φενεος

Ιησούς Σινά

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ψηγματα all

Παρασκευή 2 Μαΐου 2014

Ο πόλεμος των λογισμών...το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις


1524597_597917133594827_426560671_n.jpg

Όταν,   κάποια φορά ρωτήσαμε για τον πόλεμο των λογισμών τον Γέροντα Πορφύριο, μας είπε: "Εσείς προχωράτε στο δρόμο σας. Ο διάβολος έρχεται με τους λογισμούς και σας τραβά από το μανίκι, για να σας αποπροσανατολίσει. Εσείς να μη γυρίζετε να πιάνετε κουβέντα μαζί του η ν' αντιδικείτε μαζί του. Εσείς να προχωράτε στο δρόμο σας. Αυτός θα σας τραβά από το μανίκι, αλλά εσείς να προχωράτε στο δρόμο σας και κάπου θα βαρεθεί και θα σας αφήσει".
"Για οποιαδήποτε άδικη κατηγορία εις βάρος σου να μην αγανακτείς, ούτε από μέσα σου. Είναι κακό! Το κακό αρχίζει από τις κακές σκέψεις. Όταν πικραίνεσαι και αγανακτείς, έστω μόνο με τη σκέψη, χαλάς την πνευματική ατμόσφαιρα. Εμποδίζεις το Άγιο Πνεύμα να ενεργήσει και επιτρέπεις στο διάβολο να μεγαλώσει το κακό. Εσύ πάντοτε να προσεύχεσαι, να αγαπάς και να συγχωρείς, διώχνοντας από μέσα σου κάθε κακό λογισμό".

Αγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης

Πέμπτη 1 Μαΐου 2014

Κάθε παι­δαγωγία στην αρχή δεν "φαίνεται" να προξενεί χαρά, αλλά λύπη.

18833_1162902604693_1591700852_30399940_2405788_n.jpg
Αυτοί που πίνουν τα πικρά φάρμακα, στην αρχή ανέχονται κάποια αηδία και κατόπιν αισθάνονται την ωφέλεια. Πράγματι τέτοια είναι η αρετή, τέτοια είναι η κακία· στην περίπτωσι της κακίας προηγείται η ηδονή και ακολουθεί η λύπη, ενώ στην περίπτωσι της αρετής προηγείται η λύπη και ακολουθεί η ηδονή. Αλλά δεν είναι καθόλου το ίδιο· διότι δεν είναι το ίδιο να λυπηθής προηγουμένως κι' έπειτα να ευχαριστηθής, και να ευχαριστηθής πρώτα κι' έπειτα να λυπηθής. Πώς; Διότι στη δεύτερη περίπτωσι η προσδοκία τής μελλοντικής λύπης μειώνει την παρούσα ηδονή, ενώ στην πρώτη περίπτωσι η προσδοκία τής μελλοντικής ηδονής ελαττώνει την πα­ρούσα υπερβολική λύπη· έτσι ο άνθρωπος εκεί ποτέ δεν γνωρίζει την ηδονή, ενώ εδώ ποτέ δεν γνωρίζει την λύπη. Και δεν διαφέρουν μόνο ως προς αυτό αλλά και ως προς άλλα. Πώς; Διότι ούτε τα χρο­νικά διαστήματα είναι ίσα, αλλά πολύ μεγαλύτερα και περισσότε­ρα. Εδώ όμως ακόμη περισσότερο ισχύει αυτό για τα πνευματικά.

Απ' αυτό λοιπόν επιχειρεί ο Παύλος να τους παρηγορήση, και προβάλλει πάλι την κοινή κρίσι, την οποία κανείς δεν μπορεί ν' απορρίψη, ούτε να την πολεμήση. Διότι, όταν κάποιος πη αυτό που όλοι ομολογούν, όλοι το αποδέχονται και κάνεις δεν φέρει αντίρρησι. Λυπάσθε, λέγει· αυτό είναι φυσικό· διότι τέτοια είναι η παιδα­γωγία, τέτοια αρχή έχει. Γι' αυτό και πρόσθεσε τα εξής· «κάθε παι­δαγωγία στην αρχή δεν φαίνεται να προξενή χαρά, αλλά λύπη». Σωστά είπε, «δεν φαίνεται» · διότι η παιδαγωγία δεν προξενεί λύπη, αλλά μόνο φαίνεται ότι προξενεί· ούτε η μία παιδαγωγία προξενεί, ενώ η άλλη όχι, αλλά κάθε παιδαγωγία· διότι λέγει, «κάθε παιδα­γωγία δεν φαίνεται να προξενή χαρά, αλλά λύπη»· δηλαδή και η ανθρώπινη και η πνευματική. Βλέπεις ότι χρησιμοποιεί έννοιες γνωστές σε όλους; Φαίνεται, λέγει, ότι προξενεί λύπη· επομένως δεν προξενεί. Διότι ποιά λύπη γεννά χαρά; Καμμία· όπως ακριβώς ούτε ηδονή υπάρχει που να γεννά λύπη.


«Ύστερα όμως ανταμείβει με καρπούς ειρηνικούς εκείνους που ασκήθηκαν με αυτήν· και οι καρποί αυτοί είναι η δικαιοσύνη». Δεν είπε 'με καρπό', αλλά «με καρπούς», για να παρουσιάση το πολύ πλήθος. «Σ' εκείνους», λέγει, «που έχουν γυμνασθή με αυ­τήν». Τί σημαίνει, «σ' εκείνους που έχουν γυμνασθή με αυτήν»; Σ' εκείνους που την έχουν ανεχθή και την έχουν υπομείνει για πολύ. Βλέπεις πώς χρησιμοποιεί και εγκωμιαστικό όνομα; Επομένως η παιδεία είναι άσκησις· αυτή ενδυναμώνει τον αθλητή και τον κάνει ακατανίκητο στους αγώνες και ακαταμάχητο στους πολέμους. Εφ' όσον λοιπόν κάθε παιδαγωγία είναι τέτοια, και αυτή θα είναι τέ­τοια. Επομένως πρέπει να προσδοκούμε μεγάλα αγαθά, και ότι το τέλος θα είναι ευχάριστο και ειρηνικό. Και μη θαυμάσης, εάν, ενώ είναι σκληρή, έχει καρπούς γλυκείς. Διότι και στα δένδρα ο φλοιός είναι σχεδόν χωρίς ποιότητα και τραχύς, ενώ οι καρποί είναι γλυ­κείς. Αυτό το είπε σύμφωνα με την κοινή αντίληψι. Εάν λοιπόν πρέπει να προσδοκάτε μεγάλα αγαθά, γιατί στενοχωρήσθε; Γιατί, ενώ δείξατε υπομονή στα λυπηρά, τώρα που πρόκειται για τα αγαθά απογοητεύεσθε; Τα δυσάρεστα που έπρεπε να τα υπομείνετε, τα υπομείνατε· μη λοιπόν λιποψυχήσετε για την ανταπόδοσι. «Γι' αυτό ενισχύσατε τα άτονα χέρια και τα παραλυμένα γόνατα και βα- δίστε σε ίσιους δρόμους με βήμα σταθερό, για να μην χειροτερέψη η κουτσαμάρα σας, αλλά να θεραπευθή μάλλον». Μιλάει σαν ν' απευθύνεται σε δρομείς και πυγμάχους και παλαιστές.


Βλέπεις πώς τους οπλίζει, πώς τους ενισχύει; Εδώ το λέγει αυτό για τους λογισμούς τους. «Ορθά βαδίζετε», λέγει· δηλαδή, μην αμφιβάλλετε. Διότι, εάν από αγάπη προέρχεται η παιδεία, εάν από φροντίδα, εάν καταλήγη σε τέλος ευχάριστο (καθόσον αυτό σποδεικνύεται και με πράξεις και με λόγια και με όλα), γιατί αποθαρρύνεσθε; Διότι τέτοιοι είναι όσοι περιήλθαν σε απόγνωσι, όσοι δεν είναι ενισχυμένοι με την ελπίδα των μελλοντικών αγαθών. «Ορθά να βαδίζετε», λέγει· για να μην αυξήσετε την κουτσαμάρα σας, αλλά να επανέλθετε στην πρώτη σας κατάστασι· διότι ο κου­τσός όταν τρέχη, χειροτερεύει το κακό. Βλέπεις ότι από εμάς εξαρτάται η ολοκληρωτική θεραπεία;


Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

ΚΑΝΩΝ ΙΚΕΤΗΡΙΟΣ ΕΙΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥΝ ΧΡΙΣΤΟΝ


                             Ήχος β΄. Ωδή α΄. Έν βυθώ κατέστρωσε.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού μακρόθυμε, τά της ψυχής μου θεράπευσον τραύματα, Ιησού, καί γλύκανον τήν καρδίαν μου, πολυέλεε, δέομαι, Ιησού σωτήρ μου, ίνα μεγαλύνω σε σωζόμενος.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού, διάνοιξον της μετανοίας μοι πύλας, φιλάνθρωπε Ιησού, καί δέξαι με σοί προσπίπτοντα καί θερμώς εξαιτούμενον, Ιησού σωτήρ μου, τών πλημμελημάτων τήν συγχώρησιν.

Ιησού γλυκύτατε Χριστέ, Ιησού, εξάρπασον έκ της χειρός τού δολίου Βελίαρ με, Ιησού, καί ποίησον δεξιόν καμέ παραστάτην της δόξης σου, Ιησού Χριστέ μου, μοίρας ευωνύμου λυτρωσάμενος.


                                       Θεοτοκίον.
Ιησούν γεννήσασα Θεόν, Δέσποινα, δυσώπησον υπέρ αχρείων ικετών, πανάχραντε, όπως της κολάσεως ταίς πρεσβείαις σου λυτρωθώμεν, αμόλυντε, οί μεμολυσμένοι, δόξης αϊδίου απολαύσαντες.



                                            Ωδή γ΄. Έν πέτρα με τής πίστεως.

Εισάκουσον, φιλάνθρωπε Ιησού μου, τού δούλου σου βοώντος έν κατανύξει, καί ρύσαι, Ιησού με, της καταδίκης καί της κολάσεως, μόνε μακρόθυμε, Ιησού γλυκύτατε πολυέλεε.

Υπόδεξαι τόν δούλον σου, Ιησού μου, προσπίπτοντα σύν δάκρυσιν, Ιησού μου, καί σώσον, Ιησού μου, μετανοούντα καί της γεέννης με, Δέσποτα, λύτρωσαι, Ιησού γλυκύτατε πολυέλεε.

Τόν χρόνον, Ιησού μου, όν δέδωκάς μοι, είς πάθη εδαπάνησα, Ιησού μου, διό με, Ιησού μου, μή απορρίψης, άλλ΄ ανακάλεσαι, δέομαι, Δέσποτα Ιησού γλυκύτατε, καί διάσωσον.


                                                          
Θεοτοκίον.
Παρθένε, ή τεκούσα τόν Ιησούν μου, ικέτευε ρυσθήναί με της γεέννης, ή μόνη προστασία τών θλιβομένων, θεοχαρίτωτε, καί καταξίωσον της ζωής, πανάμωμε, της αγήρω με.



Κάθισμα. Ήχος α΄. Τόν τάφον σου Σωτήρ.

Σωτήρ μου Ιησού, ό τόν άσωτον σώσας,
σωτήρ μου Ιησού, ό δεξάμενος πόρνην,
καμέ νύν ελέησον, Ιησού πολυέλεε,
σώσον, οίκτειρον, ώ Ιησού ευεργέτα,
ώσπερ ώκτειρας τόν Μανασσήν, Ιησού μου,
ώς μόνος φιλάνθρωπος.



Ωδή δ΄. Ελήλυθας έκ παρθένου.

Θεράπευσον, Ιησού μου, ψυχής μου τά τραύματα, Ιησού μου, δέομαι, καί της χειρός με εξάρπασον, Ιησού μου εύσπλαγχνε, τού ψυχοφθόρου Βελίαρ καί διάσωσον.

Ημάρτηκα, Ιησού μου γλυκύτατε εύσπλαγχνε, Ιησού μου, σώσον με τόν προσφυγόντα τή σκέπῃ σου, Ιησού μακρόθυμε, καί βασιλείας της σής με καταξίωσον.

Ούχ ήμαρτεν, Ιησού μου, ουδείς, ώσπερ ήμαρτον εγώ ό ταλαίπωρος, νύν δέ προσπίπτω δεόμενος, Ιησού μου, σώσον με καί τήν ζωήν, Ιησού μου, κληροδότησον.


Θεοτοκίον.
Πανύμνητε, Ιησούν ή γεννήσασα Κύριον, αυτόν καθικέτευε τού λυτρωθήναι κολάσεως πάντας τούς υμνούντάς σε καί Θεοτόκον κυρίως ονομάζοντας.



Ωδή ε΄. Ο φωτισμός τών έν σκότει.

Σύ φωτισμός, Ιησού μου, νοός μου, σύ σωτηρία της απεγνωσμένης ψυχής μου, Σώτερ, σύ, Ιησού μου, της κολάσεως ρύσαι καί γεέννης εμέ κραυγάζοντα, Σώσον, Ιησού μου Χριστέ με τόν άθλιον.

Ολοσχερώς, Ιησού μου, πρός πάθη της ατιμίας καταβεβλημένος, ήδη κραυγάζω, Σύ, Ιησού μου, βοηθείας μοι χείρα καταπέμψας έκσπασον κράζοντα, Σώσον, Ιησού μου Χριστέ με τον άθλιον.

Βέβηλον νούν, Ιησού, περιφέρων αναβοώ σοι, Κάθαρον τού ρύπου με τών πταισμάτων καί λύτρωσαί με τόν είς βάθη κακίας έξ αγνωσίας κατολισθήσαντα, Σώτερ Ιησού μου, καί σώσον με δέομαι.


Θεοτοκίον.
Τόν Ιησούν ή γεννήσασα, Κόρη Θεογεννήτορ, τούτον εκδυσώπει σωθήναι πάντας τούς ορθοδόξους, μοναστάς καί μιγάδας, καί γεέννης ρυσθήναι κράζοντας, Πλήν σου προστασίαν βεβαίαν ούκ έγνωμεν.



Ωδή ς΄. Έν αβύσσω πταισμάτων.

Ιησού μου Χριστέ πολυέλεε, εξομολογούμενον δέξαι με, Δέσποτα, ώ Ιησού, καί σώσον με καί φθοράς, Ιησού με, εξάρπασον.

Ιησού μου, ού γέγονεν έτερος άσωτος ουδείς, ώς εγώ ό ταλαίπωρος, ώ Ιησού φιλάνθρωπε, αλλά σύ Ιησού με διάσωσον.

Ιησού μου, καί πόρνην καί άσωτον καί τόν Μανασσήν καί τελώνην νενίκηκα, ώ Ιησού μου, πάθεσι, καί λῃστήν, Ιησού, Νινευΐτας τε.


Θεοτοκίον.
Ιησούν τόν Χριστόν μου κυήσασα, άχραντε Παρθένε, ή μόνη αμόλυντος, μεμολυσμένον όντα με, πρεσβειών σου υσσώπω νύν κάθαρον.


Κοντάκιον.

Ήχος δ΄. Επεφάνης σήμερον.


Ιησού γλυκύτατε, τό φώς τού κόσμου,
της ψυχής μου φώτισον τούς οφθαλμούς, Υιέ Θεού,
τή θεαυγεί σου λαμπρότητι, ίνα υμνώ σε
τό φώς τό ανέσπερον.


Ωδή ζ΄. Εικόνος χρυσής.

Χριστέ Ιησού, ουδείς ήμαρτεν έν γή έκ τού αιώνος, ώ Ιησού μου, ώσπερ ήμαρτον εγώ ό τάλας και άσωτος, όθεν, Ιησού μου, βοώ σοι, Μελωδούντά με οίκτειρον, Ευλογητός εί ό Θεός ό τών πατέρων ημών.

Χριστέ Ιησού, έν τώ φόβω σου, βοώ, καθήλωσόν με, ώ Ιησού μου, καί κυβέρνησον νύν πρός λιμένα τόν εύδιον, όπως, Ιησού μου οικτίρμον, μελωδώ σοι σωζόμενος, Ευλογητός εί ό Θεός ό τών πατέρων ημών.

Χριστέ Ιησού, μυριάκις υπεσχέθην σοι ό τάλας, ώ Ιησού μου, τή
ν μετάνοιαν, άλλ΄ εψευσάμην ό άθλιος, όθεν, Ιησού μου, βοώ σοι, Τήν αναίσθητον μένουσαν ψυχήν μου φώτισον, Χριστέ, ό τών πατέρων Θεός.

Θεοτοκίον.
Χριστόν Ιησούν ή γεννήσασα φρικτώς καί υπέρ φύσιν, αυτόν δυσώπει, παναμώμητε, τά παρά φύσιν μου πταίσματα πάντα συγχωρήσαί μοι, Κόρη, ίνα κράζω σωζόμενος, Ευλογημένη ή Θεόν σαρκί κυήσασα.



Ωδή η΄. Τόν έν καμίνω του πυρός.

Σε, Ιησού μου, δυσωπώ, ώς τήν πόρνην, Ιησού μου, ελυτρώσω τών πολλών εγκλημάτων, ούτω καμέ, Ιησού Χριστέ μου, λύτρωσαι καί κάθαρον τήν ρερυπωμένην ψυχήν μου, Ιησού μου.

Καθυποκύψας, Ιησού, ταίς αλόγοις ηδοναίς άλογος ώφθην καί τοίς κτήνεσιν όντως, ώ Ιησού μου, οικτρώς ό τάλας, Σώτερ, αφωμοίωμαι, όθεν Ιησού με της αλογίας ρύσαι.

Περιπεσών, ώ Ιησού, φυχοφθόροις έν λῃσταίς απεγυμνώθην τήν στολήν, Ιησού μου, τήν θεοΰφαντον νύν, καί κείμαι μώλωψι κατάστικτος, έλαιον, Χριστέ μου, επίχεε καί οίνον.

Θεοτοκίον. 

Τόν Ιησούν μου καί Θεόν ή βαστάσασα Χριστόν ανερμηνεύτως, Θεοτόκε Μαρία, τούτον δυσώπει αεί κινδύνων σώζεσθαι τούς δούλους σου καί τούς υμνητάς σου, απείρανδρε Παρθένε.



Ωδή θ΄. Τόν έκ Θεού Θεόν Λόγον.

Τόν Μανασσήν, Ιησού μου, τόν τελώνην, τήν πόρνην, τόν άσωτον, οικτίρμον Ιησού, καί τόν λῃστήν υπερβέβηκα, Ιησού μου, έν έργοις αισχίστοις καί ατόποις, Ιησού, αλλά σύ, Ιησού μου, προφθάσας με διάσωσον.

Τούς έξ Αδάμ, Ιησού μου, αμαρτήσαντας πάντας, πρό νόμου καί έν νόμῳ, Ιησού, καί μετά νόμον ό άθλιος, Ιησού μου, καί χάριν, νενίκηκα τοίς πάθεσιν οικτρώς, αλλά σύ, Ιησού μου, τοίς κρίμασί σου σώσον με.

Μή χωρισθώ, Ιησού μου, της αφράστου σου δόξης, μή τύχω της μερίδος, Ιησού, της ευωνύμου, γλυκύτατε Ιησού, αλλά σύ με τοίς δεξιοίς προβάτοις σου, Χριστέ Ιησού μου, συντάξας, ανάπαυσον ώς εύσπλαγχνος.

Θεοτοκίον.
Τόν Ιησούν, Θεοτόκε, όν εβάστασας μόνη, απείρανδρε Παρθένε Μαριάμ, τούτον, αγνή, εξιλέωσαι, ώς Υιόν σου καί Κτίστην, ρυσθήναι τούς προστρέχοντας είς σέ πειρασμών καί κινδύνων καί τού πυρός τού μέλλοντος.



Στιχηρά προσόμοια. Τού αυτού.

Ήχος πλ. δ΄. Όλην αποθέμενοι.


Ιησού γλυκύτατε, ψυχής εμής θυμηδία, Ιησού, ή κάθαρσις τού νοός μου, Δέσποτα πολυέλεε, Ιησού, σώσον με, Ιησού σωτήρ μου, Ιησού μου παντοδύναμε, μή καταλίπης με, Σώτερ Ιησού με ελέησον καί λύτρωσαι κολάσεως πάσης, Ιησού, καί αξίωσον της τών σῳζομένων μερίδος, Ιησού, καί τώ χορώ τών εκλεκτών σού με σύνταξον, Ιησού φιλάνθρωπε.

Ιησού γλυκύτατε, τών αποστόλων ή δόξα, Ιησού μου, καύχημα τών μαρτύρων, Δέσποτα παντοδύναμε Ιησού, σώσον με, Ιησού σωτήρ μου, Ιησού μου ωραιότατε, τόν σοί προστρέχοντα, Σώτερ Ιησού με ελέησον, πρεσβείαις της τεκούσης σε, πάντων, Ιησού, τών αγίων σου, προφητών τε πάντων, σωτήρ μου Ιησού, καί της τρυφής τού παραδείσου αξίωσον, Ιησού φιλάνθρωπε.

Δόξα.
Ιησού γλυκύτατε, τών μοναζόντων τό κλέος, Ιησού μακρόθυμε, ασκητών εντρύφημα καί καλλώπισμα, Ιησού, σώσον με, Ιησού σωτήρ μου, Ιησού μου υπεράγαθε, χειρός εξάρπασον, Σώτερ Ιησού μου, τού δράκοντος, καί τούτου τών παγίδων νύν, Σώτερ Ιησού, ελευθέρωσον, λάκκου κατωτάτου, σωτήρ μου Ιησού, αναγαγών, καί δεξιοίς συναρίθμησον, Ιησού, προβάτοις με.
Καί νύν. Θεοτοκίον.
Μή καταπιστεύσης με ανθρωπίνη προστασία, Παναγία Δέσποινα, αλλά δέξαι δέησιν τού ικέτου σου, θλίψις γάρ έχει με, φέρειν ού δύναμαι τών δαιμόνων τά τοξεύματα, σκέπην ού κέκτημαι, ουδέ πού προσφύγω ό άθλιος πάντοθεν πολεμούμενος, καί παραμυθίαν ούκ έχω πλήν σου. Δέσποινα τού κόσμου, ελπίς καί προστασία τών πιστών, μή μου παρίδης τήν δέησιν, το συμφέρον ποίησον.


Ευχή είς τόν Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν.


Δέσποτα Χριστέ ό Θεός, ό τοίς πάθεσί σου τά πάθη μου θεραπεύσας

καί τοίς τραύμασί σου τά τραύματά μου ιατρεύσας,

χάρισαί μοι τω πολλά σοι πταίσαντι δάκρυα κατανύξεως,

συγκέρασόν μου τό σώμα από οσμής τού ζωοποιού Σώματός σου,

καί γλύκανόν μου τήν ψυχήν τώ σώ τιμίω Αίματι από τής πικρίας,

ήν με ό αντίδικος επότισεν.

Ύψωσον τόν νούν μου πρός σέ, κάτω ελκυσθέντα,

καί ανάγαγέ με από του χάσματος της απωλείας,

ότι ούκ έχω μετάνοιαν,

ούκ έχω κατάνυξιν,

ούκ έχω δάκρυον παρακλητικόν,

τά επανάγοντα τά τέκνα πρός τήν ιδίαν κληρονομίαν.

Εσκότισμαι τόν νούν έν τοίς βιωτικοίς πάθεσι

καί ούκ ισχύω ατενίσαι πρός σέ έν οδύνη,

ού δύναμαι θερμανθήναι τοίς δάκρυσι τής πρός σε αγάπης.

Αλλά, Δέσποτα Κύριε, Ιησού Χριστέ, ο θησαυρός των αγαθών,

δώρησαί μοι μετάνοιαν ολόκληρον

καί καρδίαν επίπονον είς αναζήτησίν σου,

χάρισαί μοι τήν χάριν σου

καί ανακαίνισον εν εμοί τάς μορφάς τής σής εικόνος.

Κατέλιπόν σε, μή με εγκαταλίπης,

έξελθε είς αναζήτησίν μου,

επανάγαγέ με πρός τήν νομήν σου,

συναρίθμησόν με τοίς προβάτοις της εκλεκτής σου ποίμνης

καί διάθρεψόν με σύν αυτοίς έκ της χλόης των θείων σου μυστηρίων,

πρεσβείαις της πανάγνου Μητρός σου καί πάντων των αγίων σου.


Α μ ή ν.

Εάν θέλεις να αποκτήσεις δόξα...


18408_201526203306060_1097074060_n.jpg

Εάν θέλεις να αποκτήσεις δόξα, να αποφεύγεις την δόξα· Εάν όμως επιδιώκεις την δόξα, θα την χάσεις.

Πες μου, ποιους θαυμάζουμε; όχι αυτούς που την περιφρονούν;

Λοιπόν, αυτοί είναι που δοξάζονται. Διότι, όπως πλούσιος είναι εκείνος που δεν έχει ανάγκη από πολλά αλλά από τίποτε, έτσι ένδοξος είναι όχι όποιος αγαπά την δόξα αλλά αυτός που την περιφρονεί.

Διότι ίσκιος δόξης είναι αυτή η δόξα.


Aγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου
Εις την Β' προς Κορινθίους, Λόγος ΚΘ, §6, PG 61,603)

Δευτέρα 28 Απριλίου 2014

Ἔτσι θά γίνουμε ἀγαπητοί καί στούς ἀνθρώπους καί στό Θεό...

“Γιατί τίποτε δέν ὑπάρχει πιό κόσμιο ἀπό τήν καλή συμπεριφορά, τίποτε πιό εὐχάριστο καί πιό γλυκό ἀπό τήν καλωσύνη, τήν πραότητα καί τήν ὑπακοή. Ἕνας τέτοιος ἄνθρωπος εἶναι ὠφέλιμος. Καί αὐτοί πού εἶναι τέτοιοι οὔτε τή δουλεία ντρέπονται, οὔτε τόν φτωχό ἀποφεύγουν, οὔτε τόν ἄρρωστο καί στενοχωρημένο, γιατί ὅλα τά ἐξουσιάζει ἡ ἀρετή καί ὅλα τά νικάει... Αὐτά λοιπόν ἄς ἀσκοῦμε καί οἱ δοῦλοι καί οἱ ἐλεύθεροι, καί οἱ γυναῖκες καί οἱ ἄνδρες. Ἔτσι θά γίνουμε ἀγαπητοί καί στούς ἀνθρώπους καί στό Θεό, καί στούς ἀνθρώπους ὄχι μόνο στούς καλούς ἀλλά καί στούς κακούς, καί πρό πάντων σ’ ἀυτούς, γιατί αὐτοί τιμοῦν καί σέβονται πιό πολύ. Γιατί ὅπως οἱ ἀρχόμενοι τρέμουν τούς ἐπιεικεῖς, ἔτσι καί τούς ἐναρέτους οἱ ἀκόλαστοι, γιατί γνωρίζουν τί ἔχουν χάσει”.
“Σέ κακολόγησε κάποιος; Ἐσύ ἀγάπησέ τον. Καί πῶς εἶναι δυνατον; Εἶναι δυνατό, καί πάρα πολύ δυνατό, ἐάν θέλεις. Ἐάν τόν ἀγαπήσεις ὅταν λέγει καλά λόγια γιά σένα, δέν ὑπάρχει πιά χάρη σέ σένα, γιατί αὐτό τό ἔκαμες ὄχι γιά τόν Κύριο, ἀλλά γιά τήν καλή σου φήμη.
 Σέ ἔβλαψε κάποιος; Εὐεργέτησέ τον, ἄν ὠφελήσεις κάποιον πού σέ ὠφέλησε, δέν ἔχεις κάμει τίποτε σπουδαῖο.
 Ἀδικήθηκες καί ζημιώθηκεες σέ πολύ μεγάλο βαθμό, φρόντισε τά ἀντίθετα νά ἀνταποδώσεις. Ναί, σᾶς παρακαλῶ, ἔτσι νά διευθετοῦμε τά ὅσα ἔχουν σχέση μέ μᾶς. Ἄς παύσουμε νά ἀδικοῦμε καί νά μισοῦμε τούς ἐχθρούς. Αὐτός προτρέπει νά ἀγαποῦμε τούς ἔχθρούς, ἐμεῖς ὅμως καταδιώκουμε καί αὐτόν πού τούς ἀγαπάει. Μή γένοιτο, λέγει. Τά λόγια αὐτά ὅλοι τά λέμε, μέ τά ἔργα ὅμως δέν τό κάμνουμε ὅλοι. Τόσος εἶναι ὁ σκοτισμός τῆς ἁμαρτίας, ὥστε μ’ αὐτά πού δέν μποροῦμε νά ὑποφέρουμε μέ λόγια, αὐτά τά ὑποφέρουμε στήν πράξη”.
“Τήν εὐγένεια συνήθως δέν τήν κάνει ἡ λάμψη τοῦ πλούτου οὔτε ἡ ἀφθονία τῶν χρημάτων, ἀλλά ἡ εὐγένεια τῶν τρόπων, ἐνῶ ἀντίθετα ἐκεῖνοι πού στεροῦνται αὐτήν καί ὑπερηφανεύονται ἀπό τή δόξα τῶν γονέων τους, στολίζονται μόνο μέ τό ἁπλό ὄνομα τῆς εὐγένειας καί ὄχι μέ τήν οὐσία τοῦ πράγματος, ἤ καλύτερα τό ἴδιο αὐτό τό ὄνομα ἀποκαλύπτεται πολλές φορές χωρίς σημασία ἄν κανείς ἀνατρέξει στούς παλαιότερους προγόνους αὐτῶν τῶν εὐγενῶν... Ὁ Παῦλος ζητοῦσε τήν εὐγένεια τῆς ψυχῆς καί δίδασκε τούς ἄλλους αὐτήν νά θαυμάζουν. Δέν εἶναι λοιπόν μικρό αὐτό πού τώρα κερδίζουμε ἀπό δῶ, δηλαδή τό νά μήν ντρεπόμαστε γιά κανένα ἀπό τούς ἀσήμαντους, τό νά ἐπιζητοῦμε τήν ἀρετή τῆς ψυχῆς, τό νά θεωροῦμε περιττά καί ἀνώφελα ὅλα τά πράγματα πού μᾶς περιβάλλουν.”
“Νά εἶσαι φίλος μέ ὅλους, νά εἶσαι ἐπιεικής, νά ἀγαπιέσαι ἀπό ὅλους, νά μή φιλονικεῖς μέ κανένα ἄδικα καί μάταια, τίμα τόν πατέρα σου, τίμα τή μητέρα σου, ἀπολάμβανε ἀγαθή φήμη, γίνε ὄχι ἄνθρωπος, ἀλλά ἄγγελος, μή πεῖς τίποτε τό ἀδιάντροπο, τίποτε τό ψεύτικο, ἀλλά οὔτε καί νά τό σκεφθεῖς, βοήθα ἐκείνους πού ἔχουν ἀνάγκη, νά μήν ἔχεις ἁρπαγμένα πράγματα, νά μήν εἶσαι ὑβριστής, οὔτε θρασύς καί κανένας δέν ἀκούει... Μέχρι πότε θά σπρώχνουμε τούς ἑαυτούς μας στούς γκρεμούς; Μέχρι πότε θά βαδίζουμε στά ἀγκάθια; Μέχρι πότε θά πληγώνουμε τούς ἑαυτούς μας μέ καρφιά καί θά ὁμολογοῦμε καί χάρη;
Ἄς ἀφυπνισθοῦμε κάποτε, ἄς μετατρέψουμε τούς ἑαυτούς μας, ἄς τούς συγκροτήσουμε, ἄς ἀγαπήσουμε τό Θεό ὅπως πρέπει, γιά νά ἀξιωθοῦμε τά ἀγαθά πού ὑποσχέθηκε σέ ἐκείνους πού τόν ἀγαποῦν, μέ τή χάρη καί φιλανθρωπία τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ”.
“Οἰκοδομεῖτε ὁ ἕνας τόν ἄλλον” (Α΄ Θεσ. ε΄ 11). Οὔτε βεβαίως θέλει ὁ Θεός νά βοηθεῖ ὁ χριστιανός μόνον τόν ἑαυτό του, ἀλλά νά οἰκοδομεῖ καί ἄλλους ὄχι μόνο μέ τή διδασκαλία, ἀλλά καί μέ τή συμπεριφορά του, διότι τίποτε δέν φέρει τόσον πρός τό δρόμο τῆς ἀληθείας, ὅσον ἡ συνέπεια τῆς συμπεριφορᾶς, οὔτε βεβαίως προσέχουν τόσον εἰς τά λόγια μας, ὅσον εἰς τά ἔργα μας... Καί ὁ Χριστός ἐμακάρισε αὐτούς λέγων “εἶναι μακάριος ἐκεῖνος πού θά ἐκτελέσει τάς ἐντολάς καί θά διδάξει” (Ματθ. ε΄ 19). Πρόσεξε ότι πρῶτα ἔθεσε τήν πράξιν και μετά τήν διδασκαλίαν. Διότι ὅταν προηγεῖται ἡ πρᾶξις, καί ἄν ἀκόμη δέν ἀκολουθεῖ ἡ διδασκαλία, εἶναι ἀρκετόν νά διδάξουν τά ἔργα λαμπρότερα ἀπό τήν φωνήν ἐκείνους πού μᾶς παρακολουθοῦν. Αὐτό λοιπόν ἄς ἐπιζητοῦμεν, παντοῦ νά διδάσκωμεν πρῶτα μέ τά ἔργα μας καί ὕστερα μέ τά λόγια, διά νά μήν ἀκούσωμεν καί ἡμεῖς ἀπό τόν Παῦλον, “Σύ πού διδάσκεις ἄλλον, τόν ἑαυτό σου δέν διδάσκεις;” (Ρωμ. β΄ 21). Καί ὅταν θέλωμεν νά συμβουλεύσωμεν κάποιον, διά νά ἐπιτύχει κάτι ἀναγκαῖον, προηγουμένως ἄς προσπαθοῦμεν νά ἐπιτύχωμεν ἡμεῖς αὐτό, ὥστε νά διδάσκωμεν μέ μεγαλυτέραν παρρησίαν καί κάθε μας μέριμνα ἄς ἀποβλέπει εἰς τήν σωτηρίαν τῆς ψυχῆς καί ἀφοῦ ἠμπορέσωμεν νά χαλιναγωγήσωμεν τάς σαρκικάς ὁρμάς, νά ἐπιδείξωμεν τήν ἀληθινή νηστεία, ἐννοῶ βεβαίως τήν ἀποχή ἀπό τά κακά, διότι αὐτό εἶναι νηστεία. Διότι καί ἡ ἀποχή ἀπό τά φαγητά διά τοῦτο ἔχει ὁρισθεῖ, διά νά χαλιναγωγήσει τήν δύναμη τῆς σάρκας καί νά καταστήσει εὐπειθῆ τόν ἵππον τῶν ἐπιθυμιῶν μας. Ἐκεῖνος πού νηστεύει πρέπει περισσότερο ἀπό ὅλους νά χαλιναγωγεῖ τόν θυμόν, νά διδάσκει τήν ἐπιείκειαν καί τήν πραότητα, νά ἔχει συντετριμμένη τήν καρδίαν, νά ἀπομακρύνει τάς σκέψεις τῶν νοητῶν ἐπιθυμιῶν, ἔχων ὑπ’ ὄψιν του τόν ἄγρυπνον ἐκεῖνον ὀφθαλμόν καί τό ἀδέκαστον δικαστήριον, πρέπει νά γίνεται ἀνώτερος ἀπό τά χρήματα, νά ἐπιδεικνύει μέ μεγάλη γενναιοδωρία τήν ἐλεημοσύνη καί νά ἐκδιώκει ἀπό τήν ψυχή του κάθε κακία πρός τόν πλησίον.”



ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ελάτη



Ιερά Μονή Δοχειαρίου


Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου



Ιερά Μονή Οσίου Δαβίδ



Καρούλια. Αγιο Ορος



Προυσιώτισσα

Αγιο Ορος Ι.Μ Διονυσίου

Ψήγματα Ορθοδοξίας