φενεος

Ιησούς Σινά

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ψηγματα all

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2015

Το blog άρχισε και πάλι να λειτουργεί στο face book






Το blog άρχισε και πάλι να λειτουργεί στο face book .

Το νεο link ειναι:
 https://www.facebook.com/profile.php?id=100010037732213

Τα ΨΗΓΜΑΤΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ δεν λειτουργούν στο facebook για λόγους...αγνώστους!




Θα ήθελα να γνωστοποιήσω ότι ο λογαριασμός στο face book εντελώς αυθαίρετα και χωρίς καμιά προειδοποίηση εμποδίζεται στο να λειτουργεί.
Το facebook με προτρέπει να γυρίσω τον λογαριασμό σε σελίδα






Παρ' ολες τις προσπάθειες εκ μέρους μου, δεν μπορεί να γυρίσει σε σελίδα προκειμένου να μη χαθεί η επικοινωνία μας, ήδη ήμασταν συνδεδεμένοι  πάνω απο   5.0000 και ανταλλάσσαμε τις απόψεις μας...
Δεν καυχώμαι ότι είμαι ο Ειδικός στα θέματα αυτά, αλλά   προσπαθώ να  αποκαταστήσω το πρόβλημα...αν γίνεται!
Κάθε βοήθεια ευπρόσδεκτη...

Απο τα Ψήγματα Ορθοδοξίας
        ο διαχειριστής


...Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην,ου μάντιδα Δάφνην,ου παγάν λαλέουσαν,απέσβετο και λάλον ύδωρ

athos_grigoriou_monastery1.jpg
Η σχετική με τα είδωλα και την ειδωλολατρία πατερική γραμμα­τεία είναι εκτενής και πολύ ενδιαφέρουσα. Κατά το μέγιστο μέρος της ή σχεδόν στο σύνολό της προέρχεται από την γραφίδα κορυφαί­ων διδασκάλων και θεολόγων, αυτών που κατά τους πέντε πρώτους αιώνας έθεσαν τις βάσεις της θεολογίας και διεμόρφωσαν την απλοϊ­κή πίστη των Χριστιανών, «το απλούν σέβας», σε δόγματα, σε διδασκα­λία, άριστα διαρθρωμένη και συγκροτημένη, με τον Έλληνα λόγο, ώστε να είναι ευπρόσδεκτη από όλους, εγγραμμάτους και αγράμμα­τους, υψηλή και απρόσβλητη από παρερμηνείες και καταδολιεύσεις των αντιπάλων της.
Ο Θεός οικονόμησε ώστε κατά την πρώτη αυτή περίοδο της διαδόσεως και θαυμαστής αυξήσεως του Χριστιανισμού κατά την σκληρή περίοδο των διωγμών, αλλά και την μετά ταύτα πρώτη περίοδο της ελευθερίας και της ανέσεως, να εμφανισθούν άν­δρες κάτοχοι και της θύραθεν και της χριστιανικής παιδείας, οι οποίοι ανέλαβαν με επιτυχία το έργο της υποστηρίξεως και υπερασπίσεως του Χριστιανισμού μπροστά στις κακόβουλες και εμπαθείς συκοφαν­τίες και επιθέσεις των κρατικών αρχών και των λογίων της παλαιάς θρησκείας των ειδώλων, του συνεχιζομένου μίσους των Ιουδαίων, αλλά και της εσωτερικής διαβρώσεως από ποικίλες αιρέσεις, ιουδαΐζουσες ή ελληνίζουσες.
Αναφερθήκαμε περιοριστικά στους πέντε πρώτους αιώνες, όχι διότι σ' αυτούς περιορίζεται η εμφάνιση Πατέρων, αφού κατά την ορθόδοξη πατρολογική θέση Πατέρες και Αγίους αναδεικνύουν όλες οι εποχές, αλλά διότι το θέμα των ειδώλων, η λατρεία των ειδώλων, έπαυσε μετά ταύτα στους επομένους δεκαπέντε αιώνες να απασχο­λεί την Εκκλησία και την θεολογία, λόγω της παντελούς επικρατήσεως του Χριστιανισμού και της αδυναμίας του Εθνισμού να επι­βιώσει, έστω και παραδειγματικά σε κάποιες περιοχές, σε κάποιες κοινότητες, επαληθευθέντος πλήρως του χρησμού του Μαντείου των Δελφών:
Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβην,ου μάντιδα Δάφνηνου παγάν λαλέουσαν.απέσβετο και λάλον ύδωρ1.
Ημπορούμε κάλλιστα την ύπαρξη της ειδωλολατρίας γενικώς να την περιορίσουμε μέχρι του τέλους του τετάρτου αιώνος, αφού το απο­νενοημένο και ουτοπικό διάβημα του Ιουλιανού να την επαναφέρει, μάλλον επέσπευσε το τέλος της, λόγω της τυραννίας και της φυγαδεύσεως της ειρήνης από την αυτοκρατορία, η οποία είχε βρη την εσωτε­ρική της ενότητα και ευστάθεια κάτω από την χριστιανική πίστη.
Ο ιδιόρρυθμος χαρακτήρας του Ιουλιανού και ο θολωμένος από την θρησκευτική μισαλλοδοξία νους του δεν του επέτρεπαν ούτε στοιχειώ­δη πολιτική ευθυκρισία, αφού εστράφη με σκληρούς διωγμούς εναντί­ον των Χριστιανών, οι οποίοι όμως τώρα δεν ήσαν μειονότητα, όπως κατά την περίοδο των διωγμών, αλλά πλειονότητα μέσα σε ένα εκχρι­στιανισμένο ακόμη και στους θεσμούς και στην οργάνωση κράτος.
Τις αρνητικές αυτές προϋποθέσεις του εγχειρήματος επισημαίνει ο Άγιος Γρηγόριος Θεολόγος, ο οποίος στους δύο στηλιτευτικούς του λόγους μας διαζωγραφεί άριστα το πρόσωπο και το έργο του Ιουλια­νού, τον οποίο προσωπικά είχαν γνωρίσει στην Αθήνα αυτός και ο Μ. Βασίλειος κατά την διάρκεια των σπουδών τους.
Είχε διαβλέψει την κακή πορεία του ο Άγιος Γρηγόριος κρίνοντας από την ανώμαλη, άτακτη και νευρωτική συμπεριφορά του, και είχε πη φωναχτά «οίον κακόν η Ρωμαίων τρέφει»2, πόσο μεγάλο κακό τρέφει το κράτος των Ρωμαίων. Θα ήταν καλύτερα, γράφει, να μη επαληθευθεί η πρόβλεψή του παρά να εμφανισθεί τέτοιο τέρας, που δεν εμφανίσθηκε ποτέ προηγουμένως, και να γεμίσει με συμφορές την οικουμένη.

athos_st_pavlou_view.jpg
Ήταν ο πρώτος Χριστιανός που διενοήθη να επαναστατήσει εναντίον του Θεού. μακάρι να μην είχε επιβληθή η συνταγματική του αλλαγή, ώστε οι μεν Χριστιανοί να ήσαν απηλλαγμένοι των ενοχλήσεων, το δε κρά­τος απηλλαγμένο του εμφυλίου σπαραγμού να ζη μέσα στην παλαιά ευδαιμονία και ενότητα. Το εγχείρημα πάντως του Ιουλιανού απέβη ευεργετικό τελικά για τον Χριστιανισμό. Οι διώκτες των Χριστιανών επέσυραν την οργή του πλήθους και την κατακραυγή· πολλοί και από τους ίδιους τους διώκτες εστράφησαν εναντίον του Ιουλιανού και κατεκρήμνισαν τα είδωλα των θεών, των οποίων αντελήφθησαν την απάτη. «και ο χθες προσκυνητής σήμερον υβριστής»3.
Αυτό ανάμεσα σε μερικά άλλα εξη­γεί και τις καταστροφές των μνημείων που αποδίδουν μόνον στους Χριστιανούς οι νεοπαγανιστές. Όταν πέσει μία τυραννία, οι λεηλα­σίες και οι καταστροφές γίνονται και από τους πρώην προσκυνητές. Αυτές μάλιστα ταιριάζουν περισσότερο στους ειδωλολάτρες, γιατί αυτό το ήθος διδάσκονται από τους πολεμοχαρείς και οργίλους θεούς τους, ενώ οι Χριστιανοί κατηγορούνται από τους ίδιους για την πραότη­τα και φιλανθρωπία τους, ο δε σταυρός του Χριστού μοναδικό και ύ­ψιστο σημείο αγάπης, ανοχής και ανεκτικότητας, θεωρείται στοιχείο αδυναμίας και προκαλεί τον χλευασμό τους.
Σε μερικά βέβαια μεγάλα αστικά κέντρα, όπου υπήρχαν φιλοσοφι­κές σχολές, όπως η Αλεξάνδρεια, η Αντιόχεια, η Αθήνα, εξακολούθη­σε να προβάλλεται και να ενισχύεται και κατά τον πέμπτο αιώνα, χωρίς πάντως επίδραση στον λαό, η θρησκεία των ειδώλων. Οι ίδιοι άλλωστε οι φιλόσοφοι έπαιρναν αποστάσεις, υποκαθιστώντας την ειδωλολατρία με το φιλοσοφικό σύστημα του Νεοπλατωνισμού, που είχε και θρησκευτικό χαρακτήρα. Ήδη ο Θεοδώρητος στο έργο του «Ελληνικών θεραπευτική παθημάτων», που γράφτηκε τις πρώτες δεκαετίες του πέμπτου αιώνος (προ του 423) διαπιστώνει ότι έχουν απομείνει πολύ ολίγοι ειδωλολάτρες· μοιάζουν σαν το κατακάθι που δεν περνά από τις τρύπες του διυλιστήρος λόγω παχύτητος, πρέπει όμως και αυτοί να τύχουν της ποιμαντικής φροντίδος της Εκκλησίας, ώστε να διαλυθεί η θολούρα, η ομίχλη που τους περιβάλλει, για να δουν την λαμπρότητα του θεϊκού φωτός: «Ει γαρ και ολίγοι λίαν εισίν οι τω πάθει δεδουλωμένοι, και εοίκασιν υποστάθμη τινί παχεία, των του διυλιστήρος ου διικνουμένη πόρων δια παχύτητα, αλλ' ουν ουκ αμελητέον αυτών, ουδέ παροπτέον φθειρομένους υπό του πάθους, αλλά πάντα πόρον εξευρητέον, ώστε την επικειμένην αυτοίς ομίχλην αποσκεδάσαι και του νοερού φωτός επιδείξαι την αίγλην»4.
Καθ' όλην την διάρκεια του πέμπτου αιώνος οι φιλοσοφικές σχο­λές, συνδεδεμένες με την αρχαία θρησκεία, φυτοζωούν και παρακμά­ζουν. Ήδη από το δεύτερο μισό του δευτέρου αιώνος ο Χριστιανισμός είχε απορροφήσει εύκολα και γρήγορα τα περισσότερα στελέχη της Στοάς, του Νεοπυθαγορισμού, του Περιπάτου, της Ακαδημίας. Τον τέταρτο αιώνα υπήρχαν ακόμη επαγγελματίες εκλεκτικοί φιλόσοφοι, αλλά δεν υπήρχαν πλέον μέλη των ως άνω σχολών.
Επέζησε επί δύο ακόμη αιώνες ο Νεοπλατωνισμός, που ενδιαφερόταν να συγκρατή­σει όχι τόσο την ελληνική σκέψη όσο την καταρρέουσα ειδωλολατρία. Μετά ταύτα τα φιλοσοφικά συστήματα εμελετώντο και στις χριστια­νικές σχολές όχι ως ζωντανός λόγος, αλλά από ιστορικό ενδιαφέρον και ως αντικείμενο σπουδής. Το κλείσιμο της φιλοσοφικής νεοπλα­τωνικής σχολής των Αθηνών το 529 από τον Ιουστινιανό, που κρίνε­ται συχνά ως εχθρική ενέργεια των Χριστιανών εναντίον του Ελληνι­σμού, δεν έχει την σημασία που του αποδίδεται. ήδη, όπως ελέχθη, οι σχολές αυτού του είδους είχαν αρχίσει να φυτοζωούν και θα έκλειναν μόνες τους, χωρίς εξωτερική επέμβαση.

