Ἴσως μερικοὶ ἀπὸ σᾶς, ποὺ διαβάζουν τὴν Ἁγία Γραφή, προβληματίζονται, ὅταν βλέπουν πὼς ὁ Κύριος ἐνῶ μᾶς ἀπαγορεύει νὰ λέμε τὸν πλησίον μας “ἀνόητε” καὶ “ἠλίθιε”, καί αὐτὸς ποὺ τὸ κάνει, σύμφωνα μὲ τὸ λόγο Του, εἶναι ἔνοχος τῆς φωτιᾶς τῆς κολάσεως.
Ἐνῶ λοιπὸν λέει αὐτά, ὁ Ἴδιος πολλὲς φορὲς χρησιμοποιεῖ σκληρὰ λόγια γιὰ κάποιους ἀνθρώπους, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ ἀρχισυναγώγου, στὸν ὁποῖον εἶπε· “ὑποκριτά”.
Ἐπίσης πολλὲς φορὲς ἔλεγε ὑποκριτὲς τοὺς γραμματεῖς καὶ τοὺς φαρισαίους.
Αὐτοὺς ἔλεγε ἀκόμα· “ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν” (Μτθ. κγ´, 33).
Μιὰ φορά, ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἦταν στὴν Ἰουδαία, Τὸν προειδοποίησαν ὅτι ὁ Ἡρώδης θέλει τὸ θάνατό του καὶ Τὸν συμβούλεψαν ὅσο γίνεται πιὸ γρήγορα νὰ φύγει ἀπὸ τὴν Ἰουδαία. Καὶ τί ἀπάντησε τότε ὁ Χριστός; Πολὺ ἤρεμα εἶπε τὸ ἑξῆς· “Πορευθέντες εἴπατε τῇ ἀλώπεκι ταύτῃ· ἰδοὺ ἐκβάλλω δαιμόνια καὶ ἰάσεις ἐπιτελῶ σήμερον καὶ αὔριον, καὶ τῇ τρίτῃ τελειοῦμαι” (Λκ, 13, 32). Ἀλεποὺ εἶπε τὸν Ἡρώδη.
Μιὰ φορὰ ὀνόμασε “Σατανᾶ” τὸν μεγαλύτερο ἀπόστολο καὶ τὸν πιὸ ἀγαπητὸ φίλο του, τὸν Πέτρο· “ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων” (Μτ. 16, 23).
Γνωρίζετε ὅτι μερικὲς φορὲς ὁ Κύριος ὀργιζόταν, δύο φορὲς ἔδιωξε ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ ἀναποδογύρισε τὰ τραπέζια τῶν ἀργυραμοιβῶν. Ἐπίσης γνωρίζετε πὼς μιὰ φορὰ ἔφτιαξε μαστίγιο ἀπὸ σκοινιὰ καὶ ἔδιωξε ἀπὸ τὸ ναὸ αὐτοὺς ποὺ πουλοῦσαν ἐκεῖ ζῶα. Φοβερὴ ἦταν μερικὲς φορὲς ἡ ὀργὴ τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Τί λοιπὸν μποροῦμε νὰ ποῦμε ἐμεῖς; Εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει ἀκόμα καὶ ἴχνος ἀντίφασης σ’ αὐτὰ ποὺ ἔκανε καὶ ποὺ δίδασκε ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστός; Εἶναι δυνατὸν νὰ παρέβαινε ὁ ἴδιος τὴν ἐντολὴ ποὺ μᾶς εἶχε δώσει καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία εἶναι ἁμαρτία νὰ λέμε ἀνόητο τὸν πλησίον μας;
Ἀσφαλῶς ὄχι. Στὸν Κύριο Ἰησοῦ Χριστὸ τὸ “ναὶ” εἶναι “ναὶ” καὶ τὸ “ὄχι” – “ὄχι” καὶ δὲν ὑπάρχει καμία ἀντίφαση. Καὶ οὔτε μπορεῖ νὰ ὑπάρχει στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ. Τότε πῶς μποροῦν νὰ ἐξηγηθοῦν αὐτὰ τὰ λόγια καὶ οἱ πράξεις τοῦ Χριστοῦ ποὺ σᾶς ἀνέφερα προηγουμένως;
Ἡ ἐξήγηση εἶναι πολὺ ἁπλή· πρέπει νὰ ξεχωρίζουμε τὴ λογικὴ μὲ τὴν ὁποία τὸ ἔλεγε ἢ τὸ ἔκανε ὁ Κύριος ἀπὸ τὴ λογικὴ μὲ τὴν ὁποία τὸ κάνουμε ἐμεῖς. Ὑπάρχει διαφορά, ὅταν βρίζεις κάποιον ἢ ὅταν τὸν ἐλέγχεις. Ἐμεῖς ὅταν λέμε στὸν πλησίον μας “ἀνόητε” ἢ “ἠλίθιε”, τί ἐκφράζουμε μ’ αὐτὲς τὶς λέξεις; Τὴν περιφρόνησή μας. Τὸν προσβάλλουμε μ’αὐτὸ τὸν τρόπο καὶ τὸν βρίζουμε. Αὐτὸ ἀκριβῶς ἀπαγορεύει ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ τὴν ἐντολή του.
Καὶ ποιά σημασία ἔχουν τέτοια σκληρὰ λόγια στὸ στόμα τοῦ Χριστοῦ; Γιατί ἔλεγε σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους “ὄφεις, γεννήματα ἐχιδνῶν» ἢ «πορευθέντες εἴπατε τῇ ἀλώπεκι ταύτῃ”; Τὸ ἔλεγε γιὰ νὰ τοὺς ἐλέγξει. Ὑπάρχει μεγάλη διαφορά, ὅταν βρίζει κανεὶς ἢ ὅταν ἐλέγχει κάποιον. Ὁ νόμος τοῦ Θεοῦ δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ προσβάλλουμε τὸν πλησίον μας, ἐνῶ τὸ νὰ ἐλέγχουμε κάτι ποὺ δὲν εἶναι σωστὸ μᾶς τὸ παραγγέλλει ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή· “μὴ συγκοινωνεῖτε τοῖς ἔργοις τοῖς ἀκάρποις τοῦ σκότους, μᾶλλον· δὲ καὶ ἐλέγχετε” (Ἐφ. ε´ 11).
Στὶς ἐπιστολές του πρὸς Τιμόθεον ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς δίνει τὴν ἑξῆς ἐντολή· “Τοὺς ἁμαρτάνοντας ἐνώπιον πάντων ἔλεγχε, ἵνα καὶ οἱ λοιποὶ φόβον ἔχωσι» (Α´ Τιμ. ε´ 20). “Κήρυξον τὸν λόγον, ἐπίστηθι εὐκαίρως ἀκαίρως, ἔλεγξον, ἐπιτίμησον, παρακάλεσον, ἐν πάσῃ μακροθυμίᾳ καὶ διδαχῇ” (Β´ Τιμ. δ´ 2).
Βλέπετε, τὸ νὰ ἐλέγχουμε κάτι ποὺ δὲν εἶναι σωστὸ, εἶναι ἡ ἐντολὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου. Ὄχι μόνο δὲν πρέπει νὰ ἔχουμε καμία συμμετοχὴ στὰ ἔργα τοῦ σκότους, ἀλλὰ καὶ νὰ τὰ ἐλέγχουμε. Δὲν μᾶς ἐπιτρέπεται νὰ προσπερνᾶμε μὲ ἀδιαφορία καὶ σιωπὴ τὴν κακία καὶ τὴν ἀσέβεια, ἀλλὰ πρέπει νὰ τὰ ἐλέγχουμε. Κάθε φορὰ ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔλεγε κάποιο λόγο σκληρό, τὸν ἔλεγε, ἐπειδὴ ἤθελε νὰ ἐλέγξει τὴν κακία. Δὲν προσέβαλλε τὴν ἀξιοπρέπεια ἐκείνων τῶν ἀνθρώπων τοὺς ὁποίους ὀνόμαζε ἀλεποῦδες ἢ ἀκόμα καὶ γεννήματα ἐχιδνῶν. Ἤθελε μόνο νὰ ἐλέγξει τὸ ψέμα ποὺ εἶχαν μέσα τους, διότι ἡ ὑποκρισία εἶναι ἕνα εἶδος ψέματος καὶ ὁ πατέρας τοῦ ψεύδους εἶναι ὁ διάβολος.
Ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς δὲν μποροῦσε νὰ μὴ ἐλέγχει τὸ ψέμα καὶ τὴν ὑποκρισία. Πάντα τὰ ἔλεγχε καὶ πολὺ ἔντονα. Διότι ὑπάρχει ὀργὴ ποὺ εἶναι θεία καὶ μία τέτοια ὀργὴ εἶναι ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ. Αὐτὴ ἡ ὀργὴ πρέπει νὰ ἀνάβει μέσα μας κάθε φορά, ὅταν βλέπουμε πὼς προσβάλλουν ἱερὸ καὶ ὅσιο. Τέτοια ὀργὴ ἀνάγκασε τὸν μεγάλο ἱεράρχη καὶ θαυματουργό, τὸν ἅγιο Νικόλαο στὴν Α´ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο νὰ χαστουκίσει τὸν Ἄρειο.
Ἀπὸ τὴν ἴδια θεία ὀργὴ ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔφτιαξε μαστίγιο ἀπὸ σκοινιὰ καὶ ἔδιωξε τοὺς ἐμπόρους ἀπὸ τὸ ναό. Ἡ φλογερή του ὀργὴ ἔκαιγε τοὺς ἀσεβεῖς. Ὑποκριτὲς ἔλεγε ἐκείνους ποὺ ἦταν τέτοιοι στὴν πραγματικότητα. Ἦταν ἀνάγκη νὰ τοὺς ἐλέγχει μπροστὰ στὸν λαό, νὰ τοὺς βγάλει τὸ προσωπεῖο τῆς εὐλαβείας, νὰ δείξει τὸ πραγματικό τους πρόσωπο, γιὰ νὰ καταλάβουν οἱ ἄλλοι πὼς οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ εἶναι ψεῦτες. Πολὺ σωστὴ καὶ δικαιολογημένη ἦταν στὸ στόμα τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ ἡ λέξη “ὑποκριτά”, ποὺ Αὐτὸς εἶπε γιὰ τὸν ἀρχισυνάγωγο. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ ὀνομασία ποὺ ἔδωσε στοὺς Γραμματεῖς καὶ τοὺς Φαρισαίους λέγοντάς τους ὄχι μόνο ὑποκριτὲς ἀλλὰ καὶ “ὄφεις” καὶ “γεννήματα ἐχιδνῶν”.
Διαβᾶστε τὸ 23ο κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ματθαῖον Εὐαγγελίου καὶ θὰ δεῖτε πόση ἀλήθεια ὑπάρχει στὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ γιὰ τοὺς Φαρισαίους, ὅτι πολὺ δικαιολογημένα τοὺς ἔδωσε αὐτὲς τὶς προσωνυμίες.
Δικαιολογημένα δὲν ὀνομάστηκε ὁ Ἡρώδης ἀλεπού; Γιατί τὸν εἶπε ἀλεπού ὁ Κύριος; Τί διακρίνει τὴν ἀλεπού μεταξὺ τῶν ἄλλων ζώων; Εἶναι γνωστὴ ἡ πονηριά της, πῶς ξεγελάει καὶ τὸν κυνηγὸ καὶ τὸ θῦμα της. Ὅταν ὁ Κύριος Ἰησοῦς Χριστὸς ἔλεγε τὸν Ἡρώδη ἀλεπού, τὸ ἔκανε γιὰ νὰ ἐλέγξει τὴν πονηριά του, τὴν τάση του γιὰ προδοσία. Αὐτὸ ποὺ εἶπε ὁ Κύριος γιὰ τὸν Ἡρώδη δὲν ἦταν προσβολὴ ἀλλὰ δικαιολογημένος καὶ σωστὸς ἔλεγχος.
Γιατί γιὰ τὸν ἀπόστολο Πέτρο ὁ Χριστὸς χρησιμοποίησε τὴν τρομερὴ αὐτὴ λέξη “Σατανᾶ”; Γιατὶ ὅταν ἄκουσε ὁ ἀπόστολος πὼς ὁ Κύριος πρέπει νὰ προδοθεῖ, νὰ σταυρωθεῖ καὶ νὰ πεθάνει φοβερὸ θάνατο γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους, ἄρχισε νὰ ἀντιλέγει προσπαθώντας νὰ Τὸν πείσει νὰ λυπηθεῖ τὸν ἑαυτό του.
Αὐτὸ δὲν εἶναι τὸ ἔργο τοῦ Σατανᾶ; Ὁ Σατανᾶς δὲν προσπαθοῦσε νὰ ἀποτρέψει τὴν θυσία ποὺ ἤθελε νὰ προσφέρει ὁ Χριστὸς στὸν Γολγοθᾶ; Μὲ τὸ στόμα τοῦ ἀποστόλου μιλοῦσε τότε ὁ ἴδιος ὁ Σατανᾶς γι’αὐτὸ καὶ εἶπε ὁ Κύριος τὸν σκληρὸ αὐτὸ λόγο· “ὕπαγε ὀπίσω μου, Σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων” ( Μτθ. ιϛ´ 23).
Βλέπετε ποιά εἶναι ἡ διαφορά μεταξύ ὕβρεως καὶ ἐλέγχου; Πρέπει νὰ ἐλέγχουμε ὁ ἕνας τὸν ἄλλον, ὅταν βλέπουμε κάποια σφάλματα. Καὶ οἱ ποιμένες τῆς Ἐκκλησίας πρέπει νὰ ἐλέγχουν δημοσίως τοὺς ἁμαρτωλούς, σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Καὶ μᾶλλον εἶναι ὑποχρεωμένοι νὰ τὸ κάνουν.
ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ Ἀρχιεπισκόπου Κριμαίας: «ΛΟΓΟΙ ΚΑΙ ΟΜΙΛΙΕΣ», τ. Γ´, σελ. 267-282, ἐκδ. «Ὀρθόδοξος Κυψέλη», Θεσσαλονίκη 2003.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου