Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ανάσταση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ανάσταση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 17 Οκτωβρίου 2014

Σ' όσους λοιπόν αποκαλυφθεί ο αναστημένος Χριστός...


540949_537545612957090_2126387262_n.jpg


 















«Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους πιστεύουν στην Ανάσταση του Χριστού, πολύ λίγοι όμως είναι αυτοί που τη βλέπουν καθαρά και αυτοί που δεν την είδαν, δεν μπορούν να προσκυνήσουν τον Ιησού Χριστό ως Άγιο και Κύριο ...;.

Και το ιερότατο λόγιο που καθημερινά έχουμε στο στόμα, δε λέει «Ανάστασιν Χριστού πιστεύοντες» αλλά τι; «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον Ιησούν τον μόνον αναμάρτητον».

Πως λοιπόν μας προτρέπει τώρα το Άγιο Πνεύμα να λέμε ότι είδαμε αυτήν που δεν είδαμε, αφού μάλιστα μια φορά αναστήθηκε ο Χριστός πριν χίλια χρόνια κι ούτε τον είδε κανείς να ανασταίνεται; Άραγε μήπως η Αγία Γραφή θέλει να λέμε ψέματα;

Όχι βέβαια αλλά αυτό που μας προτρέπει να ομολογούμε είναι η αλήθεια, επειδή η Ανάσταση του Χριστού συντελείται μέσα στον κάθε πιστό κι όχι μια φορά, αλλά κάθε ώρα θα λέγαμε, αφού αυτός ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός ανασταίνεται μέσα μας και λαμπροφορεί και απαστράπτει τις αστραπές της αφθαρσίας και της θεότητος.

Γιατί η φωτοφόρος παρουσία του Πνεύματος μας υποδεικνύει την Ανάσταση του Χριστού ή μάλλον μας αξιώνει να δούμε αυτόν τον ίδιο τον Αναστάντα. Γι' αυτό και λέμε: «Θεός είναι ο Κύριος μας και φανερώθηκε σε μας» (ψαλμ.117, 27).

Σ' όσους λοιπόν αποκαλυφθεί ο αναστημένος Χριστός, πάντως πνευματικά εμφανίζεται στα πνευματικά τους μάτια. Γιατί, όταν έρχεται σε μας δια του Αγίου Πνεύματος, μας ανασταίνει εκ νεκρών, μας ζωοποιεί και μας δίνει τη χάρη να Τον βλέπουμε μέσα μας ολοζώντανο, Αυτόν τον αθάνατο και ανώλεθρο και να γνωρίζουμε πλήρως, ότι Αυτός μας συνανασταίνει και μας συνδοξάζει, όπως μαρτυρεί η Αγία Γραφή».



Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος


Κυριακή 13 Ιουλίου 2014

Πες μου, για ποιό λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν που πέθανε;



Πες μου, για ποιό λόγο κλαις με τόσο πόνο αυτόν που πέθανε; Γιατί ήταν κακός; Ε, λοιπόν, όχι μόνο δεν πρέπει να κλαις, αλλά και να ευχαριστείς το Θεό, που σταμάτησε πια η κακία του.
Μήπως, απεναντίας, ήταν καλός; Και στην περίπτωση αυτή πρέπει να χαίρεσαι, γιατί πέθανε «πριν η κακία αλλάξει τη σύνεσή του ή η δολιότητα της αμαρτίας εξαπατήσει την ψυχή του».
Ήταν μήπως νέος; Και γι' αυτό ακόμα ευχαρίστησε το Θεό και δόξασέ Τον, γιατί τον πήρε κοντά Του. Όπως εκείνους που πηγαίνουν για ν' αναλάβουν κάποιο αξίωμα, τους κατευοδώνουμε με χαρά και ικανοποίηση, έτσι πρέπει ν' αποχαιρετάμε κι αυτούς που φεύγουν από τούτη τη ζωή, γιατί πηγαίνουν κοντά στο Θεό, όπου θ' απολαμβάνουν μεγάλη τιμή και ευτυχία.


Δεν λέω, βέβαια, ότι δεν πρέπει να λυπόμαστε για το χωρισμό από τ' αγαπημένα μας πρόσωπα, που πεθαίνουν, αλλά να μη λυπόμαστε περισσότερο απ' όσο πρέπει. Γιατί θα παρηγορηθούμε αρκετά, αν σκεφτούμε ότι ο άνθρωπος, που χάσαμε, ήταν θνητός, όπως όλοι μας.
Με το ν' αγανακτούμε, δεν δείχνουμε τίποτ' άλλο, παρά πως ζητάμε πράγματα ασυμβίβαστα με την ανθρώπινη φύση. Γεννήθηκες άνθρωπος, επομένως θνητός. Γιατί, λοιπόν, υποφέρεις με κάτι τόσο φυσικό, όπως ο θάνατος; Μήπως λυπάσαι, επειδή, για να ζήσεις, πρέπει να τρως; Μήπως επιδιώκεις να ζήσεις χωρίς τροφή; Τότε γιατί επιδιώκεις να μην πεθάνεις;
Όσο φυσικό είναι το να τρως, άλλο τόσο και το να πεθάνεις. Αφού είσαι θνητός, μη ζητάς να γίνεις αθάνατος" γιατί αυτό το πράγμα καθορίστηκε και νομοθετήθηκε μια μόνο φορά και για πάντα. Ας μη μοιάζουμε στους ληστές, που θέλουν να κάνουν δικά τους όσα ανήκουν σε άλλους.
Έτσι, όταν ο Θεός παίρνει από μας χρήματα ή τιμή ή δόξα, ακόμα και το σώμα ή και την ψυχή, παίρνει αυτά που Του ανήκουν. Και το παιδί σου ακόμη αν πάρει, δεν παίρνει ουσιαστικά το παιδί σου, αλλά το δικό Του πλάσμα.


Αφού, λοιπόν, εμείς δεν ανήκουμε στον εαυτό μας, πώς θα ανήκουν σ' εμάς όσα ανήκουν σ' Εκείνον; Αν η ψυχή σου δεν είναι δική σου, πώς είναι δικά σου τα χρήματά σου; Και αν δεν είναι δικά σου, πώς ξοδεύεις άσκοπα ή άπρεπα αυτά που ανήκουν σε άλλον;
Μη λες, "Τα δικά μου ξοδεύω, από τα δικά μου διασκεδάζω"" γιατί ξοδεύεις και διασκεδάζεις με τα ξένα. Και τα αποκαλώ ξένα, γιατί ο Θεός θεωρεί δικά σου όσα σου έδωσε, για να τα μοιράσεις στους φτωχούς. Τότε μόνο τα ξένα γίνονται δικά σου. Αν τα ξοδέψεις για τον εαυτό σου, τότε τα δικά σου γίνονται ξένα.


Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τρίτη 27 Μαΐου 2014

Ενα ακόμη τελευταίο για φέτος ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ


anast1.JPG




Αύριο  αποδίδεται - όπως  λέγεται στην εκκλησιαστική  ορολογία -  η  εορτή  του  Πάσχα το  τελευταίο  Χριστός  Ανέστη.
Σήμερα  το  βράδυ  σε  πάρα  πολλές  Εκκλησίες  γίνονται  αγρυπνίες  όπου  ψάλλεται  η  ακολουθία  του  Πάσχα.
Είναι  μια  ευκαιρία  για  όλους, όποιοι  μπορούν, να  ζήσουν  ακόμη  μια  φορά  την τελευταία για  φέτος    ακολουθία  της  Ανάστασης.
Εύχομαι  σε  όλους  ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ και  κάθε  χαρά  και  ευλογία  στο  σπιτικό  σας.

agiofos1821gr.jpg%D0%C1%CD%C1%C3%C9%CF%D3%20%D4%C1%D6%CF%D3.jpg














                      Ιερός Ναός της Αναστάσεως

 


 
      Το προσκύνημα των προσκυνημάτων! Ο πιο ευλογημένος τόπος επάνω στην υδρόγειο και πραγματικά το κέντρο της γης. Διότι εντός αυτού του τεραστίων διαστάσεων Ναού βρίσκεται ο Πανάγιος και ζωοδόχος Τάφος του Κυρίου μας, η «πηγή της ημών αναστάσεως».
Επίσης εμπερικλείονται ενός του ο Φρικτός Γολγοθάς, ο τόπος της Αποκαθηλώσεως, το σημείο της ευρέσεως του Τιμίου Σταυρού και πλήθος άλλων προσκυνημάτων και παρεκκλησίων.
Εδώ λαμβάνουν χώρα οι λαμπρές ακολουθίες με αποκορύφωμα την θαυματουργική αφή του Αγίου Φωτός.



Ιερόν Κουβούκλιον του Παναγίου Τάφου

Το Ιερόν Κουβούκλιον του Παναγίου Τάφου

Το Ιερόν Κουβούκλιον του Παναγίου Τάφου

Ο Πανάγιος Τάφος

Ο Άγιος Γολογοθάς

Ο Άγιος Γολογοθάς

Ο Άγιος Γολογοθάς

Το Καθολικόν του Ναού της Αναστάσεως

Το Καθολικόν του Ναού της Αναστάσεως

Το παρεκκλήσιον των Κλαπών

Η Αγία Αυλή του Ναού της Αναστάσεως

Ο Τρούλος του Ναού της Αναστάσεως



http://www.impantokratoros.gr/E6620455.el.aspx





Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση

Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση


Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση. -Αέναη επΑνάσταση


«Μία ερώτηση ακόμα, πάτερ Μάξιμε», είπε ο Γιάννης. «Όταν η ψυχή διαχωρίζεται από το σώμα, αυτή που θα βρίσκεται μέχρι την τελική Ανάσταση; Τι θα κάνει; Εξελίσσεται, ή παραμένει, ας πούμε, σε μια κατάσταση βαθέος ύπνου;»


«Άλλη μία λογική ερώτηση! Δυστυχώς, δεν μπορεί να απαντηθεί με τη λογική. Η έννοια του χώρου ανήκει στον υλικό κόσμο. Έτσι το ερώτημα "πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση" μπορεί να απαντηθεί μόνο με αυτό τον τρόπο: "Θα είναι στον κόσμο των πνευμάτων όπως και οι άγγελοι". Είναι ένας κόσμος πέρα από το χώρο και το χρόνο. Εδώ μιλάμε για έναν ριζικά διαφορετικό κόσμο, μία ριζικά διαφορετική διάσταση, που είναι πέρα από την ικανότητα μας να τη γνωρίσουμε -να μη γνωρίσουμε με τη λογική, δηλαδή. Κανείς δεν μπορεί να περιγράψει με Λόγια αυτό τον κόσμο που βρίσκεται πέρα από το χώρο και το χρόνο. Ταυτόχρονα, σ' αυτή την περίοδο της αναμονής, υπάρχει, θα Λέγαμε, μία εξελικτική πορεία της ψυχής προς τον Θεό. Πρόκειται για μία δυναμική πορεία, καθώς η ψυχή προχωρεί προς το μεγαλείο του Θεού».


«Έτσι, η ψυχή συνεχίζει να αναπτύσσεται», είπα. «Δεν βρίσκεται εν υπνώσει, σε κάποια κατάσταση "συντήρησης" περιμένοντας τη Δευτέρα Παρουσία».



«Σωστά. Αυτό λένε οι άγιοι πατέρες. Αν ήταν αλλιώς τα πράγματα, αν η ψυχή βρισκόταν σε κατάσταση αδράνειας ή στάσης, τότε σε κάποια φάση θα αισθανόταν κόπωση και ανία στην ενατένιση του Θεού, ανεξάρτητα από το πόσο καλός και ωραίος είναι ο Θεός. Όταν είμαστε συνεχώς συγκεντρωμένοι σε κάτι χωρίς αλλαγή, αναπόφευκτα δημιουργείται κόπωση και έλλειψη ενδιαφέροντος. Ο άνθρωπος όμως προχωρεί σε μία δυναμική πορεία προς έναν Θεό που είναι άπειρος. 
Η ζωή του ανθρώπου μέσα σ' αυτό τον άπειρο "χώρο" του Θεού είναι μία συνεχής και αδιάλειπτη κίνηση που οδηγεί, για να το πούμε έτσι, από τη μία έκπληξη στην άλλη, καθώς της αποκαλύπτεται το μεγαλείο του Θεού. Γι' αυτό οι άγιοι, όπως και οι άγγελοι, δοξάζουν ακατάπαυστα τον Θεό, γιατί παρακολουθούν συνεχώς το μεγαλείο της αγάπης Του καθώς ξετυλίγεται μέσα στην καρδιά τους. Έτσι, και πάλι έχουμε να κάνουμε με μία εξελικτική κίνηση μέσα στο άπειρο μεγαλείο του Θεού. Δεν είναι μία στατική κατάσταση που προκαλεί ανία. Ταυτόχρονα, όμως, είναι μία στάση».

«Τι σημαίνει αυτό το παράδοξο;» ρώτησα.


«Είναι εξέλιξη και στάση ταυτόχρονα, Κυριάκο», απάντησε ο πατήρ Μάξιμος. «Ενώ στέκεσαι ενώπιον του Θεού κινείσαι προς τον Θεό" και αντίστροφα». «Δεν μπορούμε να πούμε ότι η ψυχή είναι τοποθετημένη σε ένα συγκεκριμένο σημείο, σε μία προκαθορισμένη και σταθερή τρόπον τινά θέση, γιατί, όπως ήδη ανέφερα, αυτό θα σήμαινε κορεσμό και ανία. Ταυτόχρονα, η ψυχή βρίσκεται σε μία συνεχή κατάσταση διαρκούς πορείας».


«Αν ισχύει αυτό για τον κόσμο, φανταστείτε σε ποσό μεγαλύτερο βαθμό ισχύει για την επιδίωξη της γνώσης του Θεού», πρόσθεσε ο πατήρ Μάξιμος. 


«Γι' αυτό, ο Απόστολος Παύλος μας έδωσε αυτά τα λόγια, ότι ο δρόμος μας προς τον Θεό προχωρεί από δόξα σε δόξα και από έκπληξη σε έκπληξη, σε μία διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ. Επομένως, ο άνθρωπος μετά το θάνατο συνεχίζει να διατηρεί τις δυνάμεις της συνειδητότητάς του, και μπορεί να συνεχίσει να επικοινωνεί με τον Θεό. Δεν εννοώ ότι η ψυχή θα προσεύχεται στον Θεό ζητώντας αυτό ή εκείνο το αντικείμενο, ή αυτή ή εκείνη τη χάρη. 
Όταν λέω προσευχή, εννοώ την ενέργεια που ενώνει τους ανθρώπους με τον Θεό. Με αυτό το είδος προσευχής, οι νεκροί μπορούν να επικοινωνούν με ολόκληρη την ανθρώπινη φυλή, με τον ίδιο τρόπο που επικοινωνούμε και προσευχόμαστε για τις ψυχές των νεκρών. Γι' αυτό έχουμε τα μνημόσυνα. Είναι ο τρόπος που χρησιμοποιούμε για να επικοινωνούμε, με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, με εκείνους που έχουν φύγει ήδη για το μεγάλο ταξίδι».
Απόσπασμα από το βιβλίο Δώρα της Ερήμου, Gifts of the Desert, Κυριάκου Μαρκίδη, καθηγητή Κοινωνιολογίας του Μέιν, εκδόσεις Διόπτρα



Ο στάρετς Στέργιος για τους κεκοιμημένους


Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση. -Αέναη επΑνάσταση


Παράλληλα, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, ο πατήρ Σέργιος ανέπτυξε έντονη δραστηριότητα προκείμενου να βοηθήσει το ποίμνιο που ο Θεός του εμπιστεύθηκε. Διέσχιζε ασταμάτητα το Παρίσι και τα προάστια με σκοπό να επισκεφθεί αρρώστους και ηλικιωμένους, να βοηθήσει απόκληρους, να παρηγορήσει θλιμμένους, να προπέμψει ετοιμοθάνατους.

Ανταποκρινόταν πάντοτε σε εκείνους που, σε οποιαδήποτε περίσταση, επιζητούσαν την παρουσία του, ας συμβουλές του και την προσευχή του. Έκανε τα πάντα για όλους και ήταν εξ ολοκλήρου διαθέσιμος, αφιερώνοντας στους άλλους τον χρόνο του χωρίς ποτέ να τον υπολογίζει. Έμενε στο σπίτι του μόνο όταν έπρεπε να απαντήσει στα πολυάριθμα γράμματα που του έστελναν ή για να συνομιλήσει στο τηλέφωνο επί ώρες με όλους εκείνους που, απ' τη Γαλλία και το εξωτερικό, ζητούσαν τη βοήθεια του.


Αυτή την αγάπη προς τον πλησίον ο πατήρ Σέργιος την εκδήλωνε και προς εκείνους που είχαν εγκαταλείψει τον παρόντα κόσμο: η προσευχή για τους κεκοιμημένους κατείχε ιδιαίτερη θέση τόσο μέσα στη ζωή του ως μοναχοί), όσο και στη δραστηριότητα του ως ιερωμένου. 0 μεγάλος αριθμός των κεκοιμημένων που ήθελε να μνημονεύει κατά τη Λειτουργία της Κυριακής, είχε ως αποτέλεσμα η Προσκομιδή να ξεκινά γύρω στις οκτώ και μισή, και η Λειτουργία μετά τις έντεκα. 


Επιπλέον, κατά τις ημέρες που η Εκκλησία ιδιαίτερα μνημονεύει τους κεκοιμημένους, οι ακολουθίες διαρκούσαν πάντοτε περισσότερο στον ναό της Vanves, καθώς ο πατήρ Σέργιος συνήθιζε να διαβάζει από διάφορα φύλλα χαρτιού -κιτρινισμένα τα περισσότερα από την πολυκαιρία, και σχεδόν κατεστραμμένα από την πολυχρησία -ολόκληρες λίστες με ονόματα όχι μόνο οικείων του ή προσφάτως τεθνεώτων, αλλά και όλων των αποθανόντων ενοριτών από την αρχή ακόμη της συστάσεως της ενορίας, καθώς και ανθρώπων που γνώριζε από αλλού και οι οποίοι είχαν αποβιώσει. Έτσι, χιλιάδες ήταν αυτοί που μνημόνευε ο πατήρ Σέργιος και για τους οποίους επικαλούνταν τη λυτρωτική Χάρη του ελεήμονος Θεού.

Πράγματι, για τον πατέρα Σέργιο οι νεκροί ήταν πάντοτε παρόντες, και δεν υπήρχε καμιά ασυνέχεια ανάμεσα στον κόσμο των ζώντων και τον κόσμο των κεκοιμημένων. Όλοι, ζώντες και τεθνεώτες, βρίσκονται ταυτόχρονα μέσα στην Εκκλησία, που υπερβαίνει τον χρόνο, γιατί αποτελούν ζωντανά μέλη του Σώματος Εκείνου που είναι η Αιώνια Ζωή. Όλοι τους αξίζουν την ίδια προσοχή και την ίδια αγάπη ...


Απόσπασμα από το βιβλίο «Ο στάρετς Στέργιος» 

του Jean- Claude Larchet, Εκδόσεις Ακρίτας



Η μνημόνευση των νεκρών, 
οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου


Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση. -Αέναη επΑνάσταση

...Ρωτάτε, γιατί μνημονεύουμε τους «κεκοιμημένους». Γιατί έτσι διδαχθήκαμε από την αγία Εκκλησία μας. Γιατί έτσι παραλάβαμε από τους θεοφώτιστους και πνευματοφόρους πατέρες μας. Γιατί έτσι γινόταν και γίνεται σε όλους τους χριστιανικούς αιώνες, από την αποστολική εποχή μέχρι σήμερα. ...


Όσο για κείνον τον φιλοτάραχο, που όλο τέτοια θέματα σκαλίζει, πέστε του θαρρετά: Άκου, ανόητε! Οι νεκροί ζουν! Και η επικοινωνίας μας μαζί τους δεν έχει διακοπεί! Δεν προσευχόμαστε αδιάκριτα για όλους τους ζωντανούς αδελφούς μας χριστιανούς, ανεξάρτητα από την αρετή ή την κακία τους; Ε, λοιπόν, έτσι προσευχόμαστε και για όλους τους «κεκοιμημένους», ανεξάρτητα από το αν συναριθμήθηκαν - ΚΑΤΙ ΑΓΝΩΣΤΟ ΣΕ ΕΜΑΣ -με τους δίκαιους ή τους άδικους. 
Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΜΑΣ ΓΙ' ΑΥΤΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ. Πριν την τελική κρίση, όσο ακόμα δεν έχουν χωριστεί τα <πρόβατα> από τα <ερίφια> (Ματθ, 25:33), όλοι οι πιστοί, ζωντανοί και <κεκοιμημένοι> αποτελούμε ΜΙΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑ. Και όλοι, ως μέλη του Σώματος του Χριστού, επικοινωνούμε αγαπητικά. Ο θάνατος δεν μας χωρίζει!

Σε τι τους ωφελούν οι προσευχές μας, αφού έχει «ήδη αποφασιστεί» η κατάταξή τους είτε στον παράδεισο είτε στην κόλαση; αναρωτιέστε. Αλλά μέχρι τη γενική κρίση, ο κολασμός μιας ψυχής δεν είναι οριστικά αποφασισμένος. Ώσπου να αποφανθεί τότε ΤΕΛΕΣΙΔΙΚΑ ο μόνος Κριτής, κανέναν δεν μπορούμε να θεωρούμε τελειωτικά καταδικασμένο. Γι' αυτό, ΕΝΙΣΧΥΜΕΝΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ ΣΤΗΝ ΑΠΕΙΡΗ ΕΥΣΠΛΑΧΝΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ, ΠΡΟΣΕΥΧΟΜΑΣΤΕ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΝΑ ΕΛΕΗΣΕΙ ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΕΚΕΙΝΟΥΣ ΠΟΥ ΠΕΘΑΝΑΝ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΑΣΕΒΕΙΑ.

Ρωτάτε: επιτρέπεται η μνημόνευση (στη Θεία Λειτουργία ή σε παρακλήσεις ή με τρισάγια και μνημόσυνα) των αλλοπίστων και των αιρετικών; Η απάντηση είναι: ΟΧΙ. Η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν τους γνωρίζει, αφού δεν έγιναν ποτέ μέλη της (ή αρνήθηκαν την Ορθόδοξη πίστη και ξεβαπτίστηκαν, με το ενταχθούν ή να συμμετάσχουν σε αιρετικές ή παραθρησκευτικές ομάδες), και γι'αυτό δεν τους μνημονεύει.
Βέβαια, προσεύχεται γενικά για την επιστροφή εκείνων που είναι ακόμα ζωντανοί.



Μπορούμε, όμως, στην ατομική μας προσευχή, να παρακαλάμε το Θεό για τη σωτηρία επωνύμων, συγγενών και γνωστών, αλλοπίστων, ετεροδόξων, αθέων κλπ.
Χειραγωγία στην πνευματική ζωή, του Οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, Ιερά Μονή Παρακλήτου, Ωρωπός Αττικής, 2006, έκδοση έβδομη (7η) Η μνημόνευση των νεκρών, οσίου Θεοφάνους του Εγκλείστου, σελ 78-79


Ο θάνατος είναι αποχωρισμός για λίγα χρόνια Γέροντος Παΐσίου
Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση. -Αέναη επΑνάσταση


«Είναι πολύ βαρύ, μετά από όσα έκανε ο Θεός για μας τους ανθρώπους, να πάμε στην κόλαση και να Τον λυπήσουμε. Ο Θεός να φυλάξη, όχι μόνον άνθρωπος αλλά ούτε πουλί να μην πάη στην κόλαση».

Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο άνθρωπος στην πραγματικότητα δεν πεθαίνει. Ο θάνατος είναι απλώς μετάβαση από την μια ζωή στην άλλη. Είναι ένας αποχωρισμός για ένα μικρό διάστημα, Όπως, όταν πάη κάποιος, ας υποθέσουμε, στο εξωτερικό για έναν χρόνο, οι δικοί του στενοχωριούνται, γιατί θα τον αποχωρισθούν για έναν χρόνο, ή αν λείψη δέκα χρόνια, έχουν στενοχώρια για τον αποχωρισμό των δέκα χρόνων, έτσι πρέπει να βλέπουν και τον αποχωρισμό από τα αγαπημένα τους πρόσωπα με τον θάνατο. 

Αν πεθάνη, ας υποθέσουμε, κάποιος και οι δικοί του είναι ηλικιωμένοι, να πουν: «Μετά από καμμιά δεκαπενταριά χρόνια θα ανταμώσουμε». Αν είναι νεώτεροι, να πουν: «Μετά από πενήντα χρόνια θα ανταμώσουμε». Πονάει φυσικά κανείς για τον θάνατο κάποιου συγγενικού του προσώπου, αλλά χρειάζεται πνευματική αντιμετώπιση. 

Τι λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα»[51]. Πόσες φορές λ.χ. θα τον έβλεπε εδώ στην γη; Κάθε μήνα; Να σκεφθή ότι εκεί θα τον βλέπη συνέχεια. Μόνον όταν δεν έχη καλή ζωή αυτός που φεύγει, δικαιολογούμαστε να ανησυχούμε. Αν λ.χ. ήταν σκληρός, τότε, αν πραγματικά τον αγαπάμε και θέλουμε να συναντηθούμε στην άλλη ζωή, πρέπει να κάνουμε πολλή προσευχή γι' αυτόν.


Η μετά θάνατον ζωή - 
Οι υπόδικοι νεκροί

- Γέροντα, όταν πεθάνη ο άνθρωπος, συναισθάνεται αμέσως σε τι κατάσταση βρίσκεται;

- Ναι, συνέρχεται και λέει «τι έκανα;», αλλά «φαϊντά γιοκ», δηλαδή δεν ωφελεί αυτό. Όπως ένας μεθυσμένος, αν σκοτώση λ.χ. την μάνα του, γελάει, τραγουδάει, επειδή δεν καταλαβαίνει τι έκανε, και, όταν ξεμεθύση, κλαίει και οδύρεται και λέει «τι έκανα;», έτσι και όσοι σ' αυτήν την ζωή κάνουν αταξίες είναι σαν μεθυσμένοι. Δεν καταλαβαίνουν τι κάνουν, δεν αισθάνονται την ενοχή τους. Όταν όμως πεθάνουν, τότε φεύγει αυτή η μέθη και συνέρχονται. Ανοίγουν τα μάτια της ψυχής τους και συναισθάνονται την ενοχή τους, γιατί η ψυχή, όταν βγη από το σώμα, κινείται, βλέπει, αντιλαμβάνεται με μια ασύλληπτη ταχύτητα.

Μερικοί ρωτούν πότε θα γίνη η Δευτέρα Παρουσία. Για τον άνθρωπο όμως που πεθαίνει γίνεται κατά κάποιον τρόπο η Δευτέρα Παρουσία, γιατί κρίνεται ανάλογα με την κατάσταση στην οποία τον βρίσκει ο θάνατος.

- Γέροντα, πως είναι τώρα οι κολασμένοι;

- Είναι υπόδικοι, φυλακισμένοι, που βασανίζονται ανάλογα με τις αμαρτίες που έκαναν και περιμένουν να γίνη η τελική δίκη, η μέλλουσα Κρίση. Υπάρχουν βαρυποινίτες, υπάρχουν και υπόδικοι με ελαφρότερες ποινές.

- Και οι Άγιοι και ο ληστής;

- Οι Άγιοι και ο ληστής είναι στον Παράδεισο, αλλά δεν έχουν λάβει την τέλεια δόξα, όπως και οι υπόδικοι είναι στην κόλαση, αλλά δεν έχουν λάβει την τελική καταδίκη. Ο Θεός, ενώ έχει πει εδώ και τόσους αιώνες το «μετανοείτε· ήγγικε γαρ η βασιλεία των ουρανών», παρατείνει - παρατείνει τον χρόνο, επειδή περιμένει εμάς να διορθωθούμε. Αλλά εμείς παραμένοντας στις κακομοιριές μας αδικούμε τους Αγίους, γιατί δεν μπορούν να λάβουν την τέλεια δόξα, την οποία θα λάβουν μετά την μέλλουσα Κρίση.


Πού θα βρίσκεται η ψυχή μέχρι την κοινή Ανάσταση. -Αέναη επΑνάσταση


Η προσευχή και τα μνημόσυνα  για τους κεκοιμημένους

- Γέροντα, οι υπόδικοι νεκροί μπορούν να προσεύχωνται;

- Έρχονται σε συναίσθηση και ζητούν βοήθεια, αλλά δεν μπορούν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Όσοι βρίσκονται στον Άδη μόνον ένα πράγμα θα ήθελαν από τον Χριστό: να ζήσουν πέντε λεπτά, για να μετανοήσουν. Εμείς που ζούμε, έχουμε περιθώρια μετανοίας, ενώ οι καημένοι οι κεκοιμημένοι δεν μπορούν πια μόνοι τους να καλυτερεύσουν την θέση τους, αλλά περιμένουν από μας βοήθεια. Γι' αυτό έχουμε χρέος να τους βοηθούμε με την προσευχή μας.

Μου λέει ο λογισμός ότι μόνον το δέκα τοις εκατό από τους υπόδικους νεκρούς βρίσκονται σε δαιμονική κατάσταση και, εκεί που είναι, βρίζουν τον Θεό, όπως οι δαίμονες. Δεν ζητούν βοήθεια, αλλά και δεν δέχονται βοήθεια. Γιατί, τι να τους κάνη ο Θεός; Σαν ένα παιδί που απομακρύνεται από τον πατέρα του, σπαταλάει όλη την περιουσία του και από πάνω βρίζει τον πατέρα του. Ε, τι να το κάνη αυτό ο πατέρας του; 

Οι άλλοι όμως υπόδικοι, που έχουν λίγο φιλότιμο, αισθάνονται την ενοχή τους, μετανοούν και υποφέρουν για τις αμαρτίες τους. Ζητούν να βοηθηθούν και βοηθιούνται θετικά με τις προσευχές των πιστών. Τους δίνει δηλαδή ο Θεός μια ευκαιρία, τώρα που είναι υπόδικοι, να βοηθηθούν μέχρι να γίνη η Δευτέρα Παρουσία. Και όπως σ' αυτήν την ζωή, αν κάποιος είναι φίλος με τον βασιλιά, μπορεί να μεσολαβήση και να βοηθήση έναν υπόδικο, έτσι και αν είναι κανείς «φίλος» με τον Θεό, μπορεί να μεσολαβήση στον Θεό με την προσευχή του και να μεταφέρη τους υπόδικους νεκρούς από την μια «φυλακή» σε άλλη καλύτερη, από το ένα «κρατητήριο» σε ένα άλλο καλύτερο. Ή ακόμη μπορεί να τους μεταφέρη και σε «δωμάτιο» ή σε «διαμέρισμα».

Όπως ανακουφίζουμε τους φυλακισμένους με αναψυκτικά κ.λπ. που τους πηγαίνουμε, έτσι και τους νεκρούς τους ανακουφίζουμε με τις προσευχές και τις ελεημοσύνες που κάνουμε για την ψυχή τους. Οι προσευχές των ζώντων για τους κεκοιμημένους και τα μνημόσυνα είναι η τελευταία ευκαιρία που δίνει ο Θεός στους κεκοιμημένους να βοηθηθούν, μέχρι να γίνη η τελική Κρίση. Μετά την δίκη δεν θα υπάρχη πλέον δυνατότητα να βοηθηθούν.

Ο Θεός θέλει να βοηθήση τους κεκοιμημένους, γιατί πονάει για την σωτηρία τους, αλλά δεν το κάνει, γιατί έχει αρχοντιά. Δεν θέλει να δώση δικαίωμα στον διάβολο να πη: «Πως τον σώζεις αυτόν, ενώ δεν κοπίασε;». Όταν όμως εμείς προσευχόμαστε για τους κεκοιμημένους, Του δίνουμε το δικαίωμα να επεμβαίνη. Περισσότερο μάλιστα συγκινείται ο Θεός, όταν κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους παρά για τους ζώντες.

Γι' αυτό και η Εκκλησία μας έχει τα κόλλυβα, τα μνημόσυνα. Τα μνημόσυνα είναι ο καλύτερος δικηγόρος για τις ψυχές των κεκοιμημένων. Έχουν την δυνατότητα και από την κόλαση να βγάλουν την ψυχή. Κι εσείς σε κάθε Θεία Λειτουργία να διαβάζετε κόλλυβο για τους κεκοιμημένους. Έχει νόημα το σιτάρι. «Σπείρεται εν φθορά, εγείρεται εν αφθαρσία», λέει η Γραφή

Στον κόσμο μερικοί βαριούνται να βράσουν λίγο σιτάρι και πηγαίνουν στην εκκλησία σταφίδες, κουραμπιέδες, κουλουράκια, για να τα διαβάσουν οι ιερείς. Και βλέπεις, εκεί στο Άγιον Όρος κάτι γεροντάκια τα καημένα σε κάθε Θεία Λειτουργία κάνουν κόλλυβο και για τους κεκοιμημένους και για τον Άγιο που γιορτάζει, για να έχουν την ευλογία του.

- Γέροντα, αυτοί που έχουν πεθάνει πρόσφατα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη από προσευχή;

- Εμ, όταν μπαίνη κάποιος στην φυλακή, στην αρχή δεν δυσκολεύεται πιο πολύ; Να κάνουμε προσευχή για τους κεκοιμημένους που δεν ευαρέστησαν στον Θεό, για να κάνη κάτι και γι' αυτούς ο Θεός. Ιδίως, όταν ξέρουμε ότι κάποιος ήταν σκληρός - θέλω να πω, ότι φαινόταν σκληρός, γιατί μπορεί να νομίζουμε ότι ήταν σκληρός, αλλά στην πραγματικότητα να μην ήταν - και είχε και αμαρτωλή ζωή, τότε να κάνουμε πολλή προσευχή, Θείες Λειτουργίες, Σαρανταλείτουργα για την ψυχή του και να δίνουμε ελεημοσύνη σε φτωχούς για την σωτηρία της ψυχής του, για να ευχηθούν οι φτωχοί «ν' αγιάσουν τα κόκκαλά του», ώστε να καμφθή ο Θεός και να τον ελεήση. Έτσι, ό,τι δεν έκανε εκείνος, το κάνουμε εμείς γι' αυτόν. Ενώ ένας άνθρωπος που είχε καλωσύνη, ακόμη και αν η ζωή του δεν ήταν καλή, επειδή είχε καλή διάθεση, με λίγη προσευχή πολύ βοηθιέται.

Έχω υπ' όψιν μου γεγονότα που μαρτυρούν πόσο οι κεκοιμημένοι βοηθιούνται με την προσευχή πνευματικών ανθρώπων. Κάποιος ήρθε στο Καλύβι και μου είπε με κλάματα: «Γέροντα, δεν έκανα προσευχή για κάποιον γνωστό μου κεκοιμημένο και μου παρουσιάστηκε στον ύπνο μου. «Είκοσι μέρες, μου είπε, έχεις να με βοηθήσης· με ξέχασες και υποφέρω». Πράγματι, μου λέει, εδώ και είκοσι μέρες είχα ξεχασθή με διάφορες μέριμνες και ούτε για τον εαυτό μου δεν προσευχόμουν».

- Όταν, Γέροντα, πεθάνη κάποιος και μας ζητήσουν να προσευχηθούμε γι' αυτόν, είναι καλό να κάνουμε κάθε μέρα ένα κομποσχοίνι μέχρι τα σαράντα;

- Άμα κάνης κομποσχοίνι γι' αυτόν, βάλε και άλλους κεκοιμημένους. Γιατί να πάη μια αμαξοστοιχία στον προορισμό της με έναν μόνον επιβάτη, ενώ χωράει και άλλους; Πόσοι κεκοιμημένοι έχουν ανάγκη οι καημένοι και ζητούν βοήθεια και δεν έχουν κανέναν να προσευχηθή γι' αυτούς! Μερικοί κάθε τόσο κάνουν μνημόσυνο μόνο για κάποιον δικό τους. Με αυτόν τον τρόπο δεν βοηθιέται ούτε ο δικός τους, γιατί η προσευχή τους δεν είναι τόσο ευάρεστη στον Θεό. Αφού τόσα μνημόσυνα έκαναν γι' αυτόν, ας κάνουν συγχρόνως και για τους ξένους.

- Γέροντα, με απασχολεί μερικές φορές η σωτηρία του πατέρα μου, γιατί δεν είχε καμμιά σχέση με την Εκκλησία.
- Δεν ξέρεις την κρίση του Θεού την τελευταία στιγμή. Πότε σε απασχολεί; κάθε Σάββατο;

- Δεν έχω παρακολουθήσει, αλλά γιατί το Σάββατο;

- Γιατί αυτήν την ημέρα την δικαιούνται οι κεκοιμημένοι.

- Γέροντα, οι νεκροί που δεν έχουν ανθρώπους να προσεύχωνται γι' αυτούς βοηθιούνται από τις προσευχές εκείνων που προσεύχονται γενικά για τους κεκοιμημένους;

- Και βέβαια βοηθιούνται. Εγώ, όταν προσεύχωμαι για όλους τους κεκοιμημένους, βλέπω στον ύπνο μου τους γονείς μου, γιατί αναπαύονται από την προσευχή που κάνω. Κάθε φορά που έχω Θεία Λειτουργία, κάνω και γενικό μνημόσυνο για όλους τους κεκοιμημένους και εύχομαι για τους βασιλείς, για τους αρχιερείς κ.λπ. και στο τέλος λέω «και υπέρ ων τα ονόματα ουκ εμνημονεύθησαν». 




Αν καμμιά φορά δεν κάνω ευχή για τους κεκοιμημένους, παρουσιάζονται γνωστοί κεκοιμημένοι μπροστά μου. Έναν συγγενή μου, που είχε σκοτωθή στον πόλεμο, τον είδα ολόκληρο μπροστά μου μετά την Θεία Λειτουργία, την ώρα του μνημοσύνου, γιατί αυτόν δεν τον είχα γραμμένο με τα ονόματα των κεκοιμημένων, επειδή μνημονευόταν στην Προσκομιδή με τους ηρωικώς πεσόντες. Κι εσείς στην Αγία Πρόθεση να μη δίνετε να μνημονευθούν μόνον ονόματα ασθενών, αλλά και ονόματα κεκοιμημένων, γιατί μεγαλύτερη ανάγκη έχουν οι κεκοιμημένοι.

Το καλύτερο μνημόσυνο για τους κεκοιμημένους

Το καλύτερο από όλα τα μνημόσυνα που μπορούμε να κάνουμε για τους κεκοιμημένους είναι η προσεκτική ζωή μας, ο αγώνας που θα κάνουμε, για να κόψουμε τα ελαττώματά μας και να λαμπικάρουμε την ψυχή μας. Γιατί η δική μας ελευθερία από τα υλικά πράγματα και από τα ψυχικά πάθη, εκτός από την δική μας ανακούφιση, έχει ως αποτέλεσμα και την ανακούφιση των κεκοιμημένων προπάππων όλης της γενιάς μας. Οι κεκοιμημένοι νιώθουν χαρά, όταν ένας απόγονός τους είναι κοντά στον Θεό

Αν εμείς δεν είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, τότε υποφέρουν οι κεκοιμημένοι γονείς μας, ο παππούς μας, ο προπάππος μας, όλες οι γενεές. «Δες τι απογόνους κάναμε!», λένε και στενοχωριούνται. Αν όμως είμαστε σε καλή πνευματική κατάσταση, ευφραίνονται, γιατί και αυτοί έγιναν συνεργοί να γεννηθούμε και ο Θεός κατά κάποιον τρόπο υποχρεώνεται να τους βοηθήση. Αυτό δηλαδή που θα δώση χαρά στους κεκοιμημένους είναι να αγωνισθούμε να ευαρεστήσουμε στον Θεό με την ζωή μας, ώστε να τους συναντήσουμε στον Παράδεισο και να ζήσουμε όλοι μαζί στην αιώνια ζωή.

Επομένως, αξίζει τον κόπο να χτυπήσουμε τον παλαιό μας άνθρωπο, για να γίνη καινός και να μη βλάπτη πια ούτε τον εαυτό του ούτε τους άλλους ανθρώπους, αλλά να βοηθάη και τον εαυτό του και τους άλλους, είτε ζώντες είναι είτε κεκοιμημένοι.

Από το βιβλίο: «Οι δοκιμασίες στη ζωή μας» Ιερόν Ησυχαστήριον «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος» Σουρωτή Θεσσαλονίκης 2002

επιμέλεια - υπογραμμίσεις: sophia-siglitiki.blogspot.gr/Αέναη επΑνάσταση

Τετάρτη 23 Απριλίου 2014

Ο Α Ρ Χ Ο Ν Τ Α Σ Τ Η Σ Ζ Ω Η Σ






Ο   Α Ρ Χ Ο Ν Τ Α Σ   Τ Η Σ   Ζ Ω Η Σ


 


                                                                                                             π. Δημητρίου Μπόκου
«Ἐγὼ ἦλθον ἵνα ζωὴν ἔχωσι καὶ περισσὸν ἔχωσιν,
 …ἐγώ εἰμι ἡ ἀνάστασις καὶ ἡ ζωή» (Ιω. 10, 10· 11, 25)

Το νέο έκανε το γύρο του χωριού σαν αστραπή.
Ένας νέος άνθρωπος βρέθηκε τσακισμένος στο γκρεμό. Τον βρήκαν και τον περιμάζεψαν βοσκοί που ποίμαιναν τα πρόβατά τους στους αγρούς και τα λιβάδια. Τον έφεραν στο χωριό μισοπεθαμένο, αγνώριστο απ’ τους μώλωπες και τις πληγές.
Η μικρή κοινωνία συνταράχθηκε. Σηκώθηκαν όλοι στο πόδι. Συγκλονισμένοι ως τα κατάβαθά τους άρχισαν να καταφτάνουν απ’ όλες τις γειτονιές. Συντροφιές-συντροφιές οι άνθρωποι κρυφομιλούσαν ανήσυχοι μεταξύ τους.
Δεν επρόκειτο για συνηθισμένο περιστατικό.
Δεν ήταν μόνο ο βαρύς τραυματισμός του νέου ανθρώπου. Είχαν εδώ να κάνουν με μια μεγάλη παράβαση. Το μέρος όπου βρέθηκε ο πληγωμένος, ήταν χώρος απαγορευμένος γι’ αυτούς. Περιοχή όπου δεν ήταν επιτρεπτό να εισέλθουν. Ο νέος άνθρωπος είχε παραβιάσει το νόμο του Μεγάλου Άρχοντα του τόπου τους.
Μπροστά τους ένα μεγάλο βουνό υψωνόταν απότομο. Η χιονόλευκη κορφή του χανόταν στα σύννεφα. Κρυμμένη στο γνόφο της πανύψηλης κορφής απλωνόταν η ξακουστή πολιτεία του Μεγάλου Άρχοντα, με τα επιβλητικά κάστρα και το μεγαλόπρεπο παλάτι του. Μια χώρα λαμπερή, πανέμορφη, παραδεισένια. Όλα εκεί ήταν υπέροχα. Η ζωή σ’ αυτήν ήταν το μακρινό όνειρο του κάθε ανθρώπου.
Χάσμα μέγα όμως, φαράγγι δύσβατο οριοθετούσε το βουνό και το χώριζε απ’ την υπόλοιπη χώρα. Ο νόμος του Μεγάλου Άρχοντα απαγόρευε στους ανθρώπους να το διαβούν. Δεν ήταν στις τωρινές τους δυνατότητες αυτό. Είχαν όμως την υπόσχεσή του, πως θα ερχόταν καιρός που θα γεφυρωνόταν το χάσμα. Το απόκρημνο φαράγγι θα γέμιζε. Ο βαθύς γκρεμός θα γινόταν τόπος ευθύς με δρόμους ομαλούς. Το άβατο βουνό θα γινόταν προσβάσιμο στον καθένα.
Μέχρι να γίνει αυτό, θα ’πρεπε όλοι να περιμένουν. Να έρθει η κατάλληλη στιγμή. Το πλήρωμα του χρόνου. Ο νόμος του Μεγάλου Άρχοντα ήταν σαφής. Κάθε πρόωρη απόπειρα για άνοδο στην πολυπόθητη χώρα θα είχε μια και μόνο συνέπεια: το θάνατο. Τη μέρα που θα επιχειρούσαν κάτι τέτοιο θα πέθαιναν.

Μα ο νέος άνθρωπος δεν μπορούσε να περιμένει. Ένοιωθε τη ζωή να σφύζει μέσα του. Πίστευε στην αξιοσύνη και τη σβελτάδα του. Θεωρούσε πως ήταν ικανός να αντιμετωπίζει κινδύνους. Να περνάει κακοτοπιές όπου ελλοχεύει ο θάνατος.
Από την άλλη αμφέβαλλε και για τις προθέσεις του Μεγάλου Άρχοντα. Δεν μπορούσε να τον εμπιστευθεί απόλυτα. Αν δεν τους είπε όλη την αλήθεια;  Αν τους απέτρεψε από κάθε προσπάθεια να τον πλησιάσουν, μόνο και μόνο για να τους κρατάει μακριά του; Για να μην κινδυνεύει από αυτούς; Να μη γίνουν οι άνθρωποι ποτέ σαν αυτόν; Αν ήταν ψέμα πως θα τους έκανε κάποτε συμπολίτες και οικείους του στην ονειρεμένη πολιτεία του;
Μ’ έναν τρόπο και μόνο θα σιγουρευόταν: Να δοκιμάσει. Τώρα! Ποιος ο λόγος να περιμένει και ως πότε; Κι αν δεν ερχόταν ποτέ το πλήρωμα του χρόνου;
Η ανυπομονησία θέριεψε μέσα του τη μεγάλη απόφαση. Εμπιστεύτηκε απόλυτα τον εαυτό του. Θα δοκίμαζε με το δικό του τρόπο.
Έτσι αγνόησε το νόμο του Μεγάλου Άρχοντα. Έκανε τη μεγάλη απόπειρα. Προσπάθησε να διαβεί το μεγάλο φαράγγι, ν’ ανεβεί στο βουνό. Μα αντί να φτάσει στην κορφή του, βρέθηκε τσακισμένος στα βαθιά βάραθρά του. Βαθιά μετανοιωμένος για την αποκοτιά του, αλλά πολύ αργά. Μόνο ένα βήμα τον χώριζε πια από το θάνατο…

…Μια μικρή συνοδεία φάνηκε στην άκρη του δρόμου. Σταμάτησε μπροστά στον ετοιμοθάνατο άνθρωπο. Στη θέα της οι ανθρώπινες συντροφιές σταμάτησαν κάθε κουβέντα και παραμέρισαν με φόβο και σεβασμό. Αμίλητος ο αρχηγός της συνοδείας προχώρησε μπροστά. Το πέτρινο πρόσωπό του ήταν η εικόνα της αυστηρότητας. Φορούσε επίσημη στολή και κρατούσε μια τυλιγμένη περγαμηνή. Ήταν ο δικαστής. Το όργανο του νόμου. Κοίταξε ανέκφραστος τον καταπληγωμένο άνθρωπο, ξετύλιξε την περγαμηνή του και με ψυχρό άκαμπτο ύφος είπε:
- Ο άνθρωπος αυτός περιφρόνησε το νόμο του Μεγάλου Άρχοντα. Αμάρτησε με το χειρότερο τρόπο. Η παρακοή του είναι ύψιστη προσβολή απέναντι στον Άρχοντά μας. Ο νόμος απαιτεί να τιμωρηθεί με θάνατο. Μόνο έτσι θα ικανοποιηθεί η δικαιοσύνη, θα αποκατασταθεί η τιμή του Μεγάλου Άρχοντα και θα σβηστεί η προσβολή που έγινε στο πρόσωπό του.
Με σφιγμένη καρδιά υποδέχτηκαν όλοι την απόφασή του. Συμπαθούσαν το νέο άνθρωπο και λυπόντουσαν για το κατάντημά του. Μα τούς ήταν αδιανόητο να αμφισβητήσουν την κρίση του δικαστή. Ήταν ο εντολοδόχος του Μεγάλου Άρχοντα.
Ο δικαστής έδωσε εντολή στη συνοδεία του να αρχίσει το έργο της. Σήκωσαν αμέσως το νέο άνθρωπο από κάτω και τον έστησαν για εκτέλεση. Στεναγμοί ανατάραξαν με τη βάναυση μετακίνηση το πονεμένο στήθος του, μα τους αγνόησαν. Τέντωσαν το λαιμό του σ’ ένα χοντρό κούτσουρο. Ο δήμιος πλησίασε κραδαίνοντας τον φοβερό διπλό του πέλεκυ. Ζύγισε προσεκτικά την κίνησή του και, ενώ κρατούσαν όλοι την αναπνοή τους ασάλευτοι, ύψωσε το τσεκούρι για τον αποκεφαλισμό του ενόχου.

Μα τότε απ’ το πουθενά πρόβαλε μπροστά ένας άγνωστος. Κανένας δεν είχε αντιλη-φθεί πώς, πότε κι από πού έκαμε την εμφάνισή του.
-  Σταθείτε! φώναξε επιτακτικά. Στο όνομα του Μεγάλου Άρχοντα ζητώ να σταματήσει αμέσως η εκτέλεση αυτή.
-  Ποιος είσαι συ και πώς τολμάς να παρεμβαίνεις; ύψωσε τη φωνή του με οργισμένη έκπληξη ο δικαστής.
-  Ο νόμος του Μεγάλου Άρχοντα παρερμηνεύτηκε. Πουθενά δεν αναφέρει πως η θέλησή του είναι αυτή, είπε αντί για άλλη απάντηση ο άγνωστος.
-  Μα αυτό είναι ανήκουστο! Ο νόμος είναι σαφής και ξεκάθαρος! είπε ξανά ο δικαστής και τα μάτια του άστραψαν. Μια και μοναδική ποινή προβλέπεται για την παρακοή αυτή: Ο θάνατος.
-  Όντως! Έπεται στην παρακοή ο θάνατος. Μα όχι σαν ποινή που επιβάλλεται απ’ το Μεγάλο Άρχοντα για τη δική του ικανοποίηση. Ο θάνατος είναι μονάχα φυσική κατάληξη της πράξης του ανθρώπου. Γι’ αυτήν την αυτονόητη συνέπεια προειδοποιεί ο Άρχοντας.
Ενώ μιλούσε ο άγνωστος, το ανθρώπινο κοπάδι σάλεψε. Ένα μουρμουρητό επιδοκιμασίας άρχισε να ξεσηκώνεται δισταχτικά ανάμεσά τους. Εκείνος συνέχισε:
-  Στο νόμο του τονίζει καθαρά, πως δεν επιθυμεί ποτέ το θάνατο του φταίχτη, αλλά την αλλαγή, το γυρισμό του. Και θέλει όλοι οι παρήκοοι και παραβάτες του νόμου του να επιστρέψουν κοντά του. Να τον γνωρίσουν βαθιά, αληθινά. Να ζήσουν ειρηνικά και για πάντα μαζί του. Ούτε ένας τους να μη χαθεί. Γιατί είναι ο Άρχοντας της Ζωής, μακρόθυμος και πολυέλεος, γεμάτος ευσπλαχνία και αγάπη. Δεν έχει έχθρα μέσα του γι’ αυτούς. Εσύ, σαν νομικός δεν το γνωρίζεις αυτό; Στο νόμο που σου δόθηκε τί είναι γραμμένο; Πώς αναγινώσκεις;
Ο δικαστής άκουγε, χωρίς να δείχνει πως καταλαβαίνει κιόλας. Το μόνο που ήξερε καλά εκείνος, ήταν πως κάθε παράβαση είχε και την αντίστοιχη ποινή της. Στην άκαμπτη σκληρή λογική του δεν χώραγαν οι έννοιες της χάρης, της αγάπης.
-  Αλλοίμονο σε σας τους νομικούς! συνέχισε ζωηρά ο άγνωστος. Γνωρίζετε μονάχα να σωριάζετε φορτία δυσβάστακτα στους ώμους των ανθρώπων, δεν θέλετε όμως ούτε με το δαχτυλάκι σας να τα κινήσετε εσείς.
Μπρος στην ωμή αυτή επίθεση ο δικαστής δεν έμεινε αδρανής. Όλων τα βλέμματα ήταν στραμμένα πάνω του μαντεύοντας την οργισμένη αντίδρασή του. Διακυβευόταν άμεσα το κύρος και η θέση του.
-  Στον τόπο αυτόν εγώ και μόνο είμαι ο επίσημος εκπρόσωπος του νόμου! είπε με ύφος που δεν σήκωνε αντίρρηση. Σύμφωνα με το νόμο μας λοιπόν ο άνθρωπος αυτός αμάρτησε. Κρίθηκε ένοχος θανάτου και οφείλει να πεθάνει. Συνέχισε το έργο σου, δήμιε! Σε προστάζω! Εγώ εκπροσωπώ την εξουσία!
-  Όχι πια! απάντησε απτόητος ο άγνωστος και βγάζοντας μιαν άλλη περγαμηνή, την ξετύλιξε μπροστά στο δικαστή. Γνωρίζεις τη σφραγίδα αυτή και την υπογραφή;
Εμβρόντητος ο δικαστής αναγνώρισε τη σφραγίδα και την υπογραφή του Μεγάλου Άρχοντα. Ο άγνωστος συνέχισε:
-  Είδε την ταλαιπωρία του νέου ανθρώπου ο Μεγάλος Άρχοντας και τον σπλαχνίστηκε. Γι’ αυτό και με στέλνει, όχι όμως σαν κριτή να τον καταδικάσω, μα σαν θεραπευτή να τον γιατρέψω, να τον σώσω. Ο νέος άνθρωπος είναι προορισμένος να ζήσει, όχι να πεθάνει. Θεραπεία κατεπείγουσα χρειάζεται και όχι καταδίκη. Αυτή είναι η θέληση και η εντολή του Μεγάλου Άρχοντα. Κι εγώ είμαι ο απεσταλμένος του για να την εκτελέσω. Διεκδικώ λοιπόν αυτόν τον άνθρωπο από το θάνατο, για να του δώσω τη ζωή.
Και με τα λόγια αυτά ύψωσε την ανοιγμένη περγαμηνή μπροστά σε όλους. Κανένας δεν τόλμησε να φέρει αντίρρηση. Ο δικαστής και η συνοδεία του αποσβολωμένοι παραμέρισαν. Καιρός ήταν!

Ο άγνωστος πλησίασε αμέσως και σήκωσε προσεκτικά στα χέρια του τον ετοιμοθάνατο νέο άνθρωπο. Με αργά βήματα και απαλές κινήσεις προχώρησε και τον απέθεσε στην άμαξά του, που ήταν σταματημένη πιο πίσω. Τον τύλιξε με καθαρό άσπρο σεντόνι. Έπλυνε τις πληγές του, χύνοντας πάνω τους λάδι για ν’ απαλύνουν και κρασί για ν’ απολυμανθούν. Έφτασε και στη βαθειά, θανάσιμη πληγή, που έχαινε στο στέρνο του νέου ανθρώπου. Η πληγωμένη του καρδιά φαινόταν να στραγγίζει τις τελευταίες ρανίδες του αίματός της. Γεμάτος συμπόνια ο άγνωστος μονολόγησε:
-  Να, λοιπόν, το μέγα τραύμα, ο άνθρωπος! Μ’ ένα και μόνο τρόπο θεραπεύεται αυτό.
Άνοιξε τότε το μακρύ μανδύα του στο ύψος της πλευράς του. Φρεσκοανοιγμένη κοκκίνιζε πάνω στο γυμνό του σώμα νωπή μια πληγή. Στάθηκε πάνω από τον πληγωμένο και άφησε να στάξει το δικό του αίμα πάνω στην πληγή της καρδιάς που έσβηνε. Αυτήν την καρδιά αναζητούσε, γι’ αυτήν είχε τρυπήσει την πλευρά του.
Αμέσως ο άνθρωπος που χαροπάλευε άνοιξε τα μάτια του. Ζωντάνεψε. Στα νεκρωμένα μέλη του ακράτητη ξαναχύθηκε η αλκή. Το βλέμμα του ζωήρεψε. Τα τραύματά του έκλεισαν. Η καρδιά του ξαναβρήκε το γρήγορο ρυθμό της. Το νεανικό του σφρίγος ξαναγύρισε ορμητικό. Ο ετοιμοθάνατος αναγεννήθηκε. Ένοιωσε πάλι νέος άνθρωπος, καινούργιο δημιούργημα. Ανακάθισε γεμάτος έκπληξη και με θαυμασμό αντίκρυσε το σωτήρα του.
-  Κύριε, ούτε να ρωτήσω δεν τολμώ! ψέλλισε με δέος, κατασυγκινημένος. Οι γέροντές μας έλεγαν, πως ένας μόνο, ο Μεγάλος Άρχοντας, ο Εκλεκτός του Θεού, ο Άρχοντας της Ζωής, μπορεί να κάνει τέτοιο πράγμα, να ξαναδώσει σε νεκρό ζωή. Μήπως, Κύριε, είσαι τελικά ο Μεγάλος μας Άρχοντας;
-  Εσύ το είπες! απάντησε χαμογελαστός ο άγνωστος, ενώ τον αγκάλιαζε και τον φιλούσε τρυφερά. Για σένα ήρθα, αγαπημένο μου παιδί. Κατέβηκα για να σε βρω. Να σου προσφέρω το αίμα μου για να ζήσεις. Μ’ αυτό και μόνο μπορούσες να σωθείς. Γιατί εγώ μονάχα είμαι η Ζωή. Κι αν θέλεις τώρα, να σε ανεβάσω μαζί μου στη βασιλεία μου, όπου δεν έχει πλέον πόνο, λύπη και στεναγμό, αλλά ζωή ατελεύτητη.
Ενόσω μιλούσε ο άγνωστος, συνέβαινε μια θαυμαστή μεταμόρφωση. Το πρόσωπό του άλλαξε όψη, λούστηκε στο φως, έγινε σαν τον ήλιο, ενώ μια βασιλική λαμπρότητα τον κύκλωσε αστραπιαία.
-  Η καρδιά μου σού ανήκει πλέον, Άρχοντά μου, είπε ο νέος άνθρωπος γονατίζοντας ευλαβικά μπροστά του. Εγώ αμάρτησα βαριά και νοιώθω ένοχος ενώπιόν σου! Μα εσύ, χωρίς να το αξίζω, μού ’δωσες ζωή και όχι θάνατο. Δεν γνώριζα την αληθινή σου εικόνα. Μου την είχαν δώσει διαφορετική. Φάνταζε τρομερή, παραλλαγμένη μέσα μου. Φοβόμουνα να δω το πρόσωπό σου. Τώρα για πρώτη φορά γνωρίζω αληθινά το άρρητο κάλλος της μορφής σου. Δεν θέλω πια να ζω χωρίς εσένα. Πάρε με μαζί σου για πάντα. Θα είμαι αφοσιωμένος δούλος σου.
-  Θα είσαι πάντοτε ο λατρευτός μου γιος και όχι δούλος μου, είπε ο Άρχοντας, ενώ τον σήκωνε από τη γη και τον αγκάλιαζε ξανά. Ο γιος μου που ήταν σχεδόν νεκρός και ανέζησε, για να ευφραίνεται μαζί μου παντοτινά.
Αμέσως τότε μια λαμπρή συνοδεία τους περιστοίχισε. Έντυσαν με χαρά το νέο άνθρωπο με μια ολόλευκη πριγκιπική στολή. Ο βασιλιάς ο ίδιος τού πέρασε στο χέρι ένα χρυσό δαχτυλίδι. Χρυσές άμαξες με φτερωτά άλογα φάνηκαν μπροστά τους. Τα φοβερά φαράγγια είχαν χαθεί. Μια μυστική είσοδος στην καρδιά του βουνού άνοιξε διάπλατα. Κι όλοι μαζί ανέβηκαν με αλαλαγμό χαράς και θριαμβευτική φωνή σάλπιγγας στην παραδεισένια πολιτεία, στην κορφή του βουνού.
Ο νέος άνθρωπος τιμήθηκε στο έπακρο. Έγινε οικείος και ομοτράπεζος του Άρχοντα της Ζωής. Πολιτογραφήθηκε στο βασίλειό του. Του δόθηκε το περισσόν που αναζητούσε.

                                                      Πάσχα 2014