Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός μετά την λαμπροφόρο Ανάστασή Του από τους νεκρούς, δεν εγκατέλειψε αμέσως τον κόσμο, αλλά συνέχισε για σαράντα ημέρες να εμφανίζεται στους μαθητές Του
(Πράξ.1,3). Αυτές οι μεταναστάσιμες εμφανίσεις Του προς αυτούς είχαν
πολύ μεγάλη σημασία. Έπρεπε οι πρώην δύσπιστοι και φοβισμένοι μαθητές να βιώσουν το γεγονός της Αναστάσεως του Διδασκάλου τους και να αποβάλλουν κάθε δισταγμό και ψήγμα απιστίας για Εκείνον.
Την τεσσαρακοστή
λοιπόν ημέρα, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο του Λουκά, ο Κύριος τους μαθητές
του «εξήγαγε έξω έως τη Βηθανία», στο όρος των Έλαιών όπου συνήθως
προσηύχετο. «Και αφού σήκωσε τα χέρια του, τους ευλόγησε». (Λουκά 24,50)
και «ευλογώντας τους, εχωρίσθηκε απ' αυτούς και εφέρετο πρός τα πάνω, στον ουρανό»
μέχρι που τον έχασαν από τα μάτια τους. Και μετά αφού Τον προσκύνησαν
επέστρεψαν στην Ιερουσαλήμ με χαρά μεγάλη και έμεναν συνεχώς στο ναό
υμνολογώντας και δοξολογώντας το Θεό.
Ο ευαγγελιστής
Μάρκος, περιγράφοντας πιο λακωνικά το θαυμαστό και συνάμα συγκινητικό
γεγονός, αναφέρει πως μετά από την ρητή αποστολή των μαθητών σε ολόκληρο
τον κόσμο κηρύττοντας και βαπτίζοντας τα έθνη, «ανελήφθη εις τον ουρανόν και εκάθισεν εκ δεξιών του Θεού.
Εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού, του Κυρίου συνεργούντος και
τον λόγον βεβαιούντος δια των επακολουθούντων σημείων» (Μαρκ.16,19-20).
Αυτή η ευλογία είναι πια η αρχή της Πεντηκοστής.
Ο Κύριος ανέρχεται για να μας στείλει το παράκλητο Πνεύμα, όπως λέγει
το τροπάριο της εορτής: «Ανυψώθηκες στη δόξα, Χριστέ Θεέ μας, αφού
χαροποίησες τους μαθητές σου με την επαγγελία του Αγίου Πνεύματος και
βεβαιώθηκαν από την ευλογία σου».
Η Ανάληψη του
Κυρίου μας Ιησού Χριστού αποτελεί αναμφίβολα το θριαμβευτικό πέρας της
επί γης παρουσίας Του και του απολυτρωτικού έργου Του. «Ανελήφθη εν δόξη» για να επιβεβαιώσει την θεία ιδιότητά Του στους παριστάμενους μαθητές Του.
Για να τους στηρίξει περισσότερο στον τιτάνιο πραγματικά αγώνα, που
Εκείνος τους ανάθεσε, δηλαδή τη συνέχιση του σωτηριώδους έργου Του για
το ανθρώπινο γένος.
Ο Κύριος Ιησούς Χριστός ανήλθε στους ουρανούς, αλλά δεν εγκατέλειψε το ανθρώπινο γένος,
για το οποίο έχυσε το τίμιο Αίμα Του. Μπορεί να κάθισε στα δεξιά του
Θεού στους ένδοξους ουρανούς, όμως η παρουσία Του εκτείνεται ως τη γη
και ως τα έσχατα της δημιουργίας. Άφησε στη γη την Εκκλησία Του,
η οποία είναι το ίδιο το αναστημένο, αφθαρτοποιημένο και θεωμένο σώμα
Του, για να είναι το μέσον της σωτηρίας όλων των ανθρωπίνων προσώπων,
που θέλουν να σωθούν. Νοητή ψυχή του σώματός Του είναι ο Θεός
Παράκλητος, «το Πνεύμα της αλήθείας» (Ιωάν. 15,26), ο Οποίος επεδήμησε
κατά την αγία ημέρα της Πεντηκοστής σε αυτό, για να παραμείνει ως τη
συντέλεια του κόσμου.
Εάν
λοιπόν ο Θεός υπερύψωσε το Χριστό του για το λόγο ότι ταπεινώθηκε, ότι
ατιμάσθηκε, ότι πειράσθηκε, ότι υπέμεινε επονείδιστο σταυρό και θάνατο
για χάρη μας, πως θα σώσει και θα δοξάσει και θα ανυψώσει εμάς, αν δεν
επιλέξωμε τη ταπείνωση, αν δεν δείξουμε τη προς τους ομοφύλους αγάπη, αν
δεν ανακτήσωμε τις ψυχές μας δια της υπομονής των πειρασμών, αν δεν
ακολουθούμε δια της στενής πύλης και οδού, που οδηγεί στην αιώνια ζωή,
τον σωτηρίως καθοδηγήσαντα σ' αυτήν; «διότι, και ο Χριστός έπαθε για
μας, αφήνοντάς μας υπογραμμό (παράδειγμα), για να παρακολουθήσουμε τα
ίχνη του». (Α' Πέτρ. 2:21).
Η
ενυπόστατος Σοφία του υψίστου Πατρός, ο προαιώνιος Λόγος, που από
φιλανθρωπία ενώθηκε μ' εμάς και μας συναναστράφηκε, ανέδειξε τώρα
εμπράκτως μια εορτή πολύ ανώτερη και από αυτή την υπεροχή.
Γιατί
τώρα γιορτάζουμε τη διάβαση, της σ' αυτόν ευρισκομένης φύσεώς μας, όχι
από τα υπόγεια προς την επιφάνεια της γης, αλλά από τη γη προς τον
ουρανό του ουρανού και προς τον πέρα από αυτόν θρόνο του δεσπότη των
πάντων.
Απολυτίκιον της Αναλήψεως
Ήχος δ'.
Ήχος δ'.
Ανελήφθης εν δόξη, Χριστέ ο Θεός ημών, χαροποιήσας τους Μαθητάς, τη επαγγελία του Αγίου Πνεύματος, βεβαιωθέντων αυτών δια της ευλογίας, ότι συ ει ο Υιός του Θεού, ο λυτρωτής του κόσμου.