Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Παρασκευή 7 Μαρτίου 2014

Ὁ Φύλακας Ἄγγελος προστατεύει τὰ παιδάκια



-Γέροντα, γιατί ὁ Θεὸς δίνει στὸν κάθε ἄνθρωπο ἕναν Φύλακα Ἄγγελο, ἀφοῦ μπορεῖ ὁ ἴδιος νὰ μᾶς προστατεύση ;
-Αὐτὸ εἶναι ξεχωριστὴ φροντίδα τοῦ Θεοῦ γιὰ τὸ πλάσμα Του. Ὁ Φύλακας Ἄγγελος εἶναι οἰκονομία Θεοῦ. Εἴμαστε χρεῶστες γι’ αὐτό. Οἱ Ἄγγελοι ἰδιαίτερα προστατεύουν τὰ μικρὰ παιδιά.
Πῶς τὰ φυλᾶνε! Μιὰ φορὰ δυὸ παιδιὰ ἔπαιζαν ἔξω στὸν δρόμο. Τὸ ἕνα ἀπὸ τὰ δύο σημάδευε τὸ ἄλλο στὸ κεφάλι, γιὰ νὰ τὸ χτυπήση μὲ μιὰ πέτρα. Ἐκεῖνο δὲν τὸ ἔβλεπε. Τὴν τελευταία στιγμή, φαίνεται, ὁ Ἄγγελος του τὸ ἔκανε νὰ δῆ κάτι, τινάχτηκε πέρα καὶ γλίτωσε. Μιὰ μάνα πάλι εἶχε πάρει στὸ χωράφι τὸ μωρό της.

Τὸ θήλασε, τὸ ἔβαλε στὴν κούνια καὶ πῆγε νὰ δουλέψη. Μετὰ ἀπὸ λίγο, ὅταν πῆγε κοντὰ του, τί νὰ δῆ! Τὸ παιδάκι κρατοῦσε ἕνα φίδι καὶ τὸ ἔβλεπε! Ὅπως τὸ εἶχε θηλάσει, εἶχε μείνει γάλα γύρω ἀπὸ τὸ στοματάκι του.
Πῆγε λοιπὸν τὸ φίδι καὶ ἔγλειψε τὸ γάλα μὲ τὴν γλώσσα του καὶ τὸ παιδάκι τὸ ἔπιασε μὲ τὸ χέρι του. Βάζει τὶς φωνὲς ἡ μάνα, τρόμαξε τὸ παιδί, ἄνοιξε τὸ χεράκι του καὶ ἔφυγε τὸ φίδι! Φυλάει ὁ Θεὸς τὰ παιδιά.

-Γέροντα, τότε πῶς πολλὰ παιδάκια ὑποφέρουν ἀπὸ ἀρρώστειες κ.λ.π.;
-Ὁ Θεὸς ξέρει τί θὰ ὠφελήση τὸν καθένα καὶ δίνει ἀνάλογα. Δὲν δίνει στὸν ἄνθρωπο κάτι ποὺ δὲν θὰ τὸν ὠφελήση. Βλέπει λ.χ., ὅτι περισσότερο θὰ μᾶς ὠφελήση ἄν μᾶς δώσει ἕνα κουσρούρι, μιὰ ἀναπηρία, παρὰ ἄν μᾶς προστατεύση νὰ μὴ χτυπήσουμε ἤ νὰ μὴ μείνουμε ἀνάπηροι.

Ήταν του αγίου Ισιδώρου του Πηλουσιώτου. Περνούσα μία περίοδο με πολλές στενοχώριες, και εξαιτίας αυτών είχα δυνατούς πονοκεφάλους. Από την πίεση χτυπούσε το μάτι μου και κινδύνευα να πάθω εγκεφαλικό. Το ένοιωθα σαν να χτυπούσε κάποιος από μέσα με σφυρί και ήθελε να πεταχτεί έξω. Κατά η ώρα 9 το βράδυ (κοσμική ώρα), ενώ είχα ξαπλώσει στο κρεββάτι, είδα έναν Άγγελο πολύ ωραίον, σαν να βγήκε από μέσα μου, με μορφή μικρού παιδιού δώδεκα χρονών. Τα μαλλάκια του ήταν κατάξανθα μέχρι τους ώμους. Μου χαμογέλασε και πέρασε απαλά το χέρι του πάνω από τα μάτια μου. Αμέσως μου έφυγε όλη η στενοχώρια και έπαψαν οι πόνοι. Ένοιωθα τέτοια γλυκύτητα που προτιμούσα να ξαναπονέσω, αρκεί να δώ και πάλι τον φύλακα Άγγελο μου"



γέροντας Παΐσιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου