φενεος

Ιησούς Σινά

Εγώ πατήρ, εγώ αδελφός, εγώ νυμφίος, εγώ οικία, εγώ τροφεύς, εγώ ιμάτιον, εγώ ρίζα, εγώ θεμέλιος, παν όπερ αν θέλεις εγώ. Μηδενός εν χρεία καταστείς. Εγώ δουλεύσω.

Ήλθον γαρ διακονήσαι, ου διακονηθήναι. Εγώ και φίλος και ξένος και κεφαλή και αδελφός και αδελφή και μήτηρ. Πάντα εγώ.

Μόνον οικείως έχε προς εμέ. Εγώ πένης δια σέ και αλήτης δια σέ, επι σταυρού δια σέ, άνω υπέρ σου εντυγχάνω τω Πατρί κάτω υπέρ σου πρεσβευτής παραγέγονα παρά του Πατρός.

Πάντα μοι σύ και αδελφός και συγκληρονόμος και φίλος και μέλος.

Τι πλέον θέλεις;

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Ψηγματα all

Σάββατο 1 Μαρτίου 2014

Κριμαία· η αδελφή της Κύπρου στη Μαύρη Θάλασσα

 

 
  
Η χερσόνησος της Κριμαίας βρίσκεται στη Μαύρη Θάλασσα. Πολιτικά είναι αυτόνομη Δημοκρατία και υπάγεται στην Ουκρανία. Αν και γνωστή για τα παραλιακά της θέρετρα με μεσογειακό κλίμα, τα τελευταία χρόνια αποκτά όλο και μεγαλύτερη σημασία για τον πολιτιστικό της πλούτο και σαν χώρα επιχειρήσεων και επενδύσεων.
Κατοικείται από Ουκρανούς και Ρώσους, τη μειονότητα των Τατάρων (μουσουλμάνοι) και σε μικρότερα ποσοστά Ελλήνων, Αρμενίων και Εβραίων. Ξεχωρίζει για τις φυσικές της ομορφιές στα παράλια και την ενδοχώρα και την εκπληκτικά πλούσια Ιστορία της που αποτυπώνεται σε αναρίθμητα μνημεία διαφόρων πολιτισμών που πέρασαν από τα εδάφη της.

Η ύπαρξη Ελλήνων στην Κριμαία χάνεται στα μυθικά χρόνια που ήταν γνωστή σαν Ταυρίδα και συνεχίζεται ασταμάτητα σε όλες τις ιστορικές περιόδους ως σήμερα. Έζησαν τη ρωμαϊκή και βυζαντινή εποχή, την ταταρική και οθωμανική κατοχή, ως τα χρόνια της Μεγάλης Αικατερίνης, οπότε ο ελληνικός πληθυσμός μετακινήθηκε στην Αζοφική θάλασσα όπου ίδρυσαν τη Μαριούπολη και τις γύρω κοινότητες (σήμερα οι ελληνικής καταγωγής Ουκρανοί υπολογίζονται σε 250.000). Ταυτόχρονα η δυναμική αυτοκράτειρα ενεθάρρυνε την εγκατάσταση Ελλήνων από την τότε Οθωμανική Αυτοκρατορία, που ανέπτυξαν το εμπόριο και τη βιοτεχνία, τη ναυτιλία και την αλιεία. Στους διωγμούς επί Στάλιν μετά τον Β' παγκόσμιο πόλεμο, παρά τη συμμετοχή τους στην αντίσταση εναντίον της γερμανικής κατοχής, οι Έλληνες και άλλες «ύποπτες» εθνότητες απομακρύνθηκαν από τη Μαύρη Θάλασσα στα Ουράλια, το Ουζμπεκιστάν και το Καζακστάν. Τα ίχνη της ελληνικής παρουσίας βρίσκονται παντού, στα τοπωνύμια, τα ερείπια αρχαίων πόλεων, τα βυζαντινά μνημεία και τις εκκλησίες, τα κοιμητήρια εγκαταλειμμένων χωριών, τις λαϊκές παραδόσεις και τον δραστήριο ελληνικό πληθυσμό που ξαναβρίσκει την ταυτότητά του μετά από δεκαετίες σιωπής και απαγορεύσεων. Η ελληνική γλώσσα διδάσκεται σε σχολεία σαν δεύτερη γλώσσα επιλογής και στα Πανεπιστήμια Συμφερούπολης και Μαριούπολης λειτουργεί Τμήμα Ελληνικής Φιλολογίας.cyprus_sat
Το Τσερνοπόλιε είναι ένα από τα χωριά της Κριμαίας με πληθυσμό ελληνικής καταγωγής. Οι κάτοικοι ήλθαν τον 19ο αιώνα από την περιοχή των Σαράντα Εκκλησιών Θράκης (σήμερα στην Τουρκική επικράτεια) φέρνοντας μαζί τους τη γλώσσα και τα έθιμά τους καθώς και τη θρακική πανάρχαια παράδοση της πυροβασίας. Η πυροβασία γινόταν στη γιορτή των αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης όπως γίνεται ακόμα στην Ελλάδα από πρόσφυγες της Ανατολικής και Βόρειας Θράκης, μέχρι που ατόνησε στα χρόνια της εξορίας στα Ουράλια (1944-1968). Η γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης έγινε και φέτος στο Τσερνοπόλιε με αγρυπνία με τραγούδια της Θράκης, λειτουργία στην ομώνυμη εκκλησία και ακολούθως λιτανεία και μετάβαση στο αγίασμα. Η μέρα συνεχίζεται στο πάρκο του χωριού με απαγγελίες, τραγούδια και χορούς της Θράκης, της Μακεδονίας και της Ηπείρου καθώς και χορούς της Ρωσίας, της Ουκρανίας και των Τατάρων. Η γιορτή έχει απήχηση σε όλη την Κριμαία μέχρι και τη Μαριούπολη και Οδησσό. Εκεί γνωρίσαμε Ελληνες από τη Συμφερούπολη, τη Θεοδοσία, το Κέρτς, το Στάρε Κριμ και τη Σεβαστούπολη με τον σύλλογο «Ελευθερία», γραμμένο στο κυριλλικό αλφάβητο «-" /». Πρός τιμήν της Κύπρου οι μαθητές απήγγειλαν το ποίημα «Προορισμός», που γράφτηκε από θρακιώτη ποιητή για την Κύπρο. Σ' αυτό το περιβάλλον ανάμεσα σε Ελληνες της Μαύρης Θάλασσας, Ρώσους, Ουκρανούς και Τατάρους συνειδητοποιείς αυτό που συχνά λέγεται, ότι στη διαδρομή της ιστορίας της η Ελλάδα υπήρξε κυρίως ιδέα, πολιτισμός και διάλογος και κατά πολύ λιγότερο σύνορα και επικράτειες.
«Εμείς Ρωμαίοι είμαστεν», θα σου πούν, εκφράζοντας έτσι το ιστορικό βάθος της βυζαντινής τους καταγωγής.
Για την Κύπρο η Κριμαία αποτελεί παράδειγμα η ειρηνική και δημιουργική συνύπαρξη των διαφόρων εθνοτήτων που αναφέραμε πιο πάνω, στα σχολεία και την καθημερινή ζωή. Η τοπική κυβέρνηση οργανώνει, κυρίως για τα σχολεία, προγράμματα διαπολιτισμικής εκπαίδευσης και εκπαίδευσης στην ανοχή και τον σεβασμό με προβολή του εθνογραφικού πλούτου της χώρας και σύγχρονες μεθόδους προσέγγισης των θεμάτων συνύπαρξης. Στο ίδιο πνεύμα, το Εθνογραφικό Μουσείο Κριμαίας στην πρωτεύουσα Συμφερούπολη, μικρό αλλά περιεκτικό, παρουσιάζει όλες τις εθνότητες που ζούν στη χώρα. Και είναι άξιο περιέργειας πως στην Κύπρο με τα πολλά εθνογραφικά μουσεία που με αγάπη ιδρύθηκαν τα τελευταία χρόνια, δεν έγινε και ένα κοινό μουσείο όπου να συνομιλούν στην ίδια στέγη ο πλούτος της παράδοσης των Ελληνοκυπρίων, Τουρκοκυπρίων, Μαρωνιτών, Λατίνων και Αρμενίων, κάτι απαραίτητο για σκοπούς παιδείας και ανάδειξης των ιδανικών της ειρηνικής συνύπαρξης.
Εκτός από την πρωτεύουσα Συμφερούπολη άλλες πόλεις είναι το μυθικό Κερτς με τον Κιμέριο Βόσπορο, η Θεοδοσία του ζωγράφου της θαλασσογραφίας Ιβάν Αϊβαζόφσκι, η Σεβαστούπολη του ηρωικού ναυτικού, η γνωστή μας κοσμοπολίτικη Γιάλτα (από τη λέξη «γιαλίτα» = γιαλός στην ελληνική διάλεκτο της Κριμαίας) και η Ευπατορία των πολλών πολιτισμών. Ένα θετικό στοιχείο που άφησε η σοβιετική εποχή είναι ο καλός πολεοδομικός σχεδιασμός, σε αντίθεση με τις δικές μας πόλεις της πολεοδομικής ακαταστασίας. Το σκηνικό των πόλεων της Ουκρανίας δείχνει πνευματική αρχοντιά, της Κύπρου πνευματική φτώχια. Στο αραβοπερσικής αρχιτεκτονικής παλάτι των Τατάρων Μπαχτσί Σεράϊ υπάρχουν κεντητά που τα ονομάζουν «Κίπρις», δηλαδή Κύπρος, και πράγματι είναι γνωστό ότι τα κεντήματα της Κύπρου ήταν τότε γνωστά σε όλα τα εμπορικά κέντρα εκείνης της εποχής, πριν 5 αιώνες.
Μεταξύ Κύπρου και Κριμαίας υπάρχει οικονομική συνεργασία. Οι δύο χώρες βρίσκονται σε πορεία ανάπτυξης και προσαρμογής στο σύγχρονο περιβάλλον. Η Κύπρος, αν και μοιάζει απίστευτο, είναι η τρίτη χώρα σε επενδύσεις στην Κριμαία, μετά τη Ρωσία και τη Γερμανία.
Οι ομοιότητες Κύπρου - Κριμαίας καταπλήσσουν. Και οι δύο χώρες υπήρξαν και εξακολουθούν να είναι πεδία διεθνών ανταγωνισμών και συγκρούσεων αλλά και διαλόγου και συνάντησης πολιτισμών. Οι δύο χώρες συναγωνίζονται σε φυσικές ομορφιές, θρύλους και ιστορικό βάθος. Η Αφροδίτη και η Ιφιγένεια, η αρχαία Χερσόνησος και η Σαλαμίνα. Τα αρχαία θέατρα της Κύπρου και τα νεοκλασσικά θέατρα της Κριμαίας. Τα κάστρα του Πενταδακτύλου και τα κάστρα των Θεοδώρων - τα τελευταία βυζαντινά όχυρα που άντεξαν ως το 1475, μετά και από την Τραπεζούντα των Κομνηνών. Ο απόστολος Βαρνάβας ιδρυτής της εκκλησίας της Κύπρου και ο σύγχρονος άγιος της Κριμαίας Λουκάς που γιορτάζουν την ίδια μέρα. Έλληνες, Κιμέριοι και Σκύθες, Βυζαντινοί και Σλάβοι, Τάταροι και Οθωμανοί, Ενετοί και Γενουάτες, Καραΐνοι Εβραίοι και Αρμένιοι. Δε θα ήταν υπερβολικό να λεχθεί ότι στη Μαύρη Θάλασσα η Κύπρος έχει μια αδελφή, την Κριμαία. Υπέροχες αδελφές της τραγωδίας και της δόξας.

Κυριάκου Κοφτερού,

Επιθεωρητή Πλοίων - Τμήμα Εμπορικής Ναυτιλίας

Φωτογραφίες:thermopilai.org-campuscy.com
Πηγή: «Ενατενίσεις», Περιοδική Έκδοση Ιεράς Μητροπόλεως Κύκκου και Τηλλυρίας, Τεύχος 6ο, Σεπτέμβριος - Δεκέμβριος 2008

Γέρων Σίμων Αρβανίτης...ο γέροντας της Πεντέλης


SIMON (Small).jpg Ο Γέροντας Σίμων Αρβανίτης καταγόταν από την Τριάδα Εύβοιας από όπου ο πατέρας του Αθανάσιος Αρβανίτης μετακινήθηκε και εγκαταστάθηκε στο χωριό Κουκουβάουνες Αττικής, την σημερινή Μεταμόρφωση και παντρεύτηκε την μητέρα του Κυριακή. Απέκτησαν τέσσερα αγόρια, τον Ιωάννη, τον Παναγιώτη -τόν αργότερα Γέροντα Σίμωνα- τον Δημήτριο και τον Κωνσταντίνο.

Ο Παναγιώτης γεννήθηκε ανήμερα την Πρωτοχρονιά του 1901 και μεγαλώνοντας βοηθούσε τον πατέρα του κάνοντας διάφορες δουλειές. Όταν έγινε δεκατριών ετών ήταν πλανόδιος μανάβης σηκώνοντας τσουβάλια 80-85 κιλών αδιαμαρτύρητα. Κατά καιρούς εργαζόταν σε περιβόλια, αμπέλια και κτήματα δουλεύοντας σκληρά χωρίς να δυσκολεύεται καθόλου, καθώς η μυική του δύναμη ήταν πολύ μεγάλη. Ο ίδιος έλεγε ότι το τσαπί το έπαιζε στο χέρι όπως μια κοπελίτσα το τοπάκι της. Μόλις σταματούσε να ξεκουραστεί άνοιγε «τό βιβλίο του Χριστού», όπως έλεγε το Ευαγγέλιο, και μελετούσε. Η αγάπη του για τον Θεό ήταν φωλιασμένη στην καρδιά του από πολύ μικρός.

Ο αδερφός του διηγείται ότι τον Παναγιώτη τον έχαναν το Σάββατο από το σπίτι. Μόλις τελείωνε την δουλειά έφευγε και πήγαινε στα εξωκκλήσια, όπου προσευχόταν και μελετούσε. Γύριζε στο σπίτι την Κυριακή το βράδυ, οπότε και έτρωγε. Έμενε όλο το εικοσιτετράωρο νηστικός. Όταν δεν πήγαινε σε εξωκκλήσι ξυπνούσε όλη την οικογένεια με την πρώτη καμπάνα για τον εκκλησιασμό. Φοβέριζε μάλιστα ότι, όποιον δεν ξυπνούσε αμέσως, θα τον κατάβρεχε με μια κανάτα πού είχε δίπλα του γεμάτη με νερό.


Μοναχική κλήση

Ο Παναγιώτης επισκέφθηκε πολλές φορές το Άγιον Όρος. Μια από αυτές, στα Καυσοκαλύβια, συνάντησε τον μητροπολίτη Νεκτάριο Κεφαλά, τον μετέπειτα άγιο Νεκτάριο, και όταν πήγε να πάρει την ευχή του ο άγιος τον κράτησε από το χέρι και του είπε ότι θα γίνει πνευματικός και θα σώσει πολλές ψυχές.

Ο Παναγιώτης αποφάσισε μαζί με δύο καρδιακούς του φίλους να φύγουν κρυφά από τις οικογένειές τους και να ασκητέψουν. Έτσι το 1925 έφυγαν για την Εύβοια, όπου κλείστηκαν σε μια σπηλιά χωρίς κανένα εφόδιο, ρούχα ή τροφή. Οι φίλοι του δεν άντεξαν παρά δύο μέρες και πήραν την απόφαση να επιστρέψουν στα σπίτια τους. Ο Παναγιώτης όμως πού άκουσε τα σχέδιά τους έφυγε πριν ξυπνήσουν εκείνοι και πήγε στην Μονή Αγίου Χαραλάμπους στην Λεύκα Αυλωναρίου. Ασκήτευε στην σπηλιά του αγίου Γρηγορίου, όπου πηγάζει αγίασμα και προσευχόταν νύχτα-μέρα.
Όταν ο μητροπολίτης πληροφορήθηκε γι' αυτόν από ανθρώπους που πήγαιναν στην σπηλιά για αγίασμα και έμαθε για την αυστηρή του άσκηση, τον αναζήτησε και τον έκανε αμέσως μοναχό στο μοναστήρι του αγίου Χαραλάμπους με το όνομα Σίμων. Ο π. Σίμων όμως και πάλι κλείστηκε σε μια σπηλιά και δεν έτρωγε τίποτα. Τον εύρισκαν πολλές φορές οι βοσκοί εξαντλημένο από την πείνα, πεσμένο στο έδαφος και τον πήγαιναν στο μοναστήρι, αλλά εκείνος πάλι έφευγε.
Ο ίδιος αργότερα έλεγε: «Στην σπηλιά του αγίου Γρηγορίου έπινα ένα ποτήρι του κρασιού αγίασμα μετά την δύση του ηλίου επί τριάντα μέρες. Είχε φύγει όλο το σώμα μου. Ζύγιζα γύρω στα τριάντα κιλά». Τελικά επενέβη ο Μητροπολίτης πού τον υποχρέωσε να μείνει στο μοναστήρι. Διακόνημά του ήταν να καλλιεργεί τους κήπους και με την μεγάλη του σωματική δύναμη εντυπωσίαζε τους πάντες. Όταν εργαζόταν στους κήπους είχε βοηθό του ένα παιδί, το οποίο αρρώστησε βαριά. Όταν το είπαν στον π. Σίμωνα παράτησε το τσαπί και έφυγε για να προσευχηθεί στο βουνό. Δεν προχώρησε όμως πολύ και οι πατέρες του φώναξαν να γυρίσει πίσω, γιατί το παιδί είχε γίνει καλά. Ήταν ένα πρώτο δείγμα της αποτελεσματικότητας της προσευχής του Γέροντα.
nk_272.jpg Ο μητροπολίτης βλέποντας τις αρετές του τον χειροτόνησε ιερέα παρά τις αντιρρήσεις του το 1936 και τον έστελνε σε διάφορες εκκλησίες για την Θ. Λειτουργία. Ο κ. Δ. Κουλουρίδης διηγείται ότι στο χωριό του το Κληματάρι Ευβοίας έστελναν συχνά τον π.Σίμωνα για την Θ. Λειτουργία. Τον χειμώνα όμως, το χιόνι ήταν τόσο πυκνό πού τον απέκλειε καταμεσίς του δρόμου.
Όταν οι χωρικοί έβλεπαν ότι δεν έχει φτάσει ο ιερέας, τον αναζητούσαν και τον έβρισκαν κάτω από το χιόνι, με τα χέρια ψηλά να προσεύχεται. Όσο και αν ξεπάγιαζε και αν δυσκολευόταν να συνέλθει από το κρύο δεν άφηνε τα χωριά χωρίς Θ. Λειτουργία και πήγαινε πάλι την άλλη Κυριακή παρά τους πάγους και τα χιόνια.

Το 1942 εστάλη στην Μονή Μεταμορφώσεως ως πνευματικός. Εκεί κοντά βρίσκεται το εκκλησάκι των Ταξιαρχών. Το 1943 συνέβη ένα συγκλονιστικό θαύμα την παραμονή των Ταξιαρχών. Είχε μαζευτεί πλήθος κόσμου για την εορτή σε μια εποχή πού όλους τους θέριζε η πείνα λόγω της Κατοχής. Ο Γέροντας, όταν είδε τόσο κόσμο μαζεμένο για την αγρυπνία, είπε να ετοιμάσουν φαγητό. Υπήρχε μόνο ένα τσουβάλι κρεμύδια και έδωσε εντολή να τα καθαρίσουν όλα, ενώ εκείνος άρχισε να προσεύχεται. Ξαφνικά ένας μεγάλος λαγός σαν αρνί κατέβηκε από το βουνό και μπήκε μέσα στο μαγειρείο μόνος του. Έτσι, θαυματουργικά εξασφαλίστηκε τροφή για όλο τον κόσμο και περίσσεψε και για το μοναστήρι.

Το 1946 ο Γέροντας αποφάσισε να φύγει από την Κύμη για την Αθήνα λόγω μεγάλων προβλημάτων με τα μάτια του. Μόλις ανέλαβε καθήκοντα στην ενορία της αγίας Βαρβάρας, αποφάσισε να χτίσει μεγαλύτερο ναό, γιατί ο παλιός δεν χωρούσε όλο τον κόσμο. Συνάντησε πολλές δυσκολίες και μεγάλο πόλεμο λόγω της έλλειψης χρημάτων και συκοφάντησης του έργου. Η ίδια η αγία παρουσιάστηκε στον Γέροντα και του υποσχέθηκε ότι θα τον βοηθήσει. Πράγματι, όταν τα χρήματα τελείωναν βρίσκονταν εντελώς ξαφνικά πρόσωπα πού πρόσφεραν το συγκεκριμένο ποσό πού χρειαζόταν για την συνέχιση των εργασιών. Όταν τελείωσε το έργο υπέβελε την παραίτησή του από εφημέριος, γιατί το πρόβλημα με τα μάτια του μεγάλωνε και επιθυμούσε να ιδρύσει δικό του μοναστήρι. Με μεγάλη θλίψη οι ενορίτες του τον αποχαιρέτησαν, γιατί τον είχαν αγαπήσει και τους είχε σταθεί σαν πατέρας όλα αυτά τα χρόνια.
thiv56_0161_filtered.jpg
Κτίτορας της Μονής του Αγίου Παντελεήμονος Πεντέλης

Ύστερα από επίμονη αναζήτηση χώρου για ίδρυση μοναστηριού ο Γέροντας κατέληξε στο εξωκκλήσι του αγίου Παντελεήμονα στην Πεντέλη, πού ανήκε στην Μονή Πετράκη. Αφού εξασφάλισε την συγκατάθεση του ηγουμένου της Μονής Πετράκη Χαράλαμπου Βασιλόπουλου, άρχισε το κτίσιμο ενός κελλιού, ενός αχυρώνα και ενός φούρνου δίπλα στο υπάρχον εκκλησάκι.
Όμως ο διάβολος πολέμησε την ίδυση του μοναστηριού. Φανερώθηκε στον Γέροντα και του είπε ότι θα τον πολεμήσει μέχρι τέλους και δεν θα τον αφήσει να στεριώσει το μοναστήρι. Πράγματι οι βοσκοί της περιοχής απείλησαν τον Γέροντα με τις γκλίτσες τους λέγοντας ότι ο τόπος ήταν δικός τους. Η υπόθεση πήγε στο δικαστήριο όπου ο Γέροντας δικαιώθηκε. Τα πνευματικά παιδιά του Γέροντα βοηθούσαν στο σκάψιμο κατά την θεμελίωση της Μονής.
Τα υλικά τα κουβαλούσαν με το γαϊδουράκι από μακριά, αφού δρόμος δεν υπήρχε. Και σαν να μην έφτανε αυτό όταν έσκαβαν φυσούσε πάντα τόσο δυνατά πού έφερνε την σκόνη στα μάτια τους. Παρά τις αντιξοότητες το κελλί , ο φούρνος και ο αχυρώνας τελείωσαν και κτίστηκαν και κελλιά για τους μοναχούς πού θα έρθουν, όπως είπε ο Γέροντας, καθώς και ξενώνας.

Ο εργολάβος της οικοδομικής δραστηριότητας και συγγενής του Γέροντα, Γιώργος Πανταζής, διηγείται: «Για να κτίσουμε το μοναστήρι είχαμε 50.000 δραχμές. Κάποια στιγμή ήθελα να αφήσω την εργολαβία, γιατί δεν έβρισκα εργάτες. Κανείς δεν ερχόταν να δουλέψει τόσο μακριά. Είδα στον ύπνο μου όμως την αγία Βαρβάρα και μου υποσχέθηκε ότι θα με βοηθήσει εκείνη.
Πράγματι το άλλο πρωί μαζεύτηκαν δέκα εργάτες στο σπίτι μου για να δουλέψουν στο μοναστήρι, γιατί είχε πέσει ανεργία στις δουλειές τους». Συνεχίζει ο μαστρο-Γιώργος: « Όταν ρίχναμε την πλάκα και ετοιμάσαμε το μισό αστάρωμα διαπιστώσαμε ότι το νερό τελείωσε. Το παίρναμε από το πηγαδάκι, το οποίο άνοιξε ο Γέροντας σε γούρνα πού έβγαζε ελάχιστο νερό. Εκθέσαμε στον π. Σίμωνα το πρόβλημα και αυτός μάς διαβεβαίωσε ότι αφού φάμε το φαγητό πού είχε ετοιμαστεί θα έρθει νερό.
Και ενώ ήταν καλοκαιρία, όσο τρώγαμε έπιασε δυνατή βροχή και χαλάζι και γέμισε με νερό ένας λάκος δυόμισι μέτρα βάθος. Όταν ολοκληρώθηκε και ο ξενώνας είδα πώς ξόδεψα μόνο 49.500 δραχμές. Τα υλικά τα πλήρωνε ο π. Σίμων και στοίχησαν και αυτά 49.500 δραχμές. Είναι θαύμα πώς τόσο μεγάλο έργο κόστισε τόσο λίγο».

photographs17.jpg Όταν άρχισε να πηγαίνει πολύς κόσμος άνοιξαν χωράφια γύρω από το μοναστήρι και καλλιεργούσαν διάφορα κηπουρικά για την αδελφότητα, αλλά και τους προσκυνητές. Ο Γέροντας ήταν πολύ φιλόξενος και επέμενε να παίρνουν όλοι κάτι για ευλογία. Και η ευλογία πού είχε το μοναστήρι ήταν θαυμαστή. Τα τρόφιμα δεν έλλειψαν ποτέ. Η μεγάλη διάθεση φιλοξενίας του Γέροντα έγινε αιτία να πλησιάσει πολύς κόσμος το μοναστήρι και να σωθούν πολλές ψυχές. Ο Γέροντας ήθελε να τον πλησιάζουν όλοι, να βοηθάει όλους στις δυσκολίες τους και να τους οδηγεί στον δρόμο της σωτηρίας. Ο Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης από την Εύβοια εκτιμούσε πολύ τον π. Σίμωνα και επισκέφθηκε το μοναστήρι να πάρει την ευχή του.

Ο π. Ζωσιμάς, μαθητής του Γέροντα Σίμωνα, αναφέρει σε ένα από τα βιβλία του πού έχει γράψει για τον Γέροντα:

«Πολλές φορές ενώ κοιμόμουν κοντά του για να τον προσέχω, επειδή δεν έβλεπε πλέον, τον άκουγα να μιλάει. Όταν τον ρωτούσα με ποιόν μιλούσε μου έλεγε:

- Νομίζεις ότι κοιμάμαι; Πολύς κόσμος έρχεται όλη την νύχτα.

Και άλλη φορά μια κυρία μου είπε ότι το προηγούμενο βράδυ επικαλέστηκε τον Γέροντα για κάποιο πρόβλημά της και εκείνος μπήκε στο σπίτι της, της έδωσε την λύση και χάθηκε. Εγώ της είπα ότι δεν είναι δυνατόν να συνέβη αυτό, γιατί κλειδώνω το κελλί το βράδυ και κρατάω το κλειδί ώστε να αναγκάζεται ο Γέροντας να με ξυπνάει και να τον συνοδεύω έξω για να μην χτυπήσει, αφού δεν βλέπει. Τότε ο Γέροντας φωνάζει από το κελλί του:

- Ζωσιμά, εσύ πές ό,τι θέλεις. Εγώ το βράδυ φεύγω απ' εδώ.

Ένα βράδυ, περασμένα μεσάνυχτα, μου φωνάζει να του φέρω το πετραχήλι. Του το πήγα, το φόρεσε όπως ήταν ξαπλωμένος και άρχισε να προσεύχεται πολλή ώρα. Κατά την μία παρά τέταρτο έφτασε αγριεμένος κάποιος γνωστός μας από την Πεντέλη. Ήταν κυριευμένος από θυμό και φώναζε:

- Θα σκοτώσω άνθρωπο απόψε. Θα κάνω έγκλημα.

Και ο Γέροντας τον έβαλε να σκύψει κάτω από το πετραχήλι για να του διαβάσει την ευχή. Μα ο άλλος διαμαρτυρόταν ότι ήθελε να εξομολογηθεί πρώτα. Και ο Γέροντας του αποκάλυψε ότι δεν χρειαζόταν να του πεί τίποτα, γιατί τα έβλεπε όλα από την ώρα πού άρχισε να μαλώνει στο σπίτι του.
photographs31.jpg
Πνευματικές νουθεσίες
Ο Γέροντας έλεγε πώς για να είναι ο Θεός μαζί μας, πρέπει να μην στενοχωρούμε κανέναν και να μην κάνουμε παρατηρήσεις σε κανέναν. Συμβούλευε επίσης να αγαπούμε την νηστεία, η οποία αδυνατίζει το σώμα, αλλά κάνει τον ανθρωπο όλο υγεία, δυνατό σαν ατσάλι. Προέτρεπε όλους να έχουν πίστη στον Θεό και να μην ταλαντεύονται καθόλου, γιατί και ο ίδιος ό,τι έχει το έχει με την δύναμη της πίστεως.
Έβαζε πάνω από όλα την βοήθεια στους φτωχούς και την δικαιοσύνη. Θεωρούσε πολύ σημαντικό να μην χάνουμε την ελπίδα όταν δοκιμαζόμαστε και σε όλα να ρωτάμε τον Κύριο «τί θέλεις ποιήσαι με;». Ζητούσε από όλους να είμαστε συγκεντρωμένοι στην εκκλησία, στην καθημερινή μας ζωή να διαβάζουμε βίους αγίων και τον βίο του αγίου της ημέρας. Ιδιαίτερα σύστηνε να διαβάζουμε τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο.
Ήταν αντίθετος στον θυμό και την κατάκριση. Μάλιστα για το θέμα του θυμού είχε κάνει ιδιαίτερο αγώνα και προσευχή ο ίδιος να τον νικήσει. Όταν ήταν δεκαπέντε χρονών, πήγε να κόψει ξύλα παίρνοντας δανεικό τσεκούρι από τον θείο του. Το διάστημα εκείνο προσευχόταν να κόψει τον θυμό. Συνάντησε στο βουνό τον δασοφύλακα, ο οποίος ζήτησε χρήματα για τα ξύλα πού θα έκοβε, αλλά ο Παναγιώτης -αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του Γέροντα- δεν είχε μαζί του.
Ο δασοφύλακας ζήτησε ως ενέχυρο το τσεκούρι, αλλά ήταν αδύνατο να το αφήσει αφού ήταν του θείου του και μάλιστα το χρειαζόταν πάλι. Τότε ο δασοφύλακας άρχισε να χτυπάει με ένα χοντρό ξύλο τον Παναγιώτη στην πλάτη, ο οποίος προσευχόταν συνεχώς να μην ανταποδώσει τα χτυπήματα, γιατί με την σωματική δύναμη πού είχε θα μπορούσε, όπως ομολογούσε μετά ο Γέροντας, να του κάνει μεγάλο κακό και να καταλήξει στην φυλακή. Παραδόξως δεν ένιωθε πόνο από τα χτυπήματα παρά το γεγονός ότι φορούσε μόνο ένα λεπτό φανελάκι.
Όταν ο δασοφύλακας είδε ότι δέχεται αδιαμαρτύρητα τα χτυπήματα συγκινήθηκε, του ζήτησε συγγνώμη και επιπλέον τον βοήθησε να κόψει όσα ξύλα ήθελε. Όταν ο Παναγιώτης επέστρεψε στο σπίτι και κοίταξε την πλάτη του στον καθρέφτη δεν είχε ούτε γρατσουνιά. Από τότε κανένας δεν τον είδε να θυμώνει ποτέ.

«Τελείωσις εν ασθενεία»
Σιγά-σιγά η υγεία του καμπτόταν και η όρασή του χάθηκε, ενώ τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του το μέγεθος της οδύνης και του συνεχούς άλγους τον έκαιγε σαν καμίνι φοβερό. Παρουσιάστηκε πρόβλημα στον προστάτη και εισήχθη στο νοσοκομείο. Επί μια εβδομάδα έβγαζε αίμα και πονούσε φοβερά χωρίς όμως να το δείχνει καθόλου. Εξομολογούσε μάλιστα και διάφορα πνευματικά του παιδιά πού έρχονταν γι' αυτόν τον λόγο. Στην συνέχεια χειρουργήθηκε από σκωληκοειδίτιδα και κήλη. Οι περιπέτειες της υγείας του δεν τελείωσαν.

normal_gk0005.jpg Προέκυπταν ουρολοιμώξεις, το σώμα του πλήγιασε, είχε αιμορραγίες και όλα αυτά τα υπέμενε αδιαμαρτύρητα. Επειδή οι πόνοι του ήταν αβάστακτοι κρατούσε ένα λαστιχένιο μπαλάκι στην παλάμη του και το έσφιγγε για να μην δείχνει ότι πονάει. Από το σφίξιμο, τελικά, η παλάμη του σάπισε και χρειάστηκε ειδική περιποίηση για να κλείσει η πληγή. Όσο πλησίαζαν οι μέρες προς το τέλος του, μάς προειδοποιούσε για αυτό παίρνοντας την στάση του νεκρού με σταυρωμένα τα χέρια στο στήθος. Στις 4 Μαρτίου 1988 παρέδωσε την αγία του ψυχή στον Κύριο πού τόσο αγάπησε.
Η σορός του μεταφέρθηκε στον Ι. Ν. Αγίας Βαρβάρας, την οποία έκτισε και η νεκρώσιμη ακολουθία εψάλη στην Μονή του Αγίου Παντελεήμονα χοροστατούντος του μητροπολίτου πρώην Κεφαλληνίας Προκοπίου. Τότε κατά το «δεύτε τελευταίον ασπασμόν ...;» πραγματοποιήθηκε ένα τελευταίο αξοθαύμαστο γεγονός . Όταν πήγε ο μητροπολίτης να τον ασπαστεί, ο Γέροντας του πρότεινε το χέρι και εκείνος το ασπάστηκε. Ο τάφος του βρίσκεται εκεί και αποτελεί πόλο έλξης πολλών ταλαιπωρημένων ψυχών. Πολλοί προσέρχονται με βαθιά πίστη και έχουμε μαρτυρίες πολλών θαυματουργικών επεμβάσεων του Γέροντα σε ποικίλα προβλήματα.

         Πηγή
http://vatopaidi.wordpress.com/

Alexander Schmemann...Κυριακή της Τυροφάγου


ChrisPhoto_Chrisphoto_bluegold.jpg


  Φτάσαμε πια στις τελευταίες μέρες πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή. Ήδη κατά την εβδομάδα της Απόκρεω που είναι πριν από την Κυριακή της Συγγνώμης, δύο μέρες - η Τετάρτη και η Παρασκευή - ξεχωρίστηκαν να ανήκουν στη Σαρακοστή.  Θεία Λειτουργία δεν τελέστηκε και η όλη τυπική διάταξη στις ακολουθίες έχει πάρει τα λειτουργικά χαρακτηριστικά της Μεγάλης Σαρακοστής. Στον Εσπερινό της Τετάρτης χαιρετίζουμε τη Μεγάλη Σαρακοστή με τούτο τον ωραιότατο ύμνο:
Ανέτειλε το έαρ της νηστείας, και το ανθός της μετανοίας αγνίσωμεν ουν εαυτούς αδελφοί, οπό παντός μολυσμού, τω φωτοδότη ψάλλοντας, είπωμεν δόξα σοι, μόνε φιλάνθρωπε.
Κατόπιν, το Σάββατο της Τυροφάγου η Εκκλησία μας «ποιεί μνείαν πάντων των εν ασκήσει λαμψάντων άγιων ανδρών τε και γυναικών». Οι άγιοι είναι τα πρότυπα που θΉ ακολουθήσουμε, οι οδηγοί στη δύσκολη τέχνη της νηστείας και της μετάνοιας
Στον αγώνα που πρόκειται νΉ αρχίσουμε δεν είμαστε μόνοι:
Δεύτε άπαντες πιστοί, τας των οσίων Πατέρων, χορείας υμνήσωμεν. Αντώνιον τον κορυφαίον, τον φαεινόν Εύθύμιον, και έκαστον και πάντας όμού και τούτων ώσπερ Παράδεισον άλλον τρυφής. τας πολιτείας νοητώς διεξερχόμενοι, τερπνώς ανακράξωμεν...
Έχουμε βοηθούς και παραδείγματα:
Των Μοναστών τα πλήθη, τους καθηγητάς νυν τιμώμεν. Πατέρες, όσιοι: διΉ υμών γαρ τον τρίβον, την όντως ευΘείαν πορεύεσθαι έγνωμεν μακάριοι έστέ τω Χριστώδουλεύσαντες...
Τελικά έρχεται η τελευταία μέρα, που συνήθως, την ονομάζουμε Κυριακή της συγγνώμης, αλλά έχει και ένα άλλο λειτουργικό όνομα που θα πρέπει να θυμόμαστε: «της απότου Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτόπλαστου Αδάμ». Το όνομα αυτό συνοψίζει ουσιαστικά την πλήρη προπαρασκευή για τη Μεγάλη Σαρακοστή. Ξέρουμε ότι ο άνθρωπος πλάστηκε για να ζει στον Παράδεισο, για τη γνώση του Θεού και την κοινωνία μαζί Του. Η αμαρτία του όμως τον απομάκρυνε άπα την ευλογημένη ζωή και έτσι η ύπαρξη του στη γη είναι μια εξορία. Ο Χριστός, ο Σωτήρας του κόσμου, ανοίγει την πόρτα του Παραδείσου στον καθένα που Τον ακολουθεί, και η Εκκλησία με τα να μας αποκαλύπτει την ομορφιά της Βασιλείας, κάνει τη ζωή μας μια προσκυνηματική πορεία προς την ουράνια πατρική γη.
Έτσι, αρχίζοντας τη Μεγάλη Σαρακοστή είμαστε σαν τον Αδάμ:
Εξεβλήθη Αδάμ του Παραδείσου, δια της βρώσεως διο και καθεζόμενος απέναντι τούτου, ωδύρετο ολολλύζων, ελεεινή τη φωνή και έλεγεν οίμοι, τι πέπονθα ο τάλας εγώ! Μίαν εντολήν παρέβην την του Δεσπότου, και των αγαθών παντοίων εστέρημαι. Παράδεισε αγιώτατε, ο διΉ εμέ πεφυτευμένος, και δια την Εύαν κεκλεισμένος, ικέτευε τω σε ποιήσαντι, καμέ πλάσαντι, όπως των σων ανθέων πλησθήσωμαι. Διο και προς αυτόν ο Σωτήρ το εμόν πλάσμα ου θέλω απολέσθαι, αλλά βούλομαι τούτο σώζεσθαι και εις επίγνωσιν αληΘείας ελθείν ότι τον ερχόμενον προς με, ου μη εκ βάλω έξω.
Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι η απελευθέρωση μας από τη σκλαβιά της αμαρτίας, από τη φυλακή του «κόσμου τούτου». Και το ευαγγελικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής (Ματθ. 6, 1421) θέτει τους όρους για μια τέτοια απελευθέρωση. Πρώτος όρος είναι η νηστεία - η άρνηση δηλαδή να δεχτούμε τις επιθυμίες και τις ανάγκες της «πεπτωκυίας» φύσης μας σαν ομαλές, η προσπάθεια να ελευθερωθούμε από τη δικτατορία της σάρκας και της ύλης πάνω στο πνεύμα. Για να είναι αποτελεσματική η νηστεία μας δεν πρέπει να είναι υποκριτική, δηλαδή «προς το θεαθήναι». Να μη φαινόμαστε «τοις ανθρώποις νηστεύοντες», αλλά «τω Πατρί ημών τω εν τω κρύπτω». Δεύτερος όρος είναι η συγγνώμη. «Εάν αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν Ο Πατήρ υμών ο ουράνιος», (Ματθ. 6,14). Ο θρίαμβος της αμαρτίας, το κύριο σημάδι του ρόλου της πάνω στον κόσμο, είναι η διαίρεση, η αντίθεση, ο χωρισμός, το μίσος. Έτσι το πρώτο σπάσιμο σΉ αυτά το φρούριο της αμαρτίας είναι η συγχωρητικότητα: «η επιστροφή στην ενότητα, στην σύμπνοια, στην αγάπη». Το να συγχωρήσω κάποιον σημαίνει να βάζω ανάμεσα σε μένα και στον «εχθρό» μου την ακτινοβόλα συγχώρεση του ίδιου του Θεού. Το να συγχωρήσω είναι να αγνοήσω τα απελπιστικό αδιέξοδο στις ανθρώπινες σχέσεις και να τα αναφέρω στο Χριστό. Συγχώρεση πραγματικά είναι ένα πέρασμα της Βασιλείας του Θεού μέσα στον αμαρτωλό και «πεπτωκότα» κόσμο.
Ουσιαστικά η Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει με τον Εσπερινό αυτής της Κυριακής. Αυτή η μοναδική σε βάθος και ωραιότητα ακολουθία έχει δυστυχώς εκλείψει από αρκετές εκκλησίες. Όμως παρΉ όλα αυτά τίποτε, άλλο δεν αποκαλύπτει καλύτερα το χαρακτηριστικό τόνο της Μεγάλης Σαρακοστής στην Ορθόδοξη Εκκλησία και πουθενά αλλού δε διακηρύσσεται τόσο καλά η έντονη πρόσκληση στον άνθρωπο. Η ακολουθία αρχίζει με τον κατανυκτικό εσπερινό όπου ο ιερέας είναι ντυμένος με λαμπερά άμφια. Τα κατανυκτικά στιχηρά που λέγονται ύστερα από τον ψαλμό «Κύριε εκέκραξα προς Σε...» αναγγέλλουν τον ερχομό της Μεγάλης Σαρακοστής και, πέρα απ' αυτή, τον ερχομό του Πάσχα!
Τον της Νηστείας καιρόν, φαιδρώς απαρξώμεθα, προς αγώνας πνευματικούς εαυτούς υποβάλλοντες αγνίσωμεν την ψυχήν, την σάρκαν καθάρωμεν νηστεύσωμεν ώσπερ εν τοις βρώμασιν εκ παντός πάθους, τας αρετάς τρυφώντες του Πνεύματος εν αις διατελούντες ποθώ, αξιωθείημεν πάντες, κατιδείν το πάνσεπτον πάθος Χριστού του Θεού, και το άγιον Πάσχα, πνευματικώς εναγαλλιωμένοι.
naknak_108_0828%20-8%20copy.jpg
Κατόπιν γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου με τον εσπερινό ύμνο: «φως ιλαρόν αγίας δόξης...». Ο ιερέας τώρα προχωρεί προς την Ωραία Πύλη για νΉ αναφωνήσει το εσπερινό Προκείμενο που πάντοτε αναγγέλλει το τέλος της μιας και την αρχή της άλλης μέρας. Το Μέγα προκείμενο αυτής της ημέρας αναγγέλλει την αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής.
Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου από του παιδός σου, ότι θλίβομαι ταχύ επάκουσόν μουΉ πρόσχες τη ψυχή μου, και λύτρωσαι αυτήν.
Ακούστε τη θαυμάσια μελωδία του στίχου τούτου, αυτή την κραυγή που ξαφνικά γεμίζει την εκκλησία «... ότι θλίβομαι!» - και θα καταλάβετε το σημείο από το οποίο ξεκινάει η Μεγάλη Σαρακοστή: το μυστηριώδες μίγμα της ελπίδας με την απογοήτευση, του φωτάς με το σκοτάδι. Η όλη προετοιμασία έφτασε πια στο τέλος. Στέκομαι μπροστά στο Θεό, μπροστά στη δόξα και στην Ομορφιά της Βασιλείας Του. Συνειδητοποιώ ότι ανήκω σΉ αυτή, ότι δεν έχω άλλη κατοικία, ούτε άλλη χαρά, ούτε άλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ακόμα ότι είμαι εξόριστος από αυτή μέσα στο σκοτάδι και στη λύπη της αμαρτίας γιΉ αυτό «θλίβομαι»! Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ο Θεός μπορεί να με βοηθήσει σΉ αυτή τη θλίψη, ότι μόνον σΉ Αυτόν μπορώ να πω «πρόσχες τη ψυχή μου». Μετάνοια πάνω απ' όλα, είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη Θεία βοήθεια.
Πέντε φορές επαναλαμβάνουμε αυτό το Προκείμενο. Και τότε να! η Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει. Τα φωτεινά χρωματιστά άμφια και καλύμματα του ναού αλλάζουν τα φώτα σβήνουν. Ο ιερέας εκφωνεί τις αιτήσεις, ο χορός απαντάει με τα «Κύριε ελέησον» την κατΉ εξοχήν σαρακοστιανή απάντηση. Για πρώτη φορά διαβάζεται η προσευχή του  Αγίου Εφραίμ που συνοδεύεται από μετάνοιες. Στο τέλος της ακολουθίας όλοι οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα και ο ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση. Αλλά καθώς γίνεται αυτή η ιεροτελεστία της συμφιλίωσης, καθώς η Μεγάλη Σαρακοστή εγκαινιάζεται μΉ αυτή την κίνηση της αγάπης, της ενότητας και της αδελφοσύνης, ο χορός ψάλλει πασχαλινούς ύμνους. Πρόκειται τώρα πια να περιπλανηθούμε σαράντα ολόκληρες μέρες στην έρημο της Μεγάλης Σαρακοστής. Όμως από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως της Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.

Κυριακή της Τυροφάγου
Alexander Schmemann
ΜΕΓΑΛΗ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ
Πορεία προς το Πάσχα
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΆΚΡΙΤΑΣ
  πηγή
egolpion

Ο Αγιος Παπα-Νικόλας ο Πλανάς


AgiosNikolaosPlanas03.jpg


Ο παπα - Νικόλας Πλανάς ήταν άνθρωπος άκακος, απονήρευτος και με βαθειά ταπείνωση. Ο προγνώστης Θεός τον επροίκισε με το προορατικό χάρισμα ενώ ήταν ακόμα μικρό παιδί. Με την μεγάλη απλότητα που τον διέκρινε, διηγόταν: "Μια βραδυά χειμωνιάτικη, που καθόμασταν στο τζάκι είπα στον πατέρα μου: "Πατέρα, αυτή την στιγμή εβυθίσθη το καΐκι μας το "Ευαγγελίστρια" έξω από την Πόλη". Έντρομος ο πατέρας μας, λέγει στην μητέρα μου: "Γυναίκα, τι λέγει το παιδί"; Και όντως, αυτή τη στιγμή επνίγη το καΐκι μας...". Και για να αποφύγη τον θαυμασμό των άλλων, αλλά και τον πειρασμό της υπερηφανείας έλεγε, ότι "όλα τα παιδιά είναι προορατικά".
Δεκατεσσάρων ετών έμεινε ορφανός από πατέρα, και στα δεκαεπτά νυμφεύθηκε στην Αθήνα, όπου μετεκόμισε με την μητέρα και τα αδέλφια του από την γενέτειρά του την Νάξο. Η σύζυγος του απέθανε σε νεαρή ηλικία, αφού εν τω μεταξύ απέκτησαν ένα αγόρι. Στην πολυθόρυβη πόλη και μέσα σε τόσες φροντίδες, αφού ήταν πατέρας και μητέρα μαζί για το παιδί του και παράλληλα πνευματικός πατέρας για τους ενορίτες του, έζησε βίον αληθινού ασκητού με νήψη, προσευχή και λατρευτική ζωή.

Τις πρώτες γραπτές μαρτυρίες για την αγιότητα του παπα-Νικόλα τις έχουμε από τον σύγχρονό του Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Ο Παπαδιαμάντης ήταν ψάλτης του, στο Εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, κοντά στο Μοναστηράκι της Αθήνας. Έψαλλε στους εσπερινούς και τους όρθρους, στις λειτουργίες και τις ολονυκτίες, που τελούσε με κατάνυξη, αλλά και μεγαλοπρέπεια ο παπα-Νικόλας. Και μπόρεσε να διεισδύση στο βάθος της αγιασμένης αυτής ύπαρξης και να αντιληφθή το πλήθος των χαρισμάτων της, τα οποία ήταν επιμελώς κρυμμένα κάτω από το κέλυφος της απλότητας και της ταπείνωσης, γιατί ήταν και εκείνος εντεταγμένος στην ίδια προοπτική, ήταν, δηλαδή, φορέας της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Τον ονομάζει άξιο λειτουργό του Υψίστου και τον αντιπαραβάλλει με τους "επαγγελματικούς ιερείς", όπως τους αποκαλεί, και συνεχίζει: "Είναι ο ταπεινότερος των ιερέων και ο απλοϊκότερος των ανθρώπων... είναι αξιαγάπητος, είναι απλοϊκός και ενάρετος, είναι άξιος του πρώτου Μακαρισμού του Σωτήρος".

Ήταν, όπως όλοι οι Άγιοι, αφιλοχρήματος και ελεήμων. "Περνούσε πολύ χρήμα από τα χέρια του, αλλά αμέσως διοχετευόταν στην ελεημοσύνη. Ως και νεαρούς διάκους βοηθούσε να σπουδάσουν. Πολλές φορές δεν είχε ούτε μια πεντάρα πάνω του. Χωρίς να το προσέξη κάποτε πήρε ένα αμάξι να τον πάη σε κάποιο σπίτι. Όταν έφθασαν και ηθέλησε να πληρώση... κοιτάζει για λεπτά, ξανακοιτάζει, τίποτα. Βρέθηκε σε αμηχανία. Του λέγει ο αμαξάς: "Δεν είσαι συ ο εφημέριος του Αγίου Ιωάννου, ο παπα - Νικόλας;" - "Ναι, παιδί μου, εγώ είμαι". - Έ, δεν θέλω λεπτά, μόνον την ευχή σου!"". Σε μια άλλη περίπτωση κάποιος, που του διάβασε κάποτε παράκληση, του έδωσε ως πληρωμή κάποιο σεβαστό ποσόν, μέσα σε κλειστόν φάκελο. Αυτός, καθώς πήρε τον φάκελο, τον έδωσε αμέσως κλειστόν σε μια πτωχή, που τον περίμενε πότε να τελειώση την παράκληση. Ο άνθρωπος που του τον έδωσε, άναψε από στενοχώρια. "Μα τον ευλογημένον", έλεγε, "να μην κοιτάξη καν τι του έδωσα;!".

Έδειχνε μεγάλη υπομονή στους πειρασμούς και τις δοκιμασίες και αφάνταστη ψυχραιμία. Έλεγε κάποτε ο ίδιος συμβουλεύοντας μια πνευματική του κόρη: "Εγώ παιδί μου με την υπομονή τα έβγαλα πέρα τα τόσα σκάνταλα που μου παρουσιαζόντουσαν".

Μεγάλη σημασία έδινε στην προσοχή και την συγκέντρωση του νου κατά την διάρκεια της προσευχής και της λατρείας. Στις διδασκαλίες του προς τα πνευματικά του παιδιά τόνιζε πολύ το σημείο αυτό. Μάλιστα, όταν έβγαινε να θυμιάση, κατά την διάρκεια του Όρθρου, πολλές φορές τον είδαν να θυμιά άδεια στασίδια, ενώ αντίθετα δεν θυμιούσε κάποιους από τους παρισταμένους. Με το πνευματικό του χάρισμα διέκρινε ότι, κάποιοι από τους παρόντες σωματικά ήσαν ουσιαστικά απόντες, αφού ο νους τους ήταν σκορπισμένος και τριγυρνούσε έξω εδώ κι εκεί, ενώ κάποιοι που απουσίαζαν, λόγω ασθενείας ή για άλλους λόγους ανωτέρους της θελήσεώς τους ήσαν νοερά παρόντες και προσευχόντουσαν την ώρα εκείνη.

Συζυγία.Ας μοσχοβολάει το άρωμα της σωφροσύνης και της αρετής.


wedding rings.jpg


Αλλά και η γυναίκα δεν πρέπει να περιφρονεί τον άνδρα της για οποιονδήποτε λόγο, προπαντός αν εί­ναι φτωχός. Να μη βαρυγγωμάει και να μην τον βρί­ζει, λέγοντας λ.χ.: "Ανανδρε και δειλέ, τεμπέλη και ακαμάτη, ανάμελε και υπναρά! Ο τάδε, αν και κατα­γόταν από φτωχή οικογένεια, με πολλούς κόπους και κινδύνους έκανε μεγάλη περιουσία. Και να, η γυναί­κα του φοράει πανάκριβα ρούχα, κυκλοφορεί με αμά­ξι, έχει τόσους υπηρέτες, ενώ εγώ πήρα εσένα, που είσαι ζαρωμένος από τη φτώχεια και ζεις άσκοπα!".
Δεν πρέπει η γυναίκα να λέει στον άνδρα της τέτοια λόγια. Το σώμα δεν εναντιώνεται στο κεφάλι, αλλά το υπακούει. Πώς, όμως, θα υποφέρει τη φτώχεια; Από που θα βρει παρηγοριά; Ας σκεφτεί τις φτωχότερες γυναίκες. Ας συλλογιστεί πόσες κοπέλες από καλές οικογένειες όχι μόνο τίποτα δεν πήραν από τους άνδρες τους, αλλά και ξόδεψαν τη δική τους περιου­σία γι' αυτούς. Ας αναλογιστεί τους κινδύνους από έναν τέτοιο πλούτο, και θα προτιμήσει τότε τη φτωχι­κή αλλά ήσυχη ζωή.
Γενικά, αν αγαπάει τον άνδρα της, δεν θα ξεστομίσει ποτέ παράπονο ή προσβλητικό λόγο γι' αυτόν. Θα προτιμήσει να τον έχει κοντά της χωρίς πλούτη, παρά να είναι πλούσιος, και αυτή να ζει μέσα στην ανασφάλεια και τις ανησυχίες, που συνε­πάγονται οι επιχειρηματικές δραστηριότητες.
Ούτε και ο άνδρας, όμως, ακούγοντας τα παράπο­να ή τις επικρίσεις της γυναίκας του, πρέπει να τη βρίζει ή να τη χτυπάει, επειδή έχει εξουσία πάνω της. Καλύτερα να τη συμβουλεύει και να τη νουθετεί ήρε­μα, χωρίς ποτέ να σηκώνει χέρι εναντίον της.

Ας τη διδάσκει την ουράνια φιλοσοφία, τη χριστιανική, που είναι ο αληθινός πλούτος. Ας τη διδάσκει όχι μόνο με τα λόγια αλλά και με τα έργα, πως η φτώχεια δεν είναι καθόλου κακό. Ας τη διδάσκει να περιφρονεί τη δό­ξα και ν' αγαπά την ταπείνωση· και τότε εκείνη ούτε παράπονο θα έχει ούτε χρήματα θα επιθυμεί. Ας τη διδάσκει να μην αγαπάει τα χρυσά κοσμήματα και τα πολυτελή ρούχα και τα πολλά αρώματα, ούτε να θέλει για το σπίτι ακριβά έπιπλα και περιττά στολίδια.
Όλα τούτα φανερώνουν ματαιόδοξο φρόνημα και κουφότητα. Και της ίδιας και του σπιτιού στολισμός ας είναι η κοσμιότητα και η σεμνότητα. Και η ίδια και το σπίτι ας μοσχοβολάνε το άρωμα της σωφροσύνης και της αρετής.

Αγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος
Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ελάτη



Ιερά Μονή Δοχειαρίου


Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου



Ιερά Μονή Οσίου Δαβίδ



Καρούλια. Αγιο Ορος



Προυσιώτισσα

Αγιο Ορος Ι.Μ Διονυσίου

Ψήγματα Ορθοδοξίας