρχεται ο ύπνος.
¨Όλα είναι μέσα μας, και τα ένστικτα και τα πάντα, και ζητούν ικανοποίηση. Αν δεν τα ικανοποιήσομε, κάποτε θα εκδικηθούν, εκτός και τα διοχετεύσομε αλλού, στο ανώτερο, στον Θεό.

Άγιος Πορφύριος

Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας.



215100_195680310493251_100001538496307_532570_1419935_n.jpg

Τον Χριστό να τον αισθανόμαστε σαν φίλο μας. Είναι φίλος μας.
Το βεβαιώνει ο ίδιος, όταν λέει: «Εσείς είστε φίλοι μου ...» (Ιω. 15,14).
Σαν φίλο να τον ατενίζομε και να τον πλησιάζομε. Πέφτομε; Αμαρτάνομε;
Με οικειότητα, με αγάπη κι εμπιστοσύνη να τρέχομε κοντά του. όχι με φόβο ότι θα μας τιμωρήσει αλλά με θάρρος, που θα μας το δίδει η αίσθηση του φίλου.
Να του πούμε: «Κύριε, το έκανα, έπεσα, συγχώρεσέ με». Αλλά συγχρόνως να αισθανόμαστε ότι μας αγαπάει, ότι μας δέχεται τρυφερά, με αγάπη και μας συγχωρεί.
Να μη μας χωρίζει απ' τον Χριστό η αμαρτία. Όταν πιστεύουμε ότι μας αγαπάει και τον αγαπάμε, δεν θα αισθανόμαστε ξένοι και χωρισμένοι απ' Αυτόν, ούτε όταν αμαρτάνουμε. Έχουμε εξασφαλίσει την αγάπη Του κι όπως και να φερθούμε, ξέρομε ότι μας αγαπάει.

πατηρ πορφυριος