Ιησούς Σινά

Τι πλέον θέλεις;

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα τελώνια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα τελώνια. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 11 Ιουλίου 2014

Γιατί είμαι έτοιμος να πάθω και πάλι και πολλές φορές ακόμα για τη σωτηρία των ανθρώπων!







Βρέθηκα κάποτε στην Κρήτη- γράφει ο άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης - όπου με φιλοξένησε ο ιερός Κάρπος. άνθρωπος περισσότερο από κάθε άλλον ικανός στην θεοπτία, για την πολλή καθαρότητα του νου του. Δεν τολμούσε μάλιστα να τελέσει τα ιερά μυστήρια, αν προηγουμένως, κατά τις προκαταρτικές ευχές, δεν του παρουσιαζόταν κάποια ιερή κι ευνοϊκή όραση.

Έλεγε λοιπόν ο Κάρπος, πως κάποτε τον είχε λυπήσει ένας άπιστος. Και αιτία της λύπης ήταν ότι ο άπιστος χώρισε απο την Εκκλησία κι έσυρε στην αθεΐα ένα χριστιανό, όταν ακόμα τελούνταν οι ιλάριες ημέρες του δηλαδή η εβδομάδα που μόλις είχε βαπτισθή.

Σ' αυτή την περίπτωση ο Κάρπος όφειλε να προσευχηθεί με αγαθότητα και για τους δύο, και παίρνοντας έτσι βοηθό το Σωτήρα Θεό, τον ένα να επαναφέρει στην Εκκλησία και τον άλλο να κερδίσει με την καλοσύνη του, μη σταματώντας να τον νουθετεί σ' όλη του τη ζωή. Μ' αυτό τον τρόπο θα μπορούσε να τους οδηγήσει στη γνώση του αληθινού Θεού.

Αυτός όμως, δεν ξέρω πως, έπαθε κάτι που δεν είχε ξαναπάθει. Άφησε δηλαδή να γλιστρήσει μέσα στην ψυχή του μεγάλη αγανάκτηση και πικρία, κι έπεσε να κοιμηθεί- μια και ήταν βράδυ- βρισκόμενος σ' αυτή την άσχημη ψυχική κατάσταση.

Γύρω στα μεσάνυχτα σηκώθηκε- γιατί συνήθιζε να ξυπνάει μόνος του αυτή την ώρα, για να ψέλνει τους ιερούς ύμνους. Καθώς όμως στεκόταν στην προσευχή, ένιωθε εμπαθή λύπη και στεναχώρια, κι έλεγε πως δεν είναι δίκαιο να ζούν ανθρώποι άθεοι, που διαστρέφουν τους ίσιους δρόμους του Κυρίου. Και λέγοντας αυτά, παρακαλούσε τον Θεό να ρίξει κεραυνό και να δώσει μεμιάς τέλος στη ζωή και των δύο απίστων.

Δεν τελείωσε τα λόγια του, και του φάνηκε, λέει, πως είδε ξαφνικά το σπίτι, όπου βρισκόταν, να σείεται πρώτα, κι έπειτα να χωρίζεται στα δυό, από την οροφή μέχρι τα θεμέλια, ενώ μια υπέρλαμπρη πύρινη φλόγα κατέβαινε από τον ουρανό μέχρι τον ίδιο. Ο τόπος του φαινόταν τώρα πια σαν υπαίθριος. Το ουράνιο στερέωμα ήταν ανοικτό και πάνω του καθόταν ο Ιησούς, ενώ απειράριθμοι ανθρωπόμορφοι άγγελοι παράστεκαν δίπλα Του. Κοιτάζοντας ο Κάρπος προς τα πάνω, έβλεπε όλα αυτά και θαύμαζε.

Όταν όμως έσκυψε και προς τα κάτω, είδε, λέει, και το έδαφος σκισμένο σ' ένα απύθμενο και σκοτεινό χάσμα. Είδε κι εκείνους τους ανθρώπους που καταριόταν, να στέκονται μπροστά του, στο άνοιγμα του χάσματος, τρομοκρατημένοι, ελεεινοί, έτοιμοι να γκρεμιστούν από στιγμή σε στιγμή, γιατί έτρεμαν τα πόδια τους. Κάτω από το χάσμα έβγαιναν φίδια, που σέρνονταν μέχρι τα πόδια τους, άλλοτε πασχίζοντας να τους παρασύρουν, κουλουριάζοντας τα σώματα και πιέζοντας και τραβώντας τους, και άλλοτε ερεθίζοντας και γαργαλίζοντας με τα δόντια και τις ουρές. Με λίγα λόγια, με κάθε τρόπο τα φίδια προσπαθούσαν να τους ρίξουν μέσα στο χάος. Είδε ακόμη ανάμεσα στα φίδια μερικούς αγριανθρώπους, που ορμούσαν μαζί μ' αυτά εναντίον των δύο δυστυχισμένων, ταρακουνώντας και σπρώχνοντας και χτυπώντας τους. Και φαίνονταν έτοιμοι να πέσουν και οι δυό- ζητώντας το από τη μιά, αλλά αλλάζοντας γνώμη από την άλλη. Εξαναγκάζονταν σ' αυτό από το κακό, αλλά και πείθονταν, θαρρείς, σιγά σιγά.

Ο Κάρπος ευχαριστιόταν, καθώς έλεγε, να βλέπει ότι γινόταν κάτω, κι έτσι αδιαφορούσε για τα πάνω. Ανυπομονούσε να πέσουν, και στεναχωριόταν που δεν είχαν πέσει ακόμα! Πολλές φορές μάλιστα προσπάθησε κι αυτός να τους ρίξει, μα δεν τα κατάφερε, και γι' αυτό αγανάκτησε κι άρχισε τις κατάρες.

Όταν τελικά σήκωσε το βλέμμα ψηλά, είδε πάλι τον ουρανό, όπως ακριβώς τον είχε δεί και πρίν. Είδε και τον Ιησού, γεμάτο έλεος για τα γινόμενα, να κατεβαίνει μέχρι τους δυό ανθρώπους και να τους προσφέρει το πανάγαθο χέρι Του σε βοήθεια. Έτρεξαν και οι άγγελοι να βοηθήσουν.

Άπλωσε τότε ο Ιησούς το άλλο χέρι Του και είπε στον Κάρπο:
- Χτύπα εμένα, λοιπόν! Γιατί είμαι έτοιμος να πάθω και πάλι και πολλές φορές ακόμα για τη σωτηρία των ανθρώπων! Και θα το κάνω με χαρά, αν πρόκειται να μην αμαρτήσουν άλλοι. Πρόσεχε όμως, μην τυχόν την παραμονή σου μαζί με το Θεό και τους αγαθούς και φιλανθρώπους αγγέλους την ανταλλάξεις δίκαια με την παραμονή μέσα στο χάσμα, μαζί με τα φίδια!

 Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης