Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βυζάντιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα βυζάντιο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 29 Μαΐου 2015

29 Μαΐου 1453: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης...της Πόλης μας!


agia sofia.jpg

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ' όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά. Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της.
Το Βυζάντιο σε εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης, η οποία όμως ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούπολης. Η ύπαρξη «Ενωτικών» και «Ανθενωτικών» δίχαζε τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε' για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς, προκειμένου να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.
hqdefault22.jpg
Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία, προκαλώντας την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους και γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ' ημών η των αζύμων λατρεία».
Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.
504px-Ecumenical-Patriarchate-Arms_svg.png
Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς. Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».
Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.
Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού. Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.
HagiaSophia_mosaic.jpg
Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.
Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, 70 περίπου πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.
byzantio-660.jpg
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.
EntranceAS.JPG
Λίγες ώρες πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε την τελευταία του ομιλία στην Αγιά Σοφία και είπε απευθυνόμενος προς τους στρατηγούς του.  «Σας παραδίδω την εκλαμπρότατη και φημισμένη αυτή πόλη, πατρίδα σας και βασίλισσα των πόλεων. Ξέρετε καλά, αδέρφια, ότι για τέσσερις λόγους οφείλουμε όλοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβειά μας· δεύτερον, για την πατρίδα· τρίτον, για το βασιλέα και το Χριστό και τέταρτον, για τους συγγενείς και φίλους.
Λοιπόν αδέρφια, αν οφείλουμε να αγωνιστούμε μέχρι θανάτου για έναν και μόνο από τους τέσσερις αυτούς λόγους, πολύ περισσότερο για όλους μαζί, όπως προφανώς κατανοείτε. Αν για τις αμαρτίες μας παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους ασεβείς, θα διακινδυνεύσουμε υπέρ της πίστεως της αγίας που μας παραχώρησε ο Χριστός με το αίμα του. Αυτό είναι το σπουδαιότερο απ' όλα. Τι θα ωφεληθεί κανείς αν κερδίσει τον κόσμο όλο και χάσει την ψυχή του; Δεύτερον, χάνουμε έτσι μια περίφημη πατρίδα και, ακόμη, την ελευθερία μας. Τρίτον, χάνουμε την άλλοτε περιφανή και σήμερα ντροπιασμένη, ταπεινωμένη και εξουθενωμένη βασιλεία, η οποία γίνεται έρμαιο του ασεβούς τυράννου. Τέταρτον, στερούμεθα τις προσφιλείς γυναίκες και τα παιδιά μας και τους συγγενείς μας».
Λόγια που δείχνουν το θάρρος του Αυτοκράτορα. Λόγια που ακόμη και σήμερα πρέπει να διδάσκονται σε όλους για τη σημασία που έχει πολεμάμε μέχρι τέλους για να υπερασπιστούμε τα εδάφη μας.
πηγή
sansimera
byzantinh aytokratoria.jpg

Τετάρτη 22 Οκτωβρίου 2014

Οι άνθρωποι που κατατρέχουν το Βυζάντιο ποτέ δεν το μελέτησαν

byzantio.jpg

Οι άνθρωποι που κατατρέχουν το Βυζάντιο ποτέ δεν το μελέτησαν, ξεκίνησαν με προκαταλήψεις εναντίον του. Δε γνωρίζουν τι κατόρθωσε, τι επετεύχθη.
σερ Στήβεν Ράνσιμαν



Πώς νιώθει ένας άνθρωπος που ασχολείται τόσα χρόνια με το Βυζάντιο; Κουραστήκατε;
Δύσκολο να απαντήσω. Το ενδιαφέρον μου ποτέ δεν εξανεμίστηκε. Όταν άρχισα να μελετώ το Βυζάντιο, υπήρχαν πολύ λίγοι άνθρωποι σ αυτήν τη χώρα (σ.σ. τη Μεγάλη Βρετανία) που ενδιαφέρονταν, έστω και ελάχιστα, γι αυτό. Μ αρέσει να πιστεύω πως «δημιούργησα» ενδιαφέρον για το Βυζάντιο. Αυτό που με ικανοποιεί, ιδιαίτερα σήμερα, είναι ότι πλέον υπάρχουν αρκετοί, πολλοί καλοί εκπρόσωποι (σ.σ. της σπουδής του Βυζαντίου) στη Βρετανία. Μπορώ να πω ότι αισθάνομαι πατρικά απέναντί τους. Είμαι ευτυχής, λοιπόν, που επέλεξα το Βυζάντιο ως το κύριο ιστορικό μου ενδιαφέρον.

Κι ήταν ελκυστικό για σας όλα αυτά τα χρόνια;
Πιστεύω πως κάθε γεγονός της ιστορίας, αν αρχίσεις να το μελετάς σε βάθος, μπορεί να γίνει συναρπαστικό. Το δε Βυζάντιο το βρίσκω εξαιρετικά συναρπαστικό, γιατί ήταν ένας αυθύπαρκτος πολιτισμός. Για να μελετήσεις το Βυζάντιο, πρέπει να μελετήσεις την τέχνη, να μελετήσεις τη θρησκεία, να μελετήσεις έναν ολόκληρο τρόπο ζωής, που είναι πολύ διαφορετικός από τον σημερινό.

Καλύτερος ή χειρότερος;
Κοιτάξτε... Δεν είμαι σίγουρος ότι θα μου άρεσε να ζω στους βυζαντινούς χρόνους. Δε θα μου άρεσε, λόγου χάριν, να αφήσω γένια. Ωστόσο, στο Βυζάντιο είχαν έναν τρόπο ζωής που ήταν καλύτερα δομημένος. Άλλωστε, όταν έχεις έντονο θρησκευτικό συναίσθημα, η ζωή σου «μορφοποιείται» κι είναι πολύ πιο ικανοποιητική από τη σημερινή, όπου κανείς δεν πιστεύει σε τίποτε αρκετά.

palaiologos.jpg
Άρα ήταν μία θρησκευτική Πολιτεία;
Ήταν ένας πολιτισμός στον οποίο η θρησκεία αποτελούσε μέρος της ζωής.

Και στους έντεκα αυτούς αιώνες;
Νομίζω ότι ο κόσμος μιλά για το Βυζάντιο λες και παρέμεινε το ίδιο, ένας πολιτισμός αμετάβλητος κατά την διάρκεια όλων αυτών των αιώνων. Είχε αλλάξει πολύ από την αρχή ως το τέλος του, αν και κάποια συγκεκριμένα βασικά στοιχεία κράτησαν σε όλη τη διάρκειά του - όπως το θρησκευτικό αίσθημα. Μπορεί να διαφωνούσαν για θρησκευτικά ζητήματα αλλά πίστευαν όλοι, κι αυτό το αίσθημα είναι μόνιμο. Ο σεβασμός, η εκτίμηση στις τέχνες, ως εκείνες που ευχαριστούν το Θεό, κι αυτά διατηρήθηκαν. Κι έτσι, παρ ότι οι μόδες άλλαζαν, η οικονομική κατάσταση άλλαζε, οι πολιτικές καταστάσεις άλλαζαν, υπήρχε μια ακεραιότητα πολύ ενδιαφέρουσα μέσα στο σύνολο.

Μιλάμε για θρησκεία και ηθική. Το Βυζάντιο πολλοί το θεωρούν μία περίοδο πολέμων, δολοφονιών, δολοπλοκιών, «βυζαντινισμών» που ουδεμία σχέση είχε με την ηθική.
Γίνονταν και τότε πολλοί φόνοι, αλλά δεν υπάρχει περίοδος της ιστορίας που αυτοί να λείπουν. Κάποτε έδινα μια διάλεξη στις Η.Π.Α., και στο ακροατήριό μου ήταν κι η κόρη του προέδρου Τζόνσον που μελετούσε το Βυζάντιο. Ήρθε στη διάλεξη με δύο σωματοφύλακες, δύο σκληρούς κυρίους που την πρόσεχαν. Μου εξήγησε ότι αγαπούν τη βυζαντινή ιστορία γιατί είναι γεμάτη φόνους και φαντάζει σαν σχολική άσκηση (homework). Είχα το τακτ να μη της πω ότι, ως τότε, το ποσοστό των Αμερικανών προέδρων που είχαν δολοφονηθεί ήταν πολύ μεγαλύτερο -σε σχέση με τα χρόνια ύπαρξης των Η.Π.Α.- από το ποσοστό των δολοφονημένων βυζαντινών αυτοκρατόρων στη διάρκεια της αυτοκρατορίας. Οι άνθρωποι συνεχίζουν να δολοφονούν.


Ανοίξτε τα μάτια σας!

Γράφετε στο Βυζαντινό πολιτισμό ότι δεν υπήρχε θανατική ποινή στο Βυζάντιο.
Όντως, δεν σκότωναν. Και η μεγάλη διαφορά φαίνεται στους πρώτους χρόνους. Όταν η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έγινε χριστιανική, μία από τις βασικότερες αλλαγές ήταν να σταματήσουν οι μονομαχίες, να μη πετούν πια ανθρώπους στα λιοντάρια κι όλα τα σχετικά. Η αυτοκρατορία έγινε πολύ πιο ανθρωπιστική. Και πάντα απέφευγαν, όσο μπορούσαν, τη θανατική ποινή. Κατά καιρούς, κάποιοι αυτοκράτορες κατέφευγαν σε αυτή, αλλά οι περισσότεροι χρησιμοποιούσαν, ως εσχάτη τιμωρία, μια μέθοδο που σήμερα μας φαίνεται αποτρόπαια: τον ακρωτηριασμό κάποιας μορφής. Αλλά μου φαίνεται ότι οι περισσότεροι άνθρωποι θα προτιμούσαν να τους κόψουν π.χ. ένα χέρι, παρά να τους θανατώσουν.

Υπάρχει εδώ και καιρό ένας διάλογος ανοιχτός στην Ελλάδα. Υπάρχουν σύγχρονοι Έλληνες διανοούμενοι που υποστηρίζουν ότι το Βυζάντιο δεν αξίζει να μελετηθεί ιδιαίτερα, ότι δε δημιούργησε τίποτε, ότι είχε σχολιαστές των γραφών κι όχι διανοούμενους. Με μια φράση «δεν ήταν και τίποτε αξιομνημόνευτο».
Νομίζω ότι αυτοί οι Έλληνες είναι πολύ άδικοι με τους βυζαντινούς τους προγόνους. Δεν ήταν μια κοινωνία χωρίς διανοούμενους - αρκεί να δεις τη δουλειά και την πρόοδο της βυζαντινής ιατρικής. Μπορεί να μη συμπαθεί κάποιος τη θρησκεία, αλλά μερικοί από τους εκκλησιαστικούς συγγραφείς όπως οι Καπαδόκες πατέρες και πολλοί ακόμη, ως τον Γρηγόριο τον Παλαμά, ήταν άνθρωποι μοναδικής πνευματικότητας... Υπήρχε έντονη διανόηση και πνευματική ζωή στο Βυζάντιο. Κυρίως δε, στο τέλος των βυζαντινών χρόνων, π.χ. στην Παλαιολόγεια περίοδο. Είναι αρκετά περίεργο πως, την ώρα που η αυτοκρατορία συρρικνώνονταν η διανόηση ήταν πιο ανθηρή από ποτέ.

byzantio141.jpg
Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι δεν είχε τέχνη.
Τότε αυτοί δεν πρέπει να ξέρουν τίποτε από τέχνη. Η βυζαντινή τέχνη ήταν από τις μεγαλύτερες σχολές τέχνης παγκοσμίως. Κανένας αρχαίος Έλληνας δε θα μπορούσε να χτίσει την Αγία Σοφία, αυτό απαιτούσε πολύ βαθιά τεχνική γνώση. Κάποιοι, ξέρετε, υποστηρίζουν ότι η βυζαντινή τέχνη είναι στατική. Δεν ήταν καθόλου στατική. ήταν μια σχολή τέχνης από τις σημαντικότερες στον κόσμο, που όσο περνά ο καιρός εκτιμάται όλο και περισσότερο, κι όσοι Έλληνες διανοούμενοι λένε ότι το Βυζάντιο δεν δημιούργησε τίποτε, είναι τυφλοί.

Άρα, όσοι χαρακτηρίζουν «απλή μίμηση κι αντιγραφή» τη βυζαντινή τέχνη, μάλλον σφάλλουν.
Αν κάνεις κάτι άριστα, μπορείς να το επαναλάβεις άριστα. Αλλά υπήρχαν πάντα διαφορές. Βλέποντας μια εικόνα, μπορούμε τη χρονολογήσουμε - αν ήταν όλες ίδιες αυτό δεν θα συνέβαινε. Υπάρχουν συγκεκριμένες παραδόσεις που διατηρούνταν, αλλά η τέχνη αυτή παρουσιάζει μεγάλες διαφορές από αιώνα σε αιώνα. «Κόλλησε» και παρέμεινε η ίδια μετά την πτώση της Τουρκοκρατίας, διότι έλειπαν από τη χώρα σας οι φωτισμένοι χορηγοί. Η τέχνη των Παλαιολόγων είναι πολύ διαφορετική από την Ιουστινιάνεια. Φυσικά, είχε και αναλογίες, αλλά δεν ήταν μιμητική. Τα πράγματα είναι απλά: οι άνθρωποι που κατατρέχουν το Βυζάντιο ποτέ δεν το μελέτησαν, ξεκίνησαν με προκαταλήψεις εναντίον του. Δε γνωρίζουν τι κατόρθωσε, τι επετεύχθη.


Ελλάδα, Βυζάντιο, σύγχρονη Δημοκρατία
Υποστηρίζεται από ορισμένους ότι το Βυζάντιο δεν ήταν ελληνικό και δεν αποτέλεσε κανενός είδους συνέχεια της αρχαίας Ελλάδας. Δεν είχε δημοκρατία, ή έστω δημοκρατικούς θεσμούς.
Δεν νομίζω ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι περισσότερο Έλληνες από τους βυζαντινούς. Μέσα στο χρόνο, μες στους αιώνες, οι φυλές δεν μένουν καθαρές, υπάρχουν όμως ορισμένα χαρακτηριστικά των πολιτισμών που παραμένουν εθνικά. Οι Βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν την ελληνική γλώσσα που άλλαξε λίγο, αλλά οι γλώσσες αλλάζουν- ενδιαφέρονταν για τη φιλοσοφία και τη φιλοσοφική ζωή πάρα πολύ, ήταν μεν υπήκοοι ενός αυτοκράτορα, αλλά αυτός ο αυτοκράτορας έπρεπε να φέρεται σωστά, γιατί γίνονταν εύκολα λαϊκές εξεγέρσεις. Το χειρότερο που θα μπορούσαν να πουν για το Βυζάντιο είναι πως ήταν, μάλλον, ένα γραφειοκρατικό κράτος. Όμως είχε μια πολύ μορφωμένη γραφειοκρατία, πολύ πιο μορφωμένη από τους γραφειοκράτες του σημερινού κόσμου. Και, τι εννοείτε με τη λέξη «δημοκρατία»; Ήταν όλη η αρχαία Ελλάδα δημοκρατική; Όχι. Θα έλεγα στους Έλληνες που υποστηρίζουν κάτι τέτοιο, να διαβάσουν την ίδια τους την ιστορία, ειδικότερα της κλασικής Ελλάδας. Εκεί, θα βρουν πολλά να κατακρίνουν... [ ]

bizantio22.JPG
Υπήρχε κοινωνικό κράτος στο Βυζάντιο;
Η Εκκλησία έκανε πολλά για τους ανθρώπους. Το Βυζάντιο είχε πλήρη κοινωνική αίσθηση. Τα νοσοκομεία ήταν πολύ καλά, όπως και τα γηροκομεία, τα οποία ανήκαν κυρίως στην Εκκλησία, αλλά όχι μόνο σε αυτήν -υπήρχαν και κρατικά. Ας μη ξεχνάμε ότι ένας από τους πιο υψηλόβαθμους αξιωματούχους του κράτους ήταν ο Ορφανοτρόφος. Σίγουρα η Εκκλησία έπαιξε βασικό κοινωνικό ρόλο. Δεν ήταν απλά ένα καθεστώς ερημιτών που κάθονταν στο Άγιον Ορος - ήταν κι αυτό, αλλά υπήρχε ένα σύστημα από μοναστήρια στις πόλεις. Τα μοναστήρια φρόντιζαν τους Οίκους για τους γέροντες, των οποίων οι μοναχοί μόρφωναν τη νεολαία -κυρίως τα αγόρια γιατί τα κορίτσια μορφώνονταν στο σπίτι- και τα περισσότερα παρείχαν πολύ καλή μόρφωση. Τα κορίτσια του Βυζαντίου τύχαιναν συχνά καλύτερης παιδείας, καθώς στο σπίτι είχαν την αποκλειστική προσοχή και φροντίδα των δασκάλων τους. Νομίζω ότι η βαθμολογία που θα δίναμε στο κοινωνικό έργο της Εκκλησίας, στο Βυζάντιο, είναι ιδιαίτερα υψηλή.

Και η παιδεία τους, κατά τον Μέγα Βασίλειο, όφειλε να στηρίζεται στον Όμηρο, τον «διδάσκαλο των αρετών». Ήταν γνώστες της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας. Είναι αξιομνημόνευτο, ωστόσο, ότι δεν έδιναν μεγάλη σημασία στους Αττικούς Τραγωδούς, αλλά στους λοιπούς ποιητές. Υπάρχει η διάσημη ιστορία μιας ελκυστικής κυρίας, φίλης ενός αυτοκράτορα, που μας διηγείται η Άννα Κομνηνή. Την ώρα που η κυρία περνούσε, κάποιος της φώναξε έναν ομηρικό στίχο, που μιλούσε για την Ελένη στην Τροία, κι εκείνη κατάλαβε το υπονοούμενο. Δεν υπήρχε κανείς λόγος να της εξηγήσει κάποιος, ποιανού ήταν οι στίχοι. Όλα ανεξαιρέτως τα αγόρια και τα κορίτσια ήξεραν τον Όμηρο. Η Άννα Κομνηνή δεν εξηγεί ποτέ τα σημεία στα οποία αναφέρεται στον Όμηρο, όλοι οι αναγνώστες της τα γνώριζαν.

Αμόρφωτοι δεν υπήρχαν στο Βυζάντιο;
Άλλα ήταν τα προβλήματα της βυζαντινής γραμματείας. Ήταν τόσο καλοί γνώστες της αρχαίας ελληνικής γραμματείας ώστε επηρεάστηκαν στη διαμόρφωση της γλώσσας. Πολλοί ιστορικοί ήθελαν να γράψουν σαν τον Θουκυδίδη, δεν ήθελαν να γράψουν στη γλώσσα που τους ήταν πιο φυσική αλλά στην αρχαία. Η μεγάλη τραγωδία των βυζαντινών γραμμάτων ήταν η εξάρτησή της από την κλασική γραμματεία. Όχι γιατί δεν γνώριζαν αρκετά, αλλά γιατί γνώριζαν πολύ περισσότερα από όσα ήταν απαραίτητα, για το δικό τους «δημιουργικό» καλό.


Ορθοδοξία, η αγαπημένη
Πώς βλέπετε την Ορθοδοξία μες σε αυτό τον κύκλο;
Έχω μεγάλο σεβασμό για τα χριστιανικά δόγματα, και κυρίως για την Ορθοδοξία, διότι μόνον η Ορθοδοξία αναγνωρίζει πως η θρησκεία είναι μυστήριο. Οι ρωμαιοκαθολικοί κι οι προτεστάντες θέλουν να τα εξηγήσουν όλα. Είναι άσκοπο να πιστεύεις σε μία θρησκεία, θεωρώντας ότι αυτή η θρησκεία θα σε βοηθήσει να τα καταλάβεις όλα. Ο σκοπός της θρησκείας είναι ακριβώς να μας βοηθάει να κατανοήσουμε το γεγονός ότι δεν μπορούμε να τα εξηγήσουμε όλα. Νομίζω πως η Ορθοδοξία συντηρεί αυτό το πολύτιμο αίσθημα του μυστηρίου.

bizantio44jpg.jpg
Μα, χρειαζόμαστε το μυστήριο;
Το χρειαζόμαστε. χρειαζόμαστε αυτήν τη γνώση που λέει πως στο σύμπαν υπάρχουν πολύ περισσότερα από αυτά που μπορούμε να κατανοήσουμε. Χρειαζόμαστε τη διανοητική μετριοφροσύνη, κι αυτή απουσιάζει, ειδικά μεταξύ των Δυτικών εκκλησιαστικών ανδρών.

Αυτό είναι χαρακτηριστικό της σχέσης των ορθοδόξων με τους αγίους τους _ ο σεβασμός της ταπεινότητας. Πώς σχολιάζετε το γεγονός ότι αρκετοί άγιοι ανακατεύτηκαν στην πολιτική ή άσκησαν πολιτική;
Όλοι όσοι θέλουν να επηρεάσουν άλλους ανθρώπους ασκούν πολιτική, και είναι πολιτικοί. Πολιτική σημαίνει να προσπαθείς να οργανώσεις την Πόλιν με ένα νέο τρόπο σκέψης. Οι άγιοι είναι πολιτικοί. Ποτέ δεν πίστεψα ότι μπορείς να διαχωρίσεις την πίστη προς τους Αγίους από τη διανόηση. Επιστρέφω σε όσα είπα για τις εκκλησίες. Από τη στιγμή που προσπαθείς να εξηγήσεις τα πάντα, καταστρέφεις ουσιαστικά αυτό που θα έπρεπε να αποτελεί την ανθρώπινη διαίσθηση, αυτή που συνδέει τη διανόηση με τους αγίους και την αίσθηση του Θεού.

Πώς βλέπετε τις άλλες εκκλησίες;
Η ρωμαιοκαθολική εκκλησία ήταν πάντα και πολιτικό ίδρυμα, εκτός από θρησκευτικό, και πάντα ενδιαφερόταν για το νόμο. Πρέπει να θυμόμαστε πως, όταν η ρωμαϊκή αυτοκρατορία κατέρρευσε στη Δύση και ήρθαν τα βαρβαρικά βασίλεια, οι Ρωμαίοι άρχοντες χάθηκαν, αλλά οι εκκλησιαστικοί άνδρες παρέμειναν, κι ήταν κι οι μόνοι με ρωμαϊκή μόρφωση. Οπότε, αυτοί χρησιμοποιήθηκαν από τους βάρβαρους βασιλείς για να εφαρμόσουν το νόμο. Έτσι, η Δυτική Εκκλησία «ανακατεύτηκε» με το νόμο. Τον βλέπεις το νόμο στη ρωμαιοκαθολική Εκκλησία: θέλει να είναι όλα νομικά κατοχυρωμένα. Στο Βυζάντιο -και είναι ενδιαφέρον πώς μετά την τουρκική κατάκτηση τα υποστρώματα παραμένουν- η Εκκλησία ενδιαφέρεται μόνον για τον Κανόνα, το νόμο των γραφών. Δεν έχει την επιθυμία να καθορίσει τα πάντα. Στις Δυτικές Εκκλησίες που αποσχίστηκαν από τη ρωμαιοκαθολική, η ανάγκη του νόμου, του απόλυτου καθορισμού, έχει κληρονομηθεί. Έχει πολύ ενδιαφέρον να μελετήσει κανείς -και μελετώ εδώ και καιρό- τον διάλογο ανάμεσα στην Αγγλικανική Εκκλησία του 17ου αιώνα και την Ορθόδοξη. Οι Αγγλικανοί ήταν ιδιαίτερα ανάστατοι διότι δεν μπορούσαν να καταλάβουν τι πίστευαν οι Ορθόδοξοι σχετικά με τη μεταβολή του οίνου και του άρτου σε αίμα και σώμα. Οι Ορθόδοξοι έλεγαν «είναι μυστήριο, που δεν μπορούμε να κατανοήσουμε. Πιστεύουμε ότι γίνεται, αλλά το πώς δεν το γνωρίζουμε». Οι Αγγλικανοί -όπως κι οι ρωμαιοκαθολικοί- ήθελαν μια καθαρή εξήγηση. Αυτή είναι η τυπική διαφορά των Εκκλησιών και γιΌ αυτό ακριβώς αγαπώ τους Ορθοδόξους.

Τι γνώμη έχετε για τους Νεοέλληνες;
Υπάρχει ακόμη ζωντανή στο λαό αυτή η γρήγορη κατανόηση των πραγμάτων και των καταστάσεων. Υπάρχει έντονη επίσης, η άλλη ποιότητα των Βυζαντινών: η ζωηρή περιέργεια. Και οι Νεοέλληνες έχουν, όπως είχαν κι οι Βυζαντινοί, αντίληψη της σημασίας τους στην ιστορία του πολιτισμού. Όλα αυτά δείχνουν μία ιστορική ενότητα, άλλωστε κανείς λαός δεν διατηρεί όλα τα χαρακτηριστικά του απείραχτα. Πολλά εξαρτώνται από τη γλώσσα, που είναι ο καλύτερος τρόπος συντήρησης της παράδοσης. Η γραμματεία του Βυζαντίου πληγώθηκε από τη σχέση της με την αρχαία γραμματεία. Ευτυχώς, οι Νεοέλληνες έχουν τη δημοτική που επέτρεψε στην νεοελληνική γραμματεία να προχωρήσει, να εξελιχθεί μ έναν τρόπο που οι Βυζαντινοί δεν κατάφεραν, με εξαίρεση την κρητική λογοτεχνία και τον Διγενή. Τα μεγάλα βυζαντινά αριστουργήματα ήταν μάλλον λαϊκά.


Στήβεν Ράνσιμαν

Πέμπτη 29 Μαΐου 2014

29 Μαΐου 1453: Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης...πάλι με χρόνια με καιρούς


agia sofia.jpg

Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία μόνο κατ' όνομα υπήρχε τις παραμονές της Άλωσης. Ήταν περιορισμένη, κυρίως, στην περιοχή γύρω από την Κωνσταντινούπολη και σε κάποιες σκόρπιες περιοχές, όπως το Δεσποτάτο του Μυστρά. Οι θρησκευτικές έριδες, οι εμφύλιες διαμάχες, οι σταυροφορίες, η επικράτηση του φεουδαρχισμού και η εμφάνιση πολλών και επικίνδυνων εχθρών στα σύνορά της είχαν καταστήσει την πάλαι ποτέ Αυτοκρατορία ένα «φάντασμα» του ένδοξου παρελθόντος της.
Το Βυζάντιο σε εκείνη την κρίσιμη στιγμή της ιστορίας του με την οθωμανική λαίλαπα προ των πυλών του, δεν μπορούσε να ελπίζει παρά μόνο στη βοήθεια της καθολικής Ευρώπης, η οποία όμως ήταν μισητή στους κατοίκους της Κωνσταντινούπολης. Η ύπαρξη «Ενωτικών» και «Ανθενωτικών» δίχαζε τους Βυζαντινούς. Ωστόσο, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε μια απέλπιδα προσπάθεια, στέλνοντας πρεσβεία στον πάπα Νικόλαο Ε' για να ζητήσει βοήθεια. Ο Πάπας έβαλε και πάλι ως όρο την Ένωση των Εκκλησιών, αλλά αποδέχθηκε το αίτημα του αυτοκράτορα να στείλει στην Κωνσταντινούπολη ιερείς, προκειμένου να πείσουν τον λαό για την αναγκαιότητα της Ένωσης.
hqdefault22.jpg
Οι απεσταλμένοι του Πάπα, καρδινάλιος Ισίδωρος και ο αρχιεπίσκοπος Μυτιλήνης Λεονάρδος, λειτούργησαν στην Αγία Σοφία, προκαλώντας την αντίδραση του κόσμου, που ξεχύθηκε στους δρόμους και γέμισε τις εκκλησίες, όπου λειτουργούσαν οι ανθενωτικοί με επικεφαλής τον μετέπειτα πατριάρχη Γεννάδιο Σχολάριο. Το σύνθημα που κυριαρχούσε ήταν «την γαρ Λατίνων ούτε βοήθειαν ούτε την ένωσιν χρήζομεν. Απέστω αφ' ημών η των αζύμων λατρεία».
Το μίσος για τους Λατίνους δεν απέρρεε μόνο από δογματικούς λόγους. Η λαϊκή ψυχή δεν είχε ξεχάσει τη βαρβαρότητα που επέδειξαν οι Σταυροφόροι στην Πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204, ενώ αντιδρούσε στην οικονομική διείσδυση της Βενετίας και της Γένουας, που είχε φέρει στα πρόθυρα εξαθλίωσης τους κατοίκους της Αυτοκρατορίας, αλλά και στην καταπίεση των ορθοδόξων στις περιοχές, όπου κυριαρχούσαν οι καθολικοί.
504px-Ecumenical-Patriarchate-Arms_svg.png
Αντίθετα, οι Οθωμανοί φαίνεται ότι συμπεριφέρονταν καλύτερα προς τους χριστιανούς. Πολλοί χριστιανοί είχαν υψηλές θέσεις στην οθωμανική διοίκηση, ακόμη και στο στράτευμα, ενώ κυριαρχούσαν στο εμπόριο. Οι χωρικοί πλήρωναν λιγότερους φόρους και ζούσαν με ασφάλεια. Έτσι, στην Κωνσταντινούπολη είχε σχηματισθεί μία μερίδα που διέκειτο ευνοϊκά προς τους Οθωμανούς. Την παράταξη αυτή εξέφραζε ο Λουκάς Νοταράς με τη φράση «Κρειττότερον εστίν ειδέναι εν μέση τη πόλει φακιόλιον βασιλεύον Τούρκων ή καλύπτραν λατινικήν».
Από τις αρχές του 1453 ο Μωάμεθ προετοιμαζόταν για την κατάληψη της Κωνσταντινούπολης. Με έδρα την Ανδριανούπολη συγκρότησε στρατό 150.000 ανδρών και ναυτικό 400 πλοίων. Ξεχώριζε το πυροβολικό του, που ήταν ό,τι πιο σύγχρονο για εκείνη την εποχή και ιδιαίτερα το τεράστιο πολιορκητικό κανόνι, που είχαν φτιάξει Σάξωνες τεχνίτες. Στις 7 Απριλίου, ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης.
Ο αγώνας ήταν άνισος για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες, οι 2000 από τους οποίους μισθοφόροι, κυρίως Ενετοί και Γενουάτες, ενώ στην Πόλη είχαν απομείνει περίπου 50.000 κάτοικοι με προβλήματα επισιτισμού. Η Βασιλεύουσα περιβαλλόταν από ξηράς με διπλό τείχος και τάφρο. Το τείχος αυτό, που επί 1000 χρόνια είχε βοηθήσει την Κωνσταντινούπολη να αποκρούσει νικηφόρα όλες τις επιθέσεις των εχθρών της, τώρα ήταν έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε καθημερινούς κανονιοβολισμούς.
HagiaSophia_mosaic.jpg
Οι Τούρκοι προσπάθησαν πολλές φορές να σπάσουν την αλυσίδα που έφραζε τον Κεράτιο κόλπο και προστάτευε την ανατολική πλευρά της Κωνσταντινούπολης. Στις 20 Απριλίου ένας στολίσκος με εφόδια υπό τον πλοίαρχο Φλαντανελλά κατορθώνει να διασπάσει τον τουρκικό κλοιό μετά από φοβερή ναυμαχία και να εισέλθει στον Κεράτιο, αναπτερώνοντας τις ελπίδες των πολιορκούμενων.
Ο Μωάμεθ κατάλαβε αμέσως ότι μόνο το πυροβολικό του δεν έφθανε για την εκπόρθηση της Πόλης, εφόσον παρέμεινε απρόσβλητος ο Κεράτιος. Με τη βοήθεια ενός ιταλού μηχανικού κατασκεύασε δίολκο και τη νύχτα της 21ης προς την 22α Απριλίου, 70 περίπου πλοία σύρθηκαν από τον Βόσπορο προς τον Κεράτιο. Η κατάσταση για τους πολιορκούμενους έγινε πλέον απελπιστική, καθώς έπρεπε να αποσπάσουν δυνάμεις από τα τείχη για να προστατεύσουν την Πόλη από την πλευρά του Κεράτιου, όπου δεν υπήρχαν τείχη.
byzantio-660.jpg
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωί της 29ης Μαΐου 1453. Κατά χιλιάδες οι στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που νωρίτερα απέκρουσε με υπερηφάνεια τις προτάσεις συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος. Αφού έσφαξαν τους υπερασπιστές της Πόλης, οι Οθωμανοί Τούρκοι προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και εξανδραποδισμούς. Το βράδυ, ο Μωάμεθ ο Πορθητής εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία και προσευχήθηκε στον Αλλάχ «αναβάς επί της Αγίας Τραπέζης», όπως αναφέρουν οι χρονικογράφοι της εποχής.
EntranceAS.JPG
Λίγες ώρες πριν την Άλωση της Κωνσταντινούπολης ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος έκανε την τελευταία του ομιλία στην Αγιά Σοφία και είπε απευθυνόμενος προς τους στρατηγούς του.  «Σας παραδίδω την εκλαμπρότατη και φημισμένη αυτή πόλη, πατρίδα σας και βασίλισσα των πόλεων. Ξέρετε καλά, αδέρφια, ότι για τέσσερις λόγους οφείλουμε όλοι να προτιμήσουμε το θάνατο παρά τη ζωή: πρώτον, για την πίστη και την ευσέβειά μας· δεύτερον, για την πατρίδα· τρίτον, για το βασιλέα και το Χριστό και τέταρτον, για τους συγγενείς και φίλους.
Λοιπόν αδέρφια, αν οφείλουμε να αγωνιστούμε μέχρι θανάτου για έναν και μόνο από τους τέσσερις αυτούς λόγους, πολύ περισσότερο για όλους μαζί, όπως προφανώς κατανοείτε. Αν για τις αμαρτίες μας παραχωρήσει ο Θεός τη νίκη στους ασεβείς, θα διακινδυνεύσουμε υπέρ της πίστεως της αγίας που μας παραχώρησε ο Χριστός με το αίμα του. Αυτό είναι το σπουδαιότερο απ' όλα. Τι θα ωφεληθεί κανείς αν κερδίσει τον κόσμο όλο και χάσει την ψυχή του; Δεύτερον, χάνουμε έτσι μια περίφημη πατρίδα και, ακόμη, την ελευθερία μας. Τρίτον, χάνουμε την άλλοτε περιφανή και σήμερα ντροπιασμένη, ταπεινωμένη και εξουθενωμένη βασιλεία, η οποία γίνεται έρμαιο του ασεβούς τυράννου. Τέταρτον, στερούμεθα τις προσφιλείς γυναίκες και τα παιδιά μας και τους συγγενείς μας».
Λόγια που δείχνουν το θάρρος του Αυτοκράτορα. Λόγια που ακόμη και σήμερα πρέπει να διδάσκονται σε όλους για τη σημασία που έχει πολεμάμε μέχρι τέλους για να υπερασπιστούμε τα εδάφη μας.
πηγή
sansimera
byzantinh aytokratoria.jpg

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2014

Η ΔΥΣΗ ΑΝΑΚΑΛΥΠΤΕΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ, ΕΜΕΙΣ ΤΟ ΣΥΚΟΦΑΝΤΟΥΜΕ


              Ὅταν ὁ Ἀλεξανδρινός ποιητής Κωνσταντῖνος Καβάφης ἔγραφε γιά τόν «ἔνδοξο βυζαντινισμό μας», προφανῶς μιλοῦσε ἐπαινετικά γιά τήν ἱστορία καί τήν προσφορά τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, τῆς Ρωμανίας. Ἀντιθέτως στήν ἐποχή μας ἔχει καθιερωθεῖ μία ἀρνητική χρήση τοῦ ὅρου «βυζαντινισμός» καί ὁρισμένοι Νεοέλληνες στρέφονται κατ' εὐθεῖαν στόν παποῦ μας-τήν Ἀρχαιότητα- ἀδιαφορῶντας γιά τόν πατέρα μας, τό Ἑλληνορθόδοξο Βυζάντιο. Ἡ διαφορά εἶναι ὅτι ὁ μέν Καβάφης γνώριζε Ἱστορία, ἐνῶ οἰ χλευάζοντες τό Βυζάντιο ἤ  δέν γνωρίζουν ἤ τήν μελετοῦν μέ παραμορφωτικούς φακούς. Ἀκόμη καί ἡ προσπάθεια τοῦ σκηνοθέτη Κώστα Γαβρᾶ νά δείξει ἄνευ τεκμηριώσεως ὅτι δῆθεν Χριστιανοί κατέστρεφαν τίς μετόπες τοῦ Παρθενῶνος, ἐντάσσεται στήν ἴδια φιλοσοφία. Ὁ σκοπός εἶναι νά δοθεῖ τό μήνυμα ὅτι ὅλα αὐτά ἔγιναν μέ τήν καθοδήγηση τῆς ἐπίσημης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία δημιούργησε τό σκοταδιστικό, ὅπως τό βλέπουν, Βυζάντιο.
            Περί τοῦ Παρθενῶνος ἀπήντησαν καί θά ἀπαντήσουν οἱ ἀρχαιολόγοι καί οἱ εἰδικοί τῆς ἐποχῆς. Προσωπικά θά ἤθελα μόνο μία ἐπισήμανση νά κάνω: Ἄν οἱ Χριστιανοί τῆς Βυζαντινῆς ἐποχῆς εἶχαν τόσο μεγάλο μένος μέ κάθε τι ἀρχαῖο, τότε θά ἄλλαζαν τό ὄνομα τῶν Ἀθηνῶν καί δέν θά ἄφηναν ἕνα ὄνομα πού αναφέρεται στήν Ἀθηνᾶ. Ὄχι μόνο σεβάσθηκαν τό ὄνομα, ἀλλά ἐπιπλέον τόν Παρθενῶνα τόν ὀνόμασαν «Παναγία ἡ Ἀθηνιώτισσα» καί τόν ἀφιέρωσαν στήν Θεοτόκο. Γενικότερα , ὅμως, περί τῆς πολιτιστικῆς προσφορᾶς τῆς Βυζαντινῆς μας Ρωμηοσύνης, ἔρχονται νά δώσουν τή μαρτυρία τους πολλοί ξένοι συγγραφεῖς, ἀπό τούς ὁποίους σήμερα θά παρουσιάσω δύο. Ἐπιλέγω τό βιβλίο τοῦ ἀμερικανοῦ Κόλιν Οὐέλλς «Σαλπάροντας ἀπ' τό Βυζάντιο - Πῶς μία χαμένη αὐτοκρατορία διαμόρφωσε τόν κόσμο» (1) . Καί τό ἔργο τοῦ Γάλλου καθηγητοῦ Συλβαίν Γκουγκενέμ μέ τίτλο «Ὁ Ἀριστοτέλης στό Μόν -Σαίν-Μισέλ» καί μέ ὑπότιτλο:  «Οἱ Ἑλληνικές ρίζες τῆς Χριστιανικῆς Εὐρώπης». (2) Εὐτυχῶς καί τά δύο βιβλία ἔχουν μεταφρασθεῖ στά ἑλληνικά καί μποροῦν νά βοηθήσουν κάθε συμπατριώτη μας, ὁ ὁποῖος καλοπροαίρετα ἐνδιαφέρεται νά μάθει ποιά και πόσο σημαντική ἦταν ἡ προσφορά τῶν Βυζαντινῶν προγόνων μας στόν παγκόσμιο πολιτισμό.
            Ὁ νέος σέ ἡλικία Κόλιν Οὐέλλς σπούδασε ἀρχαία ἱστορία καί φιλολογία στίς ΗΠΑ καί ἔμαθε τό Βυζάντιο ἀπό ἕναν ἐξαίρετο δάσκαλο: Τόν διαπρεπῆ Ἕλληνα βυζαντινολόγο Σπύρο Βρυώνη. Στόν πρόλογό του ὁ συγγραφεύς σημειώνει: «Ἡ διάρθρωση τοῦ βιβλίου ἀπορρέει ἀπό δύο ἰδέες, πού καί οἱ δύο μαζί προσφέρουν ἕναν εὔκολο τρόπο γιά νά κατανοήσουμε τήν πολιτιστική κληρονομιά τοῦ Βυζαντίου. Ἡ πρώτη εἶναι ἡ δυαδική φύση τῆς παράδοσής του, ἡ ὁποία ἀντικατοπτρίζεται στόν ἐνστερνισμό τόσο τῆς χριστιανικῆς πίστης, ὅσο καί τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος. Ἡ δεύτερη διαρθρωτική ἰδέα τοῦ βιβλίου συνίσταται ὅτι οἱ κληρονόμοι αὐτῆς τῆς δυαδικῆς παράδοσης ἦταν οἱ τρεῖς νεώτεροι πολιτισμοί πού ἀναδύθηκαν ἀρχικά σέ περιοχές οἱ ὁποῖες εἶχαν ἀποσπασθεῖ ἀπό τό Βυζάντιο: ὁ δυτικός, ὁ ἰσλαμικός καί ὁ σλαβικός κόσμος. Ὁ καθένας ἀπό αὐτούς τούς τρεῖς παγκόσμιους πολιτισμούς διαμορφώθηκε ριζικά ἀπό τό Βυζάντιο-ἀλλά ὁ καθένας ἦταν ἰδιαίτερα ἐπιλεκτικός ὅσον ἀφορᾶ τήν πλευρά τοῦ Βυζαντίου πού ἐπέλεξε νά ἐνστερνιστεῖ.  Αὐτό τό βιβλίο τιμᾶ τή ἐνεργητικότητα καί τόν δυναμισμό ἐκείνων τῶν νεαρῶν πολιτισμῶν, ὅπως ἐπίσης καί τόν ἐκπληκτικό πλοῦτο τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ» (σελ. xxvii).
            Στήν πρώτη ἑνότητα ὁ Οὐέλλς ἐξηγεῖ πῶς τό Βυζάντιο μετέφερε στή Δυτική Εὐρώπη τήν ἀρχαιοελληνική γραμματεία καί σοφία. Στή δεύτερη μιλᾶ γιά τίς βυζαντινές ἐπιδράσεις στόν ἀραβικό καί μουσουλμανικό κόσμο. Στήν τρίτη ἑνότητα περιγράφει τήν διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας καί τοῦ ἑλληνορθοδόξου πολιτισμοῦ στόν σλαβικό κόσμο καί κυρίως στή Ρωσία. Ὁ Ἐπίλογος ἀφιερώνεται στόν «τελευταῖο βυζαντινό», τόν μοναχό Μιχαήλ Τριβώλη ἀπό τήν Ἄρτα, ὁ ὁποῖος δίδαξε πολλά στούς Ρώσους τόν 16ο αἰῶνα καί ἔμεινε γνωστός ὡς «Μάξιμος ὁ Γραικός». Δέν μπορεῖ, λοιπόν, νά ἦταν σκοταδιστικό τό Βυζάντιο, ὅπως τό παρουσιάζουν οἱ φανατικοί ἀντιεκκλησιαστικοί νεοέλληνες διανοητές, ὅταν τροφοδότησε πνευματικά τόσους πολλούς λαούς καί πολιτισμούς!
            Τό βιβλίο τοῦ Γάλλου Συλβαίν Γκουγκενέμ, καθηγητοῦ Μεσαιωνικῆς Ἱστορίας στό Πανεπιστήμιο τῆς Λυών, ἔχει ὡς στόχο να καταρρίψει τήν ἄποψη πού διδάσκουν πολλοί δυτικοί ἱστορικοί, ὅτι δῆθεν ἡ Δύση ἔμαθε τόν Ἀριστοτέλη και τούς ἄλλους ἀρχαίους συγγραφεῖς μέσῳ τῶν Ἀράβων μουσουλμάνων. Ὁ συγγραφεύς ἀποδεικνύει ὅτι ὁ μεγαλύτερος δάσκαλος τῆς Δυτικῆς Εὐρώπης στήν ἀρχαία παιδεία ἦταν τό  Βυζάντιο, τό ὁποῖο σεβάσθηκε καί καλλιέργησε τήν ἀρχαία ἑλληνική γραμματεία καί μέ τούς κληρικούς του καί μέ τούς μοναχούς καί μέ τούς λαϊκούς λογίους του. Γνωρίζουμε φυσικά ὅτι ἡ προσέγγιση τῶν Χριστιανῶν ἦταν ἐπιλεκτική πρός τά ἀρχαῖα κείμενα, ὅπως διδάσκει καί ὁ Μέγας Βασίλειος στό ἔργο του «Πρός τούς νέους ὅπως ἄν ἐξ Ἑλληνικῶν ὠφελοῖντο λόγων». Ὁ Γκουγκενέμ μᾶς βοηθεῖ νά κατανοήσουμε ὅτι τό Ὀρθόδοξο Βυζάντιο οὐδέποτε ἐδίωξε τήν κλασσική παιδεία, ἀλλά ἀντθέτως τήν προώθησε καί τήν διέδωσε σέ ἄλλους λαούς. Ἁναφέρεται ἐπίσης καί στόν ρόλο πολλῶν ἀραβοφώνων Χριστιανῶν -κυρίως μονοφυσιτῶν- στή μετάφραση ἑλληνικῶν κειμένων στά ἀραβικά καί μᾶς ἀποκαλύπτει τήν ὕπαρξη ὁλοκλήρων  ἐγαστηρίων ἀντιγραφῆς καί μεταφράσεως ἑλληνικῶν κειμένων στό γαλλικό μοναστῆρι τοῦ Μόν-Σαίν-Μισέλ περί τό ἔτος 1120. Ὁ μεταφραστής ἦταν ἕνας κληρικός μέ τό ὄνομα «Ἰάκωβος τῆς Βενετίας ὁ Ἕλληνας».
            Ἴσως νά μή συμφωνοῦμε μέ ὅλα τά σημεῖα τοῦ βιβλίου, ὅμως εἶναι ἀξιοπρόσεκτα τά κυριώτερα συμπεράσματα τοῦ συγγραφέως. Ὅτι δηλαδή «ἡ πολιτισμική ἐλίτ τοῦ Βυζαντίου ἦταν Χριστιανική καί ταυτόχρονα ἑλληνική» (σελ. 86). Καί ὅτι «οἱ πολιτισμικές ρίζες τῆς Εὐρώπης ἁπλώνονταν στόν ἑλληνικό πολιτισμό, τό ρωμαϊκό δίκαιο καί τή Βίβλο» (σελ. 216). Ὁ Γκουγκενέμ ἀντιτίθεται σαφῶς πρός τήν ἰσοπεδωτική παγκοσμιοποίηση καί μᾶς θυμίζει τά λόγια τοῦ μεγάλου Γάλλου ἱστορικοῦ Φερνάν Μπρωντέλ, πού ἐπέμενε ὅτι: «Μόνο οἱ οὐτοπιστές ὀνειρεύονται τή συγχώνευση τῶν θρησκειῶν. Οἱ θρησκεῖες, ὅ,τι ἀκριβῶς πιό προσωπικό ὑπάρχει, πιό ἀνθεκτικό μέσα σ' αὐτό τό σύμπλεγμα ἀγαθῶν, δυνάμεων, πού εἶναι κάθε πολιτισμός» (σελ. 201). Καί ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν ἀκουέτω.
 
  Κωνσταντνος Χολέβας, Πολιτικός πιστήμων
(1)   κδόσεις ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ, θήνα 2008
(2)   κδόσεις ΟΛΚΟΣ, θήνα 2009
 Κ.Χ. ΣΕΠΤ. 2009

ΠΗΓΗ

Ενωμένη Ρωμιοσύνη

Τρίτη 11 Μαρτίου 2014

Η Αγία Θεοδώρα η βασίλισσα της Άρτας.

 

        
Η Άγια Θεοδώρα η βασίλισσα της Άρτας γεννήθηκε περί το 1210 μ.Χ. Καταγόταν από την Θεσσαλία. Ήταν γόνος αρχοντικής οικογένειας και Γαλλικής καταγωγής. Ο Ιωάννης Πετραλύφης, ο πατέρας της Θεοδώρας, κατείχε τον Βυζαντινό τίτλο του Σεβαστοκράτορος. Είχε προσφέρει αρκετές και σημαντικές υπηρεσίες στην Αυτοκρατορία του Βυζαντίου. Στη Θεσσαλία, ο Ιωάννης Πετραλύφης χρημάτισε Διοικητής. Εκεί γεννήθηκε η Θεοδώρα και έλαβε χριατιανοπρεπή ανατροφή, όπως και τ’ άλλα αδέλφια της. Η Θεοδώρα, όμως, ήταν ευλογημένη από τον Δωρεοδότην Κύριον και διά τούτο βλάστησε στο Γένος μας και στην Πατρίδα μας. Αν και αρχοντοπούλα και με σπάνια ομορφιά προσώπου, όπου αντικατοπτριζόταν η ψυχική της ομορφιά, ήταν πολύ ταπεινή και πολύ απλή. Φερόταν προς όλους τους ανθρώπους του αρχοντικού της με γλυκύτητα και αγάπη. Είχε φόβο Θεού. Πρόσεχε πολύ την ψυχή της. η Θεοδώρα ήταν προσεκτική στα λόγια της και στην συμπεριφορά της. Ήταν σεμνή και ηθικότατη.


Βλέποντας οι γονείς της, ότι πρόκοβε στα καλά και στα θεάρεστα έργα, χαίρονταν. Την είχαν καμάρι και δοξάζανε τον Θεό. Σκεπτόντανε, μάλιστα να την παντρέψουν. Αλλά φροντίζανε να βρουν άντρα, επίσης, θεοσεβή και ενάρετο, για να ταιριάζει και με τη Θεοδώρα. Ο πατέρας της πέθανε γρήγορα αφήνοντας τη Θεοδώρα σε μικρή ακόμα ηλικία, ορφανή. Την προστασία της οικογένειας ανέλαβε ο Δούκας της Ηπείρου Θεόδωρος (θείος της), ο οποίος την εποχή αυτή είχε καταλάβει την Θεσσαλονίκη και επέκτεινε το κράτος του μέχρι την Αδριανούπολη. Η Θεοδώρα έζησε και μεγάλωσε στα Σέρβια της Κοζάνης, μια σημαντική πόλη με στρατηγική θέση την εποχή αυτή. Ανατρέφεται μαζί με τα αδέλφια της από την ευσεβή μητέρα της Ελένη και μαθαίνει καλά για τον σκοπό της ζωής του ανθρώπου, που δεν είναι άλλος παρά η αγιότητα και η «κατὰ Θεὸν ὁμοίωσις». Γνωρίζει και πιστεύει ότι το αληθινό νόημα της σύντομης ζωής μας κρύβεται στην επιτυχία της αιώνιας ζωής και Βασιλείας του Θεού. Διδάσκεται από την αγαθή μητέρα της ότι τα αληθινά κοσμήματα που πρέπει να στολίζουν την γυναίκα, είναι η αγάπη προς τον Θεό και τον άνθρωπο, η ταπεινοφροσύνη, η πραότητα, η ευσπλαχνία, η ελεημοσύνη, η προσευχή και η αληθινή πίστη, που με τον δικό της αγώνα και τη Χάρη του Θεού μπορούν να πραγματοποιηθούν και να φανερωθούν και στη δική τους ζωή. Η πνευματική καλλιέργεια και ωριμότητα της νεαρής Θεοδώρας, καθώς επίσης και το κάλλος της εντυπωσιάζουν τον Μιχαήλ Β', που στον δρόμο του για την Άρτα την συναντά στα Σέρβια, ενώ βρισκόταν υπό την προστασία του θείου της Θεοδώρου. Την ζητά αμέσως σε γάμο, ο οποίος και τελείται με κάθε μεγαλοπρέπεια και επισημότητα στα Σέρβια το έτος 1230 μ.Χ. με λαμπρή και μεγάλη συνοδεία, φτάνουν στην Άρτα, την πρωτεύουσα του κράτους της Ηπείρου, στην οποία ο Μιχαήλ Β' ανακηρύσσεται μετά από λίγο Δεσπότης.

Και ο μεν Μιχαήλ Δούκας φρόντιζε πώς να κυβερνά αξιέπαινα και ένδοξα το βασίλειο του, το Δεσποτάτο του, όπως το ονόμαζαν τότε. Η Θεοδώρα όμως, όταν ανέβηκε στο βασιλικό αξίωμα, δεν περηφανεύτηκε, για την εξουσία και τα μεγαλεία, που είχε. Αλλά ζούσε η ευλογημένη απλά και ταπεινά. Δεν στολιζόταν με μάταια στολίδια. Δεν άλλαζε συχνά φορέματα και δεν έχανε τον καιρό της με τα κοσμικά και τα μάταια. Όλα αυτά τα περιφρόνησε. Αυτή έβαλε σκοπό στη ζωή της, πώς να κερδίσει την Βασιλεία των Ουρανών, για να ζήσει παντοτινά ευτυχισμένη. Φρόντιζε συγχρόνως πώς να διαδώσει τον Λόγο του Θεού σε εκείνους, που δεν τον ήξεραν και πώς θα τους φέρει στο δρόμο του Θεού. Επίσης συνεχή φροντίδα είχε πώς να χορτάσει τους πεινασμένους και να ντύσει τους γυμνούς, τις εικόνες αυτές του Θεού και τα αδέλφια του Χριστού μας. Έγινε η μακάρια Θεοδώρα, η μητέρα των ορφανών και ο προστάτης των χηρών. Αλλά ο ανθρωποκτόνος διάβολος, φθόνησε την Θεοδώρα, για την προκοπή της στην αρετή και την αγιότητα. Γι’ αυτό άρχισε ο άθλιος να την πολεμάει άγρια. Μη μπορώντας, όμως, σε σαρκικά αμαρτήματα να την ρίξει, ούτε στην υπερηφάνεια, ούτε να λυγίσει τον αδαμάντινο χαρακτήρα της Άγιας, χρησιμοποιεί άλλο τρόπο πιο σατανικό.


Ο άνδρας της Μιχαήλ συνδέθηκε παράνομα με μια αρχόντισσα χήρα, που την έλεγαν Γαγγρινή. Αυτή με τα μάγια, που του είχε κάνει, έβγαλε τον βασιλέα από τα φρένα του. Τόσο πολύ ξελόγιασε τον βασιλιά, ώστε ζούσε μ’ αυτή την πόρνη, σαν να ήταν γυναίκα του. Τη δε Θεοδώρα την περιφρονούσε, την έδερνε και την κακοποιούσε συνεχώς, χωρίς ο ανόητος άρχοντας να φοβάται τον Θεό και να ντρέπεται τους ανθρώπους. Είχε ξεκόψει ο δυστυχής από την Εκκλησία και γι’ αυτό βρήκε ευκαιρία και μπήκε ο σατανάς μέσα του. Όλα, βεβαίως, αυτά η μακαρία Θεοδώρα τα υπέφερε με γενναιότητα και με υπομονή ακατάβλητη. Ενώ περνούσε μαρτυρική ζωή, γιατί όλοι την περιφρονούσαν στο Παλάτι, εν τούτοις αυτή δεν γόγγυζε, ούτε είπε ποτέ παραπονετικό λόγο εναντίον του Θεού. Σκεπτότανε ότι τις παραχωρούσε ο Θεός. Αντίθετα όλες τις θλίψεις τις θεωρούσε σαν ουράνιο θησαυρό, για να στερεωθεί, πιο πολύ στην πίστη και για να απόκτησει την αρετή της υπομονής, που είναι αναγκαιοτάτη. Περνούσε η Θεοδώρα τις ημέρες της με αγρυπνίες, με νηστείες και προσευχές. Ήταν υποχωρητική και υπομονετική. Δεν αντιστάθηκε στην αισχρά διαγωγή του συζύγου της, διότι είχε πεποίθηση στον Ουράνιο Πατέρα. Τον ικέτευε με ολονύκτιες προσευχές να λύση το τραγικό πρόβλημά της. Και ο Μιχαήλ αυθαδιάζοντας ολοένα και περισσότερο, άφησε το αχαλίνωτο πάθος να τον τραβά ολόκληρο προς την μαινάδα Γαγγρινήν. Την αποξένωσε στην αρχή ο βασιλιάς τη Θεοδώρα. Δεν της έδιδε σημασία καθόλου. Ήθελε ν’ απαλλαγεί από αυτήν. Απαγόρευε ακόμη στους υπηκόους του να της συμπεριφέρονται με ανθρωπιά. Ήθελε να παύσουν να ενθυμούνται και ν’ αναφέρουν ακόμη το όνομα της σεμνής και αθώας Θεοδώρας. Κατόπιν μάλιστα την έδιωξε και την πέταξε στο δρόμο. Πέντε ολόκληρα χρόνια γύριζε η ευλογημένη Θεοδώρα από εδώ και από εκεί με το μικρό βρέφος στην αγκαλιά της. Από βασίλισσα κατάντησε έρημη και ζητιάνα. Γύριζε πεινασμένη, ταλαιπωρημένη. Υπέφερε χίλια - δύο βάσανα: Κρύα και λιοπύρια, πείνα και δίψα, δρόμους και κακουχίες... Άγνωστη, πικραμένη, κακοντυμένη, πέρασε αγρούς, δρασκέλισε λόφους, διάβηκε ποτάμια και νυχτοπερπάτησε με αστροφεγγιά με το μωράκι της στην αγκαλιά της, την μόνη παρηγοριά της μετά τον Θεόν, που ήταν και η μόνη ελπίδα της.
           

Παρ’ όλα όμως αυτά, δεν απελπιζόταν. Πολιορκούσε συνεχώς τον Ουρανό με τις προσευχές της. Παρακαλούσε το Θεό να συγχωρήσει τον άνδρα της, για να μη χάσει ο δυστυχής την ψυχή του. Κάποια, όμως, ημέρα, όπως έβγαινε μέσα από το δάσος, την είδε ένας Ιερεύς από την Πρένησταν. Την ερώτησε τότε ο αγαθός εκείνος Λευΐτης ποιά είναι, από που ερχόταν και πώς βρέθηκε σ’ αυτό το μέρος. Στην αρχή η Θεοδώρα δεν ήθελε να φανερώσει την αλήθεια. Μετά, όμως, με δάκρυα στα μάτια, αφού πήρε τον λόγο του παπά ότι θα κρατήσει το μυστικό, του αποκαλύφθηκε. Άρχισε να του λέγει όλη την ιστορία της. Συγκινημένος και έκπληκτος ο καλός Λευΐτης την παίρνει αμέσως στο σπίτι του και τη φροντίζει με καλοσύνη και στοργή, σαν να ήτανε κόρη του. Καταβάλλει ο ταπεινός κι ευλαβής παπάς όσα έξοδα χρειαζόταν αυτή και το παιδί της, μέχρις ότου έπειτα από πέντε ολόκληρα χρόνια ο Θεός άκουσε τις προσευχές της και έδωσε τέλος στα βάσανά της.

Μια ημέρα, που έλειπε ο βασιλιάς από το παλάτι, μπαίνουν ξαφνικά μέσα οι άρχοντες και πιάνουν την μοιχαλίδα εκείνη γυναίκα. Την τιμώρησαν τόσο πολύ, ώστε την έκαναν να μαρτυρήσει ότι αυτή ήταν η αφορμή με τα μάγια, που είχε κάνει να διώξει ο βασιλιάς την βασίλισσα Θεοδώρα. Ομολόγησε ακόμη, ότι όσα έγιναν στο παλάτι, έγιναν εξ αιτίας της. Όταν επέστρεψε ο βασιλιάς και έμαθε ότι εκείνη (ή χήρα) η Γαγγρινή του είχε κάνει σατανικά μάγια και τον απέκοψε έτσι από τον δρόμο του Θεού και από την βασίλισσα, μετανόησε για την αμαρτία, που έκανε. Έστειλε αμέσως ανθρώπους να ψάξουν παντού, για να βρούνε την καρτερόψυχη βασίλισσα, τη Θεοδώρα, την ενάρετη, την αγνή και νόμιμη πολυαγαπημένη γυναίκα του. Δεν μπορούσε πλέον να υποφέρει τον έλεγχο της συνειδήσεως και να συνεχίζει την έκλυτη ζωή! Σκεπτόταν μ’ αγωνία πλέον σε ποιών λόγγων τις απόκρημνες σπηλιές και σε ποιά απάτητα δάση περιπλανιόταν. Έτρεξαν τότε οι άνθρωποι του σε όλα τα μέρη. Έφτασαν στην Πρένηστα, όπου έμενε η Θεοδώρα φιλοξενούμενη μαζί με το παιδί της, στο σπίτι του σεβάσμιου Ιερέα. Αφού έμαθε η βασίλισσα για την μετάνοια του βασιλέως, επέστρεψε στα Ανάκτορα. Τότε έγινε μεγάλη χαρά και αγαλλίασης σ’ όλη την Άρτα. Μια καινούργια ζωή θεοσεβείας και αγαλλιάσεως άρχισε, και ως έμπρακτο αποτέλεσμα της ειλικρινούς μεταμελείας του Μιχαήλ ήταν το κτίσιμο Εκκλησιών. Και ο μεν Μιχαήλ έκτισε κατόπιν προτροπής της Θεοδώρας -μεταξύ των άλλων Ναών- Την Μονήν των Βλαχερνών και την Κάτω Παναγιά, η δε Αγία Θεοδώρα έκτισε τον Ναό του Αγίου Γεωργίου και εκεί κοντά Ιεράν Γυναικείαν Μονήν.
Ύστερα από αυτά έγινε και ο βασιλιάς υπόδειγμα καλού Χριστιανού. Επιδόθηκε και αυτός στις καλοσύνες και τις ελεημοσύνες. Φρόντισε να σώσει την ψυχή του και να βρει έλεος από τον Θεό για τα αμαρτήματα του. Έζησαν μαζί σαράντα (40) περίπου χρόνια και απέκτησαν πέντε παιδιά: τον Νικηφόρο, τον Δημήτριο, τον Ιωάννη, την Άννα και την Μαρία.


Τον καιρό που ήταν βασίλισσα στην Άρτα η Θεοδώρα, ασκήτευε στα μέρη του γειτονικού Βάλτου και συγκεκριμένα στο βουνό Καλάνα ο Άγιος Ανδρέας ο Ερημίτης. Όταν ο Θεός θέλησε να πάρει το πνεύμα του Οσίου Ανδρέα, φάνηκαν στον Ουρανό αναμμένες λαμπάδες. Οι λαμπάδες αυτές έβγαζαν ένα φως λαμπερό, που φαινόταν από όλη την περιοχή. Αυτές κατέβαιναν από τον Ουρανό και σταματούσαν επάνω στο σημείο, όπου ήταν το Λείψανο του Αγίου Ανδρέα. Το θαυμαστό αυτό σημείο φάνηκε όχι μόνο στα γύρω χωριά του Βάλτου, αλλά και στα πιο πέρα. Μαθεύτηκε δε και στην Άρτα. Τότε η ευσεβέστατη Θεοδώρα μαζί με όλη την Σύγκλητο έτρεξαν στο Ασκητήριο του Αγίου και βρήκαν εκεί το λείψανο του. Τότε έθαψαν εκεί τον Άγιο. Διέταξε δε η Βασίλισσα Θεοδώρα και οικοδομήσανε στο μέρος εκείνο Ναό εις τιμήν του Όσιου Ανδρέου.
                
Περί το 1271 απέθανε ο βασιλεύς Μιχαήλ. Έμεινε πλέον χήρα η ευσεβής Θεοδώρα, αλλά και ελεύθερη να ενεργήσει Χριστιανικά όπως ήθελε. Επήγε αμέσως σε ένα Μοναστήρι και έγινε Μοναχή. Από τότε, που μπήκε στο Μοναστήρι αυτό, αύξησε περισσότερο τις νηστείες, τις αγρυπνίες και τις αγαθοεργίες της. Προσευχότανε παρά πολύ και βοηθούσε όσους υπέφεραν.
Υπήρχε τότε πολλή φτώχεια και δυστυχία. Γι’ αυτό, προστάτευε τις χήρες και τα ορφανά. Παρηγορούσε και ενίσχυε τις πικραμένες και λυπημένες υπάρξεις. Έκανε τα πάντα για να συμπαρασταθεί σε όλους. «Τοῖς πάσιν ἐγένετο τά πάντα», κατά τον Απόστολο Παύλο, για να τους κερδίσει όλους και να τους φέρει στον δρόμο του Θεού. Στόλιζε τον εαυτόν της με όλες τις αρετές, αλλά και τον Ναό του Θεού στόλιζε με κάθε είδους ιερά και πολύτιμα αφιερώματα. Στο Μοναστήρι ως μοναχή έζησε δέκα περίπου χρόνια.

      
Ήλθεν, όμως, ο καιρός να αναχωρήσει από τον μάταιο τούτο κόσμο. Ο Θεός της αποκάλυψε την ώρα του θανάτου της. Επειδή, όμως, εκείνη ήθελε να ζήσει ακόμη, για να αποτελειώσει τον Ναό της, παρεκάλεσε τον Άγιο Γεώργιο και την Υπεραγία Θεοτόκο να μεσιτεύσουν στον Μονογενή Της Υιό, να την αφήσει να ζήσει ακόμη έξι μήνες. Πράγματι! Παρέμεινε στη ζωή και τελείωσε τον Ναό. Όταν πέρασαν οι έξι μήνες, μάζεψε κοντά της όλες τις Μοναχές και τις παρεκάλεσε να κάνουν πάντοτε πρόθυμα, όσα είναι ωφέλιμα για την ψυχική τους σωτηρία, όπως ευαρεστείται ο Θεός. Αφού δίδαξε καλά όλα, με πολλή χαρά και αγαλλίαση παρέδωσε την άγια της ψυχή στα χέρια του Θεού, τον Οποίον υπηρέτησε σε όλη της την ζωή με κόπους και μόχθους, με περιφρονήσεις, με ταλαιπωρίες, με νηστείες και αγρυπνίες, με εγκράτεια και ελεημοσύνες, με σωφροσύνη και με κάθε είδους αρετές. Και όλα αυτά τα έκανε χωρίς να εμποδίζεται από την επίγεια εξουσία, που είχε σαν Βασίλισσα. Γι’ αυτό, και ο Θεός την ανέπαυσε στην Ουράνια Βασιλεία Του εις τας αιωνίους Μονάς με όλους τους Αγίους, των οποίων μιμήθηκε τα έργα και τα κατορθώματα. Εκοιμήθει το 1281 εις ηλικίαν εβδομήντα περίπου ετών.

Η Θεοδώρα θάφτηκε στο Ναό της, του Αγίου Γεωργίου, δεξιά του Νάρθηκος. Οι Αρτινοί αργότερα τον μετονόμασαν στη μνήμη του ονόματος της, γιορτάζοντας την στις 11 Μαρτίου κάθε χρόνο. Γύρω από την σεπτή βασίλισσα, που ανακηρύχτηκε Αγία και Πολιούχος της Άρτας, η λαϊκή φαντασία έπλεξε τους ωραιότερους θρύλους, ανακατεμένους και με ζωντανές πραγματικότητες, έτσι που σήμερα θα ήταν δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τους πρώτους από τους δεύτερους. Σπίθες και φλόγες, λέγει, έβγαιναν την νύχτα από τον τάφο της και η παρηγοριά και η δύναμις ξεπηδούσε από τον τάφο της εις όλους τους πονεμένους ψυχικά και σωματικά, που με φλογερή πίστη ζητούσαν την βοήθεια της.
Τα οστά της Αγίας λιτανεύονται επίσημα κάθε χρόνο στις 11 Μαρτίου με ιερή κατάνυξη και συμμετοχή όλου του Νομού. Μετά την λιτάνευση ξανά τοποθετούνται τα θαυματουργικά λείψανα στο ιερό της κουβούκλιο. Θαυματουργή είναι επίσης και η μεγάλη ασημένια εικόνα της. Διότι η βασίλισσα «πολλων καί μεγίστων θαυμάτων ωφθη αυτουργός.» Όσοι πήγαν στον Ναό της Αγίας και ζήτησαν με θερμή πίστη την βοήθεια της και την μεσιτεία της προς τον Χριστό, λυτρώθηκαν από φοβερές ασθένειες και μεγάλα νοσήματα. Σε τυφλούς έδωσε το φως τους, δαιμονιζόμενους τους έκανε καλά και άλλες πολλές ασθένειες θεράπευσε. Όχι μόνο στην εποχή της, αλλά και σήμερα, όποιος την επικαλείται με πίστη, τον βοηθάει η Άγια Θεοδώρα της Άρτας σε κάθε του θλίψη και τον γιατρεύει από κάθε αρρώστια. Και βοηθάει όχι μόνον όσους πηγαίνουν στο Ναό της, αλλά και όσους από μακριά την επικαλεσθούν, είτε κινδυνεύουν στη θάλασσα, είτε παγιδεύονται από κακούς ανθρώπους και ληστές. Βοηθάει η Άγια σ’ οποιαδήποτε άλλη δυσκολία και αν ευρίσκεται κανένας. Βοηθάει πάντοτε η Αγία ανάλογα με την ανάγκη και την πίστη του καθενός.




Στίχος
Κάν σου, βασιλίς, κρύπτει τό σῶμα τάφος, Χριστός πάσι φαίνει σέ θαυματουργίας. Ἑνδέκατη κρύψε Θεοδώραν λάας κλεινήν.

Ἀπολυτίκιον Ἦχος α΄. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Βασιλείου ἀξίας παριδοῦσα τὴν εὔκλειαν, ἐγκρατείᾳ καὶ πόνοις καὶ ἀσκήσει ἐβίωσας, καὶ θείων ἐπληρώθης δωρεῶν, Ὁσία Θεοδώρα ἀληθῶς. Διὰ τοῦτό σε ἡ Ἄρτα χαρμονικῶς, γεραίρει ἀνακράζουσα· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Απολυτίκιον Ήχος α΄
Τῶν Βασιλίδων τό κλέος, Ἀσκητριῶν τό ἀγλάϊσμα, τῆς Ἀκαρνανίας τό εὖχος καί ἰαμάτων ρεῖθρον ἀκένωτον. Τῶν λυπουμένων καί πτωχῶν τήν προστάτιν τῆς ἀκτίνος δίκην τήν Αἰτωλίαν πάσαν καταφωτίζουσαν, ἐπώνυμον τήν ὄντως δωρεῶν τῶν τοῦ Θεοῦ, τήν πάνσεπτον καί ὁσίαν Θεοδώραν τήν Βασίλισσαν, δεῦτε οἱ Ἀρταῖοι πάντες πιστῶς συνελθόντες ὕμνοις τιμήσωμεν αὐτή γάρ ἀενάως ὑπέρ ἠμῶν οὐ παύει πρεσεύβουσα.

Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τοὺς ἀσφαλεῖς
Βασιλικὴν τιμὴν καὶ δόξαν καταλέλοιπας, καὶ ἐν ἀσκήσει τὴν ζωὴν διήνυσας, Θεοδώρα παμμακάριστε, γέρας τῆς Ἄρτης καὶ διάδημα· διό σου τῇ σεπτῇ θήκῃ προσπίπτοντες, ἁγιασμὸν ἐκ ταύτης κομιζόμεθα, ὑμνοῦντες Χριστὸν τὸν σὲ δοξάσαντα.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις βασιλίδων ἡ καλλονή, χαίροις τῶν Ἀρταίων, ἐγκαλώπισμα ἱερόν· χαίροις δωρημάτων, ταμεῖον οὐρανίων, Ὁσία Θεοδώρα, ἀξιοθαύμαστε.

Μεγαλυνάριον
Χαίροις Ἀμβρακίας ἡ καλλονή, χαίροις μακαρία, μοναζόντων ὁ φωτισμός, βασιλίδων ἀγλάϊσμα τό μέγα Ὁσία Θεοδώρα, ὤ θεῖον δώρημα.
xristianos.gr

Κυριακή 18 Δεκεμβρίου 2011

Πάφου Γεώργιος: Προσπαθούν να μας αποκόψουν από τον Ελληνισμό

Ο Μητροπολίτης Πάφου Γεώργιος, με παρέμβαση του στην ηλεκτρονική μας εφημερίδα paideia-news ασκεί δριμεία κριτική κατά της Κυβέρνησης και προπάντων του υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού ότι μέσα από νέα βιβλία που εκδίδουν στην Κύπρο, επιχειρούν να μας αποκόψουν από τον Ελληνισμό.
«Επιδιώκουν μέσα από τα νέα βιβλία να εμπεδώσουν την ιδεολογία της κυπροποίησης» τονίζει.
Αναφερόμενος σε παραδείγματα μιλά για το βιβλίο των Θρησκευτικών της Α ΄ Γυμνασίου. Το χαρακτηρίζει ως σπουδή στον πολιτισμό παρά ως θρησκευτικό. «Στο βιβλίο αυτό δεν αναφέρεται πουθενά ότι είμαστε Έλληνες, ενώ μας χαρακτηρίζουν ντόπιους. Στο βιβλίο δεν περιλαμβάνεται πουθενά, τίποτε, για το ελληνικό Έθνος»
Για το άλλο βιβλίο της βυζαντινής Κύπρου ο πανιερώτατος σημειώνει:
Χαρακτηρίζουν τον Άγιο Νεόφυτο ως κατ' επίφαση ενάρετο. Μάλιστα στο τέλος του βιβλίου βάζουν μια φωτογραφία με ένα κομμένο κεφάλι σε ένα κοντάρι και κάτω τον κατάλογο των αυτοκρατόρων που είχαν φρικτό θάνατο επιδιώκοντας να μας κάνουν να αποστρέψουμε το πρόσωπό μας από το Βυζάντιο και να ντρεπόμαστε για αυτή την περίοδο. Δεν βρήκαν πουθενά, ούτε μια λέξη, για να πουν κάτι το καλό για το Βυζάντιο».
Ο Μητροπολίτης Πάφου σημειώνει ότι: «Την ίδια τακτική για αποκοπή από τον Ελληνισμό εφάρμοσαν και οι Άγγλοι αποικιοκράτες, αλλά δεν τα κατάφεραν».
Προχωρώντας ακόμη ένα βήμα υποστηρίζει ότι υπάρχουν και άλλα βιβλία που θα εκδοθούν με αυτή τη φιλοσοφία και υπογραμμίζει ότι οι συνέπειες θα είναι μακροπρόθεσμες. Καταλήγοντας σημειώνει ότι στην προσπάθεια τους να καλλιεργήσουν την κυπριακή γλώσσα, καθιέρωσαν και τα τσιαττιστά στα δημοτικά σχολεία.
Σημειώνεται ότι ο πανιερώτατος δεν καταλογίζει καμιά ευθύνη στον υπουργό Παιδείας και Πολιτισμού Γιώργο Δημοσθένους, τον οποίο πιστώνει και για την απόφασή του να αποσύρει από τα σχολεία το βιβλίο των Θρησκευτικών της Α Γυμνασίου. Καταλήγοντας, μας αποκαλύπτει ότι πρόθεση της Συνοδικής Επιτροπής Παιδείας, της οποίας προεδρεύει είναι να ζητήσει συνάντηση με τον υπουργό Παιδείας για να του εκφράσει τις ανησυχίες του.

ΠΗΓΗ
ΡΟΜΦΑΙΑ