φενεος

Ιησούς Σινά

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ψηγματα all

Πέμπτη 2 Ιανουαρίου 2020

Συνάντηση Αγίων σ' ένα Νοσοκομείο της Βιέννης. Θαύμα Αγίου Νεκταρίου


Μάϊος του 2003 και η Διακαινίσιμη περίοδος ήταν στο τέλος της. Με συντροφιά άλλους τρεις Χριστιανούς, ξεκινήσαμε πολύ πρωί- αξημέρωτα ακόμα- για ένα προσκύνημα, στην Ι. Μ. της Παναγίας της Γαυριώτισσας.
Η Παρέα μας, γνωστός Ηγούμενος Μεγάλης Αγιορείτικης Μονής, ένας Ιερομόναχος και ένας ακόμα λαϊκός.

Είχα καιρό την επιθυμία να κάνω εκείνο το προσκύνημα και να δώ από κοντά, τον ονομαστό επιστήθιο φίλο του Αγίου Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτη, τον Άγιο Γέροντα π. Αμβρόσιο Λάζαρη.

Παρακλήθηκα, περασμένες 12 την προηγούμενη το βράδυ, να κάνω τον οδηγό της συνοδείας, γιατί «κάτι έτυχε στον προγραμματισμένο οδηγό» της παρέας…. Η χάρη της Παναγίας με κάλεσε να ζήσω τα γεγονότα που καταγράφω.

Ο ήλιος που ξεπρόβαλε, μας βρήκε να ανηφορίζουμε με το αυτοκίνητο τις στροφές του Παρνασσού. «Μάγεμα η φύση κι’ όνειρο»[1].

Οι λαμπερές πρωινές ακτίνες του, χρύσιζαν τις δροσοσταλίδες στα φύλλα των δέντρων και των λουλουδιών, δίνοντας τη θέα και την αίσθηση μικρών διαμαντιών, που σκορπίστηκαν απλόχερα.

Ο καθαρός βουνήσιος αέρας και η πρωινή δροσιά παράβγαιναν λές, για το ποιό θα μας πρωτοευχαριστήσει.

Μέσα σε μια Πασχαλιάτικη πρωτόγνωρη χαρά, ανάμεσα στα έλατα, στα πεύκα, τις καρυές, το θυμάρι και τις κουμαριές, το αυτοκίνητό μας, ήταν ο μόνος θόρυβος στη φύση.

Στην μοναξιά και ησυχία που τίποτα άλλο δε διέκοπτε, τριγύρω, εκτός απ’ τα πουλιά που τραγουδούσαν ή φτερούγιζαν αθόρυβα, φθάσαμε, περασμένες εξίμισυ το πρωί, στην είσοδο της Μονής. Στις επτά έπρεπε να αρχίσει η Θ. Λειτουργία.

Στην είσοδο της Μονής, της Παναγίας της Γαυριώτισσας, μας περίμενε μ’ ένα φτυάρι στα χέρια, τακτοποιώντας, έξω από το δρόμο φρεσκοφερμένη κοπριά, για τα φυτά και τα λουλούδια της Μονής, ο πνευματικός της Γέρων Αμβρόσιος Λάζαρης.

Με έκδηλη χαρά μικρού παιδιού χαιρέτησε τους ιερείς και περίμενε και μένα να σταθμεύσω το αυτοκίνητο σε ασφαλές σημείο.

Βγήκα απ’ το αυτοκίνητο και βρέθηκα μπροστά σε ένα γίγαντα ιερωμένο, με ένα πλατύ θεϊκό χαμόγελο και μια τεράστια αγκαλιά.

«Έλα Παναγιώτη λεβέντη και αργήσαμε. Μας περιμένει η Παναγία». Ασπάστηκα το χέρι του και σκέφθηκα ότι, κάποιος του είπε τ’ όνομά μου.

Μπήκαμε στον περίβολο κι’ από το διάδρομο ανάμεσα στις ολάνθιστες, περιποιημένες τριανταφυλλιές, πηγαίναμε προς το καθολικό της Ι. Μονής.

«Θα ψάλλουμε μαζί σήμερα κ. Εισαγγελέα. Πολύ χαρά έχω που ήρθατε» Απορώ εγώ πάλι, αλλά υποθέτω ότι, για την ιδιότητα μου, κάποιος θα του είπε κάτι, αλλά πότε; μεσα στη νύχτα; Πώς τα ξέρει όλα αυτά για μένα. Πρώτη φορά τον συναντώ…. Άλλο οδηγό περίμενε.

Μπήκαμε στο Ναό. Διάβασα τον εξάψαλμο έψαλε ο π. Αμβρόσιος, μαζί του και εγώ σε μια κατανυκτική ανοιξιάτικη ατμόσφαιρα. Μοναδική εμπειρία Θ. λειτουργίας.

Ήμουνα δίπλα σε ένα άνθρωπο του Θεού, σ’ όλη τη διάρκεια της ακολουθίας κι’ έζησα μοναδικές στιγμές. Η συνέχεια μου τόδειξε αδιαμφισβήτητα.

Γίγαντας στο σώμα, στην ψυχή και στην αγιότητα, ο Γέροντας, μας καλοδέχθηκε στο αρχονταρίκι της Μονής, μετά το «δι ευχών της ακολουθίας».

Η Γερόντισσα Παρθενία (αν θυμάμαι σωστά) και οι αδελφές, σέρβιραν καφέ, τσάϊ από τον Παρνασσό, μέλι, ψωμί, τυρί, παξιμάδια και πολύ αγάπη.

Οι συμβουλές του Γέροντα, με κοφτό λόγο, που δεν επέτρεπε αντίρρηση, προσωποποιημένες για τον καθένα μας, έκαναν τους ακροατές του να τον παρακολουθούν με αμείωτο ενδιαφέρον.

Η ώρα πέρασε και οι προσκυνητές αραίωσαν. Μείναμε η παρέα μας ο Γέροντας και δυο τρία πρόσωπα γνωστά του.

Ο Αγιορείτης ηγούμενος, αποσύρθηκε να εξομολογήσει κάποιους που είχε μαζί τους συνεννοηθεί.

Μέχρις ότου ετοιμασθεί η Τράπεζα μας κάλεσε στο απέρριτο κελί του, ύψιστη τιμή για ένα επισκέπτη, και γυρίζοντας σε μένα μου λέει: «Εισαγγελέα το βλέπεις αυτό, δείχνοντάς μου παράλληλα ένα ιδιόμορφο πέτρωμα, όσο ένα μανταρίνι σε μέγεθος, μέσα σ’ ένα μικρό γυάλινο βαζάκι, πάνω στο κομοδίνο. Κούνησα καταφατικά το κεφάλι μου και ο Γέροντας συνέχισε.

«Άκου που λές εισαγγελέα μου. Πρίν καιρό πέρασε, από δώ ένας Ελβετός γιατρός, φίλος του Δεσπότη της Λαμίας του Δαμασκηνού. Ήρθανε μαζί. Εγώ εκείνο τον καιρό υπέφερα, από κάτι πόνους στη μέση και ο Δεσπότης το ήξερε.

Λέει του γιατρού το πρόβλημα και εκείνος, αφού με εξέτασε, είπε ότι πρέπει να χειρουργηθώ άμεσα. Είναι πρόβλημα νεφρού αυτό και η εγχείρηση, θα φρόντιζε αυτός, να γίνει στη Βιέννη, στο καλλίτερο νοσοκομείο. Έκαμα υπακοή στο Δεσπότη και πήγα που λές, στην Ελβετία.

Μπήκα στο νοσοκομείο γίνανε οι εξετάσεις και προγραμματίστηκε η εγχείρηση. Όλοι συμφωνούσαν με τη διάγνωση κι’ έλεγαν ότι είναι σοβαρή εγχείριση…. Μου έλεγαν να μην ανησυχώ και τέτοια.

Εγώ πάλι, μια απορία την είχα, αλλά δεν ανησυχούσα, γιατί είχα ζήσει πολλά θαύματα… ό,τι θέλει ο Θεός. Από την ημέρα που με πήρε άγγελος από μία μπίντα[2] στον Πειραιά, να με πάει να γίνω καλόγερος, στο Άγιο Όρος κι’ όταν έφθασα εκεί, με περίμεναν στην είσοδο του Μοναστηριού οι Σαράντα Μάρτυρες, ολοζώντανοι δεξιά και αριστερά σα φρουρά, για να περάσω[3], μέχρι που με έστειλε ο Γέρων Πορφύριος, να φτιάξω το μοναστήρι Της, μετά τον παπα-Ανυπόμονο[4], και μέχρι τώρα που σου μιλάω, και τι θαύμα δεν είδα. Γι’ αυτό σου είπα δε φοβόμουνα.

«Ἐπίρριψον ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμνάν σου, καὶ αὐτός σε διαθρέψει» [5] δεν λέει;

Την παραμονή της εγχείρισης απόγευμα, κατέβηκα στον κήπο του νοσοκομείου να προσευχηθώ και να περπατήσω. Μεγάλο νοσοκομείο!.

Όπως περιπάταγα, βλέπω που λές, εισαγγελέα μου κι’ ένα άλλο παπά, πολύ- πολύ γνωστό, μέτριο ανάστημα να’ ρχεται προς το μέρος μου, από την αντίθετη μεριά, από άλλη πόρτα του νοσοκομείου. Έφθασε κοντά μου χαιρετηθήκαμε.

Τι κάνεις παπα-Αμβρόσιε, πόσο χαίρομαι που σε βλέπω!!! Πολύ καλά πάτερ μου, αλλά να σκέφτομαι τον κόσμο μας τα λάθη μας τις αμαρτίες μας, πονάω κιόλας, αλλά Δόξα τω Θεώ….

Πιάσαμε πολλή κουβέντα, που λές, αλλά ντρεπόμουνα να τον ρωτήσω τ’ όνομά του που δεν μπορούσα να το θυμηθώ με τίποτα. Μου ήταν όμως πολύ γνωστός, είπαμε για τον Αρχιεπίσκοπο, το Σεραφείμ, για Δεσποτάδες για πολλά….

Τον θαύμασα! Αλλά πώς τον ρωτάς «πώς σε λένε πάτερ;», μεγάλη ντροπή το’ νοιωθα κάτι τέτοιο….

Περπατήσαμε ώρα. Σουρούπωσε και έπρεπε να γυρίσω στο θάλαμο, να περάσουν οι νοσοκόμες, να ετοιμαστώ για την εγχείριση.

Καθώς το σκεφτόμουνα μου λέει: Άντε πάμε μέχρι το θάλαμο Αμβρόσιε και θα φύγω και γώ. Δεν μπορούσα να του φέρω αντίρρηση και παρακαλούσα τη χάρη Της να θυμηθώ το όνομά του….

Μπήκαμε κι’ έκατσε δίπλα μου στο κρεβάτι. Κουβεντιάσαμε ακόμα λίγο και κάποια στιγμή, βάζει το χέρι του στα πλευρά μου και μου λέει: Εδώ θα εγχειρισθείς; Ναι αδερφέ μου του λέω….

Αμέσως ένοιωσα ένα πόνο, όπως με ακούμπησε και έντονη επιθυμία να πάω στην τουαλέτα. Πήγα και «Μέγας εί κύριε και θαυμαστά τα έργα σου»[6]

Με έντονους πόνους, σαν τους πόνους της γέννας λένε είναι τούτοι, έβγαλα αυτή την πέτρα που βλέπεις. Γύρισα εξαντλημένος στο κρεβάτι και λέω στον παπά που ήταν ακόμα εκεί. Πάτερ μου, μου είσαι τόσο γνωστός, μα τόσο γνωστός, αλλά δεν θυμάμαι το όνομά σου.

Συγχώρα με!!! Αλλά πώς σε λένε και πώς βρέθηκες εδώ; Σηκώνεται και τι μου λέει: Μ’ αγαπάς τόσο πολύ κι’ εγώ σ’ αγαπώ και δεν με θυμάσαι Αμβρόσιε;

Άκου να δείς, εδώ βρέθηκα, γιατί πάω όπου θέλω, συκοφαντήθηκα και κατηγορήθηκα έτσι που τα λέγαμε στον κήπο όσο κανένας άλλος και η αμοιβή μου είναι να πηγαίνω όπου θέλω και όποτε θέλω για να βοηθάω τους ανθρώπους…… Είμαι ο Πενταπόλεως ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ!!! κι’ επειδή σ’ αγαπώ, ήρθα και σε χειρούργησα.

Αυτό να το δείξεις αύριο στους γιατρούς, γιατί αυτοί δεν πιστεύουν, είναι ασταύρωτοι και αμύρωτοι. Όταν το δούν και σε εξετάσουν πες τους ότι σε χειρούργησα εγώ. Θα το καταλάβουν. Σ’ αφήνω τώρα και καλή αντάμωση καλή επιστροφή… και βγήκε από το θάλαμο….»

Αυτή που λές εισαγγελέα μου είναι η ιστορία αυτού του μανταρινιού που βλέπεις. Το’ χω εδώ για να μην ξεχάσω ποτέ τη συνάντηση….. Είπαμε κι’ άλλα πολλά, με τον Γέροντα Αμβρόσιο, αλλά γι’ αυτά ίσως κάποια άλλη φορά. Δεν είναι του παρόντος[7].

Σήμερα, στη μνήμη του Αγίου Νεκταρίου, Αγίου της άκρας υπομονής, που έπαθε από τον τότε άθεο εισαγγελέα Αττικοβοιωτίας, που τον επεσκέφθη στο Μοναστήρι του στην Αίγινα και τον έπιασε από το αγιασμένο του ράσο ταρακουνώντας τον, για να του πεί που έχει τα παιδιά που έκανε με τις καλόγριες (!!!), θυμήθηκα το θαύμα του Αγίου, στον γνωστό, διορατικό Γέροντα Αμβρόσιο. Το θυμήθηκα και το κατέγραψα, όπως μου το διηγήθηκε.

Ό, τι έγραψα το έγραψα ως ελάχιστο θυμίαμα στη χάρη του Αγίου του αιώνος. Ευελπιστώ ότι και ο Γέρων Αμβρόσιος θα συμφωνήσει με το είδος και την έκταση του θυμιάματος, από τα ουράνια σκηνώματα.

Έγραψα επίσης ό, τι έγραψα, γιατί ότι ο Άγιος Νεκτάριος κατεκρίθη και κατεδικάσθη αδίκως, τόσο από την κοσμική όσο και από την εκλησιαστική δικαιοσύνη της εποχής του, όσο κανείς άλλος.

Του οφείλουν και οι δύο αυτές και οι λειτουργοί τους, αιώνια συγνώμη. Το προσωπικό μου απολογητικό χρέος, αυτής της οφειλόμενης συγνώμης με οδήγησε στην καταγραφή της συζητήσεως μου, με τον Γέροντα Αμβρόσιο. Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο.
Ο εν εσχάτοις χρόνοις φανείς «αρετής φίλος γνήσιος» ας πρεσβεύει υπέρ της χειμαζομένης Ελλάδος μας «αναβλύζων ιάσεις παντοδαπάς» και ενεργών «πάσιν ιάματα».

Αθήνα 9-11-2016
Μνήμη του εν Αγίοις Πατρός ημών Νεκταρίου Πενταπόλεως του Θαυματουργού.



[1] «Ελεύθεροι Πολιορκημένοι» Δ. Σολωμού

[2] Σιδερένια δέστρα που χρησιμοποιείται για το δέσιμο των παλαμαριών (σχοινιά) του καραβιού στην προβλήτα του λιμανιού.

[3] Εννοεί την Ι.Μ. Ξηροποτάμο, όπου στην μετώπη της εισόδου έχει την εικόνα των Αγίων Τεσσαράκοντα.

[4] Εννοώντας τον Γερμανό Δημάκο που είχε το ψευδώνυμο Ανυπόμονος κατά την περίοδο της Αντίστασης, κατοπινό ηγούμενο της Μονής Αγάθωνος, από το 1950.

[5] Ψαλμ. νδ' 23

[6] Εὐχή Μεγάλου Ἁγιασμοῦ

[7] Τα πρόσωπα που αποτελούσαν την μικρή εκείνη συντροφιά είναι ακόμα στη ζωή και γι’ αυτό δεν αναφέρω ονόματα.



πηγή

Τί είναι ο νεο-παγανισμός κι απο πού προέρχεται.




Πρόκειται για μια κίνηση που έχει λάβει σοβαρές διαστάσεις τα τελευταία 15 με 20 χρόνια. Διάφοροι τύποι ανθρώπων υποστηρίζουν ότι πρέπει «να στραφούμε στις ρίζες μας» και να επαναφέρουμε την «αρχαία εθνική θρησκεία». Συνδέουν την λατρεία των μυθικών θεοτήτων με την εθνική μας ταυτότητα, ενώ χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα του σύγχρονου marketing, υπόσχονται λύσεις σ' όλα τα προβλήματα του ανθρώπου.

Το κίνημα του νεο-παγανισμού δεν είναι ελληνικό, είναι ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ. 
Πίσω από τις ηχηρές προτάσεις του νεο- παγανισμού και γενικότερα της όλης θεωρίας του- η οποία καλεί κάθε έθνος να ξαναλατρέψει τις «παραδοσιακές θεότητες»- πολύ εύκολα διακρίνει κανείς ένα ακόμη καταστροφικό πλοκάμι της «Νέας Εποχής». Τα εθνικά και παραδοσιακά προσχήματα υποθάλπουν την εδραίωση της θεοσοφίας και του αποκρυφισμού, ενώ γίνεται έντονη προσπάθεια να υπονομευτεί πλήρως η χριστιανική θρησκεία (Ορθοδοξία-Καθολικισμός) στο σύνολό της και ασφαλώς και η μουσουλμανική, μιας και θεωρείται παράγωγο της χριστιανικής και της εβραϊκής θρησκείας. το φαιν΄'ομενο αυτό μόνο τυχαίο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί.

Εχει τις ρίζες του στην πολύμορφη σύγχυση που ταλαιπωρεί τον άνθρωπο της εποχής μας, έναν άνθρωπο που μοιάζει χαμένος μέσα στα καθημερινά του αδιέξοδα, το άκρατο κυνήγι του για το χρήμα, που (κατ' αυτόν) θα του εξασφαλίσει μια άνετη ζωή, το άγχος για την επίτευξη αυτών των στόχων, την βουλιμική τάση του για κατανάλωση κάθε είδους προιόντος και υπηρεσίας που θα του αποφέρει ευεξία (επώνυμα ρούχα, παπούτσια, τροφή) και πλήρης αποστροφή απο την αληθινή πνευματική ζωή.
Κι επειδή - κυρίως ο νεοέλληνας - προσπαθεί να βρεί "άλλοθι" στην απόλυτη δυστυχία που τον κυριεύει η άκρατη τάση του να καταναλώνει και να εργάζεται σκληρά για να κερδίζει αυτή την ευκαιρία της κατανάλωσης παντός είδους προιόντων και υπηρεσιών κι επειδή η ίδια η Εκκλησία, εγκλωβισμένη και αυτή στις δικές τις αγκυλώσεις, τον αποτρέπει και τον διώχνει, ο σύγχρονος άνθρωπος γίνεται εύκολο θύμα νέων ιδεών και τάσεων, που του δίνουν το πολυπόθητο άλλοθι να στρέψει τα πυρά του όχι στους πραγματικούς ενόχους της κατάστασής του, αλλά εκεί που οι ίδιοι ένοχοι τον σπρώχνουν. Στην ισωπέδωση δηλαδή των αξιών και των ιδανικών που εκπροσωπεί στην πραγματικότητα η πνευματική άσκηση, δηλαδή η θρησκεία. Και ειδικότερα, η ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ. Η Ελληνική Θρησκεία.

Ο "υποτιθέμενος" σκοπός του νεο-παγανισμού στην Ελλάδα, είναι η αναβίωση της αρχαίας θρησκείας και του αρχαιοελληνικού πολιτισμού, αλλά είναι καθολικό ψέμμα. Όσο και αν διατείνονται οι «αρχαιολάτρες» ότι θέλουν να «αναστήσουν» τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και μαζί την «πατρώα θρησκεία», οι ηγέτες τους ψεύδονται και οι οπαδοί τους τρέφονται με αυταπάτες

Ο αρχαιοελληνικός πολιτισμός και ιδιαίτερα η ειδωλολατρία των προγόνων μας, δεν είχε τίποτε το στατικό και μόνιμο. Άλλος ήταν ο αθηναϊκός πολιτισμός, άλλος ο σπαρτιατικός, άλλος ο ιωνικός, άλλος της Μεγάλης Ελλάδος, άλλος της Μακεδονίας και άλλος της Ηπείρου. Διαφορετική ήταν η βίωση της θρησκείας στην Αθήνα, διαφορετική στην Σπάρτη, διαφορετική στην Ήπειρο, διαφορετική στην Κρήτη, διαφορετική στην Αρκαδία και διαφορετική στη Θράκη. Σημαντικές θεότητες μιας πόλης ήταν άγνωστες σε άλλες. Για ποιά λοιπόν θρησκεία μας μιλάνε οτι θέλουν να ...αναστήσουν;

Όταν λένε «πατρώα θρησκεία», τι εννοούν; Η θρησκεία των Ακαρνάνων ή των Δολόπων ή των Αγραίων, για παράδειγμα, δεν είναι «πατρώα θρησκεία»; Δεν ήταν πρόγονοί μας αυτοί; Η φανατική λατρεία της αιγυπτιακής θεότητας Ίσιδος από τους Έλληνες στα ελληνιστικά και ρωμαϊκά χρόνια δεν είναι και αυτή «πατρώα θρησκεία», αφού υπήρξε για αιώνες κυρίαρχη θρησκεία των προγόνων μας; Ο μιθραϊσμός, η ηλιολατρία του Ιουλιανού και των ομοίων του στα πρώτα βυζαντινά χρόνια δεν ήταν και αυτή «πατρώα θρησκεία»; Ο νεοπλατωνισμός, ο οποίος θέλησε να αναγεννήσει και να μεταλλάξει προς το πνευματικότερο την αρχαιοελληνική θρησκεία δεν υπήρξε επίσης προγονική θρησκεία;

Εδώ είναι όμως το κουμπί συνέλληνες. Οτι στην πραγματικότητα οι νεο-παγανιστές ΔΕΝ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΟΥΝ οτι η αυθεντική "πατρώα" ελληνική θρησκεία ήταν ΜΟΝΟΘΕΙΣΤΙΚΗ! Οι μονοθεΐζοντες αρχαίοι Ελληνες σοφοί και συγγραφείς Ξενοφάνης, Ηράκλειτος, Ευριπίδης, Πρωταγόρας, Πλάτων, Αριστοτέλης είναι τα «μαύρα πρόβατα» για τους νεοπαγανιστές, διότι οι μονοθεϊστικές αντιλήψεις τους θεωρούνται σαφώς αιρετικές, σε σχέση με την ειδωλολατρία που πρεσβεύουν!

Οι "αρχαιολάτρες" αυτοί "κύριοι", αυτοαποκαλούνται "Έλληνες". Μονοπωλούν δηλαδή την εθνική μας ταυτότητα, με υπέρμετρη υποκρισία και έπαρση άκρατου εγωισμού και εγωπάθειας, την οποία επιχειρούν να αποστερήσουν από όλους τους μη παγανιστές. Τους χριστιανούς τους αποκαλούν ειρωνικά "ιουδαιοχριστιανούς", "εβραιογενείς εξουσιαστές" και "παραμυθολόγους του αποσυντεθέντος βυζαντινισμού". Τους προσάπτουν την κατηγορία ότι "οι αντιλήψεις των θρησκευτικών καθεστώτων των Ταλιμπάν, των Μουτζαχεντίν και του Ιράν δεν διαφέρουν από τις χριστιανικές ιδέες" (περ. "Δαυλός", τ. 240/2001).

Επίσης τόσο τους χριστιανούς όσο και όλους τους μονοθεϊστές τους αποκαλούν "γουρούνια" που κυλιούνται "πάνω στους ίδιους βόθρους με τα ίδια πάντοτε κόπρανα" (Διάλογος 16/99,11)! Τους κληρικούς τους αποκαλούν "εβραιόδουλους ρασοφόρους", "προσκυνημένους της Σιών" (περ. "Απολλώνειον Φως" Ιανουάριος - Φεβρουάριος 1998, σελ. 36), "εβραιόδουλους παυλιϊστές" ("Ελευθεροτυπία" 26-10-1986), "στυγερούς πρωτογενίτσαρους ρασοφόρους" (Διιπετές. 13/95,15). Όταν αναφέρονται στον Ιησού Χριστό, τον αποκαλούν "εβραίο ζηλότυπο τιμωρό Ιεχωβά", "βλοσυρό Θεό" , "σχισματικό εβραίο ραβίνο Γιεσουά", "σημιτικής καταγωγής δικτατορίσκο του ουρανού" (Διιπετές. 4/93,6) και ότι αυτός "αποτελεί την πιο τραγική μορφή της ειδωλολατρίας, αφού ως άνθρωπος κατέληξε να λατρευτεί ως θεός". (Ε. Αταβύριος, Μεγαρ. Τύπος 1-10-95)!
Με ανάλογα επίθετα χαρακτηρίζουν τον απόστολο Παύλο και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Τους αποκαλούν "αποστεωμένα καχεκτικά μοντέλα", "εξ ανατολών ύαινες", "άγια ρεμάλια", "μελανειμονούντες" και "κοπρόψυχους" (Μεγαρ. Τύπος 17-9-95 και 8-10-95)! Την Εκκλησία δε αποκαλούν "Γιαχβική θεοκρατία" (περ. Δαυλός, τ. 240/2001) και "αδίστακτη πολιτική και οικονομική συντεχνία" (Ελλ. Φλόγα, 1/94,6). Το πιο αστείο από όλα είναι ότι αποκαλούν τους χριστιανούς, ούτε λίγο ούτε πολύ ...; ειδωλολάτρες, "λειψανολάτρες" και "οπαδούς" του πιο "χονδροειδούς φετιχισμού" (περ. Διιπετές, ιστοσελίδα στο Διαδίκτυο)!!!

Αγνοούν όμως ή κάνουν πως δε ξέρουν (γιατί δεν τους συμφέρει), οτι η αρχαία μας ελληνική θρησκεία συνέλληνες, υπήρξε η βάσις! Η βάσις του Χριστιανισμού, ο οποίος ΕΔΡΑΙΩΣΕ την Αλήθεια και απέδειξε αυτά που οι ιερείς των Ελευσινίων Μυστηρίων προσδοκούσαν. Την Έλευση δηλαδή του Ενός και Μοναδικού Σωτήρα!

Ο Ιησούς Χριστός, δεν ήλθε στη γή για να ...βάλει στον ίσιο δρόμο (όπως ισχυρίζονται κάποιοι) τους...απείθαρχους Εβραίους. Ηλθε, δίδαξε, σταυρώθηκε και αναστήθηκε για να σώσει όλη την Ανθρωπότητα (γι' αυτό άλλωστε και αποκαλείται "Υιός του Ανθρώπου") απο τον αιώνιο θάνατο και τα νύχια του Εωσφόρου ή Αδη! Και εδώ ακριβώς μπαίνει η "πατρώα" ελληνική θρησκεία, που ακριβώς αυτή προσδοκούσε την έλευση του Σωτήρα, μέσω των μυστικών δεήσεων και επικλήσεων των ιερέων των Ελευσινίων Μυστηρίων.

Καμία άλλη θρησκεία στην αρχαιότητα δεν προσδοκούσε την έλευσι κανενός, παρά μόνον η Ελληνική και η Εβραική. Οι μεν ανέτοιμοι Εβραίοι δεν τον αποδέχτηκαν ως σωτήρα τους λόγω της απίστευτης στενοκεφαλιάς τους, τον αποδέχτηκαν όμως οι έτοιμοι Ελληνες, λόγω της "πατρώας" θρησκείας τους. Ο ίδιος ο Ιησούς άλλωστε το επιβεβαίωσε, δείχνοντας στο σπίτι του Ματθαίου μια παρέα Ελλήνων που πήγαν να τον γνωρίσουν, έχοντας ακούσει γι' Αυτόν, λέγοντας μπροστά στον κόσμο: "Ιδού, ήλθε η ώρα να δοξαστεί ο Υιός του Ανθρώπου" (Iωάν. ΙΒ, 13-23)
Και πράγματι, αυτό έγινε. Οι Ελληνες, φωτοδότες για άλλη μια φορά, μέσα απο τους Ελληνες Πατέρες της Εκκλησίας Μέγα Βασίλειο, Μέγα Αθανάσιο, Γρηγόριο Θεολόγο και Ιωάννη Χρυσόστομο, εδραίωσαν την χριστιανική πίστη με βάση το Ορθό Δόγμα, δηλαδή την Ορθοδοξία και την διέδωσαν σε όλο τον κόσμο. 







Οι νεο-παγανιστές "αρχαιολάτρες", μέσα στον φανατισμό και την πλήρη άρνησή τους, πέφτουν σε ανιστόρητες γκάφες, διαλαλώντας οτι οι εν λόγω Πατέρες προσπάθησαν να εκμηδενίσουν κάθε τι Ελληνικό, που βασιζόταν στην Αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία. 
Ουδέν ψευδέστερον τούτου! 
Ολοι τους, σπουδαγμένοι σε Αθήνα (Νεοπλατωνική σχολή) και Αλεξάνδρεια, είχαν βαθιά γνώση της Αρχαίας Ελληνικής Φιλοσοφίας. 
Ο δε Ιωάννης ο Χρυσόστομος, υπήρξε μαθητής του Φιλοσόφου Λιβάνιου, είχε κλασσική μόρφωση και τα έργα του όλα, γραμμένα στην ελληνική γλώσσα, συγκαταλέγονται ανάμεσα στους μεγαλύτερους θησαυρούς φιλοσοφίας στον κόσμο. Αυτοί είναι οι...πράκτορες των σιωνιστών εβραίων, οι "κοπρόψυχοι", οι "ύαινες εξ ανατολών" και τα "άγια ρεμάλια" που βρίζετε και χλευάζετε "κύριοι" νεο-παγανιστές "αρχαιολάτρες"; Σα δε ντρέπεστε!
Οι νεο-παγανιστές "αρχαιολάτρες" ισχυρίζονται και ουρλιάζουν οτι ο χριστιανισμός επιβλήθηκε με τη βία.

Αυτό όμως δεν ήταν παρα η φυσική αντίδραση στα τεράστια εγκλήματα και στις σφαγές των αιμοσταγών ρωμαίων αυτοκρατόρων που δίωξαν τους χριστιανούς αναίτια και τους φόρτωναν όλα τα κακά και τα δεινά που περνούσε η αυτοκρατορία εξ αιτίας των δικών τους πράξεων. Ας μη ξεχνάμε, οτι ο - τότε - κόσμος, βρισκόταν σε παρακμή.
Η αριστοκρατία και η πλουτοκρατία της εποχής ήταν βυθισμένη στη διαφθορά, ενώ ονομαστά ήταν τα σεξουαλικά όργια και τα πλήρους κατάπτωσης λουκούλια συμπόσια, που κατέληγαν σε πράξεις που υποβάθμιζαν παντελώς την ανθρώπινη υπόσταση. Μέσα σε αυτό το αρρωστημένο κοινωνικό γίγνεσθαι ανδρώθηκε η νέα θρησκεία, που κήρυττε την αγάπη, την ισονομία, την πνευματικότητα και την καλοσύνη.
Οι χριστιανοί υπέφεραν τα πάνδεινα απο τους "αρχαιολάτρες" παγανιστές ρωμαίους. Και όταν τα πράγματα γύρισαν τούμπα, όταν δηλαδή επεκράτησαν τελικά οι χριστιανοί και η νέα θρησκεία, έγιναν κι απο την άλλη μεριά ακρότητες. Απειροελάχιστες όμως μπροστά στις αγριότητες των παγανιστών Ρωμαίων.
Να συμφωνήσω, οτι ο Θεοδόσιος ο Μέγας προχώρησε αρκετές φορές σε ακρότητες κατά του ελληνικού πολιτισμού, όπως αυτός εκφραζόταν μέσω της τέχνης (αγάλματα, ναοί κλπ) και των γραμμάτων (κλείσιμο σχολών κλπ). Αλλά μέχρι εκεί.
Οι Ελληνες στην πλειοψηφία τους είχαν ασπαστεί ήδη προ πολλού τον χριστιανισμό και μερικές μόνο μερίδες πληθυσμού (δεν ξεπερνούσαν το 1/8 του πληθυσμού, κατά τον Μελίσσιο τον Αλεξανδρινό) έμειναν προσκολλημένοι στην ειδωλολατρεία ή στην αθεΐα. Ε, αυτοί εισέπραξαν και το μένος των "φανατικών" της απο δώ πλευράς, πέφτοντας σε μια απίστευτη διαμάχη με κατάληξη τον τραγικό θάνατο της μεγάλης μας φιλοσόφου Υπατίας και το τρίτο κάψιμο της βιβλιοθήκης της Αλεξάνδρειας.
Ο - σπουδαίος κατά τα άλλα - Ιουλιανός αργότερα, προσπάθησε να αναβιώσει την λατρεία του δωδεκάθεου, αναστηλώνοντας ναούς, επιβάλλοντας βέτο σπουδών των χριστιανών στις σχολές των Αθηνών κλπ, αλλά μάταια.
Είναι χαρακτηριστικό επίσης, οτι προσπαθώντας να αποκτήσει σαφέστερη αντίληψη των πραγμάτων, δοκίμασε να επαναφέρει τη λατρεία του θεού Απόλλωνα στην Αντιόχεια, σ' ένα εγκαταλειμμένο ναό στα περίχωρα της πόλης αλλά αποδοκιμάστηκε και λοιδωρήθηκε απο τον λαό. Την ημέρα της τελετής μόνο ο ίδιος, ο ιερέας του ναού και μια χήνα έδωσαν το «παρών», όπως αναφέρει ο ίδιος σ' ένα σύγγραμμά του. Αυτό και μόνο αποδεικνύει, οτι ο χριστιανισμός ΔΕΝ ΕΠΕΒΛΗΘΗ ΜΕ ΤΗ ΒΙΑ, αλλά με τη δύναμη των Λόγων του. Ο χρησμός δε που δόθηκε στον ίδιο τον Ιουλιανό απο το μαντείο των Δελφών (που κατα παράξενο τρόπο, σεβάστηκε ακόμη και ο Θεοδόσιος!) ήταν σαφής, παρά το διφορούμενο των χρησμών του γενικώς: "Είπατε τω βασιλεί, χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά, ουκέτι Φοίβος, έχει καλύβαν, ου μάντιδα δάφνην, ου παγάν λαλέουσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ".

Και στο τέλος επίσης, της ζωής του, μέσα στη σκηνή του, πληγωμένος στη μάχη εναντίον των Περσών συζητώντας με τους φιλοσόφους Πρίσκο και Μάξιμο για την αθανασία της ψυχής, ξεψύχησε με τη φράση «Νενίκηκάς με, Ναζωραίε», αναγνωρίζοντας το μάταιο της προσπάθειάς του για την αναβίωση της αρχαίας θρησκείας.

Οσο λοιπόν και να βρίζετε, να φωνάζετε, να απειλείτε ότι "σύντομα θα υπάρξει ξεκαθάρισμα λογαριασμών" για την μακραίωνη "τυραννική δουλεία ενάντια στον ελληνισμό" και άλλα τέτοια ανάξια λόγου, έχετε χάσει το παιχνίδι. Ο Χριστός έχει θριαμβέυσει αιώνες τώρα, και ο Ελληνισμός είναι το άρμα Του.

"Για του Χριστού την πίστιν την Αγίαν και της πατρίδος την Ελευθερίαν" ανέκραζε ο μέγας "Γέρων του Μοριά", καθώς ορμούσε πάνω στα στίφη των βαρβάρων κατά την Ελληνική Επανάσταση. Το ίδιο θα ανακράξουμε κι εμείς, όταν έρθει η ώρα να βγούμε στους δρόμους επαναστατημένοι, για να γίνουμε ανάχωμα στην επιβολή της Νέας Ταξης Πραγμάτων (της οποίας μέρος και όργανα είστε κι εσείς) και της βασιλείας του Αντιχρίστου την οποία έχουν ως σκοπό να επιβάλλουν με την Παγκόσμια Κυβέρνησή τους. "Για του Χριστού την πίστη την Αγία και της πατρίδος την Ελευθερία!"

Γιάννης Βούρος
Μελβούρνη - Αυστραλία


Αναρτήθηκε από ΟΡΘΟΔΟΞΟ ΠΑΡΑΤΗΡΗΤΗΡΙΟ

Διπολική Διαταραχή/Μανιοκατάθλιψη και Ορθοδοξία



ΕΡΩΤΗΣΗ: Ποια είναι η γνώμη σας για κάποιες νόσους όπως είναι η διπολική διαταραχή, αυτό που λέγανε παλαιότερα μανιοκατάθλιψη; Δηλαδή αυτό οφείλεται σε κάποιο οργανικό αίτιο, σε κάποια δυσλειτουργία κάποιων οργάνων; Ποια είναι η τοποθέτηση της εκκλησίας πάνω σ αυτό και πως μπορεί να επέμβει θεραπευτικά;

Άκουσε τώρα, αν αυτή η ορολογία αφορά μια νόσο του νευρικού συστήματος δε μπορώ να παρέμβω δε μπορώ να γνωρίζω. Αφορά καθαρά το σώμα την ιατρική και την νευρολογία. Αν αυτή η ορολογία αφορά μία διαταραχή του νευρικού συστήματος, δε μπορώ να το παίξω γιατρός και ειδικός στο νευρικό το σύστημα.

Αν όμως αυτή η ορολογία, διπολική διαταραχή, διατυπώνει διχασμένο άνθρωπο, τότε μπορώ να παρέμβω. Είμαι σαφής; Ξέρω την ορολογία πάρα πολύ καλά. Τη γνωρίζω. Και κρύβει μέσα της και τα δύο, ένα κατεστραμμένο για χίλιες αιτίες νευρικό σύστημα, δημιουργεί διαταραχή στον άνθρωπο. Αν δηλαδή σε ένα αυτοκίνητο που έχει τα σύρματα τα ηλεκτρολογικά υπάρχει διαταραχή της ροής της ενεργείας δεν λειτουργεί όλο το αυτοκίνητο. Ακόμα και αν στο σπίτι μας τα σύρματα δε λειτουργούν, θα παρέμβει ο ηλεκτρολόγος να τα φτιάξει, για κάποιους λόγους.

Σ” αυτό δε μπορώ να παρέμβω γιατί είναι καθαρά θέμα της ιατρικής. Χαλασμένο σώμα. Η Εκκλησία μπορεί να κάνει προσευχή, να κάνει θαύμα, να κάνει ευχέλαιο, αλλά υπάρχει κεντρικό σύστημα το οποίο για ποικίλες αιτίες κατεστράφη και δημιουργεί τέτοιες διαταραχές. Αλλά η ορολογία, διπολική διαταραχή, ακουμπάει ταυτόχρονα και τον διχασμένο άνθρωπο. Που είναι άνθρωπος, που πρωτογενώς δεν έχει εμπιστοσύνη στον Θεό και τάχει όλα χαμένα και είναι διαλυμένος. Να πάω από δω, να πάω από κει, να κάνω από δω, να κάνω από κει…

Το θέμα το διπολικό το διατυπώνει ο ίδιος ο Απόστολος Παύλος όταν ομιλεί για τον άνθρωπο τον έτερο που ενεργεί μέσα του και του δημιουργεί διχασμό και του δημιουργεί καθημερινή διαμάχη. Ο Απόστολος Παύλος μιλώντας εκεί, μιλά για έναν διπολικό άνθρωπο. Μια θέλω λέει αυτό και μια θέλω το άλλο, μια θέλω το καλό και μια θέλω το κακό.

Αν λοιπόν ο εσωτερικός διχασμός είναι μέσα μου, μπορώ να παρέμβω στην διπολική διαταραχή με μια μέθοδο: Να τον οδηγήσω πρώτα στην κάθαρση, στην μετάνοια και να αποκτήσει βαθειά εμπιστοσύνη στον Χριστό. Η διπολική διαταραχή κατά τα μέτρα της πνευματικής αρρώστιας γιατρεύεται δια της βαθείας εμπιστοσύνης στον Χριστό.

Το νευρικό σύστημα, (αν ακόμη και αυτό διαταραχθεί για λόγους πνευματικούς), ας το πάρουν οι γιατροί, αν έχουν κάποια μέθοδο κι αν ξέρουν ότι γιατρεύεται. Αλλά δεν είναι η αρμοδιότητά μου, δεν ξέρω τι φάρμακα και τι χρειάζεται να δώσεις εκεί. Αλλά αν θεραπευτεί η ρίζα που ήταν η έλλειψη εμπιστοσύνης στον Θεό πολλά πράγματα αποκαθίστανται. Πάρα πολλά αποκαθίστανται!

Βλέπετε, να δώσω ένα παράδειγμα: Αν τώρα εγώ είμαι πάρα πολύ εγωιστής και πολύ θυμώδης, πάρα πολύ νευρικός, και για οτιδήποτε γίνεται θυμώνω, αυτό θα το εκφράζω με τα χέρια μου, θα νευριάζω, θα γουρλώνω τα μάτια, θα εξάπτομαι. Αυτό είναι η ρίζα, είναι ο εγωισμός, αλλά το κάνω και σωματικά. Όλη αυτή η ταραχή, θα αρχίσει να αρρωσταίνει και το σώμα μου. Όταν αυτό το τραπέζι το κουνάω συνέχεια θα διαλυθεί, θα ξεβιδωθούν και οι βίδες του.

Κάποια στιγμή λοιπόν, εγώ που ξεβίδωσα τις βίδες μου, επειδή ήμουν βίδας ως τώρα, μετανιώνω, κι αλλάζω και δεν θυμώνω πια. Αλλά οι βίδες είναι ξεβιδωμένες, το σώμα έχει αρρωστήσει, τα νεύρα έχουν βλαφτεί. Εδώ πια είναι η ιστορία, αν υπάρχει κάποιος τρόπος αυτά τα κατεστραμμένα νεύρα να τα φτιάξει.

Έχεις ένα βιολί στα χέρια σου και παίζεις και επειδή γίνεται κάτι που δεν σου αρέσει, παίρνεις το βιολί και το χτυπάς στον τοίχο από τον θυμό σου. Μετανιώνεις μετά, αλλά οι χορδές του βιολιού χάλασαν, πρέπει κάποιος τεχνίτης να τις κολλήσει. Με καταλαβαίνετε; Ναι λοιπόν, δέχομαι τον όρο διπολική κατά τα μέτρα της δυνατότητας της ποιμαντικής παρεμβάσεως της Εκκλησίας μας σ’ αυτό το θέμα.

Κατά τα μέτρα καθαρά και ακραιφνούς νευρικού συστήματος, να παρέμβουν οι γιατροί. Αλλά πέρα απ” αυτό υπάρχει η Εκκλησία και το θαύμα. Είναι μια άλλη ιστορία αυτή. Είμαι σαφής;


Του π. Κων/νου Στρατηγόπουλου

Απόσπασμα από απομαγνητοφωνημένη ομιλία που δόθηκε στις 07-05-2009.


Το καλό δεν φέρνει καλό όταν καλώς δεν γίνεται.


Δεν χρειάζεται ούτε υπερβολική αυστηρότητα ούτε μεγάλη επιείκεια. Άστοχες και αδιάκριτες παρεμβάσεις έκαναν ανθρώπους να πικραθούν και να απογοητευθούν για πάντα. Στα θέματα προσεγγίσεως των άλλων δεν ωφελούν πείσματα, ρηχότητες και προχειρότητες. Η διάκριση προέρχεται από γνώση, εμπειρία, πνευματική καλλιέργεια και ωριμότητα. Είναι αποτέλεσμα αυτοελέγχου, αυτοκριτικής, μελέτης και θείου φωτισμού. Η διάκριση παρηγορεί και αναπαύει ψυχές. Η αδιακρισία πληγώνει, κουράζει και ταλαιπωρεί. Έχουν ευθύνη οι καθοδηγοί.  Μη δημιουργούν νέα προβλήματα με επιπόλαιες κατευθύνσεις.
Στις καθημερινές διαπροσωπικές σχέσεις χρειάζεται πλησίασμα, κατανόηση, συνεργασία, ευγένεια, καταδεκτικότητα, πνεύμα θυσίας. Ιδιαίτερα τους νέους, όταν τους πιέζουμε, δεν τους βοηθάμε. Αντιδρούν, δεν ακούνε και απομακρύνονται. Το μεγάλο ζόρισμα, μπούχτισμα και στρίμωγμα φέρνει τα αντίθετα αποτελέσματα. Ο ανελεύθερος εξαναγκασμός είναι αφιλάνθρωπος. Διακριτικός συνήθως είναι ο ταπεινός άνθρωπος. Η διάκριση απομακρύνει τον άνθρωπο από επικίνδυνες για την πνευματική ζωή υπερβολές. Η διάκριση αποξενώνει τους φίλους της από κάθε μορφής πλάνη. Δεν αφήνει να επιδεινωθεί το νόσημα.
Ο ιερός Χρυσόστομος λέει πως στην πνευματική αγωγή η μεγάλη αυστηρότητα, οι συνεχείς επιπλήξεις και οι πολλές παρατηρήσεις και τιμωρίες πονούν, κουράζουν και αποθαρρύνουν. Η διάκριση καλείται να σώσει και όχι να επιδεινώσει μια κατάσταση. Η συγχωρητικότητα, η μετάνοια και η αγάπη υπερβαίνουν την όποια αμαρτία. Ο ευγενικός, χαριτωμένος και ταπεινός τρόπος είναι χρήσιμος πάντοτε. Το καλό δεν φέρνει καλό όταν καλώς δεν γίνεται. Τους ανθρώπους θα βοηθήσουμε καλύτερα με την αγαπητική αλήθεια, τη φιλαδελφεία και την καταδεκτικότητα. Κάθε άνθρωπος έχει το κλειδί του, το κλικ του. Να μη στεκόμαστε απέναντι του ως ανακριτές, δικαστές, ψυχαναλυτές και κατήγοροι.

+ Μοναχός Μωυσής ο Αγιορείτης 

 

Πριν γίνεις άγιος, γίνε άνθρωπος...





Πριν γίνεις άγιος,
γίνε άνθρωπος...

Πες μια ζεστή καλημέρα στο διπλανό σου.
Μάθε να πίνεις ένα καφέ με τον άνθρωπό σου.
Χαμογέλα στο γείτονα.

Δες την καινούργια μπάλα του παιδιού σου.
Πες έναν έπαινο στην κορούλα σου
που γύρισε απ’ το σχολείο.

Δώσε ένα φιλί στη γυναίκα σου
για το μουσακά και το σπυρωτό πιλάφι.
Χάιδεψε τον άντρα σου
που έχει πονοκέφαλο απ’ τις σκοτούρες.

Δώσε κανα ψιλό στο φτωχό.
Βάλε φαΐ στο πήλινο πιατάκι,
για τα γατάκια της γειτονιάς που τρέμουν.

Άλλαξε κανάλι για χατήρι της.
Κάνε πως δεν άκουσες
τη γκρίνια του.

Κι όταν ξεχάσεις
το σφίξιμο
και το ¨στόχο¨ της αγιότητας,
ίσως ...και να την έχεις αγγίξει ήδη!..

Απ’ αυτά τα απλά,
τα ¨χαζά¨, τα καθημερινά.
Που δεν μυρίζουν και πολύ λιβάνι.
Μα σε πάνε στου Χριστού το λιμάνι.
Καρφί.
Άνευ διοδίων,
τριωδίων,
τετραδίων,
βιβλίων κλπ..


π. Ανδρέας Κονάνος


Στέλλα Μιτσακίδου...το σπουργιτάκι του Θεού!

«Το σπουργιτάκι του Θεού»
(Στέλλα Μιτσακίδου)

Την 3η Ιουνίου 2005 φονεύθηκε σε αυτοκινητικό δυστύχημα η αγαπητή μας Στέλλα, που είχε στοιχεία «κατά Χριστόν σαλότητος», με μια εσωτερική ζωή του πνεύματος.
Ήταν με την θέλησή της άστεγη, ζούσε στους δρόμους, κοιμόταν τα βράδυα, χειμώνα-καλοκαίρι, στα παγκάκια, στα υπόστεγα και τα σαλόνια των Νοσοκομείων, αλλά ήταν γεμάτη αγάπη προς τον Θεό, τους αγίους και τους δυστυχισμένους ανθρώπους. Τα ρούχα της ήταν πάντα καθαρά. Τις οικονομίες της τις διέθετε για αγαθοεργούς σκοπούς. Δεν ήθελε να την επαινεί κανείς, και όταν την επαινούσαν, έκανε την «χαζή».
Καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη, είχε λάβει μια καλή παιδεία, χειριζόταν πολύ καλά την ελληνική γλώσσα, καθώς επίσης εγνώριζε την γαλλική γλώσσα και τελευταία προσπαθούσε να μάθη και ιταλικά.
Ο τρόπος εξόδου της από την ζωή αυτή έγινε όπως το ήθελε. Με μαρτυρικό θάνατο, άγνωστη εν μέσω αγνώστων. Κανείς δεν την ανεγνώρισε. Την ενταφίασαν χωρίς εξόδιο ακολουθία, γιατί δεν γνώριζαν τα στοιχεία της. Όλα αυτά με θαυμαστό τρόπο έγιναν γνωστά μετά από έναν χρόνο. Τότε έγινε και η κηδεία της. Αξιώθηκα να της κάνω και το μνημόσυνό της. Μετά το μνημόσυνό της, στο αρχονταρίκι της Ιεράς Μονής Πελαγίας, η κ. Μηλίτσα Πισιμίση-Λουκίδου, νομικός, και η κ. Χρυσούλα Μαντά, οδοντίατρος, μας διηγήθηκαν τα σχετικά με την Στέλλα που ήταν πράγματι άνθρωπος του Θεού.
Στο τεύχος αυτό δημοσιεύουμε ένα κείμενο της κ. Μηλίτσας Πισιμίση-Λουκίδου, που γράφηκε με την συνεργασία και της κ. Χρυσούλας Μαντά και παρουσιάζει ένα τμήμα της ευλογημένης ζωής της, και στο επόμενο τεύχος θα δημοσιεύσουμε τις αναμνήσεις των Μοναχών της Ιεράς Μονής Πελαγίας για την Στέλλα, «το σπουργιτάκι του Θεού», την άγνωστη στον κόσμο, αλλά γνωστή στον Θεό, που έζησε «μόνη μόνω Θεώ». Νομίζω ότι η διήγηση αυτή θα βοηθήση τους ανθρώπους που ζουν με τον άκρατο ευδαιμονισμό, με αγχώδη νοοτροπία και διαρκώς παραπονούνται για πράγματα τα οποία θα ήθελαν να έχουν.
Στην περίπτωσή της ισχύει ο λόγος του Χριστού: «εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά· ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών;» (Ματθ. ς, 26).
Τελικά, ο άνθρωπος δεν «είναι» αυτό που «έχει», αλλά «έχει» αυτό που «είναι».
Η αείμνηστη Στέλλα, που είχα την εξαιρετική ευλογία να γνωρίσω, είναι μια θετική διαμαρτυρία για κάθε «ασφαλισμένο».
+ Ο Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιερόθεος
***
«Το σπουργιτάκι του Θεού»
της Μηλίτσας Πισιμίση-Λουκίδου, Νομικού-Υπαλλήλου Υπ. Εργασίας
Με την Στέλλα γνωριστήκαμε το καλοκαίρι του 1979 στην Σοκολατοποιΐα. Ήταν εργάτρια, εργαζόταν πολύ σκληρά, υπερέβαινε τις 9 ώρες καθημερινά. Όλοι την εκμεταλλευόντουσαν, όλοι την διέταζαν και αυτή υπήκουε άμεσα και με χαμόγελο. Στέλλα, εδώ, Στέλλα, εκεί. Ο ιδιοκτήτης-εργοδότης την αγαπούσε για την υπακοή της και την εργατικότητά της.
Για τους πιο πολλούς εργαζομένους ήταν «η Στέλλα η χαζή». Το πρόσωπό της έλαμπε, τα χείλη της ψέλλιζαν. Όταν την αφουγκραζόσουν άκουγες το «Δόξα σοι, ο Θεός».
Πολύ συχνά ο προϊστάμενος μας ανέθετε να διεκπεραιώσουμε από κοινού κάποια εργασία και έτσι μου δόθηκε η ευκαιρία να δεχθώ την καλωσύνη της, την αγάπη της. Θυμάμαι ότι μονίμως έλεγε την ευχή, ξαφνικά γέλαγε, σήκωνε το κεφαλάκι της προς τους ουρανούς. Τότε έλαμπε.
«Δόξα σοι, ο Θεός» άκουγες συχνά από το στόμα της.
Η Σοκολατοποιΐα αυτή έκανε διάφορα είδη σοκολατάκια. Τα δεύτερης κατηγορίας τα εξήγαγε σε χώρες της Αφρικής. Αυτό στενοχωρούσε την Στέλλα πάρα πολύ. Κάποτε που εργαζόμασταν στην συσκευασία μαζί, θυμάμαι την Στέλλα πάνω από τα κουτιά συγκεντρωμένη να εύχεται «για τα αραπάκια που θα έτρωγαν τα σοκολατάκια».
Σε οποιαδήποτε αδικία που συνέβαινε στο χώρο της εργασίας -μας «τρώγανε» μεροκάματα- δεν απαντούσε, δεν κατέκρινε, δεν αντιδρούσε. Εκείνη την περίοδο η Στέλλα ήταν για μένα ένα λιμανάκι θαλπωρής, εγώ αντιδρούσα σε κάθε αδικία. Εκείνη στα σχόλιά μου απαντούσε με ένα γέλιο, με μια λέξη «Α! Μηλίτσα». Δεν την θυμάμαι ποτέ να έβαλε ένα σοκολατάκι στο στόμα της (υπενθυμίζω ότι εργαζόμασταν σε εργοστάσιο σοκολατοποιΐας!). Αν και οι πιο πολλοί εργαζόμενοι την θεωρούσαν «χαζή», εντούτοις την σέβονταν και διερωτώντο πως κατόρθωνε να εργάζεται τόσο αποτελεσματικά.
Η Στέλλα δεν συμμετείχε σε συζητήσεις που κάναμε· ήταν μαζί μας, αλλά συγχρόνως μακριά από σχόλια, μακριά από περιττές κουβέντες. Πολλές φορές, όταν την ρωτούσαν να πη τη γνώμη της, έκανε την παλαβή. Το είχα προσέξει ότι το έκανε επίτηδες. Για όλα τα του κόσμου ήταν τρελή, παλαβή, όταν όμως της ζητούσες βοήθεια στην εργασία, τα χεράκια της κινιόντουσαν με στοργή να βοηθήσουν, ει δυνατόν και να δουλέψουν για σένα.
Μέσα σ' αυτό το περιβάλλον γνωριστήκαμε. Την σεβόμουν τόσο που ποτέ δεν την ρώτησα για την προσωπική της ζωή. Από μόνη της μου είπε ότι καταγόταν από την Κωνσταντινούπολη. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι όλοι όσοι την γνώριζαν την χαρακτήριζαν λίαν επιεικώς «τρελή», ενώ εγώ ένιωθα ότι κάνουν λάθος. Η αλήθεια είναι ότι πολύ νωρίς κατάλαβα ότι η Στελλίτσα ήθελε να την θεωρούν «τρελή». Κάποιες φορές τύχαινε να είμαστε οι δυό μας και να μιλάμε φυσιολογικά και όταν πλησίαζε κάποιος άρχιζε και έλεγε άλλα αντί άλλων. Εμένα μου δημιουργούσε αίσθημα γαλήνης και με άφηναν αδιάφορη οι κρίσεις των άλλων.
Στο εργοστάσιο αυτό της Σοκολατοποιΐας εργάσθηκα για λίγο χρονικό διάστημα. Την Στελλίτσα την συναντούσα συχνά στους δρόμους και πάντα είχε στην καρδιά της, στα χείλη της την ευχή. Συνήθιζε να την λέη εκφώνως, αλλά πολύ σιγά. Που και που ερχόταν στο σπίτι μου. Εκείνη την εποχή κατοικούσε στο πλυσταριό μιας διώροφης κατοικίας.
Τα χρόνια πέρασαν, την έχασα, μα πάντα την θυμόμουν με μια γλυκειά ανάμνηση και νοσταλγία.
Μετά παντρεμμένη πια θα την συναντούσα στην Ιερά Μονή Γενεθλίου της Θεοτόκου (Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο. Είχαμε πάει με τον άνδρα μου και θα διανυκτερεύαμε στην Μονή για την πρωϊνή Θεία Λειτουργία. Οι μοναχές με πολλή στοργή και ευγένεια μου ζήτησαν συγγνώμη, επειδή λόγω των οικοδομικών εργασιών δεν είχαν χώρο να με φιλοξενήσουν και αναγκαστικά έπρεπε να μοιραστώ το κελλί, όπου εφιλοξενείτο «μια ιδιόρρυθμη γυναίκα». Δέχθηκα. Με οδήγησαν στο κελλί, όπου με κατάπληξη διεπίστωσα ότι «η ιδιόρρυθμη γυναίκα» ήταν η στοργική μου Στελλίτσα, που είχα χρόνια να την ιδώ. Η χαρά μου δεν περιγράφεται. Μείναμε αγκαλιασμένες για αρκετή ώρα και ξαφνικά ακούω τις αδελφές να φωνάζουν: «Ελάτε, Γερόντισσα, να δήτε την Στελλίτσα με την Μηλίτσα αγκαλιά». Όλοι χαρήκαμε. Εκείνο το βράδυ η Στελλίτσα έκανε σαν παιδάκι από την χαρά της. Χτυπούσε παλαμάκια, γελούσε, σταυροκοπιόταν...
-Μηλίτσα μου, πολύ χάρηκα που παντρεύτηκες. Ξέρεις πολύ προσευχήθηκα για να παντρευτείς. Χαίρομαι, χαίρομαι. Στενοχωριέμαι που υποφέρεις από τα ποδαράκια σου. Ξέρω έχεις πρόβλημα. Υπομονή, προσευχή. (Υπ' όψιν ότι η Στελλίτσα δεν γνώριζε ότι μου είχε εμφανισθή ένα χρόνιο επώδυνο πρόβλημα υγείας στα πόδια μου). Ο άνδρας σου θ' αλλάξει χώρο, μην ανησυχής, θα είναι καλύτερα. (Πράγματι, τελείως ξαφνικά, αναγκάσθηκε να μεταφέρει σε άλλο χώρο το κτηνιατρείο του).
Εκείνο το βράδυ ειπώθηκαν πολλά. Την άλλη μέρα και ενώ η Στέλλα ήταν μακριά, είπα στις αδελφές ο,τι είχα αντιληφθή γι' αυτήν, ότι επρόκειτο για αγία ψυχή... Τήν επόμενη μέρα η Στέλλα έφυγε από το Μοναστήρι. Το κατάλαβε. Δεν ήθελε να την επαινείς. Όταν αργότερα συναντηθήκαμε, με αυστηρό τρόπο με επέπληξε για το ότι την επαινώ. Ξαφνιάστηκα, γιατί μπροστά της δεν είχα πει τίποτε. Κι όμως το ήξερε...
Αργότερα, κάποια άλλη στιγμή, μου είχε πει: «Δεν αντέχω την τιμή που μου κάνει η Γερόντισσα. Να, κοίτα να δεις· τελευταία με έβαλε να φάω μαζί τους· με τις αγίες ψυχές! Ποιά είμαι εγώ ...; Πω, πω, πω, Μηλίτσα!».
Για μεγάλο χρονικό διάστημα χάσαμε τα ίχνη της. Η Γερόντισσα μας τηλεφωνούσε και μας ρωτούσε αν την είδαμε. Εκείνο το διάστημα κατάλαβα ότι, αν θέλω να τη δω δεν πρέπει να μιλώ γι' αυτήν.
Τώρα η Στελλίτσα ήταν άστεγη, από την εργασία της είχε συνταξιοδοτηθή με το πιο μικρό ποσό της σύνταξης του ΙΚΑ (411 ευρώ μηνιαίως), τα οποία μοίραζε σε φτωχούς, φυλακισμένους, στην Εξωτερική Ιεραποστολή κ.α. Τώρα πλέον ζούσε στα παγκάκια, στα υπόστεγα, στα ερημοκκλήσια, στις σκάλες, σε οικοδομές. Μου το εμπιστεύθηκε.
Κάτω από την πίεση της Γερόντισσας και τη δική μου, ήλθε κάποιες φορές, όταν έκανε βαρυχειμωνιά, και έμεινε κοντά μας. Ζητούσε να μείνη στο πιο ταπεινό μέρος του σπιτιού.
Θυμάμαι με πολλή νοσταλγία, όταν την φιλοξενούσαμε στο σπίτι επικρατούσε γαλήνη, φως, όλα ειρηνικά. Όταν στην παρέα μας ερχόταν ο άνδρας μου, η Στελλίτσα έφευγε και όταν της μιλούσε δεν τον κοιτούσε ποτέ. Χαρά της ήταν να τρώει αλάδωτες ντοματόσουπες. Συνέχεια δοξολογούσε τον Θεό και η ψυχή της ξεχείλιζε από ευγνωμοσύνη με ένα αδιάκοπο «σ' ευχαριστώ, σ' ευχαριστώ».
Πολλές φορές το βράδυ, προφασιζόμενη ότι είμαι κουρασμένη, της ζητούσα να κάνει αυτή το Απόδειπνο. Αδύνατον να περιγράψω τι συνέβαινε, όταν άρχιζε την προσευχή. Σιγά-σιγά αλλοιωνόταν η έκφρασή της, το προσωπάκι της φωτιζόταν, ξεχνιόταν στην δοξολογία του Θεού. Την άφηνα και πήγαινα για ύπνο.
Κάποια φορά, ενώ την σκεπτόμουν με συμπόνοια «πως γυρνάει σαν σπουργιτάκι στους δρόμους» ξαφνικά με κοιτάζει και μου λέει: -«Μη στενοχωριέσαι, θέλημα Θεού είναι να κοιμάμαι στα παγκάκια. Είμαι πολύ καλά, είμαι ευτυχισμένη. Ξέρεις εκεί στα παγκάκια ράβω και τα ρούχα μου. (Η Στέλλα ήταν και πολύ καλή ράπτρια). Να, το Πάσχα πέρασα πολύ ωραία. Το Μ. Σάββατο πήγα και πήρα λίγο αρνάκι, το έβαλα σε ένα ταψάκι από μπακλαβά, το έδωσα στο φούρνο και μου το έψησαν. Το έκρυψα στο παγκάκι και την άλλη μέρα έκανα Πάσχα στο παγκάκι μου, χαρούμενη και ευτυχισμένη, γιατί ο Ιερέας μου είχε δώσει κι ένα κόκκινο αυγό. Μη στενοχωριέσαι για μένα. Όχι, όχι, γιατί είμαι υπό την σκέπη της Παναγίας μας».
Μια άλλη φορά, όπως μου διηγήθηκε, πήγε και λούστηκε στην τουαλέτα των Ιατρείων του Δήμου. Την είδαν οι εργαζόμενοι και την επέπληξαν αυστηρά. Η Στέλλα δεν δέχθηκε την παρατήρηση λέγοντάς τους ότι δεν κλέβει τίποτα, ούτε νερό, ούτε σαπούνι, γιατί όλα αυτά τα έχει πληρώσει εισφορές στο ΙΚΑ ως εργαζόμενη. Τους μίλησε άσχημα και αυτοί κάλεσαν την Αστυνομία κι έτσι η Στέλλα οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα. Κάπως έτσι μου διηγήθηκε τον διάλογο με τον Διοικητή:
«Κύριε Διοικητά, συγχωρέστε με που σας κουράζω, αλλά ακούστε με, σας παρακαλώ. Είμαι άστεγη, δεν έχω τίποτα δικό μου. Να μόνο αυτό το βιβλιάριο ασθενείας του ΙΚΑ, που βεβαιώνει ότι έχω πληρώσει εισφορές. Τα Ιατρεία που λούστηκα είναι του ΙΚΑ, άρα ανήκουν και σε μένα. Όταν βρίσκομαι μέσα στο ΙΚΑ, νιώθω ότι είμαι μέσα στο σπίτι μου. Συγχωρέστε με».
Διοικητής: «Πήγαινε τώρα, αλλά την άλλη φορά που θα λουστής να προσέξης να μη σε δουν. Άντε στο καλό».
Έφυγε δοξάζοντας τον Θεό και ευγνωμονώντας τον Διοικητή.
Πολλά βράδια κοιμόταν σε σαλόνια Νοσοκομείων, καλύτερα να πούμε προσποιόταν ότι κοιμόταν, γιατί όταν ησύχαζε το Νοσοκομείο, έτρεχε κοντά σε μοναχικούς ασθενείς, που είχαν ανάγκη βοηθείας και τους συνέτρεχε, αλλά, όταν καταλάβαινε ότι κάποιο τρίτο πρόσωπο την αντιλαμβανόταν, τότε άρχιζε τα «παλαβά» της.
Πολλά πρωϊνά πηγαίνοντας για την εργασία μου (γύρω στις 6,30-7π.μ.) την συναντούσα να βγαίνει από το Νοσοκομείο ΚΑΤ και στην επιμονή μου γιατί δεν έρχεται να κοιμηθή στο σπίτι μας μου ομολόγησε: Αγαπούσε πολύ τους Αγίους, τους θεωρούσε φίλους της, συγγενείς της, έτρεχε στην εορτή τους, στα πανηγύρια, χαιρόταν όταν μοίραζαν και φαγητό, όπως μου έλεγε.
Καθ' όλη τη διάρκεια του έτους γύριζε σε διάφορα προσκυνήματα. Την Κυριακή των Μυροφόρων στο Μανταμάδο για την εορτή του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, του Αγίου Νεκταρίου στην Αίγινα, της Αγίας Παρασκευής στην Ναύπακτο κ.α. Ενδεικτικά αναφέρω το εξής: Μια φορά της Αγίας Παρασκευής πήγε στην Ναύπακτο και έκανε σαν μικρό παιδί, όπως μου το διηγήθηκε. Αγαπούσε τον Σεβασμιώτατο Ιερόθεο, τον θεωρούσε δικό της άνθρωπο, χαιρόταν που τον έβλεπε να χοροστατεί με τα λαμπρά του άμφια και να μιλάει τόσο ωραία. Του είχε μεγάλο σεβασμό. Καμάρωνε πολύ που της είχε μιλήσει και της έδωσε την ευχή του στο μοναστήρι στο Ακραίφνιο. Τον χαιρόταν, όπως έλεγε.
Όλες οι διηγήσεις της Στελλίτσας ήταν για μένα απόλαυση, ξεκούραση. Έβλεπα μια μεγάλη γυναίκα να νιώθη και να εκφράζεται σαν μικρό παιδί.
Κάποτε είχαμε γιορτή στο σπίτι μας με αρκετούς καλεσμένους. Ξαφνικά ήλθε η Στελλίτσα. Κάθισε και ακριβώς δίπλα της εγώ. Μεταξύ των καλεσμένων και ένα ζευγάρι με πολλά προβλήματα, τα οποία γνώριζα. Η Στελλίτσα «στον κόσμο της» ψιθύριζε την ευχή και συγχρόνως πολύ χαμηλόφωνα έλεγε τι συμβαίνει με αυτό το ζευγάρι, τι φταίει, ενώ στους άλλους έλεγε άσχετα η τους χαμογελούσε. Πάντα όμως συγκεντρωμένη στην ευχή. Οι πιο πολλοί την θεώρησαν «παλαβή», άλλο που δεν ήθελε η Στέλλα, για να μην την καταλαβαίνουν.
Ήταν 12 Αυγούστου 2004, ήμουν στο γραφείο μου και εκείνη την ημέρα ήταν να ταξιδέψω για Λέσβο για τις καλοκαιρινές διακοπές μου. Από το πρωΐ βασανιζόμουν από μια ασήμαντη σκέψη, κοινώς είχα «κολλήσει». Δεν είχα ένα μπρελόκ να βάλω τα κλειδιά που θα άφηνα στους γείτονες να ποτίζουν τον κήπο.
Ξαφνικά γύρω στο μεσημέρι ανοίγει η πόρτα και εμφανίζεται η Στελλίτσα, καταϊδρωμένη, κουρασμένη, ασθμαίνουσα και μου λέει: «Να, πάρτο. Ήμουν στην Ομόνοια και μου είπε να σπεύσω να σου φέρω το μπρελόκ». Τα έχασα. Στην ερώτηση ποιός της είπε να μου το φέρη στην αρχή ψέλλισε «η Παναγία», μετά άρχισε τα δυσνόητα, τα «παλαβά» της.
Το μπρελόκ το είχε αγοράσει από το μοναστήρι και παρίστανε το γενέσιο της Παναγίας μας. Στην επιμονή μου να μείνει λίγο κοντά μου να ξεκουραστεί, να πιεί κάτι, να δροσιστεί κάθισε στον καναπέ και άρχισε να μιλάει για τον εαυτό της. Και τότε μου είπε: «Μηλίτσα μου, εγώ θα πεθάνω στους δρόμους μόνη μου. Κανένας δεν θα το μάθη, κανείς, κανείς». Αυτό με πόνεσε πολύ και της είπα με απαίτηση: «Στελλίτσα μου, σε παρακαλώ θέλω να το μάθω. Θέλω να μάθω το φευγιό σου». Και την αγκάλιασα. Μετά από αυτό σταμάτησε να μιλάει για αρκετά λεπτά. Ξαφνικά με κοιτάζει με ένα στοργικό βλέμμα γεμάτο αγάπη και μου λέει: «Μηλίτσα μου, θα το μάθης, θα το μάθης».
Για τελευταία φορά έμεινε στο σπίτι μου τον Οκτώβριο του 2004. Τότε της πονούσε το πόδι και αναγκάσθηκε να περιορίση τις πεζοπορίες. Έτυχε τότε να χρειασθεί να φιλοξενήσω κάποιο πρόσωπο που δυσκολευόταν από την παρουσία της και ιδιαίτερα από την βραδινή προσευχή, διότι έπεφτε για ύπνο νωρίς και σηκωνόταν αργά τη νύχτα και προσευχόταν ψάλλοντας δυνατά. Πολλές φορές ακούγαμε να επαναλαμβάνει το: «Ζη Κύριος ο Θεός».
Εν όψει αυτού του προβλήματος, λοιπόν, προσφέρθηκε μια φίλη μας, η Χρυσούλα, να της παραχωρήσει ένα διαμερισματάκι, που ήταν άδειο μετά τον θάνατο των γονέων της. Χάρηκε που έμενε σε σπιτάκι κοντά σε ανθρώπους με αγάπη και κατανόηση, τώρα μάλιστα που δυσκολευόταν από τους πόνους των ποδιών της. Εκεί έμεινε μέχρι τον Μάϊο του 2005. Την 1η Ιουνίου 2005 η Χρυσούλα την είδε να φεύγει από το σπίτι. Από την ημέρα εκείνη χάθηκαν τα ίχνη της.
Αργότερα ανησυχήσαμε, αλλά επειδή συνήθιζε να εξαφανίζεται, πιστεύαμε ότι θα εμφανισθεί. Κάθε τόσο επικοινωνούσαμε με την Γερόντισσα η Χρυσούλα και εγώ για να μάθουμε για την Στέλλα. Η Γερόντισσα έλεγε συνέχεια: «Ψάξτε να την βρήτε». Εμείς όμως πιστεύαμε ότι είχε φύγει για κάποιο ταξίδι και ότι θα επέστρεφε.
Μετά το Πάσχα του 2006 ένα βράδυ, πολύ αργά και ενώ η οικογένειά μου είχε αποκοιμηθή, ξάπλωσα κι εγώ και αποκοιμήθηκα αμέσως, πράγμα παράδοξο για μένα, και ξύπνησα αμέσως (το διεπίστωσα βλέποντας το ξυπνητήρι) από ένα δυνατό όνειρο: Είδα την Στελλίτσα κάτω από ένα ωραίο δένδρο, όρθια να ακουμπάη ελαφρά στον κορμό του, σε νεανική ηλικία, πανέμορφη, γλυκύτατη και με κοιτούσε με ένα βλέμμα γεμάτο απέραντη θαλπωρή. Ένιωσα την ψυχή μου να βγάζει μια ουρανομήκη κραυγή, που αισθανόμουν να μου ξεσχίζη το στέρνο: «Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου, Στελλίτσα μου...» Κι έτρεξα να την αγκαλιάσω, προτείνοντας τα χέρια μου, αλλά όταν έφτασα στο δένδρο εξαφανίστηκε και στην θέση της έκαιγε μια ολόλευκη πασχαλιάτικη λαμπάδα, που έχυνε γύρω ένα υπέροχο φως και η φλόγα της ανέβαινε ολόϊσα στον ουρανό. Αμέσως βλέπω στο χώμα, δίπλα στη λαμπάδα, ένα απόκομμα εφημερίδας που έδειχνε ένα εξαιρετικά κακοποιημένο σώμα σαν από τρομακτικό αυτοκινητικό δυστύχημα.
Ένα βαρύ μήνυμα κατέκλυσε το είναι μου: «Η Στέλλα πέθανε!». Ξύπνησα κυριευμένη από αμφιθυμία αισθημάτων: Χαρά μεγάλη από την παρουσία της Στέλλας και το φως της λαμπάδας και φόβο από την φωτογραφία της εφημερίδας. Ήθελα να ξυπνήσω τον Δημήτρη, τον άνδρα μου, να του πω για την Στέλλα, «το σπουργιτάκι», όπως τη λέγαμε, όχι μόνον επειδή ζούσε «ως στρουθίον μονάζον επί δώματος», αλλά και επειδή το βάδισμά της θύμιζε σπουργίτι. Κάτι δυνατό όμως με απέτρεψε να τον ξυπνήσω.
Την επομένη τηλεφώνησα στην Γερόντισσα και στην Χρυσούλα και τους είπα το όνειρο. Και οι δυό μου συνέστησαν να ψάξουμε για την Στέλλα. Από εκείνη την στιγμή άρχισε η αγωνιώδης αναζήτηση. Τροχαία, Νοσοκομεία, Στρατονομία, Νεκροτομεία....
Η Χρυσούλα έμαθε ότι στις 3 Ιουνίου 2005 και ώρα 6,10 μ.μ. κοντά στο σπίτι της σκοτώθηκε σε αυτοκινητικό μία γυναίκα αγνώστων στοιχείων. (Τα πουλιά δεν έχουν όνομα!). Ο θάνατος ήταν ακαριαίος. Όλη η έρευνα απέδειξε ότι η γυναίκα αυτή ήταν η Στελλίτσα. Ενώ διέσχιζε τον δρόμο, την παρέσυρε ένα αυτοκίνητο με οδηγό αξιωματικό του στρατού, ο οποίος έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Την συνέθλιψε. Μόνο το προσωπάκι της ήταν ευδιάκριτο (όπως έδειξαν οι φωτογραφίες της Τροχαίας).
Η Στελλίτσα παρέμεινε μέχρι τις 18 Ιουνίου 2005 στο Νοσοκομείο «Ασκληπιείον» και μετά το πτώμα της μεταφέρθηκε στο Κεντρικό Νεκροτομείο του Λαϊκού Νοσοκομείου, όπου παρέμεινε στα αζήτητα μέχρι τις 20 Ιουλίου 2005, οπότε και δόθηκε για ενταφιασμό. Το Γραφείο που την ενταφίασε μας πληροφόρησε ότι Νεκρώσιμη Ακολουθία δεν εψάλη, μόνο ένα Τρισάγιο επί του τάφου.
Πρέπει να τονισθή ότι όλοι όσοι ασχοληθήκαμε με την ανεύρεσή της, στην προσευχή μας της μιλούσαμε και της λέγαμε: «Εάν μας ακούς, εάν έχης παρρησία στο Θεό, οδήγησέ μας, βοήθησέ μας». Και πράγματι μας βοήθησε και φθάσαμε μέχρι τον χορταριασμένο «ανύπαρκτο» τάφο της, στην ανατολική άκρη του Νεκροταφείου του Ζωγράφου, με το νούμερο 8915.
Την ημέρα της αποδόσεως της εορτής του Πάσχα, ένα χρόνο μετά την κοίμησή της, εψάλη η Νεκρώσιμη Ακολουθία της Στέλλας, στον Ιερό Ναό της Ζωοδόχου Πηγής, όπου συνήθιζε να εκκλησιάζεται κατά την Πασχάλιο Περίοδο. Ο Ιερέας είπε για την Στέλλα: «Έκανε τα παλαβά της, αλλά έλεγε σωστά πράγματα και πάντα ερχόταν γεμάτη τρόφιμα για τους πτωχούς, πρόσφορο, λάδι, νάμα για την Θεία Λειτουργία... Μάλιστα έχει παραγγείλει να αγιογραφηθεί η Αγία Μαρίνα στον Ναό μας.....».
Στις 3 Ιουνίου 2006 έγινε το ετήσιο μνημόσυνό της χοροστατούντος του λίαν προσφιλούς της Επισκόπου, π. Ιεροθέου, στο Μοναστήρι του Γενεθλίου της Θεοτόκου ( Οσίας Πελαγίας) στο Ακραίφνιο.
Σε μια από τις τελευταίες μας συναντήσεις μου είπε: «Νιώθω γεμάτη από αυτή τη ζωή. Όλα μου τα έχει δώσει ο Κύριος. Μόνο μια επιθυμία μου δεν έχει εκπληρωθεί: Ήθελα να βαπτίσω δυό παιδάκια, που να τους έδινα το όνομα του Αγίου Νεκταρίου και της Παναγίας μας, αλλά κανείς δε με θέλησε για κουμπάρα». Όταν της πρότεινα ότι θα προσπαθήσω να βαπτίσω εγώ τα δυό παιδάκια στη θέση της και μάλιστα, όταν μεγαλώσουν θα τους μιλήσω για την «πραγματική νονά τους», καταχάρηκε και αναφώνησε: «Τώρα ησύχασα. Είμαι έτοιμη να φύγω».-
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Οι κατά Χριστόν σαλοί ανήκαν σε μια κατηγορία ανθρώπων που αποφάσιζαν να ακολουθήσουν μια δύσκολη οδό. Ζώντες στις πόλεις, προσεποιούντο τον τρελλό. Έκαναν πράξεις που θα έκανε ένας τρελλός, αλλά όμως οι πράξεις αυτές είχαν ουσιαστικό περιεχόμενο. Οι κατά Χριστόν σαλοί είχαν σε ύψιστο βαθμό νοερά ενέργεια, είχαν ακόμη σώας τας φρένας, διάλεγαν όμως έναν σκληρό δρόμο και τρόπο ζωής.....
Η ζωή των κατά Χριστόν σαλών ήταν μια τελεία, ίσως και ακραία εφαρμογή της μωρίας κατά Χριστόν, που είναι η πεμπτουσία όλου του πνεύματος του Ευαγγελίου. Δεν μπορούν, βέβαια, όλοι να παριστάνουν τον κατά Χριστόν σαλό, όπως το είδαμε προηγουμένως, γιατί αυτό είναι ένα ιδιαιτερο χάρισμα και μια ιδιαίτερη ευλογία του Θεού, αλλά όλοι μπορούν να βιώσουν την κατά Χριστόν σαλότητα σε μετριότερη μορφή και ανάλογη προσαρμογή. Και αυτό γίνεται αντιληπτό από το ότι η ζωή που έχει η Εκκλησία, ζωή της αγάπης, της πίστεως, της εγκρατείας αποβλέπει και εμπνέεται από ένα άλλο πολίτευμα, που είναι σαφώς αντίθετο από τα ανθρώπινα πολιτεύματα. Όλη αυτή η ζωή που έχει η Εκκλησία δεν μπορεί να γίνη εύκολα αντιληπτή από τους ανθρώπους, που κέντρο τους έχουν την λογική και τις αισθήσεις. Η χριστιανική ζωή, χωρίς να καταργή την λογική και τις αισθήσεις, κινείται πέρα από αυτές.


 πηγή

parembasis
Στέλλα - ( video απο την  Ορθόδοξη μαρτυρία)
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ελάτη



Ιερά Μονή Δοχειαρίου


Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου



Ιερά Μονή Οσίου Δαβίδ



Καρούλια. Αγιο Ορος



Προυσιώτισσα

Αγιο Ορος Ι.Μ Διονυσίου

Ψήγματα Ορθοδοξίας