Τι πλέον θέλεις;
Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.
Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.
Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.
Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.
Τι πλέον θέλεις;
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Ετικέτες 3
Παρασκευή 6 Αυγούστου 2010
Η Μεταμορφώση του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού στο όρος Θαβώρ
Στις 6 Αυγούστου εορτάζεται η ανάμνηση της Θείας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος μας Ιησού Χριστού. Η Μεταμόρφωση έλαβε χώρα σε όρος υψηλόν κατά τους τρεις συνοπτικούς Ευαγγελιστές (Ματθαίο, Μάρκο και Λουκά) και σύμφωνα με την Ιερά Παράδοση στο όρος Θαβώρ, που στα εβραϊκά σημαίνει έλευση φωτός.
Έγινε, κατά τους περισσότερους Πατέρες, 40 ημέρες περίπου προ της Σταυρώσεως, δηλαδή κατά τον μήνα Φεβρουάριο δεδομένου ότι η Σταύρωση έγινε 14 Μαρτίου. Αλλά επειδή η ανάμνηση της εορτής θα συνέπιπτε μέσα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή που είναι πένθιμη περίοδος, γι' αυτό μεταφέρθηκε στις 6 Αυγούστου που απέχει, από τις 14 Σεπτεμβρίου που γιορτάζεται η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού και λογαριάζεται σαν μεγάλη Παρασκευή, σαράντα ημέρες.
Κατά τη διήγηση των Ευαγγελιστών (Ματθαίο, Μάρκο και Λουκά), ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός σαράντα ημέρες περίπου πριν της Σταύρωσή Του, παρέλαβε τρεις από τους Μαθητές του, τον Πέτρο για τη μεγάλη πίστη και αγάπη που είχε προς τον Χριστό, τον Ιωάννη επειδή τον αγαπούσε ιδιαίτερα ο Κύριος, για την αγνότητα και την ολόψυχη προς Αυτόν αφοσίωσή του και τον Ιάκωβο επειδή αυτός έχυσε πρώτος το αίμα του για την αγάπη του Χριστού και τους ανέβασε στο όρος Θαβώρ για να προσευχηθεί. Δεν πήρε όλους τους μαθητές μαζί Του, γιατί θα αναγκαζόταν να πάρει και τον Ιούδα, που λόγω της κακής του προαιρέσεως ήταν ανάξιος να δει τη Μεταμόρφωση.
Οι τρεις μαθητές Του, όπως ήταν κουρασμένοι από τη δύσκολη ανάβαση στο Θαβώρ και ενώ κάθισαν να ξεκουραστούν, έπεσαν σε βαθύ ύπνο. Όταν, όμως, ξύπνησαν, αντίκρισαν απροσδόκητο και εξαίσιο θέαμα. Το πρόσωπο του Κυρίου άστραφτε σαν τον ήλιο, και τα ρούχα Του ήταν λευκά σαν το φως.
Ταυτόχρονα εμφανίστηκαν, ο Προφήτης Μωυσής σαν εκπρόσωπος του νόμου της Παλαιάς Διαθήκης και των νεκρών και ο Προφήτης Ηλίας σαν εκπρόσωπος των προφητών και των ζωντανών (όπως είναι γνωστό ο Προφήτης Ηλίας αναλήφθηκε ζωντανός στους ουρανούς με πύρινο άρμα) συνομιλώντας μαζί Του για τις προφητείες που αναφέρονταν στο σωτήριο Πάθος Του. Αυτό έγινε για να δείξει στους μαθητές πως είναι ο Κύριος του νόμου και των προφητών, ζώντων και νεκρών.
Αφού οι μαθητές συνήλθαν κάπως από την έκπληξη, ο Πέτρος, θέλοντας να διατηρηθεί αυτή η αγία μέθη που προκαλούσε η ακτινοβολία του Κυρίου, ικετευτικά είπε να στήσουν τρεις σκηνές. Μία για τον Κύριο, μία για το Μωυσή και μία για τον Ηλία. Πριν προλάβει, όμως, να τελειώσει τη φράση του, ήλθε σύννεφο που τους σκέπασε και μέσα απ' αυτό ακούστηκε φωνή που έλεγε: "Ούτος εστίν ο υιός μου ο αγαπητός, αυτού ακούετε". Δηλαδή, Αυτός είναι ο Υιός μου ο αγαπητός, που τον έστειλα για να σωθεί ο κόσμος. Αυτόν να ακούτε. Οφείλουμε, λοιπόν, και εμείς όχι μόνο να Τον ακούμε, αλλά και να Τον υπακούμε. Σε οποιοδήποτε δρόμο μας φέρει, είμαστε υποχρεωμένοι να πειθαρχούμε.
Ο σκοπός αυτού του εξαίσιου γεγονότος ήταν να κάνει ο Κύριος μας Ιησούς Χριστός τους μαθητές Του να πιστέψουν ακόμα περισσότερο σε Αυτόν για να μην ολιγοπιστίσουν την ώρα που θα Τον βλέπουν, γυμνό και καταματωμένο με το ακάνθινο στεφάνι να υποφέρει και να πεθαίνει για την σωτηρία του κόσμου, να μην δειλιάσουν, αλλά να καταλάβουν πως το Πάθος Του το υπομένει επειδή το ήθελε, εκούσια και όχι από αδυναμία, αφού είναι ο Παντοδύναμος Υιός του Θεού που γεμάτος αγάπη για το άθλιο και αχάριστο πλάσμα Του κατέβηκε στη γη, για να μας ελευθερώσει από τα δεσμά της αμαρτίας.
Απολυτίκιο:
Μετεμορφώθης εν τω όρει, Χριστέ ο Θεός, δείξας τοις μαΘηταίς σου την δόξαν σου, καθώς ήδύναντο. Λάμψον και ημίν τοις αμαρτωλοίς το Φως σου το άίδιον, πρεσβείαις της Θεοτόκου, Φωτοδότα, δόξα σοι.
Τρίτη 3 Αυγούστου 2010
Ο ΑΣΚΗΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΛΗΣΤΗΣ (Από το Γεροντικό)
Ήταν ένας γέροντας ασκητής και αναχωρητής, όστις ασκήτευσεν εις τόπον έρημον χρόνους εβδομήκοντα με νηστείαν και παρθενίαν και αγρυπνίαν. Εις τόσους δε χρόνους όπου εδούλευε τον Θεόν δεν αξιώθη να ιδή καμμίαν οπτασίαν και αποκάλυψιν εκ Θεου.
Και ελογίασε και έβαλε τούτο εις τον νουν του λέγων: «Μήπως δια καμμίαν αφορμήν όπου δεν ηξεύρω εγώ δεν αρέσει του Θεου η ασκησίς μου, και η εργασία μου θέλει είναι απαράδεκτος· δια τούτο δεν δύναμαι να αποκαλυφθώ και να ιδώ κανένα μυστήριον».
Ταύτα διαλογιζόμενος ο γέρων άρχισε να δέεται και να παρακαλή τον Θεόν περισσότερον, προσευχόμενος και λέγων: «Κύριε εάν άρα σε αρέση η άσκησίς μου και δέχεσαι τα έργα μου, δέομαι, σου ο αμαρτωλός και ανάξιος, ίνα χαρίσης και εις εμέ ένα σταλαγμόν από τα χαρίσματά σου, να πληροφορηθώ με μίαν φανέρωσιν ενός μυστηρίου ότι ήκουσας την δέησίν μου, δια να περνώ θαρρετά και πληροφορημένα την ασκητικήν μου ζωήν».
Ταύτα του αγίου γέροντος δεομένου και παρακαλούντος, ήλθε προς αυτόν φωνή εκ Θεου λέγουσα: «Αν είναι και αγαπάς να ιδής την δόξαν μου, πήγαινε μέσα εις την βαθυτάτην έρημον και θέλεις αποκαλυφθή μυστήρια».
Ως ήκουσε ταύτην την φωνήν ο γέρων, εξέβη από το κελλίον του και, ωσάν εμάκρυνεν εκείθεν, τον απάντησεν ένας ληστής, ο οποίος, καθώς είδε τον αββάν, ώρμησε με βίαν προς αυτόν θέλοντας να τον φονεύση. Και ωσάν τον επίασεν, είπε προς αυτόν: «Εις καλήν ώραν σε απάντησα, Γέροντα, να τελειώσω την εργασίαν μου να σωθώ.
Διότι ημείς oι λησταί έχομεν τοιαύτην συνήθειαν και τοιούτον νόμον και πίστιν, ότι όποιος ημπορέσει να κάμη εκατόν φόνους, κατά πάσαν ανάγκην υπάγει εις τον παράδεισον. Λοιπόν εγώ, πολλά κοπιάσας έως τώρα, έκαμα φόνους εννενήκοντα εννέα και λείπωντάς με ένας είχα πολλήν φροντίδα και μέριμναν να τελειώσω την εκατοντάδα μου να σωθώ. Λοιπόν έχω σε μεγάλην χάριν και σε ευχαριστώ, οτι σήμερον δια εσένα απολαμβάνω τον παράδεισον».
Ταύτα λέγοντος του ληστού, ως τα ήκουσεν ο γέρων, εξεπλάγη και ετρόμαξεν εις τον εξαφνικόν και ανέλπιστον πειρασμόν. Και ατενίσας τα όμματα του νοός του προς τον θεόν τοιαύτα διαλογιζόμενος έλεγεν: «Αυτή είναι η δόξα σου, Δέσποτα Κύριε, όπου έταξες να δείξης εις εμέ τον δούλον σου; Τοιαύτην βουλήν με έδωκες τον αμαρτωλόν, να εξέβω από το κελλίον μου να με πληροφορήσης τοιούτον φοβερόν μυστήριον; Με τοιαύτας δωρεάς κάμνεις την αμοιβήν δια τους κόπους της ασκήσεως όπου έσυρα δια λόγου σου; Τώρα εγνώρισα αληθώς, Κύριε, ότι όλος μου ο κόπος της ασκήσεως ήταν μάταιος· και πάσα προσευχή μου ελογίσθη έμπροσθεν σου ώς σίγχαμα και βδέλυγμα.
Όμως ευχαριστώ την φιλανθρωπίαν σου, Κύριε, ότι, καθώς γνωρίζεις, παιδεύεις την άναξιότητά μου, καθώς με πρέπει, διά τας αμέτρους άμαρτίας μου και με παρέδωκες εις χείρας ληστού και φονέως».
Τοιαύτα λέγων ο γέρων και λυπούμενος εδίψησε πολλά και είπε προς τον ληστήν: «Επειδή, ώ τέκνον, με το να είμαι αμαρτωλός, με επαρέδωκεν ο Θεός εις τας χείρας σου να με θανατώσης και γίνεται και η επιθυμία σου, καθώς ηγάπησας, και στερεύομαι την ζωήν, ωσάν κακός άνθρωπος όπου είμαι, δια τούτο παρακαλώ σε κάμε μου μίαν χάριν και ένα θέλημα παραμικρόν και δος μοι ολίγον νερόν να πίω, είτα αποκεφάλισόν με».
Και ώς ήκουσεν ο ληστής τον λόγον του γέροντος, θέλοντας μετά προθυμίας να πληρώση το ζητημά του, έβαλεν εις την θήκην την σπάθην, όπου εκράτει ξεγυμνωμένην, και έβγαλεν από τον κόλπον του ένα αγγείον και επήγεν εις το ποτάμι όπου ήτον εκεί σιμά και έσκυψε να το γεμώση, διά να φέρη του γέροντος να πίη.
Και εκεί όπου ήθελε να γεμίση το αγγείον, εξεψύχησε και απέθανεν. Λοιπόν, ως απέρασεν ολίγη ώρα και δεν ήλθεν ο ληστής, διελογίζετο ο γέρων και έλεγε: «Μήπως και ήτον νυστασμένος και έπεσε και απεκοιμήθη και διά τούτο αργεί και έχω άδειαν να φύγω και να υπάγω εις το κελλίον μου. Αμή επειδή και είμαι γέρων, φοβούμαι, διότι δεν έχω δύναμιν να δράμω και ως αδύνατος θέλω κουρασθή, να με φθάση.
Και αφού τον θυμώσω με τούτον τον τρόπον, θέλει με τυραννήση χωρίς λύπησιν κόπτοντάς με ζωντανόν εις πολλά κομμάτια. Λοιπόν ας μη φύγω, αμή ας υπάγω εις τον ποταμόν, να ιδώ τι κάμνει». Υπήγε λοιπόν ό γέρων μέσα εις τοιούτους διαλογισμούς και ευρήκεν αυτόν αποθαμένον και, ως τον είδεν, εθαύμασε και εξεπλάγη.
Και σηκώνοντας τα χέρια του εις τον ουρανόν έλεγε: «Κύριε φιλάνθρωπε, εάν ουκ αποκαλύψης μοι το μυστήριον τούτο, δεν βάνω τα χέρια μου κάτω. Λυπήσου λοιπόν τον κόπον μου και φανέρωσόν μου το πράγμα τούτο».
Ταύτα προσευχομένου του γέροντος, ήλθεν Άγγελος Κυρίου και είπε προς αυτόν: «Βλέπεις, αββά, τούτον κείτεται έμπροσθέν σου αποθαμένος; Διά λόγου σου αναρπάσθηκεν αιφνιδίω θανάτω, διά να γλυτώσης εσύ και να μη σε θανατώση.
Λοιπόν θάψε τον ως ένα σωσμένον. Διότι ή υπακοή όπου έκαμε προς εσένα και έκρυψε την φονεύτριαν σπάθην εις την θήκην της, διά να υπάγη να σε φέρη νερόν, να καταπαύση την φλόγα της δίψης σου, με αυτό το έργον εκαταπράυνε την οργήν του Θεού και τον εδέχθη ως εργάτην της υπακοής.
Και η ομολογία των εννενήκοντα εννέα φόνων εις εξομολόγησιν ελογίσθη. Λοιπόν θάψε τον και έχε τον με τούς σωσμένους. Και γνώρισε διά τούτου το πέλαγος της φιλανθρωπίας και ευσπλαγχνίας του Θεού. Και πήγαινε χαίροντας εις το κελλίον σου και ας είσαι πρόθυμος εις τας προσευχάς σου και μη λυπήσαι και να λέγης, ότι πως είσαι αμαρτωλός και άμοιρος από αποκάλυψιν. Ιδού γαρ απεκάλυψέ σε ό Θεός ένα μυστήριον.
Ήξευρε δε και τούτο, ότι όλοι oι κόποι της ασκήσεώς σου είναι δεκτοί ενώπιον του Θεού· διότι δεν είναι κανένας κόπος όπου γίνεται δια τον Θεόν και να μην έλθη έμπροσθεν αυτού». Ταύτα ακούσας ο γέρων έθαψε τον νεκρόν.
Πέμπτη 29 Ιουλίου 2010
Λίγοι οι πάμπλουτοι, παμπληθείς οι πτωχοί και κυρίως οι πένητες
Μεγάλη στενοχώρια ησθάνετο ο Άγιος για το μεγάλο (όπως και τώρα) άνοιγμα της ψαλίδας. Λίγοι οι πάμπλουτοι, παμπληθείς οι πτωχοί και κυρίως οι πένητες. Αυτό η ευγενής ψυχή του δεν μπορούσε να το αντέξει. Γι' αυτό και επετίθετο λαύρως κατά των πλουσίων.
Δεν ανέχετο «κύνας τρέφειν και ανθρώπους περιοράν» (Ομιλίαν ΜΖ' εις το κατά Ιωάννην) και διαρκώς επανελάμβανε: «Ο αδίκως πλούτων θηρίον αρπακτικόν έστιν» (Ερμηνεία εις τον Θ' Ψαλμόν), «άλογων ζώων θηριωδέστερος» (Ομιλία εις το «Μη φόβου όταν πλουτήσει άνθρωπος») και πάσχει «νόσον ανίατον» (Ομιλία εις το κατά Ματθαίον Θ') διότι ο πλούτος «έρως έστιν ατέλεστος» (Ομιλία ΙΓ' εις την προς Ρωμαίους).
Πιστεύει ότι «όπου υπάρχει πλούτος και άρπαγες εκεί ο άνθρωπος είναι λύκος. Όπου υπάρχει πλούτος και θηριωδία εκεί βλέπω λιοντάρι και όχι άνθρωπο» (Λόγος ΣΤ' εις τον πτωχόν Λάζαρον).
Δεν υπάρχει σχεδόν λόγος όπου να μη καταφέρεται κατά της ασπλαχνίας των πλουσίων και της ανάγκης για φιλανθρωπία και ελεημοσύνη.
ΟΙ αντίπαλοί του τον κατηγορούσαν: «Αεί κολλάσαι τοις πλουσίοις». Και απαντούσε: «Κολλώμαι πλουσίοις ότι κολλώνται πτωχοίς».
Αυτός ο άνισος αγών τον ωδήγησε στην εξορία και τον μαρτυρικό θανατο. Όμως ποτέ δεν υπεχώρησε καίτοι εγνώριζε τι τον περιμένει.
Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ ΣΤΗΝ ΣΥΛΛΟΓΗ ΥΠΟΓΡΑΦΩΝ - ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΛΑΒΩ ΤΗΝ "ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ"
ΑΡΝΟΥΜΑΙ ΝΑ ΠΑΡΑΛΑΒΩ ΤΗΝ "ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ"
Τετάρτη 28 Ιουλίου 2010
Ετοιμασία, επειδή ΣΥΝΤΟΜΑ θα αρχίσουν τα πολύ δύσκολα. γέροντας Εφραίμ της Αριζόνα
Η προτροπή αυτή έγινε σε ηγούμενο μονής του Αγίου Όρους, ο οποίος τον επισκέφθηκε πρόσφατα και τον ρώτησε σχετικά με τις εξελίξεις στην Ελλάδα. Ο γέροντας ήταν απολύτως σαφής: " Έρχονται πολύ δύσκολες ημέρες"... Και η μονή έχει φτιάξει ήδη την "ομάδα κρίσης", υπεύθυνη για να προετοιμάσει το μοναστήρι για πολύ δύσκολες ημέρες για άγνωστο χρονικό διάστημα.
Τα παραπάνω θα μπορούσαν να είναι ένα κακόγουστο αστείο. Αλλά δεν είναι... Δυστυχώς, τα επερχόμενα είναι πλέον ορατά και δια γυμνού οφθαλμού, αφού όλοι μας μπορούμε πλέον να δούμε αυτό που έρχεται, δηλαδή την δυστυχία και την πείνα...
"Δεν μπορώ να καταλάβω τον κόσμο. Όλοι ρωτάνε: "εμένα με πιάνουν τα νέα μέτρα;"!!! Ειλικρινά, δεν μπορώ να κατανοήσω πόσο πολύ έχει διαβρωθεί η σύγχρονη κοινωνία και οι άνθρωποι που ζούνε σε αυτή τη χώρα. Κανείς δε νοιάζεται για τον διπλανό του. Κανείς δε νοιάζεται για το πρόβλημα που έχει χτυπήσει την πόρτα του συμπολίτη του, του γείτονά του. Όλοι σκέφτονται αν "τα μέτρα" προσβάλουν τα δικά τους μικροσυμφέροντα...! Ειλικρινά, πιστεύω πως ο Θεός θα δώσει την ευκαιρία για να συνέλθουμε. Η Ελληνική Ορθοδοξία ανέδειξε μεγάλες σύγχρονες μορφές, που πρόσφεραν στο έργο του Θεού, που αγωνίστηκαν για να σώσουν ανθρώπινες ψυχές.