photographs32.jpg
Η φιλοσοφία εξακολούθη­σε να διδάσκεται στο Βυζάντιο, αποκομμένη απλώς από τον παγανι­στικό ιστό της. Έχει λεχθή προσφυώς ότι ο Ιουστινιανός δεν υπέγρα­ψε την θανατική καταδίκη της σχολής, αλλά την ληξιαρχική πράξη του φυσιολογικού της θανάτου5. Είναι λοιπόν σαφές από τα λεχθέντα ότι η πατερική γραμματεία που αναφέρεται στα είδωλα περιορίζεται στους πέντε πρώτους αιώνες, γιατί μετά ταύτα έπαυσε και στοιχειωδώς να υπάρχει η θρησκεία των ειδώλων, η οποία, όπως αποδείχθηκε, δεν αντέχει σε δύσκολες ιστορικές συνθήκες, είναι ξένα προς τη φύση της ο σταυρός και το μαρτύριο. Ακμάζει συνδεδεμένη με την δύναμη της εξουσίας, με την άνεση, τα συμπόσια, τα πανηγύρια, όπως είναι και το ήθος των θεών της. Η γραμματεία αυτή των Πατέρων δεν είναι επιθετική, αλλά α­μυντική· την προκάλεσαν οι σκληροί διωγμοί των Ρωμαίων αυτοκρατόρων εναντίον των Χριστιανών και οι αστήρικτες και συκοφαντικές κατηγο­ρίες εναντίον του Χριστού και του Ευαγγελίου ειδωλολατρών λογίων, όπως ο Κέλσος, ο Ιεροκλής και ο Πορφύριος.
Ο τελευταίος μάλιστα, μαθητής του Πλωτίνου, ασκητικός όπως ο διδάσκαλός του, αλλά λιγώτερο ανεκτικός και οικουμενικός, εισήγαγε στο νεοπλατωνικό σύστη­μα τους αποθνήσκοντες θεούς της ελληνικής αρχαιότητος· μετέβαλε τον Νεοπλατωνισμό σε θρησκεία και ήλπιζε ότι θα ανακόψει την θριαμβευτική πορεία του Χριστιανισμού, όπως επεχείρησε μισό αιώ­να αργότερα με δυναμικά μέσα ο Ιουλιανός. Έχει εκφρασθή η γνώμη ότι ίσως ο Πορφύριος να μην είναι ξένος προς την έκρηξη του τελευ­ταίου τρομερού αντιχριστιανικού διωγμού του Διοκλητιανού το 3036. Μπορεί έτσι κανείς εύκολα να διακρίνει την γραμματεία αυτή σε δύο περιόδους· στην γραμματεία της περιόδου των διωγμών, όπου βασικώς εντάσσονται τα μαρτυρολόγια, οι απολογηταί συγγραφείς του δευτέρου αιώνος και οι αλεξανδρινοί συγγραφείς Κλήμης και Ωριγένης.
Στην δεύτερη μετά την κατάπαυση των διωγμών περίοδο, τους οποίους ανανέωσε για λίγα χρόνια ο Ιουλιανός, εντάσσονται σχε­τικά συγγράμματα μεγάλων Πατέρων και διδασκάλων, όπως του Μ. Αθανασίου, του Μ. Βασιλείου, του Γρηγορίου Θεολόγου, του Γρηγορίου Νύσσης, του Ιωάννου Χρυσοστόμου, του Επιφανίου Κύπρου, του Ευσεβίου Καισαρείας, ως και η έξοχη πραγματεία του Θεοδωρήτου Κύρου που μνημονεύσαμε. Οι μεγάλοι Γαζαίοι φιλόσοφοι και θεολόγοι του έκτου αιώνος Αινείας ο Σοφιστής, Ζαχαρίας Σχολαστικός και Προκόπιος Σοφιστής, τα αποδιδόμενα στον Διονύσιο Αρεοπαγί­τη συγγράμματα, ο Ιωάννης Φιλόπονος και άλλοι συγγραφείς, που χαρακτηρίζονται ως απολογηταί, ασχολούνται με τον φιλοσοφικό προβληματισμό που προκάλεσε ο Νεοπλατωνισμός και όχι με την θρησκεία των ειδώλων.
Μικρό κεφάλαιο, όπου συμπυκνωμένα απορ­ρίπτεται η πολυθεΐα, έχει περιλάβει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός στο γνωστό δογματικό του έργο «Έκδοσις ακριβής της Ορθοδόξου πίστεως» με τίτλο «Απόδειξις, ότι εις έστι Θεός και ου πολλοί»7. Δέ­κα αιώνες μετά τον Ιουλιανό το ουτοπικό του όραμα για την αναβίωση του δωδεκαθέου επανέλαβε ο γνωστός φιλόσοφος του Μυστρά Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός, ο οποίος όμως δεν διέθετε κρατική εξου­σία για να επιβάλει με διωγμούς την αρχαία θρησκεία, πράγμα που θα έπραττε, αφού, όπως προκύπτει από τα διασωθέντα αποσπά­σματα του έργου του «Νόμων συγγραφή», προέβλεπε την θανατική ποινή για όσους θα ηρνούντο να προσκυνήσουν τα είδωλα. Δεν προ­κάλεσε πάντως μεγάλη γραμματειακή κίνηση και αντιπαράθεση, εκτός των σχετικών έργων του πατριάρχου Γενναδίου Σχολαρίου8. Για τον Πλήθωνα Γεμιστό υπάρχει ειδική εισήγηση, όπως επίσης υπάρ­χουν ειδικές εισηγήσεις για ορισμένα συγγράμματα της παλαιάς γραμ­ματείας των πέντε πρώτων αιώνων, όπως για τα μαρτυρολόγια, για τους απολογητάς και για τους αγίους Γρηγόριο Θεολόγο και Κύριλ­λο Αλεξανδρείας.
Στα μαρτυρολόγια που έχουν διασωθή, όπου κατά κάποιο τρόπο διασώζονται τα πρακτικά της δίκης των μαρτύρων ή σχετικές διηγή­σεις και περιγραφές, διατυπώνεται έξοχη επιχειρηματολογία από τους υποψηφίους μάρτυρες εναντίον της πλάνης των ειδώλων και προ­βάλλεται η πίστη στον αληθινό Θεό. Οι απολογηταί του β' αιώνος, ειδωλολάτρες φιλόσοφοι προηγουμέ­νως, γνωρίζουν πολύ καλά την αρχαία γραμματεία, τα θετικά και αρ­νητικά στοιχεία του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Υποχρεωμένοι να α­μυνθούν για ασύστατες κατηγορίες αναιρούν όσα αποδίδονται στον Χριστιανισμό και συγχρόνως προβάλλουν τα αρνητικά στοιχεία ιδιαί­τερα της αρχαίας μυθολογίας και ειδωλολατρίας.

photographs14.jpg
Η αυστηρότητά τους έναντι του αρχαίου κόσμου ποικίλλει. είναι όμως κοινή και αστασίαστη η αρνητική στάση απέναντι στην ειδωλολατρία, την οποία άλλωστε απέρριψαν σχεδόν όλοι οι αρχαίοι σοφοί, των οποίων παραθέ­τουν τις μαρτυρίες. Συνέβαλαν πάντως πολύ στην ενίσχυση των δεσμών Χριστιανισμού και Ελληνισμού με το κύρος των ως φιλοσόφων και με τον εντοπισμό θετικών στοιχείων στην αρχαία ελληνική σκέψη. Του απολογητού Αριστείδη του Αθηναίου σώζεται η «Απολογία»9 που απηύθυνε προς τον αυτοκράτορα Αδριανό με ενδιαφέρουσες εκτι­μήσεις για τους ειδωλολάτρες, που τους διακρίνει σε τρεις ομάδες, στους Χαλδαίους, στους Έλληνες και στους Αιγυπτίους.
Ο Ιουστίνος ο φιλόσοφος και μάρτυς στις δύο «Απολογίες» του10, που τις απευθύ­νει στους αυτοκράτορες Αντωνίνο τον Ευσεβή και Μάρκο Αυρήλιο, αναφέρεται συν τοις άλλοις στην ανωτερότητα του Χριστιανισμού έναντι της ειδωλολατρίας. Με την θεωρία του για τον σπερματικό λόγο και την θετική αντιμετώπιση των αρχαίων φιλοσόφων, όπως του Πλάτωνος, ενίσχυσε την προσέγγιση Χριστιανισμού και Ελληνισμού. Υπάρχουν και απολεσθέντα συγγράμματά του απευθυνόμενα «Προς Έλληνας».
Ενδιαφέροντα είναι και αρκετά ψευδοϊουστίνια κείμενα τα οποία εγράφησαν ολίγα χρόνια μετά τον Ιουστίνο ή αργότερα α­πό απολογητάς που εκράτησαν την ανωνυμία τους με χαρακτηριστικούς τίτλους: «Λόγος προς Έλληνας»11, «Λόγος παραινετικός προς Έλληνας»12, «Ερωτήσεις χριστιανικαί προς Έλληνας»13, «Ερωτήσεις ελληνικαί προς Χριστιανούς»14 κ.ά. Ο Αθηναγόρας στο έργο του «Πρεσβεία περί Χριστιανών»15, που το απευθύνει στους αυτοκράτορες Μάρκο Αυρήλιο και Κόμμοδο, αναιρεί τις τρεις βασικές κατηγορίες εναντίον των Χριστιανών για αθεότητα, ανηθικότητα και ανθρωπο­φαγία, τις οποίες επιστρέφει εναντίον των ειδωλολατρών.
Ο Θεόφιλος Αντιοχείας στο έργο του «Προς Αυτόλυκον»16 παρουσιάζει τον Χριστιανισμό ως την μόνη ασφαλή οδό προς την θεογνωσία, παραβάλλει τους ψευδείς θεούς των ειδώλων με τον αληθινό Θεό και υπερασπί­ζεται το όνομα Χριστιανός, το οποίο εχλεύαζαν οι ειδωλολάτρες. Ο Τατιανός στο έργο του «Λόγος προς Έλληνας»17 είναι αυστηρός απέ­ναντι του Ελληνισμού γενικώς. συγκρίνει την αλήθεια της χριστια­νικής πίστεως με τις δοξασίες και τον βίο των ειδωλολατρών και προ­βάλλει την αρχαιότητα του Χριστιανισμού έναντι των φιλοσοφικών διδαγμάτων, θεωρώντας την Π. Διαθήκη ως χριστιανική βίβλο, όπως πράγματι είναι.
Η «Προς Διόγνητον»18 επιστολή έχει ελάχιστα στοι­χεία για τα είδωλα. Το σκληρότερο και αυστηρότερο κείμενο για τον αρχαίο ελληνικό κόσμο και για την ειδωλολατρία είναι το έργο του Ερμεία με τίτλο «Διασυρμός των έξω φιλοσόφων»19. Του απολογητού Κοδράτου20 το σχετικό έργο μνημονεύεται, αλλά δεν σώζεται. Οι δύο μεγάλοι Αλεξανδρινοί Θεολόγοι Κλήμης και Ωριγένης ενι­σχύουν το άνοιγμα προς τον αρχαίο ελληνικό κόσμο, ακολουθώντας τους απολογητάς Ιουστίνο και Αθηναγόρα και προοδοποιώντας το έργο των μεγάλων Καππαδοκών θεολόγων και του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου, είναι όμως αυστηροί και απόλυτοι στην απόρριψη της θρησκείας των ειδώλων. Το σχετικό υλικό ο Κλήμης το έχει συγκεν­τρώσει στο έργο του «Προτρεπτικός προς Έλληνας»21, όπου ελέγχει την ασέβεια και τον βίο των Εθνικών προβάλλοντας αντίστοιχα την θεοσέβεια και το ήθος των Χριστιανών, με εντυπωσιακό πλούτο παρα­θέσεων από την αρχαία γραμματεία. Σχετικό υλικό υπάρχει και στο έργο του «Στρωματείς»22.
Στον Κλήμεντα οφείλουμε την βασική θέση για την ενιαία πορεία, σε διαφορετικούς δρόμους, των Ιουδαίων και των Ελλήνων προς τον Χριστό. η φιλοσοφία παιδαγωγούσε τους Έλληνες και τους οδηγούσε στον Χριστό, όπως ο νόμος τους Εβραίους. Ανάμεσα στο πλήθος των πολυποίκιλων συγγραμμάτων του Ωριγένη σώζεται και το έργο «Κατά Κέλσου»23. Σ' αυτό αναιρεί ο με­γάλος θεολόγος το πολεμικό έργο που έγραψε ο ειδωλολάτρης λόγιος Κέλσος με τίτλο «Αληθής Λόγος» εναντίον του Χριστιανισμού, στο οποίο θέλει να αποκρούσει την άποψη του Ιουστίνου και των απο­λογητών περί του Χριστού ως θείου Λόγου και να αποδείξει ότι ο αληθής λόγος είναι ο ιδικός του, ο φιλοσοφικός. Εκτός από την αναίρεση των θέσεων του Κέλσου το έργο θεωρείται σημαντικό, γιατί μας διέσωσε το κείμενο του «Λόγου Αληθούς», το οποίο ακολουθεί κατά πόδας. διαφορετικά δεν θα το γνωρίζαμε, αφού δεν σώθηκε σε άλλες εκδόσεις.

14.09.2004.jpg
Ο «Λόγος Αληθής» του Κέλσου είναι το πρώτο συστηματι­κό αντιχριστιανικό έργο από της πλευράς του Εθνισμού, γι' αυτό και ο Ωριγένης αισθάνθηκε την ανάγκη να αναιρέσει, χαρίζοντας στον Χριστιανισμό ένα από τα βασικά απολογητικά έργα της αρχαιότητος. Την μετά τους διωγμούς δεύτερη περίοδο της αντιειδωλολατρικής γραμματείας εγκαινιάζει ο Μ. Αθανάσιος με το έργο του «Κατά Ελλήνων» ή «Κατά ειδώλων»24 σύμφωνα με άλλη γραφή. Ξαναδιαβάσα­με το έργο αυτό αυτές τις ημέρες και εντυπωσιασθήκαμε από την κα­θαρότητα της σκέψης, την συστηματικότητα της ανάπτυξης, την δύ­ναμη των επιχειρημάτων, την θεολογική συνέπεια και ακρίβεια του νεαρού θεολόγου και συγγραφέως, ο οποίος, όταν το έγραφε προ της αρειανικής έριδος (προ του 318), βρισκόταν στην ηλικία των είκοσι ετών.
Ανήκει στα καλύτερα ή ίσως είναι το καλύτερο σχετικό έργο της εκκλησιαστικής αρχαιότητος, αφού τα επίσης άριστα έργα του Αγίου Γρηγορίου Θεολόγου, του Αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας και του Θεοδωρήτου Κύρου έχουν διαφορετική δομή και σύνθεση, πολύτι­μα πάντως και αυτά, εφάμιλλα και ισάξια. Περιγράφει κατ' αρχήν πώς έφθασε το ανθρώπινο γένος στην ειδωλολατρία, που θεωρείται προϊόν και συνήγορος της αμαρτίας, και ελέγχει κατόπιν τις ηθικές παρεκτροπές των θεών που επηρεάζουν και την ηθική συμπεριφορά των ανθρώπων, στηριζόμενος σε όσα οι ποιηταί και οι λογογράφοι παραδίδουν.
Είναι αυστηρός αλλά αληθινός ο ισχυρισμός του κατά τον οποίο, «ει γαρ τις των παρ' αυτοίς λεγομένων θεών λάβοι τας πράξεις, ευρήσει μη μόνον ουκ είναι αυτούς θεούς, αλλά και των αν­θρώπων τους αισχίστους γεγονότας»25 Στη συνέχεια δείχνει ότι ο Θεός «ανελών την των εθνών ή ειδώλων αθεότητα»26 με την πολλαχού της Π. Διαθήκης απόρριψη και καταδίκη της, δεν άφησε το ανθρώπι­νο γένος να φέρεται άμοιρο της αληθινής θεογνωσίας.
Σ' αυτήν οδη­γούν με ασφάλεια, εκτός από την Αγία Γραφή, η ίδια η ανθρώπινη φύση, που έχει μέσα της και όχι έξω ή μακρυά την γνώση του Θεού, αλλά και ο θαυμαστός κόσμος της δημιουργίας, η παναρμόνια κτίση, ώστε να μην υπάρχει καμμία πρόφαση και δικαιολογία για τους ειδω­λολάτρες, διότι και γι' αυτούς υπάρχει μέσα στην ψυχή τους και έξω στον κόσμο της δημιουργίας ο δρόμος της γνώσεως του αληθινού Θεού. Πριν αναφερθούμε στους τρεις Καππαδόκες θεολόγους, που συνε­χίζουν την παράδοση των Αλεξανδρινών, πρέπει να μνημονεύσουμε τον πολυμαθή εκκλησιαστικό ιστορικό Ευσέβιο Καισαρείας, στενό φίλο και σύμβουλο του Μ. Κωνσταντίνου, στον οποίο (Μ. Κωνσταν­τίνο) οφείλεται η νίκη και ο θρίαμβος του σταυρού εναντίον της πλά­νης των ειδώλων.
Το θείας όντως εμπνεύσεως και παρακινήσεως απο­στολικό έργο του Μ. Κωνσταντίνου άλλαξε την ιστορία της ανθρωπότητος, εδημιούργησε την αληθινή, την χριστιανική Νέα Εποχή, την χριστιανική οικουμένη, την οποία τώρα προσπαθούν να παραμε­ρίσουν άλλες δυνάμεις με την παγκοσμιοποίηση της Νέας Εποχής, όχι του Χριστού, αλλά του Αντίχριστου, στην οποία υπάγονται και οι θορυβώδεις σύλλογοι και κινήσεις των πάσης φύσεως νεοειδωλολατρών.
Έτσι δικαιολογείται το μίσος και η απέχθειά τους εναντίον του μεγάλου αγίου βασιλέως και αποστόλου, ο οποίος πρώτος ανάμεσα σε όλους τους βασιλείς υπέταξε την βασιλική αλουργίδα, το κράτος, στο θέλημα του Θεού, και έκανε πραγματικότητα την επί γης βασιλεία του Θεού κατά την βυζαντινή χιλιετία. Μία σοβαρή παρά­λειψη του συνεδρίου μας είναι ότι απουσιάζει μία σχετική εισήγηση για το κοσμοϊστορικό έργο των αγίων θεοστέπτων και ισαποστόλων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης.
church-out.jpg
Ο Ευσέβιος Καισαρείας λοιπόν ετοίμασε περί το 303 ογκώδες σύγγραμμα «Κατά Πορφυρίου», αποτελούμενο από 25 βιβλία, για να απαντήσει στις κατηγορίες και συκοφαντίες του εθνικού λογίου. Δυσ­τυχώς το έργο χάθηκε, όπως χάθηκε και το έργο του Πορφυρίου, και ελάχιστα μόνο παραθέματα σώζονται στα κείμενα του Ιερωνύμου. Με άλλο έργο του απάντησε επίσης στον Ιεροκλή, έπαρχο της Βι­θυνίας κατά τον μεγάλο διωγμό του 303, ο οποίος μιμούμενος τον «Λόγο Αληθή» του Κέλσου συνέταξε έργο με τίτλο «Λόγος Φιλαλή­θης», όπου προέβαλλε κυρίως τον Απολλώνιο Τυανέα στη θέση του Χριστού.
Ο Ευσέβιος απήντησε με το μικρό δοκίμιό του «Προς τα του Ιεροκλέους εις Απολλώνιον τον Τυανέα»27. Σε απολεσθέν επίσης έργο του με τίτλο «Έλεγχος και Απολογία», που υπενθυμίζει πα­λαιότερο έργο του Διονυσίου Αλεξανδρείας, ανεσκεύαζε κατηγορίες εθνικών εναντίον του Χριστιανισμού. Το σπουδαιότερο όμως απολο­γητικό έργο του είναι η διλογία θα λέγαμε που φέρει τους τίτλους «Ευαγγελική Προπαρασκευή»28 και «Ευαγγελική Απόδειξις»29.
Στο πρώτο εξετάζονται όλα τα της πολυθεΐας των Ελλήνων και προ­βάλλεται η αρχαιότης και η ανωτερότης της θρησκείας της Π. Δια­θήκης, για να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ορθώς οι Έλληνες εγκα­τέλειψαν την πολυθεΐα και αποδέχθηκαν τον Χριστιανισμό. Απάντηση στις κατά του Χριστιανισμού κατηγορίες δίνει ο Ευσέβιος χρησιμοποιώντας τους ίδιους τους φιλοσόφους της ελληνικής αρχαιότη­τος. Το δεύτερο βιβλίο, η «Ευαγγελική Απόδειξις», απευθύνεται προς τους Ιουδαίους, έχει όμως σχέση και με τους εθνικούς και την απαντώμενη σ' αυτούς υποτίμηση της Π. Διαθήκης, η οποία και σήμερα έντονα υποστηρίζεται από τους νεοειδωλολάτρες.
Ο Ευσέβιος υπο­στηρίζει ότι οι Χριστιανοί δεν εντάσσονται στον Ιουδαϊσμό, αλλά στην θρησκεία των πατριαρχών και των προφητών, όπου φωτίζεται και προαναγγέλλεται το πρόσωπο και το έργο του Χριστού. Του Μ. Βασιλείου το πιο γνωστό έργο είναι ο «Λόγος προς τους νέους όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων»30, όπου συνιστά επι­λεκτική χρήση της αρχαίας γραμματείας και ολοκληρωτική απόρρι­ψη των όσων παρουσιάζει περί των θεών.
Σημαντικές αναφορές στα είδωλα υπάρχουν και σε άλλα του έργα. Του αγίου Γρηγορίου Θεο­λόγου υπάρχουν οι δύο «Στηλιτευτικοί λόγοι κατά Ιουλιανού βασιλέως»31, στους οποίους αναφερθήκαμε. Του αγίου Γρηγορίου Νύσσης ο «Λόγος Κατηχητικός Μέγας»32 συχνά αναφέρεται με απολογητι­κή τάση στις δοξασίες των Εθνικών και των Ιουδαίων. Το μικρό έργο του επίσης «Προς Έλληνας εκ των κοινών εννοιών»33 αποσκοπεί να δείξει ότι η περί Αγίας Τριάδος χριστιανική διδασκαλία δεν καταλήγει σε πολυθεΐα, που είναι ασέβεια. Και εις άλλα έργα του υπάρ­χουν σχετικές αναφορές.
Του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου σχετικές είναι οι απολογητικές πραγματείες «Κατά Ιουδαίων και Ελλήνων»34 και «Εις Βαβύλαν κατά Ιουλιανού και Ελλήνων»35, ενώ σχετικές αναφορές υπάρχουν και εις άλλα έργα. Του Αγίου Κυρίλλου Αλε­ξανδρείας υπάρχει το έργο «Υπέρ της των Χριστιανών ευαγούς θρη­σκείας προς τα του εν αθέοις Ιουλιανού»36, για το οποίο θα ακουσθεί ειδική εισήγηση. Ο Θεοδώρητος τέλος, όπως ήδη μνημονεύσαμε, συν­έγραψε το έργο «Ελληνικών παθημάτων θεραπευτική»37, που θεω­ρείται ένα από τα καλύτερα και ίσως το καλύτερο απολογητικό έργο της αρχαιότητος, μολονότι εμείς θεωρούμε την εκτίμηση αυτή ότι ται­ριάζει περισσότερο στο έργο του Μ. Αθανασίου «Κατά Ελλήνων» ή «Κατά ειδώλων».
img_5600.jpg
Επίλογος
Σ' αυτό λοιπόν τό έργο εκτιμά ο Μ. Αθανάσιος ότι η θεοσέβεια και η γνώση του αληθινού Θεού δεν χρειάζεται τόσο πολύ την διδασκα­λία των ανθρώπων, γιατί αποκτάται μόνη της. Την ευρίσκει κανείς και μέσα στην Αγία Γραφή, όπως και στα συγγράμματα των Αγίων Πατέρων, με τα οποία καταλαβαίνει κανείς ότι η διδασκαλία του Ευ­αγγελίου δεν είναι ούτε ευτελής ούτε παράλογη, όπως χλευαστικά ισχυρίζονται οι ειδωλολάτρες, στρεφόμενοι ιδιαίτερα με μεγάλη πώρωση και αναισθησία εναντίον του Σταυρού του Χριστού. Δυστυχώς η χλεύη αυτή επαναλαμβάνεται και στις ημέρες μας από τους ποικίλους κύκλους των νεοειδωλολατρών.
Στα σχετικά συγγράμματά τους οι Πατέρες ελέγχουν την αμάθεια και την προκατάληψή τους, ώστε να μη κλονισθεί η πίστη των Χριστιανών, αλλά και να ακολουθήσουν την αλήθεια του Ευαγγελίου όσοι εξακολουθούν να ζουν στην πλά­νη των ειδώλων ή να επιστρέψουν όσοι και στις ημέρες μας παρασύρον­ται από την εκμετάλλευση του πατριωτισμού και την μόδα της πολυθεΐας και πολυπολιτισμικότητας.
Η ειδωλολατρία είναι ανοησία και παραφροσύνη, γιατί αντί του κτίστη θεοποιεί τα κτίσματα, και οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην έκλυση των ηθών και σε πάθη ατιμί­ας, όπως ο απόστολος Παύλος θεόπνευστα διεκήρυξε στο πρώτο κεφά­λαιο της «Προς Ρωμαίους» επιστολής. Ο Αντίχριστος επιχειρεί, αλλά δεν θα μπορέσει να ακυρώσει το έργο του Χριστού.
Πηγή: www.impantokratoros.gr


«Είδωλα και Ειδωλολατρία
στους Πατέρες της Εκκλησίας»
του πρωτ. Θεοδώρου Ζήση
Καθ. Θεολ. Σχολ. ΑΠΘ




Πέμπτη 25 Ιουνίου 2015

Η οδύνη της κολάσεως. Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

 

ΟI ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΗΔΟΝΕΣ δεν διαφέρουν κα­θόλου από τις σκιές και από τα όνειρα. Πριν καλά καλά τις γευθή ο αμαρτωλός, σβήνουν. Ενώ οι τιμωρίες που επισύρουν είναι χωρίς τέλος. Και το γλυκό που προσφέρουν στον άν­θρωπο είναι λίγο, ενώ το πικρό αιώνιο. Όποια σχέσι υπάρχει ανάμεσα σ' ένα όνειρο μιας ημέρας και ολοκλήρου τού χρόνου της ζωής μας, τέτοια υπάρχει ανάμεσα στις εδώ απο­λαύσεις και στις μελλοντικές τιμωρίες. Και ποιος, αλήθεια, θα προτιμούσε να ιδή ένα ευχάριστο όνειρο και εξ αιτίας του να τιμωρήται σ' όλη του την ζωή;
Ας αποφύγουμε, αγαπητοί, την πονηρία του διαβόλου (που μας ξεγελά με μικρά πράγματα και μας κάνει να χάνουμε τα μεγάλα). Ας αποφύγουμε να υποστούμε μαζί με αυτόν την καταδίκη. Για να μην ειπή και σ' εμάς ο Κριτής: Πορεύεσθε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβάλω και τοις αγγέλοις αυτού (Ματθ. κε', 41).
Αλλά, λέγουν μερικοί, ο Θεός είναι φιλάνθρωπος· δεν πρόκειται να συμβή αυτό. Τους ερωτούμε: Τότε λοιπόν αυτά γράφηκαν χωρίς λόγο; Όχι, αλλά για απειλή, για να είμαστε φρόνιμοι και καλοί. Αλλά, αν δεν είμαστε φρόνιμοι και παρα­μένουμε κακοί, δεν θα επιφέρη την κόλασι; Δεν θα αποδώση στους ενάρετους τις αμοιβές; Ναι. Θα τους αμείψη. Στον Θεόν ταιριάζει να κάνη ευεργεσία και περισσότερο από ό,τι αξίζουμε. Ώστε εκείνα είναι αληθινά, και οπωσδήποτε θα πραγμα­τοποιηθούν, ενώ τα σχετικά με την κόλασι δεν αληθεύουν;
Ω, πόση είναι η κακοτεχνία τού διαβόλου! Ω πόσο απάν­θρωπη είναι αυτή η φιλανθρωπία! Ιδική του είναι αυτή η σκέψις· σκέψις που χορηγεί ανωφελή χάρι και οδηγεί στην αμέλεια και στην ραθυμία. Επειδή γνωρίζει ο διάβολος ότι ο φόβος της κολάσεως ωσάν χαλινάρι σφίγγει και συμμαζεύει την ψυχή μας και την απομακρύνει από το κακό, προσπαθεί πάση θυσία να τον ξερριζώση, ώστε άφοβα να προχωρούμε προς τους γκρεμούς.
Ό,τι αναφέρουμε από την Γραφή για την κόλασι, λέγουν οι αντίθετοι πως γράφθηκε για απειλή. Καλά, ας πούμε ότι αυτό ισχύει για τα μελλοντικά, παρ' όλο που κάτι τέτοιο είναι πολύ ασεβές. Αλλά για όσα έγιναν, για όσα πραγματοποιήθηκαν, τι έχουν να ειπούν;
Τους ερωτούμε λοιπόν: Ακούσατε για τον κατακλυσμό, για την πανωλεθρία εκείνη; Μήπως και αυτό είχε ειπωθή για απειλή; Δεν έγινε, δεν πραγματοποιήθηκε; Δεν το μαρτυρούν και τα βουνά της Αρμενίας, όπου στάθηκε και παρέμεινε η κιβωτός; Και τα απομεινάρια της κιβωτού αυτής δεν σώζονται μέχρι και τώρα για να θυμίζουν το γεγονός; Έτσι έλεγαν και τότε μερικοί. Και ενώ επί εκατό έτη κατασκευαζόταν η κιβωτός, και ο δίκαιος Νώε εφώναζε, κανείς δεν επίστευε. Και επειδή δεν επίστευσαν στην απειλή των λόγων, υπέστησαν ξαφνικά την τιμω­ρία των πραγμάτων.


Εκείνος λοιπόν που επέφερε σ' αυτούς τόσο μεγάλη τι­μωρία, δεν θα μας τιμωρήση εμάς πολύ περισσότερο; Διότι βέβαια τα κακά που γίνονται τώρα δεν είναι μικρότερα από τα κακά που εγίνονταν τότε. Τώρα δεν υπάρχει είδος αμαρτίας που να μη διαπράττεται.
Πέστε μου εσείς που έτυχε να πάτε κάποτε στην Παλαι­στίνη. Πέστε να το ακούσουν και όσοι δεν επήγαν. Εκεί που καταλήγει ο ποταμός Ιορδάνης υπάρχει μία περιοχή πολύ εύ­φορη. Η καλύτερα υπήρχε. Τώρα δεν υπάρχει. Ήταν σωστός παράδεισος. Σύμφωνα με την Γραφή, είδε ο Λωτ όλη την περίχωρο του Ιορδανού που ποτιζόταν σαν τον παράδεισο τού Θεού (Γένεσ. ιγ',10). Αυτή λοιπόν η περιοχή η τόσο ευθαλής, που μπορούσε να αμιλλάται τις πιο εύφορες περιοχές, που έφθανε στην βλάστησι τον παράδεισο τού Θεού, σήμερα κατήντησε πιο άγονη από όλες τις έρημους.
Μπορεί να συνάντησης σ' αυτήν την περιοχή δένδρα και να δης επάνω τους καρπούς. Αλλά ο καρπός είναι για να θυμίζη την οργή τού Θεού. Συναντάς ροδιές. Τα κλωνάρια και ο καρπός φαίνονται ωραία εξωτερικά και σ' όποιον δεν ξέρει δίνουν πολ­λές ελπίδες. Μόλις όμως πιάσης στα χέρια σου τους καρπούς Και τους σπάσης, μόνο σκόνη και στάχτη θα ιδής να κρύβουν μέσα τους.
Συναντάς εκεί δένδρα και καρπούς, αλλά χωρίς να είναι στην πραγματικότητα δένδρα και καρποί. Συναντάς αέρα και νερό, αλλά δεν έχουν καμμία σχέσι με τον αέρα και το νερό. Όλα εκεί είναι άκαρπα, όλα είναι άγονα, όλα μιλούν για την οργή που ξέσπασε και προεικονίζουν την μελλοντική οργή.
Αυτό που σάς ανέφερα μήπως είναι λόγια απειλητικά; Μήπως λόγια που κάνουν κρότο; Όχι δεν πρόκειται για λόγια. Είναι πραγματικότητες.
Εάν λοιπόν κάποιος δεν πιστεύη στην κόλασι, ας συλ­λογίζεται τα Σόδομα, ας σκέπτεται τα Γόμορρα· την τιμωρία που υπέστησαν και που φαίνεται ακόμη. Αυτό είναι σημάδι και απόδειξις για την αιώνια κόλασι.
Μα, θα πήτε, αυτά τα λόγια για την καταστροφή των Σο­δόμων και Γομόρρων είναι κουραστικά. Αλλά εκείνα τα δικά σου λόγια ότι δεν υπάρχει κόλασις και ότι απλώς μας απειλεί ο Θεός, δεν είναι κουραστικά; Εάν εσύ επίστευες στα λόγια τού Χριστού, εγώ δεν θα αναγκαζόμουν να φέρω αποδείξεις για την κόλασι.
Τότε, στα Σόδομα, υπήρχε ένα φοβερό αμάρτημα. Μόνον ένα. Επιδίδονταν σε μια ασέλγεια και γι' αυτό τιμωρήθηκαν. Τώρα όμως γίνονται αναρίθμητα αμαρτήματα και σαν αυτό και ακόμη χειρότερα. Σε ερωτώ λοιπόν: Ο Θεός που τότε άφησε να ξεσπάση η οργή Του και δεν δυσωπήθηκε ούτε από την ικεσία τού Αβραάμ ούτε από τον Λωτ που κατοικούσε στην πόλι και που τις ίδιες τις θυγατέρες του εξέθεσε προκειμένου να διάσωση την τιμή των δύο απεσταλμένων Του, πως τώρα θα μας λυπηθή με τόσα αμαρτήματα; Τα λόγια αυτά, ότι δεν υπάρχει κόλασις, είναι αστεία, φλυαρίες, πλάνη και απάτη τού διαβόλου.
Θέλεις να σου φέρω και άλλο παράδειγμα; Θα σου φέρω τον γνωστό Φαραώ, τον βασιλέα της Αιγύπτου. Γνωρίζεις ασφα­λώς πως τιμωρήθηκε και πως καταποντίσθηκε και αυτός και τα άρματά του και το ιππικό του στην Ερυθρά θάλασσα.
Θέλεις και άλλα παραδείγματα, γιατί θα μου πης ότι εκεί­νος ήταν πολύ ασεβής. Και πράγματι ήταν ασεβής. Γι' αυτό θα σου δείξω πως τιμωρήθηκαν άλλοι που πίστευαν και ήταν κοντά στον Θεόν. Άκουσε τι λέγει ο Παύλος: Ας μη πορνεύουμε, όπως και μερικοί από αυτούς (τους Ισραηλίτες στην έρημο), και εξ αιτίας αυτού θανατώθηκαν σε μία ημέρα εικοσιτρείς χι­λιάδες. Και ας μη γογγύζουμε, όπως μερικοί απ' αυτούς, και απωλέσθησαν από τον εξολοθρευτή άγγελο. Και ας μη πειράζουμε τον Χριστόν, όπως μερικοί απ' αυτούς, και θανατώθηκαν από τα φίδια (Α' Κορ. ι', 810).
Αν λοιπόν είχε τέτοιο ολέθριο αποτέλεσμα η πορνεία και ο γογγυσμός, τι ολέθριες συνέπειες θα έχουν τα ιδικά μας αμαρτήματα;

2506_107847399912_106153794912_2371611_4293880_n.jpg
Εάν όμως ο Θεός τώρα δεν τιμωρή αμέσως, μη θαυμάσης. Εκείνοι δεν ήξεραν τίποτε για μελλοντική κόλασι, γι' αυτό και έτιμωρούντο την ίδια ώρα. Εσύ όμως όσες αμαρτίες διαπράττεις, και αν καθόλου δεν τιμωρηθής εδώ, θα τις πλήρωσης εκεί. Έπειτα σκέψου και τούτο: Εάν εκείνους, τους Ισραηλίτες, που ευρίσκονταν σε νηπιακή πνευματική κατάστασι και δεν διέπρα­ξαν τόσο μεγάλες αμαρτίες, τους τιμώρησε πολύ, πως λοιπόν εμάς θα μας λυπηθή; Κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο. Εμείς, έστω και αν διαπράττουμε τις ίδιες αμαρτίες, αξίζουμε μεγαλύ­τερη κόλασι. Γιατί; Διότι γευθήκαμε περισσότερη Χάρι. Όταν λοιπόν είμαστε ένοχοι για περισσότερα και μεγαλύτερα αμαρτή­ματα, πως δεν θα τιμωρηθούμε;
Θα πω και κάτι άλλο για τους Ισραηλίτες. Και ας μη νομίση κανείς ότι τους θαυμάζω ή ότι τους συγχωρώ. Μη γέ­νοιτο! Όταν ο Θεός τιμωρή, εκείνος που θα κρίνη διαφορετικά, το κάνει από σκέψι διαβολική. Όχι, δεν τους επαινώ, ούτε τους συγχωρώ, αλλά θέλω να δείξω την δική μας κακία. Εκείνοι λοι­πόν έπεφταν μεν στην πορνεία, αλλά μόλις είχαν βγή από το κακό περιβάλλον της Αιγύπτου, και καλά καλά δεν είχαν ακούσει τι κακό είναι η πορνεία. Ενώ εμείς έχουμε παραλάβει από τις προηγούμενες γενεές τις σωτήριες διδασκαλίες. Κατά συνέπεια αξίζουμε περισσότερη κόλασι.
Θέλεις να ακούσης και μερικά ακόμη, όσα έπαθαν δηλαδή οι Ισραηλίτες πείνες, λοιμώδεις αρρώστειες, πολέμους, αιχμαλωσίες στην εποχή των Βαβυλωνίων, των Ασσυρίων, των Μακεδόνων, του Αδριανού και τού Βεσπασιανού; Θέλω, αγαπητέ, να σου τα διηγηθώ, αλλά μη φύγης μακρυά.
Προηγουμένως θα σου διηγηθώ κάποιο άλλο: Είχε πέσει κάποτε πείνα, και ο βασιλεύς εβάδιζε στο τείχος της Σαμάρειας. Τον πλησιάζει μία γυναίκα και δείχνοντας του μίαν άλλη, του λέγει: Βασιλεύ,. αυτή η γυναίκα μου είπε: Να ψήσουμε σήμερα και να φάμε τον δικό σου γυιό, και αύριο τον δικό μου. Και ψή­σαμε και φάγαμε τον δικό μου, αλλά τον δικό της δεν τον δίνει (Δ' Βασιλ. στ',26 28). Ποια συμφορά χειρότερη από αυτή μπο­ρούσε να υπάρξη. Και άλλου σημειώνει ο Προφήτης: Χέρια ευσπλαγχνικών γυναικών έψησαν τα παιδιά τους (Θρήνοι, δ',10). Τέτοια τιμωρία υπέστησαν οι Ιουδαίοι. Εμείς λοιπόν δεν θα υποστούμε πολύ μεγαλύτερη;
Θέλεις να ακούσης και άλλες Ιουδαϊκές συμφορές; Διά­βασε τα βιβλία που έγραψε ο ιστορικός Ιώσηπος, και τότε θα μάθης όλη εκείνη την τραγωδία (της καταστροφής της Ιερουσαλήμ 70 μ. Χ.). Ανάμεσα στα άλλα δεινά έπεσαν σε τόση φοβερή πείνα, που αναγκάσθηκαν να φάγουν και τις ζώνες τους και τα υποδήματα τους και άλλα πιο βδελυκτά πράγματα. Όλα η ανάγκη τα ωδηγούσε στο στόμα, όπως ση­μείωσε κάπου ο συγγραφεύς αυτός. Και δεν σταμάτησαν σ' αυτά, αλλά έφθασαν στο σημείο να φάγουν τα ίδια τα παιδιά τους!
Ίσως έτσι σε πείσουμε ότι υπάρχει κόλασις. Σκέψου; Εάν εκείνοι κολάζονταν, εμείς γιατί να μη κολασθούμε; Και πως είναι λογικό να μη κολαζώμαστε, την στιγμή που δια­πράττουμε χειρότερα αμαρτήματα; Το πράγμα είναι απλούν: Δεν τιμωρούμεθα, διότι μας περιμένει η μελλοντική κόλασις. Υπάρχει άμεση σχέσις μεταξύ αμαρτίας και κολάσεως. Και πριν από την μελλοντική κόλασι, οι πονηροί και οι αμαρ­τωλοί κολάζονται εδώ.
Βλέπεις έναν άνθρωπο που απολαμβάνει πολυτελή φαγη­τά και φορεί μεταξωτά ρούχα και προχωρεί έφιππος και με συνοδεία και καμαρώνει στην αγορά. Μη σταματήσης στα εξω­τερικά, αλλά άνοιξε και παρατήρησε την συνείδησί του, και θα ίδής εκεί μέσα πολύ θόρυβο από αμαρτίες, συνεχή φόβο, ανατα­ραχή. Θα ιδής να κάθεται η συνείδησις σαν δικαστής σε βασι­λικό θρόνο και οι λογισμοί να παραστέκουν σαν δήμιοι και να κρέμα την διάνοια και να την τιμωρή και να την πληγώνη για τα αμαρτήματα και να φωνάζη δυνατά. Και όλα αυτά χωρίς κανείς να τα αντιλαμβάνεται, παρά μόνο ο Θεός.


Ο μοιχός επί παραδείγματι, όσο πλούσιος και αν είναι, όσο και αν δεν τον κατηγορή κανείς, δεν παύει μέσα του να κατηγορή ο ίδιος τον εαυτό του. Η ηδονή που απήλαυσε υπήρξε πρόσκαιρη, ενώ η οδύνη διαρκής. Από παντού τον περικυκλώ­νει φόβος και τρόμος, υποψία και αγωνία. Φοβάται τα στενά δρομάκια, τρέμει τις σκιές, τρέμει τους υπηρέτες του, αυτούς που γνωρίζουν την υπόθεσι, αυτούς που την αγνοούν, την αδικη­μένη γυναίκα, τον ατιμασμένο σύζυγο.
Όπου και να πάη, περιφέρει μαζί του σαν αμείλικτο κατήγορο, την συνείδησί. Μόνος του καταδικάζει τον εαυτό του, και δεν μπορεί καν να πάρη αναπνοή. Είτε ευρίσκεται στο κρεββάτι είτε στο τραπέζι είτε στην αγορά είτε στο σπίτι είτε ήμερα είτε νύχτα, ακόμη και στα όνειρα βλέπει την αμαρτία πού διέπραξε και ζει την ζωή τού Κάϊν, στενάζοντας και τρέμον­τας όπως εκείνος. Και ενώ κανείς δεν το γνωρίζει, αυτός κου­βαλάει μέσα του φωτιά.
Παρόμοια πάσχουν και οι άρπαγες και οι πλεονέκτες. Επίσης και οι μέθυσοι, και γενικώς καθένας που ζει μέσα στην αμαρτία. Διότι είναι αδύνατο να καταργηθή το δικαστήριο της συνειδήσεως.
Όταν λοιπόν δεν ζούμε μέσα στην αρετή, υποφέρουμε γι' αυτό. Όταν ζούμε μέσα στην κακία, μόλις σταματήση η ηδονή της αμαρτίας αρχίζει η οδύνη.
Και αν ακόμη δεν υπήρχε κόλασις, το να χάση κανείς τον παράδεισο, μικρή κόλασις είναι; Μικρή τιμωρία είναι το να μη καταταγή στην χορεία των εισερχομένων στον παράδεισο; Το να στερηθή από την ανέκφραστη εκείνη δόξα; Το να άποκλεισθή από εκείνη την πανηγύρι και τα ανεκλάλητα αγαθά και να πεταχθή έξω;
Γνωρίζω ότι πολλοί φρίττουν και τρέμουν μόλις σκεφθούν την κόλασι. Εγώ όμως την έκπτωσι από την δόξα τού παραδεί­σου την θεωρώ πολύ πικρότερη από την κόλασι. Εάν βέβαια δεν είναι δυνατόν να παρουσιασθή αυτό με λόγια, δεν έχει ση­μασία. Άλλωστε δεν γνωρίζουμε την μακαριότητα εκείνων των αγαθών, ώστε να κατανοήσουμε ακριβώς και την αθλιότητα που έχει η στέρησίς τους. Ο Παύλος όμως που τα εγνώριζε αυτά με ακρίβεια, μας βεβαιώνει πως η έκπτωσις από την δόξα τού Χρι­στού είναι το χειρότερο απ' όλα. Εμείς αυτό θα το αντιληφθούμε, όταν τύχη και το δοκιμάσουμε στην πράξι.
Αλλά ας μη πάθουμε ποτέ τέτοιο πράγμα, ω Μονογενή Υιέ τού Θεού, και ας μη γευθούμε ποτέ την ανυπόφορη κόλασι.
Πόσο κακό είναι να χάσουμε εκείνα τα αγαθά, δεν μπορεί κανείς εύκολα να το περιγράψη. Εγώ όμως όσο μου είναι δυνατό, θα προσπαθήσω και θα αγωνισθώ να σας το παρουσιάσω κάπως με ένα παράδειγμα.
Ας υποθέσουμε ότι υπάρχει ένα αξιοθαύμαστο παιδί, που μαζί με την αρετή έχει και την βασιλεία όλης της οικουμένης. Και είναι τόσο πολύ ενάρετο προς όλους, ώστε να μπορή να τους κάνη όλους να το αγαπούν στοργικά, σα να ήταν πατέρες του· να το βλέπουν με πατρική φιλοστοργία να το νιώθουν σαν παιδί τους.
Φαντασθήτε τώρα τι δεν θα είναι έτοιμος να υποστή με ευχαρίστησι ο ιδικός του πατέρας, για να μη χάση την σχέσι του και την συντροφιά του! Τι μικρό ή μεγάλο κακό δεν θα είναι έτοιμος να δοκιμάση, προκειμένου να το βλέπη και να το απολαμβάνη;
Κάτι παρόμοιο ας σκεπτώμαστε και για εκείνη την δόξα. Δεν είναι τόσο ποθητό και αγαπητό στον πατέρα το παιδί, όσο ενάρετο και αν είναι, σαν την απόκτησι εκείνων των αγαθών, σαν το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι (Φιλιπ. α',23), να φύγη δηλαδή κανείς από αυτήν την ζωή και να πάη κοντά στον Χριστόν.

163641_1762746117341_1499731412_1882160_2196841_n.jpgΗ γέεννα και η κόλασις είναι ένα πράγμα αφόρητο. Πλην όμως, έστω και αν βάλη κανείς αναρίθμητες κολάσεις, τίποτε δεν ισοδυναμεί με το να χάσουμε την μακαρία εκείνη δόξα, το να μισηθούμε από τον Χριστόν, το να ακούσουμε δεν σάς γνω­ρίζω (Λουκ. ιγ',27), το να κατηγορηθούμε ότι Τον είδαμε πεινα­σμένο και δεν Τον εθρέψαμε. Θα ήταν προτιμότερο να υποστού­με αναρίθμητους κεραυνούς, παρά να ιδούμε το πρόσωπο εκείνο το ήμερο να μας αποστρέφεται και το γαλήνιο μάτι να μη ανέ­χεται να μας βλέπη.
Δεν βλέπεις ότι μερικοί έχουν περιπέσει σε συμφορές, είναι ανάπηροι στο σώμα και υποφέρουν τα πάνδεινα, ενώ άλλοι καλοπερνούν; Μερικοί που διέπραξαν φόνους τιμωρούνται, ενώ άλλοι ξεφεύγουν την τιμωρία. Μερικοί από τους μοιχούς τιμω­ρούνται, ενώ άλλοι πεθαίνουν ατιμώρητοι. Αλλά και πόσοι τυμβωρύχοι δεν διέφυγαν την τιμωρία; Πόσοι ληστές; Πόσοι πλεονέκτες; Πόσοι κλέπτες και άρπαγες;
Όταν λοιπόν ιδής ανθρώπους που διέπραξαν τα ίδια αμαρτήματα ή και περισσότερα, και μένουν ατιμώρητοι, θα πρέπη θέλοντας και μη να παραδεχθής ότι υπάρχει κόλασις, γιατί φυσικά ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης (Πράξ. ι',34).
Δεν θα ήταν δίκαιος ο Θεός, αν άφινε ατιμώρητους τόσο μεγάλους αμαρτωλούς και βασανισμένους τόσους ενάρετους, εάν δεν είχε ετοιμάσει και για τους μεν και για τους δε μια άλλη μελλοντική κατάστασι.
Ακόμη και οι ποιηταί, οι φιλόσοφοι, οι λογογράφοι και όλοι γενικώς οι άνθρωποι εφιλοσόφησαν για την μελλοντική ανταπόδοσι, και ωμίλησαν για τις τιμωρίες που υπάρχουν στον άδη. Αν και βεβαίως δεν μπόρεσαν αυτά να τα παρουσιάσουν επακριβώς, διότι εκινήθησαν από σκέψεις, ιδέες και παρακούσματα των αληθινών ιδικών μας δογμάτων, εν τούτοις πήραν μια κάποια εικόνα της κρίσεως.
Έτσι ομιλούν για Κωκυτούς και Πυριφλεγέθοντας ποτα­μούς και για το νερό της Στυγός και για τον Τάρταρο που απέχει τόσο από την γη, όσο η γη από τον ουρανό και για πολλά άλλα είδη κολάσεων.
Μερικοί λέγουν: Γιατί ο Θεός δεν τιμωρεί εδώ τους αμαρτωλούς; Τους απαντούμε: Για να δείξη την μακροθυμία Του. Για να χορήγηση σωτηρία δια της μετανοίας. Για να μη εξαφανισθή το ανθρώπινο γένος. Για να μη στερήση της σωτη­ρίας όσους μπορούν να δείξουν θαυμαστή μεταβολή. Διότι, εάν αμέσως μόλις διεπράττετο η αμαρτία τιμωρούσε και εθανάτωνε, πως θα σωζόταν ο Παύλος, πως ο Πέτρος, οι κορυφαίοι αυτοί διδάσκαλοι της οικουμένης; Πως θα κέρδιζε ο Δαβίδ την σωτη­ρία με την μετάνοια του; Πως οι Γαλάτες; Πως τόσοι άλλοι;
Για τον λόγο αυτό ούτε όλους τους τιμωρεί εδώ, αλλά μερικούς, ούτε όλους τους τιμωρεί εκεί. Τον ένα τον τιμωρεί εδώ, τον άλλον εκεί, ώστε με την τιμωρία να διεγείρη όσους ευρίσονται σε μεγάλη αναισθησία, και με την ατιμωρησία να μας κάνη να περιμένουμε τον μέλλοντα αιώνα.
Δεν βλέπεις ότι πολλοί τιμωρούνται σ' αυτήν την ζωή, όπως αυτοί που πλακώθηκαν από τον πύργο (Λουκ. ιγ', 4), όπως εκείνοι που το αίμα τους ο Πιλάτος το ανέμειξε με το αίμα των θυσιών που προσέφεραν στον Ναό (Λουκ. ιγ', 1), όπως εκείνοι οι Κορίνθιοι που εθανατώθηκαν πρόωρα, διότι επλησίασαν στην Θεία Κοινωνία αναξίως (Α' Κορ. ια', 30), όπως ο Φαραώ, όπως οι Ιουδαίοι που κατεσφάγησαν από τους βαρβάρους, όπως τόσοι άλλοι και τότε και τώρα και πάντοτε;
Ενώ άλλοι με πολλές αμαρτίες, έφυγαν από την ζωή αυτή, χωρίς να τιμωρηθούν, όπως ο πλούσιος της παραβολής, όπως άλλοι πολλοί.
Αυτά βεβαίως τα ενεργεί ο Θεός, για να ξυπνήση αφ' ενός όσους δυσπιστούν στα μέλλοντα και για να κάνη αφ' έτερου τους πιστούς, από αμελείς, πιο πρόθυμους. Διότι ο Θεός είναι κριτής δίκαιος και ισχυρός και μακρόθυμος, και δεν επιφέρει την τιμωρία καθημερινά (Ψαλμ. ζ',11). Εάν όμως περιφρονή­σουμε την μακροθυμία Του, θα έλθη καιρός που καθόλου δεν θα μακροθυμήση, αλλά αμέσως θα επιφέρη την καταδίκη.
Ας μη το ρίξουμε λοιπόν στα γλεντοκοπήματα και για μία στιγμή μία στιγμή είναι όλη η επίγεια ζωή μας κατα­λήξουμε στην ατέλειωτη και αιωνία κόλασι. Αλλά μία στιγμή ας κουρασθούμε, για να είμαστε συνεχώς στεφανωμένοι. Δεν βλέπετε και στα βιωτικά θέματα, οι περισσότεροι άνθρωποι έτσι σκέπτονται, και προτιμούν τον μικρό κόπο χάριν της μεγάλης αναπαύσεως, αν και μερικές φορές τα πράγματα έρχονται αντίθετα.
Τι λόγο λοιπόν θα δώσουμε, πες μου, όταν στα βιωτικά προτιμούμε τον κόπο για να επιτύχουμε μικρή ανάπαυσι ή και καμμία, διότι είναι αβέβαιο το μέλλον, ενώ στα πνευματικά κά­νουμε το αντίθετο, και έτσι με μία μικρή αμέλεια και ραθυμία μας καταλήγουμε σε απερίγραπτη κόλασι; Γι' αυτό σάς παρα­καλώ όλους, έστω και αργά να τινάξετε από πάνω σας αυτόν τον λήθαργο. Διότι τον καιρό εκείνο δεν θα μπόρεση κανείς να μας γλυτώση. Ούτε αδελφός ούτε πατέρας ούτε φίλος ούτε γεί­τονας ούτε κανείς άλλος· αλλά αν καταδικασθούμε από τα έργα μας, όλα θα χαθούν και οπωσδήποτε θα απολεσθούμε.




Πόσο εθρήνησε εκείνος ο πλούσιος και πόσο παρεκάλεσε τον Πατριάρχη Αβραάμ να τού στείλη τον Λάζαρο για να τού δροσίση την γλώσσα! Αλλά άκου τι έλεγε προς αυτόν ο Α­βραάμ: Ανάμεσα μας υπάρχει χάος, ώστε και αν ακόμη θέλουμε, να μη μπορούμε να έρθουμε εκεί (Λουκ. ιστ', 26). Πόσο παρεκάλεσαν εκείνες οι παρθένες τις συνομήλικες τους για λίγο λάδι! Αλλά άκου τι απάντησι πήραν: Δεν σας δίνουμε, μη τυχόν και δεν επαρκέση και για σας και για μας (Ματθ. κε',8). Και έτσι κανείς δεν μπόρεσε να τις εισαγάγη στον νυμφώνα.
Ας τα σκεπτώμαστε λοιπόν αυτά και ας επιμελούμεθα τη ζωή μας. Γιατί, όσους κόπους και να υποστής και όσες τιμωρίες, δεν έχουν καμμία σύγκρισι προς τα μελλοντικά αγαθά.
Και από την άλλη πλευρά, βάλε εμπρός σου φωτιά και σίδερο και θηρία και ό,τι φοβερώτερο· όλα αυτά ούτε σκιά είναι εν συγκρίσει προς τα μελλοντικά βασανιστήρια. Διότι αυτά όταν μας επιπέσουν με σφοδρότητα, γίνονται πιο ελαφρά, και φέρουν γρήγορα την απαλλαγή, γιατί το σώμα δεν βαστά την σφοδρή και παρατεταμένη τιμωρία. Εκεί όμως συνυπάρχουν και τα δύο και η παράτασις και η σφοδρότης, τόσο στην χαρά όσο και στην λύπη.
Όσο υπάρχει καιρός ας προφθάσουμε το πρόσωπο Του με εξομολόγησι (Ψαλμ. 94,2), ώστε να Τον ιδούμε τότε ήμερο και γαλήνιο απέναντι μας και να γλυτώσουμε από εκείνες τις δυνάμεις τις απειλητικές. Δεν βλέπεις εδώ τους δημίους που εκτε­λούν τις διαταγές των αρχόντων, πως σύρουν τους κατάδικους, πως τους μαστιγώνουν, πως σχίζουν τις πλευρές τους, πως πλη­σιάζουν τις λαμπάδες, πως αποκόπτουν και σφάζουν!
Όλα αυτά είναι παιγνίδια και αστεία σε σύγκρισι με τις μελλοντικές τιμωρίες. Διότι αυτές οι κολάσεις είναι προσωρινές, ενώ εκεί ούτε το σκουλήκι σταματά ούτε η φωτιά σβήνει.
Επειδή άκουσες φωτιά, μη νομίσης ότι πρόκειται για φωτιά όμοια με την υλική, γιατί η υλική φωτιά σ' όποιον πέση τον καίει και τον εξοντώνει και κατά συνέπεια παύει μετά να αισθάνεται κάψιμο. Ενώ εκείνη η φωτιά όποιους περιλάβη θα τους καίη συνεχώς και ποτέ δεν θα σταματά, γι' αυτό και ονομά­ζεται άσβεστη πυρ άσβεστον (Μαρκ. θ', 43).
Στην μελλοντική ζωή και οι αμαρτωλοί θα γίνουν άφθαρ­τοι, όχι για τιμή, αλλά για να τιμωρούνται συνεχώς. Αυτό το πράγμα πόσο είναι φοβερό, δεν μπορεί να το παρουσίαση ο λό­γος, αλλά από μερικά παραδείγματα είναι δυνατόν να πάρουμε κάποια μικρή ιδέα.
Εάν καμμία φορά μπήκες μέσα σε λουτρό που έτυχε να καίη περισσότερο από ό,τι έπρεπε, σκέψου τι θα είναι η φωτιά της κολάσεως. Και εάν κάποτε αρρώστησες και είχες πολύ υψηλό πυρετό, φαντάσου τι θα είναι η φλόγα εκείνη της κολάσεως. Εάν το καυτό λουτρό και ο υψηλός πυρετός μας ταλαίπωρη και μας αναστατώνη, πως θα αντιμετωπίσουμε τον ποταμό της φω­τιάς, όταν πέσουμε μέσα του; Τον ποταμό που κυλάει εμπρός στο φοβερό δικαστήριο.
Άκου πως ομιλούν οι προφήτες για την ημέρα εκείνη: Η ημέρα τού Κυρίου είναι αδυσώπητη, γεμάτη από θυμό και οργή (Ήσα. ιγ',9). Κανείς τότε δεν μπορεί να μας συμπαρασταθή, κανείς δεν μπορεί να μας γλυτώση. Πουθενά δεν θα βλέπης τότε το πρόσωπο τού Χριστού το ήμερο και γαλήνιο. Αλλά όπως αυτοί που τιμωρούνται να δουλεύουν στα μεταλλεία, παραδί­νονται σε σκληρούς ανθρώπους και κανέναν δεν βλέπουν από τους ιδικούς των, παρά μόνο τους αυστηρούς επιστάτες, έτσι θα συμβαίνη και τότε· η καλύτερα, θα συμβαίνη κάτι πολύ πιο άσχημο και πιο φοβερό. Διότι εδώ μπορείς να πας στον βασιλέα και να τον παρακάλεσης, και έτσι να απαλλάξης τον κατάδικο από την ποινή. Εκεί όμως όχι.
Εκεί δεν υπάρχει συγχώρησις, αλλά κάθε κατάδικος ψή­νεται και έχει τόσο πόνο που δεν είναι δυνατόν να τον έκφραση. Εάν εδώ δεν μπορή κανείς λόγος να παραστήση τους δριμείς πόνους, πολύ περισσότερο εκεί. Διότι εδώ σε λίγες στιγμές γί­νεται ό,τι έχει να γίνη, ενώ εκεί καίεται το σώμα, χωρίς να φθεί­ρεται και να λυώνη.
Τι θα κάνουμε λοιπόν εκεί; Το λέγω και για τον εαυτό μου. Θα ειπή κάποιος: Αν εσύ ο διδάσκαλος σκέπτεσαι πως θα πας στην κόλασι, εγώ δεν θα πρέπη να καταβάλω καμμία φροντίδα. Τι το αξιοθαύμαστο να κολασθώ και εγώ; Μη σκέπτεσθε, σας παρακαλώ, τέτοιες παρηγοριές. Αυτό δεν φέρει καμ­μία άνακούφισι.
Πέστε μου· ο διάβολος δεν ήταν άγγελος; Δεν ήταν ανώ­τερος από τους ανθρώπους; Υπέστη όμως πτώσι. Μπορεί λοι­πόν να παρηγορηθή κάποιος, επειδή θα κολάζεται μαζί με αυτόν; Ασφαλώς όχι.
Είναι πολύ απατηλός αυτός ο λόγος, το να νομίζη κανείς παρηγοριά την κόλασι μαζί με όλους τους άλλους, και να λέγη, όπως όλοι, έτσι και εγώ. Και γιατί να αναφέρω την μελλοντική κόλασι; Σκέψου αυτούς που έχουν δυνατούς πόνους στα πόδια ποδαλγίαν και δοκιμάζουν δριμεία οδύνη. Αν την ώρα της οδύνης τους δείξης άλλους που υποφέρουν χειρότερα, ούτε που σε προσέχουν. Ο υπερβολικός ιδικός τους πόνος δεν αφίνει την σκέψι τους να ασχοληθή με τους άλλους και να βρουν έτσι παρηγοριά.
Ας μη τρεφώμεθα λοιπόν με απατηλές ελπίδες. Μπορεί κανείς να παρηγορηθή από τα κακά του πλησίον, όταν το πάθη­μα είναι μέτριο. Όταν όμως η οδύνη είναι υπερβολική, και όλος ο ψυχικός κόσμος είναι γεμάτος ζάλη και ταραχή και η ψυχή δεν μπορεί ούτε τον εαυτό της να γνωρίση, τότε από που να άν­τληση παρηγοριά;
Είναι ελεεινή η κατάστασις στην κόλασι. Υπάρχουν εκεί σκοτάδι και βρυγμός των οδόντων και δεσμά άλυτα και σκουλήκι που δεν πεθαίνει και φωτιά που δεν σβήνει και θλίψις και στενοχώρια και γλώσσες που φλογίζονται και τηγανίζονται, όπως τού πλουσίου της παραβολής! Θα θρηνούμε και κανένας δεν θα μας ακούη, θα στενάζουμε και θα βογγούμε από τον πόνο, και κανένας δεν θα μας προσεχή. Θα κοιτάζουμε γύρω μας, και πουθενά παρηγοριά. Τότε πως να θεωρήσουμε όσους ευρίσκονται σ' αυτή την κατάστασι; Τι πιο άθλιο από αυτές τις ψυχές; Τι πιο ελεεινό;
Εάν κάποτε μπούμε σε δεσμωτήριο και άλλους τους ιδού­με αδύνατους και χλωμούς, άλλους δεμένους με σιδερένιες αλυ­σίδες, άλλους κλεισμένους σε όλο σκοτεινά κελλιά, κατασυγκινούμεθα, φρίττουμε, κάνουμε το παν για να μη δοκιμάσουμε κι' εμείς τέτοια ταλαιπωρία και θλίψι.
Αλλ' όταν θα οδηγηθούμε δεμένοι στα βασανιστήρια της κολάσεως, ποια θα είναι η θέσις μας; Τι θα κάνουμε τότε; Διότι τα δεσμά εκείνα δεν είναι φτιαγμένα από σίδερο, αλλά από φω­τιά. Από φωτιά άσβεστη. Κι' εκείνοι που θα μας επιτηρούν δεν θα είναι άνθρωποι όμοιοι μ' εμάς, που ίσως καμμιά φορά μαλα­κώνουν, αλλά σκληροί και φοβεροί άγγελοι, τους οποίους ούτε να κοιτάξη μπορεί κανείς. Άγγελοι γεμάτοι οργή για όσα εξυ­βρίσαμε τον Δεσπότη.
Δεν υπάρχει δυνατότης, όπως συμβαίνει εδώ, να έρθουν επισκέπτες και να φέρουν χρήματα ή τροφές ή να ειπούν λόγια παρηγοριάς. Όλα εκεί είναι χωρίς επιείκεια. Ακόμη και αν ο Νώε ή ο Ιώβ ή ο Δανιήλ έχουν ιδικούς τους κολασμένους, δεν τολμούν να τους συμπαρασταθούν και να τους δώσουν χέρι βοηθείας. Διότι τότε θα παύση να υπάρχη η συμπάθεια της φύ­σεως και της συγγενείας. 


Συμβαίνει, ενάρετοι πατέρες να έχουν αμαρτωλά παιδιά, και παιδιά καλά να έχουν γονείς κακούς το κακό δεν οφείλε­ται στην φύσι και στην συγγένεια, αλλά στην προαίρεσι και για να απολαμβάνουν στον παράδεισο ακεραία την ευφροσύνη, και να μη ταράζωνται από την συμπάθεια προς τους κολαζομένους, σβήνει από τους ενάρετους η συμπάθεια και αγανακτούν και αυτοί μαζί με τον Δεσπότη εναντίον των ιδικών τους σπλάγ­χνων. Και σ' αυτή τη ζωή, μερικοί γονείς σαν ιδούν τα παιδιά τους φαύλα και έξαχρειωμένα, τα αποκηρύττουν και τα αποκό­βουν από την συγγένεια. Πολύ περισσότερο θα συμβή κάτι τέτοιο στην Κρίσι.
Αν έχης φλόγα σαρκικής επιθυμίας, εννόησε την φλόγα εκείνη της κολάσεως, και θα σου σβήση αμέσως και θα εξαφα­νισθή εντελώς.
Αν θέλησης να ειπής κάτι άπρεπο, θυμήσου τον βρυγμό των οδόντων, και αυτό θα σου είναι χαλινός.
Αν θέλησης να αρπάξης κάτι, άκουσε τον δικαστή να λέγη: Δέσατε τα χέρια του και τα πόδια του και ρίξτε τον στο σκότος το εξώτερο (Ματθ. κβ', 13). Και έτσι θα αποβάλης αυτή την επιθυμία.
Αν είσαι σκληρός και άσπλαγχνος, θυμήσου εκείνες τις παρθένες, που έσβησαν οι λαμπάδες τους από έλλειψι ελαίου (το έλαιο συμβολίζει την ευσπλαχνία) και αποκλείσθηκαν από τον νυμφώνα. Και έτσι θα γίνης γρήγορα φιλάνθρωπος.
Αν επιθυμής να μεθάς και να διασκεδάζης, άκουσε τον πλούσιο να λέγη: Στείλε τον Λάζαρο, για να δροσίση με την άκρη τού δακτύλου του την φλογισμένη γλώσσα μου (Λουκ. ιστ', 24) και να μη γίνεται δεκτό το αίτημα του. Και έτσι γρήγορα θα απομακρυνθής από αυτό το πάθος.
Αν έτσι σκεπτώμαστε και απαντούμε στις πονηρές μας επιθυμίες, γρήγορα θα ξεφύγουμε από την κακία και θα κατορ­θώσουμε την αρετή. Θα σβήσουμε τον έρωτα για τα παρόντα και θα ανάψουμε τον έρωτα για τα μέλλοντα.
Όσα σάς είπα για την κόλασι, δεν σάς τα είπα για να σάς τρομάξω ούτε για να κουράσω τις ψυχές σας, αλλά για να τις ξεκουράσω και τις σωφρονίσω.
Και εγώ ήθελα να μην υπάρχη κόλασις. Προ πάντων εγώ. Γιατί; Διότι ενώ εσείς τρέμετε και φοβείσθε ο καθένας για την ιδική σας ψυχή, εγώ αγωνιώ για τόσες ψυχές, για τις οποίες είμαι υπεύθυνος. Και μου είναι πιο δύσκολο να γλυτώσω την κόλασι.
Ας μη δείχνουμε απιστία στο θέμα της κολάσεως, για να μη καταλήξουμε σ' αυτήν. Όποιος απιστεί, γίνεται πιο ράθυμος. Και όποιος γίνεται πιο ράθυμος, οπωσδήποτε θα κατα­λήξη σ' αυτήν.
Αν ενθυμήσθε ό,τι σάς είπα για την κόλασι, θα είναι σαν να χρησιμοποιήτε ένα πικρό φάρμακο, το οποίο μπορεί να σάς συμμαζεύση την ψυχή, να αποδιώξη την πολιορκία των πονηρών επιθυμιών και να σάς καθαρίση από κάθε κακία. Αρκεί να το έχετε συνεχώς στο μυαλό σας.
Ας το χρησιμοποιούμε λοιπόν αυτό το φάρμακο, για να μας καθαρίση την καρδιά μας, και έτσι καθαροί ν' αξιωθούμε να ιδούμε όσα οφθαλμός δεν είδε και αυτί δεν άκουσε και μυαλό άνθρωπου δεν σκέφθηκε (Α' Κορ. β', 9). Είθε όλοι να αξιω­θούμε αυτών των αγαθών, χάριτι και φιλανθρωπία τού Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, μεθ' ου τω Πατρί, άμα τω αγίω Πνεύματι, δόξα, κράτος, τιμή, νυν και άεί και εις τους αιώνας των αιώνων.



Αμήν.

ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ : ΦΛΕΓΟΝΤΑ ΘΕΜΑΤΑ εκδ. ΙΕΡΑΣ ΜΟΝΗΣ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ

Περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα.Γέροντας Εφραίμ Κατουνακιώτης


%CC%E1%F1%DF%E1%20%CA%EF%F5%F4%E1%EB%DC_IMG_3410%20copy.jpg
Oι θλίψεις, καλά είναι τα βάσανα, καλά είναι οι στενοχώριες, ξέρει ο Θεός γιατί τις δίνει. Γιατί έτσι περισσότερο πλησιάζουμε στον Θεό, με τις θλίψεις, με τα βάσανα. «Κύριε, εν θλίψει εμνήσθημέν Σου», λέει (Ησ. 26,16). Με τις θλίψεις πλησιάζουμε. Ο Θεός μας αφαιρεί τις θλίψεις; «Ο φεύγων πειρασμόν επωφελή, φεύγει ζωήν αιώνιον», λέει. Έτσι είναι.

Γι' αυτό ο άνθρωπος να μην απελπίζεται, να μην έρχεται σε απόγνωση για τη μια αποτυχία. Διότι δεν γνωρίζεις ποιο είναι το θέλημα του Θεού. Όταν το γνωρίσεις το θέλημα του Θεού, κάνεις υπομονή, αλλά το θέλημα του Θεού δεν είναι πάντοτε γλυκό, είναι και πικρό, είναι και πικρό! «Το ποτήριον, ου μη πίω αυτό;» λέει. «Δεν θα το πιω το ποτήρι, Πέτρο;» λέει. «Θα το πιω το ποτήρι», και τον ονόμασε και σατανά, «ύπαγε οπίσω μου, σατανά, το ποτήριον ο δέδωκε ο Πατήρ, ου μη πίω αυτό;» (Ιω. 18,11). Έτσι είναι. Ναι, αλλά διά μέσου του Σταυρού ήρθε η Ανάστασις. «Ιδού γαρ ήλθε δια του Σταυρού χαρά εν όλω τω κόσμω»· διά μέσου του Σταυρού.

Και ο άγιος Χρυσόστομος επαινεί τον Ιώβ όχι στον πρότερό του βίο, που ήταν ελεήμων. οικτίρμων, που ήταν φιλόξενος, που ήταν της προσευχής άνθρωπος, όχι. Την υπομονή που έκανε στη μεγάλη δοκιμασία που του παρεχώρησε ο Θεός, στον πειρασμό, στην ασθένειά του. Η ασθένεια αυτή έκζεμα ήταν, όλο το σώμα του τό 'ξυνε κι έβγαζε ιχώρα, πύον έβγαζε. Εκεί επαινεί περισσότερο ο άγιος Χρυσόστομος τον Ιώβ. Αλλά «την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε» (Ιακ. 5,11).36.jpg




Εγώ σας έχω πει ότι κάποτε με πλησίασε μια Γερόντισσα εκεί και λέει:

-Θέλω να εξομολογηθώ.

-Μα εγώ δεν εξομολογώ τους καλογήρους, θα εξομολογήσω καλογριές;

-Όχι, θέλω να πω τον λογισμό μου, λέει.

-Ε, πες τον λογισμό σου.

Αφού είπε κι εκείνη τα βάσανά της -γιατί πάντα βάσανα θα σου πει, δεν θα σου πει χαρές- λέει: «Είδα σαν ένα όραμα, ότι πάνω σ' ένα βουναλάκι καθόντουσαν οι Πατριάρχαι Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ. Και λέω:

-Οι Πατριάρχαι είσαστε;

-Ναι, λένε, Αβραάμ, Ισαάκ και Ιακώβ.

-Νά 'ρθω κι εγώ εκεί;

-Έλα.

-Από πού νά 'ρθω;

-Να, από ΄κει, απ' τον δρόμο.

-Δεν βλέπω κανέναν δρόμο.

-Εκεί είναι, ψάξε να τον βρεις.

-Μα, δεν βλέπω δρόμο.

-Ψαξε, βρε ευλογημένη, ψάξε και θα τον βρεις.

-Μα, αυτός ο δρόμος είναι δεκαπέντε πόντους, πώς θα περάσω; Όλο αγριοπούρναρα και αγκάθια. Θα σχίσω τα φορέματά μου, θα ματώσω τα ποδάρια μου.

-Α, κι εμείς από 'κει περάσαμε και ήρθαμε εδώ πάνω.»

Το πράγμα θέλει να πει ότι διά μέσου των θλίψεων, δια μέσου των στενοχωριών, διά μέσου του αίματος, ο άνθρωπος θ' ανέβει στον ουρανό. Με αμεριμνία και με άνεση, με αυτοκίνητο δεν πάμε, πάτερ, στον Παράδεισο. Θα δώσεις αίμα, να πάρεις πνεύμα.

Έξω αυτή η Γερόντισσα, να πούμε, δεν αναφέρω τ' όνομά της. Καρκίνο, εγχειρήσεις, τούτο, εκείνο, αυτό κι όμως προσευχομένη είδε την Παναγία στο θρόνο της. «Περάστε οι όσιοι», λέει. Όλοι οι όσιοι πέρασαν μπροστά σαν παρέλαση, στην Παναγία. «Περάστε οι μεγαλομάρτυρες».

Αυτή καθότανε εκεί, Γερόντισσα ήταν, Ηγουμένη. Και στο τέλος πήγε, έβαλε μετάνοια φίλησε το χέρι της Παναγίας, ήταν ένα βελούδο! Και η Παναγία της είπε: «Υπομονή, υπομονή, υπομονή», και ξύπνησε, να πούμε. Δηλαδή αν θέλεις να είσαι μαθήτρια και μαθητής του Χριστού, θ' ανέβεις κι εσύ απάνω στο Σταυρό.

Απαλλαγή κανένας Άγιος δεν εζήτησε από τον Θεό. Υπομονή να χαρίσει. Αν κάνεις υπομονή θά 'χεις και λιγάκι μισθό, αν θά 'χεις απαλλαγή, δεν έχεις τίποτες, μισθό δεν έχεις.

Εγώ είχα μια ξαδέρφη, η οποία έπαθε το μυαλό της και υπέφερε, να πούμε. Περίπου μετά από είκοσι χρόνια πέθανε. Πιστεύσατέ με, την είδα μέσα στα τάγματα των αγγέλων· μαζί με τους αγγέλους υμνολογούσε την Αγία Τριάδα! Ακούτε; Λίγη υπομονή που έκανε στη λύπη, στη θλίψη. Δεν μπορούσε, είχε έτσι σαν μια παραλυσία και δεν μπορούσε ούτε τον εαυτό της να περιποιηθεί. Και εν τούτοις όμως την υπομονή που έκανε σ' αυτόν τον πειρασμό, που τον έδωσε ο Θεός βέβαια, και που την αξίωσε ο Θεός! Μέσα στα αγγελικά τάγματα, μέσα κι αυτή. Βρε, Βασιλική, λέω, τέτοια δόξα ηξιώθη! Υμνολογούσε μαζί με τους αγγέλους την Αγία Τριάδα.




Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ελάτη



Ιερά Μονή Δοχειαρίου


Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου



Ιερά Μονή Οσίου Δαβίδ



Καρούλια. Αγιο Ορος



Προυσιώτισσα

Αγιο Ορος Ι.Μ Διονυσίου

Ψήγματα Ορθοδοξίας