Ο Πορφύριος, ο Παΐσιος, ο Ιωσήφ... γέροντες που μάτωσαν στον αγώνα υπέρ των συνανθρώπων τους, στον αγώνα να διώξουν την δυστυχία και το κακό από τις καρδιές ανθρώπων που υπέφεραν... Ποιά ηθική υπάρχει πλέον; Το κακό έχει χτυπήσει την οικογένεια, την Παιδεία. Έχει χτυπήσει σε κάθε υγιές κύτταρο της κοινωνίας και σήμερα ζούμε τα αποτελέσματα αυτού του πολέμου. Τρέχουν οι άνθρωποι χωρίς να νοιάζονται για τον διπλανό τους.
Η κοινωνία που ξέραμε δεν υπάρχει πια. Σήμερα κυριαρχεί ο ατομικισμός... Γιατί; Επειδή κάποιοι έπαιξαν με τον χαρακτήρα του Έλληνα και διάβρωσαν όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά που θα μπορούσαν να τον βοηθήσουν. Είναι αδιανόητο! Ο ατομικισμός ζει και βασιλεύει, ενώ η απάτη έγινε "χάρισμα". Μεγάλωσαν γενιές που διδάχτηκαν πως να αρπάξουν. Και αυτό σε ένα καθεστώς πλήρους ατιμωρησίας... Μάλιστα, όσα πιό πολλά "αρπάζεις" τόσο περισσότερο απομακρύνεσαι από την τιμωρία. Αυτό το βλέπει ο Θεός. Σήμερα επιτρέπει να δεχτούμε μερικές σφαλιάρες, ελπίζοντας πως θα συνέλθουμε, όπως συμβαίνει και στους μεθυσμένους..."
Αυτά τα συγκλονιστικά μου κατέθεσε σήμερα σε συζήτηση, αγιορείτης μοναχός. Και η φωνή του έτρεμε από συγκίνηση και αγωνία για όσα πρόκειται να συμβούν.
"Να προσέχεις", μου είπε. "Να πεις και σε άλλους να προσέχουν. Μην αφήνετε την λογική σας να παραδίνεται σε όσα σας λένε. Πού είναι μωρέ η λεβεντιά εκείνων που δεν επέπτρεπαν σε κανέναν να τους μειώσει; Πού είναι εκείνα τα λεβεντόπαιδα που έδωσαν το αίμα τους για όλους εμάς; Αυτή η γη ποτίστηκε με αίμα. Είναι μεγάλο κρίμα να την κυβερνάνε ξένοι και ανάξιοι... Να προσέχετε"...
Τι να πω; Θυμήθηκα τα λόγια του γέροντα Εφραίμ της Αριζόνα:
"Έρχονται πολύ δύσκολες ημέρες. Προσέξτε την ψυχή σας. Μαζευτείτε και δώστε τον αγώνα σας..." Αυτά έλεγε πριν μερικούς μήνες. Και σήμερα γίνεται πιό σαφής: "το Σεπτέμβριο θα αρχίσουν τα πολύ δύσκολα...".
Οι προσευχές του γέροντα είναι πάντα μαζί μας. Όμως, αναρωτιέμαι: Εμείς τι κάνουμε για να βοηθήσουμε τους εαυτούς μας; Απλά ανησυχούμε για το αν τα μέτρα μας αγγίζουν;
"Κάποιος πρέπει να σας πει πως δεν ζείτε σε όνειρο, ούτε σε εφιάλτη. Ζείτε μία πολύ άσχημη πραγματικότητα, που θα χειροτερέψει..."
Κι εμείς αναρωτιόμαστε: Εμένα με πιάνουν τα νέα μέτρα; αγνοώντας (ηθελημένα) πως όταν θα μας "πιάσουν", θα είναι πολύ αργά...
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